BERTRAND RUSSEL - ΜΠΕΡΤΡΑΝΤ ΡΑΣΣΕΛ

Why I am not a Christian (the Answer)

Γιατί δεν είμαι Χριστιανός (η Απάντηση)

[Γιατί δεν μπορούσε να είναι [έστω αιρετικός] Χριστιανός]

Η παρούσα εργασία δεν υπερασπίζει θεολογικά δόγματα ή παντοίες πράξεις αιρετικών. Υπερασπίζεται περισσότερο χριστιανικά φιλοσοφικά ζητήματα ή άλλα γενικού ενδιαφέροντος, κι εκθέτει το φιλόσοφο Μπέρτραντ Ράσσελ, που τα πολέμησε, για ανορθολογισμούς, αντιφάσεις και φιλοσοφικές ανακολουθίες τεραστίων διαστάσεων. Ο γράφων θέλει να σημειώσει στον κάθε επισκέπτη, κατόπιν της μελέτης της παρούσης, να έχει πάντα εις το μυαλό του περί του είδους της «διανόησης» που ευαγγελίζεται ο αθεϊσμός, το αποκύημα της φαντασίας του, ο διαφωτισμός και το στραβό δεκανίκι των δύο πρώτων, ο ελληνικός παγανισμός.

 

 

 

 

 

Μετάφραση: Εκδόσεις Haldeman-Julius Publications Girard, Κάνσας, Συγγραφικά Δικαιώματα 1929, Haldeman-Jullius Company, Η.Π.Α. Η διάλεξη που παρουσιάζεται παρακάτω παραδόθηκε στο δημαρχείο του  Battersea υπό την αιγίδα του  South London Branch of the National Secular Society, της Αγγλίας. Θα πρέπει να προστεθεί πως ο εκδότης επιθυμεί να μοιρασθεί την ευθύνη με τον αξιότιμο Μπέρτραντ Ράσσελ στο ότι είναι σύμφωνος με τις πολιτικές κι άλλες του απόψεις.

[Haldeman-Julius Publications Girard, Kansas Copyright, 1929, By Haldeman-Jullius Company Printed in the United States of America. The lecture that is here presented was delivered at the Battersea Town Hall under the auspices of the South London Branch of the National Secular Society, England. It should be added that the editor is willing to share full responsibility with the Hon. Bertrand Russell in that he is in accord with the political and other opinions expressed.]

 

 

 

 

1.

 

 

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

 Σημείωση απολογητή εις την εισαγωγή

 

α. Το επιχείρημα της 1ης αιτίας -The First Cause Argument

β. Το επιχείρημα του Φυσικού Νόμου - The Natural Law

γ. Το επιχείρημα του σχεδίου - The argument from design

δ. Τα ηθικά επιχειρήματα για τη θεότητα - The Moral arguments for Deity

ε. Η αποκατάσταση της δικαιοσύνης - The Argument For The Remedying Of Injustice

στ. Ο χαρακτήρας του Ιησού - The Character of Christ

ζ. Λάθη εις τη διδασκαλία του Χριστού - Defects In Christ's Teaching

η. Το ηθικό πρόβλημα - The Moral Problem

θ. Ο συναισθηματικός Παράγοντας - The Emotional Factor

η. Πώς οι Εκκλησίες καθυστέρησαν την Πρόοδο -How The Churches Have Retarded Progress

ι. Φόβος, το θεμέλιο της θρησκείας

ια. Τί πρέπει να κάνουμε;

 

Σημειώσεις

 

 

2.

 

ΑΠΑΤΕΣ ΑΘΕΙΣΜΟΥ

 

 

ΟΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ ΔΕΝ ΕΦΑΡΜΟΖΟΥΝ ΤΟΝ ΚΑΝΟΝΑ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ ΓΙΑ ΤΟ ΧΑΣΤΟΥΚΙ

(Bertrand Russel. Why I am not a Christian)

 

ΟΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ ΔΙΚΑΣΤΕΣ ΔΕΝ ΑΚΟΛΟΥΘΟΥΝ ΤΟ ΧΡΙΣΤΟ, ΚΡΙΝΟΥΝ

(Κατά: Bertrand Russel, Why I am not a Christian)

 

Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΠΙΣΤΕΥΕ ΣΕ 2Α ΠΑΡΟΥΣΙΑ ΣΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ

(Bertrand Russel, Why I am not a Christian)

 

Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΤΡΟΜΟΚΡΑΤΕΙ ΜΕ ΤΗ ΒΛΑΣΦΗΜΙΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ

(Κατά: Bertrand Russel, Why I am not a Christian)

 

Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΔΕΝ ΗΤΑΝ ΚΑΛΟΣ ΠΡΟΣ ΤΑ ΓΟΥΡΟΥΝΙΑ

(Bertrand Russel, Why I am not a Christian)

 

ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΟ ΣΕΞ,  ΧΡΙΣΤΟΣ ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΕ ΠΑΝΑΓΙΑ & ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ

(Bertrand Russel, Has Religion Made Useful Contributions to Civilization)

 

3.

 

 

ΑΠΟΛΟΓΗΤΙΚΑ ΣΧΟΛΙΑ

 

1. Αντιφάσεις - Προβλήματα της φιλοσοφίας του Ράσσελ

2. Ράσσελ, Έλληνες παγανιστές & αρχαία Ελλάδα

3. Η πραγματική πλευρά του ηθικού προβλήματος

4. Ράσσελ, Πώς να γίνεις Μεγαλοφυής... ή Αστρολόγος

 

 

 

 

 

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

 

[As your chairman has told you, the subject about which I am going to speak to you tonight is "Why I Am Not a Christian." Perhaps it would be as well, first of all, to try to make out what one means by the word "Christian." It is used in these days in a very loose sense by a great many people. Some people mean no more by it than a person who attempts to live a good life. In that sense I suppose there would be Christians in all sects and creeds; but I do not think that that is the proper sense of the word, if only because it would imply that all the people who are not Christians -- all the Buddhists, Confucians, Mohammedans, and so on -- are not trying to live a good life.

 I do not mean by a Christian any person who tries to live decently according to his lights. I think that you must have a certain amount of definite belief before you  have a right to call yourself a Christian. The word does not have quite such a full-blooded meaning now as it had in the times of St. Augustine and St. Thomas Aquinas. In those days, if a man said that he was a Christian it was known what he meant. You accepted a whole collection of creeds which were set out with great precision, and every single syllable of those creeds you believed with the whole strength of your convictions.

What is a Christian?

Nowadays it is not quite that. We have to be a little more vague in our meaning of Christianity. I think, however, that there are two different items which are quite essential to anyone calling himself a Christian. The first is one of a dogmatic nature -- namely, that you must believe in God and immortality. If you do not believe in those two things, I do not think that you can properly call yourself a Christian. Then, further than that, as the name implies, you must have some kind of belief about Christ. The Mohammedans, for instance, also believe in God and immortality, and yet they would not call themselves Christians. I think you must have at the very lowest the belief that Christ was, if not divine, at least the best and wisest of men. If you are not going to believe that much about Christ, I do not think that you have any right to call yourself a Christian. Of course, there is another sense which you find in Whitaker's Almanack and in geography books, where the population of the world is said to be divided into Christians, Mohammedans, Buddhists, fetish worshipers, and so on; but in that sense we are all Christians. The geography books counts us all in, but that is a purely geographical sense, which I suppose we can ignore. Therefore I take it that when I tell you why I am not a Christian I have to tell you two different things: first, why I do not believe in God and in immortality; and, secondly, why I do not think that Christ was the best and wisest of men, although I grant him a very high degree of moral goodness.

But for the successful efforts of unbelievers in the past, I could not take so elastic a definition of Christianity as that. As I said before, in the olden days it had a much more full-blooded sense. For instance, it included the belief in hell. Belief in eternal hell fire was an essential item of Christian belief until pretty recent times. In this country, as you know, it ceased to be an essential item because of a decision of the Privy Council, and from that decision the Archbishop of Canterbury and the Archbishop of York dissented; but in this country our religion is settled by Act of Parliament, and therefore the Privy Council was able to override their Graces and hell was no longer necessary to a Christian. Consequently I shall not insist that a Christian must believe in hell.]

Όπως σας έχει πει ο πρόεδρος, το θέμα για το οποίο θα σας μιλήσω απόψε είναι το «Γιατί δεν είμαι Χριστιανός». Ίσως θα ήταν καλό, πρώτα απ’ όλα να προσπαθήσω να ξεκαθαρίσω τι εννοεί κανείς με τη λέξη «Χριστιανός». Χρησιμοποιείται εις τις μέρες μας με ένα ευρύ νόημα από πολλούς ανθρώπους. Μερικοί άνθρωποι δεν εννοούν τίποτα περισσότερο με αυτή από ένα πρόσωπο που προσπαθεί να ζήσει μια καλή ζωή. Υπό αυτή την άποψη θα πρέπει να υπάρχουν Χριστιανοί σε όλες τις σέχτες και τα δόγματα· όμως δεν πιστεύω ότι αυτό είναι το πραγματικό νόημα της λέξης, διότι θα προϋπέθετε όλους τους ανθρώπους που δεν είναι Χριστιανοί- όλους τους Βουδιστές, Κομφουκιανούς, Μωαμεθανούς κ.λ.π.- να μη ζουν μια καλή ζωή.

Δεν εννοώ ως Χριστιανό κάθε άνθρωπο που προσπαθεί να ζήσει μια αξιοσέβαστη ζωή σύμφωνα με τα φώτα του. Νομίζω ότι πρέπει να έχεις μια ορισμένη ποσότητα καθορισμένης πίστεως πριν να έχεις το δικαίωμα να αποκαλείς τον εαυτό σου Χριστιανό. Η λέξη δεν έχει ένα τόσο καθαρόαιμο νόημα όπως είχε τον καιρό του Αγίου Αυγουστίνου και του Αγίου Θωμά του Ακινάτη. Σε εκείνες τις μέρες, αν ένας άνθρωπος έλεγε πως ήταν Χριστιανός, όλοι καταλάβαιναν τι εννοούσε. Αποδεχόσουν μια σειρά από δόγματα που ήταν διατυπωμένα με μεγάλη ακρίβεια, και κάθε μία συλλαβή αυτών των δογμάτων την πίστευες με όλη τη δύναμη των πεποιθήσεων σου.

Τί είναι ένας Χριστιανός;

Στις μέρες δεν είναι ακριβώς αυτό. Πρέπει να γίνουμε λίγο περισσότερο γενικόλογοι για το νόημα του Χριστιανισμού. Σκέφτομαι, πάντως, ότι υπάρχουν δύο διαφορετικά στοιχεία που είναι αρκετά θεμελιώδη για κάθε ένα που αποκαλεί τον εαυτό του Χριστιανό. Το πρώτο είναι δογματικής φύσης -και για να το κατονομάσουμε θα πούμε ότι πρέπει να πιστεύεις στο Θεό και την αθανασία. Αν δεν πιστεύεις σε αυτά τα δύο πράγματα, δεν νομίζω ότι μπορείς ουσιαστικά να καλείς τον εαυτό σου Χριστιανό. Μετά, και κατόπιν τούτου, όπως απαιτεί και η ονομασία, πρέπει να έχεις μια κάποιου είδους πίστη στο Χριστό. Οι μωαμεθανοί, για παράδειγμα, το ίδιο πιστεύουν στο Θεό και την αθανασία, αλλά δεν καλούν τους εαυτούς τους Χριστιανούς. Νομίζω πως πρέπει να έχεις τουλάχιστον την πίστη ότι ο Χριστός ήταν, αν όχι Θεός, τουλάχιστον ο καλύτερος κι ο σοφότερος άνθρωπος. Αν δεν πιστεύεις αυτά τα ελάχιστα για τον Χριστό, δεν νομίζω ότι έχεις κάποιο δικαίωμα να αποκαλείς τον εαυτό σου Χριστιανό. Φυσικά, υπάρχει και ένα άλλο νόημα που βρίσκει κανείς στον Αλμανάκ του Γουάιτέικερ και σε γεωγραφικά βιβλία, όπου ο πληθυσμός του κόσμου διαιρείται σε Χριστιανούς, Μωαμεθανούς, Βουδιστές, λάτρεις φετίχ, κ.ο.κ.· μα με αυτή τη λογική είμαστε όλοι Χριστιανοί. Τα γεωγραφικά βιβλία μας καταμετρούν όλους, αλλά αυτή είναι μια γεωγραφική αντίληψη, την οποία θαρρώ ότι μπορούμε να παραβλέψουμε. Εκ τούτων, εξηγώντας σας το γιατί δεν είμαι Χριστιανός, θα πρέπει να δηλώσω δύο διαφορετικά πράγματα: πρώτον, γιατί δεν πιστεύω εις τον Θεό και την αθανασία· και δεύτερον, γιατί δεν πιστεύω ότι ο Χριστός ήταν ο καλύτερος και ο σοφότερος άνθρωπος, αν και του αποδίδω ένα μεγάλο βαθμό ηθικής καλοσύνης.

Όμως για τις επιτυχείς προσπάθειες των απίστων του παρελθόντος, δεν μπορώ να λάβω ένα τόσο ελαστικό ορισμό του Χριστιανισμού ως αυτόν. Όπως είπα πιο πριν, στις παλιές ημέρες είχε ένα πιο καθαρόαιμο νόημα. Για παράδειγμα, συμπεριέλαβε την πίστη εις την κόλαση. Η πίστη στην αιώνια κόλαση του πυρός ήταν μια βασική Χριστιανική πίστη μέχρι πρόσφατα. Σε αυτήν τη χώρα, όπως γνωρίζετε, σταμάτησε να είναι μια βασική πίστη εξαιτίας της αποφάσεως του Συμβουλίου του Privy, και από αυτή την απόφαση διαφώνησαν οι αρχιεπίσκοποι του Καρτέρμπουρυ και της Υόρκης· όμως σ’ αυτή τη χώρα η θρησκεία μας καθορίζεται από Κοινοβουλευτική Πράξη, ως εκ τούτου, το Συμβούλιο του Privy μπόρεσε και ξεπέρασε τις προσευχές τους κι η κόλαση δεν ήταν πλέον απαραίτητη για ένα Χριστιανό. Κατά συνέπεια, δεν θα επιμείνω στο ότι ένας Χριστιανός πρέπει να πιστεύει εις την κόλαση.

 

ΑΝΤΙΑΙΡΕΤΙΚΕΣ ΑΠΟΨΕΙΣ ΑΠΟΛΟΓΗΤΗ ΕΙΣ ΤΗΝ ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Κόλαση - Παράδεισος

Αυτά που μαρτυρεί ο Ράσσελ για τη Βασιλεία του Θεού ισχύουν εις τη δύση, όχι στην Ορθόδοξη Ανατολή· ειδικότερα, το να μην πιστεύει κανείς εις την Κόλαση ισοδυναμεί εις το να μην πιστεύει εις τον Παράδεισο και στη 2α Παρουσία του Ιησού Χριστού. Παράδεισος και Κόλαση, είναι αλληλένδετες βιωματικές καταστάσεις διαφορετικών ανθρώπινων ψυχών εις την αυτήν και ίδια Βασιλεία του Θεού.

Η Κόλαση κι ο Παράδεισος είναι αναπόσπαστες συνέπειες της Αυτής παρουσίας του Θεού κατά την ημέρα της Τελικής Κρίσης. Αν δηλαδή σε κάποιους ανθρώπους η Παντοτινή εμφανής κι αισθητή παρουσία/βασιλεία του Θεού θα επιφέρει τον Παράδεισο τους, σε άλλους θα προκαλέσει την Κόλαση τους. Αυτό το δόγμα είναι ξεκαθαρισμένο από την ίδια την Καινή Διαθήκη και το στόμα του ιδίου Ιησού Χριστού: Κατά Ματθαίον, Κεφ. Κε΄ «45 τότε ἀποκριθήσεται αὐτοῖς λέγων· ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ἐφ' ὅσον οὐκ ἐποιήσατε ἑνὶ τούτων τῶν ἐλαχίστων, οὐδὲ ἐμοὶ ἐποιήσατε. 46 καὶ ἀπελεύσονται οὗτοι εἰς κόλασιν αἰώνιον, οἱ δὲ δίκαιοι εἰς ζωὴν αἰώνιον.».

Το να μην πιστεύει λοιπόν κανείς εις τον Παράδεισο ή την Κόλαση και να θέλει να ονομάζεται Χριστιανός, είναι αιρετική διαστρέβλωση κι ανόητη κακοήθεια που δεν λαμβάνει στοιχειώδη ζητήματα Καινοδιαθηκικής θεολογικής διδασκαλίας. (0) Ο Ράσσελ βέβαια βολεύεται με μεροληπτικούς ορισμούς περί του ποιος είναι Χριστιανός και ποιος όχι.

 

Χριστός -Θεός

Ένα ακόμη στοιχειώδες ζήτημα Καινοδιαθηκικής θεολογικής διδασκαλίας είναι η θεότητα του Ιησού Χριστού (). Το δόγμα Ράσσελ, δηλαδή το να πιστεύει κανείς ότι «ο Χριστός ήταν, αν όχι θεός, τουλάχιστον ο καλύτερος και ο σοφότερος άνθρωπος» δεν αρκεί για να ονομάζεται κανείς Χριστιανός. Ο ίδιος ο Μπερτράντ αναφέρει πως οι Μωαμεθανοί «το ίδιο πιστεύουν στο Θεό και την αθανασία, αλλά δεν καλούν τους εαυτούς τους Χριστιανούς»· ομοίως όμως οι Μωαμεθανοί δέχονται τον Ιησού Χριστό ως άνθρωπο - προφήτη (3), κι όμως δεν καλούν τους εαυτούς τους Χριστιανούς. 

 

Συμπέρασμα

Παρόλη λοιπόν την διακήρυξη του Ράσσελ πως «για τις επιτυχείς προσπάθειες των απίστων του παρελθόντος, δεν μπορώ να λάβω ένα τόσο ελαστικό ορισμό του Χριστιανισμού», η αλήθεια είναι πως ο ορισμός του για τον Χριστιανό είναι υπερελαστικός, αφού τουλάχιστον στο 2ο σκέλος αντιφάσκει με τη δική του «δογματολογία» περί της διαφοροποίησης Χριστιανού και Μωαμεθανού.

 

 

Η ΥΠΑΡΞΗ ΤΟΥ ΘΕΟΥ -THE EXISTENCE OF GOD

 

The Existence of God

[To come to this question of the existence of God, it is a large and serious question, and if I were to attempt to deal with it in any adequate manner I should have to keep you here until Kingdom Come, so that you will have to excuse me if I deal with it in a somewhat summary fashion. You know, of course, that the Catholic Church has laid it down as a dogma that the existence of God can be proved by the unaided reason. This is a somewhat curious dogma, but it is one of their dogmas. They had to introduce it because at one time the Freethinkers adopted the habit of saying that there were such and such arguments which mere reason might urge against the existence of God, but of course they knew as a matter of faith that God did exist. The arguments and the reasons were set out at great length, and the Catholic Church felt that they must stop it. Therefore they laid it down that the existence of God can be proved by the unaided reason, and they had to set up what they considered were arguments to prove it. There are, of course, a number of them, but I shall take only a few.]

Η Ύπαρξη του Θεού

Το ερώτημα της ύπαρξης του Θεού, είναι ένα μεγάλο και σοβαρό ερώτημα, κι αν δοκιμάσω να το αντιμετωπίσω με κάποιο κατάλληλο τρόπο θα πρέπει να σας κρατήσω εδώ μέχρι την Έλευση της Βασιλείας (σσ: του Θεού), γι’ αυτό θα πρέπει να με συγχωρέσετε αν το αντιμετωπίσω με ένα μάλλον περιληπτικό τρόπο. Γνωρίζετε, ασφαλώς, ότι η Καθολική Εκκλησία το έθεσε επί τάπητος ως ένα δόγμα όπου η ύπαρξη του Θεού μπορεί να αποδειχθεί από την αναίτια αιτία. Αυτό είναι ένα κάπως σοβαρό δόγμα, αλλά είναι ένα από τα δόγματά τους. Έπρεπε να το εισάγουν, γιατί κάποια στιγμή οι ελευθερόφρονες απέκτησαν τη συνήθεια να λένε ότι υπάρχουν αυτά και εκείνα τα ζητήματα που η κοινή λογική μπορεί να σηκώσει ενάντια στην ύπαρξη του Θεού, αλλά βέβαια γνώριζαν ως ζήτημα της πίστης ότι ο Θεός υπάρχει. Τα επιχειρήματα και οι αιτίες τέθηκαν σε μεγάλη κλίμακα, κι η καθολική εκκλησία ένιωσε ότι έπρεπε αυτό να σταματήσει. Εκ τούτου το έθεσαν κάτω, πως η ύπαρξη του Θεού μπορεί να αποδειχθεί από την αναίτια αιτία, και συνέθεσαν ότι θα μπορούσαν να θεωρηθούν επιχειρήματα περί της αποδείξεώς της. Υπάρχουν, φυσικά, μια σειρά από αυτά αλλά θα λάβω υπ’ όψιν μου λίγα.

 

 

Α. ΤΟ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑ ΤΗΣ 1ης ΑΙΤΙΑΣ - THE FIRST CAUSE ARGUMENT

 

[The First Cause Argument

Perhaps the simplest and easiest to understand is the argument of the First Cause. It is maintained that everything we see in this world has a cause, and as you go back in the chain of causes further and further you must come to a First Cause, and to that First Cause you give the name of God. That argument, I suppose, does not carry very much weight nowadays, because, in the first place, cause is not quite what it used to be. The philosophers and the men of science have got going on cause, and it has not anything like the vitality that it used to have; but apart from that, you can see that the argument that there must be a First Cause is one that cannot have any validity. I may say that when I was a young man, and was debating these questions very seriously in my mind, I for a long time accepted the argument of the First Cause, until one day, at the age of eighteen, I read John Stuart Mill's Autobiography, and I there found this sentence: "My father taught me that the question, Who made me? cannot be answered, since it immediately suggests the further question, Who made God?" That very simple sentence showed me, as I still think, the fallacy in the argument of the First Cause. If everything must have a cause, then God must have a cause. If there can be anything without a cause, it may just as well be the world as  God, so that there cannot be any validity in that argument. It is exactly of the same nature as the Hindu's view, that the world rested upon an elephant, and the elephant rested upon a tortoise; and when they said, "How about the tortoise?" the Indian said, "Suppose we change the subject." The argument is really no better than that. There is no reason why the world could not have come into being without a cause; nor, on the other hand, is there any reason why it should not have always existed. There is no reason to suppose that the world had a beginning at all. The idea that things must have a beginning is really due to the poverty of our imagination. Therefore, perhaps, I need not waste any more time upon the argument about the First Cause. ]

Το επιχείρημα του πρώτου Αιτίου

Ίσως το πιο απλό και πιο εύκολο να εννοηθεί είναι το επιχείρημα της 1ης Αιτίας. Θεωρείται ότι καθετί που βλέπουμε σ’ αυτόν τον κόσμο έχει μιαν αιτία, κι όσο προχωράμε προς τα πίσω εις την αλυσίδα των αιτιών όλο και περισσότερο, πρέπει να φτάσουμε σε κάποιο 1ο Αίτιο, και σ’ αυτό το 1ο Αίτιο αποδίδουμε το όνομα του Θεού. Αυτό το επιχείρημα, υποθέτω, δεν έχει πολύ βαρύτητα στις μέρες μας, επειδή, κατ’ αρχάς, δεν είναι ότι ακριβώς ήταν άλλοτε. Οι φιλόσοφοι κι οι άνθρωποι της επιστήμης χρησιμοποιούσαν το αίτιο αλλά δεν έχει σήμερα τίποτα από τη ζωτικότητα που είχε άλλοτε· μα εκτός από αυτό, μπορείς να δεις πως το επιχείρημα ότι πρέπει να υπάρχει κάποιο 1ο Αίτιο είναι ένα επιχείρημα που δεν έχει αξία. Ίσως πρέπει να πω ότι, όταν ήμουν νέος, και σκεφτόμουν αυτές τις ερωτήσεις σοβαρά εις το μυαλό μου, εγώ ο ίδιος για πολύ καιρό δεχόμουν αυτό το επιχείρημα της 1ης Αιτίας, μέχρι που μιαν ημέρα, στην ηλικία των δεκαοκτώ, διάβασα την αυτοβιογραφία του Τζων Στιούαρτ Μιλ κι εκεί βρήκα αυτή την πρόταση: «Ο πατέρας μου με έμαθε ότι η ερώτηση, ποιός με έφτιαξε, δεν μπορεί να απαντηθεί, επειδή αμέσως επιφέρει την ακόλουθη ερώτηση, ποιός έφτιαξε το Θεό;». Αυτή η απλή πρόταση μου έδειξε, όπως ακόμη σκέφτομαι, το σφάλμα εις το επιχείρημα του 1ου Αιτίου. Αν καθετί πρέπει να έχει μιαν αιτία, τότε κι ο Θεός πρέπει να έχει μιαν αιτία. Αν μπορεί να υπάρχει κάτι χωρίς καμιά αιτία, θα μπορούσε κάλλιστα να είναι ο κόσμος θεός, έτσι δεν μπορεί να υπάρχει καμιά αξία σ’ αυτό το επιχείρημα. Είναι ακριβώς της ίδιας φύσης με την προοπτική των Ινδουιστών, ότι ο κόσμος στηρίζονταν πάνω σ’ ένα ελέφαντα, κι ότι ο ελέφαντας στηρίζονταν πάνω σε μια χελώνα· κι όταν ρώτησαν: «και η χελώνα; [πού στηρίζονταν]» ο Ινδός απάντησε: «ας αλλάξουμε θέμα». Πράγματι το επιχείρημα της 1ης Αιτίας δεν είναι καλύτερο από αυτό. Δεν υπάρχει λόγος για τον οποίο θα πρέπει να υποθέσουμε ότι ο κόσμος είχε μιαν απαρχή. Η ιδέα ότι τα πράγματα θα πρέπει να έχουν μιαν απαρχή οφείλεται εις την έλλειψη της φαντασίας μας. Εκ τούτου, ίσως, δεν χρειάζεται να χάσω άλλο χρόνο πάνω στο επιχείρημα της 1η Αιτίας.

 

Έχει αξία το επιχείρημα του 1ου Αιτίου;

Ο Ράσσελ απαντά πως «το επιχείρημα του 1ου Αιτίου» είναι σφαλερό και «δεν μπορεί να υπάρχει καμιά αξία σ’ αυτό το επιχείρημα», γιατί «Αν καθετί πρέπει να έχει μιαν αιτία, τότε κι ο Θεός πρέπει να έχει μιαν αιτία» εφόσον «Η ιδέα ότι τα πράγματα θα πρέπει να έχουν μιαν απαρχή οφείλεται εις την έλλειψη της φαντασίας μας».

Η αλήθεια είναι πως, όταν κάποιος ζητά κάτι από τη φαντασία των ανθρώπων, για να υποστηρίξει μιαν ιδέα του, δεν μπορεί να ανακαλέσει αυτό το κάτι ομοίως από την μνήμη τους. Τα παιδιά για παράδειγμα, επειδή δεν έχουν μνήμη (εμπειρία) γεγονότων, κατασκευάζουν «εμπειρία» με τη φαντασία τους. Η φαντασία τους είναι ιδιαίτερα αυξημένη, αντίθετα με τους ενήλικες όπου υπερισχύει η μνήμη. Αν ζητήσεις σε ένα παιδί ή σε ένα ενήλικα να φανταστεί παρά να θυμηθεί κάτι, σημαίνει πως δεν μπορείς να ανατρέξεις εις την μνήμη του για να το σχηματοποιήσεις.

Γιατί όμως ο Ράσσελ επιζητά τη φαντασία των ανθρώπων εξωθώντας τους εις την παιδική ηλικία, για να στηρίξει μια φιλοσοφική του άποψη περί Θεού και κόσμου; Γιατί δεν ανατρέχει αντίθετα εις την μνήμη τους και τα εμπειρικά τους δεδομένα, τα οποία παραβλέπει;  Γιατί τους ζητά να παραβλέψουν/αγνοήσουν την μνήμη τους και να φανταστούν, ή να πιστέψουν, σε κάτι που εμπειρικά δεν έχουν βιώσει; Η απάντηση είναι απλή και πηγάζει από την απαρχή των επιχειρημάτων του Ράσσελ: «Ο πατέρας μου με έμαθε ότι η ερώτηση, ποιός με έφτιαξε, δεν μπορεί να απαντηθεί, επειδή αμέσως επιφέρει την ακόλουθη ερώτηση, ποιός έφτιαξε το Θεό;».

Ο άνθρωπος θέτει την ερώτηση «ποιός με έφτιαξε» στον εαυτό του, για ένα και μόνο λόγο· διότι είναι θνητός. Είναι δηλαδή ένα ον πεπερασμένο, με αρχή και τέλος, με χρονική στιγμή έναρξης βιολογικής ζωής και χρονική στιγμή πέρας αυτής. Διαθέτει δηλαδή ο άνθρωπος «απαρχή». Κι επειδή ακριβώς ο άνθρωπος είναι πεπερασμένο ον με ημερομηνία λήξης, προϋποθέτει εξ ανάγκης κι εκ της εμπειρίας/μνήμης, κι όχι φαντασίας, μια προηγούμενη αιτία «απαρχής» πέρα του εαυτού του, η οποία επί πλέον δεν μπορεί να συνεχίζεται επ’ άπειρον. Δεν είναι δυνατόν δηλαδή να υπάρχουν άπειροι πατέρες/μητέρες, εφόσον το σύμπαν είναι πεπερασμένο. Η περατότητα δε του σύμπαντος είναι βεβαίως εμπειρικό δεδομένο σήμερα (2010).

 

Αριστερά: Η περατότητα του σύμπαντος κι η απαρχή των μεταβολών του. (Πηγή: ΝΑΣΑ/WMAP)

 

Η μνήμη/εμπειρία του ανθρώπου μαρτυρεί πως καθετί μέσα εις τον κόσμο μας, που είναι κι αυτός πεπερασμένος, έχει ανάγκη από μια αιτία για να υπάρξει. Ο άνθρωπος έχει ανάγκη ένα πατέρα και μια μητέρα·  αυτοί με τη σειρά τους ομοίως, κ.ο.κ. Ο σχηματισμός των γαλαξιών ή των πλανητικών συστημάτων, έχει μια ή περισσότερες αιτίες. Αν υπερίσχυε το αναίτιο έναντι της αιτίας, ο Ράσσελ θα μπορούσε να διατείνεται πως: «Η ιδέα ότι τα πράγματα... [δεν] ...πρέπει να έχουν μιαν απαρχή οφείλεται... [εις το πλεόνασμα της εμπειρίας μας]». Όμως δεν τολμά να το πράξει. Διότι γνωρίζει πως το ακροατήριο του θα τον αγνοήσει βάσει των βιωματικών του εμπειριών τις οποίες ο ίδιος παραδέχεται: «Η όλη ιδέα του αιτίου είναι μία από εκείνες που αποκτούμε με την παρατήρηση των ξεχωριστών πραγμάτων·» (βλ. σημ. 3α2)

Μέσα σ’ ένα πεπερασμένο κόσμο, η σειρά αιτίας - αιτιατού δεν μπορεί να συνεχίζεται επ’ άπειρον προς τα «πίσω»· γι’ αυτό και το επιχείρημα του 1ου Αιτίου έχει ακόμη αξία για τον Κόσμο ενάντια σε όσα διατείνεται ο Ράσσελ· βάση στατιστικής εκ της εμπειρίας των ανθρώπων, είναι πιθανότερο αυτό το επιχείρημα από το επιχείρημα Άνευ Αιτίου/Απαρχής του Ράσσελ που στηρίζεται εις την απίθανη «φαντασία».

Ο Ράσσελ στην εργασία του «Η λατρεία του Ελεύθερου ανθρώπου» διατείνεται πως «Ο άνθρωπος είναι το παράγωγο αιτιών που δεν είχαν πρόβλεψη του αποτελέσματος που επιτύγχαναν» (1). Σε άλλη του εργασία με τίτλο «Είμαι άθεος ή αγνωστικιστής» υποστηρίζει στην ενότητα «Σκεπτικισμός» ότι «Όταν κάποιος υποστηρίζει ότι τίποτα δεν είναι βέβαιο, νομίζω, ότι επίσης παραδέχεται ότι ορισμένα πράγματα είναι πολύ περισσότερο βέβαια από άλλα... σίγουρα υπάρχουν επίπεδα βεβαιότητας» (), ενώ στην επόμενη ενότητα με τίτλο «Διωγμός» δέχεται ότι «Σίγουρα υπάρχουν βαθμίδες βεβαιότητας, κι ο καθείς πρέπει να είναι πολύ προσεκτικός στην έμφαση αυτού του γεγονότος, ειδάλλως θα προσγειωθεί σε ένα απόλυτο Σκεπτικισμό. Γι’ αυτό δεν νομίζω ότι πρέπει να βαδίζουμε με πλήρη σκεπτικισμό, αλλά με ένα δόγμα βαθμών πιθανοτήτων. Πιστεύω ότι αυτό, ολοκληρωτικά, είναι ο τύπος δόγματος που χρειάζεται ο κόσμος» ()· στην προηγούμενη ενότητα δήλωνε επίσης: «ο πλήρης σκεπτικισμός πρέπει, φυσικά, να είναι πλήρως άκαρπος και τελείως άχρηστος» ().

 Ένα τέτοιο παράδειγμα βαθμών πιθανοτήτων εκ της εμπειρίας, δίδεται γύρω από τη συζήτηση γύρω από την εντροπία (), όπου διαπιστώνει κανείς πως, παρομοίως κι ανάλογα, το επιχείρημα Ράσσελ περί αναίτιου μπορεί να μην είναι παντελώς «αδύνατο» αλλά σίγουρα είναι «εξαιρετικά απίθανο» να ισχύει για τον υλικό κόσμο. (βλ. και ενότητα περί αποκαταστάσεως της δικαιοσύνης).

 

Η θέση του Ράσσελ αποφατικά

Ο Μπέρτραντ Ράσσελ ξεκινώντας αυτή την ομιλία του δήλωσε: «Εκ τούτων, εξηγώντας σας το γιατί δεν είμαι Χριστιανός, θα πρέπει να δηλώσω δύο διαφορετικά πράγματα: πρώτον, γιατί δεν πιστεύω εις τον Θεό και την αθανασία·».

Επίσης λέγει:

α. «Αν καθετί πρέπει να έχει μιαν αιτία, τότε κι ο Θεός πρέπει να έχει μιαν αιτία».

Ο Ράσσελ όμως δε δέχεται Θεό, αλλά κόσμο, αφού η ομιλία του περιλαμβάνει τη θέση: «πρώτον, ... δεν πιστεύω εις το Θεό». Διατείνεται φιλοσοφικά πως «Αν μπορεί να υπάρχει κάτι χωρίς καμιά αιτία, θα μπορούσε κάλλιστα να είναι ο κόσμος θεός».

Θέτοντας λοιπόν τον κόσμο ως κάτι χωρίς αιτία, εις τη θέση του Θεού, η φιλοσοφική θέση (α) μετατρέπεται σε (β):

β. «Αν καθετί πρέπει να έχει μιαν αιτία, τότε κι ο κόσμος πρέπει να έχει μιαν αιτία».

Που ασφαλώς είναι η θέση η οποία καταπολεμά ο Ράσσελ. Δεν γίνεται ο κόσμος να έχει αιτία, σύμφωνα με τον Ράσσελ. Ο κόσμος είναι αναίτιος ή άλλος θεός. Όταν υποστηρίζει λοιπόν ο Ράσσελ πως «Η ιδέα ότι τα πράγματα θα πρέπει να έχουν μιαν απαρχή οφείλεται εις την έλλειψη της φαντασίας μας», η φιλοσοφική θέση (β) δεν μπορεί να μετατραπεί σε μια γ. «Αν καθετί πρέπει να έχει μιαν αιτία, τότε κι ο κόσμος δεν πρέπει να έχει μιαν αιτία» αφού ελέχθει πως «Δεν υπάρχει λόγος για τον οποίο θα πρέπει να υποθέσουμε ότι ο κόσμος είχε μιαν απαρχή».  Αλλά μόνο σε:

δ. «Αν καθετί δεν πρέπει να έχει μιαν αιτία, τότε κι ο κόσμος δεν πρέπει να έχει μιαν αιτία».

ή αντίστροφα:

ε. «Αν ο κόσμος δεν πρέπει να έχει μιαν αιτία, τότε καθετί δεν πρέπει να έχει μιαν αιτία».

Αυτό το αποφατικό συμπέρασμα ας το κρίνει ο καθείς μόνος του, βάση της εμπειρίας του αν είναι ισχυρότερο εις τις πιθανότητες του από το ακόλουθο:

στ. «Αν καθετί [μέσα στον κόσμο] πρέπει να έχει μιαν αιτία, τότε κι ο κόσμος πρέπει να έχει μιαν αιτία» η οποία είναι ο Θεός εκτός κόσμου (βλ. κάτωθι).

 

Ι σφάλμα VS ΙΙ σφάλματα

Ο Ράσσελ λέγει πως «Αν καθετί πρέπει να έχει μιαν αιτία, τότε κι ο Θεός πρέπει να έχει μιαν αιτία» και ότι «Ο πατέρας μου με έμαθε ότι η ερώτηση, ποιός με έφτιαξε, δεν μπορεί να απαντηθεί, επειδή αμέσως επιφέρει την ακόλουθη ερώτηση, ποιός έφτιαξε το Θεό;».

Αν το επιχείρημα του 1ου Αιτίου για το Ράσσελ έχει ένα «σφάλμα», η προσπάθεια κατάρριψής του ενέχει δύο σφάλματα:

α) Το 1ο σφάλμα είναι πως ο Χριστιανικός Θεός δεν είναι «καθετί»· διότι ο άνθρωπος δεν έχει εμπειρία περί Αυτού, ως έχει για τον κόσμο. Ο Ράσσελ στο πόνημά του περί της Σημασίας της Μαθηματικής Λογικής, σημειώνει την αξία των αληθινών προκειμένων, οι οποίες όταν εκλείπουν, οδηγούν μεν σε λογικό, αλλά σε σφαλερό δε συμπέρασμα: «... οι άμεσες προκείμενες μπορεί να είναι λαθεμένες χωρίς τα συμπεράσματα να είναι λογικά λαθεμένα, αλλά, στα θεμέλια, τα συμπεράσματα θα είναι λαθεμένα αν οι προκείμενες δεν είναι αληθείς. Είναι απαραίτητα να είμαστε ξεκάθαροι σ’ αυτό το σημείο ειδάλλως η αυθαιρεσίες κι οι υποθέσεις θα φαντάζουν σπουδαιότερες από ότι είναι στην πραγματικότητα» (1δ1)· αναρωτιέται κανείς γιατί δε βάζει σ’ εφαρμογή τις διδασκαλίες του, ιδίως όταν γνωρίζει πως ο Θεός είναι διαφορετικός του κόσμου (1δ2).

β) Το 2ο σφάλμα είναι πως ο Χριστιανικός Θεός δεν είναι πεπερασμένος μέσα στο σύμπαν, για να προϋποθέτει ένα αίτιο ως δείχνει η εμπειρία για το πεπερασμένο «καθετί» μέσα σ’ αυτό. Με άλλα λόγια, δεν είναι δυνατό κάποιος να αντικαθιστά την εμπειρία για τον πεπερασμένο κόσμο με την επίκληση της «φαντασίας», όταν αυτή η φαντασία θα άρμοζε καλύτερα εις τη σύλληψη ενός Θεού, εκτός του εμπειρικού, παρά του υλικού κόσμου· δεν μπορεί κανείς να δίδει στον καλεσμένο του κουτάλι για να κόψει το ψωμί και μαχαίρι για να τρώγει τη σούπα. Εκτός κι αν θέλει ο καλεσμένος του να μη φάγει ποτέ. Ομοίως δεν μπορεί κανείς να υποστηρίζει πως οι πατάτες μέσα στο τηγάνι δεν τηγανίζονται επειδή, ότι υπάρχει, ακόμη κι έξω από το τηγάνι, θα πρέπει να τηγανίζεται ομοίως σαν κι αυτές.

 

Η Μέγιστη υποκρισία του Ράσσελ περί Ορθολογισμού

Ο Μπέρτραντ Ράσσελ ξεκινώντας αυτή την ομιλία του δήλωνε: «...δεν πιστεύω εις τον Θεό και την αθανασία·». Διερωτάται κανείς: γιατί ο Ράσσελ δεν πιστεύει εις το Θεό και την αθανασία; Ασφαλώς για έναν και μόνο λόγο: δεν έχει εμπειρικά δεδομένα περί αυτών των δύο. Δεν έχει εμπειρικά δεδομένα αθανασίας αλλά ούτε κι εμπειρικά δεδομένα για το Θεό·  ειδάλλως αν πίστευε στην αθανασία, τότε θα πίστευε και στο Χριστό κάνοντας χρήση «φαντασίας», δηλαδή μη εμπειρικών δεδομένων.

Προσοχή τώρα... παρότι ο Ράσσελ κάνει χρήση του εμπειρισμού του εξοβελίζοντας τη φαντασία, για να απορρίψει την έννοια της αθανασίας και του Θεού, εντούτοις ζητά από τους αναγνώστες/ακροατές του τη χρήση της φαντασίας για να καταρρίψει το επιχείρημα του 1ου Αιτίου: «Η ιδέα ότι τα πράγματα θα πρέπει να έχουν μιαν απαρχή οφείλεται εις την έλλειψη της φαντασίας μας». Μάλλον αυτό είναι αρκετό για να αποδείξει την αξία του 1ου Αιτίου μέσα εις το νου των ανθρώπων, αλλά και του ιδίου του Ράσσελ, παρόλη την προσπάθειά του να το μειώσει: «δεν μπορεί να υπάρχει καμιά αξία σ’ αυτό το επιχείρημα». Ισχύει περισσότερο πως «δεν μπορεί να υπάρχει καμιά αξία» στην χρήση της φαντασίας ως αποδεικτικού στοιχείου απέναντι στα δεδομένα της εμπειρίας, ιδιαίτερα όταν αυτή η φαντασία στηρίζεται σε οτιδήποτε άλλο, παρά σε «μαθηματικούς υπολογισμούς».

 

Κατάρριψη Ράσσελ ταχέως

Η υποκρισία του Ράσσελ, που δηλώνει Ορθολογιστής, βρίσκεται στις δικές του δογματικές απόψεις: «Το πρόβλημα είναι το πώς καταλήγετε στις απόψεις σας κι όχι ποιές είναι οι απόψεις σας. Το πράγμα εις το οποίο πιστεύουμε είναι η ανωτερότητα της λογικής. Αν η λογική είναι εκείνη που σε καθοδηγεί σε ορθόδοξα συμπεράσματα, καλά κι ωραία· είσαι ακόμη ένας Ορθολογιστής. Κατά την άποψή μου το βασικό στοιχείο είναι ο καθείς να βασίζει τα επιχειρήματά του πάνω στα εδάφη που είναι αποδεκτά από την επιστήμη και πρέπει να μη εκλαμβάνει οτιδήποτε ως αρκετά βέβαιο, παρά μόνο ως πιθανό σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό. Το να μην είναι κανείς βέβαιος είναι, νομίζω, ένα από τα βασικά πράγματα του Ορθολογισμού.» ().

Είναι κατανοητό πως ο Ράσσελ εις την προσπάθειά κατάρριψης του 1ου αιτίου δε χρησιμοποιεί τα εμπειρικά δεδομένα τα οποία οδηγούν κάποιον εις το πιθανότερο, αλλά τη φαντασία, εις την οποία τα εμπειρικά δεδομένα απουσιάζουν, επιλέγοντας το απίθανο. Κι όλα αυτά τα πράττει, όταν πιστεύει πως ο Ορθολογιστής πρέπει να βασίζει τις απόψεις του σε εδάφη της επιστήμης, δηλαδή της γνώσης του επιστητού· η φαντασία όμως δεν είναι επιστητό, μήτε έδαφος της επιστημονικής γνώσης.

Βέβαια η «σοφία» του Ράσσελ δεν τερματίζει εδώ· όταν έρχεται η ώρα της επίθεσης κατά των θεολόγων, ο πρώτος είναι εκείνος που επιζητά την ιστορική εμπειρία έναντι της φαντασίας: «Πάντως, οι θεολόγοι χωρίς αμφιβολία ελπίζουν ότι η μελλοντική πορεία της εξέλιξης θα παράγει περισσότερους ανθρώπους σας κι αυτούς και λιγότερους σαν το Χίτλερ. Ας ελπίσουμε. Αλλά, για να θρέψουμε αυτή την ελπίδα, εγκαταλείπουμε το έδαφος της εμπειρίας και βρίσκουμε καταφύγιο σε μια αισιοδοξία την οποία η ιστορία μέχρι σήμερα δεν υποστηρίζει» (1στ). Είναι παράδοξο, ότι ένας ορθολογιστής σαν το Ράσσελ, καταπιάνεται με την εμπειρία όταν είναι να πολεμήσει το Χριστιανισμό, ή τις απόψεις κληρικών της Δύσης, κι ανατρέχει εις τη φαντασία κατά του εμπειρισμού για να πολεμήσει το 1ο Αίτιο των Χριστιανών.

 

Ακόμη ένα υποκριτικό σφάλμα του Ράσσελ

Σύμφωνα με το Ράσσελ, το επιχείρημα του 1ου Αιτίου δεν έχει νόημα: «Ο πατέρας μου με έμαθε ότι η ερώτηση, ποιός με έφτιαξε, δεν μπορεί να απαντηθεί, επειδή αμέσως επιφέρει την ακόλουθη ερώτηση, ποιός έφτιαξε το Θεό;». Αν γίνονταν μια υπόθεση όμως, λ.χ. ότι ο Κόσμος ήταν ο Θεός, όπως αντιπροτείνει ο Ράσσελ () , τότε μπορεί να απαντηθεί η ερώτηση του ανθρώπου «ποιός με έφτιαξε»;. Η απάντηση είναι καταφατική και φανερώνει τη Φύση: «Η Φύση [...] έφερε στο προσκήνιο τελικά ένα παιδί [τον άνθρωπο]». (2).

Ως αναφέρθηκε ανωτέρω, ο άνθρωπος έχει τέλος κι «απαρχή» ως θνητός· δεν υπήρχε πάντοτε, άρα απαιτεί ένα αίτιο, σαν αυτά τα φυσικά που δήλωσε ο Ράσσελ. () Από τη στιγμή λοιπόν που ο άνθρωπος υπάρχει (με απαρχή και τέλος), είναι παντελώς τυφλή ανοησία να υποστηρίζει κανείς πως δεν έχει αίτιο. Μάλιστα, αν κι η τοποθέτηση/εναλλαγή του κόσμου/Φύσης εις τη θέση του Θεού εκ μεριάς Ράσσελ, απαντά περίφημα την ερώτηση που ο ίδιος έθεσε «ποιός με έφτιαξε;», εντούτοις ο ίδιος προσποιείται πως ο Θεός εις τη θέση του κόσμου δε δύναται να την απαντήσει («δεν μπορεί να απαντηθεί...»)... Άραγε, χρειάζεται «φαντασία» κανείς για να συνειδητοποιήσει πως είναι παντελώς υποκριτική και πεισματώδης μια προσπάθεια, εις την οποία ένας όρος της ίδιας τουλάχιστον αξίας (κόσμος/Θεός) άλλοτε μπορεί κι απαντά την ερώτηση κι άλλοτε «δεν μπορεί να» την απαντήσει;

Ας σημειωθεί δε, πως ο κόσμος είναι κι αυτός μεταβλητός ως ο άνθρωπος· ο Ράσσελ δεν αρνείται τις μεταβολές του χρόνου αλλά τις διαπιστώνει περίφημα (2α1). Ακόμη κι αν η ενέργεια λοιπόν παραμένει πάντοτε σταθερή σύμφωνα με τον 1ο νόμο της θερμοδυναμικής, εντούτοις αυτή μεγαλώνει σε εντροπία δηλαδή αλλάζει σε ποιότητα, σύμφωνα με τον 2ο νόμο της, ως λένε οι επιστήμονες, το χώρο των οποίων θαυμάζει ο Ράσσελ. Με άλλα λόγια, συμβαίνει γενικότερη μεταβολή σ’ όλο το σύμπαν· υπάρχει δηλαδή χρόνος κι άρα «απαρχή» της μεταβολής. Ο μονόδρομος αύξησης της εντροπίας μέσα στον Κόσμο, διαλύει τις ελπίδες των άθεων περί «κυκλικών μεταβολών» και «κυκλικών επαναλήψεων», τις οποίες ούτε ο αυτός Ράσσελ παραδέχεται () . Ο χρόνος κυλά προς μία και μόνη κατεύθυνση, έχει εκκίνηση, «απαρχή»... κι άρα μιαν αιτία «απαρχής» κυλίσεως προς τα εμπρός. Θα έχει και τέλος; αυτό για την ώρα είναι «άγνωστο». Για να τερματίσει ο χρόνος θα χρειαστεί και πάλι μιαν αιτία: Αποκάλυψης, Κεφ. Κα΄ «6 καὶ εἶπέ μοι· Γέγονεν. ἐγώ τὸ Α καὶ τὸ Ω, ἡ ἀρχὴ καὶ τὸ τέλος».

 

Ο Ράσσελ της εξέλιξης των ειδών & η χρήση της φαντασίας

Για τα βιολογικά συστήματα, αν κάποιος υπέθετε ότι δεν υπήρξε ποτέ απαρχή της ζωής γενικότερα, αλλά αυτή «υπήρχε πάντοτε», παρόλο του ότι το επιμέρους της σε μια δεδομένη στιγμή γεννάται και πεθαίνει τερματίζοντας οριστικά την πορεία του, τότε θα έρχονταν αντιμέτωπος με την ιστορία του πλανήτη, ο οποίος ήταν «νεκρός» εις την αρχή του.

Ο Ράσσελ αποδέχεται τις θεωρίες του Δαρβίνου για την εξέλιξη των όντων, όπως γίνεται κατανοητό στην ενότητα «το επιχείρημα του Φυσικού Νόμου». Αποδέχεται δηλαδή, ότι οι βιολογικοί οργανισμοί αναπτύχθηκαν από την ανόργανη ύλη αυτόματα δίχως κάποια επέμβαση του Θεού (), όπως διατείνονται πολλοί βιολόγοι σήμερα. Η εξέλιξη των ειδών είναι μια ματεριαλιστική θεωρία η οποία υποστηρίζει ότι η ζωή αναπήδησε εκ του «μηδενός» κάπου, κάποτε. Κατόπιν πουθενά δεν παρατηρήθηκε ούτε επιτεύχθηκε ίχνος ζωής να γεννάται αυτόματα εκ του μηδενός κι αναίτια. Με την λέξη «μηδέν», εννοείται η ανόργανη ύλη, ενώ με την «αναίτια» εννοείται η έλλειψη επεμβάσεως του Θεού.  Το πείραμα του Παστέρ, όχι μόνο κατάρριψε τις αντιλήψεις των αρχαίων ελλήνων που ήθελαν τη ζωή να γεννάται π.χ. από το σάπισμα ενός μήλου με την μορφή σκουληκιού, αλλά απέδειξε ότι από την ανόργανη ύλη (βιολογικό μηδέν) δεν έχει να περιμένει κανείς ένα οργανισμό να γεννάται αυτόματα [δίχως επέμβαση ενός εξωγενούς παράγων ως λ.χ. ο Θεός].

   Ο Ράσσελ κι οι ακόλουθοι του, γνωρίζουν να παρατηρούν εμπειρικά πως ένα παιδί έχει ανάγκη ενός πατέρα και μιας μητέρας για να γεννηθεί, δηλαδή πως ένας ζωντανός οργανισμός έχει την ανάγκη προΰπαρξης τουλάχιστον ενός, αν όχι δύο διαφορετικών ζωντανών οργανισμών (αιτίων) για να υπάρξει κι αυτός με τη σειρά του. Εντούτοις διατείνονται πως η ζωή θα μπορούσε να προέλθει κάνοντας χρήση «φαντασίας» εκ «αναίτιου αυτοματισμού» (από ανόργανη ύλη), όταν το καθημερινό τους βιωματικό παράδειγμα για δεκάδες χρόνια όπως ελέχθη, είναι η βιολογική ζωή που προϋποθέτει κάποια προγενεστέρα βιολογική ζωή, ως δικό της αίτιο, κι όταν παρομοίως δεν υπάρχει καμιά επιστημονική αποδεικτική στήριξη γεννήσεως της ζωής από ανόργανη ύλη.

Είναι τρελός ο «ορθολογισμός» φιλοσόφων ως του Ράσσελ ή βιολόγων ως του Ντώκινς, που ενώ επιθυμούν τα πάντα να έχουν επιστημονική απόδειξη αλήθειας για να τα δεχθούν (), εντούτοις αποδέχονται πιστά τη γέννηση της ζωής εκ του μηδενός αναίτια, επειδή απλά την έχουν «βρει μπροστά τους» κατόπιν της γέννησής τους. Για τους μεροκαματιάρηδες (βλ. επαγγελματίες) του φιλοσοφικού συστήματος του ορθολογισμού, αν κάτι είναι ορατό (βλ. ζωή), τότε αυτό αυταποδεικνύεται εκ της ύπαρξής του... για να καταπολεμηθεί η ιδέα του Θεού, ειδάλλως θα είχαν φιλοσοφικό πρόβλημα...

    Όταν υπάρχει θάνατος, δεν μπορεί κανείς να διατείνεται πως «Η ιδέα ότι τα πράγματα θα πρέπει να έχουν μιαν απαρχή οφείλεται εις την έλλειψη της φαντασίας μας»· αντίθετα είναι φανερό ότι όταν υπάρχει τέλος, οπωσδήποτε υπάρχει κι «απαρχή». Το να διατείνεται κανείς ότι η έναρξη της ζωής δεν είχε ποτέ «απαρχή» και πως πάντοτε υπήρχε εις τη γη είναι μια «αντι-δαρβίνεια» μπλόφα, μια αντίφαση στο σύστημα του δαρβινιστή Ράσσελ, εις την οποία ο ίδιος σαφώς δεν τολμά να υπεισέρθει για χάρη λογικής συνέπειας και συμφωνίας των λόγων του.

Εκείνη δε η ειδική περίπτωση κατά την οποία υποστηρίζεται πως η ζωή, ως μεταβολή κατάστασης της ύλης, έλαβε απαρχή αναίτια από το μηδέν (από την ανόργανη ύλη) είναι μια φανταστική ιστορία χωρίς καμία εμπειρική/πειραματική βάση, όπως ακριβώς κι η υποστηριζόμενη μηδενική «απαρχή» της μεταβολής του σύμπαντος· η εντροπία μιλάει εδώ και χρόνια αναντίρρητα αντιθέτως περί «απαρχής» της μεταβολής του κόσμου. Κάποιοι επιμένουν να σπέρνουν τη φαντασία τους για «τρανταχτή απόδειξη» κι υπάρχει πλειάδα αντιχριστιανών που καταπίνει πειθήνια τους εξωφρενικούς της καρπούς.

 

Ο θάνατος του Ράσσελ κι η απαρχή των μεταβολών του κόσμου

Ο Ράσσελ λέγει πως «το επιχείρημα ότι πρέπει να υπάρχει κάποιο 1ο Αίτιο είναι ένα επιχείρημα που δεν έχει αξία». Ο ίδιος όμως αποδέχεται «1ο Αίτιο» διαφορετικό από τους Χριστιανούς· τον ίδιο τον υλικό κόσμο: «θα μπορούσε κάλλιστα να είναι ο κόσμος θεός»· δηλαδή θα μπορούσε ο κόσμος να έχει ως 1ο Αίτιο τον εαυτό του, όσο κι αν φαίνεται παράδοξο αυτό (3). Για παράδειγμα, σε μια μηχανή που η απόδοση είναι 100%, η κατανάλωση μπορεί να συντηρείται από την παραγωγή ίσης ποσότητας ωφέλιμου έργου. Το λεγόμενο «αεικίνητον»· μια μηχανή απόδοσης 100% θα μπορούσε να είναι το 1ο Αίτιο της λειτουργίας της. Αυτή η μηχανή θα μπορούσε να δουλεύει «αναίτια» [κανένα αίτιο εκτός εαυτής] και για πάντα. Βέβαια ο ίδιος ο Ράσσελ ως ανθρώπινο ον δεν ήταν ένα τέτοιο παράδειγμα μέσα στον κόσμο και πέθανε.

  Ας θυμηθεί εδώ ο αναγνώστης τα λόγια του Ράσσελ στην ενότητα «η θέση του Ράσσελ αποφατικά»: «Αν ο κόσμος μπορεί να υπάρχει αφ’ εαυτού δίχως καμιά αιτία, τότε καθετί πρέπει να υπάρχει δίχως καμιά αιτία». Στο φιλοσοφικό σύστημα του Ράσσελ θα μπορούσε κάλλιστα κι ο ίδιος ο Ράσσελ να ήταν αθάνατος κι αεικίνητος, ως ο Χριστιανικός Θεός, ως μέρος του «αέναου», «θεϊκού», «αναίτιου», «φανταστικού» Κόσμου, όπου τελικά καθετί μπορεί να υπάρχει αφ’ εαυτού πάντοτε, αθάνατα κι αναίτια· αλλά δεν τα κατάφερε.

    «Ο πατέρας μου με έμαθε ότι η ερώτηση, ποιος με έφτιαξε, δεν μπορεί να απαντηθεί» λέγει ο Ράσσελ. Ο καθείς γνωρίζει πως ο κάθε άνθρωπος μέσα στον υλικό κόσμο έχει μια αιτία απαρχής της ζωής του, έναν πατέρα και μια μητέρα, παρόλο το λεχθέν ότι «μιαν απαρχή οφείλεται εις την έλλειψη της φαντασίας μας». Αν ίσχυαν όσα διατείνεται ο Ράσσελ, ενάντια σε κάθε εμπειρικό μας βίωμα, θα ’ πρεπε ο Ράσσελ και κάθε άνθρωπος να υπάρχει αφ’ εαυτού δίχως καμιά αιτία γεννήσεως/μεταβολής· τη συνεύρεση δηλαδή δύο ατόμων διαφορετικού φύλου και την ακόλουθη ανάπτυξη του οργανισμού.

    Ο Ράσσελ γνώριζε μέσα του πως ψεύδεται για όλα τούτα που η θεωρία του πλαγίως εξαγγέλλει και δεν υπάρχει μεγαλύτερη απόδειξη από τα ίδια του τα λόγια:  «πρώτον, γιατί δεν πιστεύω εις τον Θεό και την αθανασία·». Ασφαλώς· διότι ούτε ο ίδιος ήταν αμετάβλητος Θεός και το γνώριζε, ούτε ήταν αθάνατος, και πάλι το γνώριζε. Δεν ήταν αέναος, αθάνατος, μήτε υπήρχε αφ’ εαυτού. Αλλά φαντάστηκε διαφορετικά για χάρη της απιστίας του.

 

Στις άνωθι φωτογραφίες εικονίζεται ο φιλόσοφος Ράσσελ Μπερτράντ σε διάφορες ηλικίες, κατά σειρά από άνω προς τα κάτω κι αριστερά προς τα δεξιά: 4-9-21-21-35-44-46, 49-52-59-66-67-68, 77-78-80-81-87-89, 90-91-92-93 ετών. Η φιλοσοφία ασχολήθηκε πολλές φορές με τα ζητήματα της μεταβολής και της αμεταβλητότητας. Άλλοτε υποστήριζε πως σε κάθε μεταβολή κάτι παραμένει αμετάβλητο κι άλλοτε πως μέγιστη αρχή του κόσμου είναι η μεταβολή ή η χωρίς περιεχόμενο μορφή. Εντούτοις η μεταβολή τόσο στους βιολογικούς οργανισμούς, όσο και στον ίδιο τον κόσμο, ο οποίος μέχρι στιγμής δεν έχει αποδειχθεί ότι διάγει «κυκλικές μεταβολές», φανερώνει απαρχή της μεταβολής των πραγμάτων. Αυτή την ιδέα υποστηρίζουν κι οι νόμοι της θερμοδυναμικής της Φυσικής (). Η μεταβολή της ενέργειας από μια κατάσταση α σε μία άλλη β κατώτατης δυναμικής κατάστασης, φανερώνει τον μονόδρομο των μεταβολών του σύμπαντος κόσμου προς ένα τέλος, κι άρα προϋποθέτει την (απ)αρχή τους στο αντίθετο άκρο της γραμμής του χρόνου.

 

Οι ορθολογικές «αποδείξεις» του Ράσσελ ή Κατάρριψη Ράσσελ Ταχέως

Μετά την εκτενή ανάλυση του θέματος, είναι θεμιτό εδώ να υπογραμμιστεί κάτι το κεφαλαιώδες. Ο Ράσσελ κατηγορεί πάντοτε τη θρησκεία ότι βασίζεται στο συναίσθημα κι όχι στα «λογικά» επιχειρήματα· από αυτόν τον θεωρητικό κανόνα δεν παραστρατεί μήτε στο παρόν πόνημα: «δεν νομίζω ότι ο πραγματικός λόγος που ο κόσμος δέχεται τη θρησκεία έχει να κάνει με την επιχειρηματολογία. Αποδέχεται τη θρησκεία συναισθηματικά».

Ο Ράσσελ, αντίθετα με τους πιστούς του Χριστιανισμού, είναι υποστηρικτής του ορθολογισμού, όπου η κάθε ιδέα που προτάσσει θα «πρέπει» να είναι επιστημονικά αποδείξιμη (βλ. σημ. ). Επίσης, δεν επιθυμεί κανείς εκ των εκπροσώπων του ορθολογισμού να προτρέπει εις την πίστη απόψεων που δεν στηρίζονται σε αποδείξεις, ειδάλλως υπάρχει κίνδυνος ο ορθολογισμός να μετατραπεί σε μια ακόμη «εκκλησία/θρησκεία»: «Δεν πρέπει να πιστεύουμε, και δεν πρέπει να προσπαθούμε να κάνουμε άλλους να πιστέψουν, καμία δήλωση για την οποία δεν υπάρχει καμία οποιοδήποτε απόδειξη. Αυτή είναι μια μετριόφρων δήλωση, κι αν καταφέρεις να κρατηθείς σ’ αυτήν, να είσαι αρκετά σίγουρος πως δεν πρόκειται να γίνεις μια προικισμένη οπισθοδρομική εκκλησία» (3α1).

Παρά τις άνωθεν δηλώσεις του, ο Ράσσελ, εις τη δημόσια λογομαχία που είχε με τον αιρετικό ιερέα F.C. Copleston δεν κατάθεσε ουδεμία απόδειξη περί της ανυπαρξίας του 1ου αιτίου για τον κόσμο, ώστε να σαλευτεί ο επαγωγικός συλλογισμός περί αυτού: «Κατά ένα τρόπο η επαγωγική θεωρία είναι ένας εχθρός της πειραματικής φυσικής» (3α1α) αλλά επέμενε δογματικά σ’ αυτήν: «η έννοια της αιτίας δεν μπορεί να εφαρμοστεί στο όλον» (3α2), όταν καταδικάζει το δογματισμό: «Αλλά αν η φιλοσοφία είναι για να εξυπηρετεί ένα θετικό σκοπό, δεν θα πρέπει να διδάσκει απλά σκεπτικισμό γιατί αν κι ο δογματισμός είναι επιζήμιος, ο σκεπτικισμός είναι άχρηστος. Ο δογματισμός και ο σκεπτικισμός είναι κατά κάποιο τρόπο απόλυτες φιλοσοφίες· η μία είναι βέβαιη πως γνωρίζει κι η άλλη πως δε γνωρίζει».

 

Ινδουιστής ή Ράσσελ;

Είδε ο αναγνώστης την μόλις άνωθι ιδέα του Ράσσελ («η έννοια της αιτίας δεν μπορεί να εφαρμοστεί στο όλον»), η οποία είναι μια προέκταση της θεοποιήσεως του κόσμου, ως όλον, στην παρούσα εργασίας του: «Αν μπορεί να υπάρχει κάτι χωρίς καμιά αιτία, θα μπορούσε κάλλιστα να είναι ο κόσμος θεός»· επιπλέον ο φιλόσοφος παραδέχεται πως τα επιμέρους σώματα έχουν αίτια: «Η όλη ιδέα του αιτίου είναι μία από εκείνες που αποκτούμε με την παρατήρηση των ξεχωριστών πραγμάτων· δεν βλέπω κανένα οποιοδήποτε λόγο για να υποθέσω ότι το όλον έχει κάποιο αίτιο» (βλ. σημ: 3α2).

Το παράδειγμα της εισαγωγής που έδωσε ο Ράσσελ για να αποδείξει ότι το 1ο αίτιο δεν είναι βάσιμο ήταν το εξής: «ο κόσμος στηρίζονταν πάνω σ’ ένα ελέφαντα, κι ... ο ελέφαντας στηρίζονταν πάνω σε μια χελώνα· κι όταν ρώτησαν: "και η χελώνα; [πού στηρίζονταν]" ο Ινδός απάντησε: "ας αλλάξουμε θέμα"».

Πώς εφαρμόζονται οι θέσεις του Ράσσελ πάνω εις το Ινδουιστικό παράδειγμα;

Πρώτα οι δύο απόψεις του:

α. ο κόσμος δε στηρίζεται πουθενά, αν δεν υπάρχει αίτιο (αναίτιο).

β. ο κόσμος δε στηρίζεται πάνω σε ένα ελέφαντα αλλά στηρίζεται μόνος του (αίτιο του εαυτού του).

Ποια είναι τα προβλήματα αυτών των προοπτικών;

α. Ο κόσμος ως σύνολο δε στηρίζεται πουθενά, ενώ όλα τα επιμέρους του ναι (αιτιώνται).

β. Ο κόσμος ως σύνολο στηρίζεται μόνος του, ενώ τα επιμέρους του όχι. (αιτιώνται)

 

Η Απόδειξη της Προαίρεσης του Ράσσελ & του Αναγνώστη

Τελειώνοντας αυτή την ενότητα, θα πρέπει να γίνει μια στιγμιαία επιστροφή εις τις μαθηματικές πιθανότητες που αναφέρθηκαν σε ανωτέρα παράγραφο, για να φανερωθεί για ακόμη μια φορά, πως το φανταστικό σκεπτικό του αναίτιου κινείται εις βάρος των υποστηρικτών του.

α. Ας τεθεί λοιπόν για μια στιγμή, ότι η παραδοχή ενός 1ου αιτίου του κόσμου, ως του Θεού, είναι φανταστική (παραμερίζοντας την ιστορική παρουσία του ενσαρκωμένου Του Υιού Χριστού, όπως ακριβώς κάνει ο Ράσσελ κι ο κάθε μη Χριστιανός)· δηλαδή δεν είναι επιστημονικά αποδείξιμη.

β. επίσης η παραδοχή ενός κόσμου αναίτιου, ή αιτιατού αφ’ εαυτού του, είναι ομοίως φανταστική· δεν είναι δηλαδή ούτε αυτή αποδείξιμη επιστημονικά.

Τότε, η αντικατάσταση ενός «φανταστικού» 1ου αναίτιου αιτίου ως του Θεού, με ένα άλλο που ορίζεται μεν ως όλον αναίτιο, ενώ αποτελείται δε από αιτιατά επιμέρους, δε ξεπερνά το πρόβλημα της χελώνας. Από τα «δύο» δε αυτά 1α αίτια της ανθρώπινης «φαντασίας», το 2ο είναι υποδεέστερο του 1ου· διότι τον μεν 1ο είναι εξολοκλήρου αναίτιο, ενώ το 2ο παρουσιάζει αίτια εις το επιμέρους, γεγονός που «θολώνει» τη δυνατότητά του να είναι αίτιο του εαυτού του.

Τίθεται λοιπόν η ακόλουθη φιλοσοφική ερώτηση: γιατί ένας άνθρωπος προτιμά να επιλέγει ένα φανταστικό 1ο αίτιο, ή αναίτιο όλον, το οποίο χωλαίνει έναντι κάποιου Άλλου εξίσου «φανταστικού», το οποίο όμως είναι Τελειότατον; Δεν είναι η φαντασία εκείνη η οποία δίνει ελευθερία εις τον άνθρωπο σύμφωνα με το Ράσσελ; «Παρά το Θάνατο, το σημάδεμα και τη σφραγίδα του γονικού ελέγχου, ο Άνθρωπος παραμένει ελεύθερος, κατά τη διάρκεια των λιγοστών του χρόνων, να εξετάσει, να κριτικάρει, να γνωρίσει και να δημιουργήσει με τη φαντασία. Μόνο σ’ αυτόν, μέσα στον κόσμο τον οποίο γνωρίζει, αυτή η ελευθερία υπάρχει· και σ’ αυτήν βρίσκεται η ανωτερότητά του ενάντια στις ακαταμάχητες δυνάμεις που ελέγχουν την εξωτερική του ζωή» (3α3).

Εδώ ο αναγνώστης θα βρεθεί εις το πρόβλημα της προσωπικής προαίρεσης του, έναντι του Θεού. Σε άλλους ανθρώπους η φαντασία αποδέχεται την ύπαρξη του Θεού σε άλλους όχι.

 

Χριστιανική θεολογία & Υλισμός του Ράσσελ

 

 

Υλισμός Ράσσελ

 

Χριστιανική Θεολογία

 

α) Ο Θεός πρέπει να έχει Αιτία δημιουργίας ενώ

β) Ο «θεός» του Ράσσελ, ο υλικός ο κόσμος δύναται να μην έχει («θα μπορούσε κάλλιστα να είναι ο κόσμος θεός», «Η ιδέα ότι τα πράγματα θα πρέπει να έχουν μιαν απαρχή οφείλεται εις την έλλειψη της φαντασίας μας»).

γ) Η αθανασία του επιμέρους δεν υπάρχει (βλ. θάνατος Ράσσελ) εντούτοις η αθανασία του κόσμου ως αρχής που γεννά τη βιολογική ζωή θεωρείται δεδομένη.

 

α) Ο κόσμος έχει αιτία δημιουργίας ενώ

β) Ο εκτός κόσμου Θεός δεν έχει.

γ) Η αθανασία του επιμέρους και του κόσμου δεν υπάρχει ακόμη (β. θάνατο Ράσσελ) όσο ο Θεός δε βασιλεύει αλλά θα υπάρξει (βλ. 2α Παρουσία - αφθαρσία σύμπαντος κόσμου) οφειλόμενη εις την αθανασία του Θεού και Κτίστου.

 

Το αντεπιχείρημα του Ράσσελ εις το 1ο Αίτιο του Χριστιανισμού, είναι απλά η μετατόπισή του από το Θεό εις τον Κόσμο. Σ’ αυτή την μετατόπιση, ο Ράσσελ δεν αποδίδει καμία επιστημονική ή λογική βαρύτητα προτίμησης επιλογής. Με άλλα λόγια ο Ράσσελ δεν εξηγεί γιατί λογικά ή επιστημονικά επιλέγει ένα 1ο Αίτιο ή «δίχως αίτιο» (κόσμος) έναντι του Άλλου (Θεός). Αντίθετα προτιμά αντί της εμπειρίας να στηρίζεται εις την φαντασία («οφείλεται εις την έλλειψη της φαντασίας μας») εις υποστήριξη της δικής του υλιστικής θεωρίας.

Μπορεί ο Ράσσελ να λέγει πως το «1ο Αίτιο είναι ένα επιχείρημα που δεν έχει αξία», παρότι στηρίζεται σε εμπειρικές αντιλήψεις, από την άλλη δε μεριά, δεν εξηγεί γιατί στο δικό του επιχείρημα «άνευ Αιτίου, μπορεί να υπάρχει κάποια αξία», αφού δε στηρίζεται πουθενά, παρά στην φαντασία.

 

 

 

 

ΤΟ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑ ΤΟΥ ΦΥΣΙΚΟΥ ΝΟΜΟΥ - THE NATURAL LAW ARGUMENT

 

[The Natural-Law Argument

Then there is a very common argument from Natural Law. That was a favorite argument all through the eighteenth century, especially under the influence of Sir Isaac Newton and his cosmogony. People observed the planets going around the sun according to the law of gravitation, and they thought that God had given a behest to these planets to move in that particular fashion, and that was why they did so. That was, of course, a convenient and simple explanation that saved them the trouble of looking any further for any explanation of the law of gravitation. Nowadays we explain the law of gravitation in a somewhat complicated fashion that Einstein has introduced. I do not propose to give you a lecture on the law of gravitation, as interpreted by Einstein, because that again would take some time; at any rate, you no longer have the sort of Natural Law that you had in the Newtonian system, where, for some reason that nobody could understand, nature behaved in a uniform fashion. We now find that a great many things we thought were Natural Laws are really human conventions. You know that even in the remotest depth of stellar space there are still three feet to a yard. That is, no doubt, a very remarkable fact, but you would hardly call it a law of nature.  And a great many things that have been regarded as laws of nature are of that kind. On the other hand, where you can get down to any knowledge of what atoms actually do, you will find that they are much less subject to law than people thought, and that the laws at which you arrive are statistical averages of just the sort that would emerge from chance. There is, as we all know, a law that if you throw dice you will get double sixes only about once in thirty-six times, and we do not regard that as evidence that the fall of the dice is regulated by design; on the contrary, if the double sixes came every time we should think that there was design. The laws of nature are of that sort as regards to a great many of them. They are statistical averages such as would emerge from the laws of chance; and that makes the whole business of natural law much less impressive than it formerly was. Quite apart from that, which represents the momentary state of science that may change tomorrow, the whole idea that natural laws imply a law-giver is due to a confusion between natural and human laws. Human laws are behests commanding you to behave a certain way, in which way you may choose to behave, or you may choose not to behave;  but natural laws are a description of how things do in fact behave, and, being a mere description of what they in fact do, you cannot argue that there must be somebody who told them to do that, because even supposing that there were you are then faced with the question, Why did God issue just those natural laws and no others? If you say that he did it simply from his own good pleasure, and without any reason, you then find that there is something which is not subject to law, and so your train of natural law is interrupted. If you say, as more orthodox theologians do, that in all the laws which God issues he had a reason for giving those laws rather than others -- the reason, of course, being to create the best universe, although you would never think it to look at it -- if there was a reason for the laws which God gave, then God himself was subject to law, and therefore you do not get any advantage by introducing God as an intermediary. You really have a law outside and anterior to the divine edicts, and God does not serve your purpose, because he is not the ultimate law-giver. In short, this whole argument from natural law no longer has anything like the strength that it used to have. I am traveling on in time in my review of these arguments. The arguments that are used for the existence of God change their character as time goes on. They were at first hard intellectual arguments embodying certain quite definite fallacies. As we come to modern times they become less respectable intellectually and more and more affected by a kind of moralizing vagueness.]

Το επιχείρημα του Φυσικού Νόμου

Μετά υπάρχει ένα πολύ κοινό επιχείρημα εκ του Φυσικού Νόμου. Αυτό ήταν ένα αγαπημένο επιχείρημα κατά τη διάρκεια του δέκατου όγδοου αιώνα, ιδίως κάτω από την επίδραση του Σερ Ισαάκ Νιούτον και της κοσμογονίας του. Οι άνθρωποι παρατηρούσαν τους πλανήτες που περιστρέφονταν γύρω από τον ήλιο σύμφωνα με το νόμο της βαρύτητας, και πίστευαν ότι ο Θεός είχε δώσει μια διαταγή σ’ αυτούς τους πλανήτες ώστε να κινούνται σύμφωνα με κάποιο τρόπο. Κι αυτός ήταν ο λόγος που αυτό γίνονταν. Αυτή ήταν, φυσικά, μια συμφέρουσα κι απλή εξήγηση που τους έσωζε από το πρόβλημα της περεταίρω εξέτασης για την ερμηνεία του νόμου της βαρύτητας. Σήμερα εξηγούμε τον νόμο της βαρύτητας με κάποιο σύνθετο τρόπο που εισήγαγε ο Αϊνστάιν. Δεν διατίθεμαι να σας δώσω διάλεξη για τον νόμο της βαρύτητας, όπως ερμηνεύτηκε από τον Αϊνστάιν, διότι αυτό ξανά θα μας έπαιρνε κάποιο χρόνο· από κάθε άποψη, δεν έχουμε πλέον το είδος του Φυσικού Νόμου που είχαμε στο Νευτώνειο Σύστημα, όπου, για κάποιο λόγο που κανένας δεν μπορούσε να καταλάβει, η φύση συμπεριφέρονταν κατά κάποιο ομοιόμορφο τρόπο. Τώρα ανακαλύπτουμε πως πολλά πράγματα που πιστεύαμε ότι ήταν Φυσικοί Νόμοι είναι στην πραγματικότητα ανθρώπινες συμβάσεις. Γνωρίζετε πως ακόμη και στο πιο απόμακρο βάθος του αστρικού διαστήματος χρειάζονται τρία πόδια για να συμπληρωθεί μια γιάρδα μήκους. Αυτό είναι, χωρίς αμφιβολία, ένα αξιοσημείωτο γεγονός, αλλά πολύ δύσκολα θα το βάπτιζες Φυσικό Νόμο. Και πολλά πράγματα που θεωρήθηκαν Φυσικοί Νόμοι είναι στην πραγματικότητα τέτοιου είδους. Από την άλλη μεριά, εκεί που μπορείς να βρεις τη γνώση για το τι κάνουν πραγματικά τα άτομα, θα δεις ότι υπόκεινται λιγότερο στους νόμους, από όσο οι άνθρωποι νόμιζαν, κι ότι οι νόμοι στους οποίους θα φτάσεις είναι στατιστικές πιθανότητες οι οποίες προκύπτουν τυχαία. Υπάρχει, όπως όλοι γνωρίζουμε, ένας νόμος σύμφωνα με τον οποίο σαν πετάξεις μια ζαριά θα πετύχεις εξάρες μόνο μια φορά εις τις τριάντα έξι φορές, κι αυτό δεν το εκλαμβάνουμε ως απόδειξη της ρύθμισης της πτώσης του ζαριού από κάποιο σχεδιασμό· αντίθετα, αν κάθε φορά λαμβάναμε εξάρες θα σκεπτόμασταν ότι υπάρχει κάποιο σχέδιο. Οι περισσότεροι νόμοι της φύσης είναι του αυτού ιδίου είδους. Είναι στατιστικές πιθανότητες τέτοιες όπως προκύπτουν από τους νόμους της τύχης· κι αυτό μας λέει πως όλη αυτή η ιστορία του φυσικού νόμου είναι πάρα πολύ λιγότερο εντυπωσιακή από ότι ήταν πριν. Εκτός από αυτό, που αναπαριστά την παρούσα κατάσταση της επιστήμης που μπορεί να αλλάξει αύριο, η όλη ιδέα πως οι φυσικοί νόμοι απαιτούν κάποιον νομοθέτη είναι μια σύγχυση μεταξύ φυσικού κι ανθρώπινου νόμου. Οι ανθρώπινοι νόμοι αποδίδονται για να συμπεριφέρεσαι σύμφωνα με κάποιο τρόπο, εις τον οποίο τρόπο επιλέγεις να συμμορφωθείς ή δεν επιλέγεις να συμμορφωθείς· αλλά οι φυσικοί νόμοι είναι μια περιγραφή για το πως τα πράγματα συμπεριφέρονται εις την πραγματικότητα, και, αφού δεν είναι τίποτα άλλο παρά η περιγραφή του πως πράγματι είναι, δεν μπορείς να επιχειρηματολογείς ότι κάποιος τους είπε να είναι έτσι, διότι ακόμη κι αν υποθέσουμε ότι τους είπε, τότε είσαι αντιμέτωπος με την ερώτηση, Γιατί ο Θεός διέταξε μόνο αυτούς τους φυσικούς νόμους και όχι άλλους; Αν υποστηρίξεις πως το έκανε απλά από την καλή του συμπεριφορά, και χωρίς κανένα λόγο, τότε θα ανακαλύψεις ότι υπάρχει κάτι που δεν υπόκεινται στο νόμο και έτσι το τρένο του φυσικού νόμου διακόπτεται. Αν πεις, όπως λένε οι περισσότεροι θεολόγοι, ότι ο Θεός είχε κάποιο λόγο για τον οποίο διέταξε τους νόμους να είναι έτσι κι όχι αλλιώς -ο λόγος, φυσικά, είναι η κατασκευή του καλύτερου σύμπαντος, αν και δεν θα σκεφτόσουν ποτέ να το κοιτάξεις, αν υπήρχε κάποιος λόγος για τους νόμους που ο Θεός έδωσε, τότε ο Θεός ο ίδιος υπόκεινται στο νόμο, και συνεπώς δεν κερδίζεις τίποτα εισάγοντας το Θεό ως διαμεσολαβητή. Έχεις πράγματι ένα νόμο εκτός και προηγούμενο των θεϊκών εντολών, κι ο Θεός δεν εξυπηρετεί τους σκοπούς σου, αφού δεν είναι ο απώτατος νομοθέτης. Εν συντομία, όλο αυτό το επιχείρημα του φυσικού νόμου δεν έχει καμιά δύναμη από όση είχε παλαιότερα. Ταξιδεύω εις το χρόνο κατά την εξέταση αυτών των επιχειρημάτων. Τα επιχειρήματα που χρησιμοποιούνται για την ύπαρξη του Θεού αλλάζουν το χαρακτήρα τους καθώς περνά ο χρόνος. Ήταν στην αρχή διαλεκτικά επιχειρήματα που ενσωμάτωναν ορισμένες καθοριστικές σοφιστείες. Καθώς ερχόμαστε εις την εποχή μας γίνονται λιγότερο σεβαστά κι όλο και περισσότερο επηρεάζονται από μια ηθική ασάφεια.

  

Κατάρριψη Ράσσελ ταχέως

Ένας νόμος της Φύσης είναι ο θάνατος των βιολογικών οργανισμών. Αν ο Ράσσελ θεωρεί πως οι περισσότεροι Φυσικοί Νόμοι είναι «συμβάσεις», τότε κανείς δεν μπορεί να καταλάβει γιατί ο Ράσσελ δεν πιστεύει στην Ανάσταση Του Χριστού: «Εκ τούτων, εξηγώντας σας το γιατί δεν είμαι Χριστιανός, θα πρέπει να δηλώσω δύο διαφορετικά πράγματα: πρώτον, γιατί δεν πιστεύω εις τον Θεό και την αθανασία·». Αν ο θάνατος είναι «σύμβαση», τότε γιατί δεν πιστεύει εις την «αθανασία»;

Αν πάλι ο Νόμος της Άνωσης του Αρχιμήδη δεν είναι Νόμος, αλλά σύμβαση, τότε γιατί ο Ράσσελ κι άλλοι άθεοι δεν πιστεύουν στα θαύματα του Ιησού που παραμερίζουν Φυσικούς Νόμους;

Γιατί δεν πιστεύουν στο βάδισμα του Ιησού πάνω στο νερό κι αντιπροτείνουν «ορθολογικά» πάγο αντί θαλάσσης; Ο Ράσσελ λέγει πως «Οι περισσότεροι νόμοι της φύσης είναι του αυτού ιδίου είδους. Είναι στατιστικές πιθανότητες τέτοιες όπως προκύπτουν από τους νόμους της τύχης»· αν λοιπόν ο ίδιος είχε προσπαθήσει πολλές φορές να περπατήσει πάνω στο νερό, τότε έστω και με «λίγη» τύχη να τα κατάφερνε· μόνον τότε θα αποδείκνυε πως οι μέθοδοι του Χριστού εις απόδειξη Εαυτού ως Κτίστη του κόσμου, θα ήταν μια καλοστημένη απάτη.

Η αλήθεια είναι πως ο Ράσσελ ούτε καν προσπάθησε να περπατήσει πάνω στο νερό· τόσο δυνατός είναι αυτός ο νόμος μέσα στα μυαλό εκείνου ακριβώς του άθεου που διατείνεται πως δεν υπάρχουν φυσικοί νόμοι· τόσο δυνατός, που συντρίβει τη θέληση της προσπάθειας κατάρριψή του νόμου δια παντός. Όσο αφορά το θάνατο; τί να πρωτοπεί κανείς για τους άθεους; «Η ζωή του ανθρώπου,  κοιτάζοντάς την εξωτερικά, είναι ένα πολύ μικρό πράγμα σε σχέση με τις δυνάμεις της Φύσης. Ο σκλάβος είναι καταδικασμένος να λατρεύει το Χρόνο, την Μοίρα και το Θάνατο, γιατί είναι μεγαλύτεροι από όλα εκείνα που βρίσκει μέσα του και γιατί όλες οι σκέψεις του βρίσκονται σε πράγματα που αυτοί καταβροχθίζουν». (3α4)

Δεν υπάρχει περίπτωση ένας άθεος να δεχθεί την κατάρριψη των νόμων, σαν έχει να αντιμετωπίσει υπαινιγμούς θαυμάτων: «Πώς ένας αγνωστικιστής εξηγεί τα θαύματα και τις άλλες αποκαλύψεις της Θείας Παντοδυναμίας; Οι αγνωστικιστές νομίζουν ότι δεν υπάρχει καμιά απόδειξη "θαυμάτων" με την έννοια της αντίθεσης εις το φυσικό νόμο... Ως προς την καταγραφή άλλων θαυμάτων, όπως του Ιησού του Ναυή που διατάζει τον ήλιο να σταθεί, ο  αγνωστικιστής τα αρνείται ως θρύλους και στρέφεται στο γεγονός πως όλες οι θρησκείες είναι πλούσια εφοδιασμένες με τέτοιους θρύλους.» ()

 

Κατάρριψη Ράσσελ ταχέως 2

Ο φιλόσοφος Ράσσελ θέλοντας να ανατρέψει ένα χριστιανικό δόγμα περί της Ελεύθερης Βούλησης του ανθρώπου, το οποίο είτε δεν κατάλαβε καλά, είτε δεν του το ερμήνευσαν σωστά αιρετικοί,  στο πόνημά του «Είχε χρήσιμα αποτελέσματα για τον πολιτισμό η θρησκεία;», υποστηρίζει ότι ο άνθρωπος δε διαθέτει ελεύθερη βούληση κι ότι υπόκεινται αντίθετα οι πράξεις του στο Φυσικό Νόμο. (). Να όμως που στην παρούσα ενότητα στηρίζει ακριβώς το αντίθετο, ότι δηλαδή «Οι περισσότεροι νόμοι της φύσης είναι του αυτού ιδίου είδους. Είναι στατιστικές πιθανότητες τέτοιες όπως προκύπτουν από τους νόμους της τύχης· κι αυτό μας λέει πως όλη αυτή η ιστορία του φυσικού νόμου είναι πάρα πολύ λιγότερο εντυπωσιακή από ότι ήταν πριν».

 

Κατάρριψη Ράσσελ ταχέως 3

Στην παρούσα αντιρρητική ενότητά του, ο Ράσσελ χρησιμοποιεί την Τύχη για να καταρρίψει τον Νόμο, επειδή ο Νόμος συνδυάζεται επαγωγικά από τους Χριστιανούς με το Δημιουργό Θεό τους. Και αυτό το πράττει γιατί είναι άθεος. Αντίστροφα λοιπόν, ο μοναδικός λόγος για τον οποίος ένας άθεος θα μπορούσε ποτέ να χρησιμοποιήσει το Νόμο της Φύσης στα θρησκευτικά, είναι για πολεμήσει, κι όχι για να υποστηρίξει, το Θεό:

«Ο 2ος νόμος της θερμοδυναμικής δείχνει ότι εξαιρετικά απίθανο να αμφιβάλλουμε ότι το σύμπαν εξαντλείται και τελικά τίποτα το ελάχιστα αξιόλογο δεν θα είναι δυνατό πουθενά. Φυσικά παραμένει σε μας ανοικτό να πούμε ότι όταν έρθει εκείνη η ώρα ο Θεός θα επαναλειτουργήσει το μηχανισμό· αλλά αν δεν υποστηρίξουμε αυτό τότε στηρίζουμε την τοποθέτησή μας μόνο πάνω στην πίστη κι ούτε στο ελάχιστο πάνω σε κάποιο επιστημονικό στοιχείο» (βλ. σημείωση λ)

Αυτή η «ορθολογική» χρήση στοιχείων από τους άθεους είναι χαρακτηριστική, δηλαδή:

α) Αν ο Φυσικός Νόμος υποστηρίζει την ύπαρξη του Θεού, τότε ο άθεος αρνείται τον Νόμο και τον υποβιβάζει σε Τύχη.

β) Αν ο Φυσικός Νόμος αποτρέπει την επέμβαση του Θεού, τότε ο άθεος αρνείται το Θεό και αποδέχεται το Νόμο.

«Απλά» πράγματα για τους «ορθολογιστές»....

 

Οι απλουστευτικές ερμηνείες...

Η ανάλυση ενός αρχικά «απλού» φυσικού νόμου σε μια πιο μακροσκελή και πολύπλοκη σύνθεσης ερμηνεία, «που εισήγαγε ο Αϊνστάιν», ή οποιοσδήποτε άλλος επιστήμονας, δεν καταργεί κάποιο νόμο, αντίθετα τον πολλαπλασιάζει σε ισχύ, όταν τον διαιρεί σε επιμέρους νόμους. Ο φιλόσοφος Ράσσελ δεν αρνείται την αξία της μαθηματικής ανάλυσης των Φυσικών Νόμων, οι οποίοι αν ήσαν όλοι μονοσήμαντα «στατιστικές πιθανότητες», θα ήταν πολύ δύσκολο να προσδιοριστούν κατά τις εποχές όπου δεν γίνονταν χρήση ισχυρών υπολογιστικών συστημάτων (Computers): «Οι Έλληνες είχαν την αντίληψη του Φυσικού Νόμου κι απέκτησαν τη συνήθεια να εκφράζουν τους φυσικούς νόμους με μαθηματικούς όρους. Αυτές οι ιδέες παρείχαν το κλειδί για την κατανόηση του φυσικού κόσμου που επιτελέσθηκε στις σύγχρονες εποχές». (4)

Αν για παράδειγμα ένας άνθρωπος της δύσης μπορούσε να ταξιδέψει εις το χρόνο 50.000 χρόνια πριν και παράδιδε ένα ψηφιακό ρολόι σε μια φυλή Αβοριγίνων, σίγουρα οι Αβοριγίνες, όσο δεν ανακάλυπταν την ηλεκτρομηχανική βάση της λειτουργίας του ρολογιού, θα αράδιαζαν απλουστευτικές εξηγήσεις αναφερόμενοι στο «Λευκό Άνθρωπο» και το ρολόι. Θα μπορούσαν λ.χ. να υποστηρίξουν πως όλη η λειτουργία του ρολογιού στηρίζεται μόνο εις τις μπαταρίες του, αφού η απλή αφαίρεσή τους θα έθετε σε τέρμα τη λειτουργία του.

Αργότερα, αν ο πολιτισμός των Αβοριγίνων πρόκοβε περισσότερο εις την τεχνολογική γνώση, ίσως θα μπορούσε να ερμηνεύσει τη λειτουργία των ηλεκτρονικών κυκλωμάτων (τσιπ) του ρολογιού. Ασφαλώς, αυτό δε θα καταργούσε τον κατασκευαστή του ρολογιού, αλλά τον πρώιμο τρόπο με τον οποίο οι Αβοριγίνες που γνώριζαν τον «Λευκό Άνθρωπο» ερμήνευαν τη λειτουργία της κατασκευής του ρολογιού.

Πολύ περισσότερο, ένας φιλόσοφος Αβορίγινας που δεν θα πίστευε εις τον «Λευκό Άνθρωπο», δεν θα μπορούσε ποτέ να υποστηρίξει πως το ρολόι αυτό δεν ήταν τελικά μια εφεύρεση του «Λευκού Ανθρώπου», μόνο και μόνο επειδή οι Αβοριγίνες είχαν καταφέρει να κατανοήσουν βαθύτερα τη λειτουργία του, περνώντας από το πρώιμο στάδιο της «μπαταρίας», εις το σύνθετο στάδιο του «ηλεκτρονικού κυκλώματος» και της «μπαταρίας». Με άλλα λόγια, εκείνο που θα άλλαζε εις την πραγματικότητα θα ήταν η αντίληψη των πραγμάτων από τους Αβοριγίνες, κι όχι η ύπαρξη του «Λευκού Ανθρώπου», η σχέση του με το ψηφιακό ρολόι και το ψηφιακό ρολόι το ίδιο. Κι αληθεύει πως στην ίδια περίπτωση ο «νόμος» της λειτουργίας του ρολογιού δεν καταργείται, αλλά αντίθετα «πολλαπλασιάζεται», εφόσον αναλύεται σε περισσότερα «νομικά πλαίσια» τα οποία προσδίνουν μεγαλύτερη ισχύ εις την ικανότητα του «Λευκού Ανθρώπου» για νομικές κατασκευές.

 

Συμβάσεις

Ο Ράσσελ ματαιοπονεί πραγματικά σαν προσπαθεί να τα βάλει με τις συμβάσεις για να επιτεθεί εις τη Χριστιανοσύνη. Σύμβαση είναι σχεδόν τα πάντα μέσα στη ζωή του ανθρώπου· για παράδειγμα, η ίδια η γλώσσα είναι μια σύμβαση γύρω από ήχους, λέξεις, φράσεις και γραπτά σύμβολα· γι’ αυτό κι υπάρχουν πολλές διαφορετικές π.χ. Αγγλικά, Γερμανικά, Κινέζικα, Ελληνικά κ.α.

Από την άλλη μεριά, είναι απίθανο να μην αντιληφθεί ο κάθε άνθρωπος πως αυτές οι συμβάσεις είναι «λειτουργικές», κι αυτό είναι που έχει σημασία. Ειδάλλως, αν ακολουθήσει κανείς το Ράσσελ, πολύ σύντομα θα απομονωθεί σε ένα κλειστό κύκλωμα αγνωσίας (όλα είναι συμβάσεις και δεν υπάρχει γνώση) κι ασυναρτησίας, αφού η γλώσσα είναι μια σύμβαση κι εκείνο που ο καθείς λέγει δεν είναι τίποτα άλλο παρά ανοησίες.

Πράγματι, ως λέγει ο Ράσσελ «Τώρα ανακαλύπτουμε πως πολλά πράγματα που πιστεύαμε ότι ήταν Φυσικοί Νόμοι είναι στην πραγματικότητα ανθρώπινες συμβάσεις»· μα αυτή είναι η μισή αλήθεια, διότι τις παλαιές συμβάσεις αντικαθιστούν Φυσικοί Νόμοι ή τουλάχιστον νέες συμβάσεις ως Φυσικοί Νόμοι με τους οποίους ο άνθρωπος αναπτύσσει πολιτισμό, εφόσον πάνω τους μπορεί να στηρίξει λειτουργικούς επαναλαμβανόμενους κανόνες. Ποιός δε γνωρίζει πως πάνω εις το νόμο της άνωσης του Αρχιμήδη κατασκευάζονται γιγαντιαία υπερωκεάνια πλοία; Μήπως ο άνθρωπος δε στηρίζει την πτήση των αεροσκαφών εις την αρχή της δράσης-αντίδρασης; ()].

 

Η υποστήριξη της ιδέας ότι ο Νόμος του Αρχιμήδη δεν είναι Νόμος, επειδή η άνωση του νερού στηρίζεται πάνω σε τυχαίες κινήσεις μικρότατων σωματιδίων, οι οποίες όμως λαμβάνουν χώρα σε προκαθορισμένα χωρικά πλαίσια (ψευδοτυχαίες), είναι ενδεικτική της μανίας του αθεϊσμού για «φιλοσοφικές επιτυχίες» έναντι της Χριστιανικής θρησκείας. Από την άλλη μεριά, ο χώρος της ναυπηγικής, ακόμη και σε Χριστιανικά κράτη, που κάνει χρήση αυτού του ισχύοντα Φυσικού Νόμου κατασκευάζει μεγαθήρια τα οποία γελοιοποιούν, τόσο τους υποστηρικτές της τυχαίας αναρχίας του κόσμου, όσο και την καρυδοτσουφλένια φιλοσοφική τους δεινότητα.

 

Είναι ανώφελο να απαντήσει κανείς περισσότερο από χαρωπά στο Ράσσελ για τις ανθρώπινες συμβάσεις. Ο ίδιος τις χρησιμοποιεί περίφημα. Στο «επιχείρημα του Σχεδίου» αναφέρει: «Πραγματικά δεν μπορώ να το πιστέψω. Πιστεύεις ότι, αν σου δίνονταν παντοδυναμία και παντογνωσία κι εκατομμύρια έτη εις τα οποία θα τελειοποιούσες τον κόσμο, εσύ δεν θα κατασκεύαζες τίποτα περισσότερο από Κου Κλουξ Κλαν, τους φασίστες και τον κ. Ουίνστον Τσώρτσιλ;». Ο Ράσσελ δε φροντίζει να εξηγήσει τι εννοεί με τις λέξεις «παντοδυναμία και παντογνωσία» κι ιδιαίτερα με το ρήμα «τελειοποιούσες»· δεν εξηγεί από πού αντλεί κανόνα (Νόμο) με τον οποίο η δική του «τελειοποίηση» αποκτά βάρος κι αξία, ως μια γλωσσική και νοηματική σύμβαση κοινής κατανόησης μεταξύ ατόμων του ίδιου ή διαφορετικού πολιτιστικού και πολιτισμικού επιπέδου. Με άλλα λόγια, ποιός είναι ο κανόνας του Ράσσελ γύρω από την «τελειοποίηση» του Κόσμου; Ποιός είναι ο κανόνας [Φυσικός Νόμος] σύμφωνα με τον οποίο οι «Κου Κλουξ Κλαν, ...φασίστες κι Ουίνστον Τσώρτσιλ» γίνονται αντικείμενο μομφής; () Διότι οι ίδιοι αυτοί δεν μέμφονται στα σίγουρα τους εαυτούς τους.

Ανώφελο επίσης είναι να παρατεθούν εδώ μυριάδες φράσεις επιστημόνων με την εξής ακολουθία λέξεων: «... σύμφωνα με το Νόμο του ...». Ο Ράσσελ μπορεί να επιθυμεί να καταργήσει τους Νόμους της Φυσικής ή της Χημείας ή όποιων άλλων επιστημών για να βομβαρδίσει τη Χριστιανική πίστη, αλλά το υπερ-μεγαλόπνοο και μεγαλεπήβολο μιας τέτοιας προσπάθειας είναι πράγματι χαρακτηριστικό της εντυπωσιακής αθεϊστικής πίστης, ιδιαίτερα όταν η ορθολογιστική φιλοσοφία του Ράσσελ ανατρέχει στο δεκανίκι της επιστήμης για να αντλήσει ερείσματα σοβαρότητας περί της αλήθειας.

 

Νόμοι & Συμβάσεις περί Τυχαίου

Είναι δυνατόν πολλά πράγματα να ήταν και να είναι ανθρώπινες συμβάσεις, όπως ανωτέρω δόθηκε το παράδειγμα της ερμηνευτικής προσέγγισης της κατανόησης της λειτουργίας ενός ψηφιακού ρολογιού. Από την άλλη μεριά, πρέπει να ειπωθεί πως οι συμβάσεις εμφανίζονται και διατηρούνται όσο καιρό δεν υπάρχει πλήρη κατανόηση ενός νόμου ή ενός φυσικού μηχανισμού. Για παράδειγμα, οι αρχαίοι Έλληνες ιατροί έκαναν διάφορες υπερβολικές συμβάσεις γύρω από τη λειτουργία του ανθρωπίνου σώματος εις την προσπάθειά τους να καταπολεμήσουν τις αρρώστιες. Κι όμως αυτές οι συμβάσεις δεν απέκλειαν σε τίποτα τη φυσιολογία του σώματος και τους νόμους που το διέπουν. Κι ένας τέτοιος νόμος, τον οποίο ασπάζεται τουλάχιστον ο Ράσσελ, είναι ο θάνατος.

Ο Ράσσελ ισχυρίζεται πως αν κάθε φορά που ρίχναμε τα ζάρια «λαμβάναμε εξάρες θα σκεπτόμασταν ότι υπάρχει κάποιο σχέδιο. Οι περισσότεροι νόμοι της φύσης είναι του αυτού ιδίου είδους. Είναι στατιστικές πιθανότητες τέτοιες όπως προκύπτουν από τους νόμους της τύχης· κι αυτό μας λέει πως όλη αυτή η ιστορία του φυσικού νόμου είναι πάρα πολύ λιγότερο εντυπωσιακή από ότι ήταν πριν». Η πεισματική λατρεία του τυχαίου προς κατάρριψη της έννομης τάξης μέσα στον Κόσμο είναι μια κουτοπόνηρη άρνηση της αλήθειας από την μεριά αποτυχημένων φιλοσοφικών σχολών του αθεϊσμού. Η απόδειξη περί κουτοπονηριάς είναι τόσο μικρή, όσο αντιστρόφως ανάλογα γιγαντιαία είναι η προαναφερόμενη αποτυχία. Όλοι γνωρίζουν ότι ο άνθρωπος μπορεί και χρησιμοποιεί εννόμως μηχανισμούς που εσωκλείουν παράγοντες του τυχαίου. Πόσο μάλλον ο Θεός.

Ας λάβει ο αναγνώστης για παράδειγμα το ψεκασμό του καυσίμου εις τον κινητήρα εσωτερικής καύσης. Κανείς δεν αμφιβάλλει πως σωματίδια καυσίμου μαζί με σωματίδια αέρα ψεκάζονται σε τυχαία κίνηση μέσα σε ένα συγκεκριμένο χώρο [κύλινδρος], όπου με την ανάφλεξή τους προκαλούν μια εκτόνωση αερίων, κινώντας το πιστόνι προς τα άνω, παράγοντας παράλληλα χρήσιμη ιπποδύναμη· κανείς δεν μπορεί να υποστηρίξει πως η τυχαία διάταξη του καυσίμου και του αέρα μέσα εις τον κινητήρα αναιρούν την νομοτέλεια της κατασκευής· πόσο μάλλον όταν αυτή η συγκεκριμένη χαώδης διάταξη των ατόμων είναι που διατηρεί τη λειτουργία του κινητήρα απρόσκοπτα. [βλέπε κάτω εικόνα αναλυτικότερα]

 

Αριστερά: Οι τυχαίες κινήσεις καυσίμου κι αέρος μέσα στον κύλινδρο δεν καταργούν τον νομοτελειακό σχεδιασμό του κινητήρα. Αντιθέτως, η τυχαία διανομή τους εις το χώρο του κυλίνδρου είναι επιθυμητή από το σχεδιαστή. Όταν ο κύλινδρος είναι ψυχρός (χειμώνας) τότε τα σταγονίδια καυσίμου κι ο αέρας επικάθονται υγροποιημένα εις τα τοιχώματα του κυλίνδρου, καταργώντας τις τυχαίες τους κινήσεις στο χώρο, δυσκολεύοντας όμως την ανάφλεξή τους και δηλαδή την εκκίνηση του κινητήρα. Τότε είναι που γίνεται από τον οδηγό η χρήση του «αέρα» [choke] ώστε η τυχαία κίνηση των ατόμων καυσίμου να επιτευχθεί ξανά απρόσκοπτα.

 

Ένας απλούστερος μηχανισμός τυχαίας διάταξης σε έννομη τάξη συμβαίνει εις τα αερόπλοια. Τυχαίες κινήσεις ενός ελαφρύτερου αερίου από το οξυγόνο, π.χ. ηλίου ή υδρογόνου παλαιότερα,  λαμβάνουν χώρα μέσα σ’ ένα ορισμένο χώρο αναλαμβάνοντας ν’ απογειώσουν ένα αντικείμενο (αερόπλοιο) πάνω από το έδαφος. Η φιλοσοφία δεν μπορεί να διατείνεται πως η τυχαία κίνηση των σωματιδίων καταργεί την κατασκευαστική νομοτελειακή διάταξη του αερόπλοιου αυτού. Εκτός κι αν επιθυμεί να εγκλωβίσει τον πιστό της σε ένα κόσμο που γίνεται αντιληπτός μόνο με υπερβολικό ζήλο «της φαντασίας μας».

 

Δεξιά: Το αερόπλοιο τύπου Ζέπελιν [Zeppelin]. Οι φιλόσοφοι του αθεϊσμού διατείνονται πως επειδή ο «μικρόκοσμος» της ανυψωτικής δύναμης του αερόπλοιου στηρίζεται σε τυχαίες κινήσεις σωματιδίων δεν υπακούει σε μια νομοτελειακά κινούμενη ανθρώπινη κατασκευή. Με άλλα λόγια υποστηρίζεται πως είναι αδύνατος ο υπολογισμός της κίνησης του αερόπλοιου προς τα άνω, εφόσον αυτός περισσότερο στηρίζεται σε τυχαία γεγονότα παρά σε προβλέψιμους νόμους που επαναλαμβάνονται.

 

Ο κόσμος έχει νόμους. Διότι αν ο κόσμος δεν είχε νόμους κι επικρατούσε το τυχαίο, τότε ο άνθρωπος δεν θα μπορούσε να κατασκευάσει τίποτα απολύτως. Είναι όμως πέρα για πέρα γνωστό πως όλες οι κατασκευές του ανθρώπου, αλλά κι ακόμη των άλογων ζώων, στηρίζονται πάνω σε επαναλαμβανόμενες ιδιότητες της φύσης, δηλαδή πάνω στην έννομη τάξη των πραγμάτων. Ακόμη και το ίδιο το «τυχαίο» και το «χάος», αυτό που ο Θουκυδίδης αναφέρει ως «παράλογον» (απρόβλεπτο), σήμερα μπορεί να υπολογισθεί κάνοντας χρήση τεραστίων υπολογιστών. Για παράδειγμα, δεν υπάρχει πιο χαοτική διάταξη σήμερα που να μπορεί να υπολογιστεί από τις καιρικές συνθήκες [πρόβλεψη καιρού]. Ο άνθρωπος, κάνοντας χρήση υπολογιστών τεραστίων ικανοτήτων, δύναται να προβλέψει ένας μέρος της όλης αυτής νομοτελειακής διάταξης της γήινης ατμόσφαιρας. Η πρόβλεψη αυτή αποδεικνύει πως δεν είναι το τυχαίο που διαφεντεύει τη φύση, αλλά μια τεράστια ευφυΐα [Πρόνοια], η οποία, μπορεί κάλλιστα να κρύψει την επέμβασή της κάνοντας χρήση πολυπλοκότατων εννόμων διατάξεων· ο άνθρωπος δεν έχει ακόμη την υπολογιστική δυνατότητα να την αντιληφθεί πλήρως (θυμίζει ασφαλώς αυτή η κατάσταση το παράδειγμα των Αβοριγίνων ανωτέρω γύρω από το μηχανισμό του ψηφιακού ρολογιού).

Ένας από αυτούς που απαρνείται την Πρόνοια του Θεού κάνοντας χρήση του «τυχαίου» είναι κι ο Ράσσελ, εκτός του βιολόγου/εξελικτή Ντώκινς. Κι οι δύο τους μέσα στην υπερηφάνεια τους, πιστεύουν πως το τυχαίο κατασκεύασε τη ζωή στη γη. Δεν δέχονται ότι το «τυχαίο» είναι στην ουσία μια περιπλοκότατη σαφώς υπολογισμένη Θεία Πρόνοια ή Διάνοια, την οποία αυτοί δεν μπορούν να υπολογίσουν. Νομίζουν κι οι δύο τους, ότι ο Θεός έχει μικρότερη ευφυΐα από αυτούς·  διότι μόνον αν είχε πράγματι Εκείνος μικρότερη ευφυΐα από αυτούς θα μπορούσαν να Τον αποδεχτούν βάση της λογικής τους, γνωστό πως η καρδιά τους δεν τους αρκεί. Διότι μόνον τότε θα μπορούσαν να υπολογίσουν περίφημα εκείνο που σήμερα τους φαντάζει τυχαίο· διότι μόνο τότε θα γίνονταν ευκόλως αντιληπτός ο κόσμος ως κατασκευή ενός «Αβορίγινα» θεού μπρος στα μάτια κάποιων «τεχνολόγων» θνητών ανθρώπων ανώτερών του. Εκείνοι δε θέλουν να έχουν κάποιο σοφό Θεό για πλάστη και Πατέρα τους αλλά προτιμούν τη χαζή τύχη της Φύσης για μητέρα τους:

α. «Ένα παράξενο μυστήριο είναι ότι η Φύση, Παντοδύναμη και Τυφλή [...] έφερε μπρος τελικά ένα παιδί (τον άνθρωπο) [....] με την ικανότητα να κρίνει όλες τις εργασίες της απερίσκεπτης Μητέρας του» (4β1)

β. «Κατ’ αυτόν τον τρόπο ο νους επιβεβαιώνει την οξυδερκή κυριότητά του επί των απερίσκεπτων δυνάμεων της Φύσεως». (4β2)

Μόνο που, όπως δεν είναι δυνατόν να είναι ο Θεός πιο ανόητος από αυτούς, ομοίως δε γίνεται η τύχη να είναι σοφότερή τους· κι όντας εκείνη πιο ανόητη από αυτούς, δε είναι δυνατόν αυτή να κατασκεύασε εκείνους τους πολύπλοκους βιολογικούς μηχανισμούς της γης, τους οποίους αυτοί οι ίδιοι δεν δύνανται να κατασκευάσουν ούτε στο ελάχιστο, παρά την εξυπνάδα τους.

 

Ζάρια, Ηλεκτρονικοί Υπολογιστές & «διαφωτιστής» Ράσσελ

Λέγει ο Ράσσελ: «Οι περισσότεροι νόμοι της φύσης είναι του αυτού ιδίου είδους. Είναι στατιστικές πιθανότητες τέτοιες όπως προκύπτουν από τους νόμους της τύχης». Βέβαια..., η «τύχη» έχει «νόμους» για το Ράσσελ, αλλά «δεν» έχει Νόμους η φύση του Θεού· και τι είναι τύχη; μήπως είναι εκτός κόσμου/φύσης; (ή εκτός κατασκευής του Θεού;). Αν λοιπόν η τύχη που βρίσκεται μέσα στη Φύση έχει νόμους, τότε νόμους έχει κι η Φύση.

Παραπάνω με τα παραδείγματα του αερόπλοιου και του κινητήρα εσωτερικής καύσης φάνηκε ότι κατασκευές του ελάχιστου ανθρώπου, μπορούν περίφημα να εμπερικλείουν το τυχαίο για την επίτευξη επιθυμητού νομοτελειακού αποτελέσματος π.χ. κίνηση καυσίμου κι αέρος μέσα στον κινητήρα βενζίνης. Ο δε περίφημος για τις «φιλοσοφίες» του Ράσσελ, φρόντισε να πλουτίσει την άποψή του αυτή, λέγοντας ότι  υπάρχει «ένας νόμος σύμφωνα με τον οποίο σαν πετάξεις μια ζαριά θα πετύχεις εξάρες μόνο μια φορά εις τις τριάντα έξι φορές, κι αυτό δεν το εκλαμβάνουμε ως απόδειξη της ρύθμισης της πτώσης του ζαριού από κάποιο σχεδιασμό· αντίθετα, αν κάθε φορά λαμβάναμε εξάρες θα σκεπτόμασταν ότι υπάρχει κάποιο σχέδιο».

Η αλήθεια είναι πως στην εποχή του Ράσσελ ο ηλεκτρονικός προγραμματισμός δεν ήταν διόλου ανεπτυγμένος. Σήμερα όλοι οι προγραμματιστές υπολογιστών γνωρίζουν περίφημα τους ψευδοτυχαίους αριθμούς που εκλέγονται, κάνοντας χρήση συγκεκριμένης εντολής μιας γλώσσας προγραμματισμού. Για παράδειγμα, μια τέτοια εντολή εις τη γλώσσα Basic είναι η RND (Randomize = κλήρωσε). Αυτή η εντολή μπορεί να εκλέξει ένα οποιαδήποτε τυχαίο αριθμό από ένα προκαθορισμένο σύνολο αριθμών· π.χ. η εντολή RND * 1000 θα επιλέξει έναν αριθμό τυχαία, ανάμεσα από τους αριθμούς 1 μέχρι 1000· γι’ αυτό λέγεται και «ψευδοτυχαίος» ο αριθμός που θα εκλεγεί. Παραμένει όμως ζήτημα τύχης η επιλογή του, παρότι τα όρια του συνόλου των αριθμών από όπου θα επιλεγεί είναι προκαθορισμένα. Αυτή λοιπόν η εκλογή αριθμού, όπως ακριβώς συμβαίνει εις το Λόττο, χρησιμοποιείται σε προγράμματα/εφαρμογές, δηλαδή σε ανθρώπινες κατασκευές λογισμικού που επιτελούν συγκεκριμένες λειτουργίες. Δεν αναιρούν σε τίποτα τους νόμους, δηλαδή την επανάληψη λειτουργίας, αυτών των εφαρμογών· το αντίθετο μάλιστα.

 

Θεός & Φυσικοί Νόμοι

Ο Ράσσελ, ισχυρίζεται πως η ελεύθερη βούληση του Θεού διακόπτει τη συνέχεια των φυσικών νόμων· κι θεωρεί πως αυτό το επιχείρημα «κολλάει» τους Χριστιανούς στον τοίχο, της δικής του πάντα θεώρησης. Η αλήθεια είναι πως ο Χριστιανικός Θεός είναι εκτός σύμπαντος κι άρα η συνέχεια του τρένου του φυσικού Νόμου μέσα στον Κόσμο συνεχίζεται περίφημα.

Ο Ράσσελ, με τη δική του φιλοσοφία, δικαιολογεί την επιχειρηματολογία κατά του Θεού θεωρώντας πως ο κινητήρας εσωτερικής καύσης (βλ. εικόνα) δεν μπορεί να υπακούει σε νόμους επειδή... ο άνθρωπος δεν υπακούει ομοίως στους ίδιους. Αυτό θα ήταν αληθές μόνο αν ο άνθρωπος κι ο κινητήρας βρίσκονταν μέσα στο ίδιο σύστημα εφαρμογής των φυσικών νόμων που διέπουν τον κινητήρα· και για την περίπτωση του Θεού, το σύμπαν. Ο Χριστιανικός Θεός όμως βρίσκεται εκτός σύμπαντος και δεν είναι υλικός.

 

Αριστερά: Πιστόνι κινητήρα εσωτερικής καύσης. Κανείς δεν μπορεί να ισχυρίζεται παριστάνοντας το σοφό ότι ο άνθρωπος δεν μπορεί να κινείται πάνω σε μια εθνική οδό με το αυτοκίνητό του επειδή... το πιστόνι του κινητήρα κινείται μόνο μέσα σε ένα κύλινδρο.

 

Κατάρριψη Ράσσελ ταχέως 4

Είναι θεμιτό ο αναγνώστης να αντιληφθεί ότι ο Ράσσελ γνωρίζει περίφημα να διακρίνει μεταξύ μακρόκοσμου και μικρόκοσμου και δηλαδή μεταξύ δύο διαφορετικών θεωρήσεων του κόσμου. Στο δοκίμιο εις το οποίο κάνει αυτή τη διάκριση, το «Has Religion Made Useful Contributions to Civilization», υποστηρίζει πως κι ο μικρόκοσμος κι ο μακρόκοσμος ακολουθούν Φυσικούς Νόμους:

«Κάτω από την επίδραση αυτής της αντίδρασης ενάντια στο Φυσικό Νόμο, μερικοί Χριστιανοί απολογητές εγκόλπησαν τις τελευταίες θεωρίες για το άτομο, που τείνουν να δείξουν ότι οι Φυσικοί Νόμοι εις τους οποίους μέχρι τώρα πιστεύαμε, έχουν μια κατά προσέγγιση και μέση αλήθεια όταν αναφέρονται σε μεγάλους αριθμούς ατόμων, ενώ το κάθε ηλεκτρόνιο συμπεριφέρεται όπως θέλει. Η προσωπική μου πίστη είναι ότι βρισκόμαστε σε μια προσωρινή κατάσταση κι ότι οι φυσικοί με τον καιρό θα ανακαλύψουν νόμους που κυβερνούν τα μικρο-φαινόμενα, αν κι αυτοί οι νόμοι πιθανόν να διαφέρουν σημαντικά από αυτούς [τους Νόμους] της παραδοσιακής φυσικής. [σσ. τα σώματα με μεγάλες μάζες ελέγχονται από βαρυτικές δυνάμεις, ενώ  τα ελάχιστα από ηλεκτρομαγνητικές]. Όπως και να έχει, αξίζει να σημειωθεί πως οι σημερινές θεωρίες για να μικρο-φαινόμενα δεν έχουν καμία σχέση με τίποτα που να έχει πρακτική αξία. Οι ορατές κινήσεις και πράγματι όλες εκείνες οι κινήσεις που μπορούν να κάνουν τη διαφορά εις τον καθένα, συμπεριλαμβάνουν τόσο μεγάλους αριθμούς ατόμων που μπορούν άνετα να βρεθούν εις το στόχαστρο των παλαιών νόμων. Για να γράψουμε ένα ποίημα ή για να διαπράξουμε ένα φόνο (αναφερόμενος στη προηγούμενη σελίδα), είναι απαραίτητο να κινήσουμε μια υπολογίσιμη μάζα μελανιού ή μολυβιού [σσ. εννοεί βλήματος]. Τα ηλεκτρόνια που συνθέτουν το μελάνι μπορούν να χορεύουν ελεύθερα γύρω από τη μικρή τους αίθουσα χορού, αλλά η αίθουσα χορού σαν σύνολο κινείται σύμφωνα με τους παλαιούς νόμους της φυσικής κι αυτό από μόνο του είναι ότι ενδιαφέρει τον ποιητή και τον εκδότη του» ()

 

Άρειος 4ος αιώνας & Ράσσελ 20ος αιώνας. Δεκαέξι αιώνες Απόλυτων Ομοιοτήτων & Άγνοιας

Ο Ράσσελ θέτει αμφισβητήσεις προς τη βούληση και τη σκέψη του Θεού για τις οποίες η Ορθόδοξη Εκκλησία έχει απαντήσει εδώ και 16 περίπου αιώνες, όταν αυτές τέθηκαν παρομοίως επί συζήτηση από τους αιρετικούς οπαδούς του Αρείου. Επειδή δε μερικοί  φιλόσοφοι δεν έχουν ασχοληθεί διόλου με την μελέτη της Ορθόδοξης Θεολογίας, θεωρούν πως τα ζητήματα που θέτουν είναι «πρωτόγνωρα» για τους Χριστιανούς κι «ισχυρά»· κι όμως μια αναζήτηση εις τη βιβλιογραφία της Ορθοδόξου Θεολογίας θα τους είχε λύσει και τις αμφισβητήσεις και τις τυχόν απορίες.

Φιλόσοφοι, ως ο Μπέρτραντ, που ξύπνησαν στη ζωή μια μέρα του 19ου αιώνα, δύνανται να πιστεύουν πως διατυπώνουν «κάτι νέο», ενώ στην ουσία αναμασούσαν χωρίς να το γνωρίζουν τα δόγματα αιρετικών Χριστιανών. Όπως και να έχει το ζήτημα, αξίζει να παρατεθούν και πάλι αυτά που οι Πατέρες απάντησαν στον Άρειο πριν 16 περίπου αιώνες, για χάρη των αναγνωστών. Το λυπηρό είναι πως δεν είναι μόνο ο Ράσσελ που δε γνωρίζει τον Άρειο και τις απόψεις του αλλά κι Έλληνες που γεννήθηκαν μέσα στον Ορθόδοξο χώρο, μη έχοντας μεγάλη σχέση με την Ορθόδοξη Εκκλησία, ασπάζονται αυτές τις απόψεις ένεκα άγνοιας των απαντήσεων των Χριστιανών Πατέρων.

Είναι σίγουρο, πως τέτοιοι αρνητές ως ο Ράσσελ, αν γνώριζαν πως η επιχειρηματολογία τους ανήκε εις τον Άρειο δεν θα την μελετούσαν καν, όπως δεν την μελέτησαν άλλωστε· επειδή όμως την ίδια περίπου επιχειρηματολογία την αναμασά τόσο αργά (16 αιώνες μετά) ένας δυτικός φιλόσοφος του αθεϊσμού, νεοέλληνες προστρέχουν να πάρουν «ιδέες» ενάντια στο Χριστό, αντί να μελετήσουν τους Ορθόδοξους Χριστιανούς Πατέρες. Βέβαια κάλιο να συναντήσουν την Ορθόδοξη διδασκαλία έστω και με αυτόν τον τρόπο παρά να μην τη συναντήσουν διόλου.

 

Ο Θεός & η Βούλησή Του

Οι Αρειανοί έθεταν στους Ορθοδόξους υπό μορφή ερωτήματος το εξής εκβιαστικό δίλημμα: «Θέλων ἐγέννησεν ὁ Πατὴρ τὸν Υἱόν, ἢ μὴ θέλων;» (5). Ο στόχος του εκβιαστικού αυτού διλήμματος ήταν προφανής: Αν οι Ορθόδοξοι απαντούσαν ότι ο Πατήρ γέννησε τον Υιό με τη θέλησή του («θέλων»), τότε θα έπρεπε να δεχτούν ότι ο Υιός δε διαφέρει οντολογικά σε τίποτε από τα κτίσματα. Αν πάλι απαντούσαν ότι ο Πατήρ γέννησε τον Υιό χωρίς τη θέλησή του («μὴ θέλων»), τότε θα έπρεπε να δεχτούν ότι ο Υιός γεννήθηκε κατ’ ανάγκην από τον Πατέρα, πράγμα που θα ήταν τελείως απαράδεκτο, γιατί θα έθετε σε αμφισβήτηση κι αυτή τη θεότητα του Πατρός (6). Αυτή η δεύτερη περίπτωση απάντησης προς το ερώτημα των Αρειανών είναι αυτό που ενδιαφέρει όσο αφορά το Ράσσελ και τους οπαδούς του, με την μόνη διαφορά πως ενώ ο Υιός γεννήθηκε από το Θεό, ο κόσμος κτίσθηκε από το Θεό.

Οι Αρειανοί λοιπόν, που πολεμούσαν τη Θεότητα του Χριστού επιθυμούσαν να αποδείξουν πως ο Χριστός είναι δημιούργημα (κτίσμα) κι όχι Δημιουργός ειδάλλως ο Θεός υπόκειντο σε κάποια είδους ανάγκη, σαν κι αυτή που περιγράφει ο Ράσσελ: «αν υπήρχε κάποιος λόγος για τους νόμους που ο Θεός έδωσε, τότε ο Θεός ο ίδιος υπόκεινται στο νόμο».

 

Απαντήσεις Πατέρων

Το μεταφυσικό αξίωμα των Αρειανών, κατά το οποίο η φύση χαρακτηρίζεται από την ανάγκη, ενώ η βούληση από την ελευθερία, είναι σωστό, αλλά έχει την εφαρμογή του μόνο στην ανθρώπινη και κτιστή πραγματικότητα. Δεν ισχύει για τον άκτιστο κι υπερβατικό Θεό. Ο Θεός ακριβώς επειδή είναι άκτιστος, υπερβαίνει κατά την ουσία του τη φυσική αναγκαιότητα που χαρακτηρίζει τα κτιστά όντα. Ως άκτιστος κι υπερβατικός βρίσκεται πάνω και πέρα από την ανάγκη. «Καὶ τίς ὁ τὴν ἀνάγκην ἐπιβαλῶν αὐτῷ, πονηρότατοι;» [και ποιός του επέβαλλε την ανάγκη, πονηρότατοι; («πονηρότατε;», δια το Ράσσελ)], ρωτάει ρητορικά ο Μ. Αθανάσιος (7). Με αλλά λόγια, η ελευθερία του Θεού δε χαρακτηρίζει μόνο τη βούληση του, όπως συμβαίνει στους ανθρώπους, αλλά και την ίδια την ουσία και τη φύση του. Ο Θεός δηλαδή δεν έχει μόνο ηθική αλλά κι οντολογική ελευθερία. Από την άποψη αυτή ο Θεός υπερβαίνει κατά τους Πατέρες όχι μόνο την αναγκαιότητα της φύσης αλλά και την ελευθερία της βούλησης των κτιστών όντων.

Εκτός όμως απ’ αυτό, η θεία φύση υπέρκειται και προηγείται οντολογικά από τη θεία σκέψη και βούληση, έτσι ώστε αυτό που υπάρχει ή γίνεται κατά φύση στο Θεό να μη σημαίνει ότι υπάρχει ή γίνεται κατ’ ανάγκην. Άλλωστε η οντολογική προτεραιότητα της φύσης έναντι της σκέψεως και της βούλησης δεν είναι κάτι που χαρακτηρίζει μόνο τον άκτιστον Θεό, αλλά ακόμη και τα κτιστά όντα. Το σπίτι που λ.χ., παρατηρεί ο Μ. Αθανάσιος, το κατασκευάζει κανείς αφού πρώτα σκεφτεί κι αποφασίσει για το πώς θα γίνει. Τον υιό του όμως δεν μπορεί να τον προσδιορίσει οντολογικά με τη σκέψη και τη βούλησή του, αλλά απλώς τον γεννά «κατά φύσιν». Κι’ αυτό είναι απολύτως εύλογο, γιατί ο υιός δεν είναι σαν το σπίτι, που βρίσκεται έξω από τον πατέρα, αλλά είναι γέννημα της ίδιας της πατρικής ουσίας. Αν ο πατέρας σκεφτόταν κι αποφάσιζε για τον οντολογικό προσδιορισμό του Υιού του, αυτό θα σήμαινε ότι σκέφτεται κι αποφασίζει για τον οντολογικό προσδιορισμό του ίδιου του εαυτού του, πράγμα βέβαια που θα ήταν τελείως παράλογο. «Ὅσῳ οὖν», καταλήγει ο Μ. Αθανάσιος, «τοῦ κτίσματος ὁ υἱὸς ὑπέρκειται, τοσούτω καὶ τῆς βούλησης τὸ κατὰ φύσιν» (8).

Αν η ανωτέρω μεταφυσική αυτή προϋπόθεση ισχύει για τα κτιστά όντα, πολύ περισσότερο ισχύει για τον άκτιστον Θεό που είναι οντολογικά ελεύθερος. Υπό τις προϋποθέσεις αυτές, η διάκριση μεταξύ φύσης και βούλησης στο Θεό δεν πρέπει να νοείται διαλεκτικά, όπως νοείται στους ανθρώπους, ως διάκριση μεταξύ ανάγκης κι ελευθερίας. Κατά συνέπεια η γέννηση του Υιού δεν πρέπει να θεωρείται ως προϊόν της θείας βούλησης ούτε όμως ως προϊόν κάποιας ενδοθεϊκής ή εξωθεϊκής ανάγκης. Κι’ αυτό γιατί η εξάρτηση του Υιού από τη βούληση του Θεού-Πατέρα θα έθιγε την αϊδιότητα της θείας πατρότητας και θα υπέτασσε έτσι τη θεία κι άκτιστη φύση στην κτιστή κατηγορία του χρόνου, πράγμα το οποίο συνέβαινε ακριβώς με τη διδασκαλία του Αρείου. Εξάλλου η θεώρηση του Υιού, ως αποτελέσματος κάποιας τυχόν ενδοθεϊκής ή εξωθεϊκής ανάγκης, θα καθιστούσε τον άκτιστον Θεό οντολογικά ανελεύθερο, πράγμα το οποίο θα ήταν τελείως ασυμβίβαστο κι αντιφατικό με την αποκεκαλυμμένη βιβλική περί Θεού αντίληψη. Όπως επισημαίνει χαρακτηριστικά ο άγιος Επιφάνιος συνοψίζοντας τα παραπάνω κι απαντώντας λακωνικά στο εκβιαστικό δίλημμα των Αρειανών, «Οὔτε θέλων τοίνυν ἐγέννησεν, οὔτε μὴ θέλων, ἀλλ’ ὑπερβολὴ φύσεως. Ὑπερβαίνει γὰρ ἡ θεία φύσις βουλήν, καὶ οὐχ ὑποπίπτει χρόνῳ, οὔτε ἀνάγκη ἄγεται» [Ούτε θέλοντας γέννησε, ούτε δίχως θέλοντας, αλλά με υπερβολή φύσεως· υπερβαίνει η θεία φύση τη βούληση, και δεν υπόκεινται σε χρόνο, ούτε καθοδηγείται από την ανάγκη.] (9) .

Το ίδιο ακριβώς τονίζει με το δικό του τρόπο κι ο Δίδυμος ο Τυφλός: «Τῆς θελήσῃς γὰρ καὶ τῆς ἀνεθελησίας καὶ πάσης ἐννοίας», σημειώνει,  «προτερεύει ὁ τὲ γεννήσας Θεὸς καὶ Πατήρ, τὸ τὲ ἀπαύγασμα τῆς δόξῃς αὐτοῦ, ὁ Υἱός- καὶ οὐδὲν τούτου μέσον καὶ ἐκείνου ἐξ οὐ ἐστὶν ἐπινοηθήναι δύναται… Ἐγέννησεν οὖν ἐν τῇ ὑπὲρ βουλὴν καὶ νοῦν φύσει» (10).

 

Απλά Παραδείγματα Πατέρων για το άτοπο Ράσσελ & Αρείου

Για να αποδείξουν οι Πατέρες την ορθότητα των ανωτέρων θέσεων, καθώς και το σοφιστικό χαρακτήρα του εν λόγω αρειανικού διλήμματος θέτουν στους Αρειανούς παρόμοια διλήμματα, από τα οποία προκύπτει σαφώς ότι είναι τελείως παράλογη η σύνδεση της φύσης του Θεού με την ανάγκη και της ελευθερίας Του αποκλειστικά και μόνο με τη βούλησή Του.

Το να είναι ο Θεός αγαθός κι οικτίρμων, ρωτάει ο Μ. Αθανάσιος, είναι ιδιότητα που την έχει ο Θεός με τη θέλησή Του ή χωρίς τη θέλησή Του; Αν δεχτούμε ότι την ιδιότητα αυτή την έχει με τη θέλησή του, αυτό σημαίνει ότι άρχισε κάποτε να είναι αγαθός κι ότι θα μπορούσε, εφόσον το ήθελε, να είναι και κακός. Κάτι τέτοιο όμως θα ήταν ενδεχόμενο μόνον εφόσον θα σκεφτόταν και θα αποφάσιζε για την αγαθότητα του, πράγμα τελείως άτοπο κι απαράδεκτο για το Θεό. Αν δεχτούμε επίσης ότι είναι αγαθός κι οικτίρμων χωρίς τη θέλησή του, τότε σύμφωνα με το σκεπτικό των Αρειανών (και του Ράσσελ) έχει την αγαθότητά του κατ’ ανάγκην και χωρίς να το θέλει. Ποιός όμως του επέβαλε αυτή την ανάγκη; Όπως λοιπόν ο Θεός είναι πάντοτε «φύσει» αγαθός, χωρίς να έχει την αγαθότητά Του δεδομένη κατ’ ανάγκην, έτσι και κατά μείζονα λόγο είναι ως Πατήρ «ἀεὶ γεννητικὸς τῇ φύσει», δηλ. «φύσει» Πατήρ του Υιού του κι όχι «ἐκ βουλήσεως» (11).

Η αλήθεια αυτή αναδεικνύεται περίτρανα κι από ένα ακόμη προκλητικότερο δίλημμα που θέτει ο Μ. Αθανάσιος στους Αρειανούς, ακολουθούμενος πιστά στο σημείο αυτό από το Γρηγόριο Θεολόγο και το Δίδυμο τον Τυφλό: Ο Πατήρ υπάρχει ως Θεός με τη θέλησή Του ή χωρίς τη θέλησή Του; Αν υπάρχει χωρίς τη θέλησή Του, τότε η ύπαρξή Του κι η φύση Του είναι δεδομένη κατ’ ανάγκην. Αν η ύπαρξή Του εξαρτάται και προσδιορίζεται από τη θέλησή Του, τότε δεν πρέπει να υπήρχε, πριν θελήσει να υπάρχει. Αν υπήρχε, τί ήταν πριν από τη θέλησή Του για ύπαρξη και τί επιπλέον έχει μετά τη θέλησή του αυτή; Όπως λοιπόν ο Θεός υπάρχει «φύσει» κι η ύπαρξή Του δεν εξαρτάται ούτε προσδιορίζεται από τη βούληση Του, έτσι και ο Λόγος Του υπάρχει «φύσει» και δεν εξαρτάται ούτε προσδιορίζεται από τη σκέψη και τη βούληση του Πατέρα (12).

Στο ίδιο συμπέρασμα θα μπορούσε να καταλήξει κανείς κατά το Δίδυμο τον Τυφλό, θέτοντας το δίλημμα, αν ο Θεός είναι αθάνατος κι αγαθός με τη θέλησή Του ή χωρίς τη θέλησή Του. Το καλύτερο που έχει να απαντήσει κανείς σε τέτοιου είδους διλήμματα είναι, όπως υπογραμμίζει εμφαντικά ο Δίδυμος, ότι κανένα απ’ αυτά δεν ανταποκρίνεται στον άκτιστο και παντέλειο Θεό. Με άλλα λόγια ούτε με τη θέλησή Του, ούτε χωρίς τη θέλησή Του είναι ο Θεός υπαρκτός ή αγαθός ή αθάνατος, αλλά εξαιτίας της τέλειας κι άκτιστης φύσης του. Κατά συνέπεια όπως η ύπαρξή του Πατέρα, η αθανασία κι η αγαθότητά του δεν εξαρτώνται ούτε προσδιορίζονται από τη θέλησή Του, έτσι κι η γέννηση του Υιού δεν εξαρτάται ούτε προσδιορίζεται από τη θέληση του Πατέρα, όπως ισχυρίζονται οι Αρειανοί, συνδέοντας τη φύση με την ανάγκη και τη βούληση με την ελευθερία στον Θεό (13).

Εκτός όμως απ’ αυτό, η θεώρηση της γέννησης του Υιού από τον Πατέρα μέσα στα πλαίσια της ανάγκης της φύσης και της ελευθερίας της βούλησης ουσιαστικά εγκλωβίζει τον άκτιστο κι υπερβατικό Θεό μέσα στα πλαίσια της κτιστής πραγματικότητας και τον εξισώνει οντολογικά με τα κτιστά όντα, όπως αναφέρθηκε ανωτέρω. Γι’ αυτό κι ομόφωνα οι Πατέρες του Δ΄ αιώνα τονίζουν με ιδιαίτερη έμφαση την υπερβατικότητα κι ακαταληψία του τρόπου της θείας γέννησης.

Κατά συνέπεια το εν λόγω εκβιαστικό δίλημμα των Αρειανών είναι κατά τους Πατέρες του Δ΄ αιώνα σοφιστικό κι ασύστατο, όχι μόνο γιατί ο Θεός υπερβαίνει με την άκτιστη φύση Του την αναγκαιότητα της φύσης και την ελευθερία της βούλησης των κτιστών όντων ή γιατί η φύση Του υπέρκειται και προηγείται οντολογικά από τη σκέψη και τη βούληση Υου, αλλά και γιατί η γέννηση του Υιού αποτελεί καθεαυτή ένα υπερφυές μυστήριο που είναι αδύνατο στα κτιστά όντα να το κατανοήσουν με μεταφυσικές προϋποθέσεις και σοφιστικά τεχνάσματα. Αυτήν ακριβώς την επιχειρηματολογία επισημαίνει και συνοψίζει λακωνικά με την απάντηση που έδωσε, όπως είδαμε πιο πάνω, στο εκβιαστικό δίλλημα των Αρειανών ο Άγ. Επιφάνειος: «Οὔτε θέλων τοίνυν ἐγέννησεν, οὔτε μὴ θέλων, ἀλλ’ ὑπερβολὴ φύσεως. Ὑπερβαίνει γὰρ ἡ θεία φύσις βουλήν, καὶ οὐχ ὑποπίπτει χρόνῳ, οὔτε ἀνάγκη ἄγεται». (14) [Ούτε θέλοντας γέννησε, ούτε δίχως θέλοντας, αλλά με υπερβολή φύσεως· υπερβαίνει η θεία φύση τη βούληση, και δεν υπόκεινται σε χρόνο, ούτε καθοδηγείται από την ανάγκη.]

 

Η ελευθερία του Θεού

Όταν οι Αρειανοί λέγουν: «άρα είναι εξ ανάγκης ο Υιός, ουχί εκ βουλήσεως» απαντά ο Γρηγόριος και λέγει «σκεφτείτε και τον Πατέρα. Αν πείτε ότι και ο Πατήρ εξ ανάγκης υφίσταται τότε είναι σα να λέτε το πιο φοβερό πράγμα, το πιο αδιανόητο», διότι «εἰ δὲ οὐ θέλων ὑφίσταται ὁ Πατήρ, πῶς Θεός, εἰ βεβιάσθαι καὶ ταῦτα οὐκ ἄλλο τί, εἰ αὐτὸ τὸ εἶναι Θεὸς». Δηλαδή μπορείτε να πείτε ότι ο Θεός δεν είναι ελεύθερος, όπως πολλά κι άλλα πράγματα, αλλά να πείτε ότι δεν είναι ελεύθερος ως προς το να είναι [να υπάρχει], αυτό είναι αδιανόητο. Δηλαδή η ελευθερία του να είσαι, η ελευθερία του να υπάρχεις, είναι βασικό πράγμα για τον Θεό. Το να υπάρχει ο Θεός, ο τρόπος της υπάρξεως είναι ακριβώς η τριαδική του υπόσταση, ο Πατήρ, ο Υιός και το Άγιο Πνεύμα και ισχύει και για τα τρία πρόσωπα, τον Πατέρα, τον Υιό και το Άγιο Πνεύμα, η ελευθέρια αυτή ως προς την ύπαρξή τους.

Ο Θεός ή μπορεί να είναι αναγκαστικά Υπαρκτός [αλλά πριν από Αυτόν δεν υπήρχε τίποτα, ούτε δηλαδή η ανάγκη, αφού κανείς δεν την επέβαλε] ή ως ελεύθερος να ασκεί την ελευθερία του φάσκοντας θετικά, λέγοντας ναι στην ύπαρξή Του [κι ως Τριαδικότητας], αλλά και ναι στην ύπαρξη του Κόσμου με τη δημιουργία· ειδάλλως, πώς να φέρει αντίρρηση εις τη Δημιουργία, αφού δεν υπάρχει τίποτε πέρα/πριν απ’ αυτόν, ούτε δηλαδή κι η ίδια η Δημιουργία; μπορεί να αρνηθεί κανείς ως επιλογή κάτι που δεν υπάρχει, όπως π.χ. το θάνατο μετά τη δευτέρα Παρουσία; (15) Άρα ο Θεός ελεύθερα λέγοντας ναι, κι από την μια γεννά τον Υιό και δημιουργεί το Σύμπαν.

Η ίδια η ύπαρξη του Θεού είναι ένα ναι οντολογικό κι η ελευθερία Του συμπίπτει με την ίδια Του την ύπαρξη. Το ναι της υπάρξεώς Του είναι το ναι της ελευθερίας Του, και το ναι της υπάρξεώς Του έχει το ναι της τριαδικότητάς Του. Όταν ο Πατήρ καταφάσκει στη δική Του ύπαρξη και στην ύπαρξη του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, ασκεί την ελευθερία. Και ασκεί την ελευθερία Του ως καταφατική θέληση. Αυτή η καταφατική θέληση δεν επιτρέπει την αρνητική θέληση, διότι αυτή θα ήταν αδιανόητη για το άκτιστο κι είναι ακριβώς η αγάπη του Θεού. (16)

 

Συμπεράσματα

α) Ο Θεός δεν είναι μέσα στον Κόσμο· αν κι ο ίδιος δεν υπόκεινται στο Φυσικό Νόμο εντούτοις δε διακόπτει την αρχή του Νόμου για τον Κόσμο.

β) Ο Θεός δεν υπόκεινται στο νόμο της ανάγκης, όπως οι αρχαίοι θεοί υπόκεινται στην ειμαρμένη· καμία ανάγκη δεν εφαρμόζεται επί του Θεού γιατί κανείς δεν Του επέβαλε καμία ανάγκη. Είναι προ πάντων (και των αιώνων).

γ) Η δημιουργία του κόσμου, όπως κι η γέννηση του Χριστού Λόγου, δεν πηγάζουν από ανάγκες αλλά από την ελευθερία του να υπάρχει κανείς, του να είναι.  Η ελευθερία του Θεού είναι η ίδια η ύπαρξή Του.

δ) Στο «επιχείρημα του σχεδίου» λέγει ο Ράσσελ: «Επιπλέον, αν δεχθείς τους νόμους της επιστήμης, θα πρέπει να υποθέσεις ότι η ανθρώπινη ζωή κι η ζωή γενικά σ’ αυτόν τον πλανήτη θα τερματίσει κάποτε».  Αν λοιπόν είναι «ατόπημα» εις τους Χριστιανούς να χρησιμοποιούν το Φυσικό Νόμο ως απόδειξη για ένα κατασκευαστή του κόσμου, κανείς δε γνωρίζει γιατί δεν ενεργεί «ατόπημα» ο Ράσσελ χρησιμοποιώντας στην επιχειρηματολογία του ακριβώς τους ίδιους Φυσικούς Νόμους και δεν επιμένει εις την ιδέα της «Σύμβασης».

 

 

ΤΟ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑ ΤΟΥ ΣΧΕΔΙΟΥ - THE ARGUMENT FROM DESIGN

 

 

[The Argument From Design

The next step in the process brings us to the argument from design. You all know the argument from design: everything in the world is made just so that we can  manage to live in the world, and if the world was ever so little different we could not manage to live in it. That is the argument from design. It sometimes takes a rather curious form; for instance, it is argued that rabbits have white tails in order to be easy to shoot. I do not know how rabbits would view that application. It is an easy argument to parody. You all know Voltaire's remark, that obviously the nose was designed to be such as to fit spectacles. That sort of parody has turned out to be not nearly so wide of the mark as it might have seemed in the eighteenth century, because since the time of Darwin we understand much better why living creatures are adapted to their environment. It is not that their environment was made to be suitable to them, but that they grew to be suitable to it, and that is the basis of adaptation. There is no evidence of design about it.

When you come to look into this argument from design, it is a most astonishing thing that people can believe that this world, with all the things that are in it, with all its defects, should be the best that omnipotence and omniscience have been able to produce in millions of years. I really cannot believe it. Do you think that, if you were granted omnipotence and omniscience and millions of years in which to perfect your world, you could produce nothing better than the Ku Klux Klan, the Fascisti, and Mr. Winston Churchill? Really I am not much impressed with the people who say: "Look at me: I am such a splendid product that there must have been design in the universe." I am not very much impressed by the splendor of those people. Moreover, if you accept the ordinary laws of science, you have to suppose that human life and life in general on this planet will die out in due course: it is merely a flash in the pan; it is a stage in the decay of the solar system; at a certain stage of decay you get the sort of conditions and temperature and so forth which are suitable to protoplasm, and there is life for a short time in the life of the whole solar system. You see in the moon the sort of thing to which the earth is tending -- something dead, cold, and lifeless.

I am told that that sort of view is depressing, and people will sometimes tell you that if they believed that they would not be able to go on living. Do not believe it; it is all nonsense. Nobody really worries much about what is going to happen millions of years hence. Even if they think they are worrying much about that, they are really deceiving themselves. They are worried about something much more mundane, or it may merely be a bad digestion; but nobody is really seriously rendered unhappy by the thought of something that is going to happen in this world millions and millions of years hence. Therefore, although it is of course a gloomy view to suppose that life will die out -- at least I suppose we may say so, although sometimes when I contemplate the things that people do with their lives I think it is almost a consolation -- it is not such as to render life miserable. It merely makes you turn your attention to other things.]

Το επιχείρημα του σχεδίου

Το επόμενο βήμα μας φέρνει εις το επιχείρημα του σχεδίου. Όλοι σας γνωρίζετε το επιχείρημα του σχεδίου: καθετί στον κόσμο κατασκευάστηκε έτσι ώστε να μπορούμε να ζούμε εις τον κόσμο, κι αν ο κόσμος ήταν ελάχιστα διαφορετικός δε θα μπορούσαμε να ζήσουμε σ’ αυτόν. Αυτό είναι το επιχείρημα του σχεδίου. Μερικές φορές λαμβάνει μια παράξενη μορφή· για παράδειγμα, λέγεται πως οι λαγοί έχουν άσπρες ουρές ώστε να είναι εύκολο να τους πυροβολήσεις. Δε γνωρίζω πως θα αντιλαμβάνονταν αυτή την εφαρμογή οι λαγοί. Είναι ένα επιχείρημα το οποίο εύκολα γίνεται παρωδία. Όλοι σας γνωρίζεται τη σημείωση του Βολταίρου, ότι η μύτη σχεδιάστηκε έτσι ώστε να ταιριάζει στα θεάματα. Αυτή η μορφή της παρωδίας δεν είναι τόσο επιτυχημένη όπως ήταν το δέκατο όγδοο αιώνα, εξαιτίας του ότι από την εποχή του Δαρβίνου καταλαβαίνουμε πολύ καλύτερα γιατί τα ζωντανά πλάσματα προσαρμόστηκαν στο περιβάλλον τους. Δεν είναι το ότι το περιβάλλον κατασκευάστηκε ώστε να είναι κατάλληλο γι’ αυτά, κι αυτή είναι η βάση της προσαρμογής. Δεν υπάρχει απόδειξη του σχεδιασμού.

Όταν εξετάζεις αυτό το επιχείρημα του σχεδίου, είναι πολύ εκπληκτικό το ότι οι άνθρωποι μπορούν να πιστεύουν πως αυτός ο κόσμος, με όλα τα πράγματα μέσα του, με όλα τα ελαττώματά του, πρέπει να είναι το καλύτερο που ο παντοδύναμος κι ο παντογνώστης ήταν ικανός να κατασκευάσει σε εκατομμύρια χρόνια. Πραγματικά δεν μπορώ να το πιστέψω. Πιστεύεις ότι, αν σου δίνονταν παντοδυναμία και παντογνωσία κι εκατομμύρια έτη εις τα οποία θα τελειοποιούσες τον κόσμο, εσύ δεν θα κατασκεύαζες τίποτα περισσότερο από Κου Κλουξ Κλαν, τους φασίστες και τον κ. Ουίνστον Τσώρτσιλ; Πραγματικά δεν είμαι τόσο εντυπωσιασμένος με τους ανθρώπους που λένε: «Κοίταξέ με· είμαι ένα τόσο τέλειο προϊόν που πρέπει να υπάρχει κάποιο σχέδιο εις το σύμπαν.» Δεν είμαι τόσο πολύ εντυπωσιασμένος από την λάμψη αυτών των ανθρώπων. Επιπλέον, αν δεχθείς τους νόμους της επιστήμης, θα πρέπει να υποθέσεις ότι η ανθρώπινη ζωή κι η ζωή γενικά σ’ αυτόν τον πλανήτη θα τερματίσει κάποτε· είναι σαν μια σαπουνόφουσκα· είναι ένα στάδιο εις την παρακμή του ηλιακού συστήματος· σε ένα στάδιο της παρακμής θα υπάρχει εκείνη η κατάσταση συνθηκών και θερμοκρασίας κ.ο.κ. που είναι ιδανικές για το πρωτόπλασμα και που υπάρχει ζωή για ένα μικρό διάστημα εις την ζωή ολάκερου του ηλιακού συστήματος. Βλέπεις στο φεγγάρι το είδος των πραγμάτων εις τα οποία η γη τείνει -κάτι νεκρό, κρύο αι άνευ ζωής.

Μου λένε ότι αυτή η άποψη των πραγμάτων είναι μελαγχολική κι οι άνθρωποι μερικές φορές λένε πως αν πίστευαν σε κάτι τέτοιο δε θα μπορούσαν να συνεχίζουν να ζουν. Μην το πιστεύετε· είναι όλα ανοησίες. Κανένας εις την πραγματικότητα δεν ανησυχεί πολύ για το τι πρόκειται να γίνει εκατομμύρια χρόνια μετά από τώρα. Ακόμη κι όταν νομίζουν ότι ανησυχούν πολύ γι’ αυτό, στην πραγματικότητα εξαπατούν τους εαυτούς τους. Ανησυχούν για κάτι πολύ περισσότερο εγκόσμιο όπως για μια δυσπεψία· αλλά στην πραγματικότητα κανείς δε γίνεται δυστυχής από τη σκέψη ότι κάτι πρόκειται να γίνει σ’ αυτό τον κόσμο εκατομμύρια χρόνια μετά. Γι’ αυτό, αν κι είναι μια διαδικασία σκοτεινής οπτικής να υποθέσει κανείς ότι η ζωή θα εκλείψει -τουλάχιστον υποθέτω ότι μπορούμε να το πούμε, αν και μερικές φορές όταν ατενίζω τα πράγματα που κάνουν οι άνθρωποι κατά τη διάρκεια της ζωή τους το θεωρώ ως παρηγοριά- δεν είναι τόσο ώστε να καταστεί η ζωή ελεεινή. Απλά και μόνο σε κάνεις να στρέφεις την προσοχή σου σε άλλα πράγματα.

 

Το επιχείρημα της παρωδίας

Αληθεύει πως το επιχείρημα της παρωδίας είναι πράγματι άνοστο· διότι προσπαθεί να ερμηνεύσει την ιδιοκτησία καθενός πλάσματος όχι βάση του ιδιοκτήτη, δηλαδή του ιδίου πλάσματος, αλλά βάση του παρατηρητή του. Για παράδειγμα, η ουρά του λαγού έχει ιδιοκτήτη το λαγό, όχι τον κυνηγό. Η μύτη έχει ιδιοκτήτη τον άνθρωπο και δεν έχει το θεατή. Ένας παραλληλισμός σύμφωνα με αυτή την επιχειρηματολογία μπορεί να αποδείξει ευθύς το άτοπο της:

α) Δεν μπορεί να λεχθεί πως τα αυτοκίνητα έχουν στερεοφωνικά για να τα κλέβει ο κλέπτης. Τα έχει για να ακούει μουσική ο ιδιοκτήτης.

β) Δεν μπορεί να λεχθεί πως τα μάτια της γάτας αντανακλούν το φως το βράδυ για να τη βλέπουν οι οδηγοί. Αλλά ισχυροποιούν το φως μέσα στα μάτια της για να βλέπει καλύτερα αυτή στο σκοτάδι.

γ) Δεν μπορεί να λεχθεί πως ένα βομβαρδιστικό αεροσκάφος έχει μεγάλα φτερά για να το πετυχαίνουν εύκολα τα αντιαεροπορικά πυροβόλα. Έχει μεγάλα φτερά γιατί έχοντας μεγαλύτερο βάρος, από τα μικρότερα αεροσκάφη, απαιτεί μεγαλύτερη ανυψωτική δύναμη για να απογειωθεί και να πετάει.

δ) Δεν μπορεί να λεχθεί πως τα τάνκερ των νηοπομπών στο Β΄ ΠΠ έπλεαν αργά για να τα πετυχαίνουν εύκολα τα υποβρύχια με τις τορπίλες τους. Έπλεαν αργά για να καταναλώνουν οικονομικές ποσότητες καυσίμου.

 

Αριστερά: Πιστόνι μέσα στον κύλινδρο, σε κινητήρα εσωτερικής καύσεως.

 

ε) Με άλλα λόγια, το πιστόνι του κινητήρα εσωτερικής καύσης είναι κατασκευασμένο για να λειτουργεί μέσα σ’ αυτόν εκτελώντας συγκεκριμένη κι εξειδικευμένη λειτουργία. Με «φαντασία», «παρωδία» και προφανώς με κάποια δόση ανοησίας, μπορεί να λεχθεί πως αντίθετα είναι χρήσιμο ως γουδοκόπανο για την παρασκευή πουρέ μέσα σε ένα κύλινδρο.

Είναι λοιπόν φανερό γιατί το επιχείρημα της παρωδίας είναι άχρηστο, παρότι ο Ράσσελ το παρουσιάζει· κι αυτό δεν το χρωστά κανείς στο Δαρβίνο· και σαν ο Ράσσελ αναφέρει πως «Δεν υπάρχει απόδειξη του σχεδιασμού» πλανάται, διότι αυτόν ακριβώς το σχεδιασμό φανερώνει η τραγική αποτυχία της παρωδίας, δηλαδή η αποτυχία της γελοιοποίησης της βιολογικής φύσης και του κόσμου των πλασμάτων.

 

Δαρβίνος & Παρωδία

Όπως ελέχθη, παρότι το επιχείρημα της παρωδίας δεν είναι χρήσιμο ο Ράσσελ το αναφέρει για εντυπωσιασμό· θεωρεί δε ότι αυτό το επιχείρημα δεν έχει πια τη σημασία που είχε, επειδή εμφανίστηκε στο προσκήνιο ο Δαρβίνος με τη δική του θεωρία, την οποία ασπάζεται ο Ράσσελ: «Αυτή η μορφή της παρωδίας δεν είναι τόσο επιτυχημένη όπως ήταν τον δέκατο όγδοο αιώνα, εξαιτίας του ότι από την εποχή του Δαρβίνου καταλαβαίνουμε πολύ καλύτερα γιατί τα ζωντανά πλάσματα προσαρμόστηκαν στο περιβάλλον τους. Δεν είναι το ότι το περιβάλλον κατασκευάστηκε ώστε να είναι κατάλληλο γι’ αυτά, κι αυτή είναι η βάση της προσαρμογής. Δεν υπάρχει απόδειξη του σχεδιασμού

Η αλήθεια είναι πως αυτά τα δύο επιχειρήματα, της προσαρμοστικότητας στις περιβαλλοντολογικές συνθήκες και της παρωδίας, αντικρούουν το ένα το άλλο, γι’ αυτό δε γίνεται να στέκουν δίπλα δίπλα ως τα παραθέτει ο Ράσσελ· όχι γιατί ο Δαρβίνος βρήκε ένα πιο «σοβαρό επιχείρημα» από το της παρωδίας. Και για να γίνει ξεκάθαρη η αντίκρουσή τους, πρέπει να λεχθεί ότι δεν είναι δυνατόν να υποστηρίζει κανείς την παρωδία και ταυτόχρονα την προσαρμοστικότητα των οργανισμών στο περιβάλλον. Διότι η παρωδία «πως οι λαγοί έχουν άσπρες ουρές ώστε να είναι εύκολο να τους πυροβολήσεις» δεν υποστηρίζει την προσαρμοστικότητα στο περιβάλλον αλλά ακριβώς το αντίθετο· καθόσον η προσαρμοστικότητα είναι μέσο επιβίωσης κι όχι αποτυχίας αυτής.

 

Δαρβίνος & Σχέδιο

Το ότι βέβαια οι άθεοι φιλόσοφοι χρησιμοποιούν το Δαρβίνο και τις θεωρίες του για να κουνήσουν τα θεμέλια της Χριστιανικής πίστεως, είναι γνωστό σε όλους τους Προτεστάντες της Δύσεως, που θεωρούν τις ερμηνείες τους περί της Αγίας Γραφής «αλάθητες». Ο Ράσσελ πέφτει εις τη γνωστή παγίδα υποστηρίζοντας πως η ζωή προσαρμόζεται εις το περιβάλλον κι όχι αντίστροφα (17). Κι όμως η εμπειρική γνώση τον περιγελά· διότι η σκέψη του περισσότερο εγκλωβίζεται εις τη γη παρά εις το Σύμπαν. Στο ηλιακό σύστημα του Ράσσελ, και των Δαρβινιστών, είναι δυνατό να παρατηρηθεί ότι κανένας άλλος πλανήτης δε φιλοξενεί ζωή εκτός της Γης. Αν λοιπόν ίσχυε το δικό τους θεώρημα ότι δηλαδή «τα ζωντανά πλάσματα προσαρμόστηκαν στο περιβάλλον τους. Δεν είναι το ότι το περιβάλλον κατασκευάστηκε ώστε να είναι κατάλληλο γι’ αυτά» τότε θα έπρεπε όλο το ηλιακό σύστημα να φιλοξενεί πλάσματα κι όχι μόνο κι αποκλειστικά η Γη.

Μπορούμε ασφαλώς να πάει παραπέρα αυτό το επιχείρημα· βλέποντας κανείς τις προσπάθειες της ΝΑΣΑ για την αποίκιση άλλων πλανητών και την μετατροπή τους σε «επίγειους παραδείσους», όχι μόνο για τον άνθρωπο αλλά και για εκείνα τα φυτά και τα ζώα τα οποία αποτελούν την τροφή του, αντιλαμβάνεται ότι η κύρια μέθοδος προς αυτή την κατεύθυνση είναι η μετατροπή του περιβάλλοντος των με τη χρήση διαφόρων μεθόδων, παρά η προσαρμογή των τελευταίων εις τις παρούσες κλιματικές τους συνθήκες, οι οποίες κανείς δεν το αρνείται, είναι εξόχως αφιλόξενες κι επιφέρουν το θάνατο σχεδόν ακαριαία στο 99,99% των περιπτώσεων: «Αν το σύμπαν είχε ένα Δημιουργό, είναι δύσκολα λογικό να υποθέσουμε ότι Αυτός είχε ιδιαίτερο ενδιαφέρον στη μικρή μας γωνιά. Κι, αν δεν είχε, οι αξίες Του θα πρέπει να ήταν πολύ διαφορετικές από τις δικές μας, αφού στο μεγαλύτερο μέρος των περιοχών [του σύμπαντος] η ζωή είναι αδύνατη». (17α)

Βαρύτητα στην απόδειξη του αίολου της επιχειρηματολογίας του Ράσσελ αποδίδει το ιδιαίτερα αναρίθμητο σύνολο των πλανητών άνευ ζωής, έναντι της μοναδικής κι εξέχουσας ως τώρα Γης. Πάνω σε μια ζυγαριά το επιχείρημα υπέρ της προσαρμοστικότητας της ζωής έναντι του σχεδίου, ανελκύεται τόσο ψηλά από το τελευταίο, όσο ψηλά είναι ο «ουρανός» που έχει όλα τα ακατοίκητα «αστέρια».

 

Εξαφανίσεις Ειδών 99% & «Προσαρμοστικότητα» 1%

Ο Ράσσελ ξεχνά πως πολλά είδη ζώων εξαφανίσθηκαν και χάθηκαν πάνω εις τον πλανήτη Γη όταν δεν μπόρεσαν να προσαρμοστούν εις τις κλιματικές μεταβολές· αυτό το ύψος εξαφάνισης αφορά, σύμφωνα με τους βιολόγους, το 99% των ειδών που πέρασαν από τη Γη. Απομένει δηλαδή στους άθεους 1% βιολογική μάζα για να αποδείξουν το επιχείρημα της προσαρμοστικότητας των οργανισμών, έναντι του σχεδίου ή της κατευθυνόμενης «εξέλιξης» τους· κι όμως ενώ οι άθεοι έχουν στα χέρια 1% προσαρμοστικότητα υπέρ τους, επιμένουν ότι «Δεν υπάρχει απόδειξη του σχεδιασμού», κάνοντας χρήση του υπόλοιπου 99% της μη προσαρμοστικότητας.

 

Κατάλληλες Συνθήκες & «Προσαρμοστικότητα»

Ένα εξίσου σημαντικό στοιχείο για να δειχθεί πως το κλίμα φέρει τη διαφορά, παρά οι ίδιοι οι οργανισμοί, είναι ότι η θεωρία του Δαρβίνου υποστηρίζει πως η ζωή εμφανίστηκε στην Γη μόνο όταν παρουσιάστηκαν οι κατάλληλες συνθήκες. Όχι νωρίτερα! Ο άνευ αιτίου κι «απαρχής» Ράσσελ προσπερνά αυτό το βαρύγδουπο στοιχείο με ελαφρά την καρδία· προσπερνά δηλαδή το ότι η ζωή εις τον πλανήτη Γη είχε «απαρχή»· κι η «απαρχή» αυτή δόθηκε μόνον όταν οι συνθήκες το επέτρεψαν·  ποτέ νωρίτερα, ουδέποτε αργότερα.

Έπειτα, στις «συνθήκες» που επιτρέπουν τη ζωή, ο Χριστιανός τοποθετεί και τον ίδιο το Θεό. Δεν υπάρχει ζωή για το Χριστιανό, άνευ βούλησης του Θεού. Οι φιλόσοφοι τύπου Ράσσελ αντίθετα υποστηρίζουν, πως όχι μόνο οι οργανισμοί προσαρμόζονται εις τις κλιματικές συνθήκες, το οποίο είναι μόνο μερικώς σωστό, αλλά κι ότι οι οργανισμοί προκύπτουν κι άνευ βουλήσεως του Θεού. Ας παραλάβουν λοιπόν την πρόκληση τους:  σήμερα (2010), ενώ υπάρχουν οι συνθήκες που υποστηρίζουν τη ζωή άπλετα και σε ποικίλες μορφές επάνω εις τη Γη, αυτή η τελευταία δεν εμφανίζεται πουθενά επάνω της αυτόματα από το μηδέν (από ανόργανη ύλη / αβιογένεση αναίτια). Αντίθετα χρειάζεται κι απαιτεί πάντοτε μια προγενέστερη μορφή βιολογικής ζωής να τη γεννήσει.

Οι βιολόγοι υποστηρίζουν πως μόνο «κάποτε» στο απώτερο παρελθόν μπόρεσε και γεννήθηκε η ζωή στη γη· τότε δηλαδή που για τους Χριστιανούς «πνεῦμα Θεοῦ ἐπεφέρετο ἐπάνω τοῦ ὕδατος» (Γεν. Κεφ. α΄ 2)· όχι νωρίτερα κι όχι αργότερα από αυτή την τόσο σημαντική «κλιματική» συνθήκη. Αν λοιπόν οι οργανισμοί είναι, ως λέγει ο Ράσσελ, αυτοί που προσαρμόζονται εις το κλίμα, κι όχι αντίστροφα ότι υπάρχει σχέδιο (Πρόνοια Θεού), τότε ας αποδείξουν οι αρνητές ότι ζωή μπορεί να εμφανιστεί αβιογενετικά και τώρα/σήμερα, που οι συνθήκες σαφώς την επιτρέπουν πάνω στη Γη σε εκατομμύρια πλάσματα. Μέχρι τότε.... οι ιδέες του είναι μόνο ποίκιλλα εκατομμύρια λόγια δίχως κανένα νόημα.

 

Αριστερά: Το επιχείρημα της προσαρμοστικότητας των οργανισμών στις κλιματικές συνθήκες και δηλαδή της δυναμικότητάς τους έναντι της Πρόνοιας του Θεού  (σχεδίου) είναι τόσο διεφθαρμένο, όσο διεφθαρμένη είναι η άποψη πως ένα λάστιχο ή ένα ελατήριο προσαρμόζεται σε όλα τα δυνατά μήκη και πλάτη του σύμπαντος κόσμου, αν τεντωθεί από μία ισχυρότατη δύναμη.

 

Προσαρμοστικότητα & Homo Sapiens

Οι υπεργενικεύσεις των άθεων όταν έχουν να κάνουν με Χριστιανούς είναι κωμικοτραγικές. Όταν έχουν να κάνουν με το Χριστιανισμό «αντιλαμβάνονται» πως «τα ζωντανά πλάσματα προσαρμόστηκαν στο περιβάλλον τους». Όταν δεν έχουν να αντιμετωπίσουν τους Χριστιανούς, σκέφτονται πιο «χαλαρά» κι ομολογούν ότι «Σε αυτή την περίοδο το βιολογικό πλεονέκτημα της μεγαλύτερής του νοημοσύνης [του ανθρώπου], που ήταν αθροιστικό εφόσον παραδίδονταν από γενιά σε γενιά, άρχισε μόλις και μετά βίας να υπερνικά τα μειονεκτήματα της μακράς του νηπιακής ηλικίας, την μικρότερη ικανότητά του σε σχέση με τους πιθήκους, και την έλλειψη τριχώματος ως προστασία κατά του ψύχους. Σε εκείνες τις ημέρες, ο αριθμός των ανθρώπων θα πρέπει να ήταν πολύ μικρός. Η μεγαλύτερη χρήση, ανάμεσα στους αιώνες, που έκαναν οι άνθρωποι της τεχνικής τους ικανότητας ήταν για την αύξηση του πληθυσμού. Δεν εννοώ πως αυτό ήταν επιθυμία, αλλά αυτό ήταν, στην πραγματικότητα, το αποτέλεσμα.» (17β)· με άλλα λόγια ομολογούν πως ο άνθρωπος δεν προσαρμόστηκε στο περιβάλλον του, αλλά προσάρμοσε το περιβάλλον του στον εαυτό του: «Και η επιστήμη, ενώ μειώνει τις κοσμικές μας αξιώσεις, αυξάνει τρομερά τη γήινη μας άνεση» (17γ) (βλ. θέρμανση, φάρμακα, ρουχισμός, οικίες, κ.λ.π.).

 

Κόσμος Λίαν Καλός

Ο Ράσσελ ενάντια στο «επιχείρημα του Σχεδίου» αναφέρει: «Πραγματικά δεν μπορώ να το πιστέψω. Πιστεύεις ότι, αν σου δίνονταν παντοδυναμία και παντογνωσία κι εκατομμύρια έτη εις τα οποία θα τελειοποιούσες τον κόσμο, εσύ δε θα κατασκεύαζες τίποτα περισσότερο από Κου Κλουξ Κλαν, τους φασίστες και τον κ. Ουίνστον Τσώρτσιλ;».

Ο Ράσσελ δε φροντίζει να εξηγήσει τι εννοεί με το ρήμα «τελειοποιούσες»· δεν εξηγεί από πού αντλεί κανόνα (Νόμο) με τον οποίο η δική του «τελειοποίηση» αποκτά βάρος κι αξία ως μια γλωσσική και νοηματική σύμβαση κοινής κατανόησης μεταξύ ατόμων του ίδιου ή διαφορετικού πολιτιστικού και πολιτισμικού επιπέδου. Με άλλα λόγια, ποιός είναι ο κανόνας του Ράσσελ γύρω από την έννοια της «τελειοποίησης» του Κόσμου, ιδιαίτερα όταν ο ίδιος υποστηρίζει πως όχι μόνο «όλες οι γλώσσες είναι αόριστες, και γι’ αυτό ότι κι η γλώσσα μου είναι αόριστη» (17δ) αλλά κι ότι, όπως ο ίδιος λέγει, «Αν το σύμπαν είχε ένα Δημιουργό, [...] οι αξίες Του θα πρέπει να ήταν πολύ διαφορετικές από τις δικές μας». (βλ. σημ. 17α)

Δεν είναι επίσης ο Ράσσελ εκείνος που διατύπωσε την άποψη ότι «η επιστήμη δεν μπορεί να αποφασίσει για τις [ηθικές] αξίες, τούτο γιατί αυτές δεν μπορούν να αποφασισθούν λογικά και βρίσκονται εκτός του βασιλείου της αλήθειας και του ψεύδους» (βλ. σημείωση ); Πώς λοιπόν αυτός «ελέγχει» ηθικά το Θεό βάση της αλήθειας, όταν μάλιστα η Δημιουργία βρίσκεται στην 7η ημέρα της ανάπαυσης του Θεού από τα έργα Του (17ε), η τελειοποίηση θα επέλθει την 8η ημέρα, ενώ τα έργα της Δημιουργίας στην 7η ημέρα δεν είναι τέλεια, αλλά «καλὰ λίαν»;

Ποιός είναι ο κανόνας [Φυσικός Νόμος] του Ράσσελ σύμφωνα με τον οποίο «Κου Κλουξ Κλαν, ...φασίστες κι Ουίνστον Τσώρτσιλ» γίνονται αντικείμενο μομφής; Διότι οι ίδιοι αυτοί δεν μέμφονται στα σίγουρα τους εαυτούς τους.

 

 

ΤΑ ΗΘΙΚΑ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΑ ΓΙΑ ΤΗ ΘΕΟΤΗΤΑ - THE MORAL ARGUMENTS FOR DEITY

 

[The Moral Arguments For Deity

Now we reach one stage further in what I shall call the intellectual descent that the Theists have made in their argumentations, and we come to what are called the moral arguments for the existence of God. You all know, of course, that there used to be in the old days three intellectual arguments for the existence of God, all of which were disposed of by Immanuel Kant in the Critique of Pure Reason; but no sooner had he disposed of those arguments than he invented a new one, a moral argument, and that quite convinced him. He was like many people: in intellectual matters he was skeptical, but in moral matters he believed implicitly in the maxims that he had imbibed at his mother's knee. That illustrates what the psycho-analysts so much emphasize -- the immensely stronger hold upon us that our very early associations have than those of later times.

Kant, as I say, invented a new moral argument for the existence of God, and that in varying forms was extremely popular during the nineteenth century. It has all sorts of forms. One form is to say that there would be no right and wrong unless God existed. I am not for the moment concerned with whether there is a difference between right and wrong, or whether there is not: that is another question. The point I am concerned with is that, if you are quite sure there is a difference between right and wrong, then you are then in this situation: is that difference due to God's fiat or is it not? If it is due to God's fiat, then for God himself there is no difference between right and wrong, and it is no longer a significant statement to say that God is good. If you are going to say, as theologians do, that God is good, you must then say that right and wrong have some meaning which is independent of God's s iaf t, because God's fiats are good and not bad independently of the mere fact that he made them. If you are going to say that, you will then have to say that it is not only through God that right and wrong came into being, but that they are in their essence logically anterior to God. You could, of course, if you liked, say that there was a superior deity who gave orders to the God who made this world, or could take up the line that some of the agnostics ["Gnostics" -- CW] took up -- a line which I often thought was a very plausible one -- that as a matter of fact this world that we know was made by the Devil at a moment when God was not looking. There is a good deal to be said for that, and I am not concerned to refute it.]

Τα Ηθικά Επιχειρήματα για τη Θεότητα

Τώρα πάμε ένα στάδιο μακρύτερα σε εκείνο που θα αποκαλούσα διανοητικό κατήφορο που οι θεϊστές έκαναν στα επιχειρήματά τους και φτάνουμε σε αυτά που ονομάζονται ηθικά επιχειρήματα για την ύπαρξη του Θεού. Όλοι σας γνωρίζετε, φυσικά, ότι υπήρχαν στις παλαιές ημέρες τρία επιχειρήματα για την ύπαρξη του Θεού, τα οποία όλα αναφέρθηκαν από τον Εμμανουήλ Καντ στην «Κριτική της Αγνής Λογικής»· και μόλις εξέθεσε αυτά τα επιχειρήματα ανακάλυψε ακόμη ένα, ένα ηθικό επιχείρημα κι αυτό σχεδόν τον έπεισε. Ήταν σαν πολλούς ανθρώπους· στα ζητήματα λογικής ήταν σκεπτικιστής, αλλά στα ζητήματα της ηθικής πίστευε απεριόριστα στα γνωμικά που εμποτίστηκε στα γόνατα της μητέρας του. Αυτό δείχνει αυτό που οι ψυχαναλυτές τόσο πολύ επισημαίνουν -στα απεριόριστα προπύργια που οι αρχικές μας σχέσεις έχουν σε εκείνες τις επόμενες.

Ο Καντ, όπως είπα, ανακάλυψε ένα καινούργιο ηθικό επιχείρημα για την ύπαρξη του Θεού και στις διάφορες μορφές ήταν εξαιρετικά δημοφιλές κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα. Μια μορφή λέει πως δε θα υπήρχε λάθος ή σωστό αν ο Θεός δεν υπήρχε. Προς στιγμή δεν ενδιαφέρομαι για το αν υπάρχει μια διαφορά μεταξύ σωστού και λάθους, ή αν δεν υπάρχει καν· αυτή είναι ακόμη μια ερώτηση. Το σημείο που με ενδιαφέρει είναι, αν είσαι αρκετά σίγουρος ότι υπάρχει μια διαφορά μεταξύ σωστού και λάθους, γιατί τότε βρίσκεσαι σ’ αυτή την κατάσταση: εξαρτάται αυτό από τα διατάγματα του Θεού ή όχι; Αν εξαρτάται από τις διατάξεις του Θεού, τότε για το Θεό τον ίδιο δεν υπάρχει διαφορά μεταξύ σωστού και λάθους και δεν είναι λοιπόν μια σημαντική αναφορά να λέγεται πως ο Θεός είναι καλός. Αν πρόκειται να πεις, όπως κάνουν οι θεολόγοι, ότι ο Θεός είναι καλός, θα πρέπει μετά να πεις ότι το ορθό και το λάθος έχουν κάποιο νόημα που είναι ανεξάρτητο από τα διατάγματα του Θεού, επειδή τα διατάγματα του Θεού είναι καλά κι όχι κακά, ανεξάρτητα από το απλό γεγονός ότι Αυτός τα έφτιαξε. Αν πρόκειται να παραδεχτείς αυτό, τότε πρέπει να πεις ότι όχι μόνο δια μέσω του Θεού το σωστό και το λάθος υπάρχουν, αλλά το ότι είναι στην ύπαρξή τους λογικά πριν του Θεού. Θα μπορούσες, φυσικά, αν σου αρέσει, να πεις ότι υπήρχε μια ανώτερη θεότητα που έδινε οδηγίες εις το Θεό που κατασκεύασε αυτό τον κόσμο ή θα μπορούσες να ακολουθήσεις τη γραμμή που μερικοί αγνωστικιστές ακολούθησαν- μια γραμμή την οποία συχνά θεωρούσα εύλογη- ότι στην πραγματικότητα αυτός ο κόσμος που γνωρίζουμε κατασκευάστηκε από το διάβολο κάποια στιγμή που ο Θεός δεν κοιτούσε. Υπάρχουν πολλά καλά να λεχθούν γι’ αυτή και δεν με ενδιαφέρει να την απορρίψω.

 

Τί είναι τα διατάγματα του Θεού; [Αναίρεση Ράσσελ ταχέως]

Διαβάζοντας κανείς τη Βίβλο και την Καινή Διαθήκη, αντιλαμβάνεται ότι τα διατάγματα του Θεού αφορούν τη συμπεριφορά των ανθρώπων. Στην Παλαιά Διαθήκη, τα τέσσερα πρώτα διατάγματα αφορούν τη συμπεριφορά του ανθρώπου προς το Θεό και τα υπόλοιπα έξι τη συμπεριφορά των ανθρώπων μεταξύ τους (18)· στη δε Καινή Διαθήκη τα δύο βασικά διατάγματα αφορούν, ομοίως με την Παλαιά, ένα τη συμπεριφορά του ανθρώπου προς το Θεό κι ένα τη συμπεριφορά των ανθρώπων μεταξύ τους (19).

Συνοπτικά δηλαδή, τα διατάγματα του Θεού αφορούν:

α) τη σχέση ανθρώπου και Θεού 

β) τη σχέση ανθρώπου κι ανθρώπου.

Ο Ράσσελ υποστηρίζει πως αν τα διατάγματα του Θεού είναι καλά, ανεξάρτητα από το ότι Αυτός τα έφτιαξε, τότε «το σωστό και το λάθος υπάρχουν, αλλά ... είναι στην ύπαρξή τους λογικά πριν του Θεού».

Ο Ράσσελ δεν φαίνεται να αντιλαμβάνεται πως ο Θεός στη Χριστιανική Θεολογία ως Κτίστης του Κόσμου, είναι προ του Κόσμου και προ του Χρόνου. Ο άνθρωπος, όπως κι ο διάβολος, είναι Κτίσμα κι έπεται του άχρονου κι εξωκοσμικού [εκτός χρόνου και κόσμου] Θεού, στο ότι δεν ήτο πάντοτε, αλλά ήρθε στη δημιουργία μια ορισμένη χρονική στιγμή. Επομένως το σωστό και το λάθος, ακόμη και λογικά, δε δύνανται να υπάρχουν προ του Θεού· αυτά καθορίζονται χρονικά μέσα στην κτίση μετά από την πτώση του διαβόλου και την πτώση του ανθρώπου.

Επαναλαμβάνοντας τα ανωτέρω, τα διατάγματα του Θεού αφορούν τη συμπεριφορά του ανθρώπου ως προς τον Κτίστη του Κόσμου και ως προς το συνάνθρωπο· δεν έχει λοιπόν κανένα νόημα κι είναι παράλογο να μιλά κανείς για συμπεριφορά του ανθρώπου, είτε προς το Θεό είτε προς το συνάνθρωπο, πριν ίδιος ο άνθρωπος υπάρξει ως δημιούργημα κι εκπέσει. Ακόμη κι ο διάβολος, μαζί με τα αγγελικά του τάγματα, δεν προϋπήρχαν του Θεού ως «λάθος» συμπεριφορά· η δε διαφορά τους με τον άνθρωπο είναι η αμετανοησία· προς τούτο δεν έχει κανένα νόημα η παράδοση εντολών/διαταγμάτων προς αυτούς εκ μέρους του Θεού, όπως ομοίως στους ανθρώπους, για επάνοδο από την πτώση τους.

Ειπώθηκε επίσης, ότι για να υπάρξει λάθος συμπεριφορά που να απαιτεί διορθωτικά διατάγματα εκ μέρους του Θεού, χρειάζεται μια κακία/πτώση/απομάκρυνση από το αγαθό (=Θεό, βλ. κατωτέρω). Μια τέτοια πτώση ήτο εκείνη του διαβόλου, αλλά κι εκείνη του ανθρώπου. Χρειάστηκε η λανθασμένη συμπεριφορά δύο κτισμάτων του Θεού (Αδάμ κι Εύας), που έπονται του Τελευταίου Χρονικά, για να επακολουθήσουν τα διατάγματα· αυτά δεν εδύναντο να προηγούντο της πτώσης. Με άλλα λόγια, δεν μπορεί να ισχυρίζεται κανείς πως το λάστιχο ενός οχήματος χρειάζεται φούσκωμα, προ να υπάρξει αυτό το ίδιο· κάτι παρόμοιο λέγει ο Ράσσελ· ότι δηλαδή το φούσκωμα του κλαταρισμένου λάστιχου, εκ μέρους του οδηγού, προηγείται του ελαστικού! Είναι ποτέ δυνατόν;

Έχοντας αναφέρει μια φορά όλα τα παραπάνω, συμβαίνει το αντίθετο από ότι πιστεύει ο Ράσσελ· δηλαδή, επειδή «το σωστό και το λάθος... [δεν] είναι  στην ύπαρξή τους λογικά πριν του Θεού», τα διατάγματα του Θεού είναι καλά «από το απλό γεγονός ότι Αυτός τα έφτιαξε» κι οδηγούν τον άνθρωπο σε επάνοδο [προς τον Πατέρα Θεό]. Αντιθέτως, όταν κατασκευάζουν διατάγματα «καλής» συμπεριφοράς οι θνητοί άνθρωποι, τότε αυτά κρίνονται βάση της συμφωνίας/ασυμφωνίας τους προς τα διατάγματα του Θεού· μόνο έτσι υπάρχει ασφαλής μεθοδολογία αξιολόγησής τους.

Για να αποδειχθεί δε, πως τουλάχιστον η εν προκειμένω φιλοσοφία του λόγιου αντιπάλου Μπερτράντ Ράσσελ δεν έχει καμιά απόλυτη αξία περί σωστού και λάθους, παραδίδονται δύο δικές του απόψεις:

α) στην 1η, στο πόνημά του «Γιατί οι στρατιώτες πολεμάνε», η στείρωση παρουσιάζεται ως μια από τις πολύ κακές συνέπειες του πολέμου: «Οι περισσότεροι άνθρωποι τώρα συμμετέχουν για οικονομικούς λόγους κι επειδή δεν περιμένουν ότι θα πρέπει να πάνε στον πόλεμο όπου οι ζωές του θα μπουν σε κίνδυνο ή χειρότερα. Δε γνωρίζουν ότι οι στρατιώτες πεθαίνουν ή σακατεύονται ή στειρώνονται εξαιτίας της έκθεσης στα χημικά όπλα. Πιστεύουν ότι δε θα τους τύχουν κακά πράγματα. Ρισκάρουν... όταν ότι έχουν δει για τον πόλεμο είναι ότι δείχνει η τηλεόραση». (19α)

β) στη 2η άποψή του, στο πόνημα «Ίκαρος ή το μέλλον της επιστήμης», η εναντίωση εις τη στείρωση παρουσιάζεται ως δεισιδαιμονία: «Περνώντας από την ποιότητα εις την ποιότητα του πληθυσμού, ερχόμαστε εις το ερώτημα της ευγονικής. Μπορούμε να υποθέσουμε ότι, αν οι άνθρωποι μεγαλώσουν λιγότερο δεισιδαίμονες, οι κυβερνήσεις θα αποκτήσουν το δικαίωμα να στειρώσει εκείνους που δεν θεωρούνται επιθυμητοί γονείς. Αυτή η δύναμη θα χρησιμοποιηθεί, στην αρχή, για να μειωθεί η ηλιθιότητα, ένα πολύ ποθητός στόχος» (19β).

Επειδή λοιπόν η εναντίωση εις την στείρωση παρουσιάζεται ως δεισιδαιμονία, η στείρωση καθεαυτή είναι κάτι το «λογικό» κι άρα εις τα μάτια ενός Ορθολογιστή τίποτα άλλο παρά το απόλυτο καλό για το οποίο αξίζει να αγωνιστεί κανείς της σχολής αυτής του ορθολογισμού: «Πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι η στάση του Ορθολογισμού, που την καθορίζω ως εκείνη του να μην πιστεύεις σε μια δήλωση ή να προκαλείς άλλους να την πιστέψουν, παρεκτός αν υπάρχει κάποια λογική θεμελίωση για να υποθέσεις ότι είναι αληθής, δεν είναι σε τίποτα διαδεδομένη. Πάρτε το ζήτημα της εκπαίδευσης, ανησυχία για την οποία ο καθηγητής Γκράχαμ Γουάλας μίλησε. Στις περισσότερες χώρες του κόσμου, πάρα πολλές εξαιρετικά αμφίβολες δηλώσεις διδάσκονται στα παιδιά με μεγάλη έμφαση και τα παιδιά μεγαλώνουν δεχόμενα αυτές τις εξαιρετικά αμφίβολες δηλώσεις. Αν τύχει και προσπαθήσεις, όπως κάνουμε εγώ κι η γυναίκα μου αυτή τη στιγμή, να ελευθερώσουμε ένα μικρό αριθμό νεαρών ανθρώπων από τις δεισιδαιμονίες, θα βρεθείς σε μια πολύ δύσκολη κατάσταση. Θα δεις, φυσικά, ότι τα δημόσια χρήματα που πάνε στην εκπαίδευση δε δίδονται σε μια εκπαίδευση που δεν περιέχει στοιχεία δεισιδαιμονίας». (19γ)

 

Αντιφάσεις Ράσσελ  ή «Ρώσικη Σαλάτα»

α. Ο Μπερτράντ στο «επιχείρημα του Σχεδίου» αναρωτιόνταν: «Πιστεύεις ότι, αν σου δίνονταν παντοδυναμία και παντογνωσία κι εκατομμύρια έτη εις τα οποία θα τελειοποιούσες τον κόσμο, εσύ δε θα κατασκεύαζες τίποτα περισσότερο από Κου Κλουξ Κλαν, τους φασίστες και τον κ. Ουίνστον Τσώρτσιλ;».

β. Για το επιχείρημα του Καντ αναφέρει συνοπτικά πως: «Αν [...] ο Θεός είναι καλός, τα διατάγματα του Θεού είναι καλά κι όχι κακά ανεξάρτητα από το απλό γεγονός ότι Αυτός τα έφτιαξε».

Στην α) ρητορική ερώτηση ο Ράσσελ αντιλαμβάνεται δηλαδή πως οι Κου Κλουξ Κλαν, οι φασίστες κι ο Ουίνστον Τσώρτσιλ είναι κάποιου είδους «προκατασκευασμένου κακού» εκ μέρους του Θεού, όπου το κακό έπεται του Θεού· ο Θεός δηλαδή είναι που ευθύνεται για το κακό που αυτά τα σύνολα ατόμων ή επί μέρους άτομα εκφράζουν.

Στην β) θέση ο Θεός αντίθετα δεν ευθύνεται για τα καλά διατάγματα, δηλαδή το καλό προηγείται του Θεού.

Χρήζει δε προσοχής στην μανία του Ράσσελ η εξής σημαίνουσα διαφορά· αν κι ο Θεός ευθύνεται για τους κακούς ανθρώπους, ως π.χ. οι Κου Κλουξ Κλαν, που έχουν ελευθέρα βούληση, εντούτοις «δεν ευθύνεται» για τα καλά διατάγματα του, που δεν έχουν ελευθέρα βούληση. Σε ανάλογη περίπτωση ο Ράσσελ θα μπορούσε να λέγει ότι ένας νομοθέτης ευθύνεται μεν για τον κακό χαρακτήρα κάποιων απογόνων του, αλλά δεν ευθύνεται για τους καλούς νόμους που έδωσε. Αυτό ακριβώς υπαινίσσεται ο Ράσσελ.

Δεν χρειάζονται λοιπόν πολλά λόγια για να αντιληφθεί κανείς την πάγια αθεϊστική μανία με την οποία ο Θεός πάντοτε είναι κατηγορούμενος για όλα και καθόλα τα κακά του κόσμου, ενώ ουδέποτε Του αναγνωρίζεται κάποιο καλό έργο· καθημερινά ο χριστιανός μέσα στην κοινωνία αντιλαμβάνεται αυτού του είδους «τα δύο μέτρα και δυο σταθμά» κατά του Θεού από άπιστους. Επί παραδείγματι, όταν ο Θεός στη Βίβλο αφαιρεί τη ζωή από κάποιους ασεβείς κατηγορείται ως «δολοφόνος»· παράλληλα δεν Του αναγνωρίζεται η ιδιότητα του ζωοδότη, δηλαδή Αυτού του Μοναδικού που δημιούργησε τη Ζωή, πάντοτε σύμφωνα με τη Βίβλο. Αυτή η δεύτερη αναγνώριση αναγκαστικά αφαιρεί το χαρακτηρισμό του «δολοφόνου» από το Θεό, εφόσον κλέπτης δεν μπορεί να είναι ο δανειστής που ζητά το δάνειο πίσω από το δανειζόμενο και μάλιστα χωρίς κανένα τόκο.

Τα άνωθι είναι αρκετά προς αντίκρουση του σκεπτικού του Ράσσελ· τα κατωτέρω είναι για τους εις τα περισσότερα εξαντλούμενους. (βλ. και ενότητα περί αποκαταστάσεως της δικαιοσύνης).

 

Καλό & Κακό στην Ορθόδοξη Θεολογία (βασισμένο σε εργασία της ΟΟΔΕ http://www.oodegr.com)

Για να είναι κάτι «ον», ως είναι Ον ο Θεός, πρέπει να είναι «υπαρκτό». Είναι «ον» το κακό στην Ορθόδοξη Θεολογία;

Το κακό, είναι το εντελώς αντίθετο του καλού. Αν καλό είναι η ύπαρξη, η γνώση, η κατοχή, η αφθαρσία, η αϊδιότητα, η κίνηση, το φως, η λογική, η παντοδυναμία, κ.λ.π., τότε κακό είναι τα ακριβώς αντίθετα, δηλαδή η ανυπαρξία, η άγνοια, η έλλειψη, η φθορά, η προσωρινότητα, η ακινησία, το σκοτάδι, ο παραλογισμός, η αδυναμία κ.λ..π.

Το κακό είναι η στέρηση του καλού όπως λ.χ. το σκοτάδι είναι έλλειψη φωτός κι η άγνοια έλλειψη γνώσης. Η έλλειψη είναι η μη κατοχή· για παράδειγμα η ακινησία είναι έλλειψη κίνησης. Αν το καλό είναι η αιωνιότητα, η παντοδυναμία και το υπαρκτό (Θεός), τότε το κακό είναι η προσωρινότητα, η αδυναμία κι η ανυπαρξία!

Αν ο Θεός είναι καλός κι εκείνο που πράγματι υπάρχει, τότε το κακό δεν μπορεί να είναι ούτε παντοδύναμο, ούτε αιώνιο, ούτε καν υπαρκτό!

Μα τότε, πώς το κακό «υπάρχει» αφού το βλέπουμε τριγύρω μας καθημερινά να συμβαίνει;

Αυτό που βλέπουμε γύρω μας ως «κακό», δεν είναι παρά η έλλειψη του καλού, κι όχι κάτι κακό που είναι αυθύπαρκτο. Δεν μπορούν να υπάρχουν δύο ίσες κι αντίθετες οντότητες/δυνάμεις, όπως πιστεύεται στην αρχαία κινεζική φιλοσοφία  περί γιν και γιανγκ ή σε διάφορους νεογνωστικούς κλάδους.

 

 Αριστερά: Τα γιν και γιανγκ, σύμφωνα με την κινεζική φιλοσοφία, συμμετέχουν ίσα εις την δημιουργία όλων των πραγμάτων μέσα στο φυσικό κόσμο. (Πηγή: A History of Chinese Philosophy, Vol. II, The Period of Classical Learning, from the Second Century b.C. to the Twentieth Century A.D., by Fung Yu-Lan, Translated by Derk Bodde, First Princeton Paperback Printing, 1983, σελ.12, http://books.google.gr)

 

Με βάση τα παραπάνω:

1. Αν ο καλός θεός είναι το «Ον» (υπαρκτός), ο κακός, είναι το «μη ον» (ανύπαρκτος).

2. Ο κακός, θα στερείτο κάθε καλού, άρα δεν θα ήταν ούτε παντοδύναμος, ούτε αιώνιος, ούτε παντογνώστης, ούτε λογικός, ούτε άφθορος.

3. Το φως διαλύει πάντοτε το σκοτάδι κι είναι γι’ αυτό πάντοτε δυνατότερο.

4. Δεν γίνεται να υπάρχουν δύο πανταχού παρούσες κι αντίθετες αρχές, επειδή τότε θα συγχέονταν και δε θα υπήρχε διάκριση καλού και κακού.

5. Επειδή η αρχή του δύο είναι το ένα, θα έπρεπε να προηγείται ο ένας του άλλου κι όχι να υπάρχουν δύο αρχές.

6. Εάν το αΐδιο είναι άχρονο, είναι κι άτρεπτο. Εάν λοιπόν είναι άτρεπτο, δεν είναι διχασμένο, αλλά συγκεκριμένο.

7. Εάν υπάρχουν δύο εντελώς αντίθετες αρχές, δεν μπορεί να συνεργάστηκαν στη δημιουργία. Η δημιουργική αρχή τού σύμπαντος (πρέπει να) είναι μία.

8. Με δύο ίσες κι αντίθετες αρχές, θα υπήρχε αναρχία. Κι επειδή η αναρχία είναι έλλειψη τάξης, θα υφίστατο μόνο μία αρχή, η κακή.

9. Οι δύο αντίθετες αρχές, θα κοινωνούσαν τουλάχιστον κατά την ύπαρξη. Επειδή όμως η ύπαρξη είναι κάτι καλό, δεν μπορεί να υπάρχει κάτι εντελώς κακό.

10. Εάν οι αρχές είναι δύο, τότε το «ΕΙΝΑΙ», είναι η μόνη πραγματική αρχή.

11. Το «ον» είναι η αιτία του «είναι» κι όχι το αντίθετο. Η αρχική αιτία όλων είναι μία: «ο Ων»· δηλαδή το καλό είναι αυτό που υπάρχει κι όχι το κακό, που είναι έλλειψη όντος.

12. Η αρχή του κάθε όντος, (υπαρκτική, χρονική, τοπική κι ενεργητική), έχει μία αφετηρία κι όχι δύο. Μία είναι αναλόγως η αρχή όλων.

13. Το μη ον, ως στέρηση, πρέπει να λάβει αρχή από το ον.

14. Δε θα μπορούσε το «μη ον» να βρίσκεται στο βασίλειο του όντος, επειδή γι’ αυτό το καλό είναι κακό.

15. Αν υπάρχει πάλη των δύο αντιθέτων, τότε δεν υπάρχει ατρεψία.

16. Κανείς από τους δύο δε θα ήταν παντοδύναμος κι απεριόριστος, αν δεν είχε εξουσία επί του άλλου.

17. Αν υπήρχε αυτοδύναμο όντως κακό, δε θα μπορούσε το καλό να είναι όντως καλό και να μην το υποτάσσει.

(Λέγοντας πως ο Θεός είναι ένας, τούτο έχει νόημα όσον αφορά την ουσία του και την αιτιότητα, που όμως δεν ισχύει για τις υποστάσεις που θα μπορούσε να έχει [βλ. Αγία Τριάς]· στην εκτός χώρου και χρόνου κατάσταση του απείρου Θεού, δεν υπάρχει νόημα των αριθμών, με τους οποίους μετρώνται τα πεπερασμένα αντικείμενα).

 

Δεξιά: Οι άνθρωποι φαντάζονται το καλό και το κακό ως δύο αντίπαλες δυνάμεις που μάχονται η μία την άλλη. Έτσι τις περισσότερες φορές οι ήρωες του «καλού» με τους φόνους που επιτελούν δύσκολα διαχωρίζονται από τους «κακούς»· μάλλον ταυτίζονται εις τις πράξεις. Το χειρότερο που συμβαίνει σε κινηματογραφικά έργα με «καλούς»/«κακούς» είναι η νομιμοποίηση της βίας από τους «καλούς», για να «νικηθεί» το «κακό». Στην Ορθόδοξη Θεολογία δεν υπάρχει καμία διαφορά μεταξύ τους· το «κακό» δε νικιέται με περισσότερο ή «σωστότερο» κακό· αντίθετα κατ’ αυτόν τον τρόπο διαιωνίζεται. [Στους πολέμους το ζήτημα είναι πιο περίπλοκο].

Ο Χριστός δίδαξε το δρόμο των Αγίων, την μη αντίσταση στο πονηρό δηλαδή την αποδοχή της κακής αδικίας (20). Είναι ένα σημείο δυσκολονόητο για τους εκτός Εκκλησίας.

Ο Χριστός σε κάποια υποθετικά «Ευαγγέλια», θα μπορούσε κάλλιστα ως «καλός ήρωας» να θαυματουργήσει κατά Ρωμαίων κι Ιουδαίων αποτρέποντας την αδικία [βασανιστήρια & σταύρωση] που επρόκειτο να υποστεί. Αντίθετα δεν αντιστάθηκε, παρά δέχθηκε το σταυρό [αδικία] υποτάσσοντας εαυτόν εις την καλή βούληση του καλού Πατρός (21).

Ο σταυρός του κάθε Χριστιανού, εκφράζει το βαθμό αδικίας που θα θελήσει να ανεχθεί ο ίδιος, από τη στιγμή που θα αποφασίσει να γίνει ακόλουθος του δρόμου που δίδαξε ο Χριστός (22).

 

Ο Διάβολος

Μπορεί άραγε να υπάρχει κάποιο λογικό ον, που να είναι φορέας του κακού;

Ναι μπορεί, αλλά με τις εξής προϋποθέσεις:

1. Πρέπει να έχει λάβει την αρχή του από τον μοναδικό και καλό Θεό.

2. Ως νοήμων φορέας του κακού, πρέπει να έχει κάποιες ιδιότητες, όπως λογική, ύπαρξη, ενέργεια, κ.λ.π. Επειδή όμως αυτές οι ιδιότητες είναι καλές, συνεπώς δεν υπάρχει απόλυτο, αλλά επί μέρους κακό· αυτό είναι κάποιο ον που ενώ έχει κάποιες καλές ιδιότητες, στερείται κάποιων άλλων καλών ιδιοτήτων.

Όμως, εάν ο φορέας του κακού είναι κτιστός, πώς συνέβη κι ο καλός Θεός τον έκτισε;

Εφ’ όσον ο κακός είναι κτιστός και δεν είναι εντελώς κακός, αυτό σημαίνει πως ό,τι καλό έχει, του δόθηκε από τον καλό δημιουργό του. Του δόθηκε λοιπόν κι η ελευθερία βούλησης, που είναι κάτι καλό. Επειδή όμως ό,τι κάνει ο Θεός είναι καλό, μόνο αυτόβουλα μπορεί να απολέσει κάποιος τα καλά στοιχεία του και να γίνει κακός. Συνεπώς, το κακό, είναι συνέπεια της αυτόβουλης απώλειας των καλών στοιχείων κάποιου όντος.

Εάν δεν υπήρχε κάποιος νοήμων φορέας του κακού στο σύμπαν, δεν θα υπήρχε κακό, επειδή τα πάντα θα ήταν καλά ως δημιουργήματα του απολύτως καλού δημιουργού. Κι αν πρόκειται να αναφερθεί κανείς σε μη νοήμονα δημιουργία, δεν τίθεται θέμα καλού και κακού, καθώς μια πέτρα ή ένας πλανήτης για παράδειγμα, δε διακρίνουν το καλό ή το κακό, ούτε έχουν έννοια τα τελευταία γι’ αυτά. Το κακό για να είναι πράγματι κακό, προϋποθέτει έναν λογικό φορέα, που να μπορεί να το διακρίνει ή να το επιλέξει αυτόβουλα: «Η Φύση [...] έφερε στο προσκήνιο τελικά ένα παιδί [τον άνθρωπο], που υπόκεινται ακόμη στις δυνάμεις της, αλλά που έχει τη χάρη της γνώσης του καλού και του κακού». (22α)

 

Ο Θεός κατ’ ανάγκην καλός;

Ο Θεός δεν είναι κατ’ ανάγκη καλός αλλά κατά δική Του βούληση, όπως φάνηκε ανωτέρω στο επιχείρημα του Φυσικού Νόμου.

Ειδικότερα, εφόσον ένας μόνο Θεός μπορεί να υπάρξει ως Δημιουργός του σύμπαντος (βλ. παραπάνω), είναι σαφές, ότι δημιουργεί αυτό που Εκείνος θεωρεί καλό να δημιουργήσει. Έτσι, η δική Του κτίση, έχει και θεωρεί καλό, κατ’ ανάγκην αυτό που Εκείνος ορίζει ως καλό· η κτίση Του ευφραίνεται σ’ αυτό, όπως κι ο Δημιουργός. Εάν ο Δημιουργός ήθελε να κτίσει κάτι διαφορετικό, πάλι αυτό θα θεωρείτο καλό από τον ίδιο κι από την κτίση Του και θα ήτο κι εκείνο καλό.

Επειδή το κακό είναι σχετικό, ανάλογα με τις ενέργειες του Κτίστη, θα μπορούσε κάλλιστα κανείς να ορίσει πως κακό είναι ό,τι γίνεται χωρίς την επιδοκιμασία του Κτίστη· Αυτός και μόνο είναι το απόλυτο σημείο αναφοράς, όπως ακριβώς η μάνα κι ο πατέρας είναι τα απόλυτο σημεία αναφοράς για τη γέννηση των παιδιών.

Είναι λάθος να θεωρείται καλό ό,τι ευφραίνει τους ανθρώπους σωματικά και ψυχικά, και κακό ό,τι τους δυσαρεστεί [αυτό πράττει ο Ράσσελ σε πολλά δοκίμιά του]. Υπάρχει φαινομενικό καλό και φαινομενικό κακό. Για παράδειγμα, ο πόνος μιας εγχείρησης φαίνεται κακός, στην πραγματικότητα όμως είναι καλός, μια και γίνεται αιτία θεραπείας του ασθενούς. Ομοίως, η φυλάκιση κάποιου ανθρώπου, φαίνεται κακή, όταν όμως είναι απαραίτητη για να προστατευθεί το κοινωνικό σύνολο, είναι καλή. Αντιθέτως, διάφορες ηδονές φαίνονται καλές, φέρνοντας τέρψη. Συχνά όμως, οδηγούν σε μεγάλο κακό. Οι γαστρίμαργοι «περνάνε καλά» τρώγοντας συνέχεια. Στο τέλος όμως καταστρέφουν την υγεία τους.

 

Βλέπε κι ενότητα «Η πραγματική πλευρά του ηθικού προβλήματος»

 

 

 

Η ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ - THE ARGUMENT FOR THE REMEDYING OF INJUSTICE

 

[The Argument For The Remedying Of Injustice

 Then there is another very curious form of moral argument, which is this: they say that the existence of God is required in order to bring justice into the world. In the part of the universe that we know there is a great injustice, and often the good suffer, and often the wicked prosper, and one hardly knows which of those is the more annoying; but if you are going to have justice in the universe as a whole you have to suppose a future life to redress the balance of life here on earth, and so they say that there must be a God, and that there must be Heaven and Hell in order that in the long run there may be justice.  That is a very curious argument. If you looked at the matter from a scientific point of view, you would say, "After all, I only know this world. I do not know about the rest of the universe, but so far as one can argue at all on probabilities one would say that probably this world is a fair sample, and if there is injustice here then the odds are that there is injustice elsewhere also." Supposing you got a crate of oranges that you opened, and you found all the top layer of oranges bad, you would not argue: "The underneath ones must be good, so as to redress the balance." You would say: "Probably the whole lot is a bad consignment;" and that is really what a scientific person would argue about the universe. He would say: "Here we find in this world a great deal of injustice, and so far as that goes that is a reason for supposing that justice does not rule in the world; and therefore so far as it goes it affords a moral argument against deity and not in favor of one." Of course I know that the sort of intellectual arguments that I have been talking to you about is not really what moves people. What really moves people to believe in God is not any intellectual argument at all. Most people believe in God because they have been taught from early infancy to do it, and that is the main reason.

Then I think that the next most powerful reason is the wish for safety, a sort of feeling that there is a big brother who will look after you. That plays a very profound part in influencing people's desire for a belief in God .]

Το επιχείρημα της αποκατάστασης της δικαιοσύνης

Υπάρχει ακόμη μια πολύ παράξενη μορφή ηθικού επιχειρήματος, που είναι η εξής: λένε πως η ύπαρξη του Θεού χρειάζεται για να έρθει η δικαιοσύνη εις τον κόσμο. Στην μεριά του σύμπαντος που γνωρίζουμε υπάρχει μεγάλη αδικία, και συχνά ο καλός υποφέρει, και συχνά ο κακός προοδεύει, και κανείς δύσκολα γνωρίζει ποιο από τα δύο είναι το πιο ενοχλητικό· αλλά αν πρόκειται να έχεις δικαιοσύνη εις τον κόσμο στο σύνολο θα πρέπει να υποθέσεις ότι μια μελλοντική ζωή θα αποκαταστήσει την ισορροπία της ζωής εδώ εις τη γη κι έτσι όλοι λένε πως πρέπει να υπάρχει ένας Θεός, κι ότι πρέπει να υπάρχει Παράδεισος και Κόλαση ώστε εις το τέλος να υπάρξει δικαιοσύνη. Αυτό είναι ένα πολύ παράξενο επιχείρημα. Αν κοίταζες το ζήτημα από μια επιστημονική άποψη, θα έλεγες: «Ούτως ή άλλως, γνωρίζω μόνο αυτό τον κόσμο. Δεν ξέρω για το υπόλοιπο σύμπαν, αλλά μέχρι τώρα όσο μπορεί κανείς να υποστηρίζει όλες τις πιθανότητες ένας θα μπορούσε να πεις ότι πιθανώς αυτός ο κόσμος είναι ένα καλό παράδειγμα, κι αν υπάρχει αδικία εδώ τότε υπάρχουν οιωνοί πως θα υπάρχει κι αδικία κι αλλού επίσης». Ας υποθέσουμε ότι έχεις ένα καφάσι με πορτοκάλια που είναι ανοικτό κι ανακαλύπτεις όλα τα πορτοκάλια της πάνω σειράς σάπια, δε θα επιχειρηματολογούσες: «Η κάτω σειρά πρέπει να είναι γερή, για να αποκατασταθεί η ισορροπία». Θα έλεγες: «Πιθανώς όλα τα πορτοκάλια είναι σάπια»· κι αυτό είναι πράγματι ότι ένας επιστήμονας θα επιχειρηματολογούσε γύρω από το σύμπαν. Θα έλεγε: «Εδώ σ’ αυτό τον κόσμο βρίσκουμε μια μεγάλη αδικία κι άρα υπάρχει ένας λόγος να υποθέσουμε ότι το δίκαιο δεν κυβερνά τον κόσμο· επομένως αυτό συνιστά ένα ηθικό επιχείρημα ενάντια στο Θεό κι όχι υπέρ ενός». Φυσικά, γνωρίζω πως τα είδη των πνευματικών επιχειρημάτων για τα οποία σας συζητώ δεν είναι πράγματι ότι πείθει τον κόσμο. Αυτό που πείθει τον κόσμο να πιστεύει εις το Θεό δεν είναι κάποιο πνευματικό επιχείρημα εξ άλλου. Οι περισσότεροι άνθρωποι πιστεύουν εις το Θεό εξαιτίας του ότι το διδάχτηκαν από την παιδική ηλικία, κι αυτός είναι ο κύριος λόγος.

Μετά σκέφτομαι ότι ο επόμενος πιο δυνατός λόγος είναι η επιθυμία για ασφάλεια, ένα είδος συναισθήματος όπου ένας μεγάλος αδελφός υπάρχει για να σε φροντίζει. Αυτό παίζει ένα βαθύ μέρος επηρεάζοντας τους ανθρώπους να πιστέψουν εις το Θεό.

 

Η «αποκατάσταση» της Δικαιοσύνης

Εις το πόνημα του Ράσσελ, κι εις τα επιχειρήματα των δυτικών, διαφαίνεται πως ο Θεός «πρέπει» να αποκαταστήσει τη δικαιοσύνη, ως κάποιου είδος «δικαστής»· μια άποψη περί του Θεού ως εκείνη της ανάγκης ή της ειμαρμένης της αρχαιότητας, όπου οι θεοί υπακούουν σε «φυσικούς νόμους» που προηγούνται αυτών. Δίχως άλλο αυτή η άποψη είναι μια στρέβλωση του Θεού για τον Ορθόδοξο χώρο όπου, εν αντιθέσει με τους Προτεστάντες και τους Ρωμαιοκαθολικούς, ο Θεός δε θα βασιλέψει στον κόσμο επειδή «πρέπει» να αποκατασταθεί η δικαιοσύνη, αλλά διότι ο Θεός αγαπά τα πλάσματά Του κι επιθυμεί να ζήσει μαζί τους. Δεν πρέπει να ξεχνά κανείς πως η ίδια η Δημιουργία προέκυψε από την Αγάπη του Θεού. Η Κόλαση κι ο Παράδεισος, το μοίρασμα δηλαδή των ανθρώπων θα προκύψει αναγκαστικά εξ αυτής της παρουσίας του καθαρού Πνεύματος του Θεού έναντι της αμετανόητης αμαρτίας που φέρει ο καθείς, όπως αναλόγως ανατέλλει ο ήλιος και κάπου προκύπτει φως ή αλλού σκιά, ανάλογα με τις θέσεις των αντικειμένων. Δεν είναι δηλαδή η ανάγκη της δικαιοσύνης που θα φέρει τον Θεό στην 2α Παρουσία, αλλά η παρουσία του Θεού αναγκαστικά θα φέρει τη δικαιοσύνη εφόσον η αδικία θα πάψει μέσα στην βασιλεία Του.

Παρότι λοιπόν αυτή η θέση των Δυτικών δε θεωρείται σύμφωνη με την Ορθόδοξη θεώρηση των πραγμάτων, εντούτοις θα συνεχιστεί η κριτική επί του Ράσσελ για να παρουσιαστούν οι παράξενες ρητορικές ή σοφιστικές τακτικές του στον αναγνώστη.

 

Κατάρριψη Ράσσελ Ταχέως

Θα πρέπει να θυμηθεί ο αναγνώστης την «κριτική σκέψη» του Ράσσελ στην αρχή ετούτου του πονήματός του, κατά του επιχειρήματος της 1ης αιτίας· σε εκείνη την περίπτωση ο Ράσσελ δε χρησιμοποίησε την εμπειρία κάνοντας χρήση της όρασης («Θεωρείται ότι καθετί που βλέπουμε σ’ αυτόν τον κόσμο έχει μια αιτία»), όπως κάνουν οι «Εκκλησιαστικοί παράγοντες» για να πιθανολογήσει υπέρ της 1ης αιτίας της κτίσης, παρά έκανε μία επίκληση εις τη φαντασία των ακροατών του προτείνοντας πως «Η ιδέα ότι τα πράγματα θα πρέπει να έχουν μιαν απαρχή οφείλεται εις την έλλειψη της φαντασίας μας» για την πολεμήσει (βλ. περισσότερα στην ενότητα περί της 1ης αιτίας).

Τότε, ο Ράσσελ είχε επισημάνει ότι «Αν καθετί πρέπει να έχει μιαν αιτία, τότε κι ο Θεός πρέπει να έχει μιαν αιτία. Αν μπορεί να υπάρχει κάτι χωρίς καμιά αιτία, θα μπορούσε κάλλιστα να είναι ο κόσμος θεός»· επιχειρηματολόγησε δηλαδή έναντι του Αναίτιου Θεού χωρίς να έχει εμπειρία περί Αυτού, ενώ έβαζε εις τη θέση του Θεού (αναίτια) τον κόσμο, παρότι η εμπειρία του πρότασσε πως «καθετί που βλέπουμε σ’ αυτόν τον κόσμο έχει μια αιτία» μεταβολής.

Στην παρούσα ενότητα ο Ράσσελ, χρησιμοποιεί αντιθέτως την εμπειρία για να πιθανολογήσει κατά της φαντασίας λέγοντας ότι: «Ας υποθέσουμε ότι έχεις ένα καφάσι με πορτοκάλια που είναι ανοικτό, κι ανακαλύπτεις όλα τα πορτοκάλια της πάνω σειράς σάπια, δε θα επιχειρηματολογούσες: «Η κάτω σειρά πρέπει να είναι γερή, για να αποκατασταθεί η ισορροπία». Θα έλεγες: «Πιθανώς όλα τα πορτοκάλια είναι σάπια»».

Παρατηρεί λοιπόν ο καθείς ότι:

1ον οι πιθανότητες δε χρησιμοποιούνται από τον Ράσσελ υπέρ του επιχειρήματος της 1ης αιτίας· δίδεται άπλετος τόπος εις τη φαντασία.

2ον στην αποκατάσταση της δικαιοσύνης χρησιμοποιούνται οι πιθανότητες έναντι της φαντασίας.

Είτε λοιπόν ο Ράσσελ θα πρέπει να αποδεχθεί το επιχείρημα της 1ης αιτίας ως πιθανότερο βάση της εμπειρίας, είτε να αποδεχθεί το επιχείρημα της αποκατάστασης της δικαιοσύνης ως πιθανό ένεκα της φαντασίας. Και τα δύο δε δύναται να τα πολεμάει αλλάζοντας κάθε φορά πλεύση 180ο καταπώς το συμφέρει, τουλάχιστον με τα παρόντα επιχειρήματα.

 

Επιπλέον Αντιφάσεις Ράσσελ ή «Ρώσικη Σαλάτα» Νο 2

Για να επιχειρηματολογήσει κατά του Θεού, ο Ράσσελ μπαίνει σ’ ένα νέο επιχείρημα περί της ηθικής του κόσμου και λέγει: «Εδώ σ’ αυτό τον κόσμο βρίσκουμε μια μεγάλη αδικία κι άρα υπάρχει ένας λόγος να υποθέσουμε ότι το δίκαιο δεν κυβερνά τον κόσμο· επομένως αυτό συνιστά ένα ηθικό επιχείρημα ενάντια στο Θεό κι όχι υπέρ ενός».

Το ίδιο επιχείρημα επικαλείται και σε διαφορετική εργασία του: «Ο άνθρωπος, όπως μας βεβαιώνουν οι θεολόγοι, είναι ένα τόσο τέλειο Ον που μπορεί να λογιστεί ως το αποκορύφωμα των μεγάλων αιώνων του νέφους και λάσπης που ήταν το πρελούδιο. Νομίζω πως οι θεολόγοι πρέπει να ήταν τυχεροί στις ανθρώπινές τους επαφές. Δεν μου φαίνεται να έχουν δώσει βάρος στο Χίτλερ και στο Κτήνος του Μπέλσεν. Αν ο Παντοδύναμος, με όλο το χρόνο στη διάθεσή του, σκέφτηκε πως άξιζε να φτάσει σε αυτούς τους ανθρώπους σε τόσα εκατομμύρια χρόνια εξέλιξης, τότε μπορώ μόνο να πω ότι το ηθικό κι το αισθητικό γούστο που περικλείονται είναι φτωχά.» (22β)

Επίσης σ’ άνωθι ενότητα υποστήριζε ο Ράσσελ πως «δεν είναι λοιπόν μια σημαντική αναφορά να λέγεται πως ο Θεός είναι καλός. ... πρέπει να πεις ότι όχι μόνο δια μέσω του Θεού το σωστό και το λάθος υπάρχουν, αλλά το ότι είναι στην ύπαρξή τους λογικά πριν του Θεού». Μα δεν γίνεται όντως ακατανόητος ο Ράσσελ σαν προσπαθεί να κατηγορήσει το Θεό; Ειδάλλως, πώς είναι δυνατόν εις τη δεύτερη θέση του ο Ράσσελ να επιθυμεί να αποδείξει πως το καλό/κακό είναι ανεξάρτητα του Θεού και στην πρώτη ενότητα η ύπαρξη αδικίας στον κόσμο να αρνείται τον Θεό; Είτε το καλό είναι συνυφασμένο με το Θεό είτε δεν είναι· «έτσι δεν είναι κ. Ράσσελ»;

Πρέπει όμως θα επαναληφθούν ξανά τα λόγια του φιλοσόφου: «Προς στιγμή δεν ενδιαφέρομαι για το αν υπάρχει μια διαφορά μεταξύ σωστού και λάθους ή αν δεν υπάρχει καν· αυτή είναι ακόμη μια ερώτηση», για να φανερωθεί ότι η εξαίρεση της διαφοράς αυτής γίνεται μόνο και μόνο ένεκα στελέχωσης μιας ακόμη κατηγορίας προς το Θεό· διότι κανείς δεν μπορεί να εννοήσει το σκεπτικό του Ράσσελ· το ότι το «δίκαιο δεν κυβερνά τον κόσμο», δεν είναι ευθύνη του Θεού, αλλά του ανθρώπου (βλ. κάτωθι «Παραδοχή Ράσσελ υπέρ αιτίων των μεταβολών»).

Ελέχθη δε σε ανωτέρω ενότητα, ότι ο Θεός των Χριστιανών είναι εκτός κόσμου κι εκτός αμαρτίας (23). Όταν λοιπόν κάποιος εξετάζει τον κόσμο για να αντιληφθεί τα περί του εκτός κόσμου, δεν είναι σαν να κοιτάει «τα πορτοκάλια της πάνω σειράς σάπια» και να συμπεραίνει ότι «Πιθανώς όλα τα πορτοκάλια είναι σάπια», αλλά είναι σαν να κοιτά «τα πορτοκάλια της πάνω σειράς σάπια» και να αποφαίνεται θετικά ή αρνητικά για ένα μακρινό καλάθι με μήλα.

Περεταίρω, ο Ράσσελ θέλοντας να στριμώξει εντός του κόσμου τον Θεό, εις την ενότητα «ηθικά επιχειρήματα υπέρ της θεότητας», δίδασκε ότι «τα διατάγματα του Θεού είναι καλά κι όχι κακά ανεξάρτητα από το απλό γεγονός ότι Αυτός τα έφτιαξε.» Άγνωστο λοιπόν γιατί ένας άδικος κόσμος με ελεύθερη βούληση πρέπει να εξαρτάται από τον κατασκευαστή, όταν τα διατάγματά ενός κατασκευαστή δεν εξαρτώνται από τον τελευταίο.

Έπειτα ο Ράσσελ ήταν εκείνος που παρατηρούσε ενάντια στον Θεό: «πρέπει να πεις ότι όχι μόνο δια μέσω του Θεού το σωστό και το λάθος υπάρχουν, αλλά το ότι είναι στην ύπαρξή τους λογικά πριν του Θεού». Γιατί λοιπόν στην παρούσα περίπτωση το άδικο εις τον κόσμο δεν προηγείται του Θεού, αλλά αντιθέτως έπεται; η «απάντηση» είναι πως αν το άδικο προηγείται, τότε δεν μπορεί να στελεχωθεί καμία κατηγορία προς το Θεό. Αναγκαστικά λοιπόν ο Ράσσελ ως «τίμιος» άθεος βάζει το άδικο(/δίκαιο) αυτή την φορά να επακολουθεί του Θεού, παρότι όταν εναντιώνονταν εις τα «ηθικά επιχειρήματα υπέρ της θεότητας» επιθυμούσε να συμπαρασύρει τους Χριστιανούς εις την άποψη ότι το δίκαιο(/άδικο) προηγείται του Θεού.

Θα επαναληφθεί εδώ ότι ελέχθη ανωτέρω: είτε λοιπόν ο Ράσσελ θα πρέπει να αποδεχθεί το επιχείρημα της 1ης αιτίας ως πιθανότερο βάση της εμπειρίας, είτε να αποδεχθεί το επιχείρημα της αποκατάστασης της δικαιοσύνης ως πιθανό ένεκα της φαντασίας.  Και τα δύο δε δύναται να τα πολεμάει αλλάζοντας κάθε φορά πλεύση 180ο καταπώς το συμφέρει με τα παρόντα επιχειρήματα.

 

Παραδοχή Ράσσελ υπέρ αιτίων των μεταβολών

Στις ανώτερες ενότητες έγινε κατανοητό ότι ο Ράσσελ επιθυμούσε τη χρήση της «φαντασίας» ενάντια εις τα εμπειρικά δεδομένα, για να μετριάσει την «αξία» του επιχειρήματος της 1ης αιτίας. Σε όλες όμως τις ενότητες που περικλείουν τα ενάντια εις τα ηθικά επιχειρήματα, ο Ράσσελ χρησιμοποίησε τα εμπειρικά δεδομένα για να δογματίσει κι απόφυγε τη «φαντασία». Λεπτομερέστερα παραδέχθηκε ότι:

1. «Οι περισσότεροι άνθρωποι πιστεύουν εις το Θεό, εξαιτίας του ότι το διδάχτηκαν από την παιδική ηλικία»·

2.  Ο Κάντ ήταν «σαν πολλούς ανθρώπους: στα ζητήματα λογικής ήταν σκεπτικιστής, αλλά στα ζητήματα της ηθικής πίστευε απεριόριστα στα γνωμικά που εμποτίστηκε στα γόνατα της μητέρας του»·

Εκ των ηθικών θέσεων του Ράσσελ, ο καθείς κατανοεί πως ο χαρακτήρας των ανθρώπων κι η δικαιοσύνη κι η αδικία που ετούτοι εκφράζουν (βλ. κρίσεις Ράσσελ για «Κου Κλουξ Κλαν, τους φασίστες και τον κ. Ουίνστον Τσώρτσιλ») εξαρτώνται από παράγοντες που δεν ανάγονται 100% επί του Θεού· προς τούτο άλλωστε τα διατάγματα Του θεσπίστηκαν ως πυξίδα συμπεριφοράς. Είναι δε γνωστό πως η διδαχή των Ευαγγελίων παραδίδει το Διάβολο ως άρχοντα του κτιστού κόσμου (24), πράγμα που πιστοποιεί περεταίρω Αγιογραφικά την ευθύνη των κτιστών όντων για την αδικία/δικαιοσύνη εντός του κόσμου, παρά του Θεού.

 

Γενικοποίηση Ράσσελ

Δεν αρκούσαν δε όλα τα παντοειδή τεχνάσματα του Ράσσελ που αναφέρθηκαν ανωτέρω για να πλανηθεί ο ίδιος και να πλανέψει. Ανακάτεψε στη διάταξή του ακόμη ένα· μια γενικοποίηση τόσο τεράστια, όσο τεράστιο είναι όλο το κτιστό σύμπαν:

«Αν κοίταζες το ζήτημα από μια επιστημονική άποψη, θα έλεγες: «Ούτως ή άλλως, γνωρίζω μόνο αυτό τον κόσμο. Δεν ξέρω για το υπόλοιπο σύμπαν, αλλά μέχρι τώρα όσο μπορεί κανείς να υποστηρίζει όλες τις πιθανότητες ένας θα μπορούσε να πεις ότι πιθανώς αυτός ο κόσμος είναι ένα καλό παράδειγμα κι αν υπάρχει αδικία εδώ τότε υπάρχουν οιωνοί πως θα υπάρχει κι αδικία κι αλλού επίσης».

Είναι στα αλήθεια ποτέ δυνατόν ο κόσμος που γνωρίζει ο άνθρωπος να χρησιμοποιείται ως κανόνας κι αντιπροσωπευτικό δείγμα περί αδικίας σε ένα σύμπαν τεραστίων-ασύλληπτων διαστάσεων; Μπορεί κανείς να ανοίγει ένα «καφάσι με πορτοκάλια» στη γη που είναι σάπια και να αποφαίνεται πως όλα τα καφάσια των φρούτων του κόσμου είναι ομοίως σάπια; Εκ τούτου, δεν έχει απολύτως κανένα νόημα η επίκληση της επιστήμης από το Ράσσελ για μια τέτοια τεράστια γενικοποίηση: «Αν κοίταζες το ζήτημα από μια επιστημονική άποψη»...

Πόσο άτοπη λοιπόν είναι αυτή η γενικοποίηση όταν χρησιμοποιείται από το Ράσσελ για να υποστηρίξει την άποψη πως αν ο κόσμος έχει μια κάποια 1η αιτία, τότε πρέπει να έχει κι ο Θεός μια τέτοια; («ποιός έφτιαξε το Θεό;»). Η αλήθεια είναι πως  ακόμη κι αν ήτο ποτέ δυνατό ένας να αποφαίνεται για όλα τα καφάσια εντός του κόσμου, κρίνοντας από ένα και μόνο ιδικό του καφάσι εντός του ιδίου κόσμου, δεν θα εδύνατο ποτέ να αποφαίνεται για ένα Θεό εκτός του κόσμου, από μια δική του φαντασία εντός του κόσμου.

 

 

 

Ο ΧΑΡΑΚΤΗΡΑΣ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ - THE CHARACTER OF CHRIST

 

[The Character Of Christ

I now want to say a few words upon a topic which I often think is not quite sufficiently dealt with by Rationalists, and that is the question whether Christ was the best and the wisest of men. It is generally taken for granted that we should all agree that that was so. I do not myself. I think that there are a good many points upon which I agree with Christ a great deal more than the professing Christians do. I do not know that I could go with Him all the way, but I could go with Him much further than most professing Christians can. You will remember that He said: "Resist not evil, but whosoever shall smite thee on thy right cheek, turn to him the other also." That is not a new precept or a new principle. It was used by Lao-Tse and Buddha some 500 or 600 years before Christ, but it is not a principle which as a matter of fact Christians accept. I have no doubt that the present Prime Minister, for instance, is a most sincere Christian, but I should not advise any of you to go and smite him on one cheek. I think you might find that he thought this text was intended in a figurative sense.

Then there is another point which I consider excellent. You will remember that Christ said, "Judge not lest ye be judged." That principle I do not think you would find was popular in the law courts of Christian countries. I have known in my time quite a number of judges who were very earnest Christians, and they none of them felt that they were acting contrary to Christian principles in what they did. Then Christ says, "Give to him that asketh of thee, and from him that would borrow of thee turn thou not away." This is a very good principle. Your chairman has reminded you that we are not here to talk politics, but I cannot help observing that the last general election was fought on the question of how desirable it was to turn away from him that would borrow of thee, so that one must assume that the liberals and conservatives of this country are composed of people who do not agree with the teaching of Christ, because they certainly did very emphatically turn away on that occasion.

Then there is one other maxim of Christ which I think has a great deal in it, but I do not find that it is very popular among some of our Christian friends. He says, "If thou wilt be perfect, go and sell that which thou hast, and give to the poor." That is a very excellent maxim, but, as I say, it is not much practiced. All these, I think, are good maxims, although they are a little difficult to live up to. I do not profess to live up to them myself; but then, after all, I am not by way of doing so, and it is not quite the same thing as for a Christian.]

Ο Χαρακτήρας του Ιησού

Θέλω τώρα να πω λίγες λέξεις γύρω από ένα θέμα που νομίζω συχνά που δεν νομίζω ότι έχει αρκετά ικανοποιητικά αντιμετωπισθεί από τους ορθολογιστές κι αυτό είναι το ερώτημα για το αν ο Χριστός ήταν ο καλύτερος κι ο σοφότερος των ανδρών. Συχνά θεωρείται δεδομένο ότι όλοι πρέπει να συμφωνούμε ότι έτσι έχουν τα πράγματα. Εγώ δε συμφωνώ. Νομίζω ότι υπάρχουν ένα σωρό ζητήματα με τα οποία συμφωνώ με το Χριστό περισσότερο από τους επαγγελματίες Χριστιανούς. Δεν ξέρω αν θα μπορούσα να συμφωνήσω με το Χριστό σε όλα, αλλά θα μπορούσα να συμφωνήσω μαζί Του πολύ περισσότερο από ότι οι περισσότεροι επαγγελματίες Χριστιανοί μπορούν. Θα θυμάστε ότι είπε: «39 ἐγὼ δὲ λέγω ὑμῖν μὴ ἀντιστῆναι τῷ πονηρῷ· ἀλλ' ὅστις σε ῥαπίζει εἰς τὴν δεξιὰν σιαγόνα, στρέψον αὐτῷ καὶ τὴν ἄλλην· » [Κατά Ματθαίον, Κεφ. Ε΄]. Αυτή δεν είναι μια νέα παραίνεση ή ένας νέος κανόνας. Χρησιμοποιήθηκε από το Λάο-Τσε και το Βούδα περίπου 500 ή 600 χρόνια πριν το Χριστό, αλλά δεν είναι ένας κανόνας που στην πραγματικότητα οι Χριστιανοί αποδέχονται. Δεν έχω καμία αμφιβολία ότι ο παρών πρωθυπουργός, για παράδειγμα, είναι ένας πολύ σοβαρός Χριστιανός, αλλά δε θα συμβούλευα κανέναν να πάει και να τον χαστουκίσει στο μάγουλο. Σκέφτομαι ότι ίσως βρίσκετε αυτό το κείμενο να εννοείται με ένα συμβολικό νόημα.

Μετά υπάρχει ένα άλλο σημείο το οποίο θεωρώ εξαιρετικό. Θυμάστε πως ο Χριστός είπε, «37 Καὶ μὴ κρίνετε, καὶ οὐ μὴ κριθῆτε·» [Κατά Λουκά, Κεφ. Στ΄]. Αυτός ο κανόνας δεν νομίζω ότι ήταν δημοφιλής στα δικαστήρια των Χριστιανικών χωρών. Γνώρισα στην εποχή μου αρκετούς δικαστές που ήταν πολύ σοβαροί Χριστιανοί και κανείς εξ αυτών δεν ένιωσε να κάνει κάτι αντίθετο με τις Χριστιανικές αρχές. Έπειτα ο Χριστός είπε, «30 παντὶ δὲ τῷ αἰτοῦντί σε δίδου, καὶ ἀπὸ τοῦ αἴροντος τὰ σὰ μὴ ἀπαίτει» [Κατά Λουκά, Κεφ. Στ΄]. Αυτός είναι ένας πολύ καλός κανόνας. Ο πρόεδρος σας υπενθύμισε ότι δεν είμαστε εδώ για να συζητήσουμε για πολιτική, αλλά δεν μπορώ να μην παρατηρήσω ότι οι τελευταίες γενικές εκλογές κρίθηκαν από το πόσο επιθυμητό ήταν το να «ἀπαιτείς τὰ σὰ τοῦ αἴροντος», ώστε κανείς να μπορεί να υποθέσει, ότι οι φιλελεύθεροι κι οι συντηρητικοί αυτής της χώρας αποτελούνται από ανθρώπους που δε συμφωνούν με τη διδασκαλία του Χριστού, διότι βεβαίως απομακρύνθηκαν με έμφαση σ’ αυτή την περίπτωση.

Έπειτα υπάρχει ακόμη μια εντολή του Χριστού που νομίζω έχει πολύ ενδιαφέρον, μα δε νομίζω ότι είναι πολύ δημοφιλείς ανάμεσα στους Χριστιανούς φίλους. Λέει: «21 ἔφη αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς· Εἰ θέλεις τέλειος εἶναι, ὕπαγε πώλησόν σου τὰ ὑπάρχοντα καὶ δὸς πτωχοῖς...» [Κατά Ματθαίον, Κεφ. Ιθ΄]. Αυτή είναι μια εξαιρετική εντολή, αλλά, όπως είπα, δεν εφαρμόζεται αρκετά. Όλα αυτά είναι, νομίζω, καλά γνωμικά, αν κι είναι λίγο δύσκολο να ζήσεις σύμφωνα με αυτά. Δεν επαγγέλλομαι ότι θα ζούσα εγώ σύμφωνα με αυτά· αλλά, εξάλλου, δεν είμαι εγώ αυτός που θα ’πρεπε να τα εφαρμόσει, ενώ δεν είναι ακριβώς το ίδιο για ένα Χριστιανό.

 

Σοφιστείες

Η μεγαλύτερη σοφιστεία του Ράσσελ βρίσκεται ακριβώς σε αυτή την ενότητα. Υπαινίσσεται πως συμφωνεί «με το Χριστό περισσότερο από τους επαγγελματίες Χριστιανούς», παρότι ο ίδιος δεν είναι Χριστιανός. Πώς όμως είναι δυνατό κανείς να συμφωνεί σε περισσότερα πράγματα με τον Επίκουρο από τους επικούρειους και να μην είναι ο ίδιος επικούρειος; Πώς είναι δυνατόν κανείς να συμφωνεί σε περισσότερα πράγματα με το Βούδα από τους βουδιστές και να μην είναι βουδιστής ο ίδιος; Μπορεί στα αλήθεια κανείς να συμφωνεί σε περισσότερα πράγματα με το Ράσσελ από ότι οι άθεοι και να είναι Χριστιανός;

Η αλήθεια είναι ότι ο Χριστιανισμός ως Ορθοδοξία δεν είναι «συμφωνίες» σε θεωρητικά επίπεδα· αντίθετα είναι βίωμα ζωής, όπου ο καθείς όσο μπορεί προσπαθεί να «μοιάσει» εις το Χριστό κατά το βίο Του. Αν λοιπόν κάποιος «επαγγελματίας» Χριστιανός δεν «μοιάζει» στον Χριστό κατά βίον τότε μοιάζει στο Ράσσελ.

 

Νέοι Κανόνες & Αντιφάσεις του Ράσσελ

Ο Ράσσελ προσπαθεί σαν πολλούς άλλους, να μειώσει το Χριστό κάνοντας χρήση αυτού που θα βάπτιζε κανείς ως «επιχείρημα της πρωτοτυπίας»· σημειώνει δηλαδή ότι μερικές εντολές του Ιησού Χριστού δεν είναι πρωτότυπες· τις έχουν διατυπώσει άλλοι νωρίτερα από τον Ιησού π.χ. ο Βούδας, χωρίς ασφαλώς να υπάρχει κι απόδειξη ότι ο Χριστός από κάποιον τις άκουσε ή τις διδάχθηκε. Θα πρέπει λοιπόν να θυμηθεί εδώ ο αναγνώστης ότι στην ενότητα «ηθικά επιχειρήματα για την θεότητα», ο Ράσσελ είχε προσπαθήσει να ανακατέψει τις θεολογικές απόψεις των Χριστιανών διατυπώνοντας δύο θέσεις:

α. «το ορθό και το λάθος έχουν κάποιο νόημα που είναι ανεξάρτητο από τα διατάγματα του Θεού, επειδή τα διατάγματα του Θεού είναι καλά κι όχι κακά ανεξάρτητα από το απλό γεγονός ότι Αυτός τα έφτιαξε».

β. «Αν πρόκειται να παραδεχτείς αυτό, τότε πρέπει να πεις ότι όχι μόνο δια μέσω του Θεού το σωστό και το λάθος υπάρχουν, αλλά το ότι είναι στην ύπαρξή τους λογικά πριν του Θεού».

Με άλλα λόγια, ο Ράσσελ προσπάθησε να ορίσει το καλό και το κακό ανεξάρτητα του Θεού, βεβαίως δηλαδή κι ανεξάρτητα του ανθρώπου, κι επιπλέον προσπάθησε να δηλώσει ότι αυτά τα δύο προηγούνται (του άκτιστου και εξωσυμπαντικού για τους Χριστιανούς) Θεού· συνεπώς και του κάθε ανθρώπου.

Αντίθετα, στην παρούσα ενότητα, ο Ράσσελ ακολουθεί μια διαφορετική τακτική. Προσπαθεί μια «καλή» ή «σωστή» άποψη/εντολή να την υποβιβάσει χρονικά/λογικά κάτωθι του Βούδα και να την αναβιβάσει χρονικά/λογικά προ του Χριστού, έναντι του τελευταίου, ωσάν το καλό και το κακό να μην προηγούνται Θεού κι ανθρώπων, αλλά να υπόκεινται ή να εξαρτάται εις την απλή «διατύπωση» εκ μέρους οιουδήποτε όντος, π.χ. του Ράσσελ.

α) Αν λοιπόν το καλό και το κακό προηγούνται Θεού κι ανθρώπων, ως ήθελε ο Ράσσελ σε προηγούμενη ενότητα, τότε γιατί εδώ έχει σημασία ποιος τα «ανακάλυψε»/διατύπωσε πρώτος, ωσάν να μην προηγούνται;

Έπειτα, εκείνο που μετρά, εις την καλοσύνη ή εις τους καλούς κανόνες, είναι η πρακτική εφαρμογή των κανόνων ή μήπως η θεωρητική κατασκευή τους; είναι δηλαδή ποτέ δυνατόν η καλοσύνη ενός ανθρώπου να μην υφίσταται, αν τυχόν έχει προηγηθεί αυτού κάποιος άλλος καλός άνθρωπος; ή είναι ποτέ δυνατόν, αν κάποιος έχει διατυπώσει έναν όμοιο αγαθό κανόνα μετέπειτα από κάποιον άλλον, αυτός να έχει μικρότερη σοφία από τον πρώτο; και πώς θα μπορούσε να τον διατυπώσει νωρίτερα, αν έζησε εκ των πραγμάτων αργότερα; Άλλωστε, ποιό είναι τελικά «το ερώτημα»; «αν ο Χριστός ήταν ο καλύτερος κι ο σοφότερος των ανδρών», ή αν ο Χριστός πρωτοτύπησε έναντι κάποιου άλλου που έζησε «προ» αυτού;

Η σοφία δε ενός, δεν αμφισβητείται σε τίποτα αν μία του φράση ή ένας του κανόνας έχει χρησιμοποιηθεί νωρίτερα κι από κάποιον άλλον· όπως ανάλογα κανένας σύγχρονος μαθηματικός δεν μπορεί να αμφισβητηθεί σε σοφία επειδή επαναδιατύπωσε/επιβεβαίωσε τον νόμο της άνωσης του αρχαιότερου Αρχιμήδη, αποδεικνύοντας την αξία εκείνου του νόμου· μήπως ο ίδιος ο Χριστός δεν ήταν που έλεγε, σύμφωνα με το Κατά Ματθαίον Κεφ. Ε΄ πως, «17 Μὴ νομίσητε ὅτι ἦλθον καταλῦσαι τὸν νόμον ἢ τοὺς προφήτας· οὐκ ἦλθον καταλῦσαι ἀλλὰ πληρῶσαι», θέλοντας να δείξει την αξία του παλαιότερου Μωσαϊκού του Νόμου; μήπως λοιπόν η συμφωνία του Ιησού προς τον Μωσαϊκό τον Νόμο στερούσε την δική Του την σοφία σε τίποτα;

Αντίθετα λοιπόν, για να αμφισβητηθεί η αξία ενός σύγχρονου μαθηματικού, χρειάζεται να εξεταστεί το εύρος της μαθηματικής ζωής του για να μπορεί κανείς να εκφέρει κάποια ασάλευτη και βέβαια γνώμη για τη δική του τη σοφία. Ειδάλλως «κάποιο λάκκο έχει η φάβα». Μην ξεχνά κανείς πως μιλώντας για την ιστορία της επιστήμης, εκείνοι που έπονται αποδέχονται τις υγιείς βάσεις των προηγουμένων, αλλά δεν μένουν μόνο εκεί, όσοι κατέχουν τη σοφία· συμπληρώνουν/επεκτείνουν κιόλας: «ἀλλὰ πληρῶσαι». Κι ο Χριστός δεν «ἐπλήρωσε» με τα «αεράτα» λόγια τους προηγούμενούς του προφήτες, αλλά με τις πράξεις και τα θαύματά Του και την ίδια την Ανάστασή Του, την οποία ο Ράσσελ, που δε δέχεται Φυσικούς Νόμους, εντούτοις δεν τολμά να πιστέψει.

β) Αν αντιθέτως με τη θέση α) ανωτέρω, το κακό και το καλό δεν προηγούνται του Θεού, ως δεν ήθελε ο Ράσσελ σε προηγούμενη ενότητα, τότε ο Χριστός που είναι Θεός για τη Χριστιανική Θεολογία, είναι ο Πρώτος από Τον Οποίο το καλό και το κακό εξαρτούνται άμεσα, όπως δείχθηκε εις την ενότητα «ηθικά επιχειρήματα για την θεότητα». Ο δε Βούδας δεν πρωτοτυπεί έναντι του Ιησού σε τίποτα, αφού ο Χριστός μαζί με τον Πατέρα είναι Πρώτοι απ’ όλα (25), κι έναντι Αυτών αποκλειστικά ορίζεται καθετί της ηθικής που μπορεί να χαρακτηρισθεί «σοφό»· απλώς δηλαδή ο Βούδας «συμφώνησε» μαζί Του, ως θα εδύνατο κι ο Ράσσελ: «θα μπορούσα να συμφωνήσω μαζί Του πολύ περισσότερο από ότι οι περισσότεροι επαγγελματίες Χριστιανοί μπορούν». Ράσσελ κι Βούδας έπονται χρονολογικά της θεότητας, είτε το αντιλήφθηκε αυτό ο Ράσσελ είτε όχι.

 

Ράπισμα στη Δεξιά Σιαγόνα. Δύο Ζύγια & Δύο Σταθμά

Ανωτέρω ο Ράσσελ παράδιδε μαθήματα ήθους περί του εαυτού του: «συμφωνώ με το Χριστό περισσότερο από τους επαγγελματίες Χριστιανούς» και περί των Χριστιανών: «δεν είναι ένας κανόνας που στην πραγματικότητα οι Χριστιανοί αποδέχονται», αν κι η παρούσα ενότητα του Ράσσελ τιτλοφορείται «Ο χαρακτήρας του Ιησού». Τελικά ποιό είναι το ζήτημα υπό αμφισβήτηση; «Ο χαρακτήρας του Ιησού» ή «Ο χαρακτήρας» του Ράσσελ και των Χριστιανών; Σε τί λοιπόν αστοχεί ο Χριστός σε καλοσύνη και σοφία, αν άλλοι είναι εκείνοι που αστοχούν κι όχι Εκείνος;

Γιατί όμως ο Ράσσελ αμφισβητεί τους Χριστιανούς λέγοντας ότι «δεν... αποδέχονται» εκείνον τον κανόνα περί του ραπίσματος; Η απάντηση είναι ότι ο ίδιος αντλεί τις διαφωνίες αυτές, κοιτάζοντας την πρακτική ζωή των Χριστιανών παρά την θεωρητική· έτσι αναφέρει πως «ο παρών πρωθυπουργός, για παράδειγμα, είναι ένας πολύ σοβαρός Χριστιανός, αλλά δε θα συμβούλευα κανέναν να πάει και να τον χαστουκίσει στο μάγουλο». Βέβαια ο ίδιος ο Ράσσελ δεν μιμείται σε τίποτα τη ζωή του Χριστού.

Κατ’ αυτόν τον τρόπο είναι άγνωστο γιατί υπαινίσσεται πως συμφωνεί «με το Χριστό περισσότερο από τους επαγγελματίες Χριστιανούς». Είτε η συμφωνία με το Χριστό -για το Ράσσελ- θα πρέπει να είναι βιωματική, είτε θεωρητική· όχι και τα δύο, πότε το ένα και πότε το άλλο. Δεν είναι δυνατόν ο Ράσσελ, πότε να αναζητά τη «συμφωνία» με τον Χριστό σε θεωρητικό επίπεδο («....υπάρχουν ένα σωρό ζητήματα με τα οποία συμφωνώ με το Χριστό [...] Όλα αυτά είναι, νομίζω, καλά γνωμικά,... »), όταν αναφέρεται εις τον εαυτό του, και πότε να την αναζητά σε πρακτικό, όταν ασχολείται με τους Χριστιανούς.

Αυτός άλλωστε ήταν εκείνος που δήλωνε, «Δεν επαγγέλλομαι ότι θα ζούσα εγώ σύμφωνα με» τα «καλά γνωμικά», συνεπώς ο «πρωθυπουργός» δε διαφέρει ως προς το παράδειγμα από το Ράσσελ κι ούτε ο Ράσσελ μπορεί να συμφωνεί «με το Χριστό περισσότερο» από κάποιους της κριτικής του, εφόσον εις την πρακτική φέρεται ομοίως μ’ αυτούς, ενώ σε θεωρητικό επίπεδο δεν πρέπει να γίνεται κανείς λόγος.

 

Ράπισμα, Αδικία & Αποδοχή Κανόνα

Προκαλεί εντύπωση το ότι η εντολή «39 ἐγὼ δὲ λέγω ὑμῖν μὴ ἀντιστῆναι τῷ πονηρῷ· ἀλλ' ὅστις σε ῥαπίζει εἰς τὴν δεξιὰν σιαγόνα, στρέψον αὐτῷ καὶ τὴν ἄλλην·» εκλαμβάνεται επί λέξη από το Ράσσελ· ιδού κι η απόδειξη: «Δεν έχω καμία αμφιβολία ότι ο παρών πρωθυπουργός, για παράδειγμα, είναι ένας πολύ σοβαρός Χριστιανός, αλλά δε θα συμβούλευα κανέναν να πάει και να τον χαστουκίσει στο μάγουλο». Αλήθεια, μήπως θα πρέπει κανείς να χτυπηθεί, όχι απλά στο «μάγουλο», όχι μόνο στη «σιαγόνα», αλλά ειδικότερα και μόνο στη «δεξιὰν», ώστε στρίβοντας και «τὴν ἄλλην» να μπορεί να επιτελέσει μια «ακριβή» εφαρμογή του κανόνα αυτού; Ο Ράσσελ δεν αμέλησε να έχει μαζί του και σωσίβιο: «Σκέφτομαι ότι ίσως βρίσκετε αυτό το κείμενο να εννοείται με ένα συμβολικό νόημα».

Ο κανόνας του Ιησού βασικά είναι το «μὴ ἀντιστῆναι τῷ πονηρῷ»· δηλαδή να μην αντιστέκεται κανείς εις την αδικία, αλλά να την ανέχεται όσο μπορεί περισσότερο (μέτρο Αγιότητας). Το κτύπημα εις το μάγουλο είναι ένα απλό παράδειγμα «χειροπιαστής» αδικίας υπέρ του κανόνος· όμως αυτή δεν είναι η μόνη αδικία που μπορεί να υποστεί κάποιος. Υπάρχουν δεκάδες αδικίες τις οποίες πολλοί τις ανέχονται εκ του χαρακτήρα τους, ακόμη κι αν δεν είναι συνειδητά, ή βαπτισμένοι, χριστιανοί. Αν ο Ράσσελ παρουσίαζε στους ακροατές του και τη συνέχεια του υπό εξέταση εδαφίου, το Κατά Ματθαίου, Κεφ. Ε΄, το πράγμα θα ήταν οφθαλμοφανές: «40 καὶ τῷ θέλοντί σοι κριθῆναι καὶ τὸν χιτῶνά σου λαβεῖν, ἄφες αὐτῷ καὶ τὸ ἱμάτιον· 41 καὶ ὅστις σε ἀγγαρεύσει μίλιον ἕν, ὕπαγε μετ' αὐτοῦ δύο».

Η ζωή του Χριστού είναι η ζωή ενός Θεού πάνω εις τη γη, όπου δέχεται δίχως παράπονο όλες τις αδικίες των ανθρώπων· τη σύλληψη, τα ραπίσματα, τα βασανιστήρια, το μαρτυρικό θάνατο, την ασέβεια, την ειρωνεία, κ.α. από όντα που είναι κατώτερα Του. Κι αυτό το κάνει από αγάπη. Μήπως όμως δεν υπάρχουν και στη γη θνητοί άνθρωποι ερωτευμένοι, που χάρη της αγάπης δέχονται από το έτερον ήμισυ πάσης μορφής αδικίες; Δεν υπήρξαν Άγιοι που υπέστησαν άλλες τόσες; δεν υπάρχουν Χριστιανοί που καθημερινά υφίσταται αδικίες αδιαμαρτύρητα κι εν γνώσει τους, μεγαλώνοντας σε υπομονή και καρτερία, είτε αυτό συμβαίνει στο ευρύτερο οικογενειακό περιβάλλον, είτε στο φιλικό ή και στο επαγγελματικό ακόμη; 

Σίγουρα λοιπόν «είναι ένας κανόνας που στην πραγματικότητα οι Χριστιανοί αποδέχονται» παρά που δεν αποδέχονται, ως θα ήθελε ο Ράσσελ, που κρίνει από τα χαστούκια που μπορεί να ανεχθεί κανένας και μόνο, περί αυτού του κανόνος. Αν πράγματι αυτός ο κανόνας ερμηνεύονταν επί λέξη, ως πράττει ο Ράσσελ, θα περίμενε κανείς οι Άγιοι της Εκκλησίας να είναι όλα εκείνα τα παιδάκια του σχολείου του περασμένου αιώνος που οι δάσκαλοι τα χαστούκιζαν «γενναιόδωρα» κι αυτά παράμεναν αμίλητα («προτείνοντας» και «τὴν ἄλλην... σιαγόναν»).

Γυρίζοντας επί του θέματος της ενότητας, αναρωτιέται κανείς, σε τί ο Χριστός δεν «ήταν ο καλύτερος... των ανδρών» όταν εφάρμοζε αυτόν τον κανόνα του «μὴ ἀντιστῆναι τῷ πονηρῷ»; σε τί δεν «ήταν ο καλύτερος... των ανδρών», όταν ο Ίδιος ως Θεός ήταν ο δυνατότερος όλων και με ένα απλό Του νεύμα όλοι οι δυνάστες Του θα μπορούσαν να είχαν τιμωρηθεί αστραπιαία και για πάντα; Το να δέχεται κανείς την αδικία ενώ μπορεί να την αποφύγει δεν είναι το ίδιο με το να τη ανέχεται επειδή δεν μπορεί να της ξεφύγει. Ο Ράσσελ δεν αρνείται την αγαθότητα κι αυτής της εντολής: «Αποδίδοντας τον έπαινο σ’ αυτά τα γνωμικά...». Θα μπορούσε να την αρνηθεί εις την εφαρμογή της από το πρόσωπο του Χριστού;

 

Ακόμη μία Λάθος Ερμηνεία

Λέγει ο Ράσσελ ορθώς πως «ο Χριστός είπε, "37 Καὶ μὴ κρίνετε, καὶ οὐ μὴ κριθῆτε·"». Συμπληρώνει «Αυτός ο κανόνας δεν νομίζω ότι ήταν δημοφιλής στα δικαστήρια των Χριστιανικών χωρών». Προφανώς ο Ράσσελ έχει αστοχήσει ακόμη μια φορά κατά την ερμηνευτική του προσέγγιση, όπως με τον κανόνα για «τὴν δεξιὰν σιαγόνα».

Ποιά είναι στ’ αλήθεια η περί κρίσεως εντολή; Μερικά παραδείγματα περί κρίσης από την Καινή Διαθήκη:

Κατά Ματθαίον, Κεφ. Ε΄  «21 Ἠκούσατε ὅτι ἐρρέθη τοῖς ἀρχαίοις, Οὐ φονεύσεις· ὃς δ' ἂν φονεύσῃ, ἔνοχος ἔσται τῇ κρίσει.»

Κατά Ματθαίον, Κεφ. Ε΄ «22 ἐγὼ δὲ λέγω ὑμῖν ὅτι πᾶς ὁ ὀργιζόμενος τῷ ἀδελφῷ αὐτοῦ εἰκῇ ἔνοχος ἔσται τῇ κρίσει· »

Κατά Ματθαίον, Κεφ. Ι ΄ «14 καὶ ὃς ἐὰν μὴ δέξηται ὑμᾶς μηδὲ ἀκούσῃ τοὺς λόγους ὑμῶν, ἐξερχόμενοι ἔξω τῆς οἰκίας ἢ τῆς πόλεως ἐκείνης ἐκτινάξατε τὸν κονιορτὸν τῶν ποδῶν ὑμῶν. 15 ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ἀνεκτότερον ἔσται γῇ Σοδόμων καὶ Γομόρρας ἐν ἡμέρᾳ κρίσεως ἢ τῇ πόλει ἐκείνῃ. »

Κατά Ματθαίον, Κεφ. Ιβ΄ «17 ὃπως πληρωθῇ τὸ ῥηθὲν διὰ Ἡσαΐου τοῦ προφήτου λέγοντος· 18 Ἰδοὺ ὁ παῖς μου, ὃν ᾑρέτισα, ὁ ἀγαπητός μου, εἰς ὃν εὐδόκησεν ἡ ψυχή μου· θήσω τὸ Πνεῦμά μου ἐπ' αὐτόν, καὶ κρίσιν τοῖς ἔθνεσιν ἀπαγγελεῖ· »

Κατά Ματθαίον, Κεφ. Ιβ΄ «36 λέγω δὲ ὑμῖν ὅτι πᾶν ῥῆμα ἀργὸν ὃ ἐὰν λαλήσωσιν οἱ ἄνθρωποι, ἀποδώσουσι περὶ αὐτοῦ λόγον ἐν ἡμέρᾳ κρίσεως· 37 ἐκ γὰρ τῶν λόγων σου δικαιωθήσῃ, καὶ ἐκ τῶν λόγων σου καταδικασθήσῃ».

Κατά Ματθαίον, Κεφ. Ιβ΄ «41 ἄνδρες Νινευῖται ἀναστήσονται ἐν τῇ κρίσει μετὰ τῆς γενεᾶς ταύτης καὶ κατακρινοῦσιν αὐτήν·»

Κατά Ματθαίον, Κεφ. Κγ΄ «33 ὄφεις, γεννήματα ἐχιδνῶν! πῶς φύγητε ἀπὸ τῆς κρίσεως τῆς γεέννης;»

Ο κανόνας περί Κρίσεως λοιπόν, επιζητά ουδείς Χριστιανός να μην κρίνει αν ο συνάνθρωπός του θα κολαστεί ή όχι την ημέρα της Κρίσεως, κι όχι αν θα κρίνει δικαστικά ή διανοητικά κάποιον, ως ληστή ή ως φονιά.

Αλήθεια, μπορεί να φανταστεί κανείς για ποιό λόγο ο «φιλόσοφος» Ράσσελ εκλαμβάνει τον πρώτο όρο της εντολής «μὴ κρίνετε» εν είδη δικαστικής μορφής, ενώ το δεύτερο όρο «οὐ μὴ κριθῆτε·», εν είδη Θεϊκής; θα μπορούσε δηλαδή ένας δικαστής που κρίνει, να κριθεί με τη σειρά του από κάποιον άλλο δικαστή;  Σαφώς κι όχι. Δεν αναφέρεται λοιπόν σε κοσμική (εντός του κόσμου) κρίση, η εντολή αυτή του Χριστού. Συνεπώς η δεύτερη κρίση, ο δεύτερος όρος του κανόνος, είναι εκ των πραγμάτων η Κρίση του Κυρίου. Πώς λοιπόν ο Ράσσελ εκείνη την πρώτη κρίση, τον πρώτο όρο του κανόνος, τον αποδίδει σε δικαστικές κρίσεις (βλ. κοσμικές) κι όχι σε σωτηριολογικές κρίσεις, περί Παραδείσου/Κολάσεως, ως ο δεύτερος όρος του κανόνα;

Αυτές κι αν είναι λοιπόν βαρυσήμαντες διανοητικές αστοχίες «επαγγελματιών» φιλοσόφων! Προς τούτο ο Ράσσελ γνώριζε ότι «εις την εποχή μου αρκετοί δικαστές που ήταν πολύ σοβαροί Χριστιανοί, και κανείς εξ αυτών δεν ένιωσε να κάνει κάτι αντίθετο με τις Χριστιανικές αρχές.»· διότι όλοι είχαν καταλάβει τον κανόνα συμπεριφοράς που παράδωσε ο Ιησούς· εκείνος που δεν τον κατάλαβε ήταν ο ίδιος ο εαυτός του. Κι όχι μόνο. Ίσως να γνώριζαν και κάτι ακόμη, που είχε διδάξει ο Χριστός, και δεν το αντιλήφθηκε ο Ράσσελ στο Κατά Ιωάννην, Κεφ. Ζ΄: «24 μὴ κρίνετε κατ' ὄψιν, ἀλλὰ τὴν δικαίαν κρίσιν κρίνατε».

Αλήθεια, τί δυστυχία να είναι κανείς «επαγγελματίας» φιλόσοφος/στοχαστής και να γίνεται περίγελος από «μη επαγγελματίες» Χριστιανούς ως οι δικαστές; Και ποιά μεγαλύτερη πομπώδης διατύπωση από εκείνη του «φιλοσόφου» που έλεγε: «συμφωνώ με το Χριστό περισσότερο από τους επαγγελματίες Χριστιανούς»;

Εν τέλει η άποψη του Ράσσελ πραγματικά γελοιοποιείται σαν θυμηθεί κανείς πως ένας κακούργος (δικαστικά κριμένος) τοποθετείται από το Σωτήρα Ιησού Χριστό εις τον Παράδεισο (σωτηριολογική κρίση) πάνω στους σταυρούς του Γολγοθά. (25α) Ο Ράσσελ θα έπρεπε να είχε συμβουλευτεί το εδάφιο του Λουκά της προηγούμενης σημείωσης για να εννοήσει, πως οι μαθητές του Ιησού που κατέγραψαν στα Ευαγγέλια τα γεγονότα, δε λάθευαν σε κάτι έναντι του Διδασκάλου των, σαν χαρακτήριζαν τους συσταυρωθέντες με τον Ιησού ανθρώπους, ως ληστές ή «κακούργους».

Γυρίζοντας επί του θέματος της ενότητας, αναρωτιέται κανείς, σε τί  ο Χριστός δεν ήταν «ο καλύτερος κι ο σοφότερος των ανδρών» όταν παρέδιδε αυτόν τον κανόνα ταπεινοφροσύνης μεταξύ των ανθρώπων; Δεν ήταν άλλωστε ο Ίδιος ο Μόνος εκτός αμαρτίας (26) ενώ όλοι οι άνθρωποι θα κριθούν μόνον από τον Θεό και από κανέναν άλλον; Λοιπόν, ποιός είναι ο εκείνος ο «άλλος» που θα κρίνει τον κόσμο πέρα του ίδιου του Θεού; «μὴ κρίνετε» λοιπόν γιατί «είστε άνθρωποι, όχι θεοί, κι άρα δεν μπορείτε....».  Ο Ράσσελ δεν αρνείται την αγαθότητα και αυτής της εντολής: «Αποδίδοντας τον έπαινο σ’ αυτά τα γνωμικά...».

 

Επιπλέον κανόνες

Ο Ράσσελ εντυπωσιάζεται διότι ο ένας ή ο άλλος κανόνας του Ιησού, τους οποίους δέχεται ως «καλός κανόνας» κι «εξαιρετική εντολή» αντίστοιχα, δεν εφαρμόζονται αρκετά. Είναι λέγει «λίγο δύσκολο να ζήσεις σύμφωνα με αυτά... δεν είμαι εγώ αυτός που θα ’πρεπε να τα εφαρμόσει, ενώ δεν είναι το ακριβώς το ίδιο για ένα Χριστιανό».

Υπάρχουν ορισμένα πράγματα που μπορούν να λεχθούν κατά του Ράσσελ:

α) Πρώτον, δύο είναι οι μεγαλύτερες εντολές σύμφωνα με τον Ιησού· αγάπα το Θεό κι αγάπα τον πλησίον (27)· κι αν υπάρχουν μεγαλύτερες εντολές, υπάρχουν και μικρότερες.

β) Δεύτερον, η εντολή που παρέδωσε ο Θεός για τον μοναχισμό στο Κατά Ματθαίον, Κεφ. Ιθ΄ «11 ὁ δὲ εἶπεν αὐτοῖς· Οὐ πάντες χωροῦσι τὸν λόγον τοῦτον, ἀλλ' οἷς δέδοται· ... ὁ δυνάμενος χωρεῖν χωρείτω»· όποιος μπορεί...

γ) Τρίτον, το ίδιο εδάφιο που αναφέρει ο Ράσσελ. Εκεί ο Θεός ομιλεί περί τελειότητας (Αγιότητας), Κεφ. Ιθ΄ «Εἰ θέλεις τέλειος εἶναι...»· αν θέλεις να γίνεις τέλειος, λέγει.

δ) Τον κανόνα που δεν κατάλαβε ο Ράσσελ: «μὴ κρίνετε, καὶ οὐ μὴ κριθῆτε·».

ε) Το Κατά Λουκά, Κεφ. Ιη΄ «26 εἶπον δὲ οἱ ἀκούσαντες· Καὶ τίς δύναται σωθῆναι; 27 ὁ δὲ εἶπε· Τὰ ἀδύνατα παρὰ ἀνθρώποις δυνατὰ παρὰ τῷ Θεῷ ἐστιν».

 

Υποκρισία Ράσσελ

Ο Ράσσελ κατηγορεί τους Χριστιανούς πως ξευτελίζονται, σαν πιστεύουν ότι είναι αμαρτωλοί:  «Σαν ακούς στην Εκκλησία ανθρώπους να εξευτελίζουν τους εαυτούς τους και να λένε ότι είναι δυστυχείς αμαρτωλοί, κι όλα τα υπόλοιπα, μοιάζει άξιο περιφρονήσεως κι ανάξιο της αυτοεκτίμησης ανθρωπίνων πλασμάτων.» (βλ. σημείωση νζ). Κι όμως, η παρούσα ενότητα είναι μια προσπάθεια του φιλοσόφου να ευτελίσει τους Χριστιανούς ως ανακόλουθους (βλ. αμαρτωλούς) έναντι του Θεού τους. Περισσότερα σε αφιερωμένη ενότητα στις αντιφάσεις & προβλήματα της φιλοσοφίας Ράσσελ.

 

Συμπέρασμα

Γυρίζοντας επί του θέματος της ενότητας, αναρωτιέται κανείς, σε τί  ο Χριστός δεν ήταν «ο καλύτερος κι ο σοφότερος των ανδρών» όταν παρέδιδε αυτόν τον κανόνα αγάπης μεταξύ των ανθρώπων; Δεν ήταν άλλωστε ο Ίδιος χωρίς περιουσία; δεν ελεούσε τους πτωχούς και τους αρρώστους διαρκώς; Ο Ράσσελ δεν αρνείται την αγαθότητα κι αυτής της εντολής: «Αποδίδοντας τον έπαινο σ’ αυτά τα γνωμικά...». Θα μπορούσε να την αρνηθεί εις την εφαρμογή της από το πρόσωπο του Χριστού;

 

 

 

ΛΑΘΗ ΕΙΣ ΤΗ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ - DEFECTS IN CHRIST TEACHING

 

[Defects In Christ's Teaching

Having granted the excellence of these maxims, I come to certain points in which I do not believe that one can grant either the superlative wisdom or the superlative goodness of Christ as depicted in the Gospels; and here I may say that one is not concerned with the historical question. Historically, it is quite doubtful whether Christ ever existed at all, and if He did we do not know anything about Him, so that I am not concerned with the historical question, which is a very difficult one. I am concerned with Christ as He appears in the Gospels, taking the Gospel narrative as it stands, and there one does find some things that do not seem to be very wise. For one thing, he certainly thought his second coming would occur in clouds of glory before the death of all the people who were living at that time. There are a great many texts that prove that.  He says, for instance: "Ye shall not have gone over the cities of Israel till the Son of Man be come." Then He says: "There are some standing here which shall not taste death till the Son of Man comes into His kingdom"; and there are a lot of places where it is quite clear that He believed His second coming would happen during the lifetime of many then living. That was the belief of his earlier followers, and it was the basis of a good deal of His moral teaching. When He said, "Take no thought for the morrow," and things of that sort, it was very largely because He thought the second coming was going to be very soon, and that all ordinary mundane affairs did not count. I have, as a matter of fact, known some Christians who did believe the second coming was imminent. I knew a parson who frightened his congregation terribly by telling them that the second coming was very imminent indeed, but they were much consoled when they found that he was planting trees in his garden. The early Christians really did believe it, and they did abstain from such things as planting trees in their gardens, because they did accept from Christ the belief that the second coming was imminent. In this respect clearly He was not so wise as some other people have been, and he certainly was not superlatively wise.]

Λάθη εις την διδασκαλία του Χριστού

Αποδίδοντας τον έπαινο σ’ αυτά τα γνωμικά, έρχομαι σε ορισμένα σημεία στα οποία δεν πιστεύω ότι κάποιος μπορεί να αποδώσει τη μέγιστη σοφία ή τη μέγιστη καλοσύνη στο Χριστό όπως αυτή περιγράφεται στα Ευαγγέλια· κι εδώ θα μπορούσα να πω ότι δεν ανησυχεί για το ιστορικό ερώτημα. Ιστορικά, είναι αρκετά αμφίβολο αν ο Χριστός υπήρξε πράγματι, κι αν υπήρξε δεν γνωρίζουμε τίποτα γι’ Αυτόν, προς τούτο δεν με απασχολεί το ιστορικό ερώτημα, που είναι πολύ δύσκολο. Με ενδιαφέρει ο Χριστός όπως εμφανίζεται στα Ευαγγέλια, λαμβάνοντας την Ευαγγελική περιγραφή ως αυτή έχει κι εδώ κάποιος βρίσκει ορισμένα πράγματα τα οποία δεν φαίνονται πολύ σοφά. Κατ’ αρχής, αναμφίβολα νόμιζε ότι η 2α παρουσία του θα ελάμβανε χώρα σε σύννεφα δόξας προτού το θάνατο των ανθρώπων που ζούσαν εις την εποχή του. Υπάρχουν μια σειρά από κείμενα που το αποδεικνύουν αυτό. Λέει για παράδειγμα: «ἀμὴν γὰρ λέγω ὑμῖν, οὐ μὴ τελέσητε τὰς πόλεις τοῦ Ἰσραὴλ ἕως ἂν ἔλθῃ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου.» [Ματθαίος, Κεφ. Ι΄ ]· κι υπάρχουν αρκετά σημεία όπου είναι ξεκάθαρο ότι πίστευε ότι η 2α παρουσία Του θα συνέβαινε ενώ ορισμένοι από τους τότε ζώντες δε θα είχαν πεθάνει. Αυτή ήταν η πίστη των πρώτων του μαθητών κι ήταν η βάση της ηθικής Του διδασκαλίας. Όταν είπε «34 Μὴ οὖν μεριμνήσητε εἰς τὴν αὔριον» [Ματθαίος, Στ΄], κι άλλα τέτοια, αυτό συνέβαινε διότι πίστευε ότι η 2α παρουσία θα έρχονταν πολύ γρήγορα, κι όλες οι συνηθισμένες ασχολίες δεν είχαν σημασία. Έχω, στη πραγματικότητα, γνωρίσει κάποιους Χριστιανούς που πίστευαν ότι η 2α παρουσία ήταν επικείμενη. Γνώριζα ένα άνθρωπο που τρόμαζε το εκκλησίασμά του τραγικά λέγοντας του ότι η 2α παρουσία ήταν πράγματι επικείμενη, αλλά που παρηγορήθηκε όταν ανακάλυψε πως αυτός φύτευε δένδρα στο κήπο του. Οι πρώτοι Χριστιανοί πραγματικά πίστευαν σ’ αυτήν κι απείχαν από τέτοια πράγματα, όπως το φύτεμα των δένδρων στους κήπους τους, γιατί αποδέχθηκαν από το Χριστό τη πίστη πως η 2α παρουσία ήταν επικείμενη. Από αυτή την άποψη δεν ήταν τόσο ξεκάθαρα σοφός όπως ήταν άλλοι άνθρωποι, και βεβαίως δεν ήταν άνθρωπος ασύγκριτης σοφίας.

 

Λάθη Ιησού Χριστού ή Ράσσελ;

Ο Ράσσελ διατείνεται πως το Κατά Ματθαίον, Κεφ. Ι΄ «23 ὅταν δὲ διώκωσιν ὑμᾶς ἐν τῇ πόλει ταύτῃ, φεύγετε εἰς τὴν ἄλλην· ἀμὴν γὰρ λέγω ὑμῖν, οὐ μὴ τελέσητε τὰς πόλεις τοῦ Ἰσραὴλ ἕως ἂν ἔλθῃ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου», ερμηνεύεται ως πίστη του Χριστού πως «η 2α παρουσία του θα ελάμβανε χώρα σε σύννεφα δόξας προτού το θάνατο των ανθρώπων που ζούσαν εις την εποχή του», επειδή το εδάφιο προφητεύει ότι οι μαθητές του Χριστού δε θα προλάβουν να τελειώσουν με τις πόλεις του Ισραήλ, ως προς τον ευαγγελισμό τους, πριν έρθει ο Υιός του ανθρώπου εις την Γη.

Το εδάφιο αυτό βρίσκεται σε αρμονία με το επόμενο Ια΄, όπως και με το Κατά Λουκά Ι΄, όπου οι ίδιες οδηγίες προς τους 12 Αποστόλους του Κατά Ματθαίον Ι΄, επιδίδονται σε επιπλέον 70 Απόστολους (28). Οι προειδοποιήσεις του Θεού Χριστού, προς τους Απόστολους Του, δεν είναι όλες ευχάριστες. Κατ’ αρχάς τους δίδει οδηγίες να πορευτούν προσωρινά σε πόλεις Ιουδαίων, όχι Εθνικών ή Σαμαρειτών (29) πράγμα που θα τους το ζητήσει πολύ αργότερα (29α), δηλαδή σε πόλεις από τις οποίες ο Ίδιος θα περάσει κατόπιν αυτών (30). Μα δε σταματά εκεί (31)· κατόπιν τους εξηγεί ότι κατά τον μετέπειτα τους δρόμο προς τα τα έθνη, θα υποστούν διώξεις (32), όπως άλλωστε συνέβηκε με επαλήθευση των προφητειών αυτών.

Ο Ράσσελ δεν αντιλαμβάνεται πως ο Χριστός διδάσκει, ότι τελευταίοι εις τον κόσμο που θα ευαγγελιστούν θα είναι οι Ιουδαίοι. Κι αυτοί θα ευαγγελιστούν μόνο αφού Τον παρακαλέσουν (33)· μάλιστα τους προειδοποιεί ότι θα εγκαταλειφθούν («38 ἰδοὺ ἀφίεται ὑμῖν ὁ οἶκος ὑμῶν ἔρημος») κι ότι το τέλος άλλωστε δε θα έρθει πριν να κηρυχθεί το Ευαγγέλιο σε όλα τα έθνη (34).

Δεν υπάρχει λοιπόν συνέπεια εις τη λογική του Ράσσελ· διότι αν πράγματι υπήρχε, τότε πώς θα ήταν δυνατόν οι μαθητές του Χριστού, και δεν εννοούνται εδώ σαφώς μόνο οι 12 Απόστολοι, να μην προλάβουν ένεκα της «εσπευσμένης 2ας Παρουσίας» του Ράσσελ να διδάξουν όλες τις πόλεις του Ισραήλ, αλλά αντίθετα να προλάβουν να διδάξουν το Ευαγγέλιο σε όλα τα έθνη του κόσμου;

Δεν είναι λοιπόν ο Ιησούς που στερείται σοφίας αλλά ο «φιλόσοφος» Ράσσελ, που άθελά του επιβεβαιώνει για πολλαπλή φορά τον Ευαγγελικό λόγο: Κατά Ματθαίον, Κεφ. Ια΄ «25 Ἐν ἐκείνῳ τῷ καιρῷ ἀποκριθεὶς ὁ Ἰησοῦς εἶπεν· Ἐξομολογοῦμαί σοι, πάτερ, Κύριε τοῦ οὐρανοῦ καὶ τῆς γῆς, ὅτι ἀπέκρυψας ταῦτα ἀπὸ σοφῶν καὶ συνετῶν, καὶ ἀπεκάλυψας αὐτὰ νηπίοις· 26 ναί, ὁ πατήρ, ὅτι οὕτως ἐγένετο εὐδοκία ἔμπροσθέν σου».

 

Τα εδάφια της Κ.Δ., όπου... οι τότε ζώντες «δε θα πέθαιναν» πριν την 2α Παρουσία

Εδώ θα φανεί ακόμη ένα σφάλμα λογικής από το οποίο βασανίζονται ποικιλοτρόπως, τόσο ο Ράσσελ όσο κι άλλοι άθεοι, «ορθολογιστές» και «κριτικοί» της Αγίας Γραφής. Παρατίθενται τα χαρακτηριστικά εδάφια:

α. Κατά Λουκά, Κεφ. Θ΄ «27 λέγω δὲ ὑμῖν ἀληθῶς, εἰσί τινες τῶν ὧδε ἑστηκότων, οἳ οὐ μὴ γεύσωνται θανάτου ἕως ἂν ἴδωσι τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ».

β. Κατά Ματθαίον, Κεφ. Κγ΄ «36 ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι ἥξει ταῦτα πάντα ἐπὶ τὴν γενεὰν ταύτην».

γ. Κατά Μάρκον, Κεφ. Ιγ΄ «30 ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι οὐ μὴ παρέλθῃ ἡ γενεὰ αὕτη μέχρις οὗ πάντα ταῦτα γένηται».

δ. Κατά Λουκά, Κεφ. Κα΄ «32 ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι οὐ μὴ παρέλθῃ ἡ γενεὰ αὕτη ἕως ἂν πάντα γένηται».

Δύο πράγματα λοιπόν θα βίωνε η «γενεὰ ταύτη» για την οποία μιλούσε ο Χριστός, ώστε να γνώριζε:

1. «τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ»

2. τις προφητείες του Χριστού (35)

Ο Ράσσελ, κι άλλοι  που «φορούν» φιλοσοφικούς τρίβωνες, υποστηρίζουν πως οι προφητείες του Ιησού επί της «γενεᾶς ταύτης» εμπεριέκλειαν και την πίστη του Ιδίου, ότι η 2α Παρουσία θα πραγματοποιούνταν μετά από λίγα χρόνια από την Ανάσταση Του· ειδάλλως, πώς θα ήταν ποτέ δυνατόν όλα όσα είχε προφητεύσει ο Θεός να τα βίωναν οι άνθρωποι της «γενεᾶς ταύτης»;

        1. Ποιά τα δύο νοήματα της λέξεως «γενεὰ» στην Αγία Γραφή;

        Στην Αγία Γραφή η λέξη «γενεά» έχει δύο σημασίες:

        α. ως γένος π.χ. των ανθρώπων, των Ιουδαίων κ.λ.π. [εδάφια: Αριθμοί Ι΄30 (36), Γένεσις Λα΄3 (37), Ψαλμοί Κγ΄6 (38), Ψαλμοί Ρια΄1 (39)]

        β. ως γενιά π.χ. η τρίτη γενιά. (εδάφια: Αριθμοί Λβ΄13 (40), Δευτερονόμιον Β΄14 (41), Δευτερονόμιον Κθ΄21 (42) κ.α.]

        Πράγματι, η λέξη γένος μπορεί χωρίς κανένα πρόβλημα να χρησιμοποιηθεί για την ερμηνεία ποικίλλων εδαφίων εις τα οποία ο Χριστός χρησιμοποιεί τη λέξη «γενεὰ»· λ.χ στο Κατά Λουκάν, Κεφ. Ια΄ 50 (43) η τιμωρία του «άπιστου γένους» για όλους τους φόνους των προφητών ταιριάζει, αν όχι όμοια τουλάχιστον καλύτερα, για τη λέξη «γενεὰ»· βεβαίως δε δημιουργεί κανένα πρόβλημα.  Η λέξη «γένος», θα μπορούσε κάλλιστα να αναφέρεται εις το γένος των Ιουδαίων ή σε εκείνο των Χριστιανών (43α), ως μια θεϊκή υπόσχεση της παραμονής τους στον κόσμο αυτό, μέχρι τη συντέλεια του αιώνος (44).

       Η χρήση της ίδιας λέξης για την αναφορά στο γένος ευρίσκεται και στον Όμηρο, στον Ηρόδοτο και στον Πλούταρχο (45). Στα δε Αραμαϊκά, εις τα οποία μιλούσε πιθανόν ο Χριστός, η λέξη σήμαινε γενιά ή γένος· στη δε «Πεσίτα», που είναι η η κυριότερη αρχαία μετάφραση της Αγίας Γραφής στη συριακή γλώσσα,  με την σειρά της διάλεκτος της Αραμαϊκής (46), η λέξη που χρησιμοποιείται «sharbeta», ομοίως μπορεί να χρησιμοποιηθεί με τη σημασία του γένους ή της γενιάς (47).

        2. Ποιό από τα δύο νοήματα της λέξεως «γενεὰ» χρησιμοποιούσε για τις προφητείες Του ο Χριστός;

        Ο Χριστός προφήτευε εις το πλήθος που Τον άκουγε:

        α. την καταστροφή του ναού των Ιεροσολύμων και θεομηνίες.

        β. το τέλος του κόσμου (48)

        Καθώς λοιπόν ο Ιησούς ομιλούσε για την καταστροφή του ναού από τους Ρωμαίους και τις θεομηνίες, που θα έβρισκαν τους Ιουδαίους της Ιερουσαλήμ, με την ίδια πάντοτε λέξη προμήνυε ταυτόχρονα πως το γένος των τελευταίων (ως Χριστιανών ή Ιουδαίων) δε θα εξαφανίζονταν μέχρι την συντέλεια του αιώνος, καθησυχάζοντας τις ανησυχίες τους για τους εαυτούς τους. Ο Χριστός λοιπόν χρησιμοποιούσε διττά τη λέξη αυτή, καλύπτοντας και τα γεγονότα της «επαύριον», αλλά και των επόμενων αιώνων, επιτυγχάνοντας «με ένα σμπάρο δύο τρυγόνια»· (σημ: επ’ αυτού βλέπε το συμπέρασμα στο τέλος της παρούσης ενότητας).

        3. Ποιό το νόημα «τῆς βασιλεῖας τοῦ Θεοῦ» το οποίο θα έβλεπαν «τινες ...οἳ οὐ μὴ γεύσωνται θανάτου» ;

       Σύμφωνα με τους πρώτους Πατέρες της Ορθοδόξου Εκκλησίας, και τους επόμενους,  η βασιλεία του Θεού που είδαν μερικοί πριν πεθάνουν ήταν η Μεταμόρφωση του Σωτήρα Ιησού (49). Δεν υπάρχει λοιπόν κανένα ζήτημα «2ας Παρουσίας» εις τη «γενεὰ ταύτην» με το νόημα που τις αποδίδει ο Ράσσελ.

Συμπερασματικά, δεν «υπάρχουν αρκετά σημεία όπου είναι ξεκάθαρο ότι [ο Χριστός] πίστευε ότι η 2α παρουσία Του»· η αλήθεια είναι, ότι αντίθετα οι πολέμιοί Του είναι που παραλογίζονται, πιστεύοντας πως η «γενεὰ» μέσα στα Ευαγγέλια θεωρείται κι έχει αποκλειστική εννοιολογική σημασία, ως μια σημερινή βιολογική γενιά 25-30 ετών. Δεν πρόσεξαν οι «περισπούδαστοι» πολέμιοι του Χριστού, τη χρήση αυτής της λέξης εις την Αγία Γραφή και τη διττή της σημασία... πάρα ταύτα επαναπαύονται στα φιλοσοφικά τους δόγματα. Έτσι το μόνο που «είναι ξεκάθαρο» είναι.... ότι πλανώνται τόσο απροβλημάτιστα. Κρίμα στον τρίβωνα που αποδεικνύεται όχι τριμμένος από το χρήση, αλλά καινούργιος.

 

Όταν είπε «34 Μὴ οὖν μεριμνήσητε εἰς τὴν αὔριον» [Ματθαίος, Στ΄]...

«...αυτό συνέβαινε διότι πίστευε ότι η 2α παρουσία θα έρχονταν πολύ γρήγορα, κι όλες οι συνηθισμένες ασχολίες δεν είχαν σημασία». Αυτή ήταν η ερμηνευτική προσέγγιση του Ράσσελ. Η παράθεση όλου του εδαφίου (50) μπορεί να λύσει τις απορίες κάθε ενδιαφερομένου:

«19. Μη θησαυρίζετε για τον εαυτό σας θησαυρούς επάνω στη γη, όπου το σκουλήκι και η σκουριά τούς αφανίζει, και όπου κλέφτες κάνουν διάρρηξη και κλέβουν·

20. αλλά, θησαυρίζετε στον εαυτό σας θησαυρούς στον ουρανό, όπου ούτε σκουλήκι ούτε σκουριά τούς αφανίζουν, και όπου κλέφτες δεν κάνουν διάρρηξη ούτε κλέβουν. 21. Επειδή, όπου είναι ο θησαυρός σας, εκεί θα είναι και η καρδιά σας. 22. Το λυχνάρι τού σώματος είναι το μάτι· αν, λοιπόν, το μάτι σου είναι καθαρό, όλο το σώμα σου θα είναι φωτεινό· 23. αν, όμως, το μάτι σου είναι πονηρό, όλο το σώμα σου θα είναι σκοτεινό. Αν, λοιπόν, το φως που είναι μέσα σου είναι σκοτάδι, το σκοτάδι πόσο είναι; 24. Κανένας δεν μπορεί να υπηρετεί δύο κυρίους· επειδή, ή τον έναν θα μισήσει, και τον άλλον θα αγαπήσει· ή στον έναν θα προσκολληθεί, και τον άλλον θα καταφρονήσει. Δεν μπορείτε να υπηρετείτε τον Θεό και τον Μαμμωνά. 25. Γι' αυτό, σας λέω: Μη μεριμνάτε για τη ζωή σας, τι να φάτε και τι να πιείτε· ούτε για το σώμα σας τι να ντυθείτε. Δεν είναι η ζωή πολυτιμότερη από την τροφή, και το σώμα από το ένδυμα; 26. Κοιτάξτε με προσοχή στα πουλιά τού ουρανού, ότι δεν σπείρουν ούτε θερίζουν ούτε συγκεντρώνουν σε αποθήκες, και ο ουράνιος Πατέρας σας τα τρέφει· εσείς, δεν είστε πολύ ανώτεροι απ' αυτά; 27. Αλλά, ποιος από σας, μεριμνώντας, μπορεί να προσθέσει έναν πήχη στο ανάστημά του; 28. Και για το ένδυμα τι μεριμνάτε; Παρατηρήστε τα κρίνα τού χωραφιού πώς αυξάνουν· δεν κοπιάζουν ούτε κλώθουν. 29. Σας λέω, όμως, ότι ούτε ο Σολομώντας μέσα στη δόξα του ντύθηκε σαν ένα απ' αυτά.

30. Αλλά, αν το χορτάρι τού χωραφιού, που σήμερα υπάρχει, και αύριο ρίχνεται σε κλίβανο, ο Θεός το ντύνει με έναν τέτοιο τρόπο, δεν θα ντύσει πολύ περισσότερο εσάς, ολιγόπιστοι; 31. Μη μεριμνήσετε, λοιπόν, λέγοντας: Τι να φάμε ή τι να πιούμε ή τι να ντυθούμε; 32. Δεδομένου ότι, όλα αυτά τα ζητούν οι Εθνικοί· επειδή, ο ουράνιος Πατέρας σας ξέρει ότι έχετε ανάγκη απ' όλα αυτά. 33. Αλλά, ζητάτε πρώτα τη βασιλεία τού Θεού, και τη δικαιοσύνη του· και όλα αυτά θα σας προστεθούν. 34. Μη μεριμνήσετε, λοιπόν, για την αύριο· επειδή, η αύριο θα μεριμνήσει για τα δικά της· αρκετό είναι στην ημέρα το κακό της.»

Ο Χριστός, εις το εδάφιο 19, σημειώνει την ματαιοδοξία εις τη συγκέντρωση φθαρτών υλικών έναντι εκείνων των αιώνιων της ψυχής του 20στου εδαφίου. Εφόσον, σύμφωνα με τις δοθείσες προφητείες Του, ο κόσμος κάποτε θα καταλυθεί (βλ. ανωτέρω) κι επειδή ο άνθρωπος κατά το σώμα είναι θνητός, είναι ανώφελο να κοπιάζει και να αγωνιά κανείς, επιμένοντας εις την αναζήτηση υλικού πλούτου.

Επιπλέον, εφόσον ο Χριστός έχει ρυθμίσει στην προσευχή των Χριστιανών των εδαφίων (9-13) («Πάτερ ἡμῶν ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς...»)  την παροχή της τροφής, η οποία επιζητείται με τη συνεργεία του Θεού («11 τὸν ἄρτον ἡμῶν τὸν ἐπιούσιον δὸς ἡμῖν σήμερον·»), επιθυμεί ο Ιησούς, ο άνθρωπος να ζητά «πρῶτον τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν δικαιοσύνην αὐτοῦ» (51), εφόσον όλα τα υπόλοιπα θα του προστεθούν («ταῦτα πάντα προστεθήσεται ὑμῖν».)

Ειδικότερα, η πρόταση του Ιησού: «Διὰ τοῦτο λέγω ὑμῖν, μὴ μεριμνᾶτε τῇ ψυχῇ ὑμῶν τί φάγητε καὶ τί πίητε...» έπεται της προηγηθείσας «24 Οὐδεὶς δύναται δυσὶ κυρίοις δουλεύειν· ἢ γὰρ τὸν ἕνα μισήσει καὶ τὸν ἕτερον ἀγαπήσει, ἢ ἑνὸς ἀνθέξεται καὶ τοῦ ἑτέρου καταφρονήσει· οὐ δύνασθε Θεῷ δουλεύειν καὶ μαμωνᾷ.».

Με άλλα λόγια, ο Χριστός λέγει πως αν θέλει ο άνθρωπος να αγαπήσει το Θεό, θα πρέπει να πάψει να αγαπά τα υλικά αγαθά και να προσκολλάται σ’ αυτά· διότι η προσκόλληση σε αυτά οδηγεί σιγά σιγά εις την απαξίωση της σημασίας του Ίδιου του Θεού. Αν ο Θεός είναι Εκείνος που παρέχει όλα τα αγαθά και την ίδια τη ζωή, τότε δεν είναι ανοησία να προσκολλάται κανείς στα αγαθά παρά στον Ίδιο το Θεό;

Όταν λοιπόν ο φιλάργυρος αγαπά το χρήμα υπερβολικά, αναγκαστικά θα πέσει σε αμαρτίες αδιαφορίας κατά του συνανθρώπου και κατά συνέπεια κατά του Θεού δια μέσω της καταπάτησης των εντολών Του (πρβλ. «ἀγαπᾶτε ἀλλήλους»)· το ίδιο ο σεξομανής. Αυτός θα αγαπήσει περισσότερο τις σωματικές του λειτουργίες, το μυαλό του θα προσκολληθεί σε αυτές και κινδυνεύει να αδιαφορήσει για τον συνάνθρωπό του αμαρτάνοντας, είτε με μοιχείες, είτε με πορνείες κι άλλα συναφή.

Κατά τον Απόστολο Παύλο, η πλεονεξία είναι ειδωλολατρία: Κολλοσαείς, Κεφ. Γ΄ «καὶ τὴν πλεονεξίαν ἥτις ἐστὶν εἰδωλολατρία»· και πώς θα μπορούσε να μην είναι; η πλεονεξία είναι προσκόλληση στα υλικά αγαθά, λατρεία τους έναντι συνανθρώπων και Θεού κι άρα ειδωλολατρία, όπου η ύλη και το φθαρτό αντικαθιστά τον άυλο κι άφθαρτο Θεό, με υλικούς φθαρτούς θεούς, τους οποίους ο άνθρωπος αναζητά με κάθε τρόπο. Έτσι για παράδειγμα η πλεονεξία του πλούτου αδιαφορεί για τον άπορο, η πλεονεξία της σεξουαλικής πράξης και των πολλών συντρόφων οδηγεί σε μοιχείες φιλαυτίας ή αδιαφορία για τον άνθρωπο κι ενδιαφέρον για το όποιο σώμα, η πλεονεξία της ευτυχίας, οδηγεί τον άνθρωπο μακριά από τον πόνο του συνανθρώπου κ.α.

 

Συμπέρασμα: ελληνική ιστορία, ελληνική μαντική...

Γυρίζοντας επί του θέματος της ενότητας, αναρωτιέται κανείς, σε τί  ο Χριστός δεν «ήταν ο καλύτερος κι ο σοφότερος των ανδρών» όταν παρέδιδε αυτόν τον κανόνα στροφής του ενδιαφέροντος του ανθρώπου προς το Θεό και το συνάνθρωπο, παρά προς την ύλη; σε τί  ο Χριστός δεν «ήταν ο καλύτερος κι ο σοφότερος των ανδρών» όταν παρέδιδε τις προφητείες για το ναό του Σολομώντα, την καταστροφή των Ιεροσολύμων και τη συντέλεια του κόσμου; σε τί  ο Χριστός δεν «ήταν ο καλύτερος κι ο σοφότερος των ανδρών» όταν με μια Του λέξη («γενεὰ»)  απέδιδε προφητικά νοήματα επί του άμεσου μέλλοντος, αλλά κι εκείνου του μακρύτερου; Πού είναι στα αλήθεια τα «Λάθη εις την διδασκαλία του Χριστού», που ανακαλύπτει η «φιλοσοφία», όταν έστω και μια διαφορετική ερμηνευτική προσέγγιση από τη δική της μπορεί κι αντιστρέφει κάλλιστα το συμπέρασμα της;

 

...κι η ασπούδαστη ανοησία του άθεου

Η ελληνική ιστορία, με το μαντείο των Δελφών, έχει αποδείξει περίφημα με ποιον τρόπο μια μάντισσα με 3-4 γνωστές σήμερα διφορούμενες φράσεις της μπορούσε να λαμβάνει τα εύσημα ιστορικών, φιλολόγων κι ηγεμόνων της τότε εποχής, αλλά και της σημερινής, για ολάκερο το μαντείο. Από την άλλη, κανείς δεν μπορεί να καταλάβει γιατί ο Χριστός δε δύναται να λάβει ακριβώς τα ίδια εύσημα από τη γριά μάντισσα, κι ακόμη περισσότερα, όταν μια Του λέξη («γενεὰ») αποκτά επαληθεύσιμη ισχύ και στις δύο περιπτώσεις μιας διφορούμενης προφητείας, παρά σε μόνο μία ως συνέβαινε με εκείνες του μαντείου;

Ο Μπέρτραντ Ράσσελ, μαζί με πολλούς άλλους αρνητές, αποτελεί τον φιλοσοφικό «Κροίσο» που αποδίδει εις βάρος του εαυτού του διαφορετική σημασία στα λόγια του Χριστού, από εκείνα εκεί που τους αποδίδει η Ορθόδοξη Εκκλησία. Κι αν κανείς δεν μπορεί στα σίγουρα να πει, ότι ο Ράσσελ δεν «ήταν ο καλύτερος ...των ανδρών», εντούτοις με τα τόσα ερμηνευτικά του λάθη σίγουρα κανείς μπορεί να πει ότι δεν «ήταν... ο σοφότερος των ανδρών»· και δεν μπορεί κανείς Ορθόδοξος κι Έλληνας να μην αντιληφθεί, την πλήρη ομοιότητα στη σοφία του Ράσσελ κι εκείνην εκεί του αρχαίου Κροίσου.

 

 

ΤΟ ΗΘΙΚΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ

 

[The Moral Problem

Then you come to moral questions. There is one very serious defect to my mind in Christ's moral character, and that is that He believed in hell. I do not myself feel that any person that is really profoundly humane can believe in everlasting punishment. Christ certainly as depicted in the Gospels did believe in everlasting punishment, and one does find repeatedly a vindictive fury against those people who would not listen to His preaching -- an attitude which is not uncommon with preachers, but which does somewhat detract from superlative excellence. You do not, for instance, find that attitude in Socrates. You find him quite bland and urbane toward the people who would not listen to him; and it is, to my mind, far more worthy of a sage to take that line than to take the line of indignation. You probably all remember the sorts of things that Socrates was saying when he was dying, and the sort of things that he generally did say to people who did not agree with him.

You will find that in the Gospels Christ said: "Ye serpents, ye generation of vipers, how can ye escape the damnation of hell." That was said to people who did not like His preaching. It is not really to my mind quite the best tone, and there are a great many of these things about hell. There is, of course, the familiar text about the sin against the Holy Ghost: "Whosoever speaketh against the Holy Ghost it shall not be forgiven him neither in this world nor in the world to come." That text has caused an  unspeakable amount of misery in the world, for all sorts of people have imagined that they have committed the sin against the Holy Ghost, and thought that it would not be forgiven them either in this world or in the world to come. I really do not think that a person with a proper degree of kindliness in his nature would have put fears and terrors of this sort into the world.

Then Christ says, "The Son of Man shall send forth His angels, and they shall gather out of His kingdom all things that offend, and them which do iniquity, and shall  cast them into a furnace of fire; there shall be wailing and gnashing of teeth"; and He goes on about the wailing and gnashing of teeth. It comes in one verse after another, and it is quite manifest to the reader that there is a certain pleasure in contemplating wailing and gnashing of teeth, or else it would not occur so often. Then you all, of course, remember about the sheep and the goats; how at the second coming He is going to divide the sheep from the goats, and He is going to say to the goats: "Depart from me, ye cursed, into everlasting fire." He continues: "And these shall go away into everlasting fire."Then He says again, "If thy hand offend thee, cut it off; it is better for thee to enter into life maimed, than having two hands to go into hell, into the fire that never shall be quenched, where the worm dieth not and the fire is not quenched." He repeats that again and again also. I must say that I think all this doctrine, that hell-fire is a punishment for sin, is a doctrine of cruelty. It is a doctrine that put cruelty into the world, and gave the world generations of cruel torture; and the Christ of the Gospels, if you could take Him as his chroniclers represent Him, would certainly have to be considered partly responsible for that.

There are other things of less importance. There is the instance of the Gadarene swine, where it certainly was not very kind to the pigs to put the devils into them and make them rush down the hill into the sea. You must remember that He was omnipotent, and He could have made the devils simply go away; but He chose to send them into the pigs. Then there is the curious story of the fig-tree, which always rather puzzled me. You remember what happened about the fig-tree. "He was hungry; and seeing a fig-tree afar off having leaves, He came if haply He might find anything thereon; and when he came to it He found nothing but leaves, for the time of figs was not yet. And Jesus answered and said unto it: 'No man eat fruit of thee hereafter for ever'.... and Peter.... saith unto Him: 'Master, behold the figtree which thou cursedst is withered away.'" This is a very curious story, because it was not the right time of year for figs, and you really could not blame the tree. I cannot myself feel that either in the matter of wisdom or in the matter of virtue Christ stands quite as high as some other people known to History. I think I should put Buddha and Socrates above Him in those respects.]

Το Ηθικό πρόβλημα

Μετά καταλήγεις σε ερωτήσεις περί ηθικής. Υπάρχει ένα πολύ σοβαρό μειονέκτημα στο μυαλό μου για τον ηθικό χαρακτήρα του Ιησού κι αυτό ήταν ότι πίστευε στην Κόλαση. Δεν νιώθω ο ίδιος πως οποιοδήποτε πρόσωπο που είναι βαθιά ανθρώπινο μπορεί να πιστεύει εις την ατέρμονη τιμωρία. Ο Χριστός σίγουρα όπως περιγράφεται εις τα Ευαγγέλια πίστευε εις την αιώνια τιμωρία κι κάποιος βρίσκει επανειλημμένα μια εκδικητική μανία ενάντια σε εκείνους τους ανθρώπους που δεν άκουγαν το κήρυγμά Του -μια συμπεριφορά που δεν είναι ασυνήθιστη στους ιερείς, αλλά που μειώνει την υπέρτατη υπεροχή. Για παράδειγμα δε βρίσκεις αυτή τη συμπεριφορά στο Σωκράτη. Τον βρίσκεις αρκετά ήπιο κι ευγενικό προς τους ανθρώπους που δεν τον άκουγαν· κι είναι, για το μυαλό μου, πολύ πιο άξιο για ένα σοφό να ακολουθήσει εκείνη τη γραμμή παρά τη γραμμή της αγανάκτησης. Πιθανόν όλοι θα θυμάστε αυτά που ο Σωκράτης έλεγε καθώς πέθαινε και για αυτά που γενικότερα έλεγε στους ανθρώπους που δε συμφωνούσαν μαζί του.

Θα δείτε το Χριστό στα Ευαγγέλια να λέγει «Γεννήματα ἐχιδνῶν, τίς ὑπέδειξεν ὑμῖν φυγεῖν ἀπὸ τῆς μελλούσης ὀργῆς;» (Ματθαίος, Κεφ. Γ΄ 7). Αυτό λέγονταν σε εκείνους που δεν άρεσε το κήρυγμα Του. Δεν είναι κατά την άποψή μου ο καταλληλότερος τόνος κι υπάρχουν πολλά τέτοια γύρω από την κόλαση. Υπάρχει, φυσικά, το γνωστό κείμενο για το Άγιο Πνεύμα: «29 ὃς δ' ἂν βλασφημήσῃ εἰς τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιον, οὐκ ἔχει ἄφεσιν εἰς τὸν αἰῶνα, ἀλλ' ἔνοχός ἐστιν αἰωνίου κρίσεως» (Κατά Μάρκον, Κεφ. Γ΄). Αυτό το κείμενο προκάλεσε μια απερίγραπτη δυστυχία στον κόσμο, για όλους εκείνους τους ανθρώπους που έπραξαν την αμαρτία κατά του Αγίου Πνεύματος και που νόμιζαν ότι δεν θα τους συγχωρηθεί ούτε στον παρόντα ούτε στον επόμενο αιώνα. Πραγματικά δεν νομίζω ότι ένας άνθρωπος με ένα ορθό βαθμό καλοσύνης στη φύση του, θα μπορούσε να βάλει τέτοιου είδους φοβίες και τρόμους στον κόσμο.

Μετά λέει ο Χριστός: «41 ἀποστελεῖ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου τοὺς ἀγγέλους αὐτοῦ, καὶ συλλέξουσιν ἐκ τῆς βασιλείας αὐτοῦ πάντα τὰ σκάνδαλα καὶ τοὺς ποιοῦντας τὴν ἀνομίαν, 42 καὶ βαλοῦσιν αὐτοὺς εἰς τὴν κάμινον τοῦ πυρός· ἐκεῖ ἔσται ὁ κλαυθμὸς καὶ ὁ βρυγμὸς τῶν ὀδόντων.» (Κατά Ματθαίος, Κεφ. Ιγ΄)· και συνεχίζει για τον κλαυθμό και τον τριγμό των οδόντων. Συνεχίζει στο ένα εδάφιο μετά το άλλο κι είναι πρόδηλο στον αναγνώστη ότι υπάρχει ενός είδους ευχαρίστηση στην ενατένιση του κλαυθμού και του τριγμού των οδόντων, ειδάλλως δε θα επαναλαμβάνονταν τόσο συχνά. Έπειτα όλοι σας, φυσικά, θα θυμάστε για τα πρόβατα και τα κατσίκια· πως εις την 2α Παρουσία θα μοιράσει τα πρόβατα από τα κατσίκια και θα πει στα κατσίκια: «πορεύεσθε ἀπ' ἐμοῦ οἱ κατηραμένοι εἰς τὸ πῦρ τὸ αἰώνιον» (Ματθαίος, Κεφ. Κε΄). Συνεχίζει «46 καὶ ἀπελεύσονται οὗτοι εἰς κόλασιν αἰώνιον». Μετά ξαναλέει «43 καὶ ἐὰν σκανδαλίζῃ σε ἡ χείρ σου, ἀπόκοψον αὐτήν· καλόν σοί ἐστι κυλλὸν εἰς τὴν ζωὴν εἰσελθεῖν, ἢ τὰς δύο χεῖρας ἔχοντα ἀπελθεῖν εἰς τὴν γέενναν, εἰς τὸ πῦρ τὸ ἄσβεστον, 44 ὅπου ὁ σκώληξ αὐτῶν οὐ τελευτᾷ καὶ τὸ πῦρ οὐ σβέννυται.». Το επαναλαμβάνει ξανά και ξανά επίσης. Πρέπει να πω ότι πιστεύω ότι όλο αυτό το δόγμα, της κόλασης ως τιμωρία για την αμαρτία, είναι ένα απάνθρωπο δόγμα. Είναι ένα δόγμα που έφερε απανθρωπιά στον κόσμο κι έδωσε στον κόσμο γενιές από απάνθρωπα βασανιστήρια· κι ο Χριστός των Ευαγγελίων, αν Τον λάβεις όπως τα χρονικά Τον εξιστορούν, πρέπει βεβαίως να θεωρηθεί μερικά υπεύθυνος γι’ αυτό.

Υπάρχουν άλλα πράγματα μικρότερης σημασίας. Υπάρχει το παράδειγμα των γουρουνιών των Γαδαρηνών, όπου δεν ήταν τόσο καλός προς τα γουρούνια βάζοντας τους δαίμονες μέσα τους και κάνοντάς τα να τρέξουν κάτω εις το λόφο και μέσα εις τη θάλασσα. Πρέπει να θυμηθείτε πως ήταν Παντοδύναμος και πως μπορούσε να διώξει απλώς τα δαιμόνια· αλλά διάλεξε να τα στείλει μέσα στα γουρούνια. Μετά υπάρχει η παράξενη ιστορία με τη συκιά που πάντοτε με μπέρδευε.  Θα θυμάστε τι έγινε με τη συκιά. «12 Καὶ τῇ ἐπαύριον ἐξελθόντων αὐτῶν ἀπὸ Βηθανίας ἐπείνασε· 13 καὶ ἰδὼν συκῆν ἀπὸ μακρόθεν ἔχουσαν φύλλα, ἦλθεν εἰ ἄρα τι εὑρήσει ἐν αὐτῇ· καὶ ἐλθὼν ἐπ' αὐτὴν οὐδὲν εὗρεν εἰ μὴ φύλλα· οὐ γὰρ ἦν καιρὸς σύκων. 14 καὶ ἀποκριθεὶς εἶπεν αὐτῇ· Μηκέτι ἐκ σοῦ εἰς τὸν αἰῶνα μηδεὶς καρπὸν φάγοι.» και του είπε ο Πέτρος: «Ραββί, ἴδε ἡ συκῆ ἣν κατηράσω ἐξήρανται». Αυτή είναι μια πολύ παράξενη ιστορία γιατί δεν ήταν η κατάλληλη περίοδος του έτους για σύκα και στην πραγματικότητα δε θα μπορούσες να κατηγορήσεις το δέντρο. Δεν νιώθω πως είτε από μεριάς σοφίας είτε από μεριάς αρετής ο Χριστός στέκεται τόσο ψηλά όσο μερικοί άλλοι άνθρωποι γνωστοί από την Ιστορία. Πιστεύω πως πρέπει να βάλω το Βούδα και το Σωκράτη πάνω από Αυτόν υπό από αυτές τις απόψεις.

 

Πρόβλημα Ηθικής Θεού/Ιησού ή Ανθρώπων; 

Ο Ράσσελ επιθυμεί ο κάθε άδικος άνθρωπος να μην κολάζεται/τιμωρείται αιώνια. Από την άλλη μεριά σαφώς επιθυμεί ο κάθε άνθρωπος να ζει αιώνια στον Παράδεισο· ειδάλλως ποιό το νόημα της πολεμικής του;

Για να ζει κανείς για πάντα στον Παράδεισο, ως επιθυμεί ο Ράσσελ, θα πρέπει αιωνίως να συμφωνεί με τους ηθικούς κανόνες του Θεού, να είναι ειρηνοποιός, δίκαιος, αγαθός, ελεήμων κ.λ.π., κάτι που τώρα δε συμβαίνει σύμφωνα με τον Μπερτράντ:  «Εδώ σ’ αυτό τον κόσμο βρίσκουμε μια μεγάλη αδικία, και επομένως υπάρχει ένας λόγος να υποθέσουμε ότι το δίκαιο δεν κυβερνά τον κόσμο· επομένως αυτό συνιστά ένα ηθικό επιχείρημα ενάντια στο Θεό και όχι υπέρ ενός». Ο Ράσσελ δηλαδή αντιλαμβάνεται, πως η έλλειψη δικαιοσύνης στον κόσμο, είναι έλλειψη «Θεού» παρά παρουσία Του.

Ας γίνει η υπόθεση, ότι ο Θεός εμφανίζεται και βασιλεύει κάποτε στον κόσμο. Όλοι θα πρέπει να είναι δίκαιοι και να ακολουθούν τον νόμο του Θεού για να ζουν τον Παράδεισο, δηλαδή την ευτυχία μέσα στο Θεό· γιατί η Κόλαση κι ο Παράδεισος είναι τρόποι υπάρξεως κι όχι τόποι. Τί συμβαίνει όμως όταν κάποιοι δε θέλουν να ζουν εκεί ή δεν επιθυμούν/αγαπούν το Θεό; τί γίνεται σαν κάποιοι επιθυμούν τα προ της βασιλείας του Θεού; δηλαδή να σκοτώνουν, να κλέβουν, να πορνεύουν, να μοιχεύουν, να βιάζουν, να βασανίζουν, να ψεύδονται κ.λ.π.;

Υπάρχουν 2 θέσεις:

α. Αν τους δοθεί αυτό το δικαίωμα εις την αδικία, τότε η βασιλεία του Θεού παύει να είναι Παράδεισος και δικαιοσύνη και γίνεται επιστροφή σε μια κατάσταση ως έχει ο σημερινός κόσμος, όπου υπάρχει «μια μεγάλη αδικία», ως λέγει ο Ράσσελ.

β. Αν απαγορευτούν εις τους άδικους οι αδικίες, τότε οι μεν δίκαιοι ζουν δίκαια κι ευτυχισμένα, αλλά οι άδικοι «δεν τη βρίσκουν» και δηλαδή δεν ευτυχούν μέσα σε ένα τέτοιο Παράδεισο. Αυτομάτως γι’ αυτούς ο Παράδεισος είναι Κόλαση.

Όπως φαίνεται από τα ανωτέρω, σε μια τέτοια κατάσταση ο Παράδεισος ή η Κόλαση ορισμένων ανθρώπων, δεν είναι ηθική ευθύνη του Θεού, αλλά των ιδίων των ανθρώπων, οι οποίοι δε φρόντισαν να προσαρμοστούν προ της βασιλείας του Θεού, για τη βασιλεία του Θεού. Δεν ευθύνεται ο Θεός ηθικά, αν κάποιος θέλει να κλέψει/αδικήσει στη βασιλεία του Θεού, αλλά δεν μπορεί, επειδή ο Θεός βασιλεύει· δεν ευθύνεται ηθικά ο Θεός, αν κάποιος επιθυμεί να πυροβολήσει από μίσος κάποιον εις τη βασιλεία Του, αλλά δεν μπορεί αφού η βασιλεία της Αγάπης δεν του δίνει αυτό το δικαίωμα.

Το εδάφιο Κατά Ματθαίον, Κεφ. Ιγ΄, που παρουσιάζει ο Ράσσελ, το ξεκαθαρίζει αυτό το ζήτημα, λέγοντας ότι στη βασιλεία του Θεού παύει η αμαρτία αφού «41 ἀποστελεῖ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου τοὺς ἀγγέλους αὐτοῦ, καὶ συλλέξουσιν ἐκ τῆς βασιλείας αὐτοῦ πάντα τὰ σκάνδαλα» εκτός από «τοὺς ποιοῦντας τὴν ἀνομίαν».

Κάποιος θα αναρωτηθεί: καλά δε γίνεται κάποιοι από αυτούς τους «κολασμένους/στενοχωρημένους» μια μέρα να αλλάξουν χαρακτήρα και να αρχίσουν να ζουν σύμφωνα με τον νόμο/ιδιότητες του Θεού, ώστε να απολαμβάνουν κι αυτοί Παράδεισο, ενώ «βρίσκονται»/ζουν στην Κόλαση;

....η απάντηση στην ακόλουθη ενότητα.

 

Αιωνιότητα της Κόλασης => & του Παραδείσου

Ασφαλώς η βασιλεία του Θεού δε γίνεται να διαρκέσει μόνο 10 ή 40 λεπτά, ή 30 ή 40 μέρες, ώστε αυτοί που πράττουν την αδικία να μπορέσουν να την πράξουν μόλις η βασιλεία «περάσει». Ο Θεός είναι Αιώνιος και Πηγή της ζωής. Όταν έρθει η ώρα της βασιλείας/εξουσίας/παρουσίας Του, αυτή θα είναι εκτός τόπου και χρόνου (χωροχρόνου), δηλαδή για πάντα· εκεί ο χρόνος δεν μετρά αφού δεν υπάρχει. Γι’ αυτό δόθηκαν κάποτε οι νόμοι του Μωυσή και μετά συμπληρώθηκαν κι επεκτάθηκαν από το Χριστό, ώστε οι άνθρωποι να γνωρίζουν τι είδους νομοθεσία πρόκειται να εγκαθιδρυθεί εις τη βασιλεία του Θεού της Αγάπης κι ο καθείς να γνωρίζει τι να περιμένει.

Η συμμόρφωση κι η άσκηση στο θείο «πολίτευμα» αρχίζει από τη γη και θα πρέπει προ του θανάτου να έχει ολοκληρωθεί από τον κάθε άνθρωπο. Προς τούτο η Ορθόδοξος Εκκλησία έχει ορίσει και μέρες νηστείας εις βοήθεια καταπολέμησης των ψυχικών παθών και της προσήλωσης προς τα υλικά και τα «γήινα»· επιπλέον με τα μυστήρια (Βάπτιση, Εξομολόγηση, Θεία Κοινωνία κ.α.) το χέρι του Θεού απλώνεται άνωθεν του πιστού, ενισχύοντας τον να πολιτευτεί σύμφωνα με την μέλλουσα πολιτεία της Αγάπης προς το Θεό και τον πλησίον, υποβοηθώντας έναντι των δυσκολιών του ένσαρκου βίου.

Υπάρχουν ορισμένα καίρια σημεία, για να εννοήσει κανείς το ζήτημα της αιωνιότητας της τιμωρίας ή της χαράς:

α) κατά την Χριστιανική διδασκαλία ο Θεός είναι Αιώνιος κι Αμετάβλητος

β) ο σημερινός φθαρτός κόσμος της μεταβολής/ θανάτου και του χρόνου, μετά την 2α Παρουσία θα μετατραπεί σε έναν κόσμο αμετάβλητο της αιωνιότητας [δίχως χρόνο] και της αθανασίας, ως ο Θεός.

γ) επειδή τότε ο Θεός θα βασιλεύει, θα επικρατεί δικαιοσύνη, αγάπη, καλοσύνη, πραότητα, αγιότητα κ.λ.π. (52)

δ) η κατάσταση των ψυχών των ανθρώπων σε εκείνη την κατάσταση θα είναι παγιωμένη, δε θα αλλάζει εφόσον δε θα υπάρχει καμία μεταβολή για αυτό κι αθανασία· όπως περίπου, αλλά όχι απολύτως, συμβαίνει μετά θάνατον για τη ψυχή του καθενός.

Αν λοιπόν μια ψυχή ευφραίνεται μέσα σε ένα τέτοιο περιβάλλον, θα βιώνει τον Παράδεισο· αν δεν ευφραίνεται, τότε θα βιώνει την Κόλαση. Γιατί όμως θα είναι για πάντα;

Για 2 απλούστατους λόγους:

1) όπως ελέχθη, μετά την 2α Παρουσία ο χρόνος κι η μεταβολή καταργούνται· το σύμπαν περνά σε αφθαρσία της 8ης δημιουργικής ημέρας. Ας φανταστεί ο καθείς προς στιγμή την αθάνατη ψυχή του ανθρώπου, ως το νερό μέσα σε κάποιο δοχείο. Όσο το νερό δεν είναι παγωμένο (παρών κόσμος) μπορεί να αλλάζει σχήμα (μετάνοια). Μόλις παγώσει (θάνατος/2α Παρουσία) θα έχει το σχήμα που έλαβε την τελευταία φορά μέσα στο δοχείο που βρισκόταν. Οι δαίμονες αντίθετα είναι αμετανόητοι... δεν πρόκειται να αλλάξουν ποτέ κατά την παρούσα φάση.

2) Επειδή Θεός είναι αιώνιος κι αμετάβλητος, όπως κι η ψυχή είναι μετά θάνατον ή τουλάχιστον μετά την 2α Παρουσία, η σχέση της τελευταίας έναντι του Θεού παραμένει αιωνίως όμοια· έτσι παγιώνεται ο Παράδεισος ή η Κόλαση της ψυχής έναντι του Θεού, δηλαδή παγιώνεται η ελεύθερη ροπή του καθενός προς την τέλεση της αμαρτίας (αστοχίας έναντι του Θεού).

 Φιλόσοφοι σαν το Ράσσελ, που επιθυμούν η Κόλαση να μην κρατά αιώνια, στην ουσία αντιφάσκουν εις το βάθος, αφού δεν επιθυμούν ούτε ένα αιώνιο Παράδεισο. «Επιθυμούν» ένα Θεό ο Οποίος δεν μπορεί να υποσχεθεί αιώνια ζωή, είναι «θνητός» και δεν μπορεί να βασιλέψει.

Επίσης επιθυμούν εμμέσως ψυχές ανθρώπων οι οποίες παραμένουν εις την μεταβλητότητα και δηλαδή εις την ελεύθερη εξάσκηση της αμαρτίας, δηλαδή της αδικίας έναντι των άλλων κι επομένως ένα κόσμο σαν κι αυτόν που ο Ράσσελ μισεί και χρησιμοποιεί εναντίον του Θεού πλείστες φορές σε διάφορα δοκίμιά του: «Εδώ σ’ αυτό τον κόσμο βρίσκουμε μια μεγάλη αδικία, κι επομένως υπάρχει ένας λόγος να υποθέσουμε ότι το δίκαιο δεν κυβερνά τον κόσμο· άρα αυτό συνιστά ένα ηθικό επιχείρημα ενάντια στο Θεό κι όχι υπέρ ενός».

Αν φιλόσοφοι, ως ο Ράσσελ, πραγματικά επιθυμούν έναν αιώνιο Παράδεισο ως έλλειψη αδικίας, τότε δεν κάνουν τίποτα άλλο παρά να υποστηρίζουν μια παύση της αδικίας από τους ανθρώπους, πράγμα που σημαίνει Κόλαση για εκείνους που επιθυμούν να εξασκούν την αδικία, επειδή δεν θα τους επιτρέπεται να τη διαπράττουν. Πράγματι ισχύει το «44 ὅπου ὁ σκώληξ αὐτῶν οὐ τελευτᾷ καὶ τὸ πῦρ οὐ σβέννυται»· διότι ούτε ο Θεός είναι θνητός ώστε να πάψει η βασιλεία Του σαν «πεθάνει», αλλά ούτε κι οι άδικοι δύνανται να τελούν τις αδικίες τους παρόλη την εναγώνια επιθυμία τους προς τούτο, εντός της Βασιλείας του Θεού.

Μπορεί να φανταστεί κανείς έναν μανιώδη καπνιστή που μετά το θάνατο δεν έχει τσιγάρα να καπνίσει; έναν παιδεραστή που επιθυμεί να πορνεύει με μικρά παιδιά, ενώ δεν του δίνεται το δικαίωμα σε αυτή την ακολασία, όντας ο ίδιος ούτως ή άλλως χωρίς σαρκικό σώμα; παύει «ὁ σκώληξ» αυτών ή «σβέννυται» το πυρ αυτών, όταν οι έξεις τους προς τις αμαρτίες έχουν παγιωθεί μέσα στην 2α Παρουσία της αμεταβλητότητας, ενώ δεν μπόρεσαν να τις αποβάλλουν από τη ζωή τους στη γη; Αν έσβηνε το πυρ ή έπαυε ο σκώληκας αυτών, τότε και τα διαβολικά τσιγάρα θα ήταν σε ημερήσια διάταξη στον «παράδεισο»· μα κι ο παιδεραστής θα κακοποιούσε μικρά παιδιά στον «Παράδεισο». Με άλλα λόγια ο «Παράδεισος» δεν θα ήταν Παράδεισος· ο Θεός δε θα είχε βασιλέψει κι ο διάβολος κι οι υποτακτικοί του θα είχαν ακόμη το πάνω χέρι.

Είναι επίσης πρόδηλο το ασυνεπές των αιρέσεων που προωθεί ο Ράσσελ: «Η πίστη στην αιώνια κόλαση του πυρός ήταν μια βασική Χριστιανική πίστη μέχρι πρόσφατα. Σε αυτήν τη χώρα, όπως γνωρίζετε, σταμάτησε να είναι μια βασική πίστη εξαιτίας της αποφάσεως του Συμβουλίου του Privy, και από αυτή την απόφαση διαφώνησαν οι αρχιεπίσκοποι του Καρτέρμπουρυ και της Υόρκης».

Δεν υπάρχει τίποτα πιο βλακώδες από μια τέτοια αιρετική απόφαση ως η ανωτέρω, η οποία στην ουσία «καταργεί» τις ίδιες αυτές ιδιότητες του Θεού. Όταν κάποιος καταργεί την Κόλαση, στην ουσία καταργεί και τον ίδιο τον Παράδεισο κι εδώ έγκειται το «βλακώδες» της τοιαύτης υπόθεσης, εφόσον κατ’ επέκταση και κατά την ουσία, καταργεί στα χαρτιά την ίδια τη Βασιλεία του Θεού, ωθεί το Θεό εις την αδυναμία και τη φθαρτότητα και βγάζει ψεύτη το Χριστό και τον Πατέρα Του· από την άλλη δε μεριά, διαιωνίζει την αμαρτία, την αδικία, τους πολέμους, τη βιαιότητα, τις αρπαγές, τους εξανδραποδισμούς κι ακόμη χειρότερα διαιωνίζει τη «βασιλεία» των αδίκων κι αυτού του ίδιου του διαβόλου· οὖ μὴ γένοιτο.

 

Ράσσελ & Άδικος Κόσμος

Ασφαλώς, όταν μια ψυχή κολάζεται έναντι της βασιλείας της Αγάπης, της δικαιοσύνης, της ελεημοσύνης, της πραότητας κ.α. και δηλαδή έναντι των ιδιοτήτων του Θεού, ο καθείς αντιλαμβάνεται πως αυτή έχει το ηθικό πρόβλημα, όχι ο Θεός.

Τα λόγια του Ράσσελ μόνο άστοχα θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν: «Πρέπει να πω ότι πιστεύω ότι όλο αυτό το δόγμα, της κόλασης ως τιμωρία για την αμαρτία, είναι ένα απάνθρωπο δόγμα. Είναι ένα δόγμα που έφερε απανθρωπιά στον κόσμο κι έδωσε στον κόσμο γενιές από απάνθρωπα βασανιστήρια· κι ο Χριστός των Ευαγγελίων, αν Τον λάβεις όπως τα χρονικά Τον εξιστορούν, πρέπει βεβαίως να θεωρηθεί μερικά υπεύθυνος γι’ αυτό»· αν οι άδικοι δεν κολάζονταν αιώνια ενώπιον του Θεού, τότε η Αγάπη δεν θα βασίλευε αιώνια. Αντίθετα, αυτή θα ξέπεφτε κι ανά διαστήματα θα βασίλευαν όλα εκείνα τα χαρακτηριστικά μιας βίαιης και πραγματικά μισάνθρωπης κοινωνίας όπως λ.χ. εκείνης του Γ΄ Ράιχ, όπου ο κάθε βίαιος άνθρωπος έχαιρε αξιωμάτων και τίτλων ενώπιον του αυταρχικού κράτους, ενώ κολάζονταν ο κάθε πράος πολίτης θύμα του ενός και του άλλου αξιωματούχου.

Έπειτα, αν η κατάργηση ενός κόσμου, όπου υπάρχει «μια μεγάλη αδικία» και που «θα μπορούσε κάλλιστα να είναι ...θεός», επιφέρει την αντικατάστασή του από ένα κόσμο δικαιοσύνης (Β΄ Πέτρου Επιστολήν, Κεφ. γ΄: «13 καινοὺς δὲ οὐρανοὺς καὶ γῆν καινὴν κατὰ τὸ ἐπάγγελμα αὐτοῦ προσδοκῶμεν, ἐν οἷς δικαιοσύνη κατοικεῖ») θεωρείται από τον Ράσσελ «ένα απάνθρωπο δόγμα», τότε κανείς δεν γνωρίζει γιατί ο Ράσσελ θεωρεί τον παρόντα κόσμο ως κόσμο με «μεγάλη αδικία». Είτε ο παρών κόσμος είναι άδικος, είτε το δόγμα παραδείσου/κολάσεως δεν μπορεί να θεωρηθεί «απάνθρωπο», αφού καταργεί αυτόν τον άδικο κόσμο· εκτός κι αν ο Ράσσελ δεν έχει αντιληφθεί τι σημαίνει δίκαιος κόσμος και νομίζει πως ο Θεός θα κτίσει ένα νέο κόσμο, όπου κι οι άδικοι θα έχουν ελευθερία εις την εξάσκηση των δικαιωμάτων τους. Δίκαιος κόσμος δεν είναι ο κόσμος εις τον οποίο ο άδικος δικαιούται να πράττει την αδικία· δίκαιος κόσμος είναι ο κόσμος εις τον οποίο η αδικία δεν υφίσταται καν, ως μέσο ζωής και ύπαρξης των ανθρώπων.

 

Σωκράτης & Χριστός

Ο Ράσσελ θεωρεί, πως η πραότητα των λόγων του Σωκράτη είναι απόδειξη αξιότητας: «κι είναι, για το μυαλό μου, πολύ πιο άξιο για ένα σοφό να ακολουθήσει εκείνη τη γραμμή παρά τη γραμμή της αγανάκτησης». Η αναφορά ενός παραδείγματος που οι περισσότεροι άνθρωποι έχουν βιώσει, μπορεί να αποδείξει πως ένας τέτοιος κανόνας αξιότητας δεν είναι απόλυτος.

Οι γονείς που ανησυχούν για τα δικά τους παιδιά, δεν έχουν πάντα λόγια «πραότητας» απέναντί τους. Αντιθέτως, επειδή εκείνοι είναι που ανησυχούν περισσότερο γι’ αυτά, εκείνοι είναι που θα χρησιμοποιήσουν και λόγια «βαριά», για τα «σοφά» αυτιά κάποιων. Είναι σίγουρο πως ένας πωλητής ναρκωτικών και φίλος των παιδιών αυτών, μπορεί να είναι πολύ πράος στα λόγια απέναντι στα παιδιά, τουλάχιστον μέχρι αυτά να γίνουν χρήστες της ουσίας που αυτός πωλεί. Πραότητα επίσης χαρακτηρίζει τα λόγια κάθε διαφήμισης εμπορικού προϊόντος· παραδείγματος χάριν των τσιγάρων. Και στις δύο αυτές περιπτώσεις, αν δεν υπάρχει απλή κερδοσκοπία, σίγουρα υπάρχει κακός δόλος κι αδιαφορία για τα παιδιά, στο πρώτο παράδειγμα, και προς τον καταναλωτή/καπνιστή, εις το δεύτερο.

Εκτός λοιπόν του ότι δεν υπάρχει πάντοτε αξιότητα πίσω από λόγια «πραότητας», αλλά τουναντίον, επιπλέον υπάρχει και μια κεφαλαιώδης διαφορά μεταξύ Χριστού και Σωκράτη. Από τα λόγια του Σωκράτη δεν κρέμεται η ζωή κανενός εις την μεταθανάτιο ζωή. Τουλάχιστον ο ίδιος ο Σωκράτης δεν υπαινίχθηκε ποτέ ότι ήταν Θεός ή Υιός Θεού κι ότι θα έκρινε τον κόσμο. Αντίθετα εις τα λόγια του Ιησού βρίσκεται υπευθυνότητα για την ηθική διαπαιδαγώγηση δισεκατομμυρίων ανθρώπων. Μπορεί στα αλήθεια να φανταστεί κανείς έναν απλό άνθρωπο, ο οποίος απευθύνεται υπέρ της ζωής πολλών ανθρώπων και να είναι τόσο πράος εις τις λέξεις, ώστε να μπορεί να χαρακτηριστεί ανεύθυνος ή αδιάφορος προς αυτούς; Αν παραδειγματιστεί κανείς από τους ανώτερους στρατιωτικούς στο πεδίο της μάχης, όπου χιλιάδες από ανθρώπινες ζωές κρέμονται από τις διαταγές τους, θα αντιληφθεί ότι η πραότητα εις τις λέξεις είναι κενό γράμμα. Και είναι αντιληπτό, για εκείνους που πιστεύουν εις την μεταθανάτιο ζωή, Χριστού και Σωκράτη συμπεριλαμβανομένων, ότι οι πρόσκαιρες βιολογικές ζωές των ανθρώπων δεν είναι σημαντικότερες από τις αιώνιες ψυχές: Λουκάς, Κεφ. Θ΄«25 τί γὰρ ὠφελεῖται ἄνθρωπος κερδήσας τὸν κόσμον ὅλον, ἑαυτὸν δὲ ἀπολέσας ἢ ζημιωθείς;».

Για να κατανοηθεί καλύτερα η αστοχία του Ράσσελ μαζί με το νόημα της ανωτέρου παραγράφου, ας γίνει ακόμη ένα πιο παραστατικό παράδειγμα. Ας υποθέσουμε ότι 4-5 παιδάκια διασχίζουν μια διάβαση κοντά σε ένα σχολείο, όταν ο σχολικός τροχονόμος αντιλαμβάνεται πως ένα λεωφορείο έρχεται με μεγάλη ταχύτητα προς τη διάβαση, ενώ ο οδηγός του έχει χάσει ελαφρώς τον έλεγχο του οχήματος· μπορεί στα αλήθεια κανείς να φανταστεί το σχολικό τροχονόμο με «φιλοσοφική πραότητα λόγων» να καθοδηγεί τα παιδάκια που κινδυνεύουν με ασφάλεια στο απέναντι πεζοδρόμιο; Αντιθέτως! Αν ο τροχονόμος δεν αγωνιά φωνάζοντας υπέρ της σωτηρίας των παιδιών θα βρεθεί και κατηγορούμενος από κάποιο πολιτικό δικαστήριο!

 Στο άνω παράδειγμα, ο σχολικός τροχονόμος είναι ο Ιησούς που βλέπει τους κινδύνους και τους κινδυνεύοντες. Ο Σωκράτης τη στιγμή που εξελίσσονταν αυτά τα γεγονότα, βρίσκονταν μερικά οικοδομικά τετράγωνα πιο πέρα (χρονική διαφορά με γέννηση Ιησού), δεν έβλεπε τα συμβάντα, ούτε ήταν ο ίδιος σχολικός τροχονόμος (υπεύθυνος) κάποιων παιδιών, αλλά αντιθέτως ήτο κι αυτός παιδί/μαθητής (ως μη θεός). Ο Χριστός από την άλλη, στο ίδιο το αυτό παράδειγμα, δεν έχει την ιδιότητα του σχολικού τροχονόμου μόνον, αλλά και του Πατρός των παιδιών, που εργάζεται υπό αυτήν την ιδιότητα του τροχονόμου· με την έννοια δηλαδή, πως όχι μόνο επαγγέλλεται αλλά Αγαπά αυτά τα παιδιά ως Δημιουργός τους.

Μπορούν να τεθούν ορισμένα καίρια παράλληλα ερωτήματα εδώ έναντι των θέσεων του Ράσσελ:

α) πότε ο άνωθι αναφερόμενος σχολικός τροχονόμος θα κατάφερνε να σώσει περισσότερα παιδιά από ένα πιθανό ατύχημα με το λεωφορείο; αν είχε «αρκετά ήπιο κι ευγενικό» τόνο ή όχι;

β) ο τόνος της φωνής του σχολικού τροχονόμου θα είχε «επανειλημμένα μια εκδικητική μανία» αν φοβέριζε τα παιδιά με τις πιθανές συνέπειες ενός ατυχήματος κατά την ώρα του μαθήματος;

γ) τα «επανειλημμένα» μαθήματα είναι αυτά που απομνημονεύονται από τους μαθητές περισσότερο ή τα τιθέμενα άπαξ διαπαντός; «κι είναι πρόδηλο στον αναγνώστη ότι υπάρχει ενός είδους ευχαρίστηση στην ενατένιση του κλαυθμού και του τριγμού των οδόντων ειδάλλως δε θα επαναλαμβάνονταν τόσο συχνά».

δ) Αν ο Σωκράτης βρίσκονταν στην θέση του Ιησού, γνωρίζοντας το ατέλευτο της βασιλείας του Θεού κι ήταν υπεύθυνος για την καθοδήγηση ψυχών δισ. ανθρώπων, θα είχε «αρκετά ήπιο κι ευγενικό» τόνο κατά τη διδασκαλία του ή όχι;

 

Αγάπη - Φόβος Διδασκαλίας & «Απάνθρωπες» Συμβουλές Ράσσελ

Ο Ράσσελ λέγει: «δεν νομίζω ότι ένας άνθρωπος με ένα ορθό βαθμό καλοσύνης στη φύση του θα μπορούσε να βάλει τέτοιου είδους φοβίες και τρόμους στον κόσμο». Μόνο που ο Ράσσελ αποφεύγει να σημειώσει τις οδούς μαθήσεως για τους ανθρώπους. Οι άνθρωποι μπορεί να μάθουν από τους γονείς ή τους δασκάλους τους κάτω από 2 περιστάσεις:

α) από φόβο προς την τιμωρία, εφόσον ο φόβος είναι έμφυτο πάθος εις τον άνθρωπο

β) από αγάπη προς τη διδασκαλία ή προς τα πρόσωπα αυτά

Η διδασκαλία του Θεού αγκαλιάζει και τις δύο αυτές ομάδες ανθρώπων. Υπάρχουν εκείνοι που ακολουθούν τις οδηγίες του Θεού από καθαρή αγάπη κι υπάρχουν και κάποιοι, οι οποίοι ακολουθούν τις διδασκαλίες Του από το φόβο της Κολάσεως. Αν κι η Αγάπη είναι η τέλεια μορφή προσέγγισης του ανθρώπου προς το Θεό, εντούτοις ο Θεός επιθυμεί να σωθούν από το βασανισμό της Κολάσεως ακόμη κι όσοι φοβούνται την τελευταία· δηλαδή κι όσοι φοβούνται ότι θα κολαστούν από την παρουσία του Θεού. Είναι παντελώς ανόητο κι άστοχο να υποστηρίζεται ότι «ὁ φόβος [δὲν] φυλάει τὰ ἔρμα». Ο φόβος είναι ουσιώδης αίσθημα αυτοσυντήρησης κάθε βιολογικού οργανισμού. Ο Ράσσελ πλαγίως δέχεται ότι «ὁ φόβος φυλάει τὰ ἔρμα»: «....ολάκερη η ιστορία φανερώνει ότι οποιαδήποτε ομάδα ανθρώπων που τους έχει εμπιστευθεί ισχύ έναντι μιας άλλης ομάδας ανθρώπων, θα κάνει κατάχρηση αυτής της ισχύς, αν μπορεί να το πράξει ατιμώρητα». (52α)

Ίσως η προσέγγιση διδασκαλίας του Ράσσελ, να συμβουλεύει την μάθηση μόνο δια μέσω της «ηπιότητας» στα λόγια, αδιαφορώντας για εκείνους τους ανθρώπους που θα μείνουν εκτός μαθήματος/παραδείσου, ένεκα του φόβου της τιμωρίας/κολάσεως. Όμως μπρος στο πραγματικό αιώνιο βάσανο της Κολάσεως τί «τρομακτικό» νόημα έχουν μερικά πρόσκαιρα «βαριά» λόγια; Ποιός είναι εκείνος ο γονέας που δε φοβέρισε ποτέ τα παιδιά του, όταν υπήρχε κάποιος ορατός κίνδυνος επειδή σκέφτηκε «φιλοσοφώντας» τα «βαριά» λόγια; Μάλλον κανείς. Κι όμως ο Ράσσελ, αντί να προσηλώνεται εις την αποφυγή του κινδύνου, ταράσσεται κι ενοχλείται επειδή ο Θεός δεν μιλάει «ευγενικά», όπως ίσως μιλούν ευγενικά στα «βασιλικά σαλόνια της αριστοκρατικής Γαλλίας»... Θεωρεί πως ο Χριστός «μειώνει την υπέρτατη υπεροχή» Του σαν φοβερίζει μερικούς για την Κόλαση, και δηλαδή, για το ποιόν της μέλλουσας ζωής τους αν δεν προσέξουν, λες κι ο Θεός ενδιαφέρεται περισσότερο ως άλλος εγωιστής για «την υπέρτατη υπεροχή» Του, που θα του την «αποδώσει» ο Ράσσελ, παρά για την αποφυγή της Κολάσεως εκ μέρους των ανθρώπων! Μα αυτή άλλωστε είναι η διαφορά του Θεού από την ανθρώπινη κενοδοξία.  Ενώ ο λόγος όλης αυτής της «ταραχής» του Ράσσελ; Μα η απιστία στην ύπαρξη της Κόλασης και του Παραδείσου...

 

Αιτία απιστίας προς την Κόλαση

Ο λόγος, για τον οποίο ο Μπερτράντ θεωρεί πως ο Χριστός σκορπά τον τρόμο, είναι ακριβώς η άγνοια του: «ένα πολύ σοβαρό μειονέκτημα στο μυαλό του για τον ηθικό χαρακτήρα του Ιησού, κι αυτό ήταν ότι πίστευε στην Κόλαση». Όταν λοιπόν κάποιος φιλόσοφος δε βλέπει ή δεν πιστεύει στο «λεωφορείο» του ανωτέρου παραδείγματος, που τρέχει να παρασύρει τα παιδιά του σχολείου, απορεί σαν ο σχολικός τροχονόμος φωνάζει. Ο ίδιος δεν αντιλαμβάνεται το λεωφορείο που έχει χάσει τον έλεγχο·  αντιλαμβάνεται δε το σχολικό τροχονόμο ως τρελό. Αν όμως υπάρχει το λεωφορείο, τότε τρελός είναι ο φιλόσοφος παρά ο τροχονόμος.

Όταν κανείς a priori δεν πιστεύει στο Θεό (βλ. εισαγωγή «δεν πιστεύω εις τον Θεό και την αθανασία»), πώς είναι δυνατό να πιστεύει στην Κόλαση; και πώς είναι δυνατόν να μην πιστεύει εις την Κόλαση, όταν προσποιείται ότι θέλει να πιστέψει εις τον Παράδεισο; «είναι, για το μυαλό [του], πολύ πιο άξιο για ένα σοφό να ακολουθήσει εκείνη τη γραμμή» με «καταλληλότερο [ς] τόνο [ς]» τον «ήπιο κι ευγενικό» του Παραδείσου... γιατί αν δεν υπάρχει Κόλαση και Παράδεισος, πιο είναι στα αλήθεια το νόημα της ηθικής κριτικής του Ράσσελ κατά του Ιησού, αφού όλα θα ήταν και θα παρέμεναν απλώς λόγια, χωρίς καμία πρακτική εφαρμογή;

 

Επανάληψη λέξεων «σημαίνει»... ευχαρίστηση νοήματος

Ο Ράσσελ υποστηρίζει πως η επανάληψη των ρηθέντων του Ιησού για την Κόλαση, είναι μια ευχαρίστηση για την ύπαρξή της: «Συνεχίζει στο ένα εδάφιο μετά το άλλο κι είναι πρόδηλο στον αναγνώστη ότι υπάρχει ενός είδους ευχαρίστηση στην ενατένιση του κλαυθμού και του τριγμού των οδόντων ειδάλλως δε θα επαναλαμβάνονταν τόσο συχνά».

 Ο φιλόσοφος από την Αγγλία παραβλέπει τη συμπεριφορά του εαυτού του σαν είναι να τα βάλει με τον Ιησού. Για παράδειγμα, ο Ράσσελ σε πολλά δοκίμιά του επαναλαμβάνει το φόβο του για την πυρηνική καταστροφή επαναλαμβάνοντας το ουσιαστικό «φόβος» ή το ρήμα «φοβάμαι»· άλλες φορές χρησιμοποιεί το ουσιαστικό «τρόμος». Ποιός μπορεί να υποστηρίξει άραγε, ότι ο Ράσσελ θα χαρεί από μια πυρηνική καταστροφή έχοντας ως απόδειξή τις επαναλαμβανόμενες λέξεις του τελευταίου, που ενέχουν το νόημα του «φόβου»; Κανείς. Κι ο λόγος είναι απλός· ο Ράσσελ ανησυχώντας για τον πυρηνικό πόλεμο και θέλοντας να περάσει αυτή την ανησυχία του και σε άλλους ανθρώπους, δεν αρνήθηκε να πληρώσει κι ένα μικρό αποδεικτέο τίμημα, εκείνο της φυλάκισης της μίας εβδομάδος.

Ο Ιησούς από την άλλη μεριά, ανησυχεί για την Κόλαση εις την οποία θα βρεθούν ορισμένοι άνθρωποι ένεκα των πράξεών τους και των τάσεών τους· δεν επανάλαβε ποτέ περισσότερες φορές τις φοβίες Του για τον κολασμό των θνητών, από ότι ο Ράσσελ τις φοβίες του για το πυρηνικό ολοκαύτωμα. Και πλήρωσε κι Αυτός ένα μεγαλύτερο τίμημα από το Ράσσελ. Δέχθηκε και βασανίσθηκε και σταυρώθηκε, ενώ ήταν κι είναι «Βασιλεύς τῶν ὄλων», ώστε να μπορέσει να μην πάει έστω ακόμη και κανείς εκ των ανθρώπων στην Κόλαση· αυτό αποδεικνύει το μεγαλύτερο ενδιαφέρον που είχε, σε σχέση με το Ράσσελ, για τα δεινά της ανθρωπότητας

 

Αριστερά: 18 Φεβρουαρίου 1961. Ο 89άχρονος φιλόσοφος κι ορθολογιστής Μπέρτραντ Ράσσελ (στο κέντρο), έτυχε αναγνώρισης για τους κοινωνικούς του αγώνες κατά τη διάρκεια των δεκαετιών του 1950 και 1960. Ο Ράσσελ ήταν ο ιδρυτής της Εκστρατείας για τον Πυρηνικό Αφοπλισμό το 1958. Η καθιστική διαμαρτυρία αντι-Πολάρις (οι Πολάρις ήταν βαλλιστικοί πύραυλοι εκτοξευόμενοι από υποβρύχια) έλαβε χώρα έξω από το Υπουργείο Αμύνης το 1961. Στο Ράσσελ επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης 2 μηνών (που μειώθηκε σε παρουσιάσεις μίας εβδομάδος) για την αντιπυρηνική του εκδήλωση. Πέθανε ηλικιωμένος στα 97 το 1970. [Φώτο: Grant, Henry] (Πηγή: http://www.museumoflondon.org.uk/English/Collections/OnlineResources/X20L/objects/record.htm?type=object&id=743008)

Μέσο: Αυτή η εικονογράφηση είναι από την «Evening Standard» κι αναφέρεται στην εβδομαδιαία «φυλάκιση» που έκτισε ο Ράσσελ το Σεπτέμβριο του 1961, ακολουθώντας την καταδίκη του για διαταραχές δημοσίας τάξεως, κατόπιν μιας μεγάλης ειρηνευτικής διαδήλωσης στο κεντρικό Λονδίνο, εις ανάμνηση της Ημέρας της Χιροσίμα (6 Αυγούστου). (Πηγή: http://www.humanities.mcmaster.ca/~bertrand/later.html)

Δεξιά: Η σταύρωση του Κυρίου.

 

Βλασφημία Αγίου Πνεύματος

Ο Ράσσελ πέφτει στην παγίδα του Χριστιανισμού που διδάχθηκε (Προτεσταντικός/Παπικός): «Πραγματικά δεν νομίζω ότι ένας άνθρωπος με ένα ορθό βαθμό καλοσύνης στη φύση του θα μπορούσε να βάλει τέτοιου είδους φοβίες και τρόμους στον κόσμο» υπονοώντας, ότι η βλασφημία του Αγίου Πνεύματος, επειδή «δεν θα [...] συγχωρηθεί ούτε στον παρόντα ούτε στον επόμενο αιώνα» εις τους ανθρώπους, είναι κάτι το τρομερό και το φοβερό! Είναι πράγματι ο Θεός «φοβερός» και «τρομερός» όπως τον βλέπει ο Ράσσελ κι ο Προτεσταντισμός;

Ο Χριστός έχει διδάξει πως όλοι οι άνθρωποι είναι αμαρτωλοί λέγοντας στο Κατά Ιωάννη, Κεφ. Η΄ «46 τίς ἐξ ὑμῶν ἐλέγχει με περὶ ἁμαρτίας;»· επίσης έδωσε στους αποστόλους, κι αυτοί με τη σειρά τους δια μέσω της χειροτονίας παρέδωσαν στους ιερείς, το δικαίωμα της αφέσεως των αμαρτιών, όπως αυτό φαίνεται εις το Κατά Ιωάννην, Κεφ. Κ΄ «22 καὶ τοῦτο εἰπὼν ἐνεφύσησε καὶ λέγει αὐτοῖς· Λάβετε Πνεῦμα ἅγιον· 23 ἄν τινων ἀφῆτε τὰς ἁμαρτίας, ἀφίενται αὐτοῖς, ἄν τινων κρατῆτε, κεκράτηνται.». Η ελαστικότητα του Θεού προς την αμαρτία φαίνεται κι εις το Κατά Μάρκον, Κεφ. Ια΄ «25 καὶ ὅταν στήκετε προσευχόμενοι, ἀφίετε εἴ τι ἔχετε κατά τινος, ἵνα καὶ ὁ πατὴρ ὑμῶν ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς ἀφῇ ὑμῖν τὰ παραπτώματα ὑμῶν. 26 εἴ δὲ ὑμεῖς οὐκ ἀφίετε, οὐδὲ ὁ πατὴρ ὑμῶν ἀφήσει τὰ παραπτώματα ὑμῶν».

Το εδάφιο για το οποίο κάνει λόγο ο Ράσσελ είναι το Κατά Μάρκον, Κεφ. Γ΄ : «28 Ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι πάντα ἀφεθήσεται τοῖς υἱοῖς τῶν ἀνθρώπων τὰ ἁμαρτήματα καὶ αἱ βλασφημίαι ὅσας ἐὰν βλασφημήσωσιν· 29 ὃς δ' ἂν βλασφημήσῃ εἰς τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιον, οὐκ ἔχει ἄφεσιν εἰς τὸν αἰῶνα, ἀλλ' ἔνοχός ἐστιν αἰωνίου κρίσεως·»

Ο Ράσσελ κι οι «σκληροί» Προτεστάντες ή Καθολικοί επειδή έχουν παρανοήσει το Θεό ως έναν αδέκαστο τιμωρό, εξισώνουν την κρίση αιωνίας ενοχής μιας αμαρτίας με την καταδίκη και κατά συνέπεια με την ίδια την Κόλαση! Διότι μόνο πραγματικά όποιος έχει ταυτίσει την Κόλαση με την μη συγχώρεση μιας και μόνης αμαρτίας μπορεί να νιώθει φοβίες, εφόσον είναι γνωστό εις τον «καθένα» Χριστιανό, πως όλοι οι άνθρωποι είναι αμαρτωλοί· άρα ποιός ο λόγος του «τρόμου» και της «φοβίας» για μια αμαρτία «παραπάνω» ή «παρακάτω», όταν αυτή η αμαρτία δε θεωρείται θανάσιμη; πραγματικά είναι απίστευτο πως μπλοκάρουν τα μυαλά εκείνων που δε συμπαθούν το Θεό ή των αιρετικών και φαντάζονται πως η βλασφημία του Αγίου Πνεύματος είναι αιώνια καταδίκη!

Γίνεται άμεσα αντιληπτό εις τον καθένα, ότι δεν είναι ο Θεός των Ορθοδόξων Χριστιανών «Φοβερός» και «Τρομερός» με την έννοια την οποία Τον έχει αντιληφθεί η Δύση· Φοβερή και Τρομερή είναι η πλάνη της αιρετικής ερμηνευτικής προσέγγισης εδαφίων εις την οποία οδηγούνται «ορθολογιστές φιλόσοφοι» σαν το Ράσσελ.

Για να μην αφεθεί βέβαια εδώ τίποτα στο σκοτάδι, θα πρέπει ακόμη μια φορά να δηλωθεί τί εστί βλασφημία του Αγίου Πνεύματος. Η βλασφημία αυτή είναι η αμαρτία που γίνεται από έναν αιρετικό ενάντια στο Άγιο Πνεύμα· δηλαδή είναι η πεισματική αντίδραση ενός αιρετικού απέναντι σε μια δογματική αλήθεια της Εκκλησίας η οποία πολλές φορές συνοδεύεται από την υποστήριξη του επιχειρήματος, πως αυτή η δογματική αλήθεια δεν είναι καρπός Αγιο-Πνευματικής πληρώσεως των μελών της Εκκλησίας που την υποστηρίζουν, αλλά καρπός της πονηρίας δαιμόνων. Το να θεωρεί λοιπόν κάποιος αιρετικός το Άγιο Πνεύμα ως δαίμονα είναι μια μεγάλη βλασφημία. Κι όμως αυτή η βλασφημία δεν έχει αποτέλεσμα την καταδίκη του βλασφημούμενου αλλά μόνο την μη συγχώρεση της. Τίποτα παραπάνω.

Για να αποδειχθεί το αίολο εκείνων που υποστηρίζουν σαν τον Ράσσελ πως «ἔνοχός ... αἰωνίου κρίσεως» δε σημαίνει καταδικασμένος/κολασμένος θα δοθεί ένα παράδειγμα. Αν ένας αιρετικός με τη στάση του βλασφημεί το Άγιο Πνεύμα εμμένοντας στην αίρεση για πολλά χρόνια, αλλά μετανοήσει αργότερα, τότε μπορεί να υποστηρίξει κανείς ότι αυτός ο άνθρωπος θα καταδικαστεί; Δεν μπορεί. Απλά ο άνθρωπος αυτός δε θα απολαύσει πλήρη Παράδεισο αν είναι να σωθεί ή θα βρει μεγαλύτερη Κόλαση αν είναι να καταδικαστεί, πάντοτε σύμφωνα με τις διαβαθμίσεις Κόλασης και Παραδείσου που παραδίδονται στα Ευαγγέλια:  Α΄ Κορ. Κεφ. Ιε΄ 41 «ἀστὴρ γὰρ ἀστέρος διαφέρει ἐν δόξῃ».

Έπειτα κανείς μην ξεχνά πως ο ίδιος ο Ράσσελ είχε επισημάνει στον αναγνώστη το εξής εδάφιο της Αγίας Γραφής: Κατά Λουκά, Κεφ. Στ΄ «37 Καὶ μὴ κρίνετε, καὶ οὐ μὴ κριθῆτε·» πώς λοιπόν ένας Χριστιανός, έστω και κατά διάνοια, θα μπορούσε ποτέ να εκφέρει σίγουρη καταδικαστική απόφαση για ένα συνάνθρωπό του, όταν ο ίδιος ο Χριστός του λέγει να μην είναι ποτέ τελεσίδικος για τον «αδελφό» του;

 

Γουρούνια Γαδαρηνών & Φαρισαϊκό Τέχνασμα Ράσσελ

Μία από τις κατηγορίες του Ράσσελ, κατά του ηθικού χαρακτήρα του Ιησού, αποτελεί εκείνη η περίπτωση της απομάκρυνσης λεγεώνας δαιμονίων από δαιμονιζόμενο κι η παραχώρηση αδείας αυτών όπως εισέλθουν σε κοπάδια χοίρων των Γαδαρηνών. Ο φιλόσοφος υποστηρίζει πως ο Ιησούς «δεν ήταν τόσο καλός προς τα γουρούνια βάζοντας τους δαίμονες μέσα τους και κάνοντάς τα να τρέξουν κάτω εις το λόφο και μέσα εις την θάλασσα», όπου αυτά πνίγηκαν.

Η 1η ερώτηση που τίθεται εδώ από τον αναγνώστη, βάση της επικεφαλίδας της ενότητας, είναι: «Άραγε, πού βρίσκεται το πονηρό τέχνασμα του Ράσσελ»;

Το τέχνασμα του Ράσσελ που ενέχει πονηριά, ενάντια στον Χριστό, είναι οι ίδιες οι κατηγορίες του, πέρα του ότι οι δαίμονες ήσαν εκείνοι που έπνιξαν τα γουρούνια κι όχι ο Χριστός ο ίδιος. Ειδικότερα, η πολεμική του Ράσσελ στην παρούσα ενότητα στρέφεται εις τον απανθρωπισμό της Κολάσεως,  με παράλληλη κατηγορία ανήθικης στάσεως κατά των γουρουνιών. Είναι λογικό όμως να ζητά κανείς από κάποιον να είναι ανθρωπιστής και παράλληλα προστάτης των ζώων/γουρουνιών;

Ας υποθέσει ο αναγνώστης πως 100 άνθρωποι λιμοκτονούν από πείνα. Ο αναγνώστης έχει στη διάθεσή του 2000 γουρούνια με τα οποία μπορεί να θρέψει τους ανθρώπους αυτούς για κάποιο σχετικά μεγάλο χρονικό διάστημα. Τί θα πράξει ο αναγνώστης; Θα στηρίξει τους ανθρώπους εις τη ζωή, θυσιάζοντας τα γουρούνια προς βρώσιν, ή θα αφήσει τους ανθρώπους να χαθούν από πείνα εμφανιζόμενος «καλός προς τα γουρούνια»;

Μέσα από το παραπάνω ερώτημα γίνεται κατανοητό, πως είτε κανείς θα είναι ανθρωπιστής, είτε θα είναι φιλόζωος. Δεν μπορεί να εξασκεί παράλληλα κι αλάθητα τα δύο «ηθικά εντάλματα» του φιλοσόφου Ράσσελ, όσο κι αν επιθυμεί προς τούτο. Αυτή ακριβώς είναι η πονηριά του Ράσσελ. Επιθυμεί να κατηγορεί ταυτόχρονα το Χριστό, ως απάνθρωπο για την Κόλαση, και παράλληλα άπονο προς τα ζώα, ενώ το ένα αντίκειται στο άλλο (βλ. και την κάτωθι ενότητα «Η ιστορία διδάσκει»)

Η 2η ερώτηση που μπορεί να τεθεί από τον αναγνώστη εδώ είναι: «πού στο παράδειγμα των Γαδαρηνών ο Χριστός εμφανίζεται φιλάνθρωπος κι ανθρωπιστής προς τους ιδιοκτήτες των γουρουνιών, ώστε να του "παραχωρήσουμε" το δικαίωμα να είναι "άπονος" προς τα γουρούνια»;

Η απάντηση είναι απλή. Τα γουρούνια ήσαν απαγορευμένα για βρώση στους Ιουδαίους που ακολουθούσαν τον Νόμο του Θεού, του Μωυσή ή τα λόγια των προφητών· η Αγία Γραφή αναφέρει αυτές τις απαγορεύσεις (53). Οι δε Γαδαρηνοί ήσαν εκείνοι που εμπορεύονταν ανάμεσα στους Ιουδαίους, κερδίζοντας τα προς το ζην και κάνοντάς τους τελευταίους να παραβαίνουν τους Θείους Νόμους. Αυτό το εμπόριο των Γαδαρηνών αποτελούσε αιτία ασέβειας για τους ίδιους τους Ιουδαίους. Κι αυτός είναι ο λόγος που ο Ιησούς έδωσε άδεια εις τους δαίμονες να μπουν στα γουρούνια τους κι εκείνα να πεθάνουν. Ο Χριστός δεν ήθελε να τιμωρήσει ευθέως τους εμπόρους, αλλά από την άλλη ήθελε να τους δείξει, ότι η όποια κίνηση ενάντια στο Θεό δε συμφέρει τον άνθρωπο, ο οποίος γίνεται με την σειρά του έρμαιο δαιμονικών δυνάμεων. Εκείνοι πάρα ταύτα αποφάσισαν πως προτιμούσαν το εμπόριό τους, αντί Εκείνου, και τον παρακάλεσαν να φύγει από την περιοχή τους (54).

Το δεύτερο σκέλος της κατηγορίας του Ράσσελ αναφέρει: «Πρέπει να θυμηθείτε πως ήταν Παντοδύναμος [ο Χριστός] και πως μπορούσε να διώξει απλώς τα δαιμόνια· αλλά διάλεξε να τα στείλει μέσα στα γουρούνια.» Η αλήθεια είναι πως ο Χριστός δεν «έστειλε» τα δαιμόνια στα γουρούνια, όπως ένας άνθρωπος στέλνει μια επιστολή σ’ ένα παραλήπτη, αλλά επέτρεψε σ’ αυτά να πάνε στα γουρούνια (54α)· δηλαδή μόνα τους τα δαιμόνια πήγαν, αφού πήραν άδεια από το Χριστό.

Έτσι εδώ τίθεται η 3η ερώτηση που μπορεί να τεθεί από τον αναγνώστη, κι είναι η εξής: «γιατί ο Χριστός επέτρεψε στα δαιμόνια να πάνε στους χοίρους και δεν τους το απαγόρευσε;»

Υπάρχουν ασφαλώς άλλοι 2 λόγοι για τους οποίους ο Χριστός έδωσε άδεια εις τους δαίμονες να μεταβούν εις τα γουρούνια. Πρώτα απ’ όλα, αυτός ήταν ένας έμμεσος τρόπος αυτοί να φανερωθούν. Ο Χριστός θα μπορούσε πολύ εύκολα να πει στους δαίμονες, «φύγετε» από τον άνθρωπο και «χαθείτε», όπως επιθυμεί ο Ράσσελ, παρά «περάστε στα γουρούνια»· διότι «φύγετε» θα μπορούσε να πει κανείς και προς κάτι που δεν υπάρχει, ξεγελώντας τους παρευρισκομένους. Αυτή άλλωστε είναι κι μια από τις κατηγορίες του φιλοσόφου Πορφύριου προς τα Ευαγγέλια. Όμως εκ του φανερού περάσματός τους από τον άνθρωπο εις τα ζώα, αντιλήφθηκαν οι τότε, ότι όντως τα δαιμόνια ήταν υπαρκτά.

Ο Ιησούς λοιπόν φανέρωσε τους δαίμονες στους Γεργεσηνούς, που τους είχαν δώσει δικαιώματα με τις πράξεις τους, αφού αρνούνται πλαγίως τον νόμο του Θεού, σκανδαλίζοντας τους τότε Ιουδαίους. Και φανέρωσε πως όντως οι δαίμονες ήσαν λεγεώνα, αφού δύο χιλιάδες χοίρους κατέλαβαν και τους έπνιξαν στη λίμνη. Έπειτα, με το πνιγμό των γουρουνιών από τους δαίμονες εις τη θάλασσα, φανερώθηκε το φθονερό και βλαβερό της παρουσίας τους.

Η δε «άδεια» που ζήτησαν από το Χριστό τα δαιμόνια, φανερώνει ξεκάθαρα Ποιος είναι ο «Κύριος τῶν Δυνάμεων». Χωρίς την άδεια του Χριστού, τα δαιμόνια δεν κινούνται για την τέλεση του κακού. Αυτό δείχνει ξεκάθαρα, πως αν τα πάντα αμαρτάνουν (παράγουν κακό), τόσο οι δαίμονες, όσο κι οι άνθρωποι, αυτό οφείλεται εις την ελευθερία που έχει παραχωρήσει ο Θεός ο ίδιος στα πλάσματά Του· ο Θεός δεν αποτρέπει ακόμη την αμαρτία.

Η ελευθερία της τέλεσης της αμαρτίας, θα πάψει εις την δευτέρα Παρουσία, ενώ το διώξιμο των δαιμονίων από τους δαιμονιζόμενους, είναι μια πρόγευση Παραδείσου, ως απουσία του κακού και Παρουσία του Θεού. Τέτοιες προγεύσεις Παραδείσου υπήρξαν όλες εκείνες οι επεμβάσεις του Χριστού εις τη ζωή των ανθρώπων, είτε αυτή ήταν δαιμονισμένοι, άρρωστοι, είτε πεθαμένοι ως ο Λάζαρος! Η Παρουσία του Θεού, ως επέμβασή Του δηλαδή εις τη ζωή των ανθρώπων, φαίνονταν πάντοτε στην Κ.Δ. ως μία γεύσης αιωνιότητας/υγείας, αθανασίας κι αγαθότητας, δηλαδή ως παρουσία όλων εκείνων των στοιχείων που επιθυμεί ο άνθρωπος να συμβούν εις τη ζωή του ως ανώτερα κι απόλυτα αγαθά.

Αν πράγματι ήθελε ο Ράσσελ να αναφέρει μια κάποια σοβαρότερη κατηγορία», ως προς τον ανθρωποκεντρισμό της, προς το Χριστό, θα απορούσε: «γιατί μιας εξαρχής ο Θεός επιτρέπει οι άνθρωποι να δαιμονίζονται;».

Μα γιατί κατά την πτώση του Παραδείσου, του Αδάμ και της Εύας, ο άνθρωπος διάλεξε να μη ζήσει την έλλειψη του κακού, ως συμβίωση με το Θεό. Ο Θεός επέτρεψε την πτώση, γιατί σεβάστηκε την ελευθερία των πλασμάτων Του να αμαρτάνουν και να διαλέγουν το δικό τους δρόμο. Κι η βασιλεία του Θεού θα εγκαθιδρυθεί οριστικά, όταν και πάλι αυτό διαλέξουν οι άνθρωποι μόνοι τους. Και θα το διαλέξουν όταν αντιληφθούν οι περισσότεροι, αν όχι όλοι, πόσο επιβλαβή είναι η απουσία του Θεού από τη Γη. Οι δαίμονες των Γαδαρηνών είναι ένα κλασσικό παράδειγμα των αποτελεσμάτων του δρόμου που ακολούθησε ο άνθρωπος από τον εγωισμό του.

Εις την ελευθερία δε της τέλεσης της αμαρτίας, κι άρα του δαιμονισμού των Γαδαρηνών ή των γουρουνιών, φαίνεται η ρηχότητα των επιχειρημάτων του Ράσσελ ο οποίος διαστρεβλώνοντας διαπιστώνει: «δεν ήταν τόσο καλός προς τα γουρούνια βάζοντας τους δαίμονες μέσα τους». Όπως ελέχθη, ο Θεός επέτρεψε και τα γουρούνια να δαιμονιστούν, δεν τα δαιμόνισε ο ίδιος, αλλά και νωρίτερα είχε επιτρέψει να δαιμονιστούν οι άνθρωποι. Και το επέτρεψε, διότι είχε σεβαστεί την ελευθερία των πλασμάτων του να αμαρτάνουν, να αποβάλλουν το αγαθό, τον Παράδεισο μέσα από τις καρδιές τους κι άρα να υπόκεινται σε κάθε κακό. Είναι εντελώς εγωκεντρικό κι ανόητο να διαπιστώνει ο Ράσσελ, πως ο Χριστός επέτρεψε μεν εις τους δαίμονες να εισέλθουν εις τα γουρούνια, αλλά να μην έχει αντιληφθεί πως ο Θεός έχει επιτρέψει ομοίως κι εις τον κάθε άνθρωπο να αμαρτάνει, κι εις το Ράσσελ να υβρίζει τον Υιό Του με τους «φιλοσοφικούς» του στοχασμούς.

Απορούν οι φιλόσοφοι ως ο Ράσσελ, και γενικότερα όλοι οι εγωκεντρικοί ή εγωιστές, σαν βλέπουν το Θεό να δίδει άδεια στο κακό που πράττουν οι άλλοι π.χ. οι δαίμονες. Ποτέ δεν απορούν με την άδεια (ελευθερία) που έχουν λάβει κι αυτοί οι ίδιοι από το Θεό να αμαρτάνουν. Με αυτά τα εγωκεντρικά σκεπτικά και μηχανισμούς, αναπτύσσονται ομοίως ανάμεσα σε θρησκευτικούς χώρους τα ανομήματα της κατάκρισης και της καταλαλιάς, για όσους γνωρίζουν. Ο δε Ράσσελ ξεπερνά την κατάκριση και την καταλαλιά και ανεβάζει τα επίπεδα της αμαρτίας, κατηγορώντας το Χριστό  με ένα ψέμα, ότι δηλαδή «δεν ήταν τόσο καλός προς τα γουρούνια βάζοντας τους δαίμονες μέσα τους», ενώ ο ίδιος δεν τους έβαζε, αλλά έδινε ή παραχωρούσε άδεια Ελευθερίας Κινήσεων σ’ αυτούς όπως παραχωρεί σε κάθε άνθρωπο!

Όμως, γιατί όμως στη συγκεκριμένη πολεμική ο Ράσσελ συμπεριφέρεται κι ως «Φαρισαίος»; Διότι οι Φαρισαίοι έκλειναν τις πύλες του Παραδείσου με τη συμπεριφορά τους εις τους υπόλοιπους ανθρώπους της εποχής τους (55). Ομοίως ο Ράσσελ, στο παρόν παράδειγμα, προσπαθεί να κλείσει την πύλη του Παραδείσου, τόσο στους ανθρώπους της δικής του και των μετέπειτα γενιών, όσο και σ’ εκείνους τους αρχαίους ιδιοκτήτες γουρουνιών· διότι ο Ράσσελ επιθυμεί, κάνοντας χρήση της «σοφίας» του, εμμέσως ο Ιησούς να μη δείξει εις τους τελευταίους τα σφάλματά τους έναντι των εντολών του Θεού, ούτε την παρουσία και την κακία των δαιμόνων. Περισσότερο ο Ράσσελ νοιάζεται για τους «τύπους», παρά απασχολείται για τις οδούς της σωτηρίας της ψυχής ανθρώπων.

Η απαράλλακτη τύχη των γουρουνιών

Είναι βέβαιο, πως τα γουρούνια των Γαδαρηνών προορίζονταν για πώληση, σφαγή και κατανάλωση ούτως ή άλλως. Η συμπεριφορά του Ιησού τουλάχιστον χρησιμοποιούσε το χαμό των γουρουνιών προς αιώνιο όφελος της ψυχής των Γαδαρηνών. Αντίθετα, εκείνη του Ράσσελ περιόριζε το χαμό τους σ’ ένα απλό φευγαλέο φαγοπότι και μερικά χρήματα εις την τσέπη των ιδιοκτητών τους. 

Προκαλεί λοιπόν εντύπωση ο Ράσσελ· διότι εκείνος που δεν προνοεί για το συμφέρον της ψυχής των ανθρώπων, τολμά και κατηγορεί Εκείνον που προνοούσε κι ακόμη προνοεί, επειδή δεν ήταν «καλός προς τα γουρούνια». (56)

 

Η Ιστορία Διδάσκει: Ράσσελ-Γουρούνια VS «Φιλόζωοι» Άγγλοι-Σκυλίτσα «Λάικα»

«Στις 7 Νοεμβρίου του 1957 οι Σοβιετικοί κατέπληξαν τον κόσμο στέλνοντας για δεύτερη φορά μέσα σ’ ένα μήνα δορυφόρο γύρω από τη Γη. Είχε προηγηθεί ο Σπούτνικ στις 4 Οκτωβρίου. Η Δύση έπαθε σοκ. Οι Ρώσοι ξεπερνούσαν σε τεχνολογία τους Αμερικανούς. Ο πρώτος δορυφόρος, ο Σπούτνικ, ήταν μη επανδρωμένος, ο δεύτερος όμως είχε για επιβάτη μία σκυλίτσα, τη Λάικα. Η Λάικα έγινε το πιο διάσημο σκυλί του πλανήτη, αν και, έξι ώρες μετά την εκτόξευση, πέθανε μέσα στην καμπίνα από έλλειψη οξυγόνου. Η αμερικανική προπαγάνδα, προσπαθώντας να αντισταθμίσει το σοκ από το στραπάτσο του γοήτρου, στηρίχθηκε στα φιλοζωικά αισθήματα της δυτικής κοινής γνώμης. Κατηγόρησαν τους Ρώσους ότι βασάνισαν και οδήγησαν στο θάνατο τη σκυλίτσα.

Μαζικές διαδηλώσεις διοργανώθηκαν στο Λονδίνο. Οι Βρετανοί ήταν από τότε οι καλύτεροι φίλοι των Αμερικανών μέσα στην Ευρώπη. Φιλοζωικές οργανώσεις , σχολεία, πανεπιστήμια, σύλλογοι και κυρίες της αγγλικής καλής κοινωνίας κατέβηκαν έξαλλοι στους δρόμους κατά των άκαρδων και φονιάδων Ρώσων. Βέβαια, η τύχη το έφερε δύο μέρες πριν τις διαδηλώσεις στο Λονδίνο να κρεμαστούν στις πλατείες της Λευκωσίας δημόσια, προς παραδειγματισμόν, δεκάδες Κύπριοι αγωνιστές της ανεξαρτησίας, καταδικασμένοι από αγγλικά στρατιωτικά δικαστήρια. Η Κύπρος τότε ήταν υπό αγγλική κατοχή. Δημόσιος κατήγορος, εισαγγελέας δηλαδή, του Βρετανικού Στέμματος ήταν ένας Τουρκοκύπριος δικηγόρος ονόματι Ραούφ Ντεγκτάς. Οι Εγγλέζες αριστοκράτισσες διαδήλωναν για το σκυλί, αλλά τα κουφάρια που άφηνε κρεμασμένα ο στρατός τους ούτε που τα είδαν. Η υποκρισία στην υπηρεσία της ιστορίας». (57)

 

Αριστερά: Η Λάικα (Πηγή: http://nigeness.blogspot.com/2009/11/for-laika.html)

Μέσο αριστερά: Μνημείο για τη Λάικα (Πηγή: http://thorswitch.livejournal.com/593901.html)

Μέσο Δεξιά: Πίθηκοι στο διάστημα από το 1948. (Πηγή: http://www.astroearth.org/animals-in-space.html)

Δεξιά: Ο Άλμπερτ ΙΙ που πέθανε κατά την πρόσκρουση στο έδαφος, μετά την αστοχία του αλεξιπτώτου το 1949. Ο Άλμπερτ είχε πεθάνει από ασφυξία το 1948, όπως κι η σκυλίτσα Λάικα των σοβιετικών. (Πηγή: http://www.virginmedia.com/digital/galleries/animals-in-space.php?ssid=3)

 

Αυτά έλεγε ο Καμπουράκης. Δε σημειώνει όμως το ότι οι Αμερικάνοι, και μαζί τους η Δύση έναντι των Ανατολικών και της Ρωσίας, είχαν στείλει στο διάστημα πιθήκους πριν από τη σκυλίτσα Λάικα με θανατηφόρα αποτελέσματα για τους πρώτους, αρχίζοντας τα πειράματα τους από το 1948 κι εντεύθεν (58). 

Δεν μπορεί κανείς να μην προσέξει τις αντιστοιχίες αυτής της διαστημικής ιστορίας υπέρ των δικαιωμάτων της Λάικας, με εκείνη του Ράσσελ που ενδιαφέρεται για τα γουρούνια των Γαδαρηνών. Η διαστημική ιστορία είναι μια ακόμη απόδειξη, πως όποιος είναι πλήρως φιλόζωος δεν μπορεί ταυτόχρονα να είναι και πλήρως φιλάνθρωπος· δεν θα ήταν δηλαδή φιλάνθρωπο, αντί της σκυλίτσας Λάικας να τοποθετούνταν εις το διαστημόπλοιο ένας άνθρωπος. Είναι  φιλόζωο να πεθάνει ένας άνθρωπος παρά ένας σκύλος· κι είναι φιλάνθρωπο να πεθάνει ένας σκύλος παρά ένας άνθρωπος. Άλλωστε αυτό το νόημα είχε όλη αυτή η προσπάθεια αποστολής ζώων στο διάστημα, στη θέση του ανθρώπου, κατά την απαρχή της «κατάκτησης του διαστήματος»· την αποφυγή ανθρώπινων θανάτων. Ο Ράσσελ όμως τα έχει μπερδεμένα στο μυαλό του. Δεν αντιλαμβάνεται ότι ο Ιησούς έδινε ευκαιρία στους Γαδαρηνούς να μετανοήσουν για το «σκανδαλώδες» εμπόριο τους ανάμεσα στους Ιουδαίους φανερώνοντάς τους την παρουσία δαιμόνων στην περιοχή τους και την κακότητα αυτών.

 

Δεξιά: Ο 76χρονος Ράσσελ (8 Οκτ. 1948) στο Τροντχάιμ, της Νορβηγίας, μετά την διάσωσή του από ένα ατύχημα με Υδροπλάνο. (Πηγή: http://www.personal.kent.edu/~rmuhamma/Philosophy/Russellimages/russ-8.html)

Αριστερά: Ο 76χρονος Ράσσελ κατά την ανάρρωσή του από το ατύχημα στη Νορβηγία, 1949. (Πηγή: http://www.personal.kent.edu/~rmuhamma/Philosophy/Russellimages/russ-38.html)

 

Είναι δε ομοίως υποκριτικό σαν το γεγονός του 1957, το ότι ο Ράσσελ τολμά να κατηγορεί τον Ιησού για την αδιαφορία του προς τα γουρούνια, όταν ο Τελευταίος (Ω) κινείται από φιλανθρωπικούς σκοπούς κι όχι από χαιρεκακία ψυχής, τη στιγμή που ο ίδιος αυτός φιλόσοφος υποστηρίζει με όλα τα μέσα την Επιστήμη έναντι της θρησκείας· δηλαδή έναντι του Θεού και του Χριστού (βλ. ενότητα «Τι πρέπει να κάνουμε»). Αλήθεια, δεν είναι η επιστήμη της ιατρικής που πειραματίζεται πάνω σε ζώα για να βρει φάρμακα υπέρ των ανθρώπων; δεν είναι αλήθεια η επιστήμη εκείνη που στέλνει «δαίμονες» (ιούς, βακτήρια, καρκινογόνες ουσίες κ.α.) με ενέσεις μέσα στα σώματα εκατομμυρίων ζώων; Μήπως θα ήθελε ο Ράσσελ να πειραματίζονται οι επιστήμονες ιατροί επάνω στους ανθρώπους, αντί των ζώων, ώστε να τους αποδώσει μια κάποια «υπέρτατη υπεροχή», την οποία δε θέλησε να αποδώσει στο Σωτήρα Χριστό, όταν Εκείνος δρούσε υπέρ της σωτηρίας Εβραίων, Γαδαρηνών κι Εθνών, αφήνοντας μερικούς δαίμονες να φανερώσουν την κακία τους; 

Δεν είναι έπειτα ο Ράσσελ εκείνος που τρώγει ζώα για να επιβιώσει ως βιολογικός οργανισμός; δεν είναι αυτός ο ίδιος φιλόσοφος που τρώγει θανατωμένα ζώα για να επιζεί ως άνθρωπος και να είναι φίλος του εαυτού του και «φιλάνθρωπος» της αρέσκειάς του; δεν είναι στα αλήθεια το ανοσοποιητικό του σύστημα εκείνο που εξολοθρεύει κάθε μέρα ζώα-«δαίμονες» (ιούς, βακτήρια κι άλλα μικρόβια) χωρίς καν να είναι ο ίδιος Δημιουργός τους; τί την ήθελε στα αλήθεια την κατηγορία περί φιλοζωικής ηθικής κατά του Χριστού; και ποιά άλλη υποκρισία χρειάζεται ένας φιλόσοφος για να πολεμάει τον Κύριον της ζωής και του θανάτου, του Πλάστη ζώων κι ανθρώπων;

 

Η Κατάρα στη Συκιά που «που πάντοτε ...μπέρδευε» το Ράσσελ

Η κατάρα του Ιησού προς τη συκιά είναι μια ιστορία που μπερδεύει όλους εκείνους που βρίσκονται εκτός Εκκλησίας. Κανείς εξ αυτών δε στρέφεται προς την Εκκλησία για να λάβει μιαν απάντηση για τις δικές της Γραφές· αντίθετα διαλέγει το δρόμο της υπερηφάνειας, «ερμηνεύοντας» κατά το δοκούν ή αποτυγχάνοντας εις την ερμηνεία των προκειμένων εδαφίων.

Ο Ράσσελ παραδέχεται ότι «Αυτή είναι μια πολύ παράξενη ιστορία γιατί δεν ήταν η κατάλληλη περίοδος του έτους για σύκα και στην πραγματικότητα δεν θα μπορούσες να κατηγορήσεις το δέντρο». Στο κατά Μάρκον βλέπει κανείς τη γνώση των αποστόλων, πως δεν ήταν ακόμη ο καιρός της καρποφορίας των σύκων («οὐ γὰρ ἦν καιρὸς σύκων»). Άλλωστε κι ο Ράσσελ από εκεί αντλεί αυτή του τη γνώση. Ήταν ακόμη τότε περίπου τέλος Μαρτίου ή αρχές Απριλίου. Τα σύκα είναι ώριμα το καλοκαίρι, αλλά υπάρχουν και μικρά πράσινα σύκα την άνοιξη, πρόδρομοι των καλοκαιρινών (59), όταν η συκιά έχει βλαστήσει. Αυτά τα δεύτερα σύκα είναι προϊόν της παρθενογένεσης και δεν απαιτούν τη γονιμοποίηση από τα έντομα (σφήκες). Ο Χριστός βλέποντας από μακριά τα φύλλα («13 καὶ ἰδὼν συκῆν ἀπὸ μακρόθεν ἔχουσαν φύλλα») θεώρησε με την ανθρώπινη φύση Του που πεινούσε, ότι η συκιά έπρεπε να είχε εκείνα τα πρώιμα σύκα της εποχής αυτής (60). Πλησίασε όμως κι είδε μόνο τα φύλλα. Τότε την καταράστηκε να ξεραθεί.

Η κατάρα κατά της συκιάς, είχε εκπαιδευτικούς σκοπούς για τους Ιουδαίους, διότι η συκιά αυτή ήταν ένα δένδρο χωρίς καρπό. Ο Χριστός μέσα από τις παραβολές είχε παρουσιάσει την καρποφορία ως αποτέλεσμα της πνευματικής ωριμότητας (61). Θα μπορούσε η συκιά να μοιάσει με έναν λαό που, αν κι είχε φύλλα (πνευματική προεργασία), δεν είχε δώσει καλά αποτελέσματα (καρπούς), ενώ θα ’ πρεπε. Ο Θεός θεωρούσε ως συκιά τον Ισραήλ (62). Στον Ισραήλ, δηλαδή στους κατά σάρκα τότε Ιουδαίους, είχε στείλει επανειλημμένα τους προφήτες Του, τους οποίους αυτοί κατά καιρούς εξόντωναν (63).

Όταν στάλθηκε κι ο Υιός του Θεού, γι’ ακόμη μια φορά οι Ιουδαίοι, παρά την πνευματική προεργασία που είχαν, θέλησαν να σκοτώσουν κι Αυτόν (64). Ο Ιησούς προειδοποίησε τους Ιουδαίους, ότι θα τους εγκαταλείψει γι’ αυτή τους την κατ’ εξακολούθηση μη καρποφορία (65). Η κατάρα προς τη συκιά, ήταν η εγκατάλειψη των Ιουδαίων από το Θεό (66). Η συκιά χρησιμοποιείται και στον προφήτη Ιερεμία, σε ένα απόσπασμα που αναφέρεται και πάλι στην εγκατάλειψη των Ιουδαίων από το Θεό, επειδή ακριβώς δεν παρουσίαζαν οι τελευταίοι τους πνευματικούς καρπούς που Εκείνος ανέμενε (67). Πράγματι ο Εβραϊκός λαός αφέθηκε από το Θεό και ξεράθηκε πνευματικά, όπως ο Χριστός είχε καταραστεί συμβολικά τη συκιά να ξεραθεί. Και το ότι η συκιά πράγματι ξεράθηκε μετά το λόγο του Χριστού, ήταν εγγύηση ότι κι η προφητεία αυτή προς τον Ισραήλ θα εκπληρωνόταν. Όπως κι έγινε.

Ο Ράσσελ επιμένει πως «δεν ήταν η κατάλληλη περίοδος του έτους για σύκα και στην πραγματικότητα δεν θα μπορούσες να κατηγορήσεις το δέντρο»· η αλήθεια είναι πως θα μπορούσες να το κατηγορήσεις, όπως «θα μπορούσες να κατηγορήσεις» τους Ιουδαίους, αν ήσουν Θεός. Όταν όμως κάποιος δεν καταλαβαίνει τις Αγίες Γραφές, παρότι τις «μελετά» κάνοντας χρήση της «σοφίας» του, τότε βρίσκεται στην άβολη για την ψυχή του θέση να κατηγορεί το Χριστό.

 

 

Ο ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΙΚΟΣ ΠΑΡΑΓΟΝΤΑΣ

 

[The Emotional Factor

As I said before, I do not think that the real reason that people accept religion has anything to do with argumentation. They accept religion on emotional grounds. One is often told that it is a very wrong thing to attack religion, because religion makes men virtuous. So I am told; I have not noticed it. You know, of course, the parody of that argument in Samuel Butler's book, Erewhon Revisited. You will remember that in Erewhon there is a certain Higgs who arrives in a remote country, and after spending some time there he escapes from that country in a balloon. Twenty years later he comes back to that country and finds a new religion in which he is worshipped under the name of the "Sun Child"; and it is said that he ascended into heaven. He finds that the feast of the Ascension is about to be celebrated, and he hears Professors Hanky and Panky say to each other that they never set eyes on the man Higgs, and they hope they never will; but they are the High Priests of the religion of the Sun Child. He is very indignant, and he comes up to them, and he says: "I am going to expose all this humbug and tell the people of Erewhon that it was only I, the man Higgs, and I went up in a balloon." He was told, "You must not do that, because all the morals of this country are bound round this myth, and if they once know that you did not ascend into heaven they will all become wicked"; and so he is persuaded of that and he goes quietly away.

That is the idea -- that we should all be wicked if we did not hold to the Christian religion. It seems to me that the people who have held to it have been for the most part extremely wicked. You find this curious fact, that the more intense has been the religion of any period and the more profound has been the dogmatic belief, the greater has been the cruelty and the worse has been the state of affairs. In the socalled Ages of faith, when men really did believe the Christian religion in all its completeness, there was the Inquisition, with all its tortures; there were millions of unfortunate women burned as witches; and there was every kind of cruelty practiced upon all sorts of people in the name of religion.

You find as you look around the world that every single bit of progress of humane feeling, every improvement in the criminal law, every step toward the diminution of  war, every step toward better treatment of the colored races, or ever mitigation of slavery, every moral progress that there has been in the world, has been consistently opposed by the organized churches of the world. I say quite deliberately that the Christian religion, as organized in its churches, has been and still is the principal enemy of moral progress in the world].

Ο συναισθηματικός παράγοντας

Όπως είπα προηγουμένως, δεν νομίζω ότι ο πραγματικός λόγος που ο κόσμος δέχεται τη θρησκεία δεν έχει να κάνει με την επιχειρηματολογία. Αποδέχεται τη θρησκεία συναισθηματικά. Συχνά λέγεται πως είναι ένα πολύ κακό πράγμα η επίθεση κατά της θρησκείας, επειδή η θρησκεία κάνει τους ανθρώπους ενάρετους. Έτσι μου λένε· δεν το παρατήρησα. Γνωρίζετε, φυσικά, την παρωδία αυτού του επιχειρήματος στο βιβλίο του Σαμουήλ Μπάτλερ, Erewhom Revisited. Θα θυμάστε ότι στο Erewhom υπάρχει κάποιος Χιγκς που φτάνει σε μια απόμακρη χώρα, και μετά από κάποιο διάστημα παραμονής του εκεί το σκάει μ’ ένα αερόστατο. Μετά από 20 χρόνια επιστρέφει σ’ εκείνη τη χώρα και βρίσκει μια νέα θρησκεία, όπου αυτός λατρεύεται υπό το όνομα του «Υιού του Ηλίου»· κι όπου λέγονταν ότι αναλήφθηκε στους ουρανούς. Μαθαίνει ότι η εορτή της Ανάληψης είναι προ των θυρών κι ακούει τους καθηγητές Χάνκυ και Πάνκυ να λένε πως δεν είδαν ποτέ τον Χίγκς κι ελπίζουν αυτό να μη συμβεί ποτέ· αλλά αυτοί είναι οι Ανώτατοι Ιερείς της θρησκεία του Υιού του Ηλίου. Είναι πολύ αγανακτισμένος, κατευθύνεται προς αυτούς και λέει: «Θα εκθέσω όλη αυτή την απάτη και θα πω στους ανθρώπους του Erewhom ότι εγώ είμαι μόνο, ο άνθρωπος Χιγκς, που πήγα ψηλά με αερόστατο». Του απάντησαν: «πρέπει να μην το κάνεις γιατί όλη η ηθική αυτής της χώρας είναι συνδεμένη με αυτό το μύθο κι αν μάθουν ότι δεν αναλήφθηκες στους ουρανούς θα γίνουν όλοι τους μοχθηροί»· έτσι πείσθηκε με αυτό κι έφυγε ήσυχα.

Αυτή είναι η ιδέα -ότι όλοι μας θα γίνουμε μοχθηροί αν δεν κρατηθούμε εις τη Χριστιανική θρησκεία. Εμένα μου φαίνεται πως οι άνθρωποι που έμειναν σ’ αυτή ήταν κατά την πλειοψηφία τους εξαιρετικά μοχθηροί. Βλέπεις αυτό το παράξενο γεγονός, του όσο περισσότερο έντονη ήταν η θρησκεία σε μια περίοδο κι όσο βαθύτερο το δογματικό πιστεύω, τόσο περισσότερη ήταν η απανθρωπιά και τόσο χειρότερη η κατάσταση των πραγμάτων. Στην λεγόμενη εποχή της πίστης, όταν οι άνθρωποι πραγματικά πίστευαν τη Χριστιανική θρησκεία σε όλα της την πληρότητα, εκεί ήταν η Ιερά Εξέταση με όλα της τα βασανιστήρια· εκεί ήταν εκατομμύρια άτυχες γυναίκες που κάηκαν ως μάγισσες· κι εκεί βρίσκονταν κάθε είδος απανθρωπιάς που εφαρμόσθηκε σε κάθε είδος ανθρώπου στο όνομα της θρησκείας.

Βρίσκεις καθώς κοιτάς τον κόσμο τριγύρω, ότι κάθε μικρή πρόοδο στα ανθρώπινα συναισθήματα, κάθε πρόοδος στην εγκληματική νομοθεσία, κάθε βήμα προς την μείωση του πολέμου, κάθε βήμα προς την καλύτερη συμπεριφορά προς τους έγχρωμους ή κάθε μετριασμός της δουλείας, κάθε ηθική πρόοδος που πραγματοποιήθηκε στον κόσμο, εναντιώθηκε από τις οργανωμένες εκκλησίες του κόσμου. Το λέγω αρκετά σκόπιμα ότι η Χριστιανική θρησκεία, όπως είναι οργανωμένη εις τις Εκκλησίες της, υπήρξε κι ακόμη είναι ο κύριος εχθρός στην ηθική πρόοδο του κόσμου.

 

Συναίσθημα vs Λογική

Ο Ράσσελ αρχίζει την ενότητα αυτή χρησιμοποιώντας ένα δόγμα, «ότι ο πραγματικός λόγος που ο κόσμος δέχεται τη θρησκεία δεν έχει να κάνει με την επιχειρηματολογία. Αποδέχεται τη θρησκεία συναισθηματικά». Σε μετέπειτα ενότητα υποστηρίζει ξανά τον ίδιο συλλογισμό στις λέξεις του τίτλου: «Ο φόβος, Το Θεμέλιο της Θρησκείας», όπου ο Φόβος, ένα συναίσθημα, είναι η αιτία της θρησκείας.

Αν κι η παρούσα εργασία κατέδειξε ότι η επιλογή της θρησκείας δεν γίνεται απόλυτα βάση του συναισθήματος, εντούτοις κανείς δεν μπορεί να αρνηθεί ότι αυτό αποτελεί θεμέλιο δόγμα της Ρασσελικής σκέψης. Και με αυτό το θεμέλιο ο Ράσσελ προσπαθεί να επιτεθεί εις τη θρησκεία· δηλαδή προσπαθεί να εμφανίσει τους Χριστιανούς ως παράλογους, εφόσον η επιλογή της θρησκείας εκ μέρους των δεν αποτελεί μια κάποια διαδικασία η οποία υπόκεινται σε λογική ανάλυση, αλλά καθαρά σε συναισθηματικούς παράγοντες, οι οποίοι δεν εμπίπτουν σ’ αυτήν (68).

Το παράδοξο βεβαίως είναι ότι ο ίδιος ο Ράσσελ δεν αρκείται σε «λογικά» επιχειρήματα για να επιτεθεί στη θρησκεία, όπως δεν αρκείται σ’ αυτά η θρησκεία για να διαδοθεί, αλλά χρησιμοποιεί κι ο ίδιος τους ίδιους «απορριπτέους», εκ μέρος του «ορθολογισμού», συναισθηματικούς μηχανισμούς για την προσβάλει. Μερικά ελάχιστα παραδείγματα του Ράσσελ, από σωρεία που χρησιμοποιούν όλοι οι «ορθολογιστές» κατά του Χριστιανισμού και τα οποία ουδέποτε γίνονται αντιληπτά από τους «συναισθηματίες» αναγνώστες:

α. «Θα καλούσα οποιοδήποτε Χριστιανό να με συνοδεύσει στο παιδιατρικό τμήμα ενός νοσοκομείου για να δει την ταλαιπωρία που επικρατεί εκεί μέσα και μετά να επιμείνει εις την παραδοχή πως εκείνα τα παιδιά είναι τόσο ηθικώς εγκαταλελειμμένα σαν να αξίζουν τη δυστυχία τους». (69)

β. «Ο Παντοδύναμος αν εργάζονταν εις την αιωνιότητα θα έπρεπε να παρήγαγε κάτι καλύτερο». (70)

γ. «Το λέγω αρκετά σκόπιμα ότι η Χριστιανική θρησκεία, όπως είναι οργανωμένη εις τις Εκκλησίες της, υπήρξε κι ακόμη είναι ο κύριος εχθρός στην ηθική πρόοδο του κόσμου» (βλ. παρούσα ενότητα)

δ. «η οικογενειακή θαλπωρή κατηγορήθηκε από το Χριστό και από την πλειοψηφία των μαθητών του» (70α)

ε. «Φανερώνεται, γι’ αυτό, ότι οι τρεις παρορμήσεις που ενσωματώνονται στη θρησκεία είναι ο φόβος, η αλαζονεία και το μίσος. Ο σκοπός της θρησκείας, μπορεί να πει κανείς, είναι να δώσει ένα αέρα σεβασμού σε αυτά τα πάθη, αν διατρέξουν κάποια ορισμένα κανάλια. Εξαιτίας αυτών των παθών που φέρνουν, συνολικά, την ανθρώπινη δυστυχία, η θρησκεία είναι μια δύναμη του κακού...» (70β)

στ. «Βρίσκεις καθώς κοιτάς τον κόσμο τριγύρω ότι κάθε μικρή πρόοδο στα ανθρώπινα συναισθήματα» (βλ. κάτωθι ενότητα)

ζ. «Δεν είναι μόνο ορθολογικά μα κι ηθικά που η θρησκεία είναι ολέθρια. Εννοώ μ’ αυτό ότι διδάσκει ηθικούς κώδικες που δεν οδηγούν εις την ανθρώπινη ευτυχία». (70γ)

η.  «Υπάρχει, όμως, ένα ευρύ πεδίο που παραδοσιακά συμπεριλαμβάνεται στη φιλοσοφία, όπου οι επιστημονικές μέθοδοι είναι ακατάλληλες. Αυτό το πεδίο περιλαμβάνει υπέρτατες ερωτήσεις αξιών· η επιστήμη μόνη της, για παράδειγμα, δεν μπορεί να αποδείξει ότι είναι κακιά η απανθρωπιά. Ότι μπορούμε να γνωρίζουμε, μπορούμε να το γνωρίζουμε με την επιστήμη· αλλά για ζητήματα που δικαιολογημένα είναι ζητήματα αισθημάτων πίπτουν εκτός της πρόνοιάς της.» (70δ)

θ. Μα ειδικά ακόμη κι όταν ο ίδιος ο φιλόσοφος Ράσσελ καλείται υποθετικά να επιλέξει μια θρησκεία της αρέσκειάς του, χρησιμοποιεί το συναίσθημα παρά τη λογική για να διαλέξει: «-Θεωρείτε όλες τις θρησκείες ως μορφές δεισιδαιμονίας ή δογματισμού; Ποιές από τις υπάρχουσες θρησκείες σέβεστε περισσότερο και γιατί; -Όλες οι μεγάλες οργανωμένες θρησκείες που κυριάρχησαν επί μεγάλων πληθυσμών συμπεριέλαβαν περισσότερο ή λιγότερο μορφές δογμάτων, αλλά η "θρησκεία" είναι μια λέξη της οποίας ο ορισμός δεν είναι πολύ ξεκάθαρος. Ο Κομφουκιανισμός, για παράδειγμα, μπορεί να αποκληθεί θρησκεία, παρότι δε συμπεριλαμβάνει δόγμα. Και σε ορισμένες μορφές φιλελεύθερου Χριστιανισμού, το στοιχείο του δόγματος διατηρείται σε ένα μίνιμουμ. Από τις μεγάλες θρησκείες της ιστορίας, προτιμώ το Βουδισμό, ιδιαίτερα στις πρώτες του μορφές επειδή εφάρμοσε τους λιγότερους διωγμούς».(71)

Δεν υπάρχει συνεπώς κανένα νόημα να προσπαθεί να αντικρούσει κανείς τους άθεους, υποτίθεται εξ ορισμού «ορθολογιστές», με αυστηρή λογική, όταν στις 100% των περιπτώσεων αυτοί οι ίδιοι χρησιμοποιούν αρκετά επιχειρήματα συναισθηματισμού για να επιτεθούν στη θρησκεία, στο Θεό και στην πιθανότητα της υπάρξεώς Του.

 

Συναίσθημα, Λογική & Φαύλες Πράξεις. Τα όπλα του Ράσσελ κατά του Ράσσελ.

Έχοντας παγιώσει το δικό του θεμέλιο χλευασμού, περί συναισθηματικής επιλογής της θρησκείας, ο φιλόσοφος Ράσσελ, περνά κατόπιν εις την αναφορά των φαύλων που έπραξαν άνθρωποι εις το όνομα της θρησκείας. Μέσα σε όλα τα υπόλοιπα αναφέρει και τη δουλεία. Ένα παράδειγμα μέσα από την ιστορία αυτής της τελευταίας θα χρησιμοποιηθεί εδώ, για να εξαχθούν χρήσιμα συμπεράσματα:

«Όταν, το 1562, η βασίλισσα Ελισάβετ διαπίστωσε ότι ένας από τους αυλικούς της, ο Τζω Χώκινς (John Hawkins), συμμετείχε στο δουλεμπόριο, αντέδρασε πολύ έντονα, απειλώντας μάλιστα ότι "έπρεπε να πληρώσει πολύ ακριβά για τη συμμετοχή του στην αγοραπωλησία ανθρώπινων ζωών". Οι ηθικοί της, όμως, ενδοιασμοί κάμφθηκαν όταν πληροφορήθηκε τα κέρδη που αποκόμιζε ο συνεργάτης της από το δουλεμπόριο, οπότε έγινε αμέσως και η ίδια μέλος της δουλεμπορικής εταιρίας.» (72)

Από το ανωτέρω παράδειγμα γίνεται κατανοητό, πως αν και για το Ράσσελ η επιλογή της θρησκείας γίνεται βάση συναισθηματικών παραγόντων, εντούτοις η διάπραξη φαύλων πραγμάτων, ως το δουλεμπόριο, δε γίνεται πάντοτε βάση συναισθήματος, αλλά βάση συλλογισμών, δηλαδή επιχειρηματολογίας και λογικής. Ο δε Ράσσελ αποδέχεται πως η αδικία, η απανθρωπιά κι η μιζέρια είναι αποτέλεσμα οικονομικών υπολογισμών (73). Ακόμη κι όταν αντιδρά στους πολέμους, ως φιλειρηνιστής,  και στις λιμοκτονίες που επιφέρει ο εθνικισμός, βασικά επιτίθεται εις τους κακούς οικονομικούς υπολογισμούς του τελευταίου. (74)

Αν λοιπόν η Χριστιανική θρησκεία είναι άξια κατακρίσεως εκ μέρους του «ορθολογισμού», αφού ως «συναισθηματισμό στοιχείο» επιφέρει μια κάποια φαυλότητα σε ορισμένους, όταν σύμφωνα με το Ράσσελ δεν ακολουθούνται κατά γράμμα οι εντολές του ιδρυτού της (75), τότε είναι άγνωστο γιατί ο «ορθολογισμός» δεν τυγχάνει της ίδιας κατακρίσεως εκ μέρους των «ορθολογιστών», όταν αυτός επιφέρει απείρως μεγαλύτερες φαυλότητες συμπεριφοράς, οι οποίες δε στηρίζονται σε συναισθηματισμούς, αλλά αντιθέτως σε «ξερούς» υπολογισμούς· ας θυμηθεί εδώ ο αναγνώστης τη φράση του Ράσσελ: «Οι αλλοδαποί είναι σκιώδη όντα για τα οποία αυτός [ο εθνικιστής άνθρωπος της βιομηχανίας ατσαλιού] δεν έχει συναισθηματικό ενδιαφέρον» (βλ. σημείωση 74).

Ιδιαίτερα ο αναγνώστης πρέπει να απορεί με τη στάση των «ορθολογιστών», όταν κριτικάρουν τη διαστροφή της θρησκείας (βλ. σημείωση 75), όχι για να ιάσουν την όποια διαστρέβλωση, αλλά για να επιτεθούν στο Θεό χωρίς να περιορίζονται «ορθολογικά» εις τον ιδρυτή της Χριστό, εκ του Οποίου πηγάζουν τα δόγματα της πρώτης.

 

Κατάρριψη Ράσσελ ταχέως. Το Συναίσθημα & η Σοφία

Πιθανώς, για τα γραπτά των ορθολογιστών κατά της θρησκείας, το συναίσθημα να είναι κάποιο βδέλυγμα, ως βάση της τελευταίας. Διότι αλλιώς δεν εξηγείται η αντιπάθεια  με την οποία επιτίθενται κατά της «ανορθολογισμού» αυτής και των «ανορθολογικών» Χριστιανών. Για τους ορθολογιστές, δεν μπορεί να υπάρχει κάποιος Θεός που να επιζητά αγάπη, ακόμη κι αν ο ίδιος είναι Αγάπη, όταν οι ίδιοι περιμένουν να βρουν ένα Θεό που πρεσβεύει αποκλειστικά εκείνο στο οποίο αυτοί υποτίθεται πως υποκλίνονται: την «ορθολογική απόδειξη».

Κατά παράδοξο τρόπο, όταν οι ορθολογιστές γράφουν κατά των συνανθρώπων τους, είτε αναφορικά με ζητήματα θρησκείας ως φάνηκε ανωτέρων, είτε σε ζητήματα κοσμικά, δε χρησιμοποιούν αυστηρώς ορθολογικά επιχειρήματα, αλλά τα πλαισιώνουν με συναισθήματα, ακριβώς δηλαδή με εκείνα τα νοήματα της ζωής για τα οποία απεχθάνονται υποτίθεται στη βάση της θρησκείας.

Οι ορθολογιστές δηλαδή ψάχνουν να βρουν στο διπλανό τους άνθρωπο, ότι δε θέλουν να βρουν στο Θεό και σε αυτό κάνουν επίκληση βαπτίζοντάς το μέγιστη σοφία, που ξεπερνά τον «καθαρό» ορθολογισμό:

α. «Ίσως κάποιος να άπλωνε την έννοια που καθορίζει τη σοφία για να συμπεριλαμβάνει όχι μόνο τη λογική αλλά και το συναίσθημα. Δεν είναι σε τίποτα ασυνήθιστο να βρίσκεις ανθρώπους που η γνώση τους είναι πλατιά αλλά που έχουν στενά αισθήματα. Αυτοί οι άνθρωποι έχουν έλλειψη εκείνου που αποκαλώ σοφία». (77)

β. «Με κάθε αύξηση της γνώσης και των ικανοτήτων μας, η σοφία γίνεται περισσότερο απαραίτητη, γιατί για κάθε τέτοια αύξηση μεγαλώνει και η ικανότητά μας να πραγματοποιούμε τους σκοπούς μας και γι’ αυτό μεγαλώνει κι η ικανότητά μας για το κακό, αν οι σκοποί μας δεν είναι σοφοί». (78)

γ. «Η επιστήμη δεν είναι υποκατάστατο της αρετής· η καρδιά είναι το ίδιο απαραίτητη για μια καλή ζωή όσο και το κεφάλι» (βλ. σημείωση ιδ2).

Στη μέγιστη προσπάθειά τους να πείσουν τους «ορθολογιστές τεχνικούς» των πυρηνικών όπλων και προσπαθώντας να επιζήσουν, τρέμοντας για το πυρηνικό ολοκαύτωμα, οι φιλόσοφοι σαν τον Ράσσελ επιζητούν από αυτούς, αποκλειστικά και μόνον, ότι δεν επιζητούν από τους κανόνες του Θεού για να ζήσουν στην Αγάπη Του αιώνια: γ. «Κάνουμε έκκληση ως άνθρωποι προς ανθρώπους: Θυμηθείτε την ανθρωπιά και ξεχάστε τα υπόλοιπα». (79)

 

Κατάρριψη Ράσσελ ταχέως Νο 2. Συναίσθημα - Λογική

Βλ. την αντίφαση Νο. 24, όπου για τη λογική στελέχωση της αμαρτίας, ζητείται από το φιλόσοφο ένα ορατό αποτέλεσμα, το οποίο όταν υπάρχει, λ.χ. εις την περίπτωση του προφήτη Ελισαίου, τότε αυτό κρίνεται απορριπτέο συναισθηματικά, με γνώμονα την «ηθική».

 

Η Χριστιανική Αγάπη & ο Ορθολογισμός

Ο Χριστός ζητά από τους ανθρώπους αγάπη προς το Θεό και το συνάνθρωπο (80)· μάλιστα ζητά από τους Χριστιανούς να δείχνουν αγάπη και προς τους εχθρούς τους (81), κάτι ίσως απαράδεκτο για τους ορθολογιστές, εις το οποίο προσφεύγουν μόνο σαν είναι να γλιτώσουν τη δική τους ζωή (βλ. σημείωση 79) ειδάλλως αδιαφορούν. Ασφαλώς η αγάπη αυτή μεταφράζεται σε έργα, όχι απλά συναισθήματα, παρότι βασίζεται στα τελευταία κι όχι στην επιχειρηματολογία ή το συμφέρον για να εκδηλωθεί.

Ένα φαύλο πράγμα ή μια αμαρτία, είτε λέγεται Ιερά Εξέταση, είτε δουλεμπόριο, είτε κλεψιά, είτε μοιχεία, είτε ψέμα, είτε φόνος, δε στηρίζεται σε «συναισθηματικούς» παράγοντες ως η αγάπη προς το Θεό, τον πλησίον, είτε αυτός είναι φίλος ή εχθρός, αλλά σε λογική επιχειρηματολογία υπέρ του συμφέροντος. Για παράδειγμα, η Ιερά Εξέταση υπηρετεί το συμφέρον μια εξουσίας έναντι του συνανθρώπου· το δουλεμπόριο υπηρετεί μια επιχειρηματολογία κερδοσκοπίας· η κλεψιά στηρίζεται εις το υπολογισμένο προσωπικό κέρδος· η μοιχεία στηρίζεται σε υπολογισμένες κινήσεις υπέρ της προσωπικής απόλαυσης· το ψέμα είναι ίσως η κυριότερη επιχειρηματολογία στηριζόμενη σε λογικούς συλλογισμούς υπέρ του προσωπικού συμφέροντος.

Αντίθετα, η Αγάπη που ζητά ο Χριστός είναι υπεράνω κάθε προσωπικού υπολογισμένου συμφέροντος· ομοίως υποστηρίζει κι ο Ράσσελ, σαν λέγει ότι ο φόβος και το συναίσθημα είναι που κινούν τους πιστούς, παρά η επιχειρηματολογία. Δεν είναι δυνατόν κανείς να αγαπά και να μην εχθρεύεται τους εχθρούς του, να σκορπάει τα χρήματά του σε φτωχούς, να ελεεί, να φροντίζει αρρώστους και γενικά να διακονεί τους υπόλοιπους (82), υποστηρίζοντας μέσα σ’ αυτόν κόσμο ότι το κάνει γιατί υπολογίζει το συμφέρον του. Γιατί αν δεν το κάνει από Αγάπη, αλλά από κάποιου είδους ιδιοτελές συμφέρον, τότε γρήγορα θα εκπέσει σε άσχημα παραπτώματα, ακριβώς όπως ο Χριστός υποστηρίζει ότι κανείς δεν μπορεί να υπηρετεί δύο κυρίους (83). Υπάρχουν διάφορα και ποίκιλλα παραδείγματα Χριστιανών, που βάση του υπολογισμού του προσωπικού τους συμφέροντος, εξέπεσαν, καταπάτησαν την Αγάπη του Κυρίου τους, ως αυτή φανερώθηκε εις τη σταύρωση στο λόφο του Γολγοθά.

Ο Ράσσελ, δεν μπορεί να κατηγορεί το θρησκευτικό συναίσθημα για απάνθρωπα πράγματα και γεγονότα, όταν βασικά η λογική επιχειρηματολογία είναι αυτή που μηχανεύεται τα φαύλα πράγματα παρέα με το κάθε συμφέρον· πόσο μάλλον περισσότερο, όταν ο ίδιος είναι υπέρμαχος του λογικού υπολογισμού και ζητά «τη βοήθεια της επιστήμης, που εκβίασε το δρόμο της βήμα βήμα κατά της Χριστιανικής θρησκείας» (84).

Δεν υπάρχουν βασανισμοί δίχως λογική κι υπολογισμούς· δεν υπάρχει ιερά εξέταση και κυνήγι μαγισσών δίχως εξουσιαστικό συμφέρον· δεν υπάρχει πόλεμος δίχως λογική επιχειρηματολογία του συμφέροντος· δεν υπάρχει κανένα πυρηνικό όπλο χωρίς λογικούς υπολογισμούς· δεν υπάρχει ψέμα δίχως υπολογισμό· δεν υπάρχει μοιχεία δίχως υπολογισμούς συμφέροντος. Κάθε άλλο· αν υπάρχει Αγάπη τότε ο υπολογισμός του συμφέροντος καταργείται:

Α΄ Κορινθίους, Κεφ. Ιγ΄ «4 Ἡ ἀγάπη μακροθυμεῖ, χρηστεύεται, ἡ ἀγάπη οὐ ζηλοῖ, ἡ ἀγάπη οὐ περπερεύεται, οὐ φυσιοῦται, 5 οὐκ ἀσχημονεῖ, οὐ ζητεῖ τὰ ἑαυτῆς, οὐ παροξύνεται, οὐ λογίζεται τὸ κακόν, 6 οὐ χαίρει ἐπὶ τῇ ἀδικίᾳ, συγχαίρει δὲ τῇ ἀληθείᾳ· 7 πάντα στέγει, πάντα πιστεύει, πάντα ἐλπίζει, πάντα ὑπομένει.»

Βεβαίως ο Ράσσελ περνά σε αποπροσανατολισμό των ακροατών του, λέγοντας ότι «όσο περισσότερο έντονη ήταν η θρησκεία σε μια περίοδο και όσο βαθύτερο το δογματικό πιστεύω, τόσο περισσότερη ήταν η απανθρωπιά και τόσο χειρότερη η κατάσταση των πραγμάτων. Στην λεγόμενη εποχή της πίστης, όταν οι άνθρωποι πραγματικά πίστευαν τη Χριστιανική θρησκεία σε όλα της την πληρότητα, εκεί ήταν η Ιερά Εξέταση με όλα της τα βασανιστήρια·».

Η αλήθεια είναι ότι δεν ήταν στον μεσαίωνα βαθύτερο το δογματικό πιστεύω, αλλά τότε εις τη δύση το δογματικό πιστεύω ήταν προσκολλημένο σε κάθε εξουσία, με συνέπεια όσα κακάσχημα έπραττε η εξουσία, αυτά να φορτώνονται στην πλάτη της θρησκείας. Απόδειξη αυτού, το ότι μετά το μεσαίωνα που η πολιτικο-θρησκευτική εξουσία Λατίνων κι άλλων εξέπεσε, ενώ το θρησκευτικό συναίσθημα παρέμενε ακόμη βαθύ, έπαψε η Ιερά Εξέταση και τα βασανιστήρια για θρησκευτικούς λόγους. Ακολούθησαν όμως φαύλα καμώματα από άλλες εξουσιαστικές «Ιερές Εξετάσεις», όπως και βασανιστήρια. Τέτοιες εξουσίες εγέρθηκαν προ Χριστού και μετά Χριστόν μέχρι σήμερα. Στον 20ο αιώνα υπήρξαν τα φασιστικά καθεστώτα, τα άθεα κομμουνιστικά κράτη, οι δικτατορίες, πολλές δημοκρατίες και όλες εκείνες οι κεντρικές μονάδες ισχύος, οι οποίες δεν είχαν κανένα συναίσθημα απέναντι στον άνθρωπο· μόνο υπολόγιζαν μεθόδους για να επιβάλλουν τις εξουσιαστικές τους φιλοδοξίες. Ευτυχώς για τους Χριστιανούς σήμερα, οι περισσότερες κεντρικές εξουσίες στον κόσμο δεν είναι τόσο προσκολλημένες στο Χριστιανισμό και έτσι τα δικά τους φαύλα πεπραγμένα δεν τα φορτώνεται αδίκως ο «σταυρός του Χριστού» ή η «θρησκεία» του κάθε απλού Χριστιανού.

 

Από αριστερά προς τα δεξιά:

α) 18 Φεβρουαρίου 1961: Ο Βρετανός φιλόσοφος, μαθηματικός και Νομπελίστας, Μπερτράντ  Αρθούρος Γουίλιαμ Ράσσελ (1872-1970), γνωστός κι ως 3ος Έρλ Ράσσελ, διευθύνει τους διαδηλωτές στην πλατεία Τραφάλγκαρ του Λονδίνου, προτού βαδίσει κατά του Υπουργείου Αμύνης όπου θα τελούσε μια καθιστική διαμαρτυρία ενάντια στα πυρηνικά όπλα. [Φωτογραφία Keystone/Getty Images] (Πηγή: http://www.gettyimages.com/detail/3347750/Hulton-Archive)

β) 18 Φεβρουαρίου 1961: Ο 89άχρονος φιλόσοφος και ορθολογιστής Μπέρτραντ Ράσσελ (στο κέντρο), έτυχε αναγνώρισης για τους κοινωνικούς του αγώνες κατά τη διάρκεια των δεκαετιών του 1950 και 1960. Ο Ράσσελ ήταν ο ιδρυτής της Εκστρατείας για τον Πυρηνικό Αφοπλισμό το 1958. Η καθιστική διαμαρτυρία αντι-Πολάρις (οι Πόλαρις ήταν βαλλιστικοί πύραυλοι εκτοξευόμενοι από υποβρύχια) έλαβε χώρα έξω από το Υπουργείο Αμύνης το 1961. Στο Ράσσελ επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης 2 μηνών (που μειώθηκε σε παρουσιάσεις μίας εβδομάδος) για την αντιπυρηνική του εκδήλωση. Πέθανε ηλικιωμένος στα 97 το 1970. [Φώτο: Grant, Henry] (Πηγή: http://www.museumoflondon.org.uk/English/Collections/OnlineResources/X20L/objects/record.htm?type=object&id=743008)

γ) Ο Λόρφος Μπερτράντ Ράσσελ συγκέντρωσε 5000 διαδηλωτές στην αντιπυρηνική διαδήλωση της κομητείας των 100 στην πλατεία Τραφάλγκαρ του Λονδίνου. (Πηγή: http://www.topfoto.co.uk/gallery/CND/ppages/ppage86.html)

δ)  12 Σεπτεμβρίου 1961: Ο 89χρονος φιλόσοφος Έρλ Ράσσελ μιλάει με ένα μέλος της κομητείας του, τον Τζώρτζ Κλαρκ, κατά τη διάρκεια ενός διαλλείματος της απολογίας του στο  δικαστήριο Bow Street, όπου είχε σταλεί για φυλάκιση για παρακίνηση του κοινού σε διαμαρτυρία ενάντια στα πυρηνικά όπλα. [Photo by Keystone/Getty Images] (Πηγή: http://www.gettyimages.com/detail/3285118/Hulton-Archive)

ε) Ο Μπέρτράντ Ράσσελ και ο Έντιθ Φίντς οδηγού μια σιωπηλή πορεία με μέλη της Εκστρατείας για τον Πυρηνικό Αφοπλισμό στο Γουάιτχολ, κατά την δέκατηέκτη επέτειο της βόμβας της Χιροσίμας. [Φώτο: Keystone/Getty Images] (Πηγή: http://www.gettyimages.com/detail/2664014/Hulton-Archive)

 

Οι διαδηλώσεις του Ράσσελ κι η ποινή φυλάκισής του, τονίζουν ένα και το αυτό πράγμα. Οι πολιτικές εξουσίες επιβάλλονται. Αν η εξουσία εις την Αγγλία κατά το 1950 ή 1960 ήταν στενά συνδεμένη με την Αγγλικανική Εκκλησία, όπως στο μεσαίωνα, είναι σίγουρο πως η «θρησκεία» θα φορτώνονταν από τους διανοούμενους κι άλλα αμαρτήματα και τα δικά τους παθήματα.

Είναι αφελές να υποστηρίζει κανείς, πως επειδή πέρασε ο μεσαίωνας και το «δογματικό πιστεύω» έπαψαν τα φαύλα πράγματα στην ανθρωπότητα και τα βασανιστήρια. Ο Μπερτράντ Ράσσελ ήταν ένας ειρηνιστής του 20ου αιώνα. Διαδήλωνε διαρκώς κατά του πολέμου και των πυρηνικών εξοπλισμών. Δεν ήταν όμως η Εκκλησία, η θρησκεία ή το «συναίσθημα» που διοργάνωσαν εκείνα τα όπλα, απέναντι στα οποία ο Ράσσελ διαδήλωσε τόσες και τόσες φορές. Ούτε  ο Χριστός ή η Εκκλησία ευθύνεται για τα πυρηνικά.

Έπειτα, θα πρέπει να γίνει κατανοητό κάτι το οποίο προσπερνιέται στα ψιλά, κάθε φορά που κάθε «φιλόσοφος» καταπιάνεται με την Λατινική Εκκλησία και τους Ιεροεξεταστικούς εξουσιαστικούς της μηχανισμούς· όσα κι αν ήταν τα άδικα θύματα του μεσαίωνα της Δύσης, δε συγκρίνονται σε τίποτα αριθμητικά με τα θύματα των αμβλώσεων, μετά την «προοδευτική» απόρριψη του «Εκκλησιαστικού φρονήματος».

Βλέπε κι ενότητα «Η πραγματική πλευρά του ηθικού προβλήματος»

 

 

ΠΩΣ ΟΙ ΕΚΚΛΗΣΙΕΣ ΚΑΘΥΣΤΕΡΗΣΑΝ ΤΗΝ ΠΡΟΟΔΟ

 

[How The Churches Have Retarded Progress

You may think that I am going too far when I say that that is still so, I do not think that I am. Take one fact. You will bear with me if I mention it. It is not a pleasant fact, but the churches compel one to mention facts that are not pleasant. Supposing that in this world that we live in today an inexperienced girl is married to a syphilitic man, in that case the Catholic Church says, "This is an indissoluble sacrament. You must stay together for life," and no steps of any sort must be taken by that woman to prevent herself from giving birth to syphilitic children. This is what the Catholic church says.   I say that that is fiendish cruelty, and nobody whose natural sympathies have not been warped by dogma, or whose moral nature was not absolutely dead to all sense of suffering, could maintain that it is right and proper that that state of things should continue. That is only an example. There are a great many ways in which at the present moment the church, by its insistence upon what it chooses to call morality, inflicts upon all sorts of people undeserved and unnecessary suffering. And of course, as we know, it is in its major part an opponent still of progress and improvement in all the ways that diminish suffering in the world, because it has chosen to label as morality a certain narrow set of rules of conduct which have nothing to do with human happiness; and when you say that this or that ought to be done because it would make for human happiness, they think that has nothing to do with the matter at all. "What has human happiness to do with morals? The object of morals is not to make people happy."]

Με ποιόν τρόπο οι Εκκλησίες καθυστέρησαν την πρόοδο

Ίσως να νομίζετε ότι υπερβάλλω όταν λέω πως οι Εκκλησίες καθυστέρησαν την Πρόοδο κι εξακολουθούν να το κάνουν, αλλά δεν υπερβάλλω. Πάρτε ένα παράδειγμα. Θα με υποστηρίξετε αν το αναφέρω. Δεν είναι ένα ευχάριστο γεγονός αλλά οι Εκκλησίες επιβάλλουν σε κάποιον να αναφέρει γεγονότα που δεν είναι ευχάριστα. Ας υποθέσουμε ότι σε αυτόν τον κόσμο που ζούμε σήμερα, ένα άπειρο κορίτσι παντρεύεται ένα συφιλιδικό άνδρα, σ’ αυτή την περίπτωση η Καθολική Εκκλησία λέγει: «Αυτό είναι ένα αδιάλυτο Μυστήριο. Πρέπει να μείνετε μαζί για όλη σας τη ζωή» και κανένα είδους βήμα δεν πρέπει να γίνει από εκείνη τη γυναίκα για να προστατευτεί από τη γέννηση ενός συφιλιδικού παιδιού. Αυτό είναι όσα λέει η Καθολική Εκκλησία. Κι υποστηρίζω ότι είναι σατανική απανθρωπιά και κανενός οι φυσικές συμπόνιες που δεν έχουν διαστρεβλωθεί από το δόγμα, ή εκείνοι που η ηθική φύση τους δεν είναι πλήρως νεκρή σε όλα τα είδη πόνου, μπορεί να υποστηρίξει ότι είναι σωστό και κατάλληλο να παραμείνει εκείνη η κατάσταση ως έχει. Αυτό είναι μόνο ένα παράδειγμα. Υπάρχουν πολλά πράγματα αυτή τη στιγμή όπου η εκκλησία, με το πείσμα της να καλεί τις δικές της επιλογές ηθική, επιφέρει πάνω σε όλα τα είδη ανθρώπων άδικη και μη απαραίτητη δυστυχία. Και φυσικά, όπως γνωρίζουμε, είναι σε ένα μεγάλο μέρος αντίπαλος στην πρόοδο και στην καλυτέρευση όλων εκείνων των οδών που μειώνουν τη δυστυχία στον κόσμο, επειδή διάλεξε να βαπτίσει ως ηθική ένα σχετικά στενό σετ κανόνων συμπεριφοράς, που δεν έχουν καμία σχέση με την ανθρώπινη ευτυχία· κι όταν λες εκείνο ή το άλλο πρέπει να γίνουν γιατί κάνει τους ανθρώπους ευτυχισμένους, νομίζουν πως δεν έχει καμία σχέση με τα πράγματα. «Τί σχέση έχει η ανθρώπινη ευτυχία με την ηθική; Ο σκοπός της ηθικής δεν είναι να κάνει τους ανθρώπους ευτυχισμένους».

 

Ορθολογισμός κι Ευτυχία

Είδε ο αναγνώστης ανωτέρω, στην ενότητα περί «συναισθηματικού παράγοντα», ότι ο φιλόσοφος Ράσσελ εξακόντιζε βέλη κατά της θρησκείας, επειδή η τελευταία προσεταιρίζεται το συναισθηματισμό για να επιτύχει, όταν ταυτόχρονα ο ίδιος φιλόσοφος, όπως στρατιές άλλων ομοίων του, υπό μάλης κουβαλά επιχειρήματα συναισθηματισμού, κι όχι λογικής, για να την καταπολεμήσει.

Επίσης παρατήρησε ο αναγνώστης πως ο αυτός φιλόσοφος δεν αμφισβητεί σε κανένα γραπτό του τον ορθολογισμό, όταν αυτός ο τελευταίος επιφέρει πλείστες φαυλότητες, ως οι πόλεμοι κι οι λιμοκτονίες, ακόμη κι αν υποθέτει κανείς, πως ο προαναφερόμενος ορθολογισμός δεν είναι ένας 100% σωστός ορθολογισμός παρά μια «κακή εφαρμογή» του. Αντίθετα, ως ελέχθη, ο ίδιος φιλόσοφος τολμά να επιτίθεται στη χριστιανική θρησκεία, σαν η τελευταία επιφέρει φαυλότητα και δυστυχία εις τον κόσμο, χωρίς να εξετάζει αν αυτή αποτελεί μια «κακή εφαρμογή» των νόμων του ιδρυτού της.

Δεν θα πρέπει να ξεχνά ο αναγνώστης πως, εις την άνωθεν και την παρούσα ενότητα, ο φιλόσοφος Ράσσελ επιτίθεται βασικά εις τη θρησκεία για ένα και μόνο λόγο. Στο ότι δηλαδή η θρησκεία επιφέρει δυστυχία εις τον κόσμο:

α. «ότι κάθε μικρή πρόοδο στα ανθρώπινα συναισθήματα, κάθε πρόοδος στην εγκληματική νομοθεσία, κάθε βήμα προς την μείωση του πολέμου, κάθε βήμα προς την καλύτερη συμπεριφορά προς τους έγχρωμους ή κάθε μετριασμός της δουλείας, κάθε ηθική πρόοδος που πραγματοποιήθηκε στον κόσμο, εναντιώθηκε από τις οργανωμένες εκκλησίες του κόσμου».

β. «Και φυσικά, όπως γνωρίζουμε, είναι σε ένα μεγάλο μέρος αντίπαλος στην πρόοδο και στην καλυτέρευση όλων εκείνων των οδών που μειώνουν τη δυστυχία στον κόσμο, επειδή διάλεξε να βαπτίσει ως ηθική ένα σχετικά στενό σετ κανόνων συμπεριφοράς, που δεν έχουν καμία σχέση με την ανθρώπινη ευτυχία· κι όταν λες εκείνο ή το άλλο πρέπει να γίνουν γιατί κάνει τους ανθρώπους ευτυχισμένους, νομίζουν πως δεν έχει καμία σχέση με τα πράγματα. «Τί σχέση έχει η ανθρώπινη ευτυχία με την ηθική; Ο σκοπός της ηθικής δεν είναι να κάνει τους ανθρώπους ευτυχισμένους»

 Ασφαλώς αυτά είναι συναισθηματικά επιχειρήματα, κι όχι ένα ορθολογικά, μήτε αληθινά, ιδιαίτερα όταν ο ίδιος φιλόσοφος Μπερτράντ υποστηρίζει πως α) οι ηθικές αξίες δεν επιδέχονται επιστημονική απόδειξη και β) δεν υπάρχει κανείς άλλος τρόπος αποκάλυψης της αλήθειας πέρα της επιστήμης (βλ. σημείωση )

Όπως και να ’ χει για τη σύνδεση ευτυχίας κι ορθολογισμού, και δηλαδή για την επιλογή των αισθημάτων έναντι της λογικής, θα ήτο καλύτερα να ομιλήσει ο ίδιος ο Ράσσελ:

α. «Δεν είμαστε ακόμη, κι υποθέτω, οι άνδρες κι οι γυναίκες ποτέ δεν θα γίνουν πλήρως λογικοί. Ίσως, αν ήμασταν, δεν θα είχαμε όλες τις χαρές που έχουμε τώρα» (76).

β. «Η εγκατάλειψη της διαμάχης για την προσωπική ευτυχία, η αποβολή της δίψας για την στιγμιαία επιθυμία, η φλόγα για τα αιώνια πράγματα -αυτή είναι απελευθέρωση κι αυτή είναι η λατρεία του ελεύθερου ανθρώπου». (76α)

Αυτά λοιπόν λέγει εκείνος ο «ορθολογιστής», που κατηγορεί τη θρησκεία για συναισθηματική βάση και για δυστυχία.· ότι η ευτυχία, επέρχεται από την εγκατάλειψη της προσωπικής ευτυχίας! Κι όμως δεν παύει εδώ ο Ράσσελ· όταν η θρησκεία προσφέρει ευτυχία, εκείνος θέλει να την πάψει με τη δική του «δύστυχη» αλήθεια:

«Οι άνθρωποι μας λένε πως χωρίς τις παρηγοριές της θρησκείας θα ήταν αβάσταχτα δυστυχισμένοι. Όσο κι αν είναι αληθές αυτό, δεν παύει από το να ’ ναι ένα επιχείρημα δειλού. Μόνο ένας δειλός θα επέλεγε συνειδητά να ζει στον παράδεισο του ανόητου» (βλ. σημείωση ο).

Αν λοιπόν η αλήθεια αξίζει να καταστρέφει την ανόητη ευτυχία του ανθρώπου (βλ. παράδεισος του ανόητου), τότε γιατί ο Ράσσελ κατηγορεί την Χριστιανική ηθική βάση της ευτυχίας (συναίσθημα) και δεν στοχεύει περισσότερο εις την αλήθεια της, και δηλαδή στον αν ο Χριστιανός Θεός είναι αληθινός; «Τί σχέση έχει η ανθρώπινη ευτυχία με την ηθική; Ο σκοπός της ηθικής δεν είναι να κάνει τους ανθρώπους ευτυχισμένους».

Κάποιος ίσως απαντήσει, ότι ο Ράσσελ δεν δέχεται την αλήθεια (επιστημονικότητα) περί της ηθικής (βλ. σημείωση οα), όπως πλειστάκις έχει λεχθεί δια του στόματός του τελευταίου εις την παρούσα εργασία· τότε λοιπόν γιατί ενοχλείται ο Ράσσελ από την ηθική της Εκκλησίας; «Προφανώς» γιατί «κάποιος θα πρέπει να δρα διαφορετικά από ότι η Βίβλος λέγει» (βλ. σημείωση μθ) όπως και να ’ χει!

 

Κατάρριψη Ράσσελ ταχέως ή «Πρόοδος» & Παραμύθια της Καλυμάς

Είναι παραδεκτό, πως με το να επιτίθεται κανείς στη Χριστιανική θρησκεία με ρητορείες δεν πετυχαίνει τίποτα, παρά τα αντίθετα αποτελέσματα. Ο ίδιος ο Ράσσελ γνωρίζει πολύ καλά την αοριστία των λέξεων, ειδικότερα εκείνων των λέξεων που ενέχουν αφηρημένες και σχετικές σημασίες π.χ. ελευθερία, ομορφιά, κάλλος, ευτυχία πρόοδος, κ.α.

Ο Ράσσελ είναι γνώστης του ζητήματος των αφηρημένων εννοιών, και το καταγράφει εις την μελέτη του «Αοριστία» [Vagueness], όπου αναφέρει «Κατά την ενασχόληση με πολύ αφηρημένα ζητήματα είναι πολύ περισσότερο εύκολο να συλλάβει κανείς τα σύμβολα (συνήθως τις λέξεις) παρά να συλλάβει αυτό που εκείνες σημαίνουν. Το αποτέλεσμα αυτού είναι πως σχεδόν όλη εκείνη η σκέψη που παρίσταται να είναι φιλοσοφική ή συμβολική συνίσταται εις την απόδοση ιδιοτήτων της γλώσσας στον κόσμο» (85)

Η «πρόοδος» είναι μια πολύ σχετική λέξη η οποία έχει σχέση με τι φαντάζεται ο καθείς ως «προοδευτικότητα». Ο ίδιος ο Ράσσελ σαν κανείς κατηγορεί τη φιλοσοφία για αντιπροοδευτικότητα, ισχυρίζεται ακριβώς αυτό· δηλαδή το παιχνίδι λέξεων αυτού ακριβώς του επιχειρήματος: «Συχνά λέγεται ότι η φιλοσοφία είναι αντιπροοδευτική, αλλά αυτό είναι περισσότερο λεκτικό ζήτημα». (86)

Έπειτα ο Ράσσελ, δεν εμμένει μόνο εις τον ισχυρισμό πως η «πρόοδος» είναι μια σχετική λέξη. Πολλές φορές υποστηρίζει πως η «πρόοδος» δεν είναι ότι πρέπει να επιθυμεί  ο άνθρωπος, για δικό του πάντοτε καλό· δηλαδή «στολίζει» την «πρόοδο» με αρνητική σημασία για τα αποτελέσματά της: «Οι άνθρωποι ορισμένες φορές σκέφτονται ότι η πρόοδος της επιστήμης είναι απαραίτητα μια ευλογία για την ανθρωπότητα, αλλά αυτό, φοβούμαι, είναι μια άνετη αυταπάτη που η χωρίς ψευδαισθήσεις εποχή μας πρέπει να αποβάλει.» (βλ. σημείωση ιδ2).

Άλλοτε βέβαια, ο ίδιος πάντα φιλόσοφος, δεν αρκείται εις το να διανθίζει την «πρόοδο» με αρνητική σημασία· φθάνει μέχρι να την αποκλείσει εντελώς από το φυσικό του σύστημα:  «...λέει [ο Ντιν Ιντζ]: "Δεν υπάρχει νόμος της προόδου, και δεν υπάρχει παγκόσμια πρόοδος". Και ξανά: "Το δόγμα της αυτόματης και παγκόσμιας προόδου, η λαϊκή θρησκεία πολλών Βικτοριανών, κοπιάζει κάτω από το μειονέκτημα, του να είναι η μόνη φιλοσοφική θεωρία η οποία μπορεί να απορριφθεί παντοτινά." Σ’ αυτό το θέμα, για το οποίο θα μιλήσω αργότερα, βρίσκω τον εαυτό μου σε συμφωνία με τον Ντιν, για τον οποίον, σε πολλά σημεία, έχω ένα εξαιρετικό σεβασμό» (βλ. σημείωση κζ).

Την αρνείται επίσης ως γεγονός: «Υποφέρουμε όχι από τα κακά που συμβαίνουν επάνω μας, αλλά κι από όλα εκείνα που η νοημοσύνη μας μας λέγει πως έχουμε λόγους να φοβόμαστε. Το χαλινάρι των επιθυμιών εις τις οποίες τείνουμε από τις προβλέψεις, προειδοποιεί για φυσική καταστροφή σε σημείο ανησυχίας και γενική έλλειψη χαράς. Δεν νομίζω ότι οι πολυμαθείς γνωστοί μου, ακόμη κι όταν έχουν ένα σίγουρο εισόδημα, είναι τόσο ευτυχείς όσο τα ποντίκια που τρώγουν τα ψίχουλα από το τραπέζι τους, όταν οι σοφοί αυτοί κύριοι φταρνίζονται. Υπό αυτή την άποψη, πάντως, πείθομαι ότι δεν έχει υπάρξει καθόλου καμιά πρόοδος». (βλ. σημείωση κη).

Το ερώτημα είναι, αν πράγματι ο Ράσσελ αντιλαμβάνεται «ότι δεν έχει υπάρξει καθόλου καμιά πρόοδος», τότε γιατί κατηγορεί τις Εκκλησίες για «αντιπροοδευτικότητα»;

Η απάντηση είναι πως ο Ράσσελ παίζει με τις λέξεις: «Πιστεύω ότι η νοημοσύνη δεν θα πρέπει να λαμβάνεται ως οδηγός της ζωής, αλλά ως μια προσφορά για ευχάριστες λογομαχίες και τρόπους εκνευρισμού λιγότερο ικανών αντιπάλων» (86α)· προφανώς ο Ράσσελ παράλειψε να σκεφτεί, ότι ίσως υπάρχουν «λιγότερο» ικανοί αντίπαλοι που δεν εκνευρίζονται, αλλά αντίθετα ψάχνουν τη γραπτή «σοφία», του πριν να του απαντήσουν.

 

Από αριστερά προς τα δεξιά, οι γυναίκες του Ράσσελ:

α. Ο 23άρχονος Russell με τη 1η γυναίκα του Alys Pearsall Smith (Γάμος: 1894, Χωρισμός: 1911, Διαζύγιο: 1921) (Πηγή: http://www.personal.kent.edu/~rmuhamma/Philosophy/Russellimages/br-alys-2.html)

β. Ο John Russell (υιός), η Katharine Russell (κόρη) κι η Dora Russell (2η γυναίκα). (Πηγή:  http://www.personal.kent.edu/~rmuhamma/Philosophy/Russellimages/dora-1.html)

γ. Ο Bertrand Russell παίζει σκάκι με την 3η γυναίκα του Patricia. (Πηγή: http://www.personal.kent.edu/~rmuhamma/Philosophy/Russellimages/br-patricia-2.html)

δ. Ο 78χρονος Russell (1950) με την 4η γυναίκα Edith (Finch). (Πηγή: http://www.personal.kent.edu/~rmuhamma/Philosophy/Russellimages/edith-1.html)

Από την προσωπική ζωή των φιλοσόφων, και του κάθε ανθρώπου, ο καθείς μπορεί να εξάγει χρήσιμα συμπεράσματα. Έτσι εύκολα μπορεί κανείς να αντιληφθεί το λόγο για τον οποίο ο Ράσσελ επιστράτευσε τον «ορθολογισμό», ως μηχανισμό επίλυσης «ηθικών/πρακτικών» ζητημάτων όπως το διαζύγιο. Σημειωτέον ότι η Καθολική Εκκλησία δεν αποδέχεται τον 2ο γάμο. (Κατά Ματθαίον, Κεφ. Ε΄ «32 ἐγὼ δὲ λέγω ὑμῖν ὅτι ὃς ἂν ἀπολύσῃ τὴν γυναῖκα αὐτοῦ παρεκτὸς λόγου πορνείας, ποιεῖ αὐτὴν μοιχᾶσθαι, καὶ ὃς ἐὰν ἀπολελυμένην γαμήσῃ μοιχᾶται.»)

 

Σύζυγοι &  Συφιλιδικό Παιδί

Ακόμη και το παράδειγμα του Ράσσελ περί «προόδου» είναι παράδοξο. Ισχυρίζεται, πως μια γυναίκα έχει δικαίωμα να παρατήσει ένα συφιλιδικό άνδρα για να «προστατευτεί από τη γέννηση ενός συφιλιδικού παιδιού».

Η διαφορά αυτών των δύο χαρακτήρων, του παιδιού και του συζύγου, είναι πως ο άνδρας είναι υπαρκτός ενώ το παιδί όχι. Ορθολογικά, δεν έχει νόημα να ζητά κανείς να επιτελέσει μια αγαθή πράξη έναντι ενός ανύπαρκτου ακόμη ανθρώπου, ως το μωρό της φαντασίας του Ράσσελ, ζημιώνοντας με χωρισμό έναν υπαρκτό πρόσωπο-άνδρα, ως οποίος βρίσκεται παρόν εις τον κόσμο μας κι ο οποίος έχει νυμφευθεί τη γυναίκα των ονείρων του.

Βέβαια ο Ράσσελ δεν καταπιάνεται με τον ορθολογικό ρεαλισμό της πραγματικότητας (υπαρκτός άνδρας / ανύπαρκτο παιδί) αλλά χρησιμοποιεί για ακόμη μια φορά το συναισθηματισμό των ακροατών του, λέγοντας πως της Εκκλησίας είναι η «ηθική, ένα σχετικά στενό σετ κανόνων συμπεριφοράς, που δεν έχουν καμία σχέση με την ανθρώπινη ευτυχία» (βλ. ανωτέρω και τις κατηγορίες του Ράσσελ κατά της Θρησκείας που «στηρίζεται» σε συναισθήματα πάρα σε «ορθολογισμούς»).  Μια ευτυχία όμως που αρκετές φορές δεν αποδίδει ο ίδιος, μήτε εις την υποστηριζόμενη από αυτόν επιστήμη: «Φοβούμαι πως η επιστήμη θα χρησιμοποιηθεί για να προωθήσει την ισχύ ορισμένων κυρίαρχων ομάδων, παρά να κάνει τους ανθρώπους ευτυχισμένους» (86β)

Ασφαλώς, και για το παράδειγμα του «συφιλιδικού» ζευγαριού, λαθεύει ο Ράσσελ βάση ορθολογισμού· διότι η ανθρώπινη ευτυχία έχει σαφώς μεγάλη σχέση με το χωρισμό δύο ανθρώπων, για τον οποίο συμβουλεύει αποτρεπτικά με την «ηθική» της η Εκκλησία. Ο Ράσσελ προσβλέπει εις την ευτυχία ενός φανταστικού απογόνου που δεν έχει έλθει εις τον κόσμο, αλλά δεν σκέπτεται καθόλου τον παρατημένο από τη γυναίκα του συφιλιδικό άνδρα και σύζυγο. Κανείς δε δύναται να γνωρίζει την άποψη του Ράσσελ, αν αυτός ήτο εις τη θέση του συφιλιδικού εκείνου υπαρκτού άνδρα του παραδείγματος του. Ο Ράσσελ ήτο ένας που δεν του άρεσε και πολύ η μοναξιά, αν κρίνει κανείς από τους τέσσερους γάμους του.

Έπειτα πρέπει να αναλυθεί περεταίρω η ακατανόητη στάση του Ράσσελ, κατά αυτού του συφιλιδικού ανδρός, όπου αφού «ένα άπειρο κορίτσι» τον παντρεύεται, κατόπιν παίρνει την «ευχή» του Ράσσελ να χωρίσει, επειδή πρέπει η ίδια «να προστατευτεί από τη γέννηση ενός συφιλιδικού παιδιού». Δηλαδή, αν το «κορίτσι» δεν ήταν «άπειρο», ο συφιλιδικός άνδρας δεν θα έπρεπε να νυμφευτεί ποτέ του, μιας και πάντοτε θα γίνονταν «αντικείμενο» αποφυγής από κάθε «έμπειρο» κορίτσι;

 Ο Ράσσελ υποστηρίζοντας το κορίτσι λέγει «ότι είναι σατανική απανθρωπιά και κανενός οι φυσικές συμπόνιες που δεν έχουν διαστρεβλωθεί από το δόγμα, ή εκείνοι που η ηθική φύση τους δεν είναι πλήρως νεκρή σε όλα τα είδη πόνου, μπορεί να υποστηρίξει ότι είναι σωστό και κατάλληλο να παραμείνει εκείνη η κατάσταση ως έχει». Όμως η ίδια αυτή φράση δεν πρέπει και να νοηθεί για την κατάσταση ενός ανύμφευτου μοναχικού συφιλιδικού ανδρός; ή μήπως στα αλήθεια ο άνδρας μόνο έφταιγε για την αρρώστια, που είχε κολλήσει, κι όχι και μια κάποια άλλη «έμπειρη» γυναίκα, για την οποία αυτός έπρεπε να πληρώσει το τίμημα της μοναξιάς, το οποίο δεν αντέχει ο ίδιος Ράσσελ των τεσσάρων γάμων;

Με άλλα λόγια και σύμφωνα με τα ανωτέρω, ο Ράσσελ παραβλέπει όλες τις πλευρές ενός σύνθετου προβλήματος, ενώ ισχυρίζεται πως η παράβλεψη όλων των παραγόντων ενός προβλήματος δεν είναι τίποτα άλλο παρά έλλειψη σοφίας: «Υπάρχουν, πιστεύω, αρκετοί παράγοντες που προσδίδουν σοφία. Από αυτούς θα έβαζε πρώτο το αίσθημα της αναλογίας: την ικανότητα να λαμβάνουμε υπ’ όψιν όλους τους σημαντικούς παράγοντες ενός προβλήματος και να τοποθετούμε σ’ αυτούς το δικό του βάρος» (87). Πράγματι η έλλειψη σοφίας που χαρακτηρίζει τους άθεους, οφείλεται εις την προσκόλλησή τους εις την ανόητη πίστη τους, την οποία υπερασπίζουν κατά παντοίας εκκλησίας με παντοίο τρόπο, ως τον ανωτέρω ακόμη και με έλλειψη σοφίας, ως οι ίδιοι την ορίζουν.

Συμπερασματικά, δεν είναι δυνατόν ένας «ορθολογιστής» να συνθέτει το επιχείρημα του «προληπτικού πολέμου», δηλαδή να επιθυμεί να καταστρέψει ένα γάμο «σήμερα» για να μην τον καταστρέψει το παιδί του αύριο· διότι εις τους προληπτικούς πολέμους ή εις τους προληπτικούς φόνους, φονιάς δεν είναι ο εν «δυνάμει» επιτιθέμενος αλλά ο πράξας τον πόλεμο ή το έγκλημα, προ του εν δυνάμει «αντιπάλου».

Με άλλες λέξεις, πώς μπορεί να είναι ηθική «πρόοδος» το να επιτελεί κανείς ένα κακό σ’ έναν υπαρκτό άνθρωπο, για να απομακρύνει κάποιο άλλο κακό από κάποιον ανύπαρκτο άνθρωπο;   Ας προσέξει δε ο αναγνώστης, πως ο ίδιος ο Ράσσελ κατηγορεί το Χριστό για τις καταστροφές γάμων (β. σχετική ενότητα)

 

Μια «διαφορετική» λύση από το Ράσσελ

Το ανεγερθέν παράδειγμα του Ράσσελ, περί γυναικός και συφιλιδικού ανδρός κατά του Χριστιανισμού, καταντά ακόμη πιο παράδοξο σαν σκεφτεί κανείς πως ο Ράσσελ υποστήριζε ότι η  εναντίωση εις τη στείρωση είναι δεισιδαιμονία: «Περνώντας από την ποιότητα εις την ποιότητα του πληθυσμού, ερχόμαστε εις το ερώτημα της ευγονικής. Μπορούμε να υποθέσουμε ότι, αν οι άνθρωποι μεγαλώσουν λιγότερο δεισιδαίμονες, οι κυβερνήσεις θα αποκτήσουν το δικαίωμα να στειρώσουν εκείνους που δε θεωρούνται επιθυμητοί γονείς. Αυτή η δύναμη θα χρησιμοποιηθεί, στην αρχή, για να μειωθεί η ηλιθιότητα, ένα πολύ ποθητός στόχος». (βλ. σημείωση μστ). Διότι στο άνωθι παράδειγμα μια, «ορθολογική στείρωση», χωρίς ο γράφων να την υποστηρίζει, δε θα έφερνε ένα άρρωστο παιδί στον κόσμο, μήτε το ζευγάρι θα αναγκάζονταν να χωρίσει.

Κι είναι παράδοξο το παράδειγμα του Ράσσελ κι ο τρόπος που το θέτει, διότι αν «Ο σκοπός της ηθικής δεν είναι να κάνει τους ανθρώπους ευτυχισμένους», τότε πώς θα μπορέσει να τους κάνει «ευτυχισμένους» ο ορθολογισμός, όταν ευαγγελίζεται στειρώσεις «ανεπιθύμητων» γονέων; Ποιόν εν δυνάμει γονέα κάνει ευτυχισμένο μια στείρωση, εις την οποία ο αντιδρών χαρακτηρίζεται ως «δεισιδαίμων»;

Ο ορθολογισμός κι η φιλοσοφία είναι αρκετές φορές κούφια διδάγματα· όσες ηθικές της θρησκείας υποτίθεται πως ο ορθολογισμός κι η φιλοσοφία καταστρέφουν, από την άλλη μεριά με περισσότερο σθένος οι ίδιοι πολλαπλάσια εγκαθιδρύουν. Κανείς εγκαθιδρυτής ηθικής δεν μπορεί να πολεμά την ηθική παριστάνοντας τον «προοδευτικό». Αν το κάνει τότε η δική του η «πρόοδος» είναι στην καλύτερη των περιπτώσεων ένα βήμα σημειωτόν, είτε χειρότερα, ένα βήμα πίσω, όταν τα βάζει με την «ηθική» του Θεού.

 

Χρονική Πρόοδος & Τελική Λύση

Είναι ανώφελο να παρουσιαστούν εδώ οι διδασκαλίες του Ράσσελ για την «ορθολογική πρακτική» ή ηθική, την οποία ο αναγνώστης μπορεί να συμβουλευθεί σε διαφορετική ενότητα με τίτλο «Αντιφάσεις - Προβλήματα της φιλοσοφίας του Ράσσελ». Εκείνο όμως που είναι ωφέλιμο, είναι να δει κανείς τη χρονική πρόοδο σε σχέση με την ευτυχία του ανθρώπου, μέσα από τα μάτια ενός άθεου:

α. «Δεν αντιλαμβάνομαι κάποια ευτυχία εκεί όπου το σύμπαν βαδίζει. Σύμφωνα με τους φυσικούς, η ενέργεια θα είναι σταδιακά διαιρεμένη σε όλο και πιο ίσα μέρη και καθώς θα διαιρείται ίσα και γίνεται όλο και πιο άχρηστη. Βαθμιαία ότι βρίσκουμε ενδιαφέρον κι ευχάριστο, όπως η ζωή και το φως, θα εξαφανιστούν - τουλάχιστον έτσι μας λένε. Ο κόσμος είναι σαν ένα θέατρο όπου το έργο παίζεται μόνο μία φορά, όμως μετά το πέσιμο της κουρτίνας, το θέατρο εγκαταλείπεται κρύο κι άδειο μέχρι να βυθιστεί σε χαλάσματα.» (βλ. σημείωση )

β. «Η ζωή του ανθρώπου, αν την δει κανείς εξωτερικά, δεν είναι τίποτα άλλο παρά ένα μικρό πράγμα σε σχέση με τις δυνάμεις της Φύσης. Ο σκλάβος είναι καταδικασμένος να λατρεύει το Χρόνο, τη Μοίρα και το Θάνατο, επειδή είναι ισχυρότεροι από όσα εκείνος βρίσκει μέσα του και επειδή όλες οι σκέψεις του ανατρέχουν σε πράγματα που αυτοί καταβροχθίζουν [...] Ένας μετά τον άλλον, καθώς πορεύονται, οι σύντροφοί μας εξαφανίζονται από την θέα μας, καταβλημένοι από τις ήσυχες διαταγές του πανίσχυρου Θανάτου [...] ας θυμηθούμε ότι είναι συφοριασμένοι σύντροφοι στο ίδιο σκοτάδι, ηθοποιοί στην ίδια τραγωδία όπως οι εαυτοί μας [...] Σύντομη κι αδύναμη η ζωή του Ανθρώπου· πάνω σ’ αυτόν και σ’ όλο το γένος του η αργή, σίγουρη καταστροφή πέφτει πικρή και σκοτεινή. Τυφλή στο κακό και στο καλό, αδιάφορη για την καταστροφή, η παντοδύναμη ύλη κυλάει εις την άκαμπτη πορεία της· για τον Άνθρωπο, που είναι καταδικασμένος σήμερα να χάσει τους αγαπημένους του κι αύριο ο ίδιος να περάσει την πύλη του Σκοταδιού» (87α)

Με άλλα λόγια, η άποψη ενός άθεου για την χρονική πρόοδο, τη μόνη σίγουρη, είναι η έλλειψη ευτυχίας και ο χαλασμός του κόσμου. Ο Χριστιανισμός μιλά για προοδευτική εγκαθίδρυση της Βασιλείας του Θεού μες τις καρδιές εκείνων των ανθρώπων, που επιθυμούν τον Παράδεισο, δηλαδή τη χαρά της υπάρξεως του Θεού μέσα στο είναι τους κατ’ αρχάς και κατόπιν εις την εγκαθίδρυση της Βασιλείας του Θεού εις όλο το σύμπαν. Η αθεϊστική «προοδευτικότητα» σε σχέση με τη Θεία Βασιλεία είναι η ανυπαρξία κι η αποβολή του Θεού εκ της καρδίας του ανθρώπου, η οποία οδηγεί σε κολασμό και δυστυχία.

Αθεϊστικά κανείς, αν αντιμετωπίσει την «προοδευτικότητα» των φιλοσόφων τύπου Ράσσελ, βλέπει δύο τινά:

α. Αν δεν υπάρχει Θεός, η απώλεια της υπάρξεως του ανθρώπου από το σύμπαντα κόσμο είναι μια δυστυχία αμετάκλητη. Στην ουσία πρόοδος = θάνατος.

β. Αν υπάρχει Θεός η απώλεια της υπάρξεως του ανθρώπου από το σύμπαντα κόσμο είναι ίσως επίσης μια δυστυχία αμετάκλητη. Στην ουσία πρόοδος = Κόλαση.

Για το Χριστιανό πρόοδος = Ανάσταση = μέλλουσα ζωή = Παράδεισος.

Ο καθένας πρέπει να κάνει τις επιλογές του, βάση της νοημοσύνης του και της καρδιάς του.

 

 

 

ΤΟ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑ ΤΗΣ «ΑΝΤΙΠΡΟΟΔΕΥΤΙΚΗΣ» & ΤΗΣ «ΑΝΤΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗΣ» ΘΕΣΗΣ

 

Το επιχείρημα της «αντιπροοδευτικότητας» το χρησιμοποιούν κατά σωρεία οι πολιτικοί. Ο Ράσσελ, ως φιλόσοφος, το χρησιμοποιεί ομοίως κατά του Χριστιανισμού, χωρίς βεβαίως και να ορίζει τι σημαίνει «πρόοδος».

Κάτωθι σε συνέντευξή του, ο τέως Υπουργός Γεωργίας των ΗΠΑ, εξηγεί τους λόγους εγκρίσεως γενετικά τροποποιημένων οργανισμών (GMO), σε μια έρευνα για την παραγωγή γενετικά τροποποιημένης σόγιας, ανθεκτικής σε συγκεκριμένο ζιζανιοκτόνο (Roundup) της εταιρίας Monsanto, το οποίο θεωρείται υπεύθυνο για καρκίνο κι άλλες αρρώστιες και που ψευδώς για χρόνια διαφημίζονταν ως βιοδιασπώμενο, ενώ δεν ήτο σύμφωνα με τις αποδείξεις του ντοκιμαντέρ «Le monte selo Monsanto».

 

Αυτό που διαπίστωσα τα πρώτα χρόνια ως επικεφαλής του Υπουργείου Γεωργίας... ότι αν δεν ήσουν πολύ έντονα υπέρ των ταχέων εγκρίσεων της αγροδιατροφικής βιομηχανίας, κι εντός της κυβέρνησής μας, των βιοτεχνολογικών προϊόντων και των GMO (Γενετικώς Τροποποιημένων Οργανισμών), στις ρυθμίσεις της βιοτεχνολογίας υπήρχε μια γενική αίσθηση ... ήσουν αντιεπιστημονικός και αντιπροοδευτικός. Ειλικρινά πιστεύω ότι πολλοί της βιομηχανικής γεωργίας δεν ήθελαν όσους ελέγχους θα χρειαζόμαστε, γιατί είχαν κάνει τεράστιες επενδύσεις σε αυτά τα προϊόντα. (Πηγή: Dan Glickman, Υπουργός Γεωργίας του Μ. Κλίντον 1995-2000, Le monte selo Monsanto)

 

Κατά αναλογία η «προοδευτικότητα», συνήθως για ένα άθεο, σημαίνει απόρριψη του Θεού ένεκα «τεραστίων επενδύσεων» σε «πάθη», που δεν υπάρχει καμία επιθυμία να βρεθούν υπό τον «έλεγχο» των εντολών του Θεού.

 

 

 

 

ΦΟΒΟΣ ΤΟ ΘΕΜΕΛΙΟ ΤΗΣ ΘΡΗΣΚΕΙΑΣ

 

[Fear, The Foundation Of Religion

Religion is based, I think, primarily and mainly upon fear. It is partly the terror of the unknown and partly, as I have said, the wish to feel that you have a kind of elder brother who will stand by you in all your troubles and disputes. Fear is the basis of the whole thing -- fear of the mysterious, fear of defeat, fear of death. Fear is the parent of cruelty, and therefore it is no wonder if cruelty and religion have gone handin hand. It is because fear is at the basis of those two things. In this world we can now begin a little to understand things, and a little to master them by the help of science, which has forced its way step by step against the Christian religion, against the churches, and against the opposition of all the old precepts. Science can help us to get over this craven fear in which mankind has lived for so many generations. Science can teach us, and I think our own hearts can teach us, no longer to look around for imaginary supports, no longer to invent allies in the sky, but rather to look to our own efforts here below to make this world a fit place to live in, instead of the sort of place that the churches in all these centuries have made it.]

Ο φόβος, Το Θεμέλιο της Θρησκείας.

Η θρησκεία στηρίζεται, πιστεύω, πρωταρχικά και κυρίως εις το φόβο. Είναι κατά μέρος ο φόβος για το άγνωστο και μερικά, όπως έχω πει, η ευχή να νιώθει κανείς ότι έχει ένα είδος μεγαλύτερου αδελφού που του συμπαραστέκεται σε όλα τα προβλήματα και τις δυσκολίες. Ο φόβος είναι η βάση όλου του πράγματος -φόβος για το μυστήριο, φόβος για την ήττα, φόβος για το θάνατο. Ο φόβος είναι ο συγγενής της απανθρωπιάς, και γι’ αυτό δεν είναι θαύμα που η απανθρωπιά κι η θρησκεία πάνε χέρι χέρι. Είναι γιατί ο φόβος είναι η βάση και για τα δύο αυτά πράγματα. Σε αυτόν τον κόσμο μπορούμε τώρα να αρχίσουμε λιγάκι να καταλαβαίνουμε τα πράγματα και λίγο να τα ελέγχουμε με τη βοήθεια της επιστήμης, που εκβίασε το δρόμο της βήμα βήμα κατά της Χριστιανικής θρησκείας, ενάντια στις εκκλησίες κι ενάντια στην αντίθεση όλων των παλαιών παραινέσεων. Η επιστήμη μπορεί να μας βοηθήσει να ξεπεράσουμε αυτό το δειλό φόβο μέσα στον οποίο ο άνθρωπος έζησε για τόσες γενιές. Η επιστήμη μπορεί να μας διδάξει, και νομίζω πως κι οι καρδιές μπορούν να μας διδάξουν να μη ψάχνουμε γύρω μας για φανταστικά στηρίγματα, να μην εφευρίσκουμε εξωγήινους στους ουρανούς, αλλά αντίθετα να κοιτάξουμε τις δικές μας προσπάθειες εδώ κάτω και να φτιάξουμε αυτόν τον κόσμο κατάλληλο να μένουμε ενάντια στο είδος του κόσμου που οι εκκλησίες σε όλους τους αιώνες έφτιαξαν.

 

Φόβος, η βάση της επιβίωσης

Είναι ατυχές και γαργαλιστικό το ότι μερικοί άνθρωποι, επειδή δε συμπαθούν το Χριστό, αρχίζουν και μισούν την ίδια τη φύση που τους δίδαξε ο θαυμαστός γι’ αυτούς Δαρβίνος (βλ. το επιχείρημα του σχεδίου). Ο φόβος, είναι ένα αίσθημα προς επιβίωση και δεν μπορεί να καταπατηθεί με φιλοσοφικές προτάσεις. Εκατομμύρια οργανισμοί επιβίωναν κι επιβιώνουν πάνω στον πλανήτη γη, για εκατομμύρια χρόνια, επειδή φοβούνται το θάνατο.

Ο Ράσσελ, όταν καταπολεμά τις μυστικιστικές εμπειρίες των θρησκειών, διατείνεται ότι: «Από επιστημονικής πλευράς, δεν μπορούμε να διακρίνουμε μεταξύ ενός ανθρώπου που τρώγει πολύ λίγο [σσ: νηστεύει] κι ενός ανθρώπου που πίνει πολύ και βλέπει φίδια [σσ: μεθυσμένου]. Ο καθείς τους βρίσκεται σε μη κανονική φυσική κατάσταση και γι’ αυτό έχει μη κανονικές αισθήσεις. Οι κανονικές αισθήσεις, επειδή πρέπει να είναι χρήσιμες για τον αγώνα της επιβίωσης, πρέπει να έχουν μια κάποια σχέση με την πραγματικότητα· αλλά στις μη κανονικές αισθήσεις δεν υπάρχει κανείς λόγος να περιμένει κανείς μια τέτοια αντιστοιχία, και γι’ αυτό, αυτές δεν μπορούν να υπερτερούν των κανονικών αισθήσεων» (βλ. σημείωση β).

Αυτές οι «κανονικές αισθήσεις», που «είναι χρήσιμες για τον αγώνα της επιβίωσης» σύμφωνα με το Ράσσελ, προκαλούν πολλές φορές το φόβο. Κι όμως, όταν από την μια αυτές οι αισθήσεις ευλογούνται για την απομάκρυνση των «μυστικιστικών»/θρησκευτικών αντιλήψεων, που παραλληλίζονται με «μέθη», αναθεματίζονται από την άλλη σαν έχουν να κάνουν με τη θρησκεία.

Όπως δε ελέχθη ανωτέρω, ο Θεός δέχεται στον παράδεισο και όσους τον Αγαπούν ως Πατέρα (Υιοθεσία) κι όσους φοβούνται την κόλαση (δουλεία). Κι αν ο φόβος είναι ένα εργαλείο σωματικής επιβίωσης, μπορεί να είναι κι ένα εργαλείο πνευματικής επιβίωσης. Σε πολλούς ίσως να μην αρέσει, αλλά όλοι ανεξαιρέτως κρατιούνται στη ζωή με το φόβο του θανάτου, ακόμη κι ίδιος ο Ράσσελ.

 

Φοβίες & Πυρηνικά, Αντιφάσεις & Υποκρισίες Ράσσελ

Βεβαίως, δεν είναι μήτε ο Ράσσελ εκείνος που ξεφεύγει από τον κανόνα του φόβου για την επιτυχή επιβίωση. Πολλές αναφορές του σε διάφορα έργα του, κι ολάκερο το έργο του «The bomb and civilization», είναι προειδοποιήσεις στο ανθρώπινο γένος για τα πιθανά άσχημα επακόλουθα ενός πυρηνικού πολέμου.

Ο Ράσσελ επικαλείται «μαγικές δυνάμεις» ή «κούφια λόγια» σαν προτρέπει ότι «με τη βοήθεια της επιστήμης» θα ξεπεράσουμε το φόβο· διότι αυτός ο ίδιος θαρρεί πως η επιστήμη φέρνει το φόβο, καθώς αυτή «θα φέρει» την καταστροφή του κόσμου: «Γι’ αυτό η επιστήμη απειλεί να επιφέρει την καταστροφή του πολιτισμού μας» (βλ. σημείωση ιε1 και τις αντιφάσεις Ράσσελ Νο21). Είναι δε κατανοητό πως όλα τα όπλα, κι όχι μόνο, όπως οι πυρηνικές βόμβες για τις οποίες αυτός ανησυχεί, είναι αποτελέσματα της επιστημονικής γνώσης κι όχι της θρησκευτικής.

Όλες δηλαδή οι διαδηλώσεις του Ράσσελ ενάντια στα πυρηνικά όπλα, είναι μια χρήση του φόβου περί του θανάτου, κατά αυτών κι υπέρ της επιβίωσης. Ο Ράσσελ εκτέλεσε πρόθυμα ποινή φυλάκισης ένεκα αυτών των διαδηλώσεων, επειδή φοβόταν το θάνατο του πολιτισμού από τα πυρηνικά· βεβαίως φοβόταν και το τέλος της δικής του της ζωής (βλ. επιστολή Rassel -  Einstein σημ. 79).

Είναι πραγματικά ανώφελο το ότι o Μπερτράντ κατακρίνει τη θρησκεία για τις φοβίες της Κόλασης, όταν ο ίδιος έτρεχε διαρκώς σε ειρηνευτικές διαδηλώσεις, θέλοντας να διασπείρει τη φοβία του θανάτου, από τα πυρηνικά, στις δυτικές κοινωνίες. Αυτός ο επικριτής της χρήσης του φόβου της Κόλασης από το Θεό, για την απόκτηση του Παραδείσου, υποκριτικά κάνει χρήση του φόβου του κολαστηρίου του πυρηνικού πολέμου, για την απόκτηση της παραδείσιας επί γης Ειρήνης· αυτός που κατακρίνει το φόβο για κάτι τόσο ατέλευτο όσο η βασιλεία του Θεού, κάνει χρήση του φόβου για κάτι τόσο πρόσκαιρο, όσο η βιολογική ζωή: « Σύντομη κι αδύναμη η ζωή του Ανθρώπου·» (βλ. σημείωση 87α)

 

Από αριστερά προς τα δεξιά:

α) 18 Φεβρουαρίου 1961: Ο Βρετανός φιλόσοφος, μαθηματικός και Νομπελίστας, Μπερτράντ  Αρθούρος Γουίλιαμ Ράσσελ (1872-1970), γνωστός κι ως 3ος Έρλ Ράσσελ, διευθύνει τους διαδηλωτές στην πλατεία Τραφάλγκαρ του Λονδίνου, προτού βαδίσει κατά του Υπουργείου Αμύνης όπου θα τελούσε μια καθιστική διαμαρτυρία ενάντια στα πυρηνικά όπλα. [Φωτογραφία Keystone/Getty Images] (Πηγή: http://www.gettyimages.com/detail/3347750/Hulton-Archive)

β) 18 Φεβρουαρίου 1961: Ο 89άχρονος φιλόσοφος και ορθολογιστής Μπέρτραντ Ράσσελ (στο κέντρο), έτυχε αναγνώρισης για τους κοινωνικούς του αγώνες κατά τη διάρκεια των δεκαετιών του 1950 και 1960. Ο Ράσσελ ήταν ο ιδρυτής της Εκστρατείας για τον Πυρηνικό Αφοπλισμό το 1958. Η καθιστική διαμαρτυρία αντι-Πολάρις (οι Πόλαρις ήταν βαλλιστικοί πύραυλοι εκτοξευόμενοι από υποβρύχια) έλαβε χώρα έξω από το Υπουργείο Αμύνης το 1961. Στο Ράσσελ επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης 2 μηνών (που μειώθηκε σε παρουσιάσεις μίας εβδομάδος) για την αντιπυρηνική του εκδήλωση. Πέθανε ηλικιωμένος στα 97 το 1970. [Φώτο: Grant, Henry] (Πηγή: http://www.museumoflondon.org.uk/English/Collections/OnlineResources/X20L/objects/record.htm?type=object&id=743008)

γ) Ο Λόρφος Μπερτράντ Ράσσελ συγκέντρωσε 5000 διαδηλωτές στην αντιπυρηνική διαδήλωση της κομητείας των 100 στην πλατεία Τραφάλγκαρ του Λονδίνου. (Πηγή: http://www.topfoto.co.uk/gallery/CND/ppages/ppage86.html)

δ)  12 Σεπτεμβρίου 1961: Ο 89χρονος φιλόσοφος Έρλ Ράσσελ μιλάει με ένα μέλος της κομιτείας του, τον Τζώρτζ Κλαρκ, κατά τη διάρκεια ενός διαλλείματος της απολογίας του στο  δικαστήριο Bow Street, όπου είχε σταλεί για φυλάκιση για παρακίνηση του κοινού σε διαμαρτυρία ενάντια στα πυρηνικά όπλα. [Photo by Keystone/Getty Images] (Πηγή: http://www.gettyimages.com/detail/3285118/Hulton-Archive)

ε) Ο Μπέρτράντ Ράσσελ και ο Έντιθ Φίντς οδηγού μια σιωπηλή πορεία με μέλη της Εκστρατείας για τον Πυρηνικό Αφοπλισμό στο Γουάιτχολ, κατά την δέκατηέκτη επέτειο της βόμβας της Χιροσίμας. [Φώτο: Keystone/Getty Images] (Πηγή: http://www.gettyimages.com/detail/2664014/Hulton-Archive)

 

Ξανά Χρήση του Φόβου από το Ράσσελ

Ο φιλόσοφος Ράσσελ, παρότι δυσανασχετεί με το φόβο της Κολάσεως, δεν ντρέπεται να κάνει χρήση του φόβου μιας αστυνομικής υπερδύναμης επάνω στο πλανήτη, κατά των αδυνάτων. Έτσι, για την αποφυγή μιας πυρηνικής καταστροφής, κι όχι για την αποτροπή του πολέμου, επιθυμεί την ύπαρξη μιας υπερδύναμης, η οποία αφού θα έχει τον πλήρη έλεγχο των πυρηνικών βομβών, θα έχει κι αρκετή στρατιωτική δύναμη ώστε να επιβάλλει την ειρήνη επί των άλλων (88).

Αυτή δηλαδή η πρόταση είναι μια ακόμη έμμεση χρήση του φόβου επί των μικρών δυνάμεων της γης· διότι ένας μικρός, δε ξεσηκώνεται ενάντια σε μια υπερδύναμη, ένεκα του ότι φοβάται την καταστροφή του εξ αυτής. Με άλλα λόγια, ο Ράσσελ αποδέχεται το ρητό «ὁ φόβος φυλάει τὰ ἔρμα», όταν προάγεται η επιβολή μιας ειρήνης από μια υπερδύναμη κατά των αδυνάτων και την αποφυγή ενός πυρηνικού πολέμου , αλλά δεν αποδέχεται το ίδιο ρητό για την αποφυγή της Κολάσεως.

Το παράδοξο του δόγματος της οριζόμενης υπερδύναμης αυτής, ως εκείνης των Η.Π.Α (89), για την επιβολή της ειρήνης είναι διπλό:

α) επιβολή ειρήνης με χρήση της «στιγμιαίας υπεροχής» χρησιμοποίησαν όλες οι δυνάμεις του παρελθόντος κι απότυχαν, εφόσον επιβολή ειρήνης ίσον πόλεμος.

β) Οι «Η.Π.Α.», ήταν η πρώτη δύναμη που έκανε χρήση του ατομικού όπλου· είναι λοιπόν παράδοξο να ζητά κανείς από τον κλέφτη να τον φυλάγει από τους κλέφτες.

Με όλο αυτό το έργο του (βλ. «The bomb and civilization») ο Ράσσελ δείχνει ακόμη δύο πράγματα:

α) Περισσότερο φοβάται για την απώλεια του πολιτισμού, παρά του ανθρώπου

β) Τάσσεται υπέρ της επιβολής της δυνάμεως, της ανελευθερίας, του φόβου, παρά της δικαιοσύνης.

 

Ταχεία κατάρριψη Ράσσελ (η ευλογία του τρόμου)

Λέγει ο Μπερντάρντ Ράσσελ για τα πυρηνικά όπλα:

α. «Θα προσπαθήσουμε να μην πούμε καμία λέξη που να προσδένεται στη μια παράταξη ή την άλλη. Όλες είναι ίσες μπρος στον κίνδυνο κι αν ο κίνδυνος γίνει κατανοητός υπάρχει ελπίδα να τον ξεπεράσουμε όλοι μαζί» (90)

β. «Ίσως, αν κι δύσκολα τολμώ να ελπίζω, η υδρογονοβόμβα να τρομοκρατήσει την ανθρωπότητα σε σημείο λογικής μετριοπάθειας και ανεκτικότητας. Αν αυτό πράγματι συμβεί, τότε θα έχουμε ένα λόγο να ευλογήσουμε τους εφευρέτες της.» (91)

Ασφαλώς,... οι «καλοί» επιστήμονες με την απειλή ενός πυρηνικού ολοκαυτώματος επί των ανθρωπίνων κεφαλών είναι άξιοι «ευλογίας», εάν φέρουν το επιθυμητό αποτέλεσμα· αντίθετα ο Θεός, με την προειδοποίηση περί της Κολάσεως αν σώσει το ανθρώπινο γένος, ουδέποτε κι όχι.

Ας σημειωθεί, ότι η παράλειψη του φόβου, δηλαδή το κλείσιμο των οφθαλμών έναντι αυτού, κατά τον Ράσσελ είναι παραλογισμός: «Υποφέρουμε όχι από τα κακά που συμβαίνουν επάνω μας, αλλά κι από όλα εκείνα που η νοημοσύνη μας, μας λέγει πως έχουμε λόγους να φοβόμαστε» (92)· με άλλες λέξεις, αν δε φοβάται κανείς για ορισμένους αξιόπιστους λόγους, τότε δεν ακούει τη νοημοσύνη του.

Ο πολυτάλαντος φιλόσοφός όμως, δεν προσπαθεί γενικά να καταπολεμήσει τους λόγους που μπορούν να καταστήσουν τη Χριστιανική θρησκεία αξιόπιστη, αλλά καταπολεμά ένα συναίσθημα, με το οποίο ο ίδιος πλουτίζει τα εξαγωγικά αποτελέσματα της νόησης του και των αναγνωστών του. Έτσι όλες οι διαδηλώσεις κατά των πυρηνικών όπλων, δεν έχουν κανένα λογικό νόημα, αν δεν υπάρχει ο φόβος της καταστροφής και του θανάτου.

 

Ταχεία κατάρριψη Ράσσελ Νο2 (η ευλογία του φόβου)

Μπέρτραντ Ράσσελ: «Η Δημοκρατία ανακαλύφθηκε ως ένας μηχανισμός για να συμφιλιωθεί η κυβέρνηση με την ελευθερία. Είναι ξεκάθαρο ότι η κυβέρνηση είναι απαραίτητη αν θα υπάρχει κάτι που να καλείται άξια πολιτισμός, αλλά ολάκερη η ιστορία φανερώνει ότι οποιαδήποτε ομάδα ανθρώπων που τους έχει εμπιστευθεί ισχύ έναντι μιας άλλης ομάδας ανθρώπων θα κάνει κατάχρηση αυτής της ισχύς αν μπορεί να το πράξει ατιμώρητα». (βλ. σημείωση 52α)

Ο Ράσσελ στην δήλωση της ανωτέρου παραγράφου δεν κάνει τίποτα άλλο παρά να ευλογεί το φόβο τις τιμωρίας, ο οποίος οδηγεί κάποιους εις τη σύνεση. Και το πράγμα έχει, όπως το δέχεται η Εκκλησία· το συνάνθρωπό του κανείς μπορεί να τον σέβεται για δύο λόγους: α) είτε γιατί τον φοβάται ή β) είτε γιατί τον αγαπά. Για εκείνον που θέλει να σωθεί μεταθανάτια δεν υπάρχει ίσως διαφορά. Σώζεται, είτε επειδή φοβάται την κόλαση, είτε επειδή αγαπά το Θεό (τηρεί από αγάπη τα προστάγματά Του).

Κάτι παραπλήσιο διδάσκει ο Ράσσελ σαν μιλά για τη μόρφωση των παιδιών: «Ο σεβασμός προς τους άλλους, στα περισσότερα παιδιά, δεν εγείρεται αυθόρμητα, αλλά πρέπει να διδαχθεί και διδάσκεται πάρα πολύ δύσκολα, παρεκτός της χρήσης της εξουσίας» (93)· ας φανταστεί ο αναγνώστης μόνος του τι μπορεί να σημαίνει η διδασκαλία δια μέσω της «χρήσης της εξουσίας» και το πως μπορεί αυτή να αποδειχθεί σε ένα παιδί, παρότι ο Ράσσελ γενικά διδάσκει την καλοσύνη εις την ανατροφή των παιδιών.

 

Οι φοβίες κατά της επιστήμης & το διπλάρωμα της τελευταίας

Είδε ο αναγνώστης ανωτέρω με ποιον τρόπο ο Ράσσελ ακολουθεί τα βήματα της ανοησίας των διαφωτιστών· προτείνει κι αυτός το τεχνητό δίλλημα στον αναγνώστη, «θρησκεία ή επιστήμη», το οποίο είναι μια σαπουνόφουσκα. Στην καθημερινότητα ο κάθε Χριστιανός χρησιμοποιεί δεκάδες προϊόντα της επιστημονικής γνώσης, άρα το δίλλημα δεν ευσταθεί με τυχαίες αναφορές σε ολίγα περιστατικά της ιστορίας· για παράδειγμα αναφέρει πως «Η εκκλησία αντέδρασε εις το Γαλιλαίο και στο Δαρβίνο· στις μέρες μας αντίδρασε κατά του Φρόυντ» (βλ. σημείωση ιγ), ταυτόχρονα όμως ο ίδιος αντιπροτείνει «Δεν μπορώ να πιστέψω, όπως ορισμένοι ψυχαναλυτές, ότι το αίσθημα της αμαρτίας είναι έμφυτο, αντίθετα πιστεύω ότι είναι ένα προϊόν της πρώιμης νηπιακής ηλικίας.» (βλ. σημείωση ιε4 και περισσότερα στις αντιφάσεις Νο11). Είτε λοιπόν ο Ράσσελ θα πρέπει να πιστεύει και να δέχεται κάθε επιστημονική άποψη, είτε δεν θα πρέπει να κατακρίνει την Εκκλησία αν έχει αντιρρήσεις ορισμένες φορές σε επιστημονικά επιτεύγματα. Ακόμη και για την κίνηση των πλανητών, πολλοί επιστήμονες λάθεψαν δίδοντας λάθος ερμηνείες. Η Ανατολική Εκκλησία μια φορά, εν αντιθέσει με τη δυτική, ποτέ δεν αναφέρθηκε Οικουμενικά σε επιστημονικά ζητήματα. Στόχος της είναι η σωτηρία της ψυχής του ανθρώπου

 

Συμπερασματικά

Υπάρχει λοιπόν μια διττή χρήση του Ράσσελ επί του φόβου και της επιστήμης. Πότε απορρίπτει το φόβο και την πίστη, σαν μιλά για τη θρησκεία, πότε ευλογεί το φόβο και τη πίστη, όταν μιλά για διαφορετικά ζητήματα. Είναι ασφαλώς αναφαίρετο δικαίωμά του. Κι είναι αναφαίρετο δικαίωμα του αναγνώστη να εξάγει «επιστημονικά» κι «άφοβα» τα όποια συμπεράσματά του, ενθυμούμενος τα λόγια του Ράσσελ: «Ο φόβος είναι ο συγγενής της απανθρωπιάς, και γι’ αυτό δεν είναι θαύμα που η απανθρωπιά κι η θρησκεία πάνε χέρι χέρι» (λθ)»· παράδοξο λοιπόν που κι αυτός βαδίζει παρέα με το φόβο· και τα λόγια ενός Αγίου, του Αγίου Μάξιμου PG 90, 1401Β, πζ΄: «Ἀρχὴ μὲν καλοῦ, φόβος Θεοῦ× τέλος δὲ, πόθος αὐτοῦ» [η αρχή του καλού είναι ο φόβος του Θεού· το τέλος του όμως, ο πόθος του Θεού].

 

 

ΤΙ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΚΑΝΟΥΜΕ

 

[What We Must Do

We want to stand upon our own feet and look fair and square at the world -- its good facts, its bad facts, its beauties, and its ugliness; see the world as it is and be not afraid of it. Conquer the world by intelligence and not merely by being slavishly subdued by the terror that comes from it. The whole conception of a God is a conception derived from the ancient oriental despotisms. It is a conception quite unworthy of free men. When you hear people in church debasing themselves and saying that they are miserable sinners, and all the rest of it, it seems contemptible and not worthy of self-respecting human beings. We ought to stand up and look the world frankly in the face. We ought to make the best we can of the world, and if it is not so good as we wish, after all it will still be better than what these others have made of it in all these ages. A good world needs knowledge, kindliness, and courage; it does not need a regretful hankering after the past or a fettering of the free intelligence by the words uttered long ago by ignorant men. It needs a fearless outlook and a free intelligence. It needs hope for the future, not looking back all the time toward a past that is dead, which we trust will be far surpassed by the future that our intelligence can create.]

Τί πρέπει να κάνουμε

Θέλουμε να σταθούμε πάνω στα δικά μας πόδια και να δούμε δίκαια και τετράγωνα τον κόσμο -τα καλά του, τα κακά του, τις ομορφιές του και τις ασχήμιες του· να δούμε τον κόσμο όπως είναι και να μην το φοβόμαστε. Να κατακτήσουμε τον κόσμο με την λογική κι όχι απλώς επειδή σκλαβωθήκαμε υποδουλωμένοι στον τρόμο που έρχεται από αυτόν. Η όλη σύλληψη του Θεού είναι μια ιδέα που προέρχεται από τις αρχαίες ανατολικές δεσποτείες. Είναι μια ιδέα εντελώς ανάξια του ελεύθερου ανθρώπου. Σαν ακούς στην Εκκλησία ανθρώπους να εξευτελίζουν τους εαυτούς τους και να λένε ότι είναι δυστυχείς αμαρτωλοί, κι όλα τα υπόλοιπα, μοιάζει άξιο περιφρονήσεως κι ανάξιο της αυτοεκτίμησης ανθρωπίνων πλασμάτων. Πρέπει να σταθούμε και να δούμε τον κόσμο ειλικρινά στο πρόσωπο. Πρέπει να κάνουμε ότι καλύτερο μπορούμε για τον κόσμο, κι αν δεν είναι τόσο καλό όσο ελπίζουμε, όπως και να έχει θα εξακολουθεί να είναι καλύτερος από ότι όλοι οι άλλοι έπραξαν όλες τις άλλες εποχές. Ένας καλός κόσμος χρειάζεται γνώση, καλοσύνη και κουράγιο· δεν χρειάζεται λαχτάρα μετάνοιας για το παρελθόν ή τα δεσμά της ελεύθερης λογικής από τα λόγια που εκστομίστηκαν πολύ παλιά από αμόρφωτους ανθρώπους. Χρειάζεται μια άφοβη προοπτική και μια ελεύθερη νοημοσύνη. Χρειάζεται ελπίδα για το μέλλον, χωρίς να κοιτάμε πίσω σε ένα παρελθόν που έχει πεθάνει, ότι εμπιστευόμαστε θα προσπεραστεί από το μέλλον που η νοημοσύνη μας μπορεί να δημιουργήσει.

 

 

Ο Ελεύθερος Άνθρωπος & Ο Ευτελισμός του Ανθρώπου

Δεν θα χρειαστεί να κουραστεί κανείς εδώ περισσότερο με το Ράσσελ. Παραδίδονται εις τους αναγνώστες δύο αφιερωμένες ενότητες σ’ αυτά τα ζητήματα:

α) Ο Χριστιανισμός Ευτελίζει & ο Χριστιανισμός δεν Ευτελίζει τους πιστούς, Αντιφάσεις & προβλήματα της Φιλοσοφίας Ράσσελ  Νο25

β) Η Λατρεία του Ελεύθερου Ανθρώπου κι η Καταδίκη του Ελεύθερου Ανθρώπου, Αντιφάσεις & προβλήματα της Φιλοσοφίας Ράσσελ Νο26

 

Τί πρέπει να κάνουμε ως Χριστιανοί;

Ότι λέγει ο Απόστολος Παύλος, ο «αγαπημένος» Απόστολος των άθεων και του κάθε «πικραμένου» φιλοσόφου, για την ελευθερία του ανθρώπου ενώπιον του Θεού Χριστού:  Α΄ Κορινθίους Κεφ. Στ΄ «12 Πάντα μοι ἔξεστιν, ἀλλ' οὐ πάντα συμφέρει· πάντα μοι ἔξεστιν, ἀλλ' οὐκ ἐγὼ ἐξουσιασθήσομαι ὑπό τινος» [μτφρ: Όλα μου επιτρέπονται αλλά δεν με συμφέρουν όλα (αμαρτίες)· όλα μου επιτρέπονται αλλά δεν εξουσιάζομαι από τίποτα (πάθη)].

Όσο αφορά το Μπέρτραντ Ράσσελ, ο Θεός ’ χωρέσ’ τον.

 

 

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

 

0. Ερμηνευτική θεολογική προσέγγιση της Κολάσεως και του Παραδείσου μπορεί να μελετήσει κανείς εις την ανάλογη σελίδα.

0α. Στα κάτωθι εδάφια, κατά σειρά παράθεσης, βλέπει κανείς τον Ιησού Χριστό να είναι ο Υιός του Θεού (Ο υιός του ανθρώπου είναι άνθρωπος κι Υιός του Θεού είναι Θεός ο ίδιος)· να είναι Εκείνος του Οποίου το σώμα είναι ο ναός τον οποίο θα ανεγείρει μόνος Του [Η ανάσταση του σώματός Του κατά την επεξήγηση του Ι. Β΄21]· να είναι επίσης Εκείνος ο Οποίος έχει την εξουσία να αναστήσει Εαυτόν. Αρκεί λοιπόν ένας άνθρωπος να είναι μόνο «τουλάχιστον ο καλύτερος και ο σοφότερος» για να αναστήσει ένα νεκρό σώμα; ή θα πρέπει να είναι Θεός ο ίδιος; [Κατά Ματθαίον, Κεφ. Ιστ΄ «14 οἱ δὲ εἶπον· Οἱ μὲν Ἰωάννην τὸν βαπτιστήν, ἄλλοι δὲ Ἠλίαν, ἕτεροι δὲ Ἰερεμίαν ἢ ἕνα τῶν προφητῶν. 15 λέγει αὐτοῖς· Ὑμεῖς δὲ τίνα με λέγετε εἶναι; 16 ἀποκριθεὶς δὲ Σίμων Πέτρος εἶπε· Σὺ εἶ ὁ Χριστὸς ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ τοῦ ζῶντος.», Κατά Ιωάννη, Κεφ. Β΄ «19 ἀπεκρίθη Ἰησοῦς καὶ εἶπεν αὐτοῖς· Λύσατε τὸν ναὸν τοῦτον, καὶ ἐν τρισὶν ἡμέραις ἐγερῶ αὐτόν. 20 εἶπον οὖν οἱ Ἰουδαῖοι· Τεσσαράκοντα καὶ ἓξ ἔτεσιν ᾠκοδομήθη ὁ ναὸς οὗτος, καὶ σὺ ἐν τρισὶν ἡμέραις ἐγερεῖς αὐτόν; 21 ἐκεῖνος δὲ ἔλεγε περὶ τοῦ ναοῦ τοῦ σώματος αὐτοῦ.», Κατά Ιωάννη, Κεφ. Ι΄ «17 διὰ τοῦτό με ὁ πατὴρ ἀγαπᾷ, ὅτι ἐγὼ τίθημι τὴν ψυχήν μου, ἵνα πάλιν λάβω αὐτήν. 18 οὐδεὶς αἴρει αὐτὴν ἀπ' ἐμοῦ, ἀλλ' ἐγὼ τίθημι αὐτὴν ἀπ' ἐμαυτοῦ· ἐξουσίαν ἔχω θεῖναι αὐτήν, καὶ ἐξουσίαν ἔχω πάλιν λαβεῖν αὐτήν· ταύτην τὴν ἐντολὴν ἔλαβον παρὰ τοῦ πατρός μου.»].

0β. Δηλαδή ένα «καλό και σοφό άνθρωπο».

1. Man is the product of causes which had no prevision of the end they were achieving, A Free Man's Worship, Bertrand Russel

1α. When one admits that nothing is certain one must, I think, also admit that some things are much more nearly certain than others, Scepticism, Am I an Atheist or Agnostic, Bertrand Russel

1β. Therefore, I do not think we should go in for complete skepticism, but for a doctrine of degrees of probability. I think that, on the whole, that is the kind of doctrine that the world needs, Persecution, ό.π.

1γ. Certainly there are degrees of certainty, and one should be very careful to emphasize that fact, because otherwise one is landed in an utter skepticism, and complete skepticism would, of course, be totally barren and completely useless, Scepticism, ό.π.

1δ. «Και όμως η ασυμμετρία ως προς τον χρόνο είναι προφανής. Βλέπουμε συχνά ένα ποτήρι να πέφτει από το τραπέζι και να διαλύεται σε δεκάδες κομμάτια, δεν έχουμε δει όμως ποτέ το αντίθετο: δεν έχουμε παρατηρήσει ποτέ τα θραύσματα του ποτηριού να ενώνονται και να σχηματίζουν ξανά το ποτήρι πάνω στο τραπέζι. Σύμφωνα με τις εξισώσεις κίνησης τόσο της κλασικής φυσικής όσο και της θεωρίας της Σχετικότητας, αυτό είναι κάτι απολύτως δυνατό. Γιατί δεν παρατηρείται όμως επειδή στη φύση; Επειδή είναι κάτι που το απαγορεύει ο Δεύτερος Νόμος της Θερμοδυναμικής. Ο νόμος αυτός ορίζει ότι το Σύμπαν έχει την τάση να κινείται από καταστάσεις μέγιστης τάξης προς καταστάσεις μέγιστης αταξίας, ποτέ αντίστροφα… Η φύση έχει την τάση να κινείται αυθόρμητα προς καταστάσεις μέγιστης αταξίας, ή διαφορετικά, επειδή μέτρο της αταξίας είναι η εντροπία, το Σύμπαν έχει την τάση να κατευθύνεται προς καταστάσεις μέγιστης εντροπίας. Έτσι δεν θα παρατηρηθεί ποτέ τα μόρια ενός αερίου να συγκεντρώνονται αυθόρμητα σε μια περιοχή του δοχείου, σε μια κατάσταση τάξης και χαμηλής εντροπίας. Το γεγονός αυτό δεν είναι αδύνατο να συμβεί, απλά είναι εξαιρετικά απίθανο. Και αυτό, διότι οι καταστάσεις στις οποίες επικρατεί τάξη είναι ελάχιστες, αντίθετα οι καταστάσεις αταξίας, είναι άπειρες. Συνεπώς, αν το σύστημα αφεθεί ελεύθερο, είναι πιο πιθανό να βρεθεί σε μια κατάσταση αταξίας παρά σε μια κατάσταση τάξης. Ο χρόνος λοιπόν ρέει πάντα προς την κατεύθυνση που οδηγεί το Σύμπαν προς την αταξία». Πηγή: Περιοδικό «Περισκόπιο της Επιστήμης» Νο 261, σσ. 37 38.

1δ1... the immediate premises may be false without the deductions being logically incorrect, but, in the foundations, the deductions will be incorrect if the premises are not true. It is necessary to be clear about this point, for otherwise the part of arbitrariness and of hypothesis might appear greater than it is in reality, The Philosophical Importance of Mathematical Logic, Bertrand Russel

1δ2. «Κόπλεστον: Καθώς θα συζητήσουμε για την ύπαρξη του Θεού, ίσως θα ήταν καλό να έρθουμε σε μια προσωρινή συμφωνία ως προς τι καταλαβαίνουμε με τον όρο «Θεός». Υποθέτω ότι εννοούμε ένα ανώτερο όν με προσωπικότητα -ξεχωριστό από τον κόσμο και πλάστη του κόσμου. Συμφωνείτε -τουλάχιστον προσωρινά- να δεχθείτε αυτό τον ορισμό ως τη σημασία του όρου «Θεός»; Ράσσελ: Ναι, δέχομαι τον ορισμό.»[ Copleston: As we are going to discuss the existence of God, it might perhaps be as well to come to some provisional agreement as to what we understand by the term "God." I presume that we mean a supreme personal being -- distinct from the world and creator of the world. Would you agree -- provisionally at least -- to accept this statement as the meaning of the term "God"? Russell: Yes, I accept this definition, A Debate on the Argument from Contingency, Father F. C. Copleston and Bertrand Russell.

1ε. The question is how to arrive at your opinions and not what your opinions are. The thing in which we believe is the supremacy of reason. If reason should lead you to orthodox conclusions, well and good; you are still a Rationalist. To my mind the essential thing is that one should base one's arguments upon the kind of grounds that are accepted in science, and one should not regard anything that one accepts as quite certain, but only as probable in a greater or a less degree. Not to be absolutely certain is, I think, one of the essential things in rationality, Don't be too Certain, Am I an Atheist or an Agnostic, ό.π.

1στ.  However, the theologians no doubt hope that the future course of evolution will produce more men like themselves and fewer men like Hitler. Let us hope so. But, in cherishing this hope, we are abandoning the ground of experience and taking refuge in an optimism which history so far does not support., Is there a God?, Bertrand Russel

1ζ. «μπορούσε κάλλιστα να είναι ο κόσμος θεός».

2. Nature... has brought forth at last a child, Free Man's Will, ό,π

2α «Ο άνθρωπος είναι το παράγωγο αιτιών που δεν είχαν πρόβλεψη του αποτελέσματος που επιτύγχαναν», βλ. σημείωση 1.

2α1. «...οι μεταβολές του Χρόνου» [...the mutations of Time], A Free Man's Worship, Bertrand Russel, «Είναι ξεκάθαρο πως όποιος δεν αποδέχεται την πραγματικότητα του χρόνου πρέπει να εισάγει μια τέτοια διάκριση, εφόσον ο κόσμος εμφανίζεται να είναι μέσα στο χρόνο». [It is clear that whoever denies the reality of time must introduce some such distinction, since obviously the world appears to be in time], Mysticism, Bertrand Russel «Συμπεραίνω ότι, η επιστήμη δεν μπορεί να αποφασίσει για ερωτήματα αξιών, επειδή αυτά δεν αποφασίζονται διανοητικά, και βρίσκονται εκτός της πραγματικότητας της αλήθειας και του ψεύδους. Όποια γνώση γίνεται να επιτευχθεί, θα πρέπει να επιτευχθεί με επιστημονικές μεθόδους· κι ότι δεν μπορεί να ανακαλύψει η επιστήμη οι άνθρωποι δεν γίνεται να το γνωρίζουν». [I conclude that, while it is true that science cannot decide questions of values, that is because they cannot be intellectually decided at all, and lie outside the realm of truth and falsehood. Whatever knowledge is attainable, must be attained by scientific methods; and what science cannot discover, mankind cannot know.], Science and Ethics, Bertrand Russel

2β. «Ο 2ος νόμος της θερμοδυναμικής δείχνει ότι εξαιρετικά απίθανο να αμφιβάλλουμε ότι το σύμπαν εξαντλείται και τελικά τίποτα το ελάχιστα αξιόλογο δεν θα είναι δυνατό πουθενά. Φυσικά παραμένει σε μας ανοικτό να πούμε ότι όταν έρθει εκείνη η ώρα ο Θεός θα επαναλειτουργήσει το μηχανισμό· αλλά αν δεν υποστηρίξουμε αυτό τότε στηρίζουμε την τοποθέτησή μας μόνο πάνω στην πίστη κι ούτε στο ελάχιστο πάνω σε κάποιο επιστημονικό στοιχείο.» [The second law of thermodynamics makes it scarcely possible to doubt that the universe is running down, and that ultimately nothing of the slightest interest will be possible anywhere. Of course, it is open to us to say that when that time comes God will wind up the machinery again; but if we do not say this, we can base our assertion only upon faith, not upon one shred of scientific evidence], Has Religion Made Useful Contributions to Civilization?, Bertrand Russel

2γ. «Και τώρα το πρώτο σκουλήκι της ζωής ενηλικιώθηκε στα βάθη του Ωκεανού, και αναπτύχτηκε γρήγορα στην καρποφόρα ζέστη σε εκτεταμένα δάση δέντρων...» [And now the first germ of life grew in the depths of the ocean, and developed rapidly in the fructifying warmth into vast forest trees, huge ferns springing from the damp mould], A Free Man's Worship, ό,π

2δ. «Δεν δέχομαι καμία άλλη μέθοδο άφιξης στην αλήθεια εκτός της επιστήμης, αλλά στον κόσμο του συναισθήματος δεν αρνούμαι την αξία των εμπειριών που έδωσαν απαρχή στη θρησκεία» [I cannot admit any method of arriving at truth except that of science, but in the realm of the emotions I do not deny the value of the experiences which have given rise to religion], Mysticism, Bertrand Russel Bλ. και σημείωση 1ε.

3. Η Ορθόδοξη Θεολογία δεν θεωρεί παράδοξο το να υπάρχει «κάτι», ένα Ον, αίτιο του Εαυτού του· κι αυτό το «κάτι» είναι ο Χριστιανικός Θεός.

3α. Ο Ράσσελ ήταν ενήμερος των θερμοδυναμικών νόμων: «Ο 2ος νόμος της θερμοδυναμικής δείχνει ότι εξαιρετικά απίθανο να αμφιβάλλουμε ότι το σύμπαν εξαντλείται και τελικά τίποτα το ελάχιστα αξιόλογο δεν θα είναι δυνατό πουθενά.» [The second law of thermodynamics makes it scarcely possible to doubt that the universe is running down, and that ultimately nothing of the slightest interest will be possible anywhere], Has Religion Made Useful Contributions to Civilization?, Bertrand Russel. «Δεν αντιλαμβάνομαι κάποια ευτυχία εκεί όπου το σύμπαν βαδίζει. Σύμφωνα με τους φυσικούς, η ενέργεια θα είναι σταδιακά διαιρεμένη σε όλο και πιο ίσα μέρη και καθώς θα διαιρείται ίσα και γίνεται όλο και πιο άχρηστη. Βαθμιαία ότι βρίσκουμε ενδιαφέρον κι ευχάριστο, όπως η ζωή και το φως, θα εξαφανιστούν - τουλάχιστον έτσι μας λένε. Ο κόσμος είναι σαν ένα θέατρο όπου το έργο παίζεται μόνο μία φορά, όμως μετά το πέσιμο της κουρτίνας, το θέατρο εγκαταλείπεται κρύο κι άδειο μέχρι να βυθιστεί σε χαλάσματα. Δεν λέω με κάθε βεβαιότητα ότι έτσι έχουν τα πράγματα. Διότι θα χρησιμοποιούσα περισσότερη γνώση από όση κατέχουμε. Λέω μόνο ότι αυτό είναι πιθανό με τις παρούσες ενδείξεις.» [I do not myself perceive any consummation toward which the universe is tending. According to the physicists, energy will be gradually more evenly distributed and as it becomes more evenly distributed it will become more useless. Gradually everything that we find interesting or pleasant, such as life and light, will disappear -- so, at least, they assure us. The cosmos is like a theatre in which just once a play is performed, but, after the curtain falls, the theatre is left cold and empty until it sinks in ruins. I do not mean to assert with any positiveness that this is the case. That would be to assume more knowledge than we possess. I say only that it is what is probable on present evidence.], Is there a God?, Bertrand Russel «Μπορεί να μάθουμε να επιμηκύνουμε την ανθρώπινη ύπαρξη περισσότερο από ότι τώρα φαίνεται δυνατό, αλλά αν υπάρχει αλήθεια εις την μοντέρνα φυσική, ειδικά στο 2ο νόμο της θερμοδυναμικής, δεν μπορούμε να ελπίζουμε στο ότι η ανθρώπινη ράτσα θα συνεχίζει για πάντα.» [We may learn to prolong human existence longer than now seems possible, but if there is any truth in modern physics, more particularly in the second law of thermodynamics, we cannot hope that the human race will continue for ever], What is the soul?, Bertrand Russel

3α1. ...we ought not to believe, and we ought not to try to cause others to believe, any proposition for which there is no evidence whatever. That seems a modest proposition, and if you can stick to that you will be fairly sure that you are not going to become a sort of ossified endowed church, Why iam a rationalist, Russell Bertrand.

3α1α. In one sense deductive theory is the enemy of experimental physics, Philosophical Consequences Of Relativity, Russell Bertrand.

3α2α But if philosophy is to serve a positive purpose, it must not teach mere skepticism, for, while the dogmatist is harmful, the skeptic is useless. Dogmatism and skepticism are both, in a sense, absolute philosophies; one is certain of knowing, the other of not knowing], Philosophy For Laymen, Russell Bertrand.

3α2. A Debate on the Argument from Contingency, Father F. C. Copleston and Bertrand Russell, Bertrand Russel: 

-Ράσσελ: Επειδή δε βλέπω κανένα λόγο για να νομίσω ότι υπάρχει κάποιο [αίτιο]. Η όλη ιδέα του αιτίου είναι μία από εκείνες που αποκτούμε με την παρατήρηση των ξεχωριστών πραγμάτων· δεν βλέπω κανένα οποιοδήποτε λόγο για να υποθέσω ότι το όλον έχει κάποιο αίτιο.

-Κόπλεστον: Το να λες ότι δεν υπάρχει αιτία δεν είναι το ίδιο πράγμα με το να λες ότι δεν πρέπει να αναζητάμε αίτιο. Η δήλωση ότι δεν υπάρχει αίτιο θα πρέπει να ερχόταν, αν θα πρέπει να έρχεται, στο τέλος μιας αναζήτησης, όχι στην αρχή. Σε κάθε περίπτωση αν το όλον δεν έχει αίτιο, κατά το σκεπτικό μου, θα πρέπει να έχει αίτιο τον εαυτό του, πράγμα που μου φαίνεται αδύνατο. Επιπλέον, η δήλωση ότι ο κόσμος στέκεται απλά εκεί αν είναι απάντηση στην ερώτηση, προϋποθέτει ότι η ερώτηση έχει κάποιο νόημα.

-Ράσσελ: Όχι, δεν χρειάζεται να είναι αίτιο του εαυτού του, αυτό που λέω είναι ότι η έννοια της αιτίας δεν μπορεί να εφαρμοστεί στο όλον.

-Κόπλεστον: Τότε θα συμφωνείς με το Σάρτρ ότι το σύμπαν είναι αυτό που εκείνος αποκαλεί «αδικαιολόγητο»;

-Ράσσελ: Η λέξη «αδικαιολόγητο» σημαίνει ότι μπορεί να είναι κάτι άλλο· εγώ λέω απλά ότι βρίσκεται μόνο εκεί, κι αυτό είναι όλο.

[...]

-Ράσσελ: Αυτό προϋποθέτει ότι όχι μόνο κάθε ξεχωριστό πράγμα στον κόσμο, αλλά κι ότι ο κόσμος ως σύνολο πρέπει να έχει μια αιτία. Γι’ αυτή την υπόθεση δεν βλέπω τίποτα το βάσιμο. Αν μου δείξεις κάτι βάσιμο τότε θα το ακούσω.

-Κόπλεστον: Λοιπόν, η σειρά των γεγονότων είναι είτε αιτιατά ή αναίτια. Αν είναι αιτιατά, θα πρέπει τότε να υπάρχει ένα αίτιο εκτός της σειράς. Αν δεν είναι αιτιατά τότε θα πρέπει να είναι ικανή εκ του εαυτού της, κι αν είναι ικανή εκ του εαυτού της τότε αυτό το αποκαλώ ανάγκη. Αλλά δεν μπορεί να είναι αναγκαία εφόσον κάθε μέρος είναι εξαρτημένος, κι είμαστε όλοι σύμφωνοι πως η πραγματικότητα του συνόλου δεν μπορεί να είναι ξεχωριστή από τα μέλη του, και γι’ αυτό, δεν μπορεί να είναι αναγκαία. Προς τούτο, δεν μπορεί να είναι (αιτιατό) -αναίτιο-, για τούτο θα πρέπει να έχει ένα αίτιο. Και μου αρέσει να παρατηρήσω ξεπερνώντας το, ότι η δήλωση «ο κόσμος βρίσκεται μόνο εκεί κι είναι ανεξήγητος» δεν μπορεί να προήλθε από κάποια λογική ανάλυση.

-Ράσσελ: Δεν θέλω να είμαι να φανώ υπερόπτης, αλλά μου φαίνεται σε μένα ότι μπορώ να συλλαμβάνω πράγματα που εσύ λες ότι το ανθρώπινο μυαλό δεν μπορεί να συλλάβει. Όσο αναφορά πράγματα που δεν έχουν αίτια, οι φυσικοί μας βεβαιώνουν ότι τα μοναδιαία κβάντα μεταπηδούν στα άτομα χωρίς καμία αιτία.

-Κόπλεστον: Αναρωτιέμαι αν αυτό δεν είναι παρά ένα στιγμιαίο συμπέρασμα.

-Ράσσελ: Μπορεί να είναι, αλλά δείχνει πως ο νους των φυσικών μπορεί να το συλλάβει.

[Russell: Because I see no reason to think there is any. The whole concept of cause is one we derive from our observation of particular things; I see no reason whatsoever to suppose that the total has any cause whatsoever.

Copleston: Well, to say that there isn't any cause is not the same thing as saying that we shouldn't look for a cause. The statement that there isn't any cause should come, if it comes at all, at the end of the inquiry, not the beginning. In any case, if the total has no cause, then to my way of thinking it must be its own cause, which seems to me impossible. Moreover, the statement that the world is simply there if in answer to a question, presupposes that the question has meaning.

Russell: No, it doesn't need to be its own cause, what I'm saying is that the concept of cause is not applicable to the total.

Copleston: Then you would agree with Sartre that the universe is what he calls "gratuitous"?

Russell: Well, the word "gratuitous" suggests that it might be something else; I should say that the universe is just there, and that's all.

Russell: That's always assuming that not only every particular thing in the world, but the world as a whole must have a cause. For that assumption I see no ground whatever. If you'll give me a ground I'll listen to it.

Copleston: Well, the series of events is either caused or it's not caused. If it is caused, there must obviously be a cause outside the series. If it's not caused then it's sufficient to itself, and if it's sufficient to itself it is what I call necessary. But it can't be necessary since each member is contingent, and we've agreed that the total has no reality apart from its members, therefore, it can't be necessary. Therefore, it can't be (caused) -- uncaused -- therefore it must have a cause. And I should like to observe in passing that the statement "the world is simply there and is inexplicable" can't be got out of logical analysis.

Russell: I don't want to seem arrogant, but it does seem to me that I can conceive things that you say the human mind can't conceive. As for things not having a cause, the physicists assure us that individual quantum transitions in atoms have no cause.

Copleston: Well, I wonder now whether that isn't simply a temporary inference.

Russell: It may be, but it does show that physicists' minds can conceive it]

3α3 In spite of Death, the mark and seal of the parental control, Man is yet free, during his brief years, to examine, to criticise, to know, and in imagination to create. To him alone, in the world with which he is acquainted, this freedom belongs; and in this lies his superiority to the resistless forces that control his outward life, A Free Man's Worship, ό,π

3α4. The life of Man, viewed outwardly, is but a small thing in comparison with the forces of Nature. The slave is doomed to worship Time and Fate and Death, because they are greater than anything he finds in himself, and because all his thoughts are of things which they devour, A Free Man's Worship, Bertrand Russel

3β. How do agnostics explain miracles and other revelations of God's omnipotence? Agnostics do not think that there is any evidence of "miracles" in the sense of happenings contrary to natural law... As for the records of other miracles, such as Joshua commanding the sun to stand still, the agnostic dismisses them as legends and points to the fact that all religions are plentifully supplied with such legends, What Is an agnostic, Bertrand Russel

3γ. «Η συμπεριφορά των Χριστιανών πάνω στο Φυσικό Νόμο υπήρξε κατά παράδοξο τρόπο αμφιταλαντευόμενη κι αβέβαιη. Υπήρξε, από την μια μεριά, το δόγμα της Ελεύθερης Θέλησης, στο οποίο το μεγαλύτερο μέρος των Χριστιανών πίστευε· κι αυτό το δόγμα απαιτούσε οι ενέργειες των ανθρώπων να μην υπόκεινται στο Φυσικό Νόμο. Και υπήρχε, από την άλλη μεριά, ιδιαίτερα κατά το δέκατο όγδοο και δέκατο ένατο αιώνα, μια πίστη στο Θεό ως Νομοθέτη και στο Φυσικό Νόμο ως η μεγαλύτερη απόδειξη της ύπαρξης του Θεού. Σε πρόσφατες εποχές η ένσταση της επικράτησης του Νόμου όσο αφορά την ελεύθερη βούληση άρχισε να γίνεται περισσότερο αισθητή από ότι η πίστη στο Φυσικό Νόμο ως απόδειξη κάποιου Νομοθέτη. Οι υλιστές χρησιμοποίησαν τους νόμους της Φυσικής για να δείξουν, ή να προσπαθήσουν να δείξουν, ότι οι κινήσεις των ανθρώπινων σωμάτων προκαθορίζονται μηχανικά, και κατά συνέπεια ότι λέμε κι όποια θέση λάβουμε πίπτει εκτός οιαδήποτε σφαίρας Ελεύθερης Βούλησης. Αν τα πράγματα έχουν έτσι, ότι μένει για την ελεύθερη βούληση έχει μικρή αξία. Αν, όταν ένας άνθρωπος γράφει ένα ποίημα ή διαπράττει ένα φόνο, οι σωματικές κινήσεις που συμμετέχουν στις πράξεις του προκύπτουν μόνο από φυσικά αίτια, θα ήταν παράλογο να του ορθώνουμε ένα άγαλμα στη μία περίπτωση και να τον κρεμάμε στην άλλη. Μπορεί να υπάρχει σε μερικά μεταφυσικά συστήματα μια περιοχή καθαρής σκέψης στην οποία να είμαστε ελεύθεροι· αλλά, εφόσον αυτό μεταβιβάζεται επικοινωνιακά στους υπολοίπους δια μέσω σωματικών κινήσεων, η πραγματικότητα της ελευθερίας θα ήταν μία η οποία δεν θα ήταν ποτέ αντικείμενο της επικοινωνίας και που δεν θα είχε καμία κοινωνική σημασία».  [The attitude of the Christians on the subject of natural law has been curiously vacillating and uncertain. There was, on the one hand, the doctrine of free will, in which the great majority of Christians believed; and this doctrine required that the acts of human beings at least should not be subject to natural law. There was, on the other hand, especially in the eighteenth and nineteenth centuries, a belief in God as the Lawgiver and in natural law as one of the main evidences of the existence of a Creator. In recent times the objection to the reign of law in the interests of free will has begun to be felt more strongly than the belief in natural law as affording evidence for a Lawgiver. Materialists used the laws of physics to show, or attempt to show, that the movements of human bodies are mechanically determined, and that consequently everything that we say and every change of position that we effect fall outside the sphere of any possible free will. If this be so, whatever may be left for our unfettered volitions is of little value. If, when a man writes a poem or commits a murder, the bodily movements involved in his act result solely from physical causes, it would seem absurd to put up a statue to him in the one case and to hang him in the other. There might in certain metaphysical systems remain a region of pure thought in which the will would be free; but, since that can be communicated to others only by means of bodily movement, the realm of freedom would be one that could never be the subject of communication and could never have any social importance], The Doctrine of Free Will, Has Religion Made Useful Contributions to Civilization, Bertrand Russel.

4.The Greeks had the conception of natural law, and acquired the habit of expressing natural laws in mathematical terms. These ideas have provided the key to a very great deal of the understanding of the physical world that has been achieved in modern times, Ideas that have helped Mankind, Bertrand Russel

4α. Αέριες μάζες εκτοξεύονται από τον κινητήρα του αεροσκάφους προς τα πίσω ωθώντας το προς τα εμπρός.

4β. «Συμπεραίνω ότι, η επιστήμη δεν μπορεί να αποφασίσει για ερωτήματα αξιών, επειδή αυτά δεν αποφασίζονται διανοητικά, και βρίσκονται εκτός της πραγματικότητας της αλήθειας και του ψεύδους. Όποια γνώση γίνεται να επιτευχθεί, θα πρέπει να επιτευχθεί με επιστημονικές μεθόδους· κι ότι δεν μπορεί να ανακαλύψει η επιστήμη οι άνθρωποι δεν γίνεται να το γνωρίζουν». [I conclude that, while it is true that science cannot decide questions of values, that is because they cannot be intellectually decided at all, and lie outside the realm of truth and falsehood. Whatever knowledge is attainable, must be attained by scientific methods; and what science cannot discover, mankind cannot know.], Science and Ethics, Bertrand Russel

4β1. A strange mystery it is that Nature, omnipotent but blind, [...] has brought forth at last a child [...] with the capacity of judging all the works of his unthinking Mother, A free Man's Worship, Bertrand Russel

4β2. «In this was mind asserts its subtle mastery over the thoughtless forces of Nature», A free Man's Worship, Bertrand Russel.

4γ. «Κάτω από την επίδραση αυτής της αντίδρασης ενάντια στο Φυσικό Νόμο, μερικοί Χριστιανοί απολογητές εγκολπώθηκαν τις τελευταίες θεωρίες για το άτομο, που τείνουν να δείξουν ότι οι Φυσικοί Νόμοι εις τους οποίους μέχρι τώρα πιστεύαμε έχουν μια κατά προσέγγιση και μέση αλήθεια όταν αναφέρονται σε μεγάλους αριθμούς ατόμων, ενώ το κάθε ηλεκτρόνιο συμπεριφέρεται όπως θέλει. Η προσωπική μου πίστη είναι ότι βρισκόμαστε σε μια προσωρινή κατάσταση, κι ότι οι φυσικοί με τον καιρό θα ανακαλύψουν νόμους που κυβερνούν τα μικρο-φαινόμενα, αν και αυτοί οι νόμοι πιθανόν να διαφέρουν σημαντικά από αυτούς της παραδοσιακής φυσικής. [σσ. τα σώματα με μεγάλες μάζες ελέγχονται από βαρυτικές δυνάμεις, ενώ  τα ελάχιστα από ηλεκτρομαγνητικές]. Όπως και να έχει, αξίζει να σημειωθεί πως οι σημερινές θεωρίες για να μικρο-φαινόμενα δεν έχουν καμία σχέση με τίποτα που να έχει πρακτική αξία. Οι ορατές κινήσεις, και πράγματι όλες εκείνες οι κινήσεις που μπορούν να κάνουν τη διαφορά εις τον καθένα, συμπεριλαμβάνουν τόσο μεγάλους αριθμούς ατόμων που μπορούν άνετα να βρεθούν εις το στόχαστρο των παλαιών νόμων. Για να γράψουμε ένα ποίημα ή για να διαπράξουμε ένα φόνο (αναφερόμενος στη προηγούμενη σελίδα), είναι απαραίτητο να κινήσουμε μια υπολογίσιμη μάζα μελανιού ή μολυβιού [σσ. εννοεί βλήματος]. Τα ηλεκτρόνια που συνθέτουν το μελάνι μπορούν να χορεύουν ελεύθερα γύρω από τη μικρή τους αίθουσα χορού, αλλά η αίθουσα χορού σαν σύνολο κινείται σύμφωνα με τους παλαιούς νόμους της φυσικής, κι αυτό από μόνο του είναι ότι ενδιαφέρει τον ποιητή και τον εκδότη του». [Under the influence of this reaction against natural law, some Christian apologists have seized upon the latest doctrines of the atom, which tend to show that the physical laws in which we have hitherto believed have only an approximate and average truth as applied to large numbers of atoms, while the individual electron behaves pretty much as it likes. My own belief is that this is a temporary phase, and that the physicists will in time discover laws governing minute phenomena, although these laws may differ considerably from those of traditional physics. However that may be, it is worth while to observe that the modern doctrines as to minute phenomena have no bearing upon anything that is of practical importance. Visible motions, and indeed all motions that make any difference to anybody, involve such large numbers of atoms that they come well within the scope of the old laws. To write a poem or commit a murder (reverting to our previous illustration), it is necessary to move an appreciable mass of ink or lead. The electrons composing the ink may be dancing freely around their little ballroom, but the ballroom as a whole is moving according to the old laws of physics, and this alone is what concerns the poet and his publisher.], The Doctrine of Free Will, Has Religion Made Useful Contributions to Civilization, Bertrand Russel.

5. Βλ. Επιφανίου Κύπρου, Αγκυρωτός 52, PG 43,105D. Παράβαλλε Γρηγορίου Θεολόγου, Λόγος 29, Περί Υιού (θεολογικός τρίτος) 6, PG 36, 80C. Διδύμου του Τυφλού Περί Αγίας Τριάδος 1,9, PG 39, 281Β.

6. Επιφανίου Κύπρου, ό.π, PG 43,108ΑΒ. Γρηγορίου Θεολόγου, ό.π, PG 36, 80C-81A. Διδύμου του Τυφλού, ό.π, PG 39, 281BC. Βλ. και Κυρίλλου Αλεξανδρείας, Διάλογος περί Αγίας τε και Ομοουσίου Τριάδος 2, PG 75, 773D-776A.

7. Βλ. Μ. Αθανασίου, Κατά Αρειανών, PG 23, 453Β.

8. Ό.π.

9. Επιφανίου Κύπρου, όπ. παρ., PG 43,108ΑΒ

10. Ό,π, PG 39, 281 C-284A. Βλ. και Κυρίλλου Αλεξανδρείας, ό.π, PG 75, 780ΑΒ

11. Ο.π, PG 26, 453C-456A.

12. Βλ. Μ. Αθανασίου, ό.π, 63, PG 26, 456ΑΒ, Γρηγορίου Θεολόγου, ό.π, 7, PG 36, 81CD, Διδύμου του Τυφλού, ό.π, PG 39, 285Α. Βλ. και Κυρίλλου Αλεξανδρείας, ό.π, PG 75, 776BC.

13. Ό.π, PG 39, 285Β. Παράβαλλε και Γρηγορίου Νύσσης, Προς Ευνόμιον αντιρρητικός λόγος 8, PG 45, 776ΑΒ.

14. Περισσότερα βλ. http://oodegr.com/oode/theos/patir/elefth_patr1.htm

15. Σημειωτέον ότι, ο Μάξιμος ο Ομολογητής θέτει την έννοια της ελευθερίας ως μονόδρομο και όχι ως δύο δρόμους τους οποίους επιλέγουν οι άνθρωποι. Είναι ακριβώς η έννοια της ελευθερίας που επικρατεί στη θέωση. Εσχατολογικά κανείς δεν θα έχει τη δυνατότητα της επιλογής. Ακόμη και με το θάνατο κόβονται οι επιλογές -οὔκ ἐστι μετάνοια ἐν τῷ Ἄδει - αλλά με τη Δευτέρα παρουσία, όταν κανείς επιλέγει ελεύθερα να πει όχι να σκοτώσει κάποιον - κι έχει καταργηθεί ο θάνατος εν τω μεταξύ - τότε τι σημαίνει η ελευθερία του; Η ελευθερία του γίνεται μονόδρομος εσχατολογικά. Γίνεται το ναι. Κι’ αυτό είναι για τη θέωση χαρακτηριστικό. Το ναι είναι ο τρόπος υπάρξεως του Θεού, όπως λέγει ο ΙΙαύλος στη Β΄ προς Κορινθίους: «οὐκ ἐγένετο ἡμᾶς ὁ Χριστὸς ναὶ καὶ οὔ, ἀλλὰ ναὶ ἐν αὐτῷ γέγονε». Το ναι δεν είναι αναγκαιότητα και ανελευθερία.

16. Περισσότερα  βλ. http://www.oodegr.com/oode/dogmat1/2B1.htm

17. Σαφώς είναι γνωστές οι δυναμικές προσαρμοστικότητας των οργανισμών στις κλιματικές συνθήκες· δεν είναι κανείς τόσο τυφλός ώστε να μην το αντιλαμβάνεται αυτό. Εδώ όμως δεν καταπολεμείται αυτή η δυναμική τους αλλά η εξόφθαλμη εξόγκωση αυτής της δυναμικής από τους άθεους, εις την προσπάθειά τους να εξαλείψουν το σχεδιασμό του Κόσμου και την Πρόνοια του Θεού για τα πλάσματά Του, τους ανθρώπους.

17α. If the universe had a Creator, it is hardly reasonable to suppose that He was specially interested in our little corner. And, if He was not, His values must have been  different from ours, since in the immense majority of regions life is impossible, Is there a God?, Bertrand Russel

17β. At this period the biological advantage of his greater intelligence, which was cumulative because it could be handed on from generation to generation, had scarcely begun to outweigh the disadvantages of his long infancy, his lessened agility as compared with monkeys, and his lack of hirsute protection against cold. In those days, the number of men must certainly have been very small. The main use to which, throughout the ages, men have put their technical skill has been to increase the total population. I do not mean that this was the intention, but that it was, in fact, the effect, Ideas that have helped Mankind, Bertrand Russel

17γ. And science, while it diminishes our cosmic pretensions, enormously increases our terrestrial comfort, What Is the Soul?, Bertrand Russel

17.δ ...all language is vague, and that therefore my language is vague, Vagueness, Bertrand Russel

17ε.  Γέννεσις, Κεφ. Β΄ «2 καὶ συνετέλεσεν ὁ Θεὸς ἐν τῇ ἡμέρᾳ τῇ ἕκτῃ τὰ ἔργα αὐτοῦ, ἃ ἐποίησε, καὶ κατέπαυσε τῇ ἡμέρᾳ τῇ ἑβδόμῃ ἀπὸ πάντων τῶν ἔργων αὐτοῦ, ὧν ἐποίησε».

17στ. Γέννεσις, Κεφ. Α΄ «31 καὶ εἶδεν ὁ Θεὸς τὰ πάντα, ὅσα ἐποίησε, καὶ ἰδοὺ καλὰ λίαν. καὶ ἐγένετο ἑσπέρα καὶ ἐγένετο πρωΐ, ἡμέρα ἕκτη.»

18. Έξοδος κεφ. Κ΄ 1-18

        α. Ἐγὼ εἶμι Κύριος ὁ Θεός σου, οὐκ ἔσονται σοὶ θεοὶ ἕτεροι πλὴν ἑμοῦ.

        β. Οὐ ποιήσεις σεαυτῷ εἴδωλον, οὐδὲ παντὸς ὁμοίωμα, ὅσα ἐν τῷ οὐρανῷ  ἄνω καὶ ὅσα ἐν τῇ γῇ κάτω καὶ ὅσα ἐν τοῖς ὕδασιν ὑποκάτω τῆς γῆς.

        γ. Οὐ λήψει τὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου τοῦ Θεοῦ σου ἐπὶ ματαίῳ.

        δ. Ἓξ ἡμέρας ἔργα καὶ ποιήσεις πάντα τὰ ἔργα σου. Τῇ δὲ ἡμέρᾳ τῇ ἑβδόμῃ σάββατα Κυρίῳ τῷ Θεῷ σου.

        ε. Τίμα τὸν πατέρα σου καὶ τὴν μητέρα σου, ἵνα εὖ σοι γένηται καὶ ἵνα μακροχρόνιος γένῃ ἐπὶ τῆς γῆς.

        στ΄. Οὐ μοιχεύσεις.

        ζ΄. Οὐ κλέψεις.

        η΄. Οὐ φονεύσεις.

        θ΄. Οὐ ψευδομαρτυρήσεις κατὰ τοῦ πλησίον σου μαρτυρίαν ψευδῆ.

        ι΄ . Οὐκ ἐπιθυμήσεις πάντα ὅσα τῷ πλησίον σου ἐστι.»

19. Κατά Λουκάν, Κεφ. Ι΄ «27 ὁ δὲ ἀποκριθεὶς εἶπεν· Ἀγαπήσεις Κύριον τὸν Θεόν σου ἐξ ὅλης τῆς καρδίας σου καὶ ἐξ ὅλης τῆς ψυχῆς σου καὶ ἐξ ὅλης τῆς ἰσχύος σου καὶ ἐξ ὅλης τῆς διανοίας σου, καὶ τὸν πλησίον σου ὡς σεαυτόν·».

19α.Most people now join for economic reasons and because they don’ t expect to have to go to war where their life will be endangered, or worse. They don’ t know that soldiers die, or are crippled or sterilized by exposure to chemical weapons. They think bad things won’ t happen to them. They are gambling . . . when all they have seen of war is what is on television, Why do soldiers die for their country?, Why Do Soldiers Fight?, Bertrand Russel

19β. Passing from quantity to quality of population, we come to the question of eugenics. We may perhaps assume that, if people grow less superstitious, government will acquire the right to sterilize those who are not considered desirable as parents. This power will be used, at first, to diminish imbecility, a most desirable object, Icarus or the Future of Science, Bertrand Russel

19γ. We have to realize that the attitude of Rationalism, which I defined as that of not believing a proposition or causing others to believe it unless there is at least some reason for supposing it to be true, is by no means widespread. Take the matter of education, concerning which Professor Graham Wallas spoke. In most countries of the world a great many extremely dubious propositions are taught to the young with great emphasis, and the young grow up accepting those extremely dubious propositions. If by any chance you attempt, as my wife and I are attempting at this moment, to bring up a small number of young people free from superstition, you find yourself in a very difficult situation. You find, of course, that the public money which goes to education will not be given to any education that involves no element of superstition;, Why I am a Rationalist, Bertrand Russel

20. Κατά Ματθαίον, Κεφ. Ε΄ «38 Ἠκούσατε ὅτι ἐρρέθη, Ὀφθαλμὸν ἀντὶ ὀφθαλμοῦ καὶ ὀδόντα ἀντὶ ὀδόντος. 39 ἐγὼ δὲ λέγω ὑμῖν μὴ ἀντιστῆναι τῷ πονηρῷ· ἀλλ' ὅστις σε ῥαπίζει εἰς τὴν δεξιὰν σιαγόνα, στρέψον αὐτῷ καὶ τὴν ἄλλην·»

21. Κατά Λουκά, Κεφ. Κβ΄ «42 λέγων· Πάτερ, εἰ βούλει παρενεγκεῖν τοῦτο τὸ ποτήριον ἀπ' ἐμοῦ· πλὴν μὴ τὸ θέλημά μου, ἀλλὰ τὸ σὸν γινέσθω.», Κατά Ιωάννην, Κεφ. Ιη΄ «11 εἶπεν οὖν ὁ Ἰησοῦς τῷ Πέτρῳ· Βάλε τὴν μάχαιραν εἰς τὴν θήκην· τὸ ποτήριον ὃ δέδωκέ μοι ὁ πατὴρ, οὐ μὴ πίω αὐτό;».

22. Κατά Ματθαίον, Κεφ. Ιστ΄ «4 Τότε ὁ Ἰησοῦς εἶπεν τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ· Εἴ τις θέλει ὀπίσω μου ἐλθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτὸν καὶ ἀράτω τὸν σταυρὸν αὐτοῦ καὶ ἀκολουθείτω μοι.».

22α. Nature... has brought forth at last a child, subject still to her power, but gifted with sight, with knowledge of good and evil, Free Man's Will, Bertrand Russel

22β. Man, so the theologians assure us, is so splendid a Being that he may well be regarded as the culmination to which the long ages of nebula and slime were a prelude. I think the theologians must have been fortunate in their human contacts.They do not seem to me to have given due weight to Hitler or the Beast of Belsen. If Omnipotence, with all time at its disposal, thought it worth while to lead up to these men through the many millions of years of evolution, I can only say that the moral and aesthetic taste involved is peculiar, Is There a God?, Bertrand Russel

23. Κατά Ιωάννην, Κεφ. Η΄ «46 τίς ἐξ ὑμῶν ἐλέγχει με περὶ ἁμαρτίας;».

24. Κατά Ιωάννην, Κεφ. Ιδ΄«30 οὐκέτι πολλὰ λαλήσω μεθ' ὑμῶν· ἔρχεται γὰρ ὁ τοῦ κόσμου ἄρχων, καὶ ἐν ἐμοὶ οὐκ ἔχει οὐδέν·», Κεφ. Ιβ΄ «31 νῦν κρίσις ἐστὶ τοῦ κόσμου τούτου, νῦν ὁ ἄρχων τοῦ κόσμου τούτου ἐκβληθήσεται ἔξω·», Αποκάλυψης, Κεφ. Ιβ΄ «9 καὶ ἐβλήθη ὁ δράκων, ὁ ὄφις ὁ μέγας ὁ ἀρχαῖος, ὁ καλούμενος Διάβολος καὶ ὁ Σατανᾶς, ὁ πλανῶν τὴν οἰκουμένην ὅλην, ἐβλήθη εἰς τὴν γῆν, καὶ οἱ ἄγγελοι αὐτοῦ μετ' αὐτοῦ ἐβλήθησαν».

25. Κατά Ιωάννη, Κεφ. Α΄ «1 Ἐν ἀρχῇ ἦν ὁ Λόγος, καὶ ὁ Λόγος ἦν πρὸς τὸν Θεόν, καὶ Θεὸς ἦν ὁ Λόγος. 2 Οὗτος ἦν ἐν ἀρχῇ πρὸς τὸν Θεόν».

25α. Κατά Λουκά, Κεφ. Κγ΄ «39 Εἷς δὲ τῶν κρεμασθέντων κακούργων ἐβλασφήμει αὐτὸν λέγων· Εἰ σὺ εἶ ὁ Χριστός, σῶσον σεαυτὸν καὶ ἡμᾶς. 40 ἀποκριθεὶς δὲ ὁ ἕτερος ἐπετίμα αὐτῷ λέγων· Οὐδὲ φοβῇ σὺ τὸν Θεόν, ὅτι ἐν τῷ αὐτῷ κρίματι εἶ; 41 καὶ ἡμεῖς μὲν δικαίως· ἄξια γὰρ ὧν ἐπράξαμεν ἀπολαμβάνομεν· οὗτος δὲ οὐδὲν ἄτοπον ἔπραξε. 42 καὶ ἔλεγε τῷ Ἰησοῦ· Μνήσθητί μου, Κύριε, ὅταν ἔλθῃς ἐν τῇ βασιλείᾳ σου. 43 καὶ εἶπεν αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς· Ἀμήν λέγω σοι, σήμερον μετ' ἐμοῦ ἔσῃ ἐν τῷ παραδείσῳ».

26. Κατά Ιωάννη, Κεφ. Η΄ «46 τίς ἐξ ὑμῶν ἐλέγχει με περὶ ἁμαρτίας;».

27. Κατά Μάρκον, Κεφ. Β΄ «28 Καὶ προσελθὼν εἷς τῶν γραμματέων, ἀκούσας αὐτῶν συζητούντων, ἰδὼν ὅτι καλῶς αὐτοῖς ἀπεκρίθη, ἐπηρώτησεν αὐτόν· Ποία ἐστὶ πρώτη πάντων ἐντολὴ; 29 ὁ δὲ Ἰησοῦς ἀπεκρίθη αὐτῷ ὅτι Πρώτη πάντων ἐντολὴ· ἄκουε, Ἰσραήλ, Κύριος ὁ Θεὸς ἡμῶν Κύριος εἷς ἐστι· 30 καὶ ἀγαπήσεις Κύριον τὸν Θεόν σου ἐξ ὅλης τῆς καρδίας σου καὶ ἐξ ὅλης τῆς ψυχῆς σου καὶ ἐξ ὅλης τῆς διανοίας σου καὶ ἐξ ὅλης τῆς ἰσχύος σου. αὕτη πρώτη ἐντολὴ· 31 καὶ δευτέρα ὁμοία, αὕτη· ἀγαπήσεις τὸν πλησίον σου ὡς σεαυτόν. μείζων τούτων ἄλλη ἐντολὴ οὐκ ἔστι.»

28. Κατά Λουκά, Κεφ. Ι΄ «1 Μετὰ δὲ ταῦτα ἀνέδειξεν ὁ Κύριος καὶ ἑτέρους ἑβδομήκοντα, καὶ ἀπέστειλεν αὐτοὺς ἀνὰ δύο πρὸ προσώπου αὐτοῦ εἰς πᾶσαν πόλιν καὶ τόπον οὗ ἤμελλεν αὐτὸς ἔρχεσθαι. 2 ἔλεγεν οὖν πρὸς αὐτούς· Ὁ μὲν θερισμὸς πολύς, οἱ δὲ ἐργάται ὀλίγοι· δεήθητε οὖν τοῦ κυρίου τοῦ θερισμοῦ ὅπως ἐργάτας ἐκβάλῃ εἰς τὸν θερισμὸν αὐτοῦ. 3 ὑπάγετε· ἰδοὺ ἀποστέλλω ὑμᾶς ὡς ἄρνας ἐν μέσῳ λύκων. 4 μὴ βαστάζετε βαλάντιον, μὴ πήραν, μηδὲ ὑποδήματα, καὶ μηδένα κατὰ τὴν ὁδὸν ἀσπάσησθε. 5 εἰς ἣν δ' ἂν οἰκίαν εἰσέρχησθε, πρῶτον λέγετε· εἰρήνη τῷ οἴκῳ τούτῳ. 6 καὶ ἐὰν ᾖ ἐκεῖ υἱὸς εἰρήνης, ἐπαναπαύσεται ἐπ' αὐτὸν ἡ εἰρήνη ὑμῶν· εἰ δὲ μήγε, ἐφ' ὑμᾶς ἐπανακάμψει. 7 ἐν αὐτῇ δὲ τῇ οἰκίᾳ μένετε ἐσθίοντες καὶ πίνοντες τὰ παρ' αὐτῶν· ἄξιος γὰρ ὁ ἐργάτης τοῦ μισθοῦ αὐτοῦ ἐστι· μὴ μεταβαίνετε ἐξ οἰκίας εἰς οἰκίαν. 8 καὶ εἰς ἣν ἂν πόλιν εἰσέρχησθε καὶ δέχωνται ὑμᾶς, ἐσθίετε τὰ παρατιθέμενα ὑμῖν, 9 καὶ θεραπεύετε τοὺς ἐν αὐτῇ ἀσθενεῖς, καὶ λέγετε αὐτοῖς· ἤγγικεν ἐφ' ὑμᾶς ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ.10 εἰς ἣν δ' ἂν πόλιν εἰσέρχησθε καὶ μὴ δέχωνται ὑμᾶς, ἐξελθόντες εἰς τὰς πλατείας αὐτῆς εἴπατε· 11 καὶ τὸν κονιορτὸν τὸν κολληθέντα ἡμῖν ἀπὸ τῆς πόλεως ὑμῶν εἰς τοὺς πόδας ἡμῶν ἀπομασσόμεθα ὑμῖν· πλὴν τοῦτο γινώσκετε, ὅτι ἤγγικεν ἐφ' ὑμᾶς ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ. 12 λέγω δὲ ὑμῖν ὅτι Σοδόμοις ἐν τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ ἀνεκτότερον ἔσται ἢ τῇ πόλει ἐκείνῃ. 13 οὐαί σοι, Χοραζίν· οὐαί σοι, Βηθσαϊδά· ὅτι εἰ ἐν Τύρῳ καὶ Σιδῶνι ἐγένοντο αἱ δυνάμεις αἱ γενόμεναι ἐν ὑμῖν, πάλαι ἂν ἐν σάκκῳ καὶ σποδῷ καθήμενοι μετενόησαν. 14 πλὴν Τύρῳ καὶ Σιδῶνι ἀνεκτότερον ἔσται ἐν τῇ κρίσει ἢ ὑμῖν. 15 καὶ σύ, Καπερναούμ, ἡ ἕως τοῦ οὐρανοῦ ὑψωθεῖσα, ἕως ᾅδου καταβιβασθήσῃ. 16 Ὁ ἀκούων ὑμῶν ἐμοῦ ἀκούει, καὶ ὁ ἀθετῶν ὑμᾶς ἐμὲ ἀθετεῖ· ὁ δὲ ἐμὲ ἀθετῶν ἀθετεῖ τὸν ἀποστείλαντά με.»

29. Ματθαίος, Κεφ. Ι΄ «5 Τούτους τοὺς δώδεκα ἀπέστειλεν ὁ Ἰησοῦς παραγγείλας αὐτοῖς λέγων· Εἰς ὁδὸν ἐθνῶν μὴ ἀπέλθητε, καὶ εἰς πόλιν Σαμαριτῶν μὴ εἰσέλθητε· 6 πορεύεσθε δὲ μᾶλλον πρὸς τὰ πρόβατα τὰ ἀπολωλότα οἴκου Ἰσραήλ.».

29α. Κατά Ματθαίον, Κεφ. Κη΄ «19 πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τὰ ἔθνη, βαπτίζοντες αὐτοὺς εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ ἁγίου Πνεύματος».

30. Κατά Λουκά, Κεφ. Ι΄ «1... καὶ ἀπέστειλεν αὐτοὺς ἀνὰ δύο πρὸ προσώπου αὐτοῦ εἰς πᾶσαν πόλιν καὶ τόπον οὗ ἤμελλεν αὐτὸς ἔρχεσθαι».

31. Κατά Ματθαίον, Κεφ. Ι΄ «Καὶ ἐγένετο ὅτε ἐτέλεσεν ὁ Ἰησοῦς διατάσσων τοῖς δώδεκα μαθηταῖς αὐτοῦ, μετέβη ἐκεῖθεν τοῦ διδάσκειν καὶ κηρύσσειν ἐν ταῖς πόλεσιν αὐτῶν».

32. Κατά Ματθαίον, Κεφ. Ι΄ «17 προσέχετε δὲ ἀπὸ τῶν ἀνθρώπων· παραδώσουσι γὰρ ὑμᾶς εἰς συνέδρια, καὶ ἐν ταῖς συναγωγαῖς αὐτῶν μαστιγώσουσιν ὑμᾶς· 18 καὶ ἐπὶ ἡγεμόνας δὲ καὶ βασιλεῖς ἀχθήσεσθε ἕνεκεν ἐμοῦ εἰς μαρτύριον αὐτοῖς καὶ τοῖς ἔθνεσιν».

33. Κατά Ματθαίον, Κεφ. Κγ΄ «37 Ἱερουσαλὴμ Ἱερουσαλήμ, ἡ ἀποκτέννουσα τοὺς προφήτας καὶ λιθοβολοῦσα τοὺς ἀπεσταλμένους πρὸς αὐτήν! ποσάκις ἠθέλησα ἐπισυναγαγεῖν τὰ τέκνα σου ὃν τρόπον ὄρνις ἐπισυνάγει τὰ νοσσία ἑαυτῆς ὑπὸ τὰς πτέρυγας, καὶ οὐκ ἠθελήσατε. 38 ἰδοὺ ἀφίεται ὑμῖν ὁ οἶκος ὑμῶν ἔρημος. 39 λέγω γὰρ ὑμῖν, οὐ μή με ἴδητε ἀπ' ἄρτι ἕως ἂν εἴπητε, εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου.».

34. Κατά Ματθαίον, Κεφ. Κδ΄ «14 καὶ κηρυχθήσεται τοῦτο τὸ εὐαγγέλιον τῆς βασιλείας ἐν ὅλῃ τῇ οἰκουμένῃ εἰς μαρτύριον πᾶσιν τοῖς ἔθνεσι, καὶ τότε ἥξει τὸ τέλος».

35.

Κατά Μάρκον, Κεφ. Ιγ΄

        Καταστροφή ναού των Ιεροσολύμων:  «1 Καὶ ἐκπορευομένου αὐτοῦ ἐκ τοῦ ἱεροῦ λέγει αὐτῷ εἷς τῶν μαθητῶν αὐτοῦ· Διδάσκαλε, ἴδε ποταποὶ λίθοι καὶ ποταπαὶ οἰκοδομαί. 2 καὶ ὁ Ἰησοῦς ἀποκριθεὶς εἶπεν αὐτῷ· Βλέπεις ταύτας τὰς μεγάλας οἰκοδομάς; οὐ μὴ ἀφεθῇ ὧδε λίθος ἐπὶ λίθον ὃς οὐ μὴ καταλυθῇ.».

        Ψευδόχριστοι & Ψευδοπροφήτες: «5 ὁ δὲ Ἰησοῦς ἀποκριθεὶς ἤρξατο λέγειν αὐτοῖς· Βλέπετε μή τις ὑμᾶς πλανήσῃ. 6 πολλοὶ γὰρ ἐλεύσονται ἐπὶ τῷ ὀνόματί μου λέγοντες ὅτι ἐγώ εἰμι, καὶ πολλοὺς πλανήσουσιν.», «21 καὶ τότε ἐάν τις ὑμῖν εἴπῃ, ἰδοὺ ὧδε ὁ Χριστός, ἰδοὺ ἐκεῖ, μὴ πιστεύετε. 22 ἐγερθήσονται γὰρ ψευδόχριστοι καὶ ψευδοπροφῆται καὶ δώσουσι σημεῖα καὶ τέρατα πρὸς τὸ ἀποπλανᾶν, εἰ δυνατόν καὶ τοὺς ἐκλεκτούς.».

        Πόλεμοι, σεισμοί, λιμοί, ταραχές: «7 ὅταν δὲ ἀκούσητε πολέμους καὶ ἀκοὰς πολέμων, μὴ θροεῖσθε· δεῖ γὰρ γενέσθαι, ἀλλ' οὔπω τὸ τέλος. 8 ἐγερθήσεται γὰρ ἔθνος ἐπὶ ἔθνος καὶ βασιλεία ἐπὶ βασιλείαν, καὶ ἔσονται σεισμοὶ κατὰ τόπους, καὶ ἔσονται λιμοὶ καὶ ταραχαί.».

        Διωγμοί, διαμάχες εντός οικογενειών, μίσος κατά Χριστιανών: «ἀρχαὶ ὠδίνων ταῦτα. Βλέπετε δὲ ὑμεῖς ἑαυτούς. παραδώσουσι γὰρ ὑμᾶς εἰς συνέδρια καὶ ἐν ταῖς συναγωγαῖς αὐτῶν δαρήσεσθε, καὶ ἐπὶ ἡγεμόνων καὶ βασιλέων σταθήσεσθε ἕνεκεν ἐμοῦ εἰς μαρτύριον αὐτοῖς·», «12 παραδώσει δὲ ἀδελφὸς ἀδελφὸν εἰς θάνατον καὶ πατὴρ τέκνον, καὶ ἐπαναστήσονται τέκνα ἐπὶ γονεῖς καὶ θανατώσουσιν αὐτούς. 13 καὶ ἔσεσθε μισούμενοι ὑπὸ πάντων διὰ τὸ ὄνομά μου· ὁ δὲ ὑπομείνας εἰς τέλος, οὗτος σωθήσεται».

        Διάδοση Ευαγγελίου σε όλα τα έθνη: «10 καὶ εἰς πάντα τὰ ἔθνη δεῖ πρῶτον κηρυχθῆναι τὸ εὐαγγέλιον».

        Η ερήμωση Ιεροσολύμων (προφ. Δανιήλ): «14 Ὅταν δὲ ἴδητε τὸ βδέλυγμα τῆς ἐρημώσεως τὸ ρηθὲν ὑπὸ Δανιὴλ τοῦ προφήτου».

        Η μεγαλύτερη θλίψη από την αρχή της δημιουργίας: «19 ἔσονται γὰρ αἱ ἡμέραι ἐκεῖναι θλῖψις, οἵα οὐ γέγονε τοιαύτη ἀπ' ἀρχῆς κτίσεως ἧς ἔκτισεν ὁ Θεὸς ἕως τοῦ νῦν καὶ οὐ μὴ γένηται».

        Συσκότιση ηλίου, σελήνης, σάλευση αστέρων, διατάραξη σύμπαντος: «24 Ἀλλ' ἐν ἐκείναις ταῖς ἡμέραις, μετὰ τὴν θλῖψιν ἐκείνην ὁ ἥλιος σκοτισθήσεται, καὶ ἡ σελήνη οὐ δώσει τὸ φέγγος αὐτῆς, 25 καὶ οἱ ἀστέρες ἔσονται ἐκ τοῦ οὐρανοῦ πίπτοντες, καὶ αἱ δυνάμεις αἱ ἐν τοῖς οὐρανοῖς σαλευθήσονται.».

        2α Παρουσία::  «26 καὶ τότε ὄψονται τὸν υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου ἐρχόμενον ἐν νεφέλαις μετὰ δυνάμεως πολλῆς καὶ δόξης.».

Κατά Λουκά Κα΄, «συμπληρώσεις» του Κατά Μάρκον

        Για την ερήμωση των Ιεροσολύμων : «20 ὅταν δὲ ἴδητε κυκλουμένην ὑπὸ στρατοπέδων τὴν Ἱερουσαλήμ, τότε γνῶτε ὅτι ἤγγικεν ἡ ἐρήμωσις αὐτῆς.».

        Αιχμαλωσία Ιουδαίων στα έθνη: «24 καὶ πεσοῦνται στόματι μαχαίρας, καὶ αἰχμαλωτισθήσονται εἰς πάντα τὰ ἔθνη, καὶ Ἱερουσαλὴμ ἔσται πατουμένη ὑπὸ ἐθνῶν ἄχρι οὗ πληρωθῶσι καιροὶ ἐθνῶν.».

Κατά Ματθαίον, Κεφ. Κγ΄

        Αποχώρηση Θεού από λαού Ιουδαίων, επιστροφή Του μόνο μετά από παράκλησή/μεταμέλειά τους: «38 ἰδοὺ ἀφίεται ὑμῖν ὁ οἶκος ὑμῶν ἔρημος. 39 λέγω γὰρ ὑμῖν, οὐ μή με ἴδητε ἀπ' ἄρτι ἕως ἂν εἴπητε, εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου».

36. Αριθμοί, Κεφ. Ι΄ «30 καὶ εἶπε πρὸς αὐτόν· οὐ πορεύσομαι, ἀλλὰ εἰς τὴν γῆν μου καὶ εἰς τὴν γενεάν μου.».

37. Γένεσις, Κεφ. Λα΄ «3 εἶπε δὲ Κύριος πρὸς Ἰακώβ· ἀποστρέφου εἰς τὴν γῆν τοῦ πατρός σου καὶ εἰς τὴν γενεάν σου, καὶ ἔσομαι μετὰ σοῦ.».

38. Ψαλμοί, Κεφ. Κγ΄ «6 αὕτη ἡ γενεὰ ζητούντων τὸν Κύριον, ζητούντων τὸ πρόσωπον τοῦ Θεοῦ Ἰακώβ.»

39. Ψαλμοί, Κεφ. Ρια΄ «Ἀλληλούια. ΜΑΚΑΡΙΟΣ ἀνὴρ ὁ φοβούμενος τὸν Κύριον, ἐν ταῖς ἐντολαῖς αὐτοῦ θελήσει σφόδρα· 2 δυνατὸν ἐν τῇ γῇ ἔσται τὸ σπέρμα αὐτοῦ, γενεὰ εὐθέων εὐλογηθήσεται.»

40. Αριθμοί, Κεφ. Λβ΄ «13 καὶ ὠργίσθη θυμῷ Κύριος ἐπὶ τὸν Ἰσραὴλ καὶ κατερρόμβευσεν αὐτοὺς ἐν τῇ ἐρήμῳ τεσσαράκοντα ἔτη, ἕως ἐξανηλώθη πᾶσα ἡ γενεὰ οἱ ποιοῦντες τὰ πονηρὰ ἔναντι Κυρίου.».

41. Δευτερονόμιον, Κεφ. Β΄ «14 καὶ αἱ ἡμέραι, ἃς παρεπορεύθημεν ἀπὸ Κάδης Βαρνὴ ἕως οὗ παρήλθομεν τὴν φάραγγα Ζαρέτ, τριάκοντα καὶ ὀκτὼ ἔτη, ἕως οὗ διέπεσε πᾶσα γενεὰ ἀνδρῶν πολεμιστῶν ἀποθνήσκοντες ἐκ τῆς παρεμβολῆς, καθότι ὤμοσε Κύριος ὁ Θεὸς αὐτοῖς·».

42. Δευτερονόμιον, Κεφ. Κθ΄«21 καὶ ἐροῦσιν ἡ γενεὰ ἡ ἑτέρα, οἱ υἱοὶ ὑμῶν, οἳ ἀναστήσονται μεθ’ ὑμᾶς, καὶ ὁ ἀλλότριος, ὃς ἂν ἔλθῃ ἐκ γῆς μακρόθεν, καὶ ὄψονται τὰς πληγὰς τῆς γῆς ἐκείνης καὶ τὰς νόσους αὐτῆς, ἃς ἀπέστειλε Κύριος ἐπ΄ αὐτήν»

43. Κατά Λουκάν, Κεφ. Ια΄ «50 ἵνα ἐκζητηθῇ τὸ αἷμα πάντων τῶν προφητῶν τὸ ἐκκεχυνόμενον ἀπὸ καταβολῆς κόσμου ἀπὸ τῆς γενεᾶς ταύτης, 51 ἀπὸ τοῦ αἵματος Ἅβελ ἕως τοῦ αἵματος Ζαχαρίου τοῦ ἀπολομένου μεταξὺ τοῦ θυσιαστηρίου καὶ τοῦ οἴκου· ναί, λέγω ὑμῖν, ἐκζητηθήσεται ἀπὸ τῆς γενεᾶς ταύτης. 52 οὐαὶ ὑμῖν τοῖς νομικοῖς ὅτι ἤρατε τὴν κλεῖδα τῆς γνώσεως· αὐτοὶ οὐκ εἰσήλθετε, καὶ τοὺς εἰσερχομένους ἐκωλύσατε.».

43α. Θεοφύλακτος, «ή διαφορετικά "Αυτό το γένος δε θα χαθεί", που σημαίνει, το γένος των Χριστιανών, "μέχρι όλα να πληρωθούν", που λέγονταν για την Ιερουσαλήμ και τον ερχομό του Αντίχριστου· γιατί δεν μιλούσε Αυτός για τη γενιά των Αποστόλων, γιατί οι περισσότεροι Απόστολοι δεν έζησαν μέχρι την καταστροφή των Ιεροσολύμων. Το λέγει αυτό για το γένος των Χριστιανών, επιθυμώντας να παρηγορήσει τους μαθητές Τουαπό φόβο μην πιστέψουν πως η πίστη τους θα χαθεί στην εποχή τους· διότι πρώτα τα σταθερά στοιχεία θα χαθούν πρώτα, παρά τα λόγια του Χριστού· γι’ αυτό προστίθεται, "Ουρανός και γη θα χαθούν αλλά τα λόγια μου όχι"».

44. Κατά Ματθαίον, Κεφ. Ιστ΄ «18 κἀγὼ δέ σοι λέγω ὅτι σὺ εἶ Πέτρος, καὶ ἐπὶ ταύτῃ τῇ πέτρᾳ οἰκοδομήσω μου τὴν ἐκκλησίαν, καὶ πύλαι ᾅδου οὐ κατισχύσουσιν αὐτῆς

45. H.G. Liddell and R. Scott, A Greek-English Lexicon, 9th ed., [Oxford: Clarendon, 1940], p.342, Encyclopedia of Bible Difficulties, Gleason L. Archer, Zondervan, 1982, pp.338-339.

46. http://el.wikipedia.org/wiki/Πεσίτα

47. H.G. Liddell and R. Scott, Bertrand Russel

48. Βλ. σημείωση 35

49. πρβλ. Δογματική π. Ρωμανίδη: «Οὕτως, ἡ ὁμόφωνος ἑρμηνεία τῶν Πατέρων τῆς ἀρχαίας περιόδου καὶ ὁλοκλήρου της ἑλληνόφωνης ρωμαϊκῆς πατερικῆς παραδόσεως ταυτίζει τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ μὲ τὴν ἄκτιστον δόξαν καὶ χάριν Αὐτοῦ. Οὕτως ἡ προφητεία τοῦ Χριστοῦ "ἀμὴν λέγω ὑμίν, ὅτι εἰσὶν τινὲς τῶν ὧδε ἐστηκότων οἵτινες οὐ μὴ γεύσωνται θανάτου ἕως ἂν ἴδωσιν τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ ἐληλυθείαν ἐν δυνάμει" καθ’ ὅλους τους Πατέρας τῆς Ἐκκλησίας ἐξεπληρώθη εἰς τὴν ἀμέσως καὶ εἰς τοὺς τρεῖς σήμερον συνοπτικοὺς λεγομένους Εὐαγγελιστᾶς ἐπακολουθήσασαν Μεταμόρφωσιν τοῦ Χριστοῦ, ὄτε οἱ τρεῖς πρόκριτοι τῶν ἀποστόλων, ὁ Πέτρος ὁ Κηφᾶς καὶ οἱ υἱοὶ βροντῆς Ἰωάννης καὶ Ἰάκωβος μετὰ Μωϋσέως καὶ Ἠλία εἶδον τὴν φυσικὴν δόξαν καὶ θεότητα τοῦ Χριστοῦ.

Συνοψίζων τὴν ἐν προκειμένῳ διδασκαλίαν τῆς Ἱερᾶς Παραδόσεως ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς γράφει, "εἰσὶ τινὲς τῶν ὧδε ἐστηκότων, οἵτινες οὐ μὴ γεύσονται θανάτου, ἕως ἂν ἴδωσιν τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ ἐληλυθυίαν ἐν δυνάμει. Πανταχοῦ ἐστιν ὁ τοῦ παντὸς βασιλεύς, καὶ πανταχοῦ ἐστιν ἡ βασιλεία αὐτοῦ, ὥστε τὸ ἔρχεσθαι τὴν αὐτοῦ βασιλείαν, οὐ τὸ ἄλλοθεν ἀλλαχόσε παραγίνεσθαι δηλοί, ἀλλὰ τὸ φανεροῦσθαι ταύτην τὴ δυνάμει τοῦ θείου Πνεύματος, διὰ τοῦτο ἔλεγεν ἐληλυθυίαν ἐν δυνάμει, ἤτις δύναμις οὒχ ἁπλῶς τοὶς τυχούσιν ἐγγίνεται, ἀλλὰ τοὶς ἐστηκόσι μετὰ τοῦ Κυρίου, τουτέστι τοὶς ἐστηριγμένοις ἐν τῇ πίστει αὐτοῦ καὶ τοὶς κατὰ Πέτρον καὶ Ἰάκωβον καὶ Ἰωάννην, καὶ τούτοις ἀναφερομένοις ὑπὸ τοῦ λόγου πρότερον εἰς τὸ ὅρος ὑψηλόν, δηλονότι τῆς φυσικῆς ἠμῶν ταπεινότητος ὑπεραναβιβαζομένοις, ἐπεῖ καὶ διὰ τοῦτο Θεὸς ἐν ὄρει, κατὰ τὸν εἰπόντα φαντάζεται, τὸ μὲν τοὶ καταβαίνων αὐτὸς τῆς οἰκείας περιωπῆς, τὸ δὲ ἠμᾶς ἀνάγων ἐκ τῆς κάτωθεν ταπεινώσεως, ἴνα χωρηθῆ μετρίως γοῦν γεννητὴ φύσει, καὶ ὅσον ἀσφαλὲς ὁ ἀχώρητος".

Ἐν συνεχείᾳ ὁ Παλαμᾶς ἐπιτίθεται κατὰ τῆς δυτικῆς προελεύσεως ἐπὶ τοῦ θέματος αἱρέσεως τοῦ Βαρλαὰμ οὕτως, "ἡ δὲ τοιαύτη φαντασία, οὐ τοῦ νοῦ χείρων, ἀλλὰ πολλῶ κρείττων καὶ ὑψηλοτέρα, ὡς ἐγγινομένη τὴ δυνάμει τοῦ θείου Πνεύματος. Οὐ γίνεται τοιγαροῦν καὶ ἀπογίνεται, οὐδὲ περιγράφεται, οὐδ' αἰσθητικὴ δυνάμει ὑποπίπτει τὸ φῶς τῆς τοῦ Κυρίου Μεταμορφώσεως, εἰ καὶ δι' ὀφθαλμῶν σωματικῶν ἐώρατε, καὶ πρὸς ὀλίγον χρόνον, καὶ ἐν βραχείᾳ τοῦ ὄρους κορυφή, ἀλλ' ἀπὸ τῆς σαρκὸς ἐπὶ τὸ Πνεῦμα τηνικαύτα, κατὰ τὸν εἰπόντα, μετέβησαν οἱ τοῦ Κυρίου μύσται τὴ ἐναλλαγὴ τῶν αἰσθήσεων, ἢν αὐτοὶς τὸ Πνεῦμα ἐνήργησε, καὶ οὕτως εἶδον, οὐ τὲ καὶ ἐφ' ὅσον ἐχαρίσατο τούτοις ἡ τοῦ θείου Πνεύματος δύναμις, τὸ ἀπόρρητον ἐκεῖνο φῶς, ὃ μὴ συνιδόντες οἱ νῦν εἰς τοῦτο βλασφημοῦντες, αἰσθητικὴ τὲ καὶ κτιστὴ δυνάμει τοὺς ἐκκρίτους τῶν Ἀποστόλων ἰδεὶν ὠήθησαν τὸ φῶς τῆς τοῦ Κυρίου Μεταμορφώσεως, καὶ διὰ τοῦτο κατασπᾶν, ἐπιχειρούσιν εἰς κτίσμα μὴ μόνον τὸ φῶς ἐκεῖνο, τὴν τοῦ Θεοῦ δόξαν καὶ Βασιλείαν, ἀλλὰ καὶ τὴν δύναμιν τοῦ θείου Πνεύματος, δι' ἢς τὰ θεία τοὶς ἀξίοις ἀποκαλύπτεται, οὐ γὰρ ἤκουσαν, ἢ οὐκ ἐπίστευσαν Παύλω λέγοντι, "ἃ ὀφθαλμὸς οὐκ εἶδε, καὶ οὓς οὐκ ἤκουσε, καὶ ἐπὶ καρδίαν ἀνθρώπου οὐκ ἀνέβη, ἃ ἠτοίμασεν ὁ Θεὸς τοὶς ἀγαπώσιν αὐτόν, ἠμὶν δὲ ἀπεκάλυψεν ὁ Θεὸς διὰ τοῦ Πνεύματος αὐτοῦ, τὸ γὰρ Πνεῦμα ἐρευνᾶ καὶ τὰ βάθη τοῦ Θεοῦ" ... καὶ μετεμορφώθη ἔμπροσθεν αὐτῶν, τουτέστιν αὐτῶν ὀρώντων. Τί ἐστι μετεμορφώθη; Φησὶν ὁ Χρυσόστομος Θεολόγος, "παρήνοιξεν, ὡς εὐδόκησεν, ὀλίγον τῆς Θεότητος, καὶ τοὶς μύσταις ἔδειξε τὸν ἐνοικούντα Θεόν." ... Ὁρᾶτε ὅτι καὶ Μωϋσῆς μετεμορφώθη ἀναβᾶς εἰς τὸ ὄρος, καὶ οὕτως εἶδε τὴν δόξαν Κυρίου. Ἀλλ' ἔπαθε τὴν Μεταμόρφωσιν, οὐκ ἐνήργησε, κατὰ τὸν λέγοντα, εἰς τοῦτο μὲ φέρει τὸ μέτριον ἐνταύθα φέγγος τῆς ἀληθείας, λαμπρότητα Θεοῦ καὶ ἰδεὶν καὶ παθείν. Ὁ δὲ Κύριος ἠμῶν Ἰησοῦς Χριστός, οἴκοθεν εἶχε τὴν λαμπρότητα ἐκείνην, διὸ οὐδὲ προσευχῆς αὐτὸς ἐδεῖτο, θείω φωτὶ λαμπρυνούσης τὸ σῶμα, ἀλλ' ὅθεν τοὶς ἁγίοις ἡ λαμπρότης τοῦ Θεοῦ προσγενήσεται, καὶ ὅπως αὐτοὶς ὀφθήσεται ὑπεδείκνυ, λάμψουσι γὰρ καὶ οἱ δίκαιοι ὡς ἥλιος ἐν τῇ Βασιλείᾳ τοῦ Πατρὸς αὐτῶν, καὶ οὕτω φῶς ὅλοι γεγενότες θεῖον, ὡς θείου φωτὸς γεννήματα, τὸν θείως ἀπορρήτως ὑπερλάμποντα ὄψονται Χριστόν, οὐ ἐκ τῆς θεότητος ἡ δόξα φυσικῶς προϊούσα, κοινὴ καὶ τοῦ σώματος ἐν Θαβὼρ ἐνδείκνυτο, διὰ τὸ ἑνιαῖον της ὑποστάσεως. Οὕτω καὶ διὰ τοιούτου φωτός, τὸ πρόσωπον αὐτοῦ ὡς ὁ ἥλιος ἔλαμψεν. Οἱ δὲ τὸν Ἕλληνα λόγον καὶ τὴν τοῦ κόσμου τούτου σοφίαν ἐφ' ἠμῶν αὐχοῦντες, καὶ τοὶς πνευματικοὶς ἀνδράσι ἐπὶ τῶν τοῦ Πνεύματος λόγων μὴ πειθαρχεὶν ὅλως, ἀλλὰ καὶ ἀνταίρειν προηρημένοι, φῶς ἀκούοντες τῆς ἐπ' ὄρους τοῦ Κυρίου Μεταμορφώσεως, τὸ τοὶς ἀποστολικοὶς ὀφθαλμοὶς ἐωραμένον, εἰς τὸ αἰσθητὸν εὐθὺς καὶ κτιστὸν κατάγονται φῶς, καὶ κατασπώσιν εἰς τοῦτο τὸ ἄϋλον καὶ ἀνέσπερον καὶ ἀΐδιον καὶ μὴ μόνον ὑπὲρ αἴσθησιν, ἀλλὰ καὶ ὑπὲρ νοῦν ἐκεῖνο φῶς, αὐτοὶ κάτω κείμενοι, καὶ μηδὲν ὑπὲρ τὰ πρόσγεια νοεὶν δυνάμενοι, καὶ τοὶ αὐτὸς ὁ κατὰ τοῦτο λάμψας, ἄκτιστον ὂν προαπέδειξαν αὐτό, βασιλείαν τοῦτο καλέσας τοῦ Θεοῦ, οὐ γὰρ ἐστὶν ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ δούλη καὶ κτιστή, μόνη γὰρ πάντων ἀβασίλευτος καὶ ἀήττητος, καὶ χρόνου παντὸς καὶ αἰῶνος ἐπέκεινα, καὶ οὐ θέμις φησὶν ἦρχθαι ἢ φθάνεσθαι ὑπὸ αἰώνων ἢ χρόνων τὴν τοῦ Θεοῦ βασιλείαν, ταύτην δὲ πιστεύομεν εἶναι τὴν τῶν σωζομένων κληρονομίαν. Ἐπεῖ δὲ καὶ μεταμορφωθεῖς ὁ Κύριος ἔλαμψε, καὶ τὴν δόξαν καὶ τὴν λαμπρότητα καὶ τὸ φῶς ἔδειξεν ἐκεῖνο, καὶ ἤξει πάλιν οἶος ὤφθη τοὶς μαθηταὶς ἐν τῷ ὄρει, ἄρα προσελάβετο τί φῶς, καὶ εἰς τοὺς αἰώνας ἔξει, ὃ πρότερον οὐκ εἶχεν; Ἄπαγε τῆς βλασφημίας, ὁ γὰρ τοῦτο λέγων, τρεῖς φύσεις ἐπὶ τοῦ Χριστοῦ δοξάσει, τὴν τὲ θείαν καὶ τὴν ἀνθρωπίνην, καὶ τὴν τοῦ φωτὸς ἐκείνου, τοιγαροῦν οὒχ ἑτέραν, ἀλλ' ἢν εἶχεν ἀφανῶς λαμπρότητα ταύτην ἐφανέρωσεν. Εἶχε δὲ ὑπὸ τὴν σάρκα κεκρυμμένην τὴν λαμπρότητα τῆς φύσεως τῆς θείας, οὐκοῦν τῆς Θεότητός ἐστι τὸ φῶς ἐκεῖνο καὶ ἄκτιστόν ἐστι, ἐπεῖ καὶ μετεμορφώθη Χριστὸς κατὰ τοὺς θεολόγους, οὐ ὃ οὐκ ἢν προσλαβόμενος, οὐδὲ εἰς ὅπερ οὐκ ἢν μεταβαλλόμενος, ἀλλ' ὅπερ ἢν τοὶς οἰκείοις μαθηταὶς ἐκφαινόμενος, διανοίγων τούτων τὰ ὄμματα, καὶ ἐκ τυφλῶν ἐργαζόμενος βλέποντας. ... Τὶς δὲ αὐτοὶς χρεία καὶ Πνεύματος δυνάμεως, καὶ τῆς δι' αὐτῆς προσθήκης ἢ ἐναλλαγῆς ὀμμάτων πρὸ τὴν τοῦ φωτὸς ἐκείνου θέαν, εἶπερ αἰσθητὸν τὲ καὶ κτιστόν; Πῶς δ' ἐν τῇ τοιαύτῃ δόξη καὶ βασιλεία κατὰ τὸν μέλλοντα αἰώνα ἤξει ὁ Χριστός, ὄτε οὐκ ἀέρος, οὐ φωτός, οὐ τόπου χρεία καὶ τῶν τοιούτων, ἀλλ' ἀντὶ πάντων κατὰ τὸν ἀπόστολον ἠμὶν ἔσται ὁ Θεός; Εἰ δὲ ἀντὶ πάντων, καὶ ἀντὶ φωτὸς πάντως, ὅθεν δείκνυται πάλιν καὶ τὸ φῶς ἐκεῖνο τῆς θεότητος ὂν ἐπεῖ καὶ ὁ θεολογικώτατος τῶν Εὐαγγελιστῶν Ἰωάννης διὰ τῆς Ἀποκαλύψεως ἐκφαίνει, ὡς μέλλουσα καὶ μένουσα ἐκείνη πόλις, "οὐ χρείαν ἔχει τοῦ ἡλίου οὐδέ της σελήνης, ἴνα φαίνωσιν ἐν αὐτῇ, ἡ γὰρ δόξα τοῦ Θεοῦ ἐφώτισεν αὐτήν, καὶ ὁ λύχνος αὐτῆς τὸ ἀρνίον". Ἂρ' οὐ φανερῶς ὑπέδειξεν ἠμὶν κακεῖ τὸν ἐν Θαβωρίῳ νῦν μεταμορφωθέντα θείως Ἰησοῦν, ὃς ἔχει μὲν λύχνον τὸ σῶμα, ἀντὶ δὲ φωτὸς τὴν ἐκφανείσαν ἐπ' ὄρους τοὶς συναναβάσι δόξαν τῆς θεότητος; Ἀλλὰ καὶ περὶ τῶν ἐνοικούντων τὴ πόλει ἐκείνη ὁ αὐτὸς φησιν ὡς, "οὒχ ἔξουσι χρείαν φωτὸς λύχνου, καὶ φωτὸς ἡλίου, ὅτι Κύριος ὁ Θεὸς φωτίσει ἐπ' αὐτούς, καὶ νὺξ οὐκ ἔσται ἔτι". Τί οὒν τὸ φῶς τοῦτο, παρ' ὦ οὐκ ἔστι παραλλαγή, ἢ τροπῆς ἀποσκίασμα; Τί τὸ ἄτρεπτον καὶ ἀνέσπερον τοῦτο φῶς; ἂρ' οὐ τῆς θεότητος;"

Παραθέσαμεν διὰ μακρῶν τὴν ἐν προκειμένῳ ἑρμηνείαν τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, διότι συνοψίζει τὴν περὶ τῶν διαλαμβανομένων διδασκαλίαν τῶν Πατέρων ἐντὸς μάλιστα τῶν προϋποθέσεων τῆς θεολογικῆς αὐτῶν μεθόδου ὡς ἐκτίθεται ἐν περιλήψει ἐν τῷ δοκιμίῳ τούτω. Τὰ ἀναφερθέντα εὑρίσκονται κατεσπαρμένα εἰς τοὺς Πατέρας τῆς Ἐκκλησίας. Παραπέμπομεν εἰς τὴν ἐπισήμως διατυπωθεῖσαν ἐν Συνόδοις διδασκαλίαν τῆς Ἐκκλησίας καὶ εἰς τὰ σχετικὰ περὶ αὐτῆς Συμβολικὰ κείμενα τὰ δημοσιευθέντα ἐν τῷ δευτέρῳ τόμω τοῦ δοκιμίου τούτου ἐν σέλ. 226-342.

Ἀλλά, ἴνα μὴ νομισθῆ ὅτι ἐπικαλούμεθα τὴν αὐθεντίαν τῶν Πατέρων καὶ τῶν Συνόδων ἐπὶ τῷ σκοπῷ νὰ ἀνακόψωμεν τὴν κατὰ κοσμικὴν φαντασίαν καὶ μέθοδον πολυσπούδαστον περὶ τῶν ἐν προκειμένῳ ἔρευναν τῶν ὀρθοδόξων πνευματικῶν τέκνων τῶν ἑτεροδόξων καὶ οὕτως ἐπεμβαίνομεν εἰς τὴν σπουδαίαν ἀντικειμενικὴν δῆθεν αὐτῶν ἐργασίαν, σημειώνωμεν τὸ γεγονὸς ὅτι οὐδεὶς ἐκ τῶν ἀρχαίων θεολόγων καὶ συγγραφέων ἐταύτισε ποτὲ τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ μὲ κτίσμα ἢ μὲ αὐτὴν ταύτην τὴν ἀποκατάστασιν τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ ὑπὸ οἱανδήποτε μορφήν. Ἀντιθέτως ἡ ἐναλλαγὴ τῶν ὄρων βασιλεία καὶ δόξα φαίνεται σαφῶς, τόσον μάλιστα, ὥστε ἀπὸ μόνης της ἐπιστημονικῆς, ἱστορικῆς καὶ φιλολογικῆς ἐπόξεως ἐπιβάλλεται εἰς τοὺς διαφωνοῦντας νὰ ἀποδείξουν αὐτοὶ τὸ ἀντίθετον. Ἀρκετὰ ἔχουν κουράσει τοὺς μαθητᾶς τοῦ Χριστοῦ, τῶν προφητῶν, ἀποστόλων καὶ ἁγίων Πατέρων μὲ τᾶς ἀνιστορήτους περὶ δῆθεν βιβλικῆς ἐσχατολογίας θεωρίας τῶν ἑτεροδόξων.

Ὡς φαίνεται σαφῶς ἀπὸ τὰ ἀνωτέρω λεχθέντα τοῦ Παλαμᾶ, δὲν εἶχεν ἀκούσει ποτὲ περὶ κτιστῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ καὶ ὡς ἐκ τούτου ἐνόμιζεν ὅτι ἤρκει νὰ ἀποδείξη τὴν ταυτότητα τοῦ φωτὸς τῆς Μεταμορφώσεως μὲ τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ, ἴνα φανῆ τὸ ἄκτιστον τοῦ φωτὸς τούτου.

Ὁ ἅγιος Θεόφιλος Ἀντιοχείας γράφει σαφῶς περὶ τοῦ Κυρίου ὅτι "βασιλείαν ἐὰν εἴπω, δόξαν αὐτοῦ λέγω". Ὁ ἅγιος Ἰππόλυτος Ρώμης παραθέτει τὸ χωρίον Ἰωάννου 2,11 ἀντικαθιστῶν ἐκ παραδρομῆς τὸν ὄρον "δόξαν Αὐτοῦ" μὲ τὸν ὄρον "βασιλείαν τῶν Οὐρανῶν" οὕτως, "ἀρχὴ τῶν σημείων ἢν ἐποίησεν ὁ Ἰησοῦς ἐν Κανᾷ τῆς Γαλιλαίας καὶ ἐφανέρωσε τὴν βασιλείαν τῶν Οὐρανῶν". Ὁ Κλήμης ὁ Ἀλεξανδρεὺς παραθέτει τὸ χωρίον Μάρκου 9,1 ἀντικαθιστῶν τὸ "τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ ἐληλυθυίαν ἐν δυνάμει" μὲ "τὸν Υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου ἐν δόξῃ" οὕτως, "εἰσὶ τινὲς τῶν ὧδε ἐστηκότων, οἱ οὐ μὴ γεύσωνται θανάτου ἕως ἂν ἴδωσι τὸν Υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου ἐν δόξῃ". Τοῦτο διότι εἶδον ἀπόστολοι τινὲς τὸν Χριστὸν ἐν τῇ βασιλείᾳ Αὐτοῦ εἰς τὴν Μεταμόρφωσιν. Ὁ Λουκᾶς παραλείπει τὸ "ἐληλυθυίαν ἐν δυνάμει" τοῦ Μάρκου ὡς κάμει καὶ ὁ Ματθαῖος, ὅστις παραθέτει "ἕως ἂν ἴδωσιν τὸν Υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου ἐρχόμενον ἐν τῇ βασιλείᾳ αὐτοῦ". Ὁ Ὠριγένης ἐπίσης βλέπει τὸ Μάτθ. 16,28, Μάρκ. 9,1, Λούκ. 9,27 ἐκπληρωθὲν ἐν τῇ Μεταμορφώσει τοῦ Κυρίου. Τὸ ἴδιον ὁ ἅγιος Ἰλάριος Πηκτάβων καὶ ὁ ἅγιος Ἀμβρόσιος, ὅστις γράφει, "οἱ ἀπόστολοι ἀληθῶς εἶδον τὴν δόξαν αὐτήν, ὄτε ὁ Κύριος Ἰησοῦς ἐπὶ τοῦ ὄρους ἕλλαμψε μὲ τὸ φῶς τῆς θεότητος Αὐτοῦ". Ταῦτα ὑπενθυμίζουν τὰ ὑπὸ τοῦ Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου λεχθέντα, "φῶς ἡ παραδεχθεῖσα θεότης ἐπὶ τοῦ ὄρους τοὶς μαθηταίς" ὡς καὶ τοῦ Χρυσοστόμου, "λαμπρότερος ἑαυτοῦ ἐφαίνετο ὁ Κύριος, τῆς θεότητος παραδειξάσης τᾶς ἀκτίνας αὐτῆς".

Πάντως ἡ ἀνωτέρω ταύτισις καὶ ἐναλλαγὴ τῶν ὄρων δόξα τοῦ Θεοῦ καὶ βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἢ τοῦ Χριστοῦ ὡς καὶ ἡ ταύτισις αὐτῶν μὲ τὸ φῶς καὶ τᾶς ἀκτίνας τῆς θεότητος δεικνύουν σαφῶς τὸ ἀδιάσπαστόν της Ἱερᾶς Παραδόσεως καὶ τὴν ἐν αὐτῇ σαφῆ τοποθέτησιν τῶν ἀνωτέρω τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ καὶ τῶν ἀναφερθέντων Συνόδων τοῦ 14ου αἰῶνος, εἰς τῶν ὁποίων τᾶς ἀποφάσεις παρεπέμψαμεν. (Πηγή: http://www.oodegr.com/oode/dogmat2/dogmatic-3.htm)

Ο π. Ρωμανίδης αν και παραθέτει αρίθμηση σημειώσεων εις το έργο του όπου υπάρχει αναφορά σε χωρία των Πατέρων της Εκκλησίας, εντούτοις δεν παραθέτει τις σημειώσεις του τονίζοντας ότι: «Εἰς τὴν παροῦσαν ἔκδοσιν τῆς Δογματικῆς ἔβαλα μόνον τοὺς ἀριθμοὺς τῶν ὑποσημειώσεων καὶ ὄχι τὰ χωρία διὰ νὰ μάθουν οἱ "ἀρχαῖοι" Νεοέλληνες νὰ διαβάζουν τοὺς ἴδιους τους Πατέρες καὶ νὰ μὴ κλέβουν πατερικὰ χωρία ἀπὸ βιβλία ἄλλων. Αὐτὸ κάμνουν ἄλλωστε οἱ ξένοι ἐδῶ καὶ πολλὰ χρόνια. Παραθέτουν βιβλιογραφίαν καὶ κατὰ τὴν κρίσιν τοὺς ὑποσημειώσεις. Εἰς μελλοντικὴν ἔκδοσιν θὰ δοθεῖ τὸ πλῆρες κείμενον τῶν ὑποσημειώσεων». [Πηγή: http://www.oodegr.com/oode/dogmat2/perieh.htm] (σσ: εννοεί τίνες της Θεολογικής Σχολής Χριστιανούς οι οποίοι ήτο «αρχαιολάτρες» που του είχαν επιτεθεί, αν και χρησιμοποιούσαν τα έργα του δίχως να κάνουν πρωτογενή έρευνα εις τις πηγές).

50. Κατά Ματθαίον, Κεφ. Στ΄ «19 Μὴ θησαυρίζετε ὑμῖν θησαυροὺς ἐπὶ τῆς γῆς, ὅπου σὴς καὶ βρῶσις ἀφανίζει, καὶ ὅπου κλέπται διορύσσουσιν καὶ κλέπτουσιν·

20 θησαυρίζετε δὲ ὑμῖν θησαυροὺς ἐν οὐρανῷ, ὅπου οὔτε σὴς οὔτε βρῶσις ἀφανίζει, καὶ ὅπου κλέπται οὐ διορύσσουσιν οὐδὲ κλέπτουσιν· 21 ὅπου γάρ ἐστιν ὁ θησαυρός ὑμῶν, ἐκεῖ ἔσται καὶ ἡ καρδία ὑμῶν. 22 Ὁ λύχνος τοῦ σώματός ἐστιν ὁ ὀφθαλμός. ἐὰν οὖν ὁ ὀφθαλμός σου ἁπλοῦς ᾖ, ὅλον τὸ σῶμά σου φωτεινὸν ἔσται· 23 ἐὰν δὲ ὁ ὀφθαλμός σου πονηρὸς ᾖ, ὅλον τὸ σῶμά σου σκοτεινὸν ἔσται. εἰ οὖν τὸ φῶς τὸ ἐν σοὶ σκότος ἐστί, τὸ σκότος πόσον; 24 Οὐδεὶς δύναται δυσὶ κυρίοις δουλεύειν· ἢ γὰρ τὸν ἕνα μισήσει καὶ τὸν ἕτερον ἀγαπήσει, ἢ ἑνὸς ἀνθέξεται καὶ τοῦ ἑτέρου καταφρονήσει· οὐ δύνασθε Θεῷ δουλεύειν καὶ μαμωνᾷ. 25 Διὰ τοῦτο λέγω ὑμῖν, μὴ μεριμνᾶτε τῇ ψυχῇ ὑμῶν τί φάγητε καὶ τί πίητε, μηδὲ τῷ σώματι ὑμῶν τί ἐνδύσησθε· οὐχὶ ἡ ψυχὴ πλεῖόν ἐστιν τῆς τροφῆς καὶ τὸ σῶμα τοῦ ἐνδύματος; 26 ἐμβλέψατε εἰς τὰ πετεινὰ τοῦ οὐρανοῦ, ὅτι οὐ σπείρουσιν οὐδὲ θερίζουσιν οὐδὲ συνάγουσιν εἰς ἀποθήκας, καὶ ὁ πατὴρ ὑμῶν ὁ οὐράνιος τρέφει αὐτά· οὐχ ὑμεῖς μᾶλλον διαφέρετε αὐτῶν; 27 τίς δὲ ἐξ ὑμῶν μεριμνῶν δύναται προσθεῖναι ἐπὶ τὴν ἡλικίαν αὐτοῦ πῆχυν ἕνα; 28 καὶ περὶ ἐνδύματος τί μεριμνᾶτε; καταμάθετε τὰ κρίνα τοῦ ἀγροῦ πῶς αὐξάνει· οὐ κοπιᾷ οὐδὲ νήθει· 29 λέγω δὲ ὑμῖν ὅτι οὐδὲ Σολομὼν ἐν πάσῃ τῇ δόξῃ αὐτοῦ περιεβάλετο ὡς ἓν τούτων.

30 Εἰ δὲ τὸν χόρτον τοῦ ἀγροῦ, σήμερον ὄντα καὶ αὔριον εἰς κλίβανον βαλλόμενον, ὁ Θεὸς οὕτως ἀμφιέννυσιν, οὐ πολλῷ μᾶλλον ὑμᾶς, ὀλιγόπιστοι; 31 μὴ οὖν μεριμνήσητε λέγοντες, τί φάγωμεν ἤ τί πίωμεν ἤ τί περιβαλώμεθα; 32 πάντα γὰρ ταῦτα τὰ ἔθνη ἐπιζητεῖ· οἶδεν γὰρ ὁ πατὴρ ὑμῶν ὁ οὐράνιος ὅτι χρῄζετε τούτων ἁπάντων. 33 ζητεῖτε δὲ πρῶτον τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν δικαιοσύνην αὐτοῦ, καὶ ταῦτα πάντα προστεθήσεται ὑμῖν. 34 Μὴ οὖν μεριμνήσητε εἰς τὴν αὔριον, ἡ γὰρ αὔριον μεριμνήσει τα ἑαυτῆς· ἀρκετὸν τῇ ἡμέρᾳ ἡ κακία αὐτῆς.»

51. Η βασιλεία του Θεού έχει εδώ το νόημα της παρουσίας του Θεού μέσα στις καρδιές των ανθρώπων, Κατά Λουκά, Κεφ. ζ΄ «20 Ἐπερωτηθεὶς δὲ ὑπὸ τῶν Φαρισαίων πότε ἔρχεται ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ἀπεκρίθη αὐτοῖς καὶ εἶπεν· Οὐκ ἔρχεται ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ μετὰ παρατηρήσεως, 21 οὐδὲ ἐροῦσιν ἰδοὺ ὧδε ἤ ἰδοὺ ἐκεῖ· ἰδοὺ γὰρ ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἐντὸς ὑμῶν ἐστιν».

52. Κατά Ματθαίον, Κεφ. Ε΄ «1 Ἰδὼν δὲ τοὺς ὄχλους ἀνέβη εἰς τὸ ὄρος· καὶ καθίσαντος αὐτοῦ προσῆλθαν αὐτῷ οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ· 2 καὶ ἀνοίξας τὸ στόμα αὐτοῦ ἐδίδασκεν αὐτοὺς λέγων· 3 Μακάριοι οἱ πτωχοὶ τῷ πνεύματι, ὅτι αὐτῶν ἐστιν ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν. 4 μακάριοι οἱ πενθοῦντες, ὅτι αὐτοὶ παρακληθήσονται. 5 μακάριοι οἱ πραεῖς, ὅτι αὐτοὶ κληρονομήσουσιν τὴν γῆν. 6 μακάριοι οἱ πεινῶντες καὶ διψῶντες τὴν δικαιοσύνην, ὅτι αὐτοὶ χορτασθήσονται. 7 μακάριοι οἱ ἐλεήμονες, ὅτι αὐτοὶ ἐλεηθήσονται. 8 μακάριοι οἱ καθαροὶ τῇ καρδίᾳ, ὅτι αὐτοὶ τὸν Θεὸν ὄψονται. 9 μακάριοι οἱ εἰρηνοποιοί, ὅτι αὐτοὶ υἱοὶ Θεοῦ κληθήσονται. 10 μακάριοι οἱ δεδιωγμένοι ἕνεκεν δικαιοσύνης, ὅτι αὐτῶν ἐστιν ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν. 11 μακάριοί ἐστε ὅταν ὀνειδίσωσιν ὑμᾶς καὶ διώξωσιν καὶ εἴπωσιν πᾶν πονηρὸν καθ' ὑμῶν ψευδόμενοι ἕνεκεν ἐμοῦ· 12 χαίρετε καὶ ἀγαλλιᾶσθε, ὅτι ὁ μισθὸς ὑμῶν πολὺς ἐν τοῖς οὐρανοῖς· οὕτω γὰρ ἐδίωξαν τοὺς προφήτας τοὺς πρὸ ὑμῶν.».

52α. .... all history shows that any set of men entrusted with power over another set will abuse their power if they can do so with impunity, Ideas that have helped Mankind, Bertrand Russel.

53. Λευϊτικόν, Κεφ. Ια΄ «7 καὶ τὸν ὗν, ὅτι διχηλεῖ ὁπλὴν τοῦτο, καὶ ὀνυχίζει ὄνυχας ὁπλῆς, καὶ τοῦτο οὐκ ἀνάγει μηρυκισμόν, ἀκάθαρτον τοῦτο ὑμῖν· 8 ἀπὸ τῶν κρεῶν αὐτῶν οὐ φάγεσθε καὶ τῶν θνησιμαίων αὐτῶν οὐχ ἅψεσθε, ἀκάθαρτα ταῦτα ὑμῖν», Δευτερονόμιον, Κεφ. Ιδ΄ «8 καὶ τὸν ὗν, ὅτι διχηλεῖ ὁπλὴν τοῦτο καὶ ὀνυχίζει ὀνυχιστῆρας ὁπλῆς, καὶ τοῦτο μηρυκισμὸν οὐ μηρυκᾶται, ἀκάθαρτον τοῦτο ὑμῖν· ἀπὸ τῶν κρεῶν αὐτῶν οὐ φάγεσθε καὶ τῶν θνησιμαίων αὐτῶν οὐχ ἅψεσθε. », Ησαΐας, Κεφ. Ξε΄ «4 ἐν τοῖς μνήμασι καὶ ἐν τοῖς σπηλαίοις κοιμῶνται δι’ ἐνύπνια, οἱ ἔσθοντες κρέα ὕεια καὶ ζωμὸν θυσιῶν, μεμολυμμένα πάντα τὰ σκεύη αὐτῶν·» , Ησαΐας, Κεφ. Ξστ΄ «3 ὁ δὲ ἄνομος ὁ θύων μοι μόσχον ὡς ὁ ἀποκτένων κύνα, ὁ δὲ ἀναφέρων σεμίδαλιν ὡς αἷμα ὕειον, ὁ διδοὺς λίβανον εἰς μνημόσυνον ὡς βλάσφημος· καὶ αὐτοὶ ἐξελέξαντο τὰς ὁδοὺς αὐτῶν καὶ τὰ βδελύγματα αὐτῶν, ἃ ἡ ψυχὴ αὐτῶν ἠθέλησε» ,Α΄ Μακκαβαίων, Κεφ. Α΄ «47 καὶ οἰκοδομῆσαι βωμοὺς καὶ τεμένη καὶ εἰδωλεῖα καὶ θύειν ὕεια καὶ κτήνη κοινὰ».

54. Κατά Ματθαίον, Κεφ Η΄ «34 καὶ ἰδοὺ πᾶσα ἡ πόλις ἐξῆλθεν εἰς συνάντησιν τῷ Ἰησοῦ, καὶ ἰδόντες αὐτὸν παρεκάλεσαν ὅπως μεταβῇ ἀπὸ τῶν ὁρίων αὐτῶν.»

Κατά Λουκά, Κεφ. Η΄ «30 ἐπηρώτησε δὲ αὐτὸν ὁ Ἰησοῦς λέγων· Τί σοί ἐστιν ὄνομα; ὁ δὲ εἶπε· Λεγεών· ὅτι δαιμόνια πολλὰ εἰσῆλθεν εἰς αὐτόν· 31 καὶ παρεκάλει αὐτὸν ἵνα μὴ ἐπιτάξῃ αὐτοῖς εἰς τὴν ἄβυσσον ἀπελθεῖν. 32 Ἦν δὲ ἐκεῖ ἀγέλη χοίρων ἱκανῶν βοσκομένη ἐν τῷ ὄρει· καὶ παρεκάλουν αὐτὸν ἵνα ἐπιτρέψῃ αὐτοῖς εἰς ἐκείνους εἰσελθεῖν· καὶ ἐπέτρεψεν αὐτοῖς. 33 ἐξελθόντα δὲ τὰ δαιμόνια ἀπὸ τοῦ ἀνθρώπου εἰσῆλθον εἰς τοὺς χοίρους, καὶ ὥρμησεν ἡ ἀγέλη κατὰ τοῦ κρημνοῦ εἰς τὴν λίμνην καὶ ἀπεπνίγη».

55. Κατά Ματθαίον, Κεφ. Κγ΄ «14 Οὐαὶ ὑμῖν, γραμματεῖς καὶ Φαρισαῖοι ὑποκριταί, ὅτι κλείετε τὴν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων· ὑμεῖς γὰρ οὐκ εἰσέρχεσθε, οὐδὲ τοὺς εἰσερχομένους ἀφίετε εἰσελθεῖν.»

56. Βλέπε και αντιρρήσεις φιλοσόφου Πορφύριου

57. «Μια Σταγόνα Ιστορίας», Δημήτριος Καμπουράκης, Κεφ. «Οι Φιλόζωοι Άγγλοι, Το σκυλί του διαστήματος και τα κουφάρια των Κυπρίων», Εκδόσεις Πατάκη, Ιούλιος 2004, Αθήνα, σσ. 24-25

58. Περισσότερα για ζώα στο διάστημα, βλέπε στην σελίδα http://www.astroearth.org/animals-in-space.html

59. Υπάρχουν δύο τύποι της καρποφόρας (ήμερης) συκιάς: 1. Μονόφορη: Καρποφορεί μια φορά το χρόνο. Οι καρποί σχηματίζονται στους βλαστούς του έτους στο 3ο-5ο γόνατο, ενώ οι υπόλοιποι ανθοφόροι οφθαλμοί πέφτουν. Οι καρποί μπορούν να αναπτυχθούν χωρίς γονιμοποίηση (παρθενοκαρπικά) ή με γονιμοποίηση, ανάλογα με την ποικιλία 2. Δίφορη: Καρποφορεί δυο φορές το χρόνο. Η πρώτη καρποφορία προέρχεται από καρπούς που σχηματίζονται στο άνω τμήμα των βλαστών του παρελθόντος έτους και είναι πάντοτε παρθενοκαρπικοί. Η δεύτερη προέρχεται από σύκα σε βλαστούς του ιδίου έτους (3ο-5ο γόνατο) και τα οποία αναπτύσσονται παρθενοκαρπικά ή με γονιμοποίηση, ανάλογα με την ποικιλία. Υπάρχει και η άγρια συκιά η οποία παρουσιάζει τρεις καρποφορίες: μια την άνοιξη, τους ερινεούς, που σχηματίζονται από βλαστούς του παρελθόντος έτους, δεύτερη καρποφορία τα θερινά σύκα, που σχηματίζονται από βλαστούς του έτους, τρίτη τα χειμερινά σύκα που λέγονται όλυνθοι ή κρατήρες και σχηματίζονται από βλαστούς του έτους (δεύτερο κύμα βλάστησης). Οι καρποί της άγριας συκιάς δεν είναι φαγώσιμοι αλλά είναι χρήσιμοι, γιατί μέσα στα βραχύστυλα θηλυκά άνθη τους ζεί και εξελίσσεται το έντομο ψήνας (Plastophaga psenes L.) που είναι απαραίτητο στην επικονίαση της ήμερης συκιάς. (Πηγή:  http://www.agrool.gr/gr/g1.htm)

60. Την περίοδο του Πάσχα, το τέλος του Μαρτίου ή στις αρχές Απριλίου, οι συκιές συχνά έχουν φύλλα στις Ανατολικές πλευρά του κήπου των Ελαιών (Mount of Olives). Εκείνη την στιγμή του έτους οι συκιές έχουν μόνο πράσινα πρώιμα σύκα (οι Άραβες τα αποκαλούν taqsh), τα οποία κόβονται γύρω στον Ιούνιο αλλά που συχνά πέφτουν πριν από αυτό τον μήνα. Μια συκιά με φύλλα που δεν έχει αυτά τα πρώιμα σύκα, όμως, δεν έχει σύκα για όλη την χρονιά. (Πηγή: Keener, A Commentary on the Gospel of Matthew, Wm. B. Eerdmans Publishing Company, July 1999, σελ. 504, http://www.answering-islam.de/Main/Shamoun/q_jesus_figtree._curse.htm)

61. Κατά Ματθαίον, Κεφ. Ζ΄«17 οὕτω πᾶν δένδρον ἀγαθὸν καρποὺς καλοὺς ποιεῖ, τὸ δὲ σαπρὸν δένδρον καρποὺς πονηροὺς ποιεῖ· 18 οὐ δύναται δένδρον ἀγαθὸν καρποὺς πονηροὺς ποιεῖν, οὐδὲ δένδρον σαπρὸν καρποὺς καλοὺς ποιεῖν. 19 πᾶν δένδρον μὴ ποιοῦν καρπὸν καλὸν ἐκκόπτεται καὶ εἰς πῦρ βάλλεται. 20 ἄρα γε ἀπὸ τῶν καρπῶν αὐτῶν ἐπιγνώσεσθε αὐτούς.», Κατά Ματθαίον. Κεφ. Ιβ΄«33 Ἢ ποιήσατε τὸ δένδρον καλὸν, καὶ τὸν καρπὸν αὐτοῦ καλόν, ἢ ποιήσατε τὸ δένδρον σαπρὸν καὶ τὸν καρπὸν αὐτοῦ σαπρόν· ἐκ γὰρ τοῦ καρποῦ τὸ δένδρον γινώσκεται.», Κατά Ματθαίον, Κεφ. Ιγ΄ «4 Ἰδοὺ ἐξῆλθεν ὁ σπείρων τοῦ σπείραι. καὶ ἐν τῷ σπείρειν αὐτὸν ἃ μὲν ἔπεσεν παρὰ τὴν ὁδόν, καὶ ἐλθόντα τὰ πετεινὰ κατέφαγεν αὐτά· 5 ἄλλα δὲ ἔπεσεν ἐπὶ τὰ πετρώδη ὅπου οὐκ εἶχε γῆν πολλήν, καὶ εὐθέως ἐξανέτειλε διὰ τὸ μὴ ἔχειν βάθος γῆς. 6 ἡλίου δὲ ἀνατείλαντος ἐκαυματίσθη, καὶ διὰ τὸ μὴ ἔχειν ῥίζαν ἐξηράνθη· 7 ἄλλα δὲ ἔπεσεν ἐπὶ τὰς ἀκάνθας, καὶ ἀνέβησαν αἱ ἄκανθαι καὶ ἀπέπνιξαν αὐτά· 8 ἄλλα δὲ ἔπεσεν ἐπὶ τὴν γῆν τὴν καλὴν καὶ ἐδίδου καρπὸν ὃ μὲν ἑκατόν, ὃ δὲ ἑξήκοντα, ὃ δὲ τριάκοντα. 9 ὁ ἔχων ὦτα ἀκούειν ἀκουέτω.», «18 Ὑμεῖς οὖν ἀκούσατε τὴν παραβολὴν τοῦ σπείραντος. 19 παντὸς ἀκούοντος τὸν λόγον τῆς βασιλείας καὶ μὴ συνιέντος, ἔρχεται ὁ πονηρὸς καὶ αἴρει τὸ ἐσπαρμένον ἐν τῇ καρδίᾳ αὐτοῦ· οὗτός ἐστιν ὁ παρὰ τὴν ὁδὸν σπαρείς.20 ὁ δὲ ἐπὶ τὰ πετρώδη σπαρείς, οὗτός ἐστιν ὁ τὸν λόγον ἀκούων καὶ εὐθέως μετὰ χαρᾶς λαμβάνων αὐτόν· 21 οὐκ ἔχει δὲ ῥίζαν ἐν ἑαυτῷ, ἀλλὰ πρόσκαιρός ἐστι, γενομένης δὲ θλίψεως ἢ διωγμοῦ διὰ τὸν λόγον εὐθὺς σκανδαλίζεται. 22 ὁ δὲ εἰς τὰς ἀκάνθας σπαρείς, οὗτός ἐστιν ὁ τὸν λόγον ἀκούων, καὶ ἡ μέριμνα τοῦ αἰῶνος τούτου καὶ ἡ ἀπάτη τοῦ πλούτου συμπνίγει τὸν λόγον, καὶ ἄκαρπος γίνεται. 23 ὁ δὲ ἐπὶ τὴν γῆν τὴν καλὴν σπαρείς, οὗτός ἐστιν ὁ τὸν λόγον ἀκούων καὶ συνιῶν, ὃς δὴ καρποφορεῖ καὶ ποιεῖ ὃ μὲν ἑκατόν, ὃ δὲ ἑξήκοντα, ὃ δὲ τριάκοντα.»

62. Ωσηέ, Κεφ. Θ΄ «10 Ὡς σταφυλὴν ἐν ἐρήμῳ εὗρον τὸν Ἰσραὴλ καὶ ὡς σκοπὸν ἐν συκῇ πρώιμον πατέρας αὐτῶν εἶδον·»

63. Ματθαίον, Κεφ. Κγ΄ «37 Ἱερουσαλὴμ Ἱερουσαλήμ, ἡ ἀποκτέννουσα τοὺς προφήτας καὶ λιθοβολοῦσα τοὺς ἀπεσταλμένους πρὸς αὐτήν! ποσάκις ἠθέλησα ἐπισυναγαγεῖν τὰ τέκνα σου ὃν τρόπον ὄρνις ἐπισυνάγει τὰ νοσσία ἑαυτῆς ὑπὸ τὰς πτέρυγας, καὶ οὐκ ἠθελήσατε. 38 ἰδοὺ ἀφίεται ὑμῖν ὁ οἶκος ὑμῶν ἔρημος. 39 λέγω γὰρ ὑμῖν, οὐ μή με ἴδητε ἀπ' ἄρτι ἕως ἂν εἴπητε, εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου.»

64. Κατά Μάρκον, Κεφ. Ιβ΄ «1 Καὶ ἤρξατο αὐτοῖς ἐν παραβολαῖς λέγειν· Ἀμπελῶνα ἐφύτευσεν ἄνθρωπος, καὶ περιέθηκε φραγμὸν καὶ ὤρυξεν ὑπολήνιον καὶ ᾠκοδόμησε πύργον, καὶ ἐξέδετο αὐτὸν γεωργοῖς καὶ ἀπεδήμησε. 2 καὶ ἀπέστειλε πρὸς τοὺς γεωργοὺς τῷ καιρῷ δοῦλον, ἵνα παρὰ τῶν γεωργῶν λάβῃ ἀπὸ τοῦ καρποῦ τοῦ ἀμπελῶνος. 3 καὶ λαβόντες αὐτὸν ἔδειραν καὶ ἀπέστειλαν κενόν. 4 καὶ πάλιν ἀπέστειλε πρὸς αὐτοὺς ἄλλον δοῦλον· κἀκεῖνον λιθοβολήσαντες ἐκεφαλαίωσαν καὶ ἀπέστειλαν ἠτιμωμένον. 5 καὶ πάλιν ἄλλον ἀπέστειλε· κἀκεῖνον ἀπέκτειναν, καὶ πολλοὺς μὲν ἄλλους, οὓς μὲν δέροντες, οὓς δὲ ἀποκτέννοντες. 6 ἔτι οὖν ἕνα υἱὸν ἔχων, ἀγαπητόν αὐτοῦ, ἀπέστειλε καὶ αὐτὸν ἔσχατον πρὸς αὐτοὺς λέγων ὅτι ἐντραπήσονται τὸν υἱόν μου. 7 ἐκεῖνοι δὲ οἱ γεωργοὶ, θεασάμενοι αὐτόν ἐρχόμενον, πρὸς ἑαυτοὺς εἶπον ὅτι οὗτός ἐστιν ὁ κληρονόμος· δεῦτε ἀποκτείνωμεν αὐτόν, καὶ ἡμῶν ἔσται ἡ κληρονομία. 8 καὶ λαβόντες ἀπέκτειναν αὐτόν καὶ ἐξέβαλον αὐτὸν ἔξω τοῦ ἀμπελῶνος. 9 τί οὖν ποιήσει ὁ κύριος τοῦ ἀμπελῶνος; ἐλεύσεται καὶ ἀπολέσει τοὺς γεωργοὺς τούτους, καὶ δώσει τὸν ἀμπελῶνα ἄλλοις.»

65. Βλέπε τις ανωτέρω δύο σημειώσεις

66. Κατά Λουκά, Κεφ. Ιγ΄«6 Ἔλεγεν δὲ ταύτην τὴν παραβολήν· Συκῆν εἶχέν τις ἐν τῷ ἀμπελῶνι αὐτοῦ πεφυτευμένην, καὶ ἦλθε ζητῶν καρπὸν ἐν αὐτῇ, καὶ οὐχ εὗρεν. 7 εἶπε δὲ πρὸς τὸν ἀμπελουργόν· ἰδοὺ τρία ἔτη ἔρχομαι ζητῶν καρπὸν ἐν τῇ συκῇ ταύτῃ, καὶ οὐχ εὑρίσκω· ἔκκοψον αὐτήν· ἱνατί καὶ τὴν γῆν καταργεῖ; 8 ὁ δὲ ἀποκριθεὶς εἶπεν αὐτῷ· κύριε, ἄφες αὐτὴν καὶ τοῦτο τὸ ἔτος, ἕως ὅτου σκάψω περὶ αὐτὴν καὶ βάλω κόπρια. 9 κἂν μὲν ποιήσῃ καρπὸν· εἰ δὲ μήγε, εἰς τὸ μέλλον ἐκκόψεις αὐτήν.»

67. Ιερεμίας, Κεφ. Η΄ «13 καὶ συνάξουσι τὰ γεννήματα αὐτῶν, λέγει Κύριος, οὐκ ἔστι σταφυλὴ ἐν ταῖς ἀμπέλοις, καὶ οὐκ ἔστι σῦκα ἐν ταῖς συκαῖς, καὶ τὰ φύλλα κατερρύηκεν».

68. «Όταν ο Κάνον Στρίταρ λέει ότι "η επιστήμη δεν είναι αρκετή", λέει από μια μεριά μιαν αλήθεια. Η επιστήμη δεν περιλαμβάνει την τέχνη, τη φιλία, κι διάφορα άλλα άξια στοιχεία της ζωής. Μα φυσικά περισσότερα από αυτά εννοούνται. Υπάρχει ένα διαφορετικό, μάλλον σοβαρότερο νόημα όπου "η επιστήμη δεν είναι αρκετή", που νομίζω ότι είναι εξίσου αλήθεια: η επιστήμη δεν έχει τίποτα να πει για τις αξίες και δεν μπορεί να αποδείξει τέτοιες προτάσεις ως "είναι καλύτερο να αγαπάμε παρά να μισούμε" ή "η καλοσύνη είναι περισσότερο επιθυμητή από την απανθρωπιά". Η επιστήμη μπορεί να μας πει πολλά για τα μέσα με τα οποία ικανοποιούμε τις επιθυμίες μας, αλλά δεν μπορεί να πει ότι μια επιθυμία είναι περισσότερο επιθυμητή από μια άλλη. Αυτό είναι ένα ευρύ θέμα, εις το οποίο δεν θα έχω να πω περισσότερα». [When Canon Streeter says that "science is not enough," he is, in one sense, uttering a truism. Science does not include art, or friendship, or various other valuable elements in life. But of course more than this is meant. There is another, rather more important, sense in which "science is not enough," which seems to me also true: science has nothing to say about values, and cannot prove such propositions as "it is better to love than to hate" or "kindness is more desirable than cruelty." Science can tell us much about the means of realizing our desires, but it cannot say that one desire is preferable to another.], Mysticism, Russell Bertrand.

69. I would invite any Christian to accompany me to the children's ward of a hospital, to watch the suffering that is there being endured, and then to persist in the assertion that those children are so morally abandoned as to deserve what they are suffering, Has Religion Made Useful Contributions to Civilization, Russell Bertrand.

70. Omnipotence operating through all eternity might have produced something better, Has Religion Made Useful Contributions to Civilization, Russell Bertrand.

70α.  ...family affection was decried by Christ himself and the bulk of his followers; , Has Religion Made Useful Contributions to Civilization, Russell Bertrand.

70β. It would seem, therefore, that the three human impulses embodied in religion are fear, conceit, and hatred.The purpose of religion, one may say, is to give an air of respectability to these passions, provided they run in certain channels. It is because these passions make, on the whole, for human misery that religion is a force for evil...», Has Religion Made Useful Contributions to Civilization, Russell Bertrand.

70γ. It is not only intellectually but also morally that religion is pernicious. I mean by this that it teaches ethical codes which are not conducive to human happiness,,Has Religion Made Useful Contributions to Civilization, Russell Bertrand.

70δ. There remains, however, a vast field, traditionally included in philosophy, where scientific methods are inadequate. This field includes ultimate questions of value; science alone, for example, cannot prove that it is bad to enjoy the infliction of cruelty. Whatever can be known, can be known by means of science; but things which are legitimately matters of feeling lie outside its province, The Philosophy Of Logical Analysis, Russell Bertrand.

71. -Do you regard all religions as forms of superstition or dogma? Which of the existing religions do you most respect, and why? -All the great organized religions that have dominated large populations have involved a greater or less amount of dogma, but "religion" is a word of which the meaning is not very definite. Confucianism, for instance, might be called a religion, although it involves no dogma. And in some forms of liberal Christianity, the element of dogma is reduced to a minimum.  Of the great religions of history, I prefer Buddhism, especially in its earliest forms, because it has had the smallest element of persecution, What Is an agnostic, , Bertrand Russel.

72. Πηγή: Δουλεμπόριο, η σκοτεινή όψη του ευρωπαϊκού πολιτισμού, Μιχαήλ Ηλ. Ντασκαγιάννης, Νομικός-Απόφοιτος της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Διοίκησης, περιοδικό Ιστορικά Θέματα, τεύχος 48, σελ. 50

73. «Μπαίνοντας στην ζωή του ενήλικα πάντως, ένας νέος μορφωμένος κατά αυτόν τον τρόπο θα βρεθεί βουτηγμένος σε ένα κόσμο πλήρους αδικίας, γεμάτο απανθρωπιά, γεμάτο εμπόδια μιζέριας. Η αδικία, η απανθρωπιά κι η μιζέρια που υπάρχουν στο σύγχρονο κόσμο είναι μια κληρονομιά του παρελθόντος, κι η κύρια πηγή τους είναι οικονομική, εφόσον η διαμάχη για τη ζωή και το θάνατο για τη συντήρηση ήταν τις παλιές μέρες αναπόφευκτη». [On entering adult life, however, a young person so educated will find himself or herself plunged into a world full of injustice, full of cruelty, full of preventable misery. The injustice, the cruelty, and the misery that exist in the modern world are an inheritance from the past, and their ultimate source is economic, since life-and-death competition for the means of subsistence was in former days inevitable.], Has Religion Made Useful Contributions to Civilization?, Bertrand Russel.

74. «Η όλη φιλοσοφία του οικονομικού εθνικισμού, που τώρα είναι οικουμενική σε όλο το κόσμο, βασίζεται πάνω εις τη ψευδή πίστη πως τα οικονομικά συμφέροντα ενός έθνους είναι απαραιτήτως αντίθετα με εκείνα ενός άλλου. Αυτή η ψευδής πίστη, παράγοντας διεθνή μίση και αντιπαλότητες, είναι μια αιτία πολέμου, και με αυτό τον τρόπο τείνει να επιβεβαιώσει τον εαυτό της, εφόσον όταν ξεσπά ο πόλεμος τότε μόνο η σύγκρουση των εθνικών συμφερόντων γίνεται τόσο πραγματική. Αν προσπαθήσεις να εξηγήσεις σε κάποιον, ας πούμε στη βιομηχανία ατσαλιού, ότι η ευημερία σε άλλες χώρες μπορεί να είναι προτέρημα σε αυτόν, θα δεις ότι είναι αδύνατον να τον κάνεις να δει το συλλογισμό, γιατί οι μόνο ξένοι για τους οποίους έχει αυτός αντίληψη είναι οι ανταγωνιστές του εις τη βιομηχανία ατσαλιού. Οι αλλοδαποί είναι σκιώδη όντα για τα οποία αυτός δεν έχει συναισθηματικό ενδιαφέρον. Αυτή είναι η ψυχολογική ρίζα του οικονομικού εθνικισμού, του πολέμου, της λιμοκτονίας που ο άνθρωπος παράγει κι όλων των υπολοίπων κακών που θα οδηγήσουν τον πολιτισμό μας σε ένα καταστροφικό κι άτιμο τέλος εκτός κι αν οι άνθρωποι μπορέσουν να οδηγηθούν σε μια πιο φαρδιά και λιγότερο υστερική άποψη των αμοιβαίων τους σχέσεων.» [The whole philosophy of economic nationalism, which is now universal throughout the world, is based upon the false belief that the economic interest of one nation is necessarily opposed to that of another. This false belief, by producing international hatreds and rivalries, is a cause of war, and in this way tends to make itself true, since when war has once broken out the conflict of national interests becomes only too real. If you try to explain to someone, say, in the steel industry, that possibly prosperity in other countries might be advantageous to him, you will find it quite impossible to make him see the argument, because the only foreigners of whom he is vividly aware are his competitors in the steel industry. Other foreigners are shadowy beings in whom he has no emotional interest. This is the psychological root of economic nationalism, and war, and manmade starvation, and all the other evils which will bring our civilization to a disastrous and disgraceful end unless men can be induced to take a wider and less hysterical view of their mutual relations, Ideas that have harmed Mankind, Bertrand Russel.

75. «...η διδασκαλία του Χριστού, όπως φαίνεται εις τα Ευαγγέλια, είχε εξαιρετικά λίγη σχέση με την ηθική των Χριστιανών. Το σπουδαιότερο πράγμα για το Χριστιανισμό, από κοινωνική και ιστορική άποψη, δεν είναι ο Χριστός αλλά η εκκλησία, κι αν θα έπρεπε να κρίνουμε το Χριστιανισμό ως μια κοινωνική δύναμη δεν θα πρέπει να ανατρέξουμε εις τα Ευαγγέλια για το υλικό μας.» [...the teaching of Christ, as it appears in the Gospels, has had extraordinarily little to do with the ethics of Christians. The most important thing about Christianity, from a social and historical point of view, is not Christ but the church, and if we are to judge of Christianity as a social force we must not go to the Gospels for our material], Has Religion Made Useful Contributions to Civilization, Bertrand Russel.

76. We are not yet, and I suppose men and women never will be, completely rational. Perhaps, if we were, we should not have all the pleasures that we have at present;, Why I am a Rationalist, Bertrand Russel.

76α. To abandon the struggle for private happiness, to expel all eagerness of temporary desire, to burn with passion for eternal things--this is emancipation, and this is the free man's worship, A Free Man's Worship, Bertrand Russel.

77. Perhaps one could stretch the comprehensiveness that contitutes wisdom to include not only intellect but also feeling. It is by no means uncommon to find men whose knowledge is wide but whose feelings are narrow. Such men lack what I call wisdom, Knowledge And Wisdom, Bertrand Russel.

78. With every increase of knowledge and skill, wisdom becomes more necessary, for every such increase augments our capacity of realizing our purposes, and therefore augments our capacity for evil, if our purposes are unwise, Knowledge And Wisdom, Bertrand Russel.

79. We appeal, as human beings, to human beings: Remember your humanity and forget the rest, The Russell-Einstein Manifesto, Bertrand Russel & Albert Einstein.

80. Κατά Μάρκον, Κεφ. Ιβ΄ «30 καὶ ἀγαπήσεις Κύριον τὸν Θεόν σου ἐξ ὅλης τῆς καρδίας σου καὶ ἐξ ὅλης τῆς ψυχῆς σου καὶ ἐξ ὅλης τῆς διανοίας σου καὶ ἐξ ὅλης τῆς ἰσχύος σου. αὕτη πρώτη ἐντολὴ· 31 καὶ δευτέρα ὁμοία, αὕτη· ἀγαπήσεις τὸν πλησίον σου ὡς σεαυτόν. μείζων τούτων ἄλλη ἐντολὴ οὐκ ἔστι».

81. Κατά Ματθαίον, Κεφ. Ε΄ «44 ἐγὼ δὲ λέγω ὑμῖν, ἀγαπᾶτε τοὺς ἐχθροὺς ὑμῶν, εὐλογεῖτε τοὺς καταρωμένους ὑμᾶς»

82. Α΄ Κορινθίους, Κεφ. Ιγ΄ «4 Ἡ ἀγάπη μακροθυμεῖ, χρηστεύεται, ἡ ἀγάπη οὐ ζηλοῖ, ἡ ἀγάπη οὐ περπερεύεται, οὐ φυσιοῦται, 5 οὐκ ἀσχημονεῖ, οὐ ζητεῖ τὰ ἑαυτῆς, οὐ παροξύνεται, οὐ λογίζεται τὸ κακόν, 6 οὐ χαίρει ἐπὶ τῇ ἀδικίᾳ, συγχαίρει δὲ τῇ ἀληθείᾳ· 7 πάντα στέγει, πάντα πιστεύει, πάντα ἐλπίζει, πάντα ὑπομένει. 8 Ἡ ἀγάπη οὐδέποτε ἐκπίπτει.».

83. Κατά Ματθαίον, Κεφ. Κ΄ «26 οὐχ οὕτως ἔσται ἐν ὑμῖν, ἀλλ' ὃς ἐὰν θέλῃ ἐν ὑμῖν μέγας γενέσθαι, ἔσται ὑμῶν διάκονος».

84. Κατά Ματθαίον, Κεφ. Στ΄ «24 Οὐδεὶς δύναται δυσὶ κυρίοις δουλεύειν· ἢ γὰρ τὸν ἕνα μισήσει καὶ τὸν ἕτερον ἀγαπήσει, ἢ ἑνὸς ἀνθέξεται καὶ τοῦ ἑτέρου καταφρονήσει· οὐ δύνασθε Θεῷ δουλεύειν καὶ μαμωνᾷ.».

85. In dealing with highly abstract matters it is much easier to grasp the symbols (usually words) than it is to grasp what they stand for. The result of this is that almost all thinking that purports to be philosophical or logical consists in attributing to the world the properties of language, Vagueness, Bertrand Russel.

86. «It is often said that philosophy is unprogressive, but this is largely a verbal matter», Philosophy For Laymen, Bertrand Russel.

86α. I am compelled to fear that science will be used to promote the power of dominant groups, rather than to make men happy, Icarus or the Future of Science, Bertrand Russel.

86β. . I hold that the intellect must not be taken as a guide in life, but only as affording pleasant argumentative games and ways of annoying less agile opponents, The Metaphysician's Nightmare, Bertrand Russel.

87. There are, I think, several factors that contribute to wisdom. Of these I should put first a sense of proportion: the capacity to take account of all the important factors in a problem and to attach to each its due weight, Knowledge And Wisdom, Bertrand Russel.

87α. The life of Man, viewed outwardly, is but a small thing in comparison with the forces of Nature. The slave is doomed to worship Time and Fate and Death, because they are greater than anything he finds in himself, and because all his thoughts are of things which they devour [...] One by one, as they march, our comrades vanish from our sight, seized by the silent orders of omnipotent Death [...] let us remember that they are fellow-sufferers in the same darkness, actors in the same tragedy as ourselves. [...] Brief and powerless is Man's life; on him and all his race the slow, sure doom falls pitiless and dark. Blind to good and evil, reckless of destruction, omnipotent matter rolls on its relentless way; for Man, condemned today to lose his dearest, tomorrow himself to pass through the gate of darkness, A Free Man's Worship, Bertrand Russel.

88. «Στον επόμενο πόλεμο αν οι ατομικές βόμβες χρησιμοποιηθούν κι από τις δύο μερικές, θα πρέπει να περιμένουμε το ότι όλες οι μεγάλες πόλεις θα εξαλειφθούν· το ίδιο κι όλα τα επιστημονικά εργαστήρια και όλα τα κυβερνητικά κέντρα. Οι επικοινωνίες θα διακοπούν, κι ο κόσμος θα αναχθεί σε ένα μικρό αριθμό από μικρές ανεξάρτητες αγροτικές κοινότητες που θα ζουν με τοπική παραγωγή, όπως έπρατταν στους σκοτεινούς αιώνες. Αλλά το πιθανότερο είναι ότι κανείς εξ αυτών δεν θα έχει τις πηγές ή την ικανότητα να φτιάχνει ατομικές βόμβες. Υπάρχει μια άλλη και καλύτερη δυνατότητα, αν οι άνθρωποι έχουν τη σοφία να χρησιμοποιήσουν τα λίγα εκείνα χρόνια μέσα στα οποία τους μένουν έχοντας την. Είτε ο πόλεμος, είτε ο πολιτισμός θα πρέπει να σταματήσει, κι αν πρέπει ο πόλεμος να σταματήσει, πρέπει να υπάρχει μια διεθνή αρχή με τη μόνη δύναμη να κατασκευάζει τις νέες βόμβες. Όλο το διαθέσιμο ουράνιο πρέπει να τεθεί κάτω από τον έλεγχο της διεθνούς αρχής, η οποία θα έχει το δικαίωμα να διαφυλάττει το μετάλλευμα με ένοπλες δυνάμεις. Όταν μια τέτοια αρχή θα έχει δημιουργηθεί, όλες οι υπάρχουσες βόμβες, κι όλα τα εργοστάσια κατασκευής τους, θα πρέπει να παραδοθούν. Και βεβαίως η διεθνή δύναμη θα πρέπει να έχει ικανές ένοπλες δυνάμεις ώστε να μπορεί να προφυλάσσει ότι της έχει παραδοθεί. Αν αυτό το σύστημα κάποτε εγκαθιδρυθεί, η διεθνή δύναμη θα είναι ανίκητη, κι οι πόλεμοι θα πάψουν. Στη χειρότερη περίπτωση, μπορεί να υπάρχει κάποιες μικρές επαναστάσεις που εύκολα θα καταπνίγονται» [In the next war, if atomic bombs are used on both sides, it is to be expected that all large cities will be completely wiped out; so will all scientific laboratories and all governmental centres. Communications will be disrupted, and the world will be reduced to a number of small independent agricultural communities living on local produce, as they did in the Dark Ages. But presumably none of them will have either the resources or the skill for the manufacture of atomic bombs.  There is another and a better possibility, if men have the wisdom to make use of the few years during which it will remain open to them. Either war or civilization must end, and if it is to be war that ends, there must be an international authority with the sole power to make the new bombs. All supplies of uranium must be placed under the control of the international authority, which shall have the right to safeguard the ore by armed forces. As soon as such an authority has been created, all existing atomic bombs, and all plants for their manufacture, must be handed over.  And of course the international authority must have sufficient armed forces to protect whatever has been handed over to it. If this system were once established, the international authority would be irresistible, and wars would cease. At worst, there might be occasional brief revolts that would be easily quelled], The bomb and civilization, Bertrand Russel

89. «Αν η Αμερική ήταν πιο ιμπεριαλιστική θα υπήρχε άλλη μια πιθανότητα, λιγότερο Ουτοπική και λιγότερο επιθυμητή, αλλά πάντως προτιμότερη από την τέλεια καταστροφή της πολιτισμένης ζωής. Θα ήταν δυνατόν η Αμερική να χρησιμοποιήσει την στιγμιαία υπεροχή της για την επιμονή υπέρ του αφοπλισμού, όχι μόνο στη Γερμανία και την Ιαπωνία, αλλά παντού εκτός των Η.Π.Α., και σε κάθε άλλη χώρα που δεν είναι έτοιμη να εισέλθει σε μια στενή στρατιωτική συμμαχία με τις Η.Π., συμπεριλαμβανομένης της υποχρεωτικής ανταλλαγής στρατιωτικών μυστικών. Κατά τη διάρκεια των επόμενων ετών, αυτή η πολιτική θα μπορούσε να επιβληθεί· αν ένας ή δύο πόλεμοι ήταν απαραίτητοι, θα ήταν σύντομοι, και θα κατέληγαν με αποφασιστική Αμερικανική νίκη. Με αυτό τον τρόπο ένας νέος Συνασπισμός Εθνών θα σχηματίζονταν κάτω από την Αμερικανική αρχηγία κι η ειρήνη στον κόσμο θα ήταν σίγουρα εξασφαλισμένη. Αλλά φοβάμαι πως ο σεβασμός για την παγκόσμια δικαιοσύνη θα αποτρέψει την Ουάσιγκτον από το να υιοθετήσει αυτή την πολιτική», [If America were more imperialistic there would be another possibility, less Utopian and less desirable, but still preferable to the total obliteration of civilized life. It would be possible for Americans to use their position of temporary superiority to insist upon disarmament, not only in Germany and Japan, but everywhere except in the United States, or at any rate in every country not prepared to enter into a close military alliance with the United States, involving compulsory sharing of military secrets. During the next few years, this policy could be enforced; if one or two wars were necessary, they would be brief, and would soon end in decisive American victory. In this way a new League of Nations could be formed under American leadership, and the peace of the world could be securely established. But I fear that respect for international justice will prevent Washington from adopting this policy.], , The bomb and civilization, Bertrand Russel.

90. We shall try to say no single word which should appeal to one group rather than to another. All, equally, are in peril, and, if the peril is understood, there is hope that we may collectively avert it, The Russell-Einstein Manifesto

91. Perhaps, though I scarcely dare to hope it, the hydrogen bomb will terrify mankind into sanity and tolerance. If this should happen we shall have reason to bless its inventors, Ideas that have harmed Mankind, Bertrand Russel

92. We suffer not only the evils that actually befall us, but all those that our intelligence tells us we have reason to fear, Ideas that have helped Mankind, Bertrand Russel

93.Consideration for others does not, with most children, arise spontaneously, but has to bed taught, and can hardly be taught except by the exercise of authority, Education and Discipline, Bertrand Russel.

 

 

 

ΑΠΑΤΕΣ ΑΘΕΙΣΜΟΥ

 

 

Κεντρική σελίδα με απάτες αθεϊσμού

 

 

ΟΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ ΔΕΝ ΕΦΑΡΜΟΖΟΥΝ ΤΟΝ ΚΑΝΟΝΑ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ ΓΙΑ ΤΟ ΧΑΣΤΟΥΚΙ

(Κατά: Μπέρτραν Ράσσελ, Why I am not a Christian)

 

[The Character Of Christ

You will remember that He said: "Resist not evil, but whosoever shall smite thee on thy right cheek, turn to him the other also." [...] I have no doubt that the present Prime Minister, for instance, is a most sincere Christian, but I should not advise any of you to go and smite him on one cheek. I think you might find that he thought this text was intended in a figurative sense.]

Ο Χαρακτήρας του Ιησού

Θα θυμάστε ότι είπε: «39 ἐγὼ δὲ λέγω ὑμῖν μὴ ἀντιστῆναι τῷ πονηρῷ· ἀλλ' ὅστις σε ῥαπίζει εἰς τὴν δεξιὰν σιαγόνα, στρέψον αὐτῷ καὶ τὴν ἄλλην·» [Κατά Ματθαίον, Κεφ. Ε΄]. [...] δεν είναι ένας κανόνας που στην πραγματικότητα οι Χριστιανοί αποδέχονται. Δεν έχω καμία αμφιβολία ότι ο παρών πρωθυπουργός, για παράδειγμα, είναι ένας πολύ σοβαρός Χριστιανός, αλλά δε θα συμβούλευα κανέναν να πάει και να τον χαστουκίσει στο μάγουλο. Σκέφτομαι ότι ίσως βρίσκετε αυτό το κείμενο να εννοείται με ένα συμβολικό νόημα. (Πηγή: Why I am Not a Christian, Bertrand Russel)

 

Μυθοπλάστης: Μπέρτραντ Ράσσελ

Απάντηση: Εδώ

 

 

ΟΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ ΔΙΚΑΣΤΕΣ ΔΕΝ ΑΚΟΛΟΥΘΟΥΝ ΤΟ ΧΡΙΣΤΟ, ΚΡΙΝΟΥΝ

(Κατά: Bertrand Russel, Why I am not a Christian)

 

[The Character Of Christ

You will remember that Christ said, "Judge not lest ye be judged." That principle I do not think you would find was popular in the law courts of Christian countries. I have known in my time quite a number of judges who were very earnest Christians, and they none of them felt that they were acting contrary to Christian principles in what they did.]

Ο Χαρακτήρας του Ιησού

Θυμάστε πως ο Χριστός είπε, «37 Καὶ μὴ κρίνετε, καὶ οὐ μὴ κριθῆτε·» [Κατά Λουκά, Κεφ. Στ΄]. Αυτός ο κανόνας δεν νομίζω ότι ήταν δημοφιλής στα δικαστήρια των Χριστιανικών χωρών. Γνώρισα στην εποχή μου αρκετούς δικαστές που ήταν πολύ σοβαροί Χριστιανοί και κανείς εξ αυτών δεν ένιωσε να κάνει κάτι αντίθετο με τις Χριστιανικές αρχές. (Πηγή: Why I am Not a Christian, Bertrand Russel)

 

Μυθοπλάστης: Bertrand Russel

ΑπάντησηΕδώ

 

 

Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΠΙΣΤΕΥΕ ΣΕ 2Α ΠΑΡΟΥΣΙΑ ΣΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ

(Κατά: Bertrand Russel, Why I am not a Christian)

 

 

[Defects In Christ's Teaching

 I am concerned with Christ as He appears in the Gospels, taking the Gospel narrative as it stands, and there one does find some things that do not seem to be very wise. For one thing, he certainly thought his second coming would occur in clouds of glory before the death of all the people who were living at that time. There are a great many texts that prove that.  He says, for instance: "Ye shall not have gone over the cities of Israel till the Son of Man be come." Then He says: "There are some standing here which shall not taste death till the Son of Man comes into His kingdom"; and there are a lot of places where it is quite clear that He believed His second coming would happen during the lifetime of many then living. That was the belief of his earlier followers, and it was the basis of a good deal of His moral teaching. When He said, "Take no thought for the morrow," and things of that sort, it was very largely because He thought the second coming was going to be very soon, and that all ordinary mundane affairs did not count.]

Λάθη εις την διδασκαλία του Χριστού

Με ενδιαφέρει ο Χριστός όπως εμφανίζεται στα Ευαγγέλια, λαμβάνοντας την Ευαγγελική περιγραφή ως αυτή έχει κι εδώ κάποιος βρίσκει ορισμένα πράγματα τα οποία δεν φαίνονται πολύ σοφά. Κατ’ αρχής, αναμφίβολα νόμιζε ότι η 2α παρουσία του θα ελάμβανε χώρα σε σύννεφα δόξας προτού το θάνατο των ανθρώπων που ζούσαν εις την εποχή του. Υπάρχουν μια σειρά από κείμενα που το αποδεικνύουν αυτό. Λέει για παράδειγμα: «ἀμὴν γὰρ λέγω ὑμῖν, οὐ μὴ τελέσητε τὰς πόλεις τοῦ Ἰσραὴλ ἕως ἂν ἔλθῃ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου.» [Ματθαίος, Κεφ. Ι΄ ]· κι υπάρχουν αρκετά σημεία όπου είναι ξεκάθαρο ότι πίστευε ότι η 2α παρουσία Του θα συνέβαινε ενώ ορισμένοι από τους τότε ζώντες δε θα είχαν πεθάνει. Αυτή ήταν η πίστη των πρώτων του μαθητών κι ήταν η βάση της ηθικής Του διδασκαλίας. Όταν είπε «34 Μὴ οὖν μεριμνήσητε εἰς τὴν αὔριον» [Ματθαίος, Στ΄], κι άλλα τέτοια, αυτό συνέβαινε διότι πίστευε ότι η 2α παρουσία θα έρχονταν πολύ γρήγορα, κι όλες οι συνηθισμένες ασχολίες δεν είχαν σημασία. (Πηγή: Why I am Not a Christian, Bertrand Russel)

 

Μυθοπλάστης: Bertrand Russel

Απάντηση: Εδώ.

 

 

Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΤΡΟΜΟΚΡΑΤΕΙ ΜΕ ΤΗ ΒΛΑΣΦΗΜΙΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ

(Κατά: Bertrand Russel, Why I am not a Christian)

 

[The Moral Problem

There is, of course, the familiar text about the sin against the Holy Ghost: "Whosoever speaketh against the Holy Ghost it shall not be forgiven him neither in this world nor in the world to come." That text has caused an  unspeakable amount of misery in the world, for all sorts of people have imagined that they have committed the sin against the Holy Ghost, and thought that it would not be forgiven them either in this world or in the world to come. I really do not think that a person with a proper degree of kindliness in his nature would have put fears and terrors of this sort into the world.]

Το Ηθικό πρόβλημα

Υπάρχει, φυσικά, το γνωστό κείμενο για το Άγιο Πνεύμα: «29 ὃς δ' ἂν βλασφημήσῃ εἰς τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιον, οὐκ ἔχει ἄφεσιν εἰς τὸν αἰῶνα, ἀλλ' ἔνοχός ἐστιν αἰωνίου κρίσεως» (Κατά Μάρκον, Κεφ. Γ΄). Αυτό το κείμενο προκάλεσε μια απερίγραπτη δυστυχία στον κόσμο, για όλους εκείνους τους ανθρώπους που έπραξαν την αμαρτία κατά του Αγίου Πνεύματος και που νόμιζαν ότι δεν θα τους συγχωρηθεί ούτε στον παρόντα ούτε στον επόμενο αιώνα. Πραγματικά δεν νομίζω ότι ένας άνθρωπος με ένα ορθό βαθμό καλοσύνης στη φύση του, θα μπορούσε να βάλει τέτοιου είδους φοβίες και τρόμους στον κόσμο.  (Πηγή: Why I am Not a Christian, Bertrand Russel)

 

Μυθοπλάστης: Bertrand Russel

Απάντηση: Εδώ.

 

 

Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΔΕΝ ΗΤΑΝ ΚΑΛΟΣ ΠΡΟΣ ΤΑ ΓΟΥΡΟΥΝΙΑ

(Κατά: Bertrand Russel, Why I am not a Christian)

 

[The Moral Problem

There are other things of less importance. There is the instance of the Gadarene swine, where it certainly was not very kind to the pigs to put the devils into them and make them rush down the hill into the sea. You must remember that He was omnipotent, and He could have made the devils simply go away; but He chose to send them into the pigs.]

Το Ηθικό πρόβλημα

Υπάρχουν άλλα πράγματα μικρότερης σημασίας. Υπάρχει το παράδειγμα των γουρουνιών των Γαδαρηνών, όπου δεν ήταν τόσο καλός προς τα γουρούνια βάζοντας τους δαίμονες μέσα τους και κάνοντάς τα να τρέξουν κάτω εις το λόφο και μέσα εις τη θάλασσα. Πρέπει να θυμηθείτε πως ήταν Παντοδύναμος και πως μπορούσε να διώξει απλώς τα δαιμόνια· αλλά διάλεξε να τα στείλει μέσα στα γουρούνια.(Πηγή: Why I am Not a Christian, Bertrand Russel)

 

Μυθοπλάστης: Bertrand Russel

Απάντηση: Εδώ.

 

 

ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΟ ΣΕΞ

 ΧΡΙΣΤΟΣ ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΕ ΠΑΝΑΓΙΑ & ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ

(Κατά: Bertrand Russel, Has Religion Made Useful Contributions to Civilization)

 

«Η εκκλησία έκανε όσα μπορούσε για να διαβάλει και να υποβαθμίσει το σεξ· η οικογενειακή στοργή διαβλήθηκε από τον ίδιο το Χριστό και το μεγαλύτερο μέρος των ακολούθων Του· [...] Η πολεμική ενάντια στην οικογένεια στα Ευαγγέλια είναι ένα ζήτημα το οποίο δεν έχει λάβει την προσοχή που αξίζει. Η Εκκλησία μεταχειρίζεται την Μητέρα του Χριστού με ευλάβεια, αλλά Αυτός ο Ίδιος έδειξε ελάχιστη τέτοια συμπεριφορά. Κατά Ιωάννη, Κεφ. Β΄ «4 λέγει αὐτῇ ὁ Ἰησοῦς· Τί ἐμοὶ καὶ σοί, γύναι;» είναι ο τρόπος Του που της μιλούσε. Λέει επίσης ότι ήρθε για να βάλει σε διαφωνία έναν άνθρωπο με τον πατέρα του, την κόρη ενάντια στη μητέρα της και την νύφη ενάντια την πεθερά, και ότι όποιος αγαπούσε τη μητέρα και τον πατέρα του περισσότερο από Αυτόν, δεν Του αξίζει· (Κατά Ματθαίον, Κεφ. Ι΄ «35 ἦλθον γὰρ διχάσαι ἄνθρωπον κατὰ τοῦ πατρὸς αὐτοῦ καὶ θυγατέρα κατὰ τῆς μητρὸς αὐτῆς καὶ νύμφην κατὰ τῆς πενθερᾶς αὐτῆς· 36 καὶ ἐχθροὶ τοῦ ἀνθρώπου οἱ οἰκιακοὶ αὐτοῦ. 37 Ὁ φιλῶν πατέρα ἢ μητέρα ὑπὲρ ἐμὲ οὐκ ἔστι μου ἄξιος· καὶ ὁ φιλῶν υἱὸν ἢ θυγατέρα ὑπὲρ ἐμὲ οὐκ ἔστι μου ἄξιος·»). Όλα αυτά σημαίνουν την διάσπαση του βιολογικού οικογενειακού δεσμού για τη σωτηρία του ποιμνίου· μια συμπεριφορά που είχε μεγάλη σχέση με την μισαλλοδοξία που ήρθε εις τον κόσμο με τη διάδοση του Χριστιανισμού», [Sex the church did everything it could to decry and degrade; family affection was decried by Christ himself and the bulk of his followers; [...]. The polemic against the family in the Gospels is a matter that has not received the attention it deserves. The church treats the Mother of Christ with reverence, but He Himself showed little of this attitude. "Woman, what have I to do with thee?" (John ii, 4) is His way of speaking to her. He says also that He has come to set a man at variance against his father, the daughter against her mother, and the daughter- in- law against her mother- in-law, and that he that loveth father and mother more than Him is not worthy of Him (Matt. x, 35- 37). All this means the breakup of the biological family tie for the sake of creed -- an attitude which had a great deal to do with the intolerance that came into the world with  the spread of Christianity], Πηγή: Has Religion Made Useful Contributions to Civilization, Bertrand Russel

 

Μυθοπλάστης: Bertrand Russel

Απάντηση: Δεν θα γίνει ανάλυση περί του σεξ και του Χριστιανισμού εις την παρούσα σελίδα, μιας κι αυτό συμβαίνει σε διαφορετική, αλλά εκείνο που μπορεί να λεχθεί είναι ότι το σεξ στο Χριστιανισμό επιτρέπεται αρκεί να είναι νόμιμο (Μυστήριο Γάμου), ώστε να διασφαλίζεται ως επί το πλείστον το πραγματικό ενδιαφέρον του ενός ανθρώπου για τον άλλο και να μην περιπίπτουν τα ζευγάρια σε ένα είδος σωματικής εμπορίας (πορνεία) με στόχο μόνο και μόνο την απόλαυση· επιπλέον έγγαμη σχέση δύο προσώπων χωρίς την πρόσκληση του Θεού (Μυστήριο) σ’ αυτήν, δεν νοείται για ένα Χριστιανό· είτε ο Θεός υπάρχει σ’ όλες τις εκφάνσεις της ζωής, είτε «δεν υπάρχει».

Ασφαλώς στη σημερινή κοινωνία, μια σειρά από παράγοντες υπονομεύουν το Γάμο σε σχέση με τους προηγούμενους αιώνες, ιδιαίτερα η αποχριστιανοποίηση της παιδείας των ανθρώπων, η προσκόλληση στα σωματικά πάθη κ.α., μα αυτό δεν έχει να κάνει με διαβολές ή υποβαθμίσεις του σεξ. Η αναπαραγωγή είναι ευλογημένη από το Θεό (πρβλ. Γένεσις, Α΄ «28 καὶ εὐλόγησεν αὐτοὺς ὁ Θεός, λέγων· αὐξάνεσθε καὶ πληθύνεσθε καὶ πληρώσατε τὴν γῆν ») κι το μόνο μέσο για να πραγματοποιηθεί αυτή, είναι το σεξ κι η ηδονή, χωρίς όμως κανείς να εγκλωβίζεται σ’ αυτά καθ’ εαυτά, όπως δεν πρέπει να εγκλωβίζεται εις τις τροφές.

Εκείνο που έχει σημασία εδώ είναι οι υποκρισίες των «Ορθολογιστών»· ο Ράσσελ έχει διατυπώσει την εξής άποψη για τον εαυτό του: «Ήμουν Ορθολογιστής από τότε που θυμάμαι και δε σκοπεύω να πάψω να είμαι, όποια προσφυγή στο παράλογο κι αν συμβεί» (1).

Χαρακτηριστικό όλων των «ορθολογιστών», ενάντια στην Εκκλησία, είναι η παράβλεψη της ανορθολογικής χρήσης του ανθρώπινου σώματος, κάθε φορά που το σεξ συμπεριλαμβάνεται στις διαβολές τους (2). Είναι ένα εκπληκτικό τέχνασμα ανορθολογισμού, το οποίο εισάγει το συναίσθημα, εκεί που υποτίθεται ο ορθολογισμός δε θα έπρεπε να το ανακατεύει, δηλαδή στην ανεύρεση της αλήθειας· (3) κανείς δεν πρέπει να ξεχνά, πως η αναζήτηση της αλήθειας με το συναίσθημα δεν είναι αποδεκτή, για έναν ορθολογιστή, αλλά μάλλον ένα κατηγορητήριο, εφόσον μόνο η θρησκευτική άποψη, υποτίθεται, επιλέγεται συναισθηματικά, κι άρα μη ορθολογικά: «ο πραγματικός λόγος που ο κόσμος δέχεται τη θρησκεία δεν έχει να κάνει με την επιχειρηματολογία. Αποδέχεται τη θρησκεία συναισθηματικά» (4). Η ταύτιση λοιπόν θρησκείας, ή συναισθηματισμού, με τις ορθολογικές πρακτικές, είναι κάτι το μιαρό για τους ορθολογιστές: «Δεν πρέπει να πιστεύουμε, και δεν πρέπει να προσπαθούμε να κάνουμε άλλους να πιστέψουν, καμία δήλωση για την οποία δεν υπάρχει καμία οποιοδήποτε απόδειξη. Αυτή είναι μια μετριόφρων δήλωση, κι αν καταφέρεις να κρατηθείς σ’ αυτήν, να είσαι αρκετά σίγουρος πως δεν πρόκειται να γίνεις μια προικισμένη οπισθοδρομική εκκλησία» (5).

Ο λόγος, ίσως, που οι ορθολογιστές δεν προσβάλλουν τις ανορθολογικές χρήσεις του σώματος κατά το σεξ, έχει να κάνει με αυτό που προβάλλει ο Ράσσελ:  «Δεν είμαστε ακόμη, κι υποθέτω, οι άνδρες κι οι γυναίκες ποτέ δεν θα γίνουν πλήρως λογικοί. Ίσως, αν ήμασταν, δεν θα είχαμε όλες τις χαρές που έχουμε τώρα» (6). Ασφαλώς, χαρές είναι και τα «πάθη », όπου η «προσφυγή στο παράλογο» δεν αποφεύγεται από τους ορθολογιστές. Για τους ορθολογιστές, «λογική» μπορεί να ορίζεται η προσφυγή εις τη βία (7) για τον περιορισμό των γεννήσεων, δηλαδή των υπάρξεων, που προκύπτουν από μια ορθολογική χρήση του αναπαραγωγικού συστήματος, με γνώμονα την αποφυγή του «υπερπληθυσμού» του πλανήτη, αν κι οι ίδιοι βεβαίως είναι αποτελέσματα αυτής της ορθολογικής χρήσης του σώματος. Για την Εκκλησία του Χριστού δεν υπάρχει βία απέναντι στα σωματικά πάθη, αλλά η ελευθερία της εγκράτειας. Εντούτοις...

 

Ράσσελ, Αγνωστικισμός & σεξ

1. «Ως φιλόσοφος, αν μιλούσα σ’ ένα καθαρά φιλοσοφικό κοινό, θα έλεγα ότι θα έπρεπε να περιγράψω τον εαυτό μου ως αγνωστικιστή, επειδή δεν νομίζω ότι υπάρχει ένα οριστικό επιχείρημα με τον οποίο κάποιος να μπορεί να αποδείξει ότι δεν υπάρχει Θεός» (7α)

2. «Οι αγνωστικιστές, ως τέτοιοι, δεν έχουν διαφορετικές απόψεις για το σεξ. Αλλά οι περισσότεροι εξ αυτών, θα παραδέχονταν ότι υπάρχουν ισχυρά επιχειρήματα ενάντια εις την αχαλίνωτη ικανοποίηση των σεξουαλικών επιθυμιών. Όμως θα εξήγαγαν αυτά τα επιχειρήματα από επίγειες πηγές κι όχι από υποτιθέμενες θείες εντολές» (7β)

3. «Κανείς, παρά μόνο ένας ανόητος θα ικανοποιούσε κάθε παρόρμηση, αλλά εκείνο που κρατάει μια επιθυμία υπό έλεγχο είναι πάντα μια άλλη επιθυμία». (7γ)

 

Χριστός & Παναγία

Ο Ράσσελ ισχυρίζεται ότι «Η Εκκλησία μεταχειρίζεται την Μητέρα του Χριστού με ευλάβεια», αλλά όχι ο Χριστός, καθ’ όσον στο Κατά Ιωάννη, Κεφ. Β΄ της είπε: «4... Τί ἐμοὶ καὶ σοί, γύναι;», δηλαδή «τί ομοιότητα έχω εγώ μ’ εσένα γυναίκα;».

Ο Ράσσελ μπαίνει ξανά σε επιχειρήματα συναισθηματισμού, παρά ορθολογισμού, για να πολεμήσει την Αγία Γραφή· εντούτοις βγαίνει χαμένος κι από τα δύο αυτά χειριστήρια του. Αυτό συμβαίνει για δύο λόγους:

α. Ο Χριστός δηλώνεται στα Ευαγγέλια ως υιός της Παναγίας, αλλά κι Υιός του Θεού. Όταν λοιπόν ο Χριστός δηλώνει αυτή τη διαφορά, δηλαδή τη διαφορά θεότητας κι ανθρώπου εις τη Μητέρα Του, δεν υπάρχει τίποτα το ανορθολογικό. Ο Χριστός ήταν κι είναι Θεός, κι η Παναγία ήτο θνητή και πλάσμα Του. Αν ο Ράσσελ, ή οι «ορθολογιστές», επιθυμούν να αποσιωπούν ή να μη λαμβάνουν την μία από τις δύο αυτές τις ιδιότητες του Χριστού εις τον Ευαγγελικό λόγο, αυτό είναι δικαίωμα τους· μα είναι το ίδιο σφαλερό με το να αποδέχονται σε ένα πρόβλημα, πως ένα αέριο καταλαμβάνει χώρο 1 κυβικού μέτρου, μη λαμβάνοντας υπ’ όψιν τους και το ότι βρίσκεται σε θερμοκρασία 500 βαθμών Κελσίου, κι όχι 10.

β. Δεν υπάρχει βεβαίως και τίποτε το ηθικά επιλήψιμο σ’ αυτό που είπε ο Χριστός. Αντίθετα θα ήτο επιλήψιμο να μην υπάκουε η Παναγία το Θεό της, όπερ και δε συνέβη: «... 5 λέγει ἡ μήτηρ αὐτοῦ τοῖς διακόνοις· Ὅ,τι ἂν λέγῃ ὑμῖν ποιήσατε». Η Παναγία ζήτησε υπακοή από τους διακόνους προς τον Θεό/Υιό της, αφού πρώτη εκείνη είχε υπακούσει σ’ Αυτόν, πράγμα που δηλώνει ότι είχε σαφώς εννοήσει εκείνο που της είχε πει ο Ιησούς και που δεν εννόησε ο Ράσσελ. Η Εκκλησία την τίμησε ως Παναγία και γι’ αυτό· διότι για να λάβει την τιμή να γεννήσει τον Υιό του Θεού, σημαίνει πως γνώριζε μέσα της να κάνει υπακοή εις το θέλημα του Κυρίου και Θεού της.

Με λίγα λόγια, είναι λογική κι υπαρκτή η διαφορά ανθρώπου και Θεού και δεν υπάρχει ηθική αβαρία εις το να υπακούσει ένας άνθρωπος το Θεό και Πλάστη του.

 

Οικογένεια, Χριστός & Ράσσελ

Ο Ράσσελ εμφανίζεται εις την παρούσα ως υπερασπιστής της «οικογενειακής θαλπωρής»: «Όλα αυτά σημαίνουν την διάσπαση του βιολογικού οικογενειακού δεσμού για τη σωτηρία του ποιμνίου· μια συμπεριφορά που είχε μεγάλη σχέση με την μισαλλοδοξία που ήρθε εις τον κόσμο με τη διάδοση του Χριστιανισμού». Κι όχι μόνο της βιολογικής, ως ισχυρίζεται, αφού ενδιαφέρεται και για το «νύμφην κατὰ τῆς πενθερᾶς αὐτῆς».

Ο Ράσσελ πίπτει ξανά σε 2 σφάλματα. Ένα ηθικής κι ένα λογικής:

α) Ηθικώς, η υποστήριξή του υπέρ της οικογενείας γενικά, είναι παράδοξη, αν σκεφτεί κανείς πως στην εργασία του «Why I am not a Christian», δεν το απασχολεί η διάλυση μιας οικογένειας, όταν προσπαθεί να τορπιλίσει την ηθική της Εκκλησίας (8) και να πλασάρει μια δική του. Μάλιστα εκείνη τη συνέχιση μιας οικογένειας, υπέρ ενός παιδιού που ακόμη δεν υπάρχει, δηλαδή που είναι στην ουσία εν δυνάμει μέλος της οικογένειας, τη θεωρεί ως μια «καθυστέρηση της προόδου» (9). Αυτό βέβαια είναι ένα λάθος «δύο σταθμών και δύο ζυγιών» εις τη φιλοσοφική του ενασχόληση, το οποίο συμπληρώνεται από τη δική του προσωπική βιωματική πορεία, εκείνης των 4 διαζυγίων, τα οποία δεν είναι σίγουρο ότι δικαιολογούνται όλα από «ορθολογικά» αίτια. Ηθικώς δηλαδή, δεν είναι δυνατόν ο Ράσσελ να αφαιρεί στο Χριστό το δικαίωμα της «διασπάσεως» οικογενειών, για τους λόγους που παρουσιάζονται εις το β), όταν αυτός ο πρώτος διασπά οικογένειες για το προσωπικό του συμφέρον, αντί των υπολοίπων (βλ «για τη σωτηρία του ποιμνίου» και ταινία Religulous).

β) Ορθολογικά, η ενασχόληση του φιλοσόφου με το παρόν εδάφιο του Ευαγγελικού λόγου ενέχει σφάλματα λογικής. Ο Χριστός δηλώνει ότι η εμφάνισή Του εις τη Γη θα φέρει διχόνοια: «35 ἦλθον γὰρ διχάσαι ἄνθρωπον». Μια διχόνοια είναι ένας χωρισμός. Διχόνοια υπάρχει μεταξύ καλού και κακού, αλλά αυτή η διχόνοια δεν έχει καμιά ηθική ιδιότητα αυτή καθ’ εαυτή. Αν λοιπόν το καλό ενανθρώπισε, δεν υπάρχει τίποτα το μεμπτό εις τη διχόνοια που θα επιφέρει ως προς το φαύλο.

Το πρόβλημα δεν είναι συνεπώς εκείνο της διχόνοιας ή το αν ο Χριστός θα φέρει την διχόνοια, αλλά αν ο Χριστός βρίσκεται στη σωστή παράταξη από τις δύο διχασμένες, που επέφερε η ενσάρκωσή Του.  Είναι λοιπόν ο Θεός της Αγάπης μεταξύ των ανθρώπων Εκείνος που βρίσκεται από τη λάθος πλευρά της διχόνοιας; Είναι οι ακόλουθοί Του; ή είναι οι μισώντες το Χριστό από τη σωστή; Αυτό είναι που έχει σημασία.

Δεν θα πρέπει να ξεχνά κανείς ότι ο Ράσσελ υπήρξε ειρηνιστής ενάντια εις τους πολεμοκάπηλους. Έλαβε κι αυτός μέρος σε μια διχόνοια της κοινωνίας. Στη δική του περίπτωση η διχόνοια επήλθε από τη διαφοροποίηση, εκείνου που αγαπά την ειρήνη κι εκείνου που αγαπά τον πόλεμο. Το δε ηθικό βάρος δεν πέφτει πάνω εις τη διχόνοια αυτή καθ’ εαυτή, αλλά εις το τι πρεσβεύει κάθε παράταξη της διαφωνίας.

Ο διχασμός των οικογενειών, επί τη πίστη ενός μέλους των εις το Χριστό, επέρχεται εκ της αντιπάθειας των μελών της επί αυτού· ούτως ή άλλως ο Χριστιανός δεν μπορεί να παραβλέπει εις την παρούσα περίπτωση τις «10 εντολές», οι οποίες δεν καταργήθηκαν από το Χριστό, αλλά συμπληρώθηκαν (10), ιδίως όταν μία εξ αυτών αναφέρει: Έξοδος, Κεφ. Κ΄ «12 τίμα τὸν πατέρα σου καὶ τὴν μητέρα σου, ἵνα εὖ σοι γένηται, καὶ ἵνα μακροχρόνιος γένῃ ἐπὶ τῆς γῆς τῆς ἀγαθῆς, ἧς Κύριος ὁ Θεός σου δίδωσί σοι»,

Ορθολογικά η  φράση «36 καὶ ἐχθροὶ τοῦ ἀνθρώπου οἱ οἰκιακοὶ αὐτοῦ» μπορεί να εκληφθεί έχοντας δύο σημασίες, πράγμα που δεν θέλει να αντιληφθεί ο Ράσσελ, ο οποίος πρόθυμα επιδικάζει το Θεό. Είτε λοιπόν, πως ο (χριστιανός) άνθρωπος εχθρεύεται την οικογένειά του, είτε πως ο άνθρωπος (χριστιανός) δέχεται εχθρική επίθεση από τους οικείους του, για τη δική του πίστη. Ένεκα όμως της ανωτέρω εντολής του Θεού, δεν μπορεί ο Χριστιανός να είναι εκείνος που μισεί κυριολεκτικά την οικογένειά του, ιδίως όταν αυτός είναι επιπλέον και μαθητής της διδασκαλίας της Αγάπης, αλλά μόνο μεταφορικά (βλ. κάτωθι).

Δε θα είναι ο μαθητής Του Χριστού που θα αποφασίσει να αποκοπεί από την οικογένειά του, αλλά οι δικοί του άνθρωποι, και δηλαδή της οικογενείας του θα γίνουν πολέμιοί του κι εχθροί του, αποκόπτοντάς τον με απέχθεια, επειδή αυτός αποφάσισε ελεύθερα να ακολουθήσει τον Ιησού Χριστό. Και τέτοια παραδείγματα υπήρξαν πολλά κατά την εποχή που μέσα σε ειδωλολατρικές οικογένειες κάποιος γίνονταν Χριστιανός· και σήμερα υπάρχουν (βλ. και Τουρκία) και θα υπάρξουν κι άλλα.

Όσο αφορά το Κατά Λουκά, Κεφ Ιδ΄ 26 (11), το οποίο δεν παρουσιάζει ο Ράσσελ, παρατηρεί κανείς ότι η αναφορά για μίσος του Χριστιανού, όχι μόνο προς την οικογένειά του, αλλά και για τη ψυχή του, δηλαδή για τη ζωή του είναι μεταφορική. Η λέξη ψυχή στην Αγία Γραφή έχει τρεις κυρίως έννοιες: Τη φύση, την υπόσταση και τη ζωή.

Πώς λοιπόν κάποιος ακόλουθος του Χριστού δείχνει «μίσος» για τα αγαπημένα του πρόσωπα και για τη ζωή του;

Την εποχή των Ευαγγελίων, όταν οι ειδωλολάτρες συλλάμβαναν μια Χριστιανική οικογένεια, ζητούσαν από τον Χριστιανό να θυσιάσει στους ψεύτικους θεούς τους. Και τον απειλούσαν ότι αν δεν το κάνει, θα τον σκοτώσουν. Κρατούσαν τη γυναίκα του, τα παιδιά του και τους γονείς του, και τους έσφαζαν ή βασάνιζαν μπροστά του ζωντανούς, με κάθε βάρβαρο μέσο, για να τον αναγκάσουν να αρνηθεί τον Χριστό.

Όταν λοιπόν εκείνος γίνονταν αιτία να τα παθαίνουν όλα αυτά τα αγαπημένα του πρόσωπα, για χάρη της δικής του πίστης, ήταν σαν να τους μισεί. Κι όταν υπέμενε τα ίδια βασανιστήρια αυτός ο ίδιος μέχρι θανάτου, ήταν σαν να μισούσε τη ψυχή του. Με την κοινή ανθρώπινη λογική, πρέπει να μισείς κάποιον για να γίνεται η επιμονή σου για τον Χριστό αιτία να τα παθαίνει όλα αυτά, όταν με μια απλή άρνηση του Χριστού μπορείς να τους «σώσεις» (μεταθέσεις) από το βιολογικό θάνατο.

 Όταν δε, λόγω του διχασμού που επέρχεται σε μια οικογένεια όταν κάποιος γίνεται Χριστιανός, βλέπει καθημερινά τους δικούς του που είναι άπιστοι, να αντιμετωπίζουν χίλια δυο ψυχολογικά προβλήματα επειδή δεν ανέχονται την πίστη του, κι όμως αυτός συνεχίζει να τους τα δημιουργεί πιστεύοντας, ενώ ταυτόχρονα βασανίζεται κι ο ίδιος από τους ίδιους λόγους, είναι σαν να μισεί κι αυτούς και τον εαυτό του, χάριν του Χριστού.

Πρέπει δε να σημειωθεί, πως η διχόνοια μέσα σε μια οικογένεια δεν επιφέρει πάντα αυτό που τονίζει ο Ράσσελ, ότι δηλαδή λαμβάνει χώρα «διάσπαση του βιολογικού οικογενειακού δεσμού για τη σωτηρία του ποιμνίου»· διχόνοια μέσα σε μια οικογένεια μπορεί να υπάρχει για ποικίλα θέματα χωρίς «φυσική» διάσπασή της. Ακόμη και στη σύγχρονη εποχή, ιδίως οι νεοφώτιστοι Χριστιανοί εν καιρώ νηστείας, έχουν να αντιμετωπίσουν τις αντιδράσεις των οικείων τους, οι οποίοι βλέπουν καμιά φορά τις εγκράτειες ως «αλλόκοτη συμπεριφορά» κι επιτίθενται στους νέους με ειρωνείες, σχόλια κι επιθετική διάθεση, όλο το καιρό της διάρκειάς της αποχής από διάφορες έξεις. Αυτό όμως δε σημαίνει ότι ο Χριστιανός έχει το άδικο, ή ότι πρέπει πάντα να κάνει περισσότερη υπακοή στους δικούς του, αν αυτοί απομακρυνθούν από το Ευαγγέλιο και τον πιέζουν να γίνει αιρετικός ή άθεος, από ότι στο Χριστό.

Βασικά δηλαδή, πρέπει να επανέλθει ο αναγνώστης εις το ζήτημα για το αν ο Χριστός πρεσβεύει το αγαθό ή ο φαύλο. Διότι μια διχόνοια δεν έχει νόημα, αν δεν υπάρχουν δύο αντίπαλες απόψεις. Πρέπει λοιπόν ο αναγνώστης να αναρωτηθεί, τί πρεσβεύει το κάθε μέλος της διχόνοιας που επέφερε ο Χριστός.  Για παράδειγμα, αν ένας κτηνίατρος διαχώριζε από ένα μείγμα νερωμένου ή μολυσμένου γάλακτος, το  γάλα από την περίσσεια νερού ή της μόλυνσης, δεν θα ήτο ο ιατρός εκείνος που είχε το λογικό, ή το ηθικό σφάλμα.

 

Από αριστερά προς τα δεξιά:

α) 18 Φεβρουαρίου 1961: Ο Βρετανός φιλόσοφος, μαθηματικός και Νομπελίστας, Μπερτράντ  Αρθούρος Γουίλιαμ Ράσσελ (1872-1970), γνωστός κι ως 3ος Έρλ Ράσσελ, διευθύνει τους διαδηλωτές στην πλατεία Τραφάλγκαρ του Λονδίνου, προτού βαδίσει κατά του Υπουργείου Αμύνης όπου θα τελούσε μια καθιστική διαμαρτυρία ενάντια στα πυρηνικά όπλα. [Φωτογραφία Keystone/Getty Images] (Πηγή: http://www.gettyimages.com/detail/3347750/Hulton-Archive)

β) 18 Φεβρουαρίου 1961: Ο 89άχρονος φιλόσοφος και ορθολογιστής Μπέρτραντ Ράσσελ (στο κέντρο), έτυχε αναγνώρισης για τους κοινωνικούς του αγώνες κατά τη διάρκεια των δεκαετιών του 1950 και 1960. Ο Ράσσελ ήταν ο ιδρυτής της Εκστρατείας για τον Πυρηνικό Αφοπλισμό το 1958. Η καθιστική διαμαρτυρία αντι-Πολάρις (οι Πόλαρις ήταν βαλλιστικοί πύραυλοι εκτοξευόμενοι από υποβρύχια) έλαβε χώρα έξω από το Υπουργείο Αμύνης το 1961. Στο Ράσσελ επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης 2 μηνών (που μειώθηκε σε παρουσιάσεις μίας εβδομάδος) για την αντιπυρηνική του εκδήλωση. Πέθανε ηλικιωμένος στα 97 το 1970. [Φώτο: Grant, Henry] (Πηγή: http://www.museumoflondon.org.uk/English/Collections/OnlineResources/X20L/objects/record.htm?type=object&id=743008)

γ) Ο Μπέρτράντ Ράσσελ και ο Έντιθ Φίντς οδηγού μια σιωπηλή πορεία με μέλη της Εκστρατείας για τον Πυρηνικό Αφοπλισμό στο Γουάιτχολ, κατά την δέκατηέκτη επέτειο της βόμβας της Χιροσίμας. [Φώτο: Keystone/Getty Images] (Πηγή: http://www.gettyimages.com/detail/2664014/Hulton-Archive)

 

Ράσσελ, δύο ζύγια & δύο σταθμά

Ο Ράσσελ υπήρξε πάντα αυστηρός με το Χριστό, επειδή δεν πιστεύει εις το Θεό, και πάρα πολύ επιεικείς με την επιστήμη και με τους επιοστήμονες:

α. «Οι ανακαλύψεις της σύγχρονης φυσικής έθεσαν στα χέρια των κυβερνήσεων πρωτοφανείς δυνάμεις και για καλό και για κακό» (12)

Σ’ αυτή τη φράση βλέπει κανείς τη διχόνοια που έφερε η ανακάλυψη της πυρηνικής ενέργειας εις τον κόσμο. Επειδή ο Ράσσελ ήτο ειρηνιστής, ποτέ δεν καυτηρίασε το ένα μέρος της διχόνοιας αυτής, αλλά μόνο το άλλο. Με το Χριστό δε συμπεριφέρεται ομοίως σε ζητήματα διχόνοιας, όπως συμπεριφέρεται με τους επιστήμονες της πυρηνικής ενέργειας:

«Μα οι δυσκολίες ξεπεράστηκαν και τώρα η πιθανότητα, που οι επιστήμονες έβλεπαν για πάνω από σαράντα χρόνια, μπήκε στη ζωή της πρακτικής πολιτικής. Τα εργαστήρια του Ράδερφορντ και του Μπορ, του Χάισενμπεργκ, του Σρέντιγκερ και ενός αριθμού άλλων ξεχωριστών ανδρών, των ικανότερων ανθρώπων της εποχής μας, οι περισσότεροι των οποίων ήταν με ευγενή σκέψη, υψηλόφρονες κι αφοσιωμένοι στα κοινά, έφεραν καρπούς· για μια στιγμή, με τη χρήση μιας μικρής βόμβας, κάθε ίχνος ζωής σε τέσσερα μίλια μιας πυκνοκατοικημένης πόλης εξολοθρεύτηκε. Καθώς γράφω, έμαθα πως μια δεύτερη βόμβα ρίφθηκε στο Ναγκασάκι» (13)

 

Σημειώσεις

01. I have been a Rationalist ever since I can remember, and I do not propose to cease to be so whatever appeals to unreason may be made, Whya I am a rationalist, Bertrand Russel.

02. Για τον ανορθολογισμό του σεξ, βλ. σελίδα έρωτας, «Το χωράφι, ο περαστικός & οι γεωργοί».

03. Βλέπε σελίδα «Ακατάλληλη δια ανηλίκους»

04. «As I said before, I do not think that the real reason that people accept religion has anything to do with argumentation. They accept religion on emotional grounds», Why I am not a Christian, Bertrand Russel.

05. ....we ought not to believe, and we ought not to try to cause others to believe, any proposition for which there is no evidence whatever. That seems a modest proposition, and if you can stick to that you will be fairly sure that you are not going to become a sort of ossified endowed church, Why iam a rationalist, Russell Bertrand.

06. We are not yet, and I suppose men and women never will be, completely rational. Perhaps, if we were, we should not have all the pleasures that we have at present;, Why I am a Rationalist, Bertrand Russel.

07. «Ο έλεγχος των γεννήσεων είναι υψίστης σημασίας, ειδικά σε σχέση με την πιθανότητα μιας παγκόσμιας κυβέρνησης, που πολύ δύσκολα θα σταθεροποιηθεί αν μερικά έθνη αυξήσουν τον πληθυσμό τους περισσότερο από άλλα. Σήμερα, ο έλεγχος των γεννήσεων αυξάνει σε όλες τις πολιτισμένες χώρες, αν και στις περισσότερες υπάρχει αντίδραση από τις κυβερνήσεις. Αυτή η αντίδραση οφείλεται μερικώς σε καθαρή δεισιδαιμονία κι επιθυμία να συμπεριληφθεί η Καθολική ψήφος, μερικώς στην επιθυμία για μεγάλα στρατεύματα και  στον βαρύ ανταγωνισμό μεταξύ εκείνων που κερδίζουν από τους πολέμους, όπως και να κρατούν χαμηλά τα ημερομίσθια. Παρά τις αντιδράσεις των κυβερνήσεων, φαίνεται πιθανό ότι ο έλεγχος των γεννήσεων θα οδηγήσει σε μια σταθερότητα του πληθυσμού στα περισσότερα λευκά έθνη στα επόμενα πενήντα χρόνια». (ογ) [Birth-control is a matter of great importance, particularly in relation to the possibility of a world- government, which could hardly be stable if some nations increased their population much more rapidly than others. At present, birth-control is increasing in all civilized countries, though in most it is opposed by governments. This opposition is due partly to mere superstition and desire to conciliate the Catholic vote, partly to the desire for large armies and severe competition between wage-earners, so as to keep down wages. In spite of the opposition of governments, it seems probable that birth-control will lead to a stationary population in most white nations within the next fifty years], Icarus or the Future of Science, Bertrand Russel.

7α. Agnostics, as such, have no distinctive views about sexual morality. But most of them would admit that there are valid arguments against the unbridled indulgence of sexual desires. They would derive these arguments, however, from terrestrial sources and not from supposed divine commands, What Is an agnostic, , Bertrand Russel.

7β. As a philosopher, if I were speaking to a purely philosophic audience I should say that I ought to describe myself as an Agnostic, because I do not think that there is a conclusive argument by which one prove that there is not a God, Am I an Atheist or an Agnostic, Bertrand Russel.

7γ. No one but a fool indulges every impulse, but what holds a desire in check is always some other desire, What Is an agnostic, Bertrand Russel.

08.  Ας υποθέσουμε ότι σε αυτόν τον κόσμο που ζούμε σήμερα, ένα άπειρο κορίτσι παντρεύεται ένα συφιλιδικό άνδρα, σ’ αυτή την περίπτωση η Καθολική Εκκλησία λέγει: «Αυτό είναι ένα αδιάλυτο Μυστήριο. Πρέπει να μείνετε μαζί για όλη σας τη ζωή» και κανένα είδους βήμα δεν πρέπει να γίνει από εκείνη τη γυναίκα για να προστατευτεί από τη γέννηση ενός συφιλιδικού παιδιού. Αυτό είναι όσα λέει η Καθολική Εκκλησία. Κι υποστηρίζω ότι είναι σατανική απανθρωπιά και κανενός οι φυσικές συμπόνιες που δεν έχουν διαστρεβλωθεί από το δόγμα, ή εκείνοι που η ηθική φύση τους δεν είναι πλήρως νεκρή σε όλα τα είδη πόνου, μπορεί να υποστηρίξει ότι είναι σωστό και κατάλληλο να παραμείνει εκείνη η κατάσταση ως έχει, βλ. ανωτέρω, How The Churches Have Retarded Progress, Why I am not a Christian, Bertrand Russel.

09. βλ. επικεφαλίδα ανωτέρω ενότητας της σημείωσης 8 («How The Churches Have Retarded Progress»).

10. Κατά Ματθαίον, Κεφ. Ε΄ «17 Μὴ νομίσητε ὅτι ἦλθον καταλῦσαι τὸν νόμον ἢ τοὺς προφήτας· οὐκ ἦλθον καταλῦσαι ἀλλὰ πληρῶσαι».

11. Κατά Λουκά, Κεφ Ιδ΄ «26 Εἴ τις ἔρχεται πρός με καὶ οὐ μισεῖ τὸν πατέρα ἑαυτοῦ καὶ τὴν μητέρα καὶ τὴν γυναῖκα καὶ τὰ τέκνα καὶ τοὺς ἀδελφοὺς καὶ τὰς ἀδελφάς, ἔτι δὲ καὶ τὴν ἑαυτοῦ ψυχὴν, οὐ δύναταί μου μαθητής εἶναι.»

12. , The discoveries of modern science have put into the hands of governments unprecedented powers both for good and for evil, The Divorce Between Science And Culture, Bertrand Russel.

13. But the difficulties were overcome, and now the possibility, which scientists have foreseen for over forty years, has entered into the world of practical politics. The labours of Rutherford and Bohr, of Heisenberg, and Schrödinger, and a number of other distinguished men, the ablest men of our time, and most of them both high-minded and public-spirited, have borne fruit: in an instant, by means of one small bomb, every vestige of life throughout four square miles of a populous city has been exterminated. As I write, I learn that a second bomb has been dropped on Nagasaki, The bomb and civilization, Bertrand Russel.

 

 

ΑΠΟΛΟΓΗΤΙΚΑ ΣΧΟΛΙΑ

 

Κολλοσαείς, Κεφ. Β΄ «8 Βλέπετε μή τις ὑμᾶς ἔσται ὁ συλαγωγῶν διὰ τῆς φιλοσοφίας καὶ κενῆς ἀπάτης, κατὰ τὴν παράδοσιν τῶν ἀνθρώπων, κατὰ τὰ στοιχεῖα τοῦ κόσμου καὶ οὐ κατὰ Χριστόν·»

 

 

ΑΝΤΙΦΑΣΕΙΣ - ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ ΤΟΥ ΡΑΣΣΕΛ

(πρβλ. και Chapter II, Necessary Propositions and the Law of Contradiction, A Critical Exposition of the Philosophy of Leibniz, Russell Bertrand)

 

 

Ήχος. Μέγεθος: 37Kb - Διάρκεια 9΄΄. «Μια δεκαετία αργότερα, ο Μπέρτραντ Ράσσελ ήταν ο παραλήπτης του Βραβείου Νόμπελ Λογοτεχνίας και ανακηρύχτηκε ένας από τους πιο λαμπρούς διανοητές του 20ου αιώνα». [A decade later Bertrand Russel was the recipient of the Noble price for literature and acclaimed one of the most brilliant thinkers of the 20th century]. (Πηγή: What I Believe - Preface, Audio Book, Preface, Audio Partners Publishing Corporation, Bertrand Russel).

 

 

1) Ελεύθερη Βούληση & μη Ελεύθερη Βούληση Νο1 (Φυσικός Νόμος)

Ο φιλόσοφος Ράσσελ θέλοντας να ανατρέψει ένα χριστιανικό δόγμα περί της Ελεύθερης Βούλησης του ανθρώπου, το οποίο είτε δεν κατάλαβε καλά είτε δεν του το ερμήνευσαν σωστά αιρετικοί,  στο πόνημά του «Είχε χρήσιμα αποτελέσματα για τον πολιτισμό η θρησκεία;», υποστηρίζει ότι ο άνθρωπος δε διαθέτει ελεύθερη βούληση κι ότι υπόκεινται οι πράξεις του στο Φυσικό Νόμο (βλ. σημείωση 4).

Από την άλλη μεριά,

α) για να καταρρίψει το Φυσικό Νόμο στηρίζει ακριβώς το αντίθετο, ότι δηλαδή «Οι περισσότεροι νόμοι της φύσης είναι του αυτού ιδίου είδους. Είναι στατιστικές πιθανότητες τέτοιες όπως προκύπτουν από τους νόμους της τύχης· κι αυτό μας λέει πως όλη αυτή η ιστορία του φυσικού νόμου είναι πάρα πολύ λιγότερο εντυπωσιακή από ότι ήταν πριν».

β) Παρότι ως ελέχθη δε δέχεται ελεύθερη βούληση στον άνθρωπο, εντούτοις ένα άλλο πολύ γνωστό πόνημα του φέρει τον τίτλο «Η λατρεία του ελεύθερου ανθρώπου» [A Free Man's Worship].

Ο Ράσσελ θεωρεί πως το σώμα είναι ανελεύθερο μέσα στο χώρο και τους νόμους της Φύσης, αλλά δέχεται ως μόνη ελεύθερη τη σκέψη (βλ. σημείωση δ)· είναι άγνωστο όμως με ποιον τρόπο μπορεί να υπάρχει Ελεύθερος Άνθρωπος ή Ελεύθερη έστω σκέψη, όταν δεν υπάρχει Ελεύθερη Βούληση, όλα ελέγχονται από Φυσικούς νόμους κι όταν ο ίδιος ο Ράσσελ δεν αποδέχεται την ύπαρξη Ψυχής· δηλαδή όταν δεν κάνει τίποτα παραπάνω παρά να λέγει πως η σκέψη υπόκεινται κι αυτή στην ανελευθερία των φυσικών νόμων, ως αποτέλεσμα των «μεταβολών» της ύλης του εγκεφάλου.

Πράγματι, μόνο αν ο Ράσσελ δεν υποστήριζε αυτό του το δόγμα περί ελεύθερης σκέψης, ενώ παράλληλα απορρίπτει την Ελευθέρα Βούληση που διδάσκει η Εκκλησία, θα μπορούσε να αυτοβαυκαλίζεται ότι είναι «αδογμάτιστος» και δηλαδή ότι ανήκει στους «ελεύθερα σκεφτόμενους διανοούμενους». Ο Πόλεμος ενάντια στο Χριστιανισμό, περνά μέσα από αυτό το παραμύθι περί «ελευθερίας», των Χιλίων και Μιας Νυχτών, του φιλοσοφικού ή αθεϊστικού σκοταδισμού.

 

2) Ελεύθερη Βούληση & μη Ελεύθερη Βούληση Νο2 (Αλκοόλ & Μυστικισμός)

Ξανά ο Ράσσελ για να επιτεθεί εις την Ελεύθερη Βούληση, την οποία φαίνεται να αντιπαθεί ομοίως με το Χριστιανισμό, στο πόνημα «Είχε χρήσιμα αποτελέσματα για τον πολιτισμό η θρησκεία;», υποστηρίζει πως επειδή ο μεθυσμένος άνθρωπος δεν μπορεί να μιλήσει ορθά, δεν είναι στην πραγματικότητα [πρακτικά] ελεύθερος (α). Παρότι δεν είναι ορθό να λέγεται πως ένας άνθρωπος δεν μπορεί να είναι ελεύθερος επειδή μπορεί να αλυσοδεθεί με τα δεσμά της μέθης ή της οιαδήποτε διαφορετικής αλυσίδας, εντούτοις θα πληροφορήσουμε τον αναγνώστη τι λέγει ο Ράσσελ σε διαφορετικό πόνημά του με τίτλο «Μυστικισμός»:

«Από επιστημονικής πλευράς, δεν μπορούμε να διακρίνουμε μεταξύ ενός ανθρώπου που τρώγει πολύ λίγο [σσ: νηστεύει] κι ενός ανθρώπου που πίνει πολύ και βλέπει φίδια [σσ: μεθυσμένου]. Ο καθείς τους βρίσκεται σε μη κανονική φυσική κατάσταση και γι’ αυτό έχει μη κανονικές αισθήσεις. Οι κανονικές αισθήσεις, επειδή πρέπει να είναι χρήσιμες για τον αγώνα της επιβίωσης, πρέπει να έχουν μια κάποια σχέση με την πραγματικότητα· αλλά στις μη κανονικές αισθήσεις δεν υπάρχει κανείς λόγος να περιμένει κανείς μια τέτοια αντιστοιχία, και γι’ αυτό, αυτές δεν μπορούν να υπερτερούν των κανονικών αισθήσεων» (β).

Ασφαλώς ο Ράσσελ δεν ξεκαθαρίζει κάτι· ότι οι «κανονικές αισθήσεις» (;) μπορεί να υπερτερούν εις το φυσικό κόσμο της επιβίωσης έναντι των «μη κανονικών» (;). Αλλά στο μυστικισμό δεν είναι ο φυσικός κόσμος το αντικείμενο. Επιπλέον, όλες οι αισθήσεις κατά τη διάρκεια του ύπνου προσφέρουν εις την επιβίωση αν και δεν έχουν καμία σχέση με την πραγματικότητα.

Όπως και να έχει, γίνεται λοιπόν αντιληπτό ότι, ο Μυστικισμός της θρησκείας εξισώνεται με τη μέθη κι αυτή η τελευταία δε γίνεται δεκτή ως μέτρο υπολογισμού των ανθρωπίνων αντιλήψεων, όπως ασφαλώς δε γίνεται μήτε ο πρώτος. Υπάρχουν δηλαδή εις το Ράσσελ δύο καταστάσεις πειραματισμού· στην πρώτη η μέθη, γίνεται δεκτή, υποστηρίζοντας δια των αποτελεσμάτων της ότι ο άνθρωπος είναι μια απλή μηχανή σε φυσιολογική κατάσταση, αφού το αλκοόλ την επηρεάζει· στη δεύτερη δε γίνεται αποδεκτή, εφόσον αυτή καταλύει τη φυσιολογική κατάσταση της μηχανής, δηλαδή επειδή και πάλι το αλκοόλ την επηρεάζει, καταστρέφοντας την ελεύθερη αντίληψή της.

Με άλλα λόγια, άλλοτε ένα χαλινάρι (μέθη) τοποθετείται σε ένα άλογο (Ελεύθερη Βούληση) για να αποδειχθεί από το φιλόσοφο πως το άλογο δεν είναι πραγματικά ελεύθερο, αντικρούοντας τη θεολογία, κι άλλοτε ένα χαλινάρι (μέθη) δε γίνεται δεκτό επί του αλόγου (ελευθέρας αντίληψης) επειδή υπάρχει κίνδυνος το χαλινάρι να οδηγήσει «αφύσικα» σε Μυστικισμό, δηλαδή στην «επαφή» με το Θεό ή τους δαίμονες, όπως λέγει η θεολογία.

Και στις δύο αυτές περιπτώσεις ο Ράσσελ απλά ακολουθεί το δρόμο της αντίδρασης προς τη θεολογία, ή το Θεό, χωρίς να τον απασχολεί ο τρόπος με το οποίο προσπαθεί να το επιτύχει αυτό, παρότι ο ίδιος εξαγγέλλει ακριβώς το αντίθετο:  «Το ερώτημα για το πως να ορίσει κανείς τον Ορθολογισμό δεν είναι συνολικά εύκολο. Δεν νομίζω ότι μπορείς να τον καθορίσεις απορρίπτοντας εκείνο ή το άλλο Χριστιανικό δόγμα. Θα ήταν το ίδιο τέλεια δυνατό να είσαι πλήρης κι απόλυτος Ορθολογιστής με την πραγματική έννοια και να αποδέχεσαι εκείνο ή το άλλο δόγμα. Το ερώτημα είναι πώς φτάνεις εις τις απόψεις σου κι όχι ποιές είναι οι απόψεις σου». (β1)

Βέβαια ενώ ο Ράσσελ για να αντιτεθεί εις τον Μυστικισμό υποστηρίζει ακράδαντα τις «κανονικές αισθήσεις» του ανθρώπου, στο ίδιο σύγγραμμα αμφισβητεί δια μέσω της φυσικής τη δυνατότητα τους για την αντίληψη της ύλης, υποστηρίζονται πως οι αισθήσεις της επιβίωσης είναι η «μεταφυσική» του απλού ανθρώπου:

«Ας ξεκινήσουμε με το σώμα. Ο απλός άνθρωπος πιστεύει ότι τα υλικά αντικείμενα πρέπει οπωσδήποτε να υπάρχουν, επειδή είναι φανερά εις τις αισθήσεις. Ότι διαφορετικό μπορεί να αμφισβητηθεί, μα σίγουρα καθετί εις το οποίο σκοντάφτουμε υπάρχει· αυτή είναι η μεταφυσική του απλού ανθρώπου. Όλα αυτά είναι πολύ καλά, αλλά οι φυσικοί έρχονται και μας δείχνουν ότι ποτέ δε σκοντάφτεις πάνω σε κάτι· ακόμη κι όταν κινείς το χέρι σου πάνω σε ένα πέτρινο τοίχο, στη πραγματικότητα δεν το αγγίζεις. Όταν σκέφτεσαι ότι αγγίζεις κάτι, υπάρχουν ορισμένα ηλεκτρόνια και πρωτόνια, που αποτελούν μέρος του σώματος, τα οποία έλκονται κι απωθούνται από ορισμένα ηλεκτρόνια και πρωτόνια από το πράγμα το οποίο νομίζεις ότι αγγίζεις, μα δεν υπάρχει φυσική επαφή. Τα ηλεκτρόνια και τα πρωτόνια στο σώμα σου, αναταράσσονται από την εγγύτητα με άλλα ηλεκτρόνια και τα πρωτόνια ταράσσονται και μεταδίδουν την ταραχή κατά μήκος των νευρών σου στον εγκέφαλο· το αποτέλεσμα στον εγκέφαλο είναι ότι είναι απαραίτητο για την αίσθηση της επαφής και με κατάλληλα πειράματα αυτή η αίσθηση μπορεί να γίνει αρκετά απατηλή. Τα ηλεκτρόνια και τα πρωτόνια, πάντως, είναι μόνο χοντροκομμένα κατά προσέγγιση, σαν να μαζεύεις μέσα σε ένα τσουβάλι μια ακολουθία κυμάτων ή τις στατιστικές πιθανότητες από διάφορα είδη γεγονότων. Όθεν η ύλη έχει γίνει στο σύνολο τόσο αχνή για να χρησιμοποιηθεί ως ένα κατάλληλο παλούκι για να νικηθεί ο νους. Η ύλη σε κίνηση, που φαίνονταν τόσο αδιαμφισβήτητη, φαίνεται πως είναι μια έννοια εντελώς ακατάλληλη για τις ανάγκες των φυσικών.» (β2)

 

3) Ελεύθερη Βούληση & μη Ελεύθερη Βούληση Νο3 (Φυσικές Δυνάμεις)

Είδαμε εις τις αντιφάσεις 1 & 2 τις αντικρουόμενες θέσεις του Ράσσελ για την Ελεύθερη Βούληση σε λίγα από τα διαφορετικά γραπτά του· όμως αυτά δεν είναι όλα: «Το συμπέρασμά μου είναι ότι δεν υπάρχει λόγος να πιστέψουμε κάποιο από τα δόγματα της θεολογίας κι επιπλέον, ότι δεν υπάρχει κανείς λόγος για να ευχηθούμε να αληθεύουν. Ο άνθρωπος, μέχρι στιγμής επειδή δεν υπόκεινται στις φυσικές δυνάμεις, είναι ελεύθερος να εργάζεται για το δικό του μέλλον. Η ευθύνη είναι δική του, το ίδιο και η ευκαιρία.» (γ). Με την παρούσα δήλωσή του παραδέχεται την ελευθερία του ανθρώπου. Τί να συμπληρώσει κανείς;

 

4) Υπέρ του Φυσικού Νόμου & κατά του Φυσικού Νόμου

Στην ενότητα κατά του Φυσικού Νόμου στο παρόν πόνημα του ο Ράσσελ, προσπάθησε να καταρρίψει τη σημασία του πρώτου λέγοντας ότι «Οι περισσότεροι νόμοι της φύσης είναι του αυτού ιδίου είδους. Είναι στατιστικές πιθανότητες τέτοιες όπως προκύπτουν από τους νόμους της τύχης». Σε διαφορετικό δοκίμιο υποστηρίζει τους Φυσικούς Νόμους τόσο στο μακρόκοσμο όσο και στον μικρόκοσμο: «Η προσωπική μου πίστη είναι ότι βρισκόμαστε σε μια προσωρινή κατάσταση, κι ότι οι φυσικοί με τον καιρό θα ανακαλύψουν νόμους που κυβερνούν τα μικρο-φαινόμενα, αν κι αυτοί οι νόμοι πιθανόν να διαφέρουν σημαντικά από αυτούς [τους Νόμους] της παραδοσιακής φυσικής». (γ1)

Επιπλέον, ο φιλόσοφος Ράσσελ δρα «κλασικά» σαν όλους τους άθεους. Αρνείται το Φυσικό Νόμο σαν είναι να υποστηριχθεί λογικά η ύπαρξη της θεότητας και τον δέχεται σαν είναι και πάλι να αρνηθεί αυτήν και τα θαύματά της. Τότε επικαλείται το απαρασάλευτο του Φυσικού Νόμου: «Πώς ένας αγνωστικιστής εξηγεί τα θαύματα και τις άλλες αποκαλύψεις της Θείας Παντοδυναμίας; Οι αγνωστικιστές νομίζουν ότι δεν υπάρχει καμιά απόδειξη "θαυμάτων" με την έννοια της αντίθεσης εις το φυσικό νόμο... Ως προς τη καταγραφή άλλων θαυμάτων, όπως του Ιησού του Ναυή που διατάζει τον ήλιο να σταθεί, ο αγνωστικιστής τα αρνείται ως θρύλους και στρέφεται στο γεγονός πως όλες οι θρησκείες είναι πλούσια εφοδιασμένες με τέτοιους θρύλους». (γ2)

Διαπράττει ξανά αυτό το σφάλμα για να πολεμήσει, κι όχι για να υποστηρίξει, το Θεό:

«Ο 2ος νόμος της θερμοδυναμικής δείχνει ότι εξαιρετικά απίθανο να αμφιβάλλουμε ότι το σύμπαν εξαντλείται και τελικά τίποτα το ελάχιστα αξιόλογο δεν θα είναι δυνατό πουθενά. Φυσικά παραμένει σε μας ανοικτό να πούμε ότι όταν έρθει εκείνη η ώρα ο Θεός θα επαναλειτουργήσει το μηχανισμό· αλλά αν δεν υποστηρίξουμε αυτό τότε στηρίζουμε την τοποθέτησή μας μόνο πάνω στην πίστη κι ούτε στο ελάχιστο πάνω σε κάποιο επιστημονικό στοιχείο» (βλ. σημείωση λ)

Αυτή η «ορθολογική» χρήση στοιχείων από τους άθεους είναι χαρακτηριστική, δηλαδή:

α) Αν ο Φυσικός Νόμος υποστηρίζει την ύπαρξη του Θεού, τότε ο άθεος αρνείται τον Νόμο και τον υποβιβάζει σε Τύχη.

β) Αν ο Φυσικός Νόμος αποτρέπει την επέμβαση του Θεού, τότε ο άθεος αρνείται το Θεό και αποδέχεται το Νόμο.

«Απλά» πράγματα για τους «ορθολογιστές»....

Περιττό δε να ειπωθεί, πως κι αυτός, όπως πλειάδα επιστημόνων ή φιλοσόφων, κάνουν χρήση αυτής της έννοιας του Φυσικού Νόμου διαρκώς, παρότι αντιπαθεί την Εκκλησία όταν εκείνη τον επικαλείται: «Η πρώτη από τις νέες αρχές ήταν ο νόμος της αδράνειας» (γ3)

 

5) Προσαρμοστικότητα των ειδών μη Προσαρμοστικότητα των ειδών

Ο φιλόσοφός Ράσσελ υποστηρίζει απολύτως ότι «τα ζωντανά πλάσματα προσαρμόστηκαν στο περιβάλλον τους» για να καταπολεμήσει το επιχείρημα του Θείου Σχεδιασμού του Σύμπαντος Κόσμου. Γι’ αυτόν ο Θεός δεν κατασκεύασε κάποιον «κλίμα» εις το οποίο είναι δυνατόν να αναπτυχθούν οργανισμοί αλλά αντίθετα οι οργανισμοί κατάφεραν και προσαρμόστηκαν σε κάποια «αντίξοη» συμπαντική περιβαλλοντική κατάσταση.

 Για τον άνθρωπο, ένα από «τα ζωντανά πλάσματα», ξεχνιέται σε διαφορετικό έργο του και παραδέχεται διαφορετικά, ότι δηλαδή εκείνος άλλαξε τις περιβαλλοντολογικές συνθήκες προς όφελός του· δέχεται πλαγίως ότι το επιχείρημα «τα ζωντανά πλάσματα προσαρμόστηκαν στο περιβάλλον τους» δεν ισχύει καθολικά, εφόσον υπάρχει μία τουλάχιστον παραδεχτή περίπτωση εκ μέρους του, που εξαιρείται του «κανόνος» που ο ίδιος έφτιαξε κι η οποία καταρρίπτει την συνέπεια της λογικής επιχειρηματολογίας του: «Σε αυτή την περίοδο το βιολογικό πλεονέκτημα της μεγαλύτερής του νοημοσύνης [του ανθρώπου], που ήταν αθροιστικό εφόσον παραδίδονταν από γενιά σε γενιά, άρχισε μόλις και μετά βίας να υπερνικά τα μειονεκτήματα της μακράς του νηπιακής ηλικίας, την μικρότερη ικανότητά του σε σχέση με τους πιθήκους, και την έλλειψη τριχώματος ως προστασία κατά του ψύχους. Σε εκείνες τις ημέρες, ο αριθμός των ανθρώπων θα πρέπει να ήταν πολύ μικρός. Η μεγαλύτερη χρήση, ανάμεσα στους αιώνες, που έκαναν οι άνθρωποι της τεχνικής τους ικανότητας ήταν για την αύξηση του πληθυσμού. Δεν εννοώ πως αυτό ήταν επιθυμία, αλλά αυτό ήταν, στην πραγματικότητα, το αποτέλεσμα.» (17α)· τονίζει επίσης ξανά: «η επιστήμη, ενώ μειώνει τις κοσμικές μας αξιώσεις, αυξάνει τρομερά τη γήινη μας άνεση». (17β)

 

6) Ελεύθερη Βούληση & μη Ελεύθερη Βούληση Νο4 (Θεός)

Όταν ο Μπερτράντ προσπαθεί να στήσει «Την Λατρεία του Ελεύθερου Ανθρώπου» λέγει:  «Παρά το Θάνατο, το σημάδεμα και τη σφραγίδα του γονικού ελέγχου, ο Άνθρωπος παραμένει ελεύθερος, κατά τη διάρκεια των λιγοστών του χρόνων, να εξετάσει, να κριτικάρει, να γνωρίσει και να δημιουργήσει με τη φαντασία. Μόνο σ’ αυτόν, μέσα στον κόσμο τον οποίο γνωρίζει, αυτή η ελευθερία υπάρχει· και σ’ αυτήν βρίσκεται η ανωτερότητά του ενάντια στις ακαταμάχητες δυνάμεις που ελέγχουν την εξωτερική του ζωή» (δ).

 Παράλληλα, όταν θέλει να αποδώσει ευθύνες στο Θεό, τον κατηγορεί για την κακή συμπεριφορά ορισμένων ανθρώπων, μη αποδεχόμενος δηλαδή οιαδήποτε μορφή ελευθερίας των τελευταίων: «Πραγματικά δεν μπορώ να το πιστέψω. Πιστεύεις ότι, αν σου δίνονταν παντοδυναμία και παντογνωσία κι εκατομμύρια έτη εις τα οποία θα τελειοποιούσες τον κόσμο, εσύ [αν ήσουν Θεός δηλαδή] δε θα κατασκεύαζες τίποτα περισσότερο από Κου Κλουξ Κλαν, τους φασίστες και τον κ. Ουίνστον Τσώρτσιλ;» (ε).

 Άλλωστε, για να καταπολεμήσει τη διδασκόμενη από ιερείς ελευθερία του ανθρώπου και τη συμμετοχή της θρησκείας εις τον πολιτισμό, δεν αποδέχεται καμία ελευθερία στον άνθρωπο, αλλά τον παρομοιάζει με μηχανή: «Οι υλιστές χρησιμοποίησαν τους νόμους της Φυσικής για να δείξουν, ή να προσπαθήσουν να δείξουν, ότι οι κινήσεις των ανθρώπινων σωμάτων προκαθορίζονται μηχανικά, και κατά συνέπεια ότι λέμε κι όποια θέση λάβουμε πίπτει εκτός οιαδήποτε σφαίρας Ελεύθερης Βούλησης. Αν τα πράγματα έχουν έτσι, ότι μένει για την ελεύθερη βούληση έχει μικρή αξία. Αν, όταν ένας άνθρωπος γράφει ένα ποίημα ή διαπράττει ένα φόνο, οι σωματικές κινήσεις που συμμετέχουν στις πράξεις του προκύπτουν μόνο από φυσικά αίτια, θα ήταν παράλογο να του ορθώνουμε ένα άγαλμα στη μία περίπτωση και να τον κρεμάμε στην άλλη. Μπορεί να υπάρχει σε μερικά μεταφυσικά συστήματα μια περιοχή καθαρής σκέψης στην οποία να είμαστε ελεύθεροι· αλλά, εφόσον αυτό μεταβιβάζεται επικοινωνιακά στους υπολοίπους δια μέσω σωματικών κινήσεων, η πραγματικότητα της ελευθερίας θα ήταν μία η οποία δε θα ήταν ποτέ αντικείμενο της επικοινωνίας και που δεν θα είχε καμία κοινωνική σημασία» (στ).

 

7) Ελεύθερη Βούληση & μη Ελεύθερη Βούληση Νο5 (Χριστιανικοί ως διώκτες και διωκόμενοι)

Ξανά ο Ράσσελ επιτιθέμενος γενικότερα κατά των Χριστιανών αποδέχεται πως οι τελευταίοι εδιώχθησαν «ελαφρώς, όχι συνεχόμενα κι ένεκα μόνο πολιτικών λόγων» (ζ) από τους παγανιστές Ρωμαίους αυτοκράτορες, ενώ οι ίδιοι δίωκαν διαρκώς άλλους Χριστιανούς από την εποχή του Κωνσταντίνου μέχρι το τέλος του 17ου αιώνα. Αποδίδει δε κι άλλες ηθικές ευθύνες εις τους Χριστιανούς για το χαμό μαγισσών εις την Μεσαιωνική Ευρώπη σε λίγα δοκίμιά του. Το ερώτημα είναι: «Αν, όταν ένας άνθρωπος .... διαπράττει ένα φόνο, οι σωματικές κινήσεις που συμμετέχουν στις πράξεις του προκύπτουν μόνο από φυσικά αίτια, [δεν είναι ] παράλογο να ... τον κρεμάμε»; (η) Αν δηλαδή ο Ράσσελ δε δέχεται την ελεύθερη βούληση, χαρακτηρίζοντας την οιαδήποτε απόδοση ευθυνών ως παράλογη, τότε γιατί παραλογίζεται και ζητά απόδοση ευθυνών εις τους πιστούς της Χριστιανική Θρησκεία, όταν διδάσκει ότι είναι Ορθολογιστής;

 

8) Η Θρησκεία Προσέφερε & η Θρησκεία δεν Προσέφερε

Ο Ράσσελ έχει αθεϊστική ιδέα για το πρόσωπο του Θεού. Παραδέχεται δηλαδή ότι ο άνθρωπος κατασκεύασε, και τη θρησκεία, και τους οιοδήποτε θεούς (θ). Αν λοιπόν ο άνθρωπος κατασκεύασε το Θεό, κι όχι ο Θεός τον άνθρωπο, τότε γιατί ο Ράσσελ καταπολεμά το Θεό και τη θρησκεία σε εργασία του κάνοντας χρήση του τίτλου: «Τί πρόσφερε η Θρησκεία στον Πολιτισμό;»· διότι το ερώτημα αυτό, όπως και τα επακόλουθα στημένα κατηγορητήρια εναντίον της, καταντούν άτοπα. Αν δηλαδή ο άνθρωπος κατασκεύασε και τα δύο αυτά, θρησκεία και Θεό, τότε και τα δύο αυτά είναι πολιτισμός. Μπορεί δηλαδή κανείς να αναρωτηθεί:  «τί πρόσφερε η μουσική στον πολιτισμό;», «τί πρόσφερε το θέατρο στον πολιτισμό;», «τί πρόσφερε η τέχνη στον πολιτισμό;», «τί πρόσφερε η γυμναστική στον πολιτισμό;».... σαφώς κι όχι.

Μάλιστα ο Ράσσελ έχει τόση προκατάληψη κατά της θρησκείας, γενικότερα, ώστε λέγει: «Δεν μπορώ, πάντως, να αρνηθώ ότι [η θρησκεία] πρόσφερε ορισμένα πράγματα στον πολιτισμό. Βοήθησε στις πρώιμες εποχές στη δημιουργία του ημερολογίου με αποτέλεσμα οι Αιγύπτιοι ιερείς να συγχρονίσουν τις εκλείψεις με τέτοια φροντίδα, που μια μέρα κατάφεραν να τις προβλέπουν. Αυτές τις δύο υπηρεσίες είμαι έτοιμος να αναγνωρίσω, αλλά δε γνωρίζω άλλες» (θ1).

Είναι αυτονόητο ότι ο Ράσσελ δεν προσπαθεί και δε θέλει να αναγνωρίσει στις θρησκείες περισσότερες προσφορές. Η αλήθεια είναι ότι η αρχική θρησκευτική αστρολογία έφερε την αστρονομία στο προσκήνιο, το κτίσιμο τεραστίων ναών από όλες τις θρησκείες προώθησε την εφαρμοσμένη αρχιτεκτονική (αντισεισμική) και γεωμετρία, η σύνθεση τραγουδιών κι η σύνθεση μουσικής άρχισε από τη θρησκεία (βλ. ύμνους, παιάνες και ψαλμούς), η σύνθεση των μεγαλύτερων και σπουδαιότερων ποιημάτων οφείλονται στη θρησκεία (βλ. Όμηρος & Βέδες), η γραμματική και το συντακτικό, όπως επίσης κι η ορθή χρήση της γλώσσας, εφαρμόσθηκαν αρχικά και προωθήθηκαν ως επιστήμες μόνο από τη θρησκεία (βλ. Ελλάδα - Όμηρος κι Ινδία - Βέδες), η κατασκευή θρησκευτικών λατρευτικών εικόνων κι αγαλμάτων ώθησαν την καλλιτεχνία εις το έπακρο, το θέατρο έχει αυστηρά θρησκευτικές καταβολές, οι θρησκευτικοί αθλητικοί αγώνες στην αρχαία Ελλάδα προώθησαν τον αθλητισμό σε όλο τον κόσμο, τη ρητορεία, την ποίηση, την πολιτική, την μουσική, κ.α.

Το να υποστηρίζει ο Ράσσελ πως η θρησκεία προσέφερε μόνο εις το ημερολόγιο ή στην πρόβλεψη εκλείψεων είναι παντελώς παρωπιδικό, για να γίνει χρήση μιας δικής του αγαπημένης έκφρασης (parochial). Άλλωστε το αναγνωρίζει κι ο ίδιος έμμεσα σε διάφορα άλλα γραπτά του, κάθε φορά που καθένα από αυτά  δεν έχει ως κεντρικό θέμα την μάχη κατά της θρησκείας:

«Τα συνθήματα της Γαλλικής Επανάστασης, της Ελευθερίας, της Ισότητας και της Αδελφοσύνης, έχουν θρησκευτικές καταβολές» (θ2)

«...στην Ευρώπη ο Χριστιανισμός κενώθηκε από τα περισσότερα στοιχεία που προήλθαν από το Χριστό. Αλλά νομίζω ότι αυτή είναι μια επιφανειακή ματιά. Ο Χριστιανισμός, μόλις  κατάκτησε το κράτος, έβαλε ένα τέλος στις μονομαχίες, όχι επειδή ήταν απάνθρωπες, μα γιατί ήταν ειδωλολατρικές (θ3). Το αποτέλεσμα, πάντως, ήταν να μειωθεί η ευρεία διάδοση της απανθρωπιάς με την οποία ο πληθυσμός των Ρωμαϊκών πόλεων υποβαθμίστηκε. Ο Χριστιανισμός επίσης έκανε πολλά για να μαλακώσει τον αριθμό των σκλάβων. Καθιέρωσε την ελεημοσύνη σε ευρεία κλίμακα, κι εγκαινίασε τα νοσοκομεία. Αν κι ο μεγαλύτερος αριθμός των Χριστιανών απέτυχε παταγωδώς εις τη Χριστιανική ελεημοσύνη, το ιδανικό παρέμεινε ζωντανό και σε κάθε εποχή ενέπνευσε μερικούς αξιοσημείωτους άγιους. Με μια νέα μορφή, πέρασε στο σημερινό Φιλελευθερισμό, και παραμένει η έμπνευση των περισσοτέρων ελπιδοφόρων πραγμάτων του σκιασμένου κόσμου μας.» (θ4)

«Η δικηγορία του Πλάτωνα για το Ψήφο των Γυναικών, που μοιάζει εκπληκτική για μερικούς σύγχρονους μελετητές, προέρχεται από τις Ορφικές συνήθειες. Οι Ορφικοί πίστευαν στην μετεμψύχωση και σκέφτονταν ότι μια ψυχή που σε μια ζωή μένει στο σώμα ενός σκλάβου, μπορεί, σε μια άλλη, να κατοικήσει σε εκείνο ενός βασιλιά. Από θρησκευτικής πλευράς είναι γι’ αυτό ανόητο να γίνεται διάκριση μεταξύ ενός σκλάβου κι ενός βασιλιά· κι οι δύο μοιράζονται την αξιοπρέπεια μιας αθάνατης ψυχής, και κανένας στη θρησκεία, δεν μπορεί να ζητά περισσότερα. Αυτή η άποψη πέρασε από τον Ορφισμό εις τον Στωικισμό και στο Χριστιανισμό. Για ένα μακρό χρονικό διάστημα η πρακτική της αξία ήταν μικρή, αλλά τελικά, όταν οι συνθήκες το επίτρεψαν, βοήθησε στη μείωση των ανισοτήτων στο κοινωνικό σύστημα. Διάβασε, για παράδειγμα, το περιοδικό του  Τζων Γούλμαν. Ο Τζων Γούλμαν ήταν Κουάκερ, ένας από τους πρώτους Αμερικάνους που εναντιώθηκε εις τη δουλεία. Χωρίς αμφιβολία το πραγματικό έδαφος της άποψής του ήταν το ανθρώπινο αίσθημα, αλλά μπόρεσε να οχυρώσει αυτό το αίσθημα και να το κάνει αντιφατικά περισσότερο αποτελεσματικό προσφεύγοντας στα Χριστιανικά δόγματα, που οι γείτονές του δεν τολμούσαν να απαρνηθούν φανερά.» (θ5)

Ασφαλώς ο Ράσσελ δε γνωρίζει τα πάντα για το Χριστιανισμό, ιδιαίτερα για τον Ορθόδοξο χώρο· σημασία έχει πως όταν ένας εχθρός της Χριστιανικής πίστης παραδέχεται αυτά τα ζητήματα, κάποιοι παγανιστές/εθνικιστές της Ελλάδας θα πρέπει να σιωπούν και να καλοσκέφτονται πριν αρχίσουν την απαγγελία αντιχριστιανικών ατάκων.

 

9) Ο άνθρωπος Φτιάχνει το Θεό & ο Άνθρωπος δε Φτιάχνει το Θεό

Ο Ράσσελ αρέσκεται στην επίθεση της κάθε θρησκείας, με βασικό στόχο το Χριστιανισμό, χαρακτηρίζοντας την ως Μη-Ανθρώπινη Δύναμη: «Σε όλα τα πράγματα πρέπει να εξυμνήσουμε την αξιοπρέπεια του ανθρώπου, ελευθερώνοντάς τον όσο είναι δυνατό από την τυραννία των μη-ανθρώπινων Δυνάμεων» (ι). Αν όμως η κάθε θρησκεία κι ο κάθε Θεός είναι κατασκευές του ανθρώπου, ως λέγει ο Ράσσελ ανωτέρω, τότε το κατηγορητήριο είναι άτοπον. Αν ο οιοσδήποτε θεός είναι ανθρώπινη κατασκευή τότε κι αυτός αντιπροσωπεύει ανθρώπινες, κι όχι μη-ανθρώπινες, δυνάμεις. Για παράδειγμα, μια κατασκευή του ανθρώπου είναι η φιλοσοφία. Μπορεί να χαρακτηρισθεί μη-ανθρώπινη; Ακόμη μία κατασκευή είναι κι η αθεΐα. Μπορεί να χαρακτηριστεί μη-ανθρώπινη δύναμη και να απορριφθεί από το Ράσσελ με την ίδια ευκολία που απορρίπτει τη θρησκεία;

 Αν ο Ράσσελ επιθυμεί να λατρεύσει τον άνθρωπο ως «την μόνη δύναμη» η οποία μπορεί υποτίθεται να χαρακτηριστεί «ανθρώπινη», απορρίπτοντας θεούς και δαίμονες, τότε γιατί κατηγορεί τον άνθρωπο και τον χλευάζει για να κατηγορήσει το Θεό; «Πραγματικά δεν μπορώ να το πιστέψω. Πιστεύεις ότι, αν σου δίνονταν παντοδυναμία και παντογνωσία κι εκατομμύρια έτη εις τα οποία θα τελειοποιούσες τον κόσμο, εσύ δεν θα κατασκεύαζες τίποτα περισσότερο από Κου Κλουξ Κλαν, τους φασίστες και τον κ. Ουίνστον Τσώρτσιλ; Πραγματικά δεν είμαι τόσο εντυπωσιασμένος με τους ανθρώπους που λένε: "Κοίταξέ με: είμαι ένα τόσο τέλειο προϊόν που πρέπει να υπάρχει κάποιο σχέδιο εις το σύμπαν."» (ια)

Ξανά: «Ο άνθρωπος, όπως μας βεβαιώνουν οι θεολόγοι, είναι ένα τόσο τέλειο Ον που μπορεί να λογιστεί ως το αποκορύφωμα των μεγάλων αιώνων του νέφους και λάσπης που ήταν το πρελούδιο. Νομίζω πως οι θεολόγοι πρέπει να ήταν τυχεροί στις ανθρώπινές τους επαφές. Δεν μου φαίνεται να έχουν δώσει βάρος στο Χίτλερ και στο Κτήνος του Μπέλσεν» (ια1)· είναι άγνωστο πάντως γιατί παραλείπει τους μάρτυρες ή τους Άγιους των πρώτων Χριστιανικών αιώνων, αν θέλει να εννοήσει καλύτερα τι υποστηρίζουν οι Χριστιανοί.

 

10) Λατρεία των Ανθρώπινων Ιδανικών & μη Λατρεία των Ανθρώπινων Ιδανικών

Ο φιλόσοφος Μπερτράντ Ρ. ανωτέρω, ως τυπικός άθεος, παραδέχεται όλους τους θεούς, μαζί και το Χριστιανικό, ως κατασκευές (ια2) και δηλαδή εμμέσως ως άλλα κατασκευασμένα ιδανικά του ανθρώπου· παράλληλα επιζητείται η λατρεία των ιδανικών του ανθρώπου σε «φιλοσοφικούς ναούς»: «Αυτός ο βαθμός υποταγής εις τη Δύναμη δεν είναι μόνο δίκαιος και σωστός· είναι η πραγματική πύλη της σοφίας. Αλλά η παθητική απόρριψη δεν είναι ολάκερη η σοφία· γιατί δεν πρόκειται να φτιάξουμε μόνο με την απόρριψη ένα ναό όπου θα λατρεύουμε τα δικά μας ιδανικά» (ιβ).

Αν λοιπόν ο Θεός είναι κατασκευασμένο ιδανικό του ανθρώπου γιατί απορρίπτεται; Αν δεν είναι, εφόσον απορρίπτεται, τότε γιατί λέγεται πως αντιθέτως είναι; Ποιά είναι τα ανθρώπινα ιδανικά; Αν πάλι τα ανθρώπινα ιδανικά είναι για λατρεία, τότε γιατί άνθρωποι χλευάζονται για τα ιδανικά τους; «Πραγματικά δεν μπορώ να το πιστέψω. Πιστεύεις ότι, αν σου δίνονταν παντοδυναμία και παντογνωσία κι εκατομμύρια έτη εις τα οποία θα τελειοποιούσες τον κόσμο, εσύ δε θα κατασκεύαζες τίποτα περισσότερο από Κου Κλουξ Κλαν, τους φασίστες και τον κ. Ουίνστον Τσώρτσιλ; Πραγματικά δεν είμαι τόσο εντυπωσιασμένος με τους ανθρώπους που λένε: "Κοίταξέ με: είμαι ένα τόσο τέλειο προϊόν που πρέπει να υπάρχει κάποιο σχέδιο εις το σύμπαν."» (βλ. σημείωση ια)

 

11) Υπέρ της Επιστήμης & Κατά της Επιστήμης

Μέσα σ’ όλο το ανακάτεμα του αντιθρησκευτικού του λόγιου μένους, ο Ράσσελ, ως ένας κλασσικός διαφωτιστής, παρουσιάζει τα παραδείγματα του Γαλιλαίου και του Δαρβίνου, εις τα οποία αντιτέθηκαν χριστιανικές αιρέσεις της Ευρώπης, για να φυτέψει την άποψη πως ο χριστιανισμός αντιτίθεται «γενικά» εις την επιστήμη: «Η εκκλησία αντέδρασε εις το Γαλιλαίο και στο Δαρβίνο· στις μέρες μας αντίδρασε κατά του Φρόυντ» (ιγ).

Παράλληλα ο ίδιος δε φαίνεται να αποδίδει θετικό ρόλο πάντοτε στην επιστήμη κι ο φόβος του για την ανακάλυψη των [επιστημονικών] όπλων ή των [επιστημονικών] πυρηνικών βομβών γενικότερα, είναι προφανής στα μισά σχεδόν γραπτά του:

«Αυτό με φέρνει σε μια δεύτερου είδους ιδέα που βοήθησε ή ίσως εν καιρώ βοηθήσει την ανθρωπότητα· εννοώ την ηθική ως αντίπαλο των τεχνικών ιδεών. Μέχρι σήμερα σκεφτόμουν την αυξημένη δυνατότητα εντολών των φυσικών δυνάμεων που ο άνθρωπος απέκτησε ένεκα της επιστημονικής γνώσης, αλλά αυτό, αν κι είναι προϋπόθεση για διάφορες μορφές προόδου, δεν εξασφαλίζει εκ μέρους του τίποτα το ποθητό. Αντιθέτως, η παρούσα κατάσταση του κόσμου κι ο φόβος του ατομικού πολέμου δείχνει ότι η επιστημονική πρόοδος χωρίς μια αντίστοιχη ηθική και πολιτική πρόοδο μπορεί μόνο να αυξήσει το εύρος της καταστροφής που μια λάθος κατευθυνόμενη ικανότητα επιφέρει. Σε στιγμές δεισιδαιμονίας παρασύρομαι να πιστεύω εις το μύθο του Πύργου της Βαβέλ, και υποθέτω ότι στις ημέρες μας μια παρόμοια αλλά μεγαλύτερη ασέβεια θα μας επισκεφτεί από μια πιο τραγική και χειρότερη τιμωρία. Ίσως -έτσι μερικές φορές μου επιτρέπω να φαντάζομαι- ο Θεός δεν μας θέλει να κατανοήσουμε το μηχανισμό με τον οποίο Αυτός ρυθμίζει τον υλικό κόσμο. Ίσως οι πυρηνικοί επιστήμονες να έχουν έρθει τόσο κοντά στα απώτερα μυστικά που  Αυτός θεωρεί ότι είναι καιρός να θέσει ένα τέρμα» (ιδ).

[...]

«Αν στο τέλος η επιστήμη αποδειχθεί να είναι μια ευλογία ή μια κατάρα για την ανθρωπότητα, είναι για το μυαλό μου, ακόμη μια αμφίβολη ερώτηση» (ιδ1).

[...]

«Οι άνθρωποι ορισμένες φορές σκέφτονται ότι η πρόοδος της επιστήμης είναι απαραίτητα μια ευλογία για την ανθρωπότητα, αλλά αυτό, φοβούμαι, είναι μια άνετη αυταπάτη που η χωρίς ψευδαισθήσεις εποχή μας πρέπει να αποβάλει. Η επιστήμη επιτρέπει εις τους κρατούντες την ισχύ να επιτύχουν τους στόχους τους περισσότερο πληρέστερα από ότι θα μπορούσαν διαφορετικά. Αν οι σκοποί τους είναι καλοί, αυτό είναι κέρδος· αν είναι κακοί, είναι απώλεια. Στην παρούσα εποχή, φαίνεται ότι οι στόχοι των κρατούντων την ισχύ είναι κυρίως κακοί, με την έννοια ότι περιλαμβάνουν μια μείωση,  στον ευρύτερο κόσμο, των πραγμάτων τα οποία οι άνθρωποι θεωρούν καλά. Γι’ αυτό, στο παρόν, η επιστήμη βλάπτει καθώς αυξάνει την ισχύ των κρατούντων. Η επιστήμη δεν είναι υποκατάστατο της αρετής· η καρδιά είναι το ίδιο απαραίτητη για μια καλή ζωή όσο και το κεφάλι» (ιδ2).

«Η απότομη αλλαγή που επέφερε η επιστήμη ανατάραξε την ισορροπία μεταξύ των ενστίκτων μας και των περιστάσεων, αλλά όχι σε σημαντικές κατευθύνσεις. Η υπερτροφία δεν είναι ένας σοβαρός κίνδυνος, αλλά η υπερδιαμάχη είναι. [...] Το κακό που έγινε από την επιστήμη και την βιομηχανοποίηση είναι σχεδόν εξ ολοκλήρου οφειλόμενο στο ότι ενώ ήταν αρκετά δυνατές για να παράγουν μια εθνική οργάνωση των οικονομικών δυνάμεων, δεν κατάφεραν να αποδειχθούν αρκετά ισχυρές για να παράγουν μια διεθνή οργάνωση.» (ιε)

«Γι’ αυτό η επιστήμη απειλεί να επιφέρει την καταστροφή του πολιτισμού μας» (ιε1)

«Συχνά λέγεται ότι η φιλοσοφία είναι αντιπροοδευτική, αλλά αυτό είναι περισσότερο λεκτικό ζήτημα: όποτε βρίσκεται ένας δρόμος για την άφιξη σε μια ορισμένη γνώση έναντι κάποιου αρχαίου ερωτήματος, η νέα γνώση μετριέται ως ανήκουσα εις την «επιστήμη» κι η φιλοσοφία στερείται της δόξας. [...] Η χρησιμότητα της φιλοσοφίας, σε θεωρητικό επίπεδο, δεν καθορίζεται σε διαλογισμούς τους οποίους ελπίζουμε να δούμε να επιβεβαιώνονται από την επιστήμη μέσα σ’ ένα μετρίσιμο χρονικό διάστημα. Μερικοί άνθρωποι είναι τόσο εντυπωσιασμένοι με ότι γνωρίζει η επιστήμη ώστε ξεχνούν εκείνο που δε γνωρίζει· άλλοι έχουν τόσο πολύ περισσότερο ενδιαφέρον σε ότι δε γνωρίζει από ότι γνωρίζει ώστε υποτιμούν τα επιτεύγματά της. Αυτοί που νομίζουν πως η επιστήμη είναι τα πάντα γίνονται αυτάρεσκοι και κοκορόμυαλοι και κατηγορούν όλα τα προβλήματα που δεν έχουν την καθορισμένη οριστικότητα που είναι απαραίτητη για την επιστημονική μεταχείριση. Σε πρακτικά ζητήματα τείνουν να νομίζουν ότι η ικανότητα μπορεί να αντικαταστήσει τη σοφία και για να σκοτώσουν ο ένας τον άλλον με μέσα της τελευταίας τεχνικής είναι πιο «προοδευτικό», κι γι’ καλύτερο, από το να κρατούν ο ένας τον άλλον ζωντανό χρησιμοποιώντας παλαιές μεθόδους. Από την άλλη μεριά, αυτοί που απορρίπτουν περιφρονητικά την επιστήμη, επιστρέφουν όπως πάντα, σε κάποια αρχαία δεισιδαιμονία και αρνούνται να παραδεχτούν την τεράστια αύξηση της ανθρώπινης ευτυχίας που η τεχνολογική επιστήμη, αν χρησιμοποιηθεί σοφά, θα επέφερε. Κι οι δύο αυτές συμπεριφορές πρέπει να θεωρούνται ελεεινές κι είναι η φιλοσοφία που δείχνει το δρόμο για τη σωστή συμπεριφορά, ξεκαθαρίζοντας με μιας το σκοπό και τα όρια της επιστημονικής γνώσης.» (ιε2)

«Υπάρχει, όμως, ένα ευρύ πεδίο που παραδοσιακά συμπεριλαμβάνεται στη φιλοσοφία, όπου οι επιστημονικές μέθοδοι είναι ακατάλληλες. Αυτό το πεδίο περιλαμβάνει υπέρτατες ερωτήσεις αξιών· η επιστήμη μόνη της, για παράδειγμα, δεν μπορεί να αποδείξει ότι είναι κακιά η απανθρωπιά. Ότι μπορούμε να γνωρίζουμε, μπορούμε να το γνωρίζουμε με την επιστήμη· αλλά για ζητήματα που δικαιολογημένα είναι ζητήματα αισθημάτων πίπτουν εκτός της πρόνοιάς της.» (βλ. σημείωση 70δ)

Παρότι ως φάνηκε ο Ράσσελ επιτίθεται στην ανεξέλεγκτης επιστημοσύνης, παρερμηνεύει τα λόγια του Χριστού και Τον κατηγορεί για επίθεση κατά της επιστημοσύνης. Έτσι όταν ο τελευταίος ζητούσε από τους ενήλικες να είναι σαν τα παιδιά (ανεξίκακοι), επειδή ο «ικανός» φιλόσοφός Μπερτράντ, ως πραγματικός ορθολογιστής, αντιλήφθηκε σε εκείνη την παρομοίωση του Χριστού την άγνοια των παιδιών, παρά την αγαθότητα τους, είπε:  «Για να πάρουμε τα πράγματα με τη σειρά τους. Η αντίληψη της Εκκλησίας για την ορθότητα είναι κοινωνικά ανεπιθύμητη για διάφορους λόγους -πρώτα από όλα για την υποβάθμιση της νοημοσύνης και της επιστήμης. Αυτό το μειονέκτημα κληρονομήθηκε από τα Ευαγγέλια. Ο Χριστός μας λέγει να γίνουμε σαν μικρά παιδιά, αλλά τα μικρά παιδιά δεν μπορούν να κατανοήσουν τον διαφορικό λογισμό, τις νομισματικές αρχές ή τις μοντέρνες μεθόδους καταπολέμησης των ασθενειών» (ιε3).

Πέρα λοιπόν του ότι η αντίθεση εκκλησιαστικών κύκλων κατά του Γαλιλαίου ή του Δαρβίνου δεν αντιπροσωπεύει όλους τους πιστούς αλλά μήτε κι όλα τα επιστημονικά επιτεύγματα (αρκεί να θυμηθεί κανείς το πλήθος των επιστημονικών επιτευγμάτων που έχουν ολοκληρωθεί εδώ κι αιώνες χωρίς κανείς εκκλησιαστικός παράγων να αντιτίθεται σ’ αυτά, για να εννοήσει πως ορισμένα παραδείγματα δεν μπορούν να οδηγούν σε μια ορθή γενικοποίηση όπου Χριστιανισμός Vs Επιστήμη = αλήθεια), από την άλλη σ’ αρκετούς επιστήμονες έχουν αντιτεθεί σωρεία άλλων επιστημόνων, ως για παράδειγμα εις το Φρόυντ εναντιώθηκε ο Γιούνκγ.

Ο Ράσσελ δε διαφέρει στη στάση του από πολλούς άλλους διαφωτιστές ως ελέχθη, ή σκοταδιστές, που ακολουθούν τον σκοτεινό κανόνα: «τα δικά μας δικά μας και τα δικά σας δικά μας»: «Δεν μπορώ να πιστέψω, όπως ορισμένοι ψυχαναλυτές, ότι το αίσθημα της αμαρτίας είναι έμφυτο, αντίθετα πιστεύω ότι είναι ένα προϊόν της πρώιμης νηπιακής ηλικίας.» (ιε4)·  έτσι, ο Μπερτράντ όχι μόνο δε φαίνεται να ντρέπεται όταν άλλοτε επικαλείται τα δεδομένα επιστημόνων κι άλλοτε τα αρνείται, σύμφωνα με τα προσωπικά του τα πιστεύω, αλλά υπερβάλλοντας εαυτόν αγανακτεί δήθεν σαν Χριστιανοί πράττουν ομοίως ως αυτός πράττει. Ανήκει κι αυτός σε εκείνον τον κύκλο σκοταδιστών οι οποίοι επιθυμούν οι Χριστιανοί να σωπαίνουν ενώ οι ίδιοι να έχουν πάντοτε το αναφαίρετο δικαίωμα να ομιλούν επί παντός επιστητού (επιστημονικού) και μεταφυσικού (βλ. ποικιλία θεμάτων στα συγγράμματά του).

 

12) Ελεύθερη Βούληση & Μη Ελεύθερη Βούληση Νο6 (Διδασκαλία Ράσσελ)

Αναφέρθηκε πολλές φορές στην παρούσα εργασία η πίστη του Ράσσελ κατά της Ελευθέρας Βουλήσεως. Προσθέτει ο ίδιος επί του ζητήματος: «Το Πρόβλημα της Ελεύθερης Βουλήσεως κατά συνέπεια παραμένει εκεί που ήταν. Ότι και να σκεφτεί κανείς ως ένα ζήτημα μεταφυσικής, είναι προφανείς ότι κανείς δεν το πιστεύει πρακτικά. Όλοι πάντα πίστευαν ότι είναι εφικτό ο χαρακτήρας να εκπαιδευτεί.» (ιστ).

Η πραγματικότητα είναι πως λίγο ενδιαφέρει το τι πιστεύει ο καθείς. Τα πρακτικά αποτελέσματα δεν οχυρώνουν τη θέση του Ράσσελ, αντίθετα την καταρρίπτουν· αρκεί να λάβει κανείς υπ’ όψιν του τη δική του, δηλαδή του Ράσσελ την περίπτωση: «Μιλάω σαν ένας που ο πατέρας του επιθυμούσε να μεγαλώσει ως Ορθολογιστής. Ήταν περίπου το ίδιο Ορθολογιστής όσο είμαι κι εγώ, αλλά πέθανε όταν ήμουν τριών ετών και το δικαστήριο του Τσάνσερι αποφάσισε ότι έπρεπε να έχω τα πλεονεκτήματα μια Χριστιανικής εκπαίδευσης. Πιστεύω ότι ίσως το δικαστήριο του Τσάνσερι να το μετάνιωσε από τότε. Δεν φαίνεται να έπραξα όσο καλά έλπιζαν. Ίσως να πείτε ότι θα ήταν πικρό να πάψει η Χριστιανική παιδεία, γιατί τότε δε θα λάμβανες κανένα Ορθολογιστή.» (ιζ)

Η πρακτική δηλαδή δυναμική της καταστάσεως είναι τα αποτελέσματα κι όχι οι ελπίδες του καθενός. Κι ο Ράσσελ πρακτικά δεν έγινε Χριστιανός παρά την παιδεία που του παρασχέθηκε, εν αντιθέσει με την άποψή του ότι δεν υπάρχει Ελεύθερη Βούληση εις τον άνθρωπο και ότι όλοι «εκπαιδεύονται».

 

13) Ο Χριστιανισμός δεν παράγει Ορθολογιστές.

Μόλις στην παραπάνω ενότητα είδε ο αναγνώστης το Ράσσελ να χωρατεύει πως μέσα στο Χριστιανισμό δεν υπάρχουν Ορθολογιστές. Κι όταν ένας Χριστιανός αναφέρεται εις τον Ορθολογισμό, ασφαλώς δεν εννοεί εκείνη τη φιλοσοφική σχολή αυτού του δόγματος. Εννοεί πως ο Χριστιανισμός δεν αντίκειται εις τη λογική. Όπως και να έχει, για να μειωθούν οι εντυπώσει του χωρατέματος του Ράσσελ τίθενται εδώ σε παρουσίαση αυτά που εκείνος λέγει στην ίδια εργασία του λίγο αργότερα: «Το ερώτημα για το πως να ορίσει κανείς τον Ορθολογισμό δεν είναι συνολικά εύκολο. Δεν νομίζω ότι μπορείς να τον καθορίσεις απορρίπτοντας εκείνο ή το άλλο Χριστιανικό δόγμα. Θα ήταν το ίδιο τέλεια δυνατό να είσαι πλήρης και απόλυτος Ορθολογιστής με την πραγματική έννοια και να αποδέχεσαι εκείνο ή το άλλο δόγμα.» (ιη)

 

14) Ελεύθερη Βούληση & Μη Ελεύθερη Βούληση Νο7 (Γονίδια & Παιδεία;)

Ο Ράσσελ διαλογιζόμενος επαναληπτικά κατά του δόγματος της Ελεύθερης Βούλησης και υπέρ του «βιολογικού αυτοματισμού» λέγει: « Όταν ένας άνθρωπος δρα έτσι ώστε να μας ενοχλεί σκεφτόμαστε ότι είναι παράξενος κι αρνούμαστε να αντιμετωπίσουμε το γεγονός ότι η ενοχλητική του συμπεριφορά είναι ένα αποτέλεσμα προηγούμενων αιτιών, τα οποία αν τα ακολουθήσεις αρκετά μακριά, θα σε οδηγήσουν σε μια στιγμή πριν από τη γέννησή του και γι’ αυτό σε γεγονότα για τα οποία δεν μπορεί να είναι υπεύθυνος με οποιαδήποτε έκταση φαντασίας.» (ιθ).

Το ξεχνάει βέβαια αυτό ο Ράσσελ σαν θέλει να πιστέψει ότι η ηθική ή η πίστη εις το Θεό είναι διδασκαλίες που διδάσκονται και δηλαδή εμφυτεύονται μέσα στον άνθρωπο μετά τη γέννηση του: ο Εμμανουήλ Καντ «Ήταν σαν πολλούς ανθρώπους: στα ζητήματα λογικής ήταν σκεπτικιστής, αλλά στα ζητήματα της ηθικής πίστευε απεριόριστα στα γνωμικά που εμποτίστηκε στα γόνατα της μητέρας του. Αυτό δείχνει αυτό που οι ψυχαναλυτές τόσο πολύ επισημαίνουν -στα απεριόριστα προπύργια που οι αρχικές μας σχέσεις έχουν σε εκείνες τις επόμενες» (κ), «Οι περισσότεροι άνθρωποι πιστεύουν εις το Θεό εξαιτίας του ότι το διδάχτηκαν από την παιδική ηλικία, κι αυτός είναι ο κύριος λόγος» (κα) , «Ο πατέρας του Μάρξ έγινε Χριστιανός όταν ο Μάρξ ήταν μικρό παιδί και τουλάχιστον μερικά δόγματα που τότε αυτός δέχθηκε φαίνεται πως έδωσαν καρπούς εις την ψυχολογία του παιδιού του». (κβ)

 

15) Υπέρ μιας Μικρής Γωνιάς & Κατά μιας Μικρής Γωνιάς

Ο Ράσσελ διαρκώς συλλογίζεται τρόπους να απομακρύνει το Θεό από τους ανθρώπους και το αντίστροφο. Έτσι βγάζει από την τσέπη του ακόμη μια «λογική» σοφιστεία λέγοντας: «Αν το σύμπαν είχε ένα Δημιουργό, είναι δύσκολα λογικό να υποθέσουμε ότι Αυτός είχε ιδιαίτερο ενδιαφέρον στη μικρή μας γωνιά» (κγ). Βέβαια ο ίδιος είναι γνώστης της Πυρηνικής τεχνολογίας, όταν παραθέτει τις πληροφορίες για τον πυρήνα του Ουρανίου (κδ)· πάραυτα δε χαρακτηρίζει ως «δύσκολα λογικό» το ότι ο άνθρωπος έχει τόσο πολύ ενδιαφέρον για μια τόση μικρή γωνιά στο σύμπαν, όσο ο πυρήνας του Ουρανίου, που αυτή ούτε καν φαίνεται. Αυτό λέγεται εκ του γράφοντος για να δειχθεί πως η διαφορά στα μεγέθη δεν προκαθορίζει το ενδιαφέρον.

Εκείνο που αντιλαμβάνεται εύκολα ο άθεος είναι πως ο άνθρωπος μπορεί να έχει ενδιαφέρον για την «μικρή γωνιά» της Πυρηνικής Ενέργειας για την καταστροφή του συνανθρώπου του με ένα Πυρηνικό Ολοκαύτωμα. Εκείνο που δεν αντιλαμβάνεται ο άθεος είναι το ενδιαφέρον του Θεού για την «μικρή γωνιά» της καρδιάς των ανθρώπων, Κατά Ματθαίον, Κεφ. Ε΄ «8 μακάριοι οἱ καθαροὶ τῇ καρδίᾳ, ὅτι αὐτοὶ τὸν Θεὸν ὄψονται».

 

16) Υπέρ της Προόδου & Κατά της Προόδου

Ο Μπερτράντ πολλές φορές φροντίζει να εκθέσει τις Χριστιανικές αιρέσεις με την εμπόδιση που έφεραν κατά της προόδου: «Βρίσκεις καθώς κοιτάς τον κόσμο τριγύρω ότι κάθε μικρή πρόοδο στα ανθρώπινα συναισθήματα, κάθε πρόοδος στην εγκληματική νομοθεσία, κάθε βήμα προς την μείωση του πολέμου, κάθε βήμα προς την καλύτερη συμπεριφορά προς τους έγχρωμους ή κάθε μετριασμός της δουλείας, κάθε ηθική πρόοδος που πραγματοποιήθηκε στον κόσμο, εναντιώθηκε από τις οργανωμένες εκκλησίες του κόσμου. Το λέγω αρκετά σκόπιμα ότι η Χριστιανική θρησκεία, όπως είναι οργανωμένη εις τις Εκκλησίες της, υπήρξε κι ακόμη είναι ο κύριος εχθρός στην ηθική πρόοδο του κόσμου». (κε)

Στο σύγγραμμά του «Γιατί δεν είμαι Χριστιανός» αφιερώνει μια ενότητα σε αυτό το ζήτημα με τίτλο «Με ποιόν τρόπο οι Εκκλησίες καθυστέρησαν την πρόοδο» (κστ).  Δεν θα εκτεθεί εδώ ειδική υπεράσπιση υπέρ των καμωμάτων των αιρετικών, άλλωστε για την Ορθόδοξο Εκκλησία και το Χριστό είναι αιρέσεις κι αυτό τα λέγει όλα· ούτε βεβαίως χρήζουν υπεράσπισης τόσο τα δόγματά τους όσο κι οι πράξεις τους, αλλά αντίθετα θα εκτεθεί ο ίδιος ο Ράσσελ για τον ορθολογισμό του. Έτσι θα φανερωθεί εδώ ότι ο τελευταίος την Πρόοδο -όπως εκείνος την εννοεί- παρά το ότι την υπερασπίζεται στο σύγγραμμά του αυτό εδώ, κατά του Χριστιανισμού, σε κάποιο άλλο συμφωνεί με κάποιον που την απορρίπτει:

 «Αν κι ο Ντιν Ιντζ απορρίπτει το είδος της θρησκείας που προσφεύγει στην εξέλιξη, γιατί αποδίδει πάρα πολύ στρες πάνω σε μια προσωρινή διαδικασία, λέει: "Δεν υπάρχει νόμος της προόδου, και δεν υπάρχει παγκόσμια πρόοδος". Και ξανά: "Το δόγμα της αυτόματης και παγκόσμιας προόδου, η λαϊκή θρησκεία πολλών Βικτοριανών, κοπιάζει κάτω από το μειονέκτημα, του να είναι η μόνη φιλοσοφική θεωρία η οποία μπορεί να απορριφθεί παντοτινά." Σ’ αυτό το θέμα, για το οποίο θα μιλήσω αργότερα, βρίσκω τον εαυτό μου σε συμφωνία με τον Ντιν, για τον οποίον, σε πολλά σημεία, έχω ένα εξαιρετικό σεβασμό» (κζ)

Ο ίδιος ο φιλόσοφος Ράσσελ άλλοτε δεν πιστεύει απόλυτα στην Πρόοδο των ανθρώπων: «Υποφέρουμε όχι από τα κακά που συμβαίνουν επάνω μας, αλλά κι από όλα εκείνα που η νοημοσύνη μας μας λέγει πως έχουμε λόγους να φοβόμαστε. Το χαλινάρι των επιθυμιών εις τις οποίες τείνουμε από τις προβλέψεις, προειδοποιεί για φυσική καταστροφή σε σημείο ανησυχίας και γενική έλλειψη χαράς. Δεν νομίζω ότι οι πολυμαθείς γνωστοί μου, ακόμη κι όταν έχουν ένα σίγουρο εισόδημα, είναι τόσο ευτυχείς όσο τα ποντίκια που τρώγουν τα ψίχουλα από το τραπέζι τους, όταν οι σοφοί αυτοί κύριοι φταρνίζονται. Υπό αυτή την άποψη, πάντως, πείθομαι ότι δεν έχει υπάρξει καθόλου καμιά πρόοδος» (κη), κι άλλοτε πιστεύει: «Έτσι, ίσως υπάρχει μια κάποια ένδειξη προόδου στον κόσμο» (κη1).

Όπως και να έχει, δηλαδή είτε πιστεύει μερικώς στην Πρόοδο ο Ράσσελ είτε όχι, σημασία έχει πως σαν είναι να κατηγορήσει την Εκκλησία τότε πιστεύει απόλυτα σ’ αυτήν.

Άλλωστε είναι ανώφελο για ένα άθεο ή αγνωστικιστή (κθ)  σαν το Ράσσελ να μιλά για «Πρόοδο», με όποια σημασία και να της δίνει, όταν κρίνει πως το σύμπαν μια μέρα θα καταστραφεί αναγκαστικά, κι ουδέποτε θα ανακατασκευαστεί (λ), ως θέλει ο Θεός (λα). Δεν είναι δηλαδή ποτέ δυνατόν οι Χριστιανοί ότι και να κάνουν να εμποδίσουν μια τέτοια ανάγκη προοδευτικής καταστροφής του κόσμου, πόσο μάλλον οι άθεοι· διότι, αν υπάρχει Θεός, τότε οι Χριστιανοί έχουν ένα «Άσσο» στο μανίκι τους, ενώ οι άθεοι δεν έχουν τίποτα άλλο παρά τους γυαλισμένους και ζεστούς (βλ. 2ο νόμο θερμοδυναμικής) τάφους των.

 

17)  Κάτω οι Αστρολόγοι & Ζήτω οι («μεγαλοφυείς») Αστρολόγοι

Ράσσελ: «Ότι αυτό θα ήταν δυνατόν, πιστώνεται σ’ αυτούς [στους αστρολόγους] αλλά δεν πιστώνεται καθόλου στο εκπαιδευτικό μας σύστημα. Στα σχολεία και στα πανεπιστήμια, η κάθε είδους πληροφορία σερβίρεται αφειδώς, αλλά κανένας δεν μαθαίνει λογική ή να λαμβάνει υπ’ όψιν του τί σημαίνει απόδειξη για κάτι. Για κάθε άνθρωπο με την πιο αόριστη ιδέα της φύσης της επιστημονικής απόδειξης, τέτοιες πίστεις σαν των αστρολόγων είναι φυσικά απίθανες.» (λβ)

Αφού τόνισε το πρόβλημα της λογικής κι αποδεικτικής παιδείας κατά των αστρολόγων, ο Ράσσελ ξεκαθαρίζει, στην ίδια εφημερίδα, την «αίσθηση της αναλογίας» μια ικανότητα που προσφέρει στο κτίσιμο της σοφίας: «Υπάρχουν, νομίζω, αρκετοί παράγοντες που συνεισφέρουν στη σοφία. Από αυτές θα θέσω πρώτη την αίσθηση της αναλογίας: την ικανότητα να λαμβάνει κανείς υπόψη όλους τους σημαντικούς παράγοντες ενός προβλήματος και να εναποθέτει στον καθένα το βάρος που του αναλογεί». (λγ)

Κι όμως, πάλι στο ίδιο έντυπο ο Ράσσελ καθοδηγώντας τους νέους να γίνουν «μεγαλοφυΐες», ανατρέπει και τις δύο αυτές ανωτέρω περισπούδαστές του θέσεις, δηλαδή τη λογική επιστημοσύνη και την «αίσθηση της αναλογίας»:

«Όταν επιθυμούσα να έχω μια άποψη πάνω σε ένα ζήτημα, συνήθιζα να το μελετώ, ζύγιζα τα επιχειρήματα των διαφορετικών μεριών και προσπαθούσα να φτάσω σε ένα ισορροπημένο συμπέρασμα. Από τότε ανακάλυψα ότι δεν είναι αυτός ο τρόπος να πράττεις. Ένας μεγαλοφυής άνθρωπος τα γνωρίζει όλα χωρίς την ανάγκη της μελέτης· οι απόψεις του είναι ενός Ποντίφικα κι εξαρτώνται από την πειστικότητά τους με βάση το λογοτεχνικό ύφος παρά στα επιχειρήματα. Είναι απαραίτητο να είναι μονόπλευρος, επειδή αυτό διευκολύνει τη σφοδρότητα η οποία θεωρείται μια απόδειξη δυνάμεως. Είναι βασικό να προσφεύγει στις προκαταλήψεις και στα πάθη για τα οποία οι άνθρωποι αρχίζουν και νιώθουν ντροπή και να το κάνει αυτό εις το όνομα μιας κάποιας νέας ανείπωτης ηθικής. Είναι καλό να διαβάλλει τα αργά και σχολαστικά μυαλά που απαιτούν αποδείξεις για να καταλήξουν σε συμπεράσματα. Πάνω από όλα, ότι είναι πιο αρχαίο θα πρέπει να ξεπλένεται ως κάτι το πάρα πολύ νέο.

...

Αγνοήστε τα γεγονότα και τη λογική, ζήστε ολοκληρωτικά σε ένα κόσμο δικό σας, των φανταστικών και μυθοπλαστικών σας παθών· κάντε αυτό εντελώς ολόκαρδα και θα γίνετε ένας από τους προφήτες της εποχής σας». (λδ)

Είναι περιττό να λεχθεί πως εδώ ο φιλόσοφος δεν υποστηρίζεται μόνο την κατασκευή εκείνων των «μεγαλοφυών» τσαρλατάνων που καταπολεμάει, δηλαδή των αστρολόγων με όλες αυτές τις εντ, αλλά κι ότι αυτές του οι απόψεις κατά την τελευταία ηλικία του, ανατρέπουν μυριάδες πολυλογίες του περί «λογικής» κι «επιστήμης» κάθε φορά που αναφέρεται εις την διαπαιδαγώγηση των νέων σε όλα τα προηγούμενα λογύδρια του.

 

18) Ενάντια στις Ενοχές & Υπέρ των Ενοχών

Ράσσελ: «Δεν μπορώ να πιστέψω, όπως ορισμένοι ψυχαναλυτές, ότι το αίσθημα της αμαρτίας είναι έμφυτο, αντίθετα πιστεύω ότι είναι ένα προϊόν της πρώιμης νηπιακής ηλικίας. Νομίζω ότι, αν εξαλειφθεί αυτό το αίσθημα [της αμαρτίας / ενοχής], το μέγεθος της απανθρωπιάς στον κόσμο θα μειωθεί πάρα πολύ». (λε)

Ράσσελ για ένα καλύτερο κόσμο: «Αλλά χαιρόμαστε τις χυμώδεις μπριζόλες μας και τα ζεστά μας ρολά ενώ τα γερμανόπουλα πεθαίνουν από την πείνα επειδή οι κυβερνήσεις μας δεν τολμούν να πειράξουν την αξιοπρέπειά μας, ζητώντας μας να παραιτηθούμε από ορισμένες από τις ανέσεις μας. Αν υπήρχε μια Τελική Κρίση όπως οι Χριστιανοί πιστεύουν, πώς νομίζετε ότι θα έμοιαζαν οι δικαιολογίες μας εμπρός από το τελικό δικαστήριο;» (λστ)

 

19) Κατά του Φόβου & Υπέρ του Φόβου

Ο Μπέρτραντ Ράσσελ ποικιλοτρόπως καταγγέλλει το φόβο σαν είναι να επιτεθεί στο Θεό, στη Κόλαση και στη θρησκεία γενικότερα. Παρατίθενται ορισμένα παραδείγματα:

α. «Η δική μου άποψη για τη θρησκεία είναι εκείνη του Λουκρέτιου. Τη θεωρώ ως αρρώστια που γεννήθηκε από το φόβο». (λζ)

β. «Αναμφισβήτητα η πιο σπουδαία πηγή της θρησκείας είναι ο φόβος· αυτό φανερώνεται στις σύγχρονες ημέρες, εφόσον καθετί που προκαλεί επιφυλακή στρέφει τις σκέψεις των ανθρώπων στο Θεό. Πόλεμοι, λοιμοί και ναυάγια κάνουν τους ανθρώπους θρησκευόμενους». (λη)

γ. «Η θρησκεία στηρίζεται, πιστεύω, πρωταρχικά και κυρίως εις το φόβο. Ο φόβος είναι η βάση όλου του πράγματος -φόβος για το μυστήριο, φόβος για την ήττα, φόβος για το θάνατο... Ο φόβος είναι ο συγγενής της απανθρωπιάς, και γι’ αυτό δεν είναι θαύμα που η απανθρωπιά κι η θρησκεία πάνε χέρι χέρι». (λθ)

Παρά τους αφορισμούς του φιλοσόφου κατά του φόβου, στην ουσία ο Ράσσελ αφορίζει τη θρησκεία· διότι υποστηρίζει πως ο φόβος οδηγεί σ’ αυτήν.

Πάραυτα, ο ίδιος φιλόσοφος χρησιμοποιεί το φόβο σε αρκετά δοκίμιά του για να επιτύχει στις ειρηνευτικές του διαμαρτυρίες κι ανησυχίες περί ενός πιθανού πυρηνικού ολοκαυτώματος. Εκεί και τότε, δηλαδή στα δικά του φιλοσοφικά χέρια, «Ο φόβος [δεν] είναι ο συγγενής της απανθρωπιάς»:

α. «Αλλά πρέπει να φοβόμαστε ότι η τρομερή αλχημεία της ατομικής βόμβας θα καταστρέψει εξίσου κάθε μορφή ζωής, κι ότι η γη θα παραμείνει για πάντα ένα νεκρό χώμα που θα περιστρέφεται γύρω από έναν μάταιο ήλιο». (μ)

β. «Αυτή τη στιγμή υπάρχει ένας σοβαρός λόγος για φόβο». (μα)

γ. «Στις μέρες μας ένας συνδυασμός μιας επιστημονικής μεγαλοφυΐας και μια τεχνική ικανότητα παρήγαγαν μια ατομική βόμβα, αλλά παράγοντάς την είμαστε όλοι τρομοκρατημένοι και δε γνωρίζουμε τι να κάνουμε με αυτή». (μβ)

δ. «Θα προσπαθήσουμε να μην πούμε καμία λέξη που να προσδένεται στη μια παράταξη ή την άλλη. Όλες είναι ίσες μπρος στον κίνδυνο κι αν ο κίνδυνος γίνει κατανοητός υπάρχει ελπίδα να τον ξεπεράσουμε όλοι μαζί» (μβ1)

Ο ίδιος φιλόσοφος προτρέπει εις το φόβο:

δ. «Υποφέρουμε όχι από τα κακά που συμβαίνουν επάνω μας, αλλά κι από όλα εκείνα που η νοημοσύνη μας, μας λέγει πως έχουμε λόγους να φοβόμαστε». (μγ)

Κι όχι μόνο στα δικά του φιλοσοφικά χέρια, «Ο φόβος [δεν] είναι ο συγγενής της απανθρωπιάς», αλλά δια φιλοσοφικού θαύματος μετατρέπεται σε έναν τρομοκράτη που δύναται να γεμίσει τους ανθρώπους με τις αρετές της μετριοπάθειας και της ανεκτικότητας και να λυτρώσει τον κόσμο από τον πυρηνικό όλεθρο, «όχι όμως από την Κόλαση»:

«Ίσως, αν κι δύσκολα τολμώ να ελπίζω, η υδρογονοβόμβα να τρομοκρατήσει την ανθρωπότητα σε σημείο λογικής μετριοπάθειας κι ανεκτικότητας. Αν αυτό πράγματι συμβεί, τότε θα έχουμε ένα λόγο να ευλογήσουμε τους εφευρέτες της». (μδ)

Αυτό είναι που κανείς μπορεί να αποκαλέσει «φιλοσοφική δεινότητα» ή άλλως «πολυλογεῖν».

 

20) Υπέρ της Στείρωσης & Κατά της Στείρωσης

Στο πόνημά του Ράσσελ «Γιατί οι στρατιώτες πολεμάνε», η στείρωση παρουσιάζεται ως μια από τις πολύ κακές συνέπειες του πολέμου: «Οι περισσότεροι άνθρωποι τώρα συμμετέχουν για οικονομικούς λόγους κι επειδή δεν περιμένουν ότι θα πρέπει να πάνε στον πόλεμο όπου οι ζωές του θα μπουν σε κίνδυνο ή χειρότερα. Δε γνωρίζουν ότι οι στρατιώτες πεθαίνουν ή σακατεύονται ή στειρώνονται εξαιτίας της έκθεσης στα χημικά όπλα. Πιστεύουν ότι δε θα τους τύχουν κακά πράγματα. Ρισκάρουν... όταν ότι έχουν δει για τον πόλεμο είναι ότι δείχνει η τηλεόραση». (με)

Στο δε πόνημα «Ίκαρος ή το μέλλον της επιστήμης», η εναντίωση εις τη στείρωση παρουσιάζεται ως δεισιδαιμονία, ήτις η στείρωση παρουσιάζεται ως κάτι το «λογικό» κι άρα εις τα μάτια ενός Ορθολογιστή τίποτα άλλο παρά το απόλυτο καλό: «Περνώντας από την ποιότητα εις την ποιότητα του πληθυσμού, ερχόμαστε εις το ερώτημα της ευγονικής. Μπορούμε να υποθέσουμε ότι, αν οι άνθρωποι μεγαλώσουν λιγότερο δεισιδαίμονες, οι κυβερνήσεις θα αποκτήσουν το δικαίωμα να στειρώσει εκείνους που δεν θεωρούνται επιθυμητοί γονείς. Αυτή η δύναμη θα χρησιμοποιηθεί, στην αρχή, για να μειωθεί η ηλιθιότητα, ένα πολύ ποθητός στόχος». (μστ). Και το πόνημα «Ίκαρος ή το μέλλον της επιστήμης» δεν είναι το μόνο σύγγραμμά του εις το οποίο επιμένει σε μια είδους ευγονική, ως π.χ. ο έλεγχος του πληθυσμού: «Θα μπορούσαμε επίσης να εξασφαλίσουμε τη σταθερότητα του πληθυσμού του κόσμου». (μστ1) Βέβαια..., οι άθεοι πάντα ζητάνε ινα μη γεννηθεί κανείς άλλος, άπαξ και γεννήθηκαν οι ίδιοι. Οι ίδιοι επιθυμούν να χαίρονται τη ζωή, εις τους άλλους την απαγορεύουν ένεκα «ορθολογικών υπολογισμών». 

 

21) Κατά Πρακτικής & Υπέρ της Πρακτικής

Ο Ράσσελ απαντώντας στην ηθική θέση του Γουίλιαμ Τζέιμς (William James), δεν επιθυμεί τη θρησκεία τη Χριστιανική να εμπλέκεται με κανένα τρόπο εις την ανθρώπινη ζωή. Ακόμη κι αν η θρησκεία δεν ήτο εκφραστής αληθινών δογμάτων, όπως λέγει ο Ράσσελ, δε θα επιθυμούσε αυτός εκείνην να υφίσταται εις τον κόσμο ούτε καν για ζητήματα πρακτικής ηθικής. Για να προωθήσει λοιπόν την απόλυτη αυτή θέση του επικαλείται τη βαρύτητα της αλήθειας έναντι της πρακτικής χρησιμότητας:

«Η ελευθερία της σκέψης κι η συνήθεια να αποδίδεται βάρος εις τα στοιχεία είναι ζητήματα πολύ σπουδαιότερης ηθικής σημασίας από ότι η πίστη σε εκείνη ή το άλλο θρησκευτικό δόγμα. Σύμφωνα με αυτές τις βάσεις δεν μπορεί να λέγεται ότι οι θεολογικές πίστεις θα πρέπει να υποστηρίζονται ένεκα χρησιμότητας χωρίς να δίδεται βάρος εις την αλήθεια τους». (μζ)

Ο ίδιος επίσης ως μέθοδο ανακάλυψης της αλήθειας αποδέχεται μόνο την επιστημονική λέγοντας: «Συμπεραίνω ότι, ενώ είναι αλήθεια ότι η επιστήμη δεν μπορεί να αποφασίσει για τις [ηθικές] αξίες, τούτο γιατί αυτές δεν μπορούν να αποφασισθούν λογικά και βρίσκονται εκτός του βασιλείου της αλήθειας και του ψεύδους. Όποια γνώση επιτυγχάνεται, θα πρέπει να επιτυγχάνεται με επιστημονικές μεθόδους· κι ότι η επιστήμη δεν μπορεί να το ανακαλύψει, η ανθρωπότητα δεν μπορεί να το γνωρίζει» (μη)

Όμως αυτές του οι διδασκαλίες, δηλαδή η προώθηση της αλήθειας έναντι της πρακτικότητας και η αποδοχή μόνο των επιστημονικών αληθειών δεν τυγχάνουν άμεσης ακολουθίας από τον ίδιο του τον εαυτό. Ειδικότερα, αν κι επιτίθεται κατά της θρησκείας, η οποία «δεν μπορεί» να στηρίζεται για τα πρακτικά ζητήματα τα οποία δεν έχουν επιστημονική βαρύτητα, εντούτοις ζητά με τη χρήση «ορθολογισμού» να επεμβαίνει σε πρακτικά κι ηθικά ζητήματα, δηλαδή ζητήματα, που σύμφωνα μ’ αυτόν δεν βρίσκονται στο πεδίο της Αλήθειας ή του Ψεύδους:

«Από όταν έγινα Ορθολογιστής ανακάλυψα ότι υπάρχει ένα αξιοσημείωτο πεδίο στο κόσμο για την πρακτική σημασία της ορθολογιστικής αντίληψης, όχι μόνο πάνω σε ζητήματα γεωλογίας, αλλά σε όλα τα πρακτικά ζητήματα, όπως το διαζύγιο κι ο έλεγχος των γεννήσεων και σε ένα ερώτημα που εμφανίστηκε τελευταίως, την τεχνητή γονιμοποίηση [...] Όσο μπορείς να μιλάς [...] ότι ένα πράγμα δεν πρέπει να γίνεται μόνο και μόνο επειδή υπάρχει κάποιο κείμενο στη Βίβλο γι’ αυτό, τόσο υπάρχει χώρος για την ανάγκη του Ορθολογισμού στην πρακτική [...] σε ορισμένα πρακτικά ζητήματα θεώρησα πως οι ηθικές συμβουλές που δίδονται στη Βίβλο δεν ήταν τελικές κι ότι σε ορισμένα σημεία κάποιος θα πρέπει να δρα διαφορετικά από ότι η Βίβλος λέγει.» (μθ)

Συνοπτικά ομιλώντας, ο Ράσσελ ως φιλόσοφος του Ορθολογισμού, ο οποίος υποστηρίζει πως η επιστήμη δεν μπορεί να αποδείξει το αληθές ή το ψευδές των ηθικών αξιών, θέλοντας να θέσει τις ορθολογιστικές ηθικές αξίες αντί εκείνων της θρησκείας, δεν κάνει τίποτα άλλο παρά να αποδεικνύει πως η Ορθολογιστική Φιλοσοφία είναι θρησκευτικό σύστημα πίστης κι όχι «τετραγωνισμένος επιστημονικός δείκτης υψηλού IQ». Με άλλα λόγια, ενώ η πρακτική αξία της θρησκείας καταπολεμείται παράλληλα γίνεται προσπάθεια απόδοσης αξίας στο φιλοσοφικό σύστημα του ορθολογισμού, ανατρέχοντας στη εφαρμογή του πάνω σε πρακτικά ζητήματα μέσα εις την κοινωνία.

 

22) Κατά της Αντίληψης του Αιτίου & Υπέρ της Αντίληψης του Αιτίου

Ο Ράσσελ με ένα ολάκερο σύγγραμμά του [«On the Notion of Cause, with Applications to the Free-Will Problem»] φιλοσοφεί κατά του Αιτίου-Αποτελέσματος προσπαθώντας να απαλύνει τη λογική σημασία αυτών των δύο, πιθανώς σε μια απέλπιδα προσπάθεια του να εξοβελίσει το Θεό ως Δημιουργό, ή 1ο Αίτιο, του Σύμπαντος κόσμου και του ανθρώπου. Παρατίθενται ένα χαρακτηριστικό απόσπασμα αυτής της εργασίας του:

«Η επόμενη ερώτηση αφορά το διάστημα του χρόνου. Οι φιλόσοφοι, αναμφίβολα, θεωρούν το αίτιο και το αποτέλεσμα ως συνεχόμενα στο χρόνο, αλλά αυτό για λόγους που ήδη εξηγήθηκαν είναι αδύνατο. Όθεν, αφού δεν υπάρχουν απειροελάχιστα χρονικά διαστήματα, θα πρέπει να υπάρχει πεπερασμένο διάστημα χρόνου Τ μεταξύ αιτίου κι αποτελέσματος. Αυτό, όπως και να έχει, ξεσηκώνει ανυπέρβλητες δυσκολίες. Όσο μικρό και αν λάβουμε το διάστημα Τ, κάτι μπορεί να συμβεί κατά τη διάρκεια αυτού του διαστήματος που να αποκλείσει το αναμενόμενο αποτέλεσμα. Βάζω τη δεκάρα μου στην οπή, αλλά πριν να μπορέσω να πάρω το εισιτήριο μου, συμβαίνει ένας σεισμός που αναστατώνει το μηχάνημα και τους υπολογισμούς μου. Για να είμαστε σίγουροι για το αναμενόμενο αποτέλεσμα πρέπει να γνωρίζουμε ότι τίποτα στο περιβάλλον δεν παρεμβάλλεται με αυτό. Αυτό σημαίνει όμως ότι το υποτιθέμενο αίτιο δεν είναι εκ του εαυτού του ικανό να εξασφαλίσει το αποτέλεσμα» (ν).

Θα πρέπει όμως ο αναγνώστης να θυμηθεί αυτά που ο Ράσσελ υποστήριζε κατά της Ελευθέρας Βουλήσεως, στην ανωτέρα θέση Νο 12, σε διαφορετικό  σύγγραμμα του: «Το Πρόβλημα της Ελεύθερης Βουλήσεως κατά συνέπεια παραμένει εκεί που ήταν. Ότι και να σκεφτεί κανείς ως ένα ζήτημα μεταφυσικής, είναι προφανείς ότι κανείς δεν το πιστεύει πρακτικά. Όλοι πάντα πίστευαν ότι είναι εφικτό ο χαρακτήρας να εκπαιδευτεί.» (βλ. σημ. ιστ).

Ο Ράσσελ δηλαδή υποστηρίζει την πρακτική έναντι της φιλοσοφίας όταν ζητά να καταρρίψει την Ελεύθερη Βούληση. Παραθέτοντας στις αμέσως επόμενες παραγράφους την πρακτική, εύκολη και τάχιστη ανεύρεση αιτίων κι αποτελεσμάτων εκ μέρους του Ράσσελ, κάθε φορά που αυτός ζητά να κατηγορεί το Θεό (αίτιο) για τα δεινά του κόσμου (αποτελέσματα), είναι εύλογο να δηλωθεί το εξής: είτε ο Ράσσελ θα πρέπει να μην κατηγορεί ως πρωταίτιου των κακών αποτελεσμάτων το Θεό ή θα πρέπει να αποσύρει την πρακτική εφαρμογή ως ικανή μέθοδο διαπιστώσεως της αξίας της Ελευθέρας Βουλήσεως.

Με άλλα λόγια, δεν είναι δυνατό ο Ράσσελ να ευρίσκει εύκολα αίτια κι αποτελέσματα σαν είναι να κατηγορεί τους φιλοσοφικούς του αντιπάλους και ταυτόχρονα να υποστηρίζει πως αυτά δεν είναι τόσο ξεκάθαρα σαν είναι να πολεμήσει το 1ο Αίτιο, το Θεό. Από την άλλη μεριά, δεν είναι δυνατόν ο Ράσσελ να υποστηρίζει πως η Ελεύθερη Βούληση βάλλεται επειδή η πρακτική εφαρμογή συμπεριφορών δεν την υποστηρίζει ενώ ταυτόχρονα επιθυμεί να στηρίζει τις φιλοσοφίες του κατά της σύνδεσης Αιτίου κι Αποτελέσματος όταν με πρακτική εφαρμογή αυτός ο ίδιος τόσο τρανά τις παραβλέπει.

Η «οφειλόμενη» εκ των ανωτέρω πρακτική, εύκολη και τάχιστη ανεύρεση αιτίων κι αποτελεσμάτων εκ μέρους του Ράσσελ, ξεπερνώντας όλες του τους φιλοσοφικούς ενδοιασμούς,  κάθε φορά που αυτός ζητά να κατηγορεί το Θεό (αίτιο) για τα δεινά του κόσμου (αποτελέσματα): «Πριν Αυτός να δημιουργήσει τον κόσμο προείδε όλο τον πόνο και την μιζέρια που αυτός θα περιείχε· προς τούτο Αυτός είναι υπεύθυνος για όλα. [...] Αν γεννούσα ένα παιδί γνωρίζοντας ότι το παιδί θα γίνονταν μανιακός δολοφόνος, θα ήμουν υπεύθυνος για τα εγκλήματά του. Αν ο Θεός γνώριζε από την αρχή τις αμαρτίες για τις οποίες ο άνθρωπος είναι ένοχος, τότε είναι ξεκάθαρα υπεύθυνος για όλες τις συνέπειες αυτών των αμαρτιών όταν αποφάσισε να δημιουργήσει τον άνθρωπο.» (να)

 

23) Κατά της Επιστήμης & Υπέρ της Επιστήμης Νο2

Υποστηρίζει ότι «οι ψυχαναλυτές, από τα κλινικά τους πειράματα, συμπεραίνουν πως είμαστε όλοι μας τρελοί» (νβ), αλλά ο ίδιος δεν το πίστευε, δεν το πιστεύει, ούτε ποτέ του θα το πιστέψει: «Είμαι, σε αυτή την εποχή όπου υπάρχει μια μεγάλη προσφυγή στο παράλογο, ένας αμετανόητος Ορθολογιστής. Ήμουν Ορθολογιστής από τότε που θυμάμαι και δε σκοπεύω να πάψω να είμαι όποια προσφυγή στο παράλογο κι αν συμβεί». (νγ)

 

24) Η αμαρτία να επιφέρει το Κακό & η Αμαρτία να μην το Επιφέρει

Ο Ράσσελ αντικρούοντας το ζήτημα της ανθρώπινης αμαρτίας [αστοχίας-λάθους] έναντι της αγαθότητας του Θεού, επιθυμεί να θέση την πρώτη στα υποκειμενικά ζητήματα, μειώνοντας ή εξαφανίζοντας την αντικειμενικότητα της· για να το κατορθώσει αυτό, υποστηρίζει πως η αμαρτία δεν έχει αντικειμενικές συνέπειες:

α. «Όταν οι επίσκοποι μας λένε πως κάτι είναι τρομερά αμαρτωλό, είναι μόνο τρομερά αμαρτωλό επειδή υπάρχει κάποιο κείμενο στη Βίβλο που αναφέρεται σ’ αυτό. Δεν είναι τρομερά αμαρτωλό επειδή προκαλεί κάποιου είδους κακό, και δεν είναι αυτό το ζήτημα» (νδ).

β. «-Δεν φοβάσαι ποτέ την Κρίση του Θεού αρνούμενος Αυτόν; -Μετά πάσης βεβαιότητας όχι. Αρνούμαι επίσης τον Δία και τον Κρόνο τον Όντιν και τον Βράχμα, αλλά αυτό δεν μου επιφέρει τύψεις. Παρατηρώ ότι ένα μεγάλο μέρος της ανθρώπινης φυλής δεν πιστεύει στο Θεό και δεν υπόκεινται σε καμιά φοβερή τιμωρία ως συνέπεια» (νδ1)

 Με άλλα λόγια ο Ράσσελ προσπαθεί να απορρίψει την αμαρτία, ως κάτι το παράλογο, επειδή δεν επιφέρει μια κάποια είδους τιμωρία ή κάποιο κακό ως συνέπειά της. Κατ’ αντιστροφή, η αμαρτία θα ήτο κάτι το λογικό, μόνο αν επέφερε κακά αποτελέσματα ή μια κάποια τιμωρία εις τον αμαρτωλό.

Εντούτοις ο ίδιος φιλόσοφος «συναισθηματικά» κινούμενος, κι ενάντια στην προηγούμενη λογική του, δεν πιστεύει την τιμωρία όταν αυτή συμβεί ως συνέπεια της αμαρτίας:

α. «Δεν μπόρεσα ποτέ να θαυμάσω τον Ελισαίο για την κατάρα στα παιδιά που γέλασαν εις βάρος του, ή να πιστέψω (όπως βεβαιώνει η Βίβλος), ότι ένας φιλάνθρωπος Θεός θα μπορούσε ποτέ να στείλει δύο αρκούδες να σκοτώσουν τα παιδιά» (νδ2, πρβλ. κι απάτη του Δαυλού)

Επιπλέον, ο φιλόσοφος παραδέχεται πως οι ηθικές αξίες δεν μπορούν να αποδειχθούν βάση της επιστήμης (νε), αλλά και πως κάθε αναζήτηση μιας κάποιας τιμωρίας για κάποια «μοχθηρότητα» των ανθρώπων είναι παράλογη ένεκα τούτου:

β. «Εφόσον κανείς δρόμος δεν μπορεί να υπάρχει ούτε καν κατά φαντασία για να αποφασίσουμε μια διαφορά μεταξύ των αξιών, το συμπέρασμα εκβιάζεται και μας λέει πως η διαφορά βρίσκεται στις προτιμήσεις του καθενός κι όχι σε κάποια αντικειμενική αξία. Τα αποτελέσματα αυτού του δόγματος είναι σημαντικά. Κατ’ αρχάς δεν μπορεί να υπάρχει με απολυτότητα κάτι ως η "αμαρτία"· ότι ένας άνθρωπος καλεί "αμαρτία" ένας άλλος το αποκαλεί "αρετή", κι αν ο ένας δε συμπαθεί τον άλλο γύρω από αυτή τη διαφορά, κανείς δεν μπορεί να πείσει τον άλλο για κάποιο λάθος λογικής. Η τιμωρία δε δικαιολογείται πάνω στη βάση πως ο εγκληματίας είναι "μοχθηρός", αλλά πάνω στη βάση του ότι συμπεριφέρεται κατά ένα τρόπο που οι άλλοι δεν ενθαρρύνουν. Η Κόλαση, ως ένα μέρος τιμωρίας των αμαρτωλών, γίνεται αρκετά παράλογη.» (νστ)

Είτε λοιπόν ο Ράσσελ θα πρέπει να υποστηρίζει πως η αναζήτηση μιας οποιαδήποτε τιμωρίας, ως η Κόλαση, ή ενός κακού για μια αμαρτία, είναι κάτι το εντελώς παράλογο, είτε ο ίδιος δε θα πρέπει να στρέφεται ενάντια στον κώδικα της Βίβλου, στηριζόμενος στο ότι οι τρομερές αμαρτίες εις τις οποίες αυτή εναντιώνεται δεν επιφέρουν ένα οποιαδήποτε άμεσο κακό ή μια τιμωρία στον αμαρτωλό, ως λ.χ. η Κόλαση· Επιπλέον, αν οι αμαρτίες επιφέρουν μια κάποια τιμωρία, τότε δε θα πρέπει ο ίδιος φιλόσοφος συναισθηματικά να τις απορρίπτει. 

 

25) Ο Χριστιανισμός Ευτελίζει & ο Χριστιανισμός δεν Ευτελίζει τους πιστούς

Ο Ράσσελ υποστηρίζει ως τρίτος παρατηρητής, πως οι Χριστιανοί ξευτελίζονται θεωρώντας εαυτούς αμαρτωλούς: «Σαν ακούς στην Εκκλησία ανθρώπους να εξευτελίζουν τους εαυτούς τους και να λένε ότι είναι δυστυχείς αμαρτωλοί, κι όλα τα υπόλοιπα, μοιάζει άξιο περιφρονήσεως κι ανάξιο της αυτοεκτίμησης ανθρωπίνων πλασμάτων.» (νζ)

Ο ίδιος όμως φιλόσοφος, στο σύγγραμμά του Why I am not a Christian, κατηγορεί τους Χριστιανούς εμμέσως ως αμαρτωλούς, «ευτελίζοντας τους», αφού υποστηρίζει ότι δεν ακολουθούν τις εντολές του Θεού τους, κι ότι «βεβαίως απομακρύνθηκαν με έμφαση...» σε κάποιες περιπτώσεις:

α. «39 ἐγὼ δὲ λέγω ὑμῖν μὴ ἀντιστῆναι τῷ πονηρῷ· ἀλλ' ὅστις σε ῥαπίζει εἰς τὴν δεξιὰν σιαγόνα, στρέψον αὐτῷ καὶ τὴν ἄλλην· » [Κατά Ματθαίον, Κεφ. Ε΄].

β. «37 Καὶ μὴ κρίνετε, καὶ οὐ μὴ κριθῆτε·» [Κατά Λουκά, Κεφ. Στ΄].

γ.  «30 παντὶ δὲ τῷ αἰτοῦντί σε δίδου, καὶ ἀπὸ τοῦ αἴροντος τὰ σὰ μὴ ἀπαίτει» [Κατά Λουκά, Κεφ. Στ΄].

δ.  «21 ἔφη αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς· Εἰ θέλεις τέλειος εἶναι, ὕπαγε πώλησόν σου τὰ ὑπάρχοντα καὶ δὸς πτωχοῖς...» [Κατά Ματθαίον, Κεφ. Ιθ΄].

Σε άλλο και διαφορετικό του σύγγραμμα, ο ίδιος πάντοτε φιλόσοφος, για να συνδυάσει την βιαιότητα με την ιδέα της δικαιοσύνης, διδάσκει ως τρίτος παρατηρητής και πάλι, πως με την τελευταία οι Χριστιανοί εξυψώνουν την αυτοεκτίμηση τους και οδηγούνται σε εγκλήματα:

«Αν ο Χριστιανισμός είναι αλήθεια,  τότε οι άνθρωποι δεν είναι τόσο αξιοθρήνητα σκουλήκια όσο φαίνονται· βρίσκονται κάτω από το ενδιαφέρον του Δημιουργού του Σύμπαντος, που ασχολείται ευχαριστημένος όταν αυτοί συμπεριφέρονται καλά και στενοχωριέται όταν συμπεριφέρονται άσχημα. Αυτό είναι ένα εξαιρετικό κομπλιμέντο. Δε θα σκεφτόμασταν να μελετήσουμε τη φωλιά των μυρμηγκιών για να δούμε ποια εξ αυτών εκτελούν σωστά το καθήκον τους και δε θα σκεφτόμασταν να συλλέξουμε τα αμελή και να τα βάλουμε στη φωτιά. Αν ο Θεός κάνει αυτό για εμάς, τότε αυτό είναι ένα κομπλιμέντο για τη σημασία μας· κι είναι ένα ευχάριστο κομπλιμέντο αν βραβεύει στους καλούς ανάμεσά μας παντοτινή χαρά στον παράδεισο. Έπειτα υπάρχει η σχετική μοντέρνα ιδέα ότι η κοσμική εξέλιξη σχεδιάστηκε πλήρως για να επιφέρει τα αποτελέσματα που εμείς αποκαλούμε καλό -δηλαδή, το είδος των αποτελεσμάτων που μας δίνουν χαρά. Εδώ επίσης είναι κολακευτικό να υποθέτουμε ότι το σύμπαν ελέγχεται από ένα Ον που μοιράζεται μαζί μας τα ίδια γούστα και προκαταλήψεις [..] Καλώντας το άδικο και δημιουργώντας ένα περίτεχνο σύστημα ηθικής γύρω από αυτή την ιδέα, το ποίμνιο δικαιώνει τον εαυτό του ξε πάνω από τα αντικείμενα που δε συμπαθεί, ενώ την ίδια στιγμή, ενώ το ποίμνιο είναι δίκαιο εξ ορισμού, επαυξάνει την αυτοεκτίμησή του την ίδια στιγμή που αφήνεται εις την ώθηση της απανθρωπιάς» (νη).

Είτε λοιπόν ο Ράσσελ θα πρέπει να διδάσκει ότι οι Χριστιανοί είναι εξευτελισμένοι ως αμαρτωλοί κι άρα ανίκανοι να επιφέρουν τιμωρίες εις τους άλλους, [παρεκτός κοσμικής εξουσίας του «Χριστιανισμού» π.χ. αιρετικό Παπικό κράτος, όπου κράτος-βία είναι αλληλένδετα) είτε ότι οι Χριστιανοί δεν είναι εξευτελισμένοι αλλά αντίθετα, αν η θρησκεία των πρώτων ζητά την επιβολή τους επί των υπολοίπων δια μέσω μιας κάποιας κρατικής βίας, τότε εκείνοι που υπόκεινται εις τη βία είναι οι εξευτελισμένοι, ως οι ανίσχυροι εξευτελίζονται υπό του ισχυρού.

Σημειωτέα και παρατηρητή εδώ η ιδέα του Ράσσελ για τους ανθρώπους, οι οποίοι παρομοιάζονται με «αξιοθρήνητα σκουλήκια»· διότι αν οι άνθρωποι είναι όλοι πράγματι «αξιοθρήνητα σκουλήκια», τότε δεν έχει νόημα να μιλά κανείς για εξευτελισμούς που επέρχονται εις εκείνους μόνον τους ανθρώπους που ασπάζονται μια κάποιου είδους θρησκεία, ως ο Χριστιανισμός.

Χρήσιμο δε είναι να ενημερωθεί ο αναγνώστης για το είδος της αυτοεκτίμησης που διδάσκει ο ίδιος φιλόσοφος σαν αναφέρεται εις το ναό της θρησκευτικής λατρείας του «ελευθέρου ανθρώπου»: «Εκτός από εκείνα τα σπάνια πνεύματα που έχουν γεννηθεί χωρίς αμαρτία, υπάρχει ένα σπήλαιο σκοταδιού που πρέπει να διασχισθεί πριν να μπορεί κανείς να εισέλθει στο ναό. Η πύλη του σπηλαίου και το πάτωμα είναι στρωμένα με τους λίθους των εγκαταλειμμένων ελπίδων. Εκεί το Εγώ πρέπει να πεθάνει· εκεί η ανυπομονησία, η απληστία των ανήμερων επιθυμιών πρέπει να θανατωθεί, διότι μόνο έτσι η ψυχή μπορεί να ελευθερωθεί από την αυτοκρατορία της Μοίρας. Αλλά έξω από το σπήλαιο η Πύλη της Απάρνησης οδηγεί ξανά στο φως τη σοφίας, στην ακτινοβολία μια νέας αντίληψης, μια νέα χαρά, μια νέα τρυφερότητα, λάμπει μπροστά για να ευχαριστήσει την καρδιά του προσκυνητή.» (νθ)

 

26) Η Λατρεία του Ελεύθερου Ανθρώπου κι η Καταδίκη του Ελεύθερου Ανθρώπου

Στη δημιουργία του πονήματος «Η Λατρεία του Ελεύθερου Ανθρώπου» ο Ράσσελ υπεστήριζε ότι «Σε όλα τα πράγματα πρέπει να εξυμνήσουμε την αξιοπρέπεια του ανθρώπου, ελευθερώνοντάς τον όσο είναι δυνατό από την τυραννία των μη ανθρώπινων Δυνάμεων» (βλ. σημείωση ι) και δηλαδή από την οποιαδήποτε «τυραννία» ενός Θεού της Δικαιοσύνης και της Αγάπης. Ο άνθρωπος θα πρέπει δηλαδή να είναι κύριος του εαυτού του κι όχι «δούλος "του θελήματος" του Θεού».

Όταν όμως ο ίδιος φιλόσοφος οργίζονταν κατά των πυρηνικών δοκιμών μιας Υπερδύναμης, παρότι ο ίδιος υποστήριζε πως θα έπρεπε μόνον αυτή να διαχειρίζεται τέτοιου είδους οπλικά συστήματα (ξ), επιθυμούσε να καταστήσει τον «ελεύθερο» και «κύριο» άνθρωπο, «δούλο του "δικού του" Ρασσελικού θελήματος»: «Η δοκιμή των πυρηνικών όπλων στην ατμόσφαιρα είχε ως επίπτωση την καταδίκη εκατομμυρίων ανθρώπων σε θάνατο εξαιτίας του καρκίνου των οστών, του αίματος, γενετικές και σωματικές βλάβες... Με ποιο δικαίωμα η κυβέρνηση των Η.Π.Α. δηλητηριάζει την ατμόσφαιρα, που είναι η ατμόσφαιρα όλων των ανθρώπων της γης; Τί θα έλεγε αυτή η κυβέρνηση αν οι Πακιστανοί κι οι Ινδοί κατά τη διαμάχη τους για το Κασμίρ δηλητηρίαζαν την ατμόσφαιρα του πλανήτη; Με ποιό δικαίωμα αυτές οι κυβερνήσεις κάνουν τους ανθρώπους του κόσμου έρμαια της όποιας μηδαμινής λογομαχίας που τους διασκεδάζει;» (ξα)

Κι επιθυμεί ο Ράσσελ να υποτάξει μια Υπερδύναμη ανορθολογικά εις το δικό του θέλημα, όταν στην ερώτηση, «-Ένας αγνωστικιστής πράττει ότι επιθυμεί;» απαντούσε διακηρύσσοντας την ηθική ελευθερία των πράξεών του: «-Κατά μια άποψη όχι· κατά μια διαφορετική, ο καθείς κάνει ότι τον ευχαριστεί» (ξβ)· ηθική ελευθερία που δεν επιθυμεί να αποδώσει σε μια Υπερδύναμη.

Ο Ράσσελ έχει προφανώς ξεχάσει, πως αυτό το «δικαίωμα» των Η.Π.Α., όπως και κάθε «υπερδύναμης» η οποία δεν υπολογίζει Θεό ή την εξουσία των όποιων «μη ανθρώπινων Δυνάμεων», στηρίζεται ακριβώς  εις το επιχείρημα του «συμφέροντος», το οποίο τόσο πολύ χρησιμοποιούν οι πρέσβεις των αντιπάλων εις τον «Πελοποννησιακό Πόλεμο» των αρχαίων Ελλήνων του Θουκυδίδη. Αυτό το επιχείρημα ήταν μάλιστα ένα Φυσικό  επιχείρημα Ορθολογισμού (ξγ), το οποίο ο Ράσσελ παραβλέπει ανορθολογικά.

Το παρόν παράδειγμα είναι ακόμη μια απόδειξη περί του ότι κι οι «ορθολογιστές» υπερυψώνοντας εαυτούς ως «λογικούς», πλείστες φορές κινούνται συναισθηματικά , αντί βάση της λογικής, παρότι καταφέρονται κατά του συναισθηματισμού,  σαν είναι να καταπολεμήσουν το Χριστιανισμό και το Θεό.

Ράσσελ:

α. «Τα παιδιά, σαν τους ενήλικες, δε θα είναι όλα ενάρετα αν είναι όλα ελεύθερα» (ξγ1)

β. «Οι εκπαιδευτές που επιτρέπουν τη μεγαλύτερη ελευθερία είναι άνθρωποι που η επιτυχία τους εξαρτάται από ένα βαθμό καλοσύνης, αυτοελέγχου και εκπαιδευμένης νοημοσύνης, που δύσκολα γεννιούνται εκεί όπου κάθε ώθησε αφήνεται ανεξέλεγκτη» (ξγ2)

 

27) Κατά της Δύναμης & Υπέρ της Δύναμης

Είδε ο αναγνώστης στην ανωτέρω θέση 26, πως ο Ράσσελ δεν μπορούσε να εννοήσει το «δικαίωμα», σύμφωνα με το οποίο μια υπερδύναμη κάνει χρήση της εξουσίας της δίχως να συμμερίζεται τις απόψεις των άλλων. Ο Ράσσελ μοιάζει σαν να θεωρεί «ανορθολογική» της χρήση της δύναμης του ισχυρού έναντι του αδυνάτου, παρότι στην αρχαία Ελλάδα η ρητορική, η σοφιστική κι η φιλοσοφία θεωρούν αυτού του είδους τη δράση απολύτως «Φυσική» π.χ. το μεγάλο ψάρι τρώει το μικρό. Αντίθετα, όταν το μικρό ψάρι συμβαίνει να τρώει το μεγάλο, τότε κάποιος ανορθολογισμός τυγχάνει ή μπορεί να συμβαίνει κάποιο θαύμα, όπως λ.χ. εκείνο των Θερμοπυλών ή του Δαυίδ-Γολιάθ ή του Μέγα Κωνσταντίνου.

Βέβαια, το εκπληκτικό της υπόθεσης είναι ότι ο Ράσσελ αλλού αντιλαμβάνεται περίφημα την «ορθολογιστική» ισχύ μιας δύναμης έναντι των ασθενέστερων:

α. «Γι’ αυτό δε θα δράσουν με κάποιο τρόπο προς το συμφέρον του εκτός κι αν ενεργήσουν ένεκα γενναίων ωθήσεων που θα τους κάνουν αδιάφορους προς το δικό τους συμφέρον» (ξγ3)

β.  «Γι’ αυτό η επιστήμη απειλεί να επιφέρει την καταστροφή του πολιτισμού μας. Η μοναδική ελπίδα φαίνεται να βρίσκεται στην πιθανότητα μιας παγκόσμιας κυριαρχίας από μία παράταξη, ας πούμε τις Ηνωμένες Πολιτείες, που θα οδηγήσει σε ένα σταδιακό σχηματισμό μια τακτοποιημένης οικονομικής και πολιτικής παγκόσμιας κυβέρνησης» (ξγ4)

«Ότι η Αμερική σκέφτεται σήμερα ο υπόλοιπος κόσμος θα αναγκαστεί να το σκέφτεται την επαύριον και γι’ αυτό εκείνο που σκέφτεται η Αμερική είναι σημαντικό» (ξδ) και μάλιστα προσπαθεί κι ο ίδιος να την προσεταιριστεί προς ίδιον αθεϊστικό όφελος: «Είναι πολύ σημαντικό για όλους μας, επειδή η Αμερική τείνει όλο και περισσότερο να κυριαρχεί στον κόσμο, και θα βρεθούμε σε πολύ δύσκολη θέση εκτός κι αν λιγότερο ή περισσότερο μπορέσουμε να την απελευθερώσουμε- μια αποστολή, μπορώ να πω, για την οποία εγώ έκανα ότι μπορούσα, όπως κι η γυναίκα μου» (ξε) παρότι στο σύγγραμμά του περί της «Λατρείας του Ελευθέρου ανθρώπου» διδάσκει κατά αυτής: «Αν η Δύναμη είναι κακή, όπως φαίνεται να είναι, ας την εκδιώξουμε από τις καρδιές μας» (ξστ).

 

28) Ο Υπέροχος άνθρωπος ... που δεν είναι Υπέροχος

Όταν ο Ράσσελ εκλιπαρούσε τους ηγέτες του κόσμου, εις την εποχή του, ενάντια στον πυρηνικό όλεθρο δήλωνε σ’ αυτούς, πως ο άνθρωπος είχε μια «αξιοθαύμαστη ιστορία»:

«Σχεδόν ο καθένας που δεν είναι πολιτικά συνειδητοποιημένος έχει δυνατά αισθήματα γύρω από ένα ή περισσότερα από αυτά τα ζητήματα· αλλά σας θέλουμε, αν μπορείτε, να βάλετε στην άκρη αυτά τα αισθήματα και να θεωρήσετε τους εαυτούς σας ως μέλη ενός βιολογικού είδος που είχε μια αξιοθαύμαστη ιστορία και που την εξαφάνισή του δεν θα την επιθυμούσε κανένας μας.» (ξζ).

Δήλωνε ο Ράσσελ πως ο άνθρωπος είχε μια «αξιοθαύμαστη ιστορία», ίσως γιατί δεν ήθελε να πεθάνει από αυτούς που αποκαλούσε «παντοδύναμους παράφρονες» (ξζ1). Όπως και να ’ χει, το ζήτημα είναι πως αντιθέτως, όταν ο Ράσσελ ήθελε να μειώσει τις διδασκαλίες της Εκκλησίας, αλλά και τον Θεό τον ίδιο, αντίλεγε ότι:

α. «Ο άνθρωπος, όπως μας βεβαιώνουν οι θεολόγοι, είναι ένα τόσο τέλειο Ον που μπορεί να λογιστεί ως το αποκορύφωμα των μεγάλων αιώνων του νέφους και λάσπης που ήταν το πρελούδιο. Νομίζω πως οι θεολόγοι πρέπει να ήταν τυχεροί στις ανθρώπινές τους επαφές. Δεν μου φαίνεται να έχουν δώσει βάρος στο Χίτλερ και στο Κτήνος του Μπέλσεν. Αν ο Παντοδύναμος, με όλο το χρόνο στη διάθεσή του, σκέφτηκε πως άξιζε να φτάσει σε αυτούς τους ανθρώπους σε τόσα εκατομμύρια χρόνια εξέλιξης, τότε μπορώ μόνο να πω ότι το ηθικό κι το αισθητικό γούστο που περικλείονται είναι φτωχά» (ξη)

β. «Πραγματικά δεν μπορώ να το πιστέψω. Πιστεύεις ότι, αν σου δίνονταν παντοδυναμία και παντογνωσία κι εκατομμύρια έτη εις τα οποία θα τελειοποιούσες τον κόσμο, εσύ δεν θα κατασκεύαζες τίποτα περισσότερο από Κου Κλουξ Κλαν, τους φασίστες και τον κ. Ουίνστον Τσώρτσιλ;» (βλ. Why I am Not a Christian, Bertrand Russel)

 

30) Παράφρονες & μη Παράφρονες

Ο Ράσσελ, φοβούμενος το πυρηνικό ολοκαύτωμα,  χαρακτήριζε τους ηγέτες των κρατών που επιθυμούν πολέμους ως «παντοδύναμους παράφρονες» (βλ. σημείωση ξζ1) και παρανοϊκούς (ξθ).

Το ερώτημα είναι: γιατί ο «ορθολογισμός» του Ράσσελ θεωρεί «παράφρονες» τους πολεμοχαρείς και τους καταστροφείς της ανθρωπότητας, αφού «ορθολογικά» η ανθρωπότητα είναι καταδικασμένη σε θάνατο; δεν είναι ο θάνατος η «λογική» κατάληξη της βιολογικής ζωής, μα και του σύμπαντος κόσμου (βλ. σημείωση ) σύμφωνα με τους άθεους; Λοιπόν, προς τι η φιλοσοφική ταραχή ενός «ορθολογιστή»;

«Η ζωή του ανθρώπου, αν την δει κανείς εξωτερικά, δεν είναι τίποτα άλλο παρά ένα μικρό πράγμα σε σχέση με τις δυνάμεις της Φύσης. Ο σκλάβος είναι καταδικασμένος να λατρεύει το Χρόνο, τη Μοίρα και το Θάνατο, επειδή είναι ισχυρότεροι από όσα εκείνος βρίσκει μέσα του και επειδή όλες οι σκέψεις του ανατρέχουν σε πράγματα που αυτοί καταβροχθίζουν [...] Ένας μετά τον άλλον, καθώς πορεύονται, οι σύντροφοί μας εξαφανίζονται από την θέα μας, καταβλημένοι από τις ήσυχες διαταγές του πανίσχυρου Θανάτου [...] ας θυμηθούμε ότι είναι συφοριασμένοι σύντροφοι στο ίδιο σκοτάδι, ηθοποιοί στην ίδια τραγωδία όπως οι εαυτοί μας [...] Σύντομη κι αδύναμη η ζωή του Ανθρώπου· πάνω σ’ αυτόν και σ’ όλο το γένος του η αργή, σίγουρη καταστροφή πέφτει πικρή και σκοτεινή. Τυφλή στο κακό και στο καλό, αδιάφορη για την καταστροφή, η παντοδύναμη ύλη κυλάει εις την άκαμπτη πορεία της· για τον Άνθρωπο, που είναι καταδικασμένος σήμερα να χάσει τους αγαπημένους του κι αύριο ο ίδιος να περάσει την πύλη του Σκοταδιού» (βλ. σημείωση 87α)

 

31) Κατά της Ευτυχίας & Υπέρ της Ευτυχίας

Ο «ορθολογιστής» φιλόσοφος Ράσσελ επιτίθεται εις τη θρησκεία, επειδή επιφέρει δυστυχία εις τον κόσμο:

α. «ότι κάθε μικρή πρόοδο στα ανθρώπινα συναισθήματα, κάθε πρόοδος στην εγκληματική νομοθεσία, κάθε βήμα προς την μείωση του πολέμου, κάθε βήμα προς την καλύτερη συμπεριφορά προς τους έγχρωμους ή κάθε μετριασμός της δουλείας, κάθε ηθική πρόοδος που πραγματοποιήθηκε στον κόσμο, εναντιώθηκε από τις οργανωμένες εκκλησίες του κόσμου». (βλ. Why I am Not a Christian, Bertrand Russel)

β. «Και φυσικά, όπως γνωρίζουμε, είναι [η Εκκλησία] σε ένα μεγάλο μέρος αντίπαλος στην πρόοδο και στην καλυτέρευση όλων εκείνων των οδών που μειώνουν τη δυστυχία στον κόσμο, επειδή διάλεξε να βαπτίσει ως ηθική ένα σχετικά στενό σετ κανόνων συμπεριφοράς, που δεν έχουν καμία σχέση με την ανθρώπινη ευτυχία· κι όταν λες εκείνο ή το άλλο πρέπει να γίνουν γιατί κάνει τους ανθρώπους ευτυχισμένους, νομίζουν πως δεν έχει καμία σχέση με τα πράγματα. «Τί σχέση έχει η ανθρώπινη ευτυχία με την ηθική; Ο σκοπός της ηθικής δεν είναι να κάνει τους ανθρώπους ευτυχισμένους».» (βλ. Why I am Not a Christian, Bertrand Russel)

 Ο ίδιος «ορθολογιστής» φιλόσοφος Ράσσελ αντιλέγει: 

α. «Δεν είμαστε ακόμη, κι υποθέτω, οι άνδρες κι οι γυναίκες ποτέ δεν θα γίνουν πλήρως λογικοί. Ίσως, αν ήμασταν, δεν θα είχαμε όλες τις χαρές που έχουμε τώρα» (βλ. σημείωση 76).

β. «Η εγκατάλειψη της διαμάχης για την προσωπική ευτυχία, η αποβολή της δίψας για την στιγμιαία επιθυμία, η φλόγα για τα αιώνια πράγματα -αυτή είναι απελευθέρωση κι αυτή είναι η λατρεία του ελεύθερου ανθρώπου». (βλ. σημείωση 76α)

Αυτά λοιπόν λέγει εκείνος ο «ορθολογιστής», που κατηγορεί τη θρησκεία για δυστυχία· ότι η ευτυχία, επέρχεται από την εγκατάλειψη της προσωπικής ευτυχίας! Κι όμως δεν παύει εδώ ο Ράσσελ· όταν η θρησκεία προσφέρει ευτυχία, εκείνος θέλει να την πάψει με τη δική του «δύστυχη» αλήθεια:

«Οι άνθρωποι μας λένε πως χωρίς τις παρηγοριές της θρησκείας θα ήταν αβάσταχτα δυστυχισμένοι. Όσο κι αν είναι αληθές αυτό, δεν παύει από το να ’ ναι ένα επιχείρημα δειλού. Μόνο ένας δειλός θα επέλεγε συνειδητά να ζει στον παράδεισο του ανόητου» (ο).

Αν λοιπόν η αλήθεια αξίζει να καταστρέφει την ανόητη ευτυχία του ανθρώπου (βλ. παράδεισος του ανόητου), τότε γιατί ο Ράσσελ κατηγορεί την Χριστιανική ηθική βάση της ευτυχίας (συναίσθημα) και δεν στοχεύει περισσότερο εις την αλήθεια της, και δηλαδή στον αν ο Χριστιανός Θεός είναι αληθινός; [«Τί σχέση έχει η ανθρώπινη ευτυχία με την ηθική; Ο σκοπός της ηθικής δεν είναι να κάνει τους ανθρώπους ευτυχισμένους»].

Κάποιος ίσως απαντήσει, ότι ο Ράσσελ δεν δέχεται την αλήθεια (επιστημονικότητα) περί της ηθικής (οα), όπως πλειστάκις έχει λεχθεί δια του στόματός του τελευταίου εις την παρούσα εργασία· τότε λοιπόν γιατί ενοχλείται ο Ράσσελ από την ηθική της Εκκλησίας; «Προφανώς» γιατί «κάποιος θα πρέπει να δρα διαφορετικά από ότι η Βίβλος λέγει» (βλ. σημείωση μθ) όπως και να ’ χει!

 

32) Να Πράττεις σήμερα για το καλό Αύριο & να μην το Πράττεις

Ο Ράσσελ υποστηρίζει ότι δεν πρέπει να εκτελείται σήμερα ένα κακό για ένα αμφίβολο πλεονέκτημα:

«Παρατεταμένοι υπολογισμοί όπου κάποιο κακό στο παρόν αξίζει να συμβεί για το καλό ενός αμφίβολου πλεονεκτήματος εις το μέλλον, θα πρέπει να βλέπονται με καχυποψία, διότι, όπως λέγει ο Σαίξπηρ: "Ότι πρόκειται να έρθει είναι ακόμη αμφίβολο". Ακόμη κι οι πιο φωνακλάδες τείνουν να παραστρατούν αρκετά αν προφητεύουν τόσο μακριά όσο 10 χρόνια μπροστά. Μερικοί άνθρωποι ίσως θεωρήσουν αυτό το δόγμα ανήθικο, εξάλλου το Ευαγγέλιο είναι που λέγει "μην σκέφτεσαι το αύριο"». (οβ)

Λαμβάνοντας υπ’ όψιν ότι στο πόνημά του Ράσσελ «Γιατί οι στρατιώτες πολεμάνε», η στείρωση παρουσιάζεται ως μια από τις πολύ κακές συνέπειες του πολέμου (πρβλ. σημείωση με), κανείς δεν μπορεί να μην προσέξει ότι ο ίδιος προτείνει, σαν άλλους «ορθολογιστές», την μείωση του παγκόσμιου πληθυσμού με στειρώσεις, για διάφορους «αγαθούς» προφητικούς λόγους:

«Ο έλεγχος των γεννήσεων είναι υψίστης σημασίας, ειδικά σε σχέση με την πιθανότητα μιας παγκόσμιας κυβέρνησης, που πολύ δύσκολα θα σταθεροποιηθεί αν μερικά έθνη αυξήσουν τον πληθυσμό τους περισσότερο από άλλα. Σήμερα, ο έλεγχος των γεννήσεων αυξάνει σε όλες τις πολιτισμένες χώρες, αν και στις περισσότερες υπάρχει αντίδραση από τις κυβερνήσεις. Αυτή η αντίδραση οφείλεται μερικώς σε καθαρή δεισιδαιμονία κι επιθυμία να συμπεριληφθεί η Καθολική ψήφος, μερικώς στην επιθυμία για μεγάλα στρατεύματα και  στον βαρύ ανταγωνισμό μεταξύ εκείνων που κερδίζουν από τους πολέμους, όπως και να κρατούν χαμηλά τα ημερομίσθια. Παρά τις αντιδράσεις των κυβερνήσεων, φαίνεται πιθανό ότι ο έλεγχος των γεννήσεων θα οδηγήσει σε μια σταθερότητα του πληθυσμού στα περισσότερα λευκά έθνη στα επόμενα πενήντα χρόνια». (ογ)

 

33) Να μη Χειραφετείται η Διδασκαλία & να Χειραφετείται

Όταν ο Μπερτράντ Ράσσελ θέλει να υποστηρίξει την σεξουαλική παιδεία για τα παιδιά, αναφέρει:  «Δεν υπάρχει κανένα λογικό υπόβαθρο, κανενός είδους, με το να κρατάμε ένα παιδί σε άγνοια για οτιδήποτε θα ήθελε να μάθει, είτε αυτό αφορά το σεξ ή οτιδήποτε άλλο...». (οδ)

Παρά την εξαγγελία αυτή, είναι προφανές πως ο ίδιος βρίσκει ένα λογικό υπόβαθρο για την αποτροπή του πλησιάσματος των παιδιών εις τη θρησκεία: «Η γνώση υπάρχει με την οποία η παγκόσμια χαρά μπορεί να εξασφαλιστεί· το μεγαλύτερο εμπόδιο στη χρήση της γι’ αυτό το σκοπό είναι η διδασκαλία της θρησκείας. Η θρησκεία αποτρέπει τα παιδιά μας από το να έχουν μια ορθολογική μόρφωση·». (οδ1)

Με άλλα λόγια ο επιθυμητός ορθολογισμός δύνανται να στρέφεται έναντι ενός «παραλογισμού» της θρησκείας, ενώ ο ορθολογισμός ευλογεί τον αποδεδειγμένο παραλογισμό του σεξ (βλ. σελίδα έρωτας)

 

34) Να χρησιμοποιείς την Εξουσία & να μην Χρησιμοποιείς την Εξουσία

Στο «Δεκάλογο του Φιλελεύθερου» πρότεινε ως 4η εντολή την μη χρήση της εξουσίας: «Όταν συναντάς αντίσταση, ακόμη κι αν είναι από τον άνδρα σου ή από τα παιδιά σου, προσπάθησε να την υπερνικήσεις με τα επιχειρήματα κι όχι με την εξουσία, γιατί μία νίκη που εξαρτάται από την εξουσία είναι αναληθής κι απατηλή». (οε)

Μια εξουσία που στο έργο του «Γιατί είμαι Ορθολογιστής» θεωρούσε σημαντική: «Ό,τι η Αμερική σκέφτεται σήμερα, ο υπόλοιπος κόσμος θα αναγκαστεί να το σκέφτεται την επαύριον και γι’ αυτό εκείνο που σκέφτεται η Αμερική είναι σημαντικό» (βλ. σημείωση ξδ), εννοώντας ότι η εξουσία επηρεάζει πραγματικά τη σκέψη: «Είναι πολύ σημαντικό για όλους μας, επειδή η Αμερική τείνει όλο και περισσότερο να κυριαρχεί στον κόσμο, και θα βρεθούμε σε πολύ δύσκολη θέση εκτός κι αν λιγότερο ή περισσότερο μπορέσουμε να την απελευθερώσουμε- μια αποστολή, μπορώ να πω, για την οποία εγώ έκανα ότι μπορούσα, όπως κι η γυναίκα μου» (βλ. σημείωση ξε).

Για την παιδεία των μαθητών, παρόλη την 4η εντολή του, ο Ράσσελ πρότεινε την εξουσία: «Ο σεβασμός προς τους άλλους, στα περισσότερα παιδιά, δεν εγείρεται αυθόρμητα, αλλά πρέπει να διδαχθεί και διδάσκεται πάρα πολύ δύσκολα, παρεκτός της χρήσης της εξουσίας» (βλ. σημείωση 93).

 

35) Υπέρ του Παραδείσου του Ανόητου & Κατά του Παραδείσου του Ανόητου

Αν ισχύει ότι λέγει ο Ράσσελ,

[: «Ως φιλόσοφος, αν μιλούσα σ’ ένα καθαρά φιλοσοφικό κοινό, θα έλεγα ότι θα έπρεπε να περιγράψω τον εαυτό μου ως αγνωστικιστή, επειδή δεν νομίζω ότι υπάρχει ένα οριστικό επιχείρημα με τον οποίο κάποιος να μπορεί να αποδείξει ότι δεν υπάρχει Θεός» (οστ)],

τότε οι βολές του κατά της Χριστιανικής Ηθικής,

[:«Και φυσικά, όπως γνωρίζουμε, είναι [η Εκκλησία] σε ένα μεγάλο μέρος αντίπαλος στην πρόοδο και στην καλυτέρευση όλων εκείνων των οδών που μειώνουν τη δυστυχία στον κόσμο, επειδή διάλεξε να βαπτίσει ως ηθική ένα σχετικά στενό σετ κανόνων συμπεριφοράς, που δεν έχουν καμία σχέση με την ανθρώπινη ευτυχία· κι όταν λες εκείνο ή το άλλο πρέπει να γίνουν γιατί κάνει τους ανθρώπους ευτυχισμένους, νομίζουν πως δεν έχει καμία σχέση με τα πράγματα. «Τί σχέση έχει η ανθρώπινη ευτυχία με την ηθική; Ο σκοπός της ηθικής δεν είναι να κάνει τους ανθρώπους ευτυχισμένους».» (βλ. Why I am Not a Christian, Bertrand Russel)],

είναι βολές υπέρ της Ευτυχίας του Ανόητου.

Αυτό συμβαίνει διότι, όπως ο ίδιος φιλόσοφος εξηγεί, η ευτυχία εκείνου που ζει στον Παράδεισο του Ανόητου δεν είναι πραγματική ευτυχία: «Μην νιώθεις ζηλοφθονία για την ευτυχία εκείνων που ζουν στον Παράδεισο του Ανόητου, γιατί μόνο ένας ανόητος θα σκέφτονταν ότι αυτή είναι η ευτυχία» (οζ).

Αν λοιπόν ο άθεος ζει στον «ευτυχισμένο» Παράδεισο του Ανόητου, αφού δεν μπορεί να αποδείξει ότι δεν υπάρχει Θεός, δεν μπορεί να επικαλείται το συναίσθημα της ευτυχίας, για να προστατέψει τον «Παράδεισό» του από την ηθική της Εκκλησίας: «Ο σκοπός της ηθικής δεν είναι να κάνει τους ανθρώπους ευτυχισμένους». Διότι ότι ο άθεος θεωρεί δυστυχία, μέσα στο χώρο της Εκκλησίας είναι ευτυχία.

 

 

Συμπέρασμα

Μελετώντας κανείς τα άνωθι, δηλαδή τις αντιφάσεις και τα δύο μέτρα και σταθμά του Ράσσελ, πραγματικά απορεί γι’ αυτές του τις μεροληψίες, όταν τη δεκαετία του 1950 δεχόμενος το Βραβείο Νόμπελ Φιλολογίας, χαρακτηρίστηκε ως  «ένας από τους πιο φωτισμένους διανοούμενους του αιώνα μας» (οη). Αν όμως ανατρέξει στα γραπτά του δεν θα αργήσει να ανακαλύψει και ελαφρότητα χαρακτήρα:

«Πιστεύω ότι η νοημοσύνη δεν θα πρέπει να λαμβάνεται ως οδηγός της ζωής, αλλά ως μια προσφορά για ευχάριστες λογομαχίες και τρόπους εκνευρισμού λιγότερο ικανών αντιπάλων». (οθ)

 

Σημειώσεις

α. «Το ερώτημα της Ελεύθερης Βούλησης συνεπώς παραμένει εκεί που ήταν. Ότι και να μπορεί να σκεφτεί κανείς γι’ αυτό ως ένα θέμα απώτατης μεταφυσικής, εντούτοις κανείς δεν το πιστεύει εις την πράξη. Όλοι πάντα πίστευαν ότι είναι δυνατόν να εκπαιδευτεί ο χαρακτήρας· όλοι πίστευαν πάντα ότι το αλκοόλ ή το όπιο θα έχει κάποιου είδους αποτέλεσμα στη συμπεριφορά. Ο απόστολος της ελεύθερης βούλησης υποστηρίζει ότι ένας άνθρωπος με τη δύναμη της βούλησης μπορεί να αποφύγει να μεθύσει, αλλά δεν υποστηρίζει ότι ένας μεθυσμένος άνθρωπος μπορεί να πει «Βρετανικό Σύνταγμα» τόσο καθαρά ως να ήταν ξεμέθυστος.» [The free-will question consequently remains just where it was. Whatever may be thought about it as a matter of ultimate metaphysics, it is quite clear that nobody believes it in practice. Everyone has always believed that it is possible to train character; everyone has always known that alcohol or opium will have a certain effect on behaviour. The apostle of free will maintains that a man can by will power avoid getting drunk, but he does not maintain that when drunk a man can say "British Constitution" as clearly as if he were sober],  The Doctrine of Free Will, Has Religion Made Useful Contributions to Civilization, Bertrand Russel

β. From a scientific point of view, we can make no distinction between the man who eats little and sees heaven and the man who drinks much and sees snakes. Each is in an abnormal physical condition, and therefore has abnormal perceptions. Normal perceptions, since they have to be useful in the struggle for life, must have some correspondence with fact; but in abnormal perceptions there is no reason to expect such correspondence, and their testimony, therefore, cannot outweigh that of normal perception, Mysticism, Bertrand Russel

β1. The question of how to define Rationalism is not altogether an easy one. I do not think that you could define it by rejection of this or that Christian dogma. It would be perfectly possible to be a complete and absolute Rationalist in the true sense of the term and yet accept this or that dogma. The question is how to arrive at your opinions and not what your opinions are, Am I an Atheist or an Agnostic?, Bertrand Russel.

β2. Let us begin with the body. The plain man thinks that material objects must certainly exist, since they are evident to the senses. Whatever else may be doubted, it is certain that anything you can bump into must be real; this is the plain man's metaphysic. This is all very well, but the physicist comes along and shows that you never bump into anything: even when you run your hand along a stone wall, you do not really touch it. When you think you touch a thing, there are certain electrons and protons, forming part of your body, which are attracted and repelled by certain electrons and protons in the thing you think you are touching, but there is no actual contact. The electrons and protons in your body, becoming agitated by nearness to the other electrons and protons are disturbed, and transmit a disturbance along your nerves to the brain; the effect in the brain is what is necessary to your sensation of contact, and by suitable experiments this sensation can be made quite deceptive. The electrons and protons themselves, however, are only crude first approximations, a way of collecting into a bundle either trains of waves or the statistical probabilities of various different kinds of events. Thus matter has become altogether too ghostly to be used as an adequate stick with which to beat the mind. Matter in motion, which used to seem so unquestionable, turns out to be a concept quite inadequate for the needs of physics, What Is the Soul, Bertrand Russel.

γ. My conclusion is that there is no reason to believe any of the dogmas of traditional theology and, further, that there is no reason to wish that they were true. Man, in so far as he is not subject to natural forces, is free to work out his own destiny. The responsibility is his, and so is the opportunity, Is there a God?, Bertrand Russel

γ1. My own belief is that this is a temporary phase, and that the physicists will in time discover laws governing minute phenomena, although these laws may differ considerably from those of traditional physics, Has Religion Made Useful Contributions to Civilization, Bertrand Russel.

γ2. How do agnostics explain miracles and other revelations of God's omnipotence? Agnostics do not think that there is any evidence of "miracles" in the sense of happenings contrary to natural law... As for the records of other miracles, such as Joshua commanding the sun to stand still, the agnostic dismisses them as legends and points to the fact that all religions are plentifully supplied with such legends, What Is an agnostic, Bertrand Russel

.The first of the new principles was the law of inertia, Ideas that have helped Mankind, Bertrand Russel

δ. In spite of Death, the mark and seal of the parental control, Man is yet free, during his brief years, to examine, to criticise, to know, and in imagination to create. To him alone, in the world with which he is acquainted, this freedom belongs; and in this lies his superiority to the resistless forces that control his outward life, A Free Man's Worship, Bertrand Russel

ε. Why I am not a Christian, Bertrand Russel

στ. [Materialists used the laws of physics to show, or attempt to show, that the movements of human bodies are mechanically determined, and that consequently everything that we say and every change of position that we effect fall outside the sphere of any possible free will. If this be so, whatever may be left for our unfettered volitions is of little value. If, when a man writes a poem or commits a murder, the bodily movements involved in his act result solely from physical causes, it would seem absurd to put up a statue to him in the one case and to hang him in the other. There might in certain metaphysical systems remain a region of pure thought in which the will would be free; but, since that can be communicated to others only by means of bodily movement, the realm of freedom would be one that could never be the subject of communication and could never have any social importance.],  The Doctrine of Free Will, Has Religion Made Useful Contributions to Civilization, Bertrand Russel.

ζ. This persecution, however, was slight and intermittent and wholly political. At all times, from the age of Constantine to the end of the seventeenth century, Christians were far more fiercely persecuted by other Christians than they ever were by the Roman emperors, Source of Intolerance, Has Religion Made Useful Contributions to Civilization, Bertrand Russel.

η. βλέπε σημείωση ζ΄.

θ. But gradually, as morality grows bolder, the claim of the ideal world begins to be felt; and worship, if it is not to cease, must be given to gods of another kind than those created by the savage.... Thus Man creates God, all-powerful and all-good, the mystic unity of what is and what should be, A Free Man's Worship, Bertrand Russel

θ1. I cannot, however, deny that it has made some contributions to civilization. It helped in early days to fix the calendar, and it caused Egyptian priests to chronicle eclipses with such care that in time they became able to predict them. These two services I am prepared to acknowledge, but I do not know of any others], Has Religion Made Useful Contributions to Civilization, Bertrand Russel

θ2. The watchwords of the French Revolution, Liberty, Equality and Fraternity, have religious origins,  Ideas that have helped Mankind, Bertrand Russel

θ3. Ισχύει ακριβώς το αντίθετο αν λάβει κανείς υπ’ όψιν του το διάταγμα του Μέγα Κωνσταντίνου που τις κατήργησε.

θ4. ...in Europe Christianity was emptied of most of the elements it derived from Christ. But I think this would be a superficial view. Christianity, as soon as it conquered the State, put an end to gladiatorial shows, not because they were cruel, but because they were idolatrous. The result, however, was to diminish the widespread education in cruelty by which the populace of Roman towns were degraded. Christianity also did much to soften the lot of slaves. It established charity on a large scale, and inaugurated hospitals. Although the great majority of Christians failed lamentably in Christian charity, the ideal remained alive and in every age inspired some notable saints. In a new form, it passed over into modern Liberalism, and remains the inspiration of much that is most hopeful in our sombre world, Ideas that have helped Mankind, Bertrand Russel

θ5. Plato's advocacy of Votes for Women, which has seemed surprising to some modern readers, is derived from Orphic practices. The Orphics believed in transmigration and thought that a soul which in one life inhabits the body of a slave, may, in another, inhabit that of a king. Viewed from the standpoint of religion, it is therefore foolish to discriminate between a slave and a king; both share the dignity belonging to an immortal soul, and neither, in religion, can claim anything more. This point of view passed over from Orphism into Stoicism, and into Christianity. For a long time its practical effect was small, but ultimately, whenever circumstances were favorable, it
helped in bringing about the diminution of the inequalities in the social system. Read, for instance, John Woolman's Journal. John Woolman was a Quaker, one of the first Americans to oppose slavery. No doubt the real ground of his opposition was humane feeling, but he was able to fortify this feeling and to make it controversially more effective by appeals to Christian doctrines, which his neighbors did not dare to repudiate openly, Ideas that have helped Mankind, Bertrand Russel

ι. For in all things it is well to exalt the dignity of Man, by freeing him as far as possible from the tyranny of non-human Power, A Free Man's Worship, Bertrand Russel

ια. Why I am not a Christian, A Free Man's Worship, Bertrand Russel

ια1. Man, so the theologians assure us, is so splendid a Being that he may well be regarded as the culmination to which the long ages of nebula and slime were a prelude. I think the theologians must have been fortunate in their human contacts.They do not seem to me to have given due weight to Hitler or the Beast of Belsen, Is There a God?, Bertrand Russel

ια2. My conclusion is that there is no reason to believe any of the dogmas of traditional theology and, further, that there is no reason to wish that they were true. Man, in  so far as he is not subject to natural forces, is free to work out his own destiny. The responsibility is his, and so is the opportunity, Is There a God, Bertrand Russel

ιβ. This degree of submission to Power is not only just and right: it is the very gate of wisdom. But passive renunciation is not the whole of wisdom; for not by renunciation alone can we build a temple for the worship of our own ideals, A Free Man's Worship, Bertrand Russel

ιγ. The church opposed Galileo and Darwin; in our own day it opposes Freud, Has Religion Made Useful Contributions to Civilization, Bertrand Russel

ιδ. This brings me to the second kind of idea that has helped or may in time help mankind; I mean moral as opposed to technical ideas. Hitherto I have been considering the increased command over the forces of nature which men hay' derived from scientific knowledge, but this, although it is: pre-condition of many forms of progress, does not of itsel ensure anything desirable. On the contrary, the present state of the world and the fear of an atomic war show that scientific progress without a corresponding moral and political progress may only increase the magnitude of the disaster that misdirected skill may bring about. In superstitious moments I am tempted to believe in the myth of the Tower of Babel, and to suppose that in our own day a similar but greater impiety i about to be visited by a more tragic and terrible punishment Perhaps - so I sometimes allow myself to fancy - God does not intend us to understand the mechanism by which He regulates the material universe. Perhaps the nuclear physicists have come so near to the ultimate secrets that He thinks it's time to bring their activities to a stop, Ideas that have helped Mankind, Bertrand Russel

ιδ1. ...whether, in the end, science will prove to have been a blessing or a curse to mankind, is to my mind, still a doubtful question, Icarus or the Future of Science, Bertrand Russel

ιδ2. Men sometimes speak as though the progress of science must necessarily be a boon to mankind, but that, I fear, is one of the comfortable nineteenth-century delusions which our more disillusioned age must discard. Science enables the holders of power to realize their purposes more fully than they could otherwise do. If their purposes are good, this is a gain; if they are evil, it is a loss. In the present age, it seems that the purposes of the holders of power are in the main evil, in the sense that they involve a diminution, in the world at large, of the things men are agreed in thinking good. Therefore, at present, science does harm by increasing the power of rulers. Science is no substitute for virtue; the heart is as necessary for a good life as the head, , Icarus or the Future of Science, Bertrand Russel

ιε.  The sudden change produced by science has upset the balance between our instincts and our circumstances, but in directions not sufficiently noted. Over-eating is not a serious danger, but overfighting is, Icarus or the Future of Science, [...] The harm that is being done by science and industrialism is almost wholly due to the fact that, while they have proved strong enough to produce a national organization of economic forces, they have not proved strong enough to produce an international organization, Icarus or the Future of Science, Bertrand Russel

ιε1.  That is why science threatens to cause the destruction of our civilization, Icarus or the Future of Science, Bertrand Russel.

ιε2.It is often said that philosophy is unprogressive, but this is largely a verbal matter: as soon as a way is found of arriving at definite knowledge on some ancient question, the new knowledge is counted as belonging to 'science', and 'philosophy' is deprived of the credit  [...] The utility of philosophy, on the theoretical side, is not confined to speculations which we may hope to see confirmed or confuted by science within a measurable time. Some men are so impressed by what science knows that they forget what it does not know; others are so much more interested in what it does not know than in what it does that they belittle its achievements. Those who think that science is everything become complacent and cocksure, and decry all interest in problems not having the circumscribed definiteness that is necessary for scientific treatment. In practical matters they tend to think that skill can take the place of wisdom, and that to kill each other by means of the latest technique is more 'progressive', and therefore better, than to keep each other alive by old-fashioned methods. On the other hand, those who pooh-pooh science revert, as a rule, to some ancient and pernicious superstition, and refuse to admit the immense increase of human happiness which scientific technique, if widely used, would make possible. Both these attitudes are to be deplored, and it is philosophy that shows the right attitude, by making clear at once the scope and the limitations of scientific knowledge., Philosophy For Laymen, Bertrand Russel.

ιε3. To take the first point first. The church's conception of righteousness is socially undesirable in various ways -- first and foremost in its depriciation of intelligence and science. This defect is inherited from the Gospels. Christ tells us to become as little children, but little children cannot understand the differential calculus, or the principles of currency, or the modern methods of combating disease. To acquire such knowledge is no part of our duty, according to the church. The church no longer contends that knowledge is in itself sinful, though it did so in its palmy days; but the acquisition of knowledge, even though not sinful, is dangerous, since it may lead to a pride of intellect, and hence to a questioning of the Christian dogma, The Idea of Righteousness, Has Religion Made Useful Contributions to Civilization, Bertrand Russel.

ιε4.I cannot believe, as some psycho-analysts do, that the feeling of sin is innate, though I believe it to be a product of very early infancy, Ideas that have harmed Mankind, Bertrand Russel

ιστ. The free-will question consequently remains just where it was. Whatever may be thought about it as a matter of ultimate metaphysics, it is quite clear that nobody believes it in practice. Everyone has always believed that it is possible to train character;, Has Religion Made Useful Contributions to Civilization, Bertrand Russel.

ιζ. I speak as one who was intended by my father to be brought up as a Rationalist. He was quite as much of a Rationalist as I am, but he died when I was three years old, and the Court of Chancery decided that I was to have the benefits of a Christian education. I think perhaps the Court of Chancery might have regretted that since. It does not seem to have done as much good as they hoped. Perhaps you may say that it would be rather a pity if Christian education were to cease, because you would then get no more Rationalists.

ιη. The question of how to define Rationalism is not altogether an easy one. I do not think that you could define it by rejection of this or that Christian dogma. It would be perfectly possible to be a complete and absolute Rationalist in the true sense of the term and yet accept this or that dogma, Am I an Atheist or an Agnostic?, Bertrand Russel

ιθ. When a man acts in ways that annoy us we wish to think him wicked, and we refuse to face the fact that his annoying behaviour is a result of antecedent causes which, if you follow them long enough, will take you beyond the moment of his birth and therefore to events for which he cannot be held responsible by any stretch of imagination, Has Religion Made Useful Contributions to Civilization, Bertrand Russel.

κ. Why I am not a Christian, Bertrand Russel.

κα. Why I am not a Christian, Bertrand Russel.

κβ. Marx'' father became a Christian when Marx was a little boy, and some, at least, of the dogmas he must have then accepted seem to have borne fruit in his son's psychology, Ideas that have harmed Mankind, Bertrand Russel.

κγ If the universe had a Creator, it is hardly reasonable to suppose that He was specially interested in our little corner, Is there a God?, Bertrand Russel

κδ. βλ. What I Believe, Audio και The Bomb and Civilization 1945, Bertrand Russel

κε. You find as you look around the world that every single bit of progress of humane feeling, every improvement in the criminal law, every step toward the diminution of  war, every step toward better treatment of the colored races, or ever mitigation of slavery, every moral progress that there has been in the world, has been consistently opposed by the organized churches of the world. I say quite deliberately that the Christian religion, as organized in its churches, has been and still is the principal enemy of moral progress in the world, Why I am Not a Christian, Bertrand Russel

κστ. How The Churches Have Retarded Progress, Why I am Not a Christian, Bertrand Russel

κζ. Thus Dean Inge rejects the kind of religion that appeals to evolution, because it lays too much stress upon a temporal process. "There is no law of progress, and there is no universal progress," he says. And again: "The doctrine of automatic and universal progress, the lay religion of many Victorians, labours under the disadvantage of being almost the only philosophical theory which can be definitely disproved." On this matter, which I shall discuss at a later stage, I find myself in agreement with the Dean, for whom, on many grounds, I have a very high respect

κη. We suffer not only the evils that actually befall us, but all those that our intelligence tells us we have reason to fear. The curbing of impulses to which we are led by forethought averts physical disaster at the cost of worry, and general lack of joy. I do not think that the learned men of my acquaintance, even when they enjoy a secure income, are as happy as the mice that eat the crumbs from their tables while the erudite gentlemen snooze. In this respect, therefore, I am not convinced that there has been any progress at all, Ideas that have helped Mankind, Bertrand Russel

κη1. So perhaps there is some evidence of progress in the world, Ideas that have helped Mankind, Bertrand Russel

κθ. Για το διττό των θέσεών του βλέπε το σύγγραμμά του, Am I an Atheist or an Agnostic?, Bertrand Russel

λ. «Ο 2ος νόμος της θερμοδυναμικής δείχνει ότι εξαιρετικά απίθανο να αμφιβάλλουμε ότι το σύμπαν εξαντλείται και τελικά τίποτα το ελάχιστα αξιόλογο δεν θα είναι δυνατό πουθενά. Φυσικά παραμένει σε μας ανοικτό να πούμε ότι όταν έρθει εκείνη η ώρα ο Θεός θα επαναλειτουργήσει το μηχανισμό· αλλά αν δεν υποστηρίξουμε αυτό τότε στηρίζουμε την τοποθέτησή μας μόνο πάνω στην πίστη κι ούτε στο ελάχιστο πάνω σε κάποιο επιστημονικό στοιχείο.» [The second law of thermodynamics makes it scarcely possible to doubt that the universe is running down, and that ultimately nothing of the slightest interest will be possible anywhere. Of course, it is open to us to say that when that time comes God will wind up the machinery again; but if we do not say this, we can base our assertion only upon faith, not upon one shred of scientific evidence], Has Religion Made Useful Contributions to Civilization?, Bertrand Russel

Β΄ Πέτρου, Κεφ. Γ΄ «12 προσδοκῶντας καὶ σπεύδοντας τὴν παρουσίαν τῆς τοῦ Θεοῦ ἡμέρας, δι' ἣν οὐρανοὶ πυρούμενοι λυθήσονται καὶ στοιχεῖα καυσούμενα τήκεται! 13 καινοὺς δὲ οὐρανοὺς καὶ γῆν καινὴν κατὰ τὸ ἐπάγγελμα αὐτοῦ προσδοκῶμεν, ἐν οἷς δικαιοσύνη κατοικεῖ.»

λβ. There are, I think, several factors that contribute to wisdom. Of these I should put first a sense of proportion: the capacity to take account of all the important factors in a problem and to attach to each its due weight, Knowledge and Wisdom, Bertrand Russel

λγ. That this should be possible is creditable to them but very discreditable to our educational system. In schools and universities information of all sorts is ladled out, but no one is taught to reason, or to consider what is evidence for what. To any person with even the vaguest idea of the nature of scientific evidence, such beliefs as those of astrologers are of course impossible, On Astrologers, Columns For The Hearst Newspapers, Bertrand Russel

λδ. When I wished to form an opinion upon a subject, I used to study it, weigh the arguments on different sides, and attempt to reach a balanced conclusion. I have since discovered that this is not the way to do things. A man of genius knows it all without the need of study; his opinions are pontifical and depend for their persuasiveness upon literary style rather than argument. It is necessary to be one-sided, since this facilitates the vehemence that is considered a proof of strength. It is essential to appeal to prejudices and passions of which men have begun to feel ashamed and to do this in the name of some new ineffable ethic. It is well to decry the slow and pettifogging minds which require evidence in order to reach conclusions. Above all, whatever is most ancient should be dished up as the very latest thing.

...

Ignore fact and reason, live entirely in the world of your own fantastic and mythproducing passions; do this whole-heartedly and with conviction, and you will become
one of the prophets of your age, How to Become a Man of Genius,  Columns For The Hearst Newspapers, Bertrand Russel

λε. I cannot believe, as some psycho-analysts do, that the feeling of sin is innate, though I believe it to be a product of very early infancy. I think that, if this feeling could be eradicated, the amount of cruelty in the world would be very greatly diminished, Ideas that have harmed Mankind, Bertrand Russel

λστ. But we enjoy our juicy steaks and our hot rolls while German children die of hunger because our governments dare not face our indignation if they asked us to forgo some part of our pleasures. If these were a Last Judgment as Christians believe, how do you think our excuses would sound before that final tribunal?, , Ideas that have helped Mankind, Bertrand Russel

λζ. My own view on religion is that of Lucretius. I regard it as a disease born of fear, Has Religion Made Useful Contributions to Civilization, Bertrand Russel

λη. Undoubtedly the most important source of religion is fear; this can be seen in the present day, since anything that causes alarm is apt to turn people's thoughts to God. Battle, pestilence, and shipwreck all tend to make people religious, The Doctrine of Free Will, Has Religion Made Useful Contributions to Civilization, Bertrand Russel

λθ. Religion is based, I think, primarily and mainly upon fear. Fear is the basis of the whole thing -- fear of the mysterious, fear of defeat, fear of death. Fear is the parent of cruelty, and therefore it is no wonder if cruelty and religion have gone handin hand, Why I am Not a Christian, Bertrand Russel

μ. But it is to be feared that the dreadful alchemy of the atomic bomb will destroy all forms of life equally, and that the earth will remain for ever a dead clod senselessly whirling round a futile sun, Ideas that have helped Mankind, Bertrand Russel

μα. The present moment ... There is grave reason for fear, Ideas that have helped Mankind, ό,π

μβ. In our own day a combination of scientific genius and technical skill has produced the atomic bomb, but having produced it we are all terrified, and do not know what to do with it, Philosophy For Laymen, Bertrand Russel

μβ1. We shall try to say no single word which should appeal to one group rather than to another. All, equally, are in peril, and, if the peril is understood, there is hope that we may collectively avert it, The Russell-Einstein Manifesto

μγ. We suffer not only the evils that actually befall us, but all those that our intelligence tells us we have reason to fear, Ideas that have helped Mankind, Bertrand Russel

μδ. Perhaps, though I scarcely dare to hope it, the hydrogen bomb will terrify mankind into sanity and tolerance. If this should happen we shall have reason to bless its inventors, Ideas that have harmed Mankind, Bertrand Russel

με. Most people now join for economic reasons and because they don’ t expect to have to go to war where their life will be endangered, or worse. They don’ t know that soldiers die, or are crippled or sterilized by exposure to chemical weapons. They think bad things won’ t happen to them. They are gambling . . . when all they have seen of war is what is on television, Why do soldiers die for their country?, Why Do Soldiers Fight?, Bertrand Russel

μστ. Passing from quantity to quality of population, we come to the question of eugenics. We may perhaps assume that, if people grow less superstitious, government will acquire the right to sterilize those who are not considered desirable as parents. This power will be used, at first, to diminish imbecility, a most desirable object, Icarus or the Future of Science, Bertrand Russel

μστ1. We could also secure that the world's population should be stationary, Has Religion Made Useful Contributions to Civilization, Bertrand Russel

μζ. Freedom of thought and the habit of giving weight to evidence are matters of far greater moral import than the belief in this or that theological dogma. On all these grounds it cannot be maintained that theological beliefs should be upheld for their usefulness without regard to their truth, Is There a God, Bertrand Russel

μη. I conclude that, while it is true that science cannot decide questions of values, that is because they cannot be intellectually decided at all, and lie outside the realm of truth and falsehood. Whatever knowledge is attainable, must be attained by scientific methods; and what science cannot discover, mankind cannot know, Science and ethics, Bertrand Russel

μθ. Since I became a Rationalist I have found that there is still considerable scope in the world for the practical importance of a rationalist outlook, not only in matters of geology, but in all sorts of practical matters, such as divorce and birth control, and a question which has come up quite recently, artificial insemination [...] As long as you can say, [...] that a thing must not be done solely because there is some text in the Bible about it, so long obviously there is great need of Rationalism in practice. [...] I considered that the ethical advice given in the Bible was not conclusive, and that on some points one should act differently from what the Bible says, Sin And The Bishops, Am I an Atheist or an Agnostic, Bertrand Russel.

ν. The next question concerns the time-interval. Philosophers, no doubt, think of cause and effect as contiguous in time, but this, for reasons already given, is impossible. Hence, since there are no infinitesimal timeintervals, there must be some finite lapse of time Τ between cause and effect. This, however, at once raises insuperable difficulties. However short we make the interval Τ, something may happen during this interval which prevents the expected result. I put my penny in the slot, but before I can draw out my ticket there is an earthquake which upsets the machine and my calculations. In order to be sure of the expected effect, we must know that there is nothing in the environment to interfere with it. But this means that the supposed cause is not, by itself, adequate to insure the effect, On the Notion of Cause, with Applications to the Free-Will Problem (1912-13), σελ. 391, Russell Bertrand.

να. Before He created the world He foresaw all the pain and misery that it would contain; He is therefore responsible for all of it. [...] If I were going to beget a child knowing that the child was going to be a homicidal maniac, I should be responsible for his crimes. If God knew in advance the sins of which man would be guilty, He was clearly responsible for all the consequences of those sins when He decided to create man, Has Religion Made Useful Contributions to Civilization, Bertrand Russel.

νβ. psychoanalysts, from their clinical experience, conclude that we are all mad,Why iam a rationalist, Bertrand Russel

νγ. I am, in this age when there are a great many appeals to unreason, an unrepentant Rationalist. I have been a Rationalist ever since I can remember, and I do not propose to cease to be so whatever appeals to unreason may be made, Why I am a Rationalist, Bertrand Russel

 νδ. where bishops tell us that something is gravely sinful, but it is only gravely sinful because there is some text in the Bible about it. It is not gravely sinful because it does anybody harm, and that is not the argument, Am I an Atheist or an Agnostic, Bertrand Russel

νδ1. -Are you never afraid of God's judgment in denying Him? -Most certainly not. I also deny Zeus and Jupiter and Odin and Brahma, but this causes me no qualms. I observe that a very large portion of the human race does not believe in God and suffers no visible punishment in consequence, What is an Agnostic, Bertrand Russel.

νε. «Όταν ο Κάνον Στρίταρ λέει ότι "η επιστήμη δεν είναι αρκετή", λέει από μια μεριά μιαν αλήθεια. Η επιστήμη δεν περιλαμβάνει την τέχνη, τη φιλία, κι διάφορα άλλα άξια στοιχεία της ζωής. Μα φυσικά περισσότερα από αυτά εννοούνται. Υπάρχει ένα διαφορετικό, μάλλον σοβαρότερο νόημα όπου "η επιστήμη δεν είναι αρκετή", που νομίζω ότι είναι εξίσου αλήθεια: η επιστήμη δεν έχει τίποτα να πει για τις αξίες και δεν μπορεί να αποδείξει τέτοιες προτάσεις ως "είναι καλύτερο να αγαπάμε παρά να μισούμε" ή "η καλοσύνη είναι περισσότερο επιθυμητή από την απανθρωπιά". Η επιστήμη μπορεί να μας πει πολλά για τα μέσα με τα οποία ικανοποιούμε τις επιθυμίες μας, αλλά δεν μπορεί να πει ότι μια επιθυμία είναι περισσότερο επιθυμητή από μια άλλη. Αυτό είναι ένα ευρύ θέμα, εις το οποίο δεν θα έχω να πω περισσότερα». [When Canon Streeter says that "science is not enough," he is, in one sense, uttering a truism. Science does not include art, or friendship, or various other valuable elements in life. But of course more than this is meant. There is another, rather more important, sense in which "science is not enough," which seems to me also true: science has nothing to say about values, and cannot prove such propositions as "it is better to love than to hate" or "kindness is more desirable than cruelty." Science can tell us much about the means of realizing our desires, but it cannot say that one desire is preferable to another.], Mysticism, Russell Bertrand.

νστ. Since no way can be even imagined for deciding a difference as to values, the conclusion is forced upon us that the difference is one of tastes, not one as to any objective truth. The consequences of this doctrine are considerable. In the first place, there can be no such thing as "sin" in any absolute sense; what one man calls "sin" another may call "virtue," and though they may dislike each other on account of this difference, neither can convict the other of intellectual error. Punishment cannot be justified on the ground that the criminal is "wicked," but only on the ground that he has behaved in a way which others wish to discourage. Hell, as a place of punishment for sinners, becomes quite irrational, Science and ethics, Bertrand Russel

νζ. Why Iam Not a Christian, Russell Bertrand.

νη. If Christianity is true, mankind are not such pitiful worms as they seem to be; they are of interest to the Creator of the universe, who takes the trouble to be pleased with them when they behave well and displeased when they behave badly. This is a great compliment. We should not think of studying an ants' nest to find out which of the ants performed their formicular duty, and we should certainly not think of picking out those individual ants who were remiss and putting them into a bonfire. If God does this for us, it is a compliment to our importance; and it is even a pleasanter compliment if he awards to the good among us everlasting happiness in heaven. heaven. Then there is the comparitively modern idea that cosmic evolution is all designed to bring about the sort of results which we call good -- that is to say, the sort of results that give us pleasure. Here again it is flattering to suppose that the universe is controlled by a Being who shares our tastes and prejudices. [...] By calling it unrighteousness, and by arranging an elaborate system of ethics around this conception, the herd justifies itself in wreaking punishment upon the objects of its own dislike, while at the same time, since the herd is righteous by definition, it enhances its own self-esteem at the very moment when it lets loose its impulse to cruelty, Has Religion Made Useful Contributions to Civilization, Russell Bertrand.

νθ. Except for those rare spirits that are born without sin, there is a cavern of darkness to be traversed before that temple can be entered. The gate of the cavern is despair, and its floor is paved with the gravestones of abandoned hopes. There Self must die; there the eagerness, the greed of untamed desire must be slain, for only so can the soul be freed from the empire of Fate. But out of the cavern the Gate of Renunciation leads again to the daylight of wisdom, by whose radiance a new insight, a new joy, a new tenderness, shine forth to gladden the pilgrim's heart., A Free Man's Worship, Russell Bertrand.

ξ.

ξα. The testing of nuclear weapons in the atmosphere has had the consequence of condemning millions of people to death because of bone cancer, blood cancer, genetic and somatic damage... With what right does the government of the United States poison the atmosphere, which is the atmosphere for all the peoples of the earth? What would that government say if the Pakistanis and the Indians in their dispute over Kashmir poisoned the atmosphere of the planet in the course of that dispute? With what right do these governments make the peoples of the world hostage to every petty squabble they might entertain?,The Doctrine of Extermination, Russell Bertrand.

ξβ. Does an agnostic do whatever he pleases? In one sense, no; in another sense, everyone does whatever he pleases, , What Is an agnostic, Russell Bertrand.

ξγ. «76...οὕτως οὐδ’ ἡμεῖς θαυμαστὸν οὐδέν πεποιήκαμεν οὐδ’ ἀπό τοῦ ἀνθρωπείου τρόπου, εἰ ἀρχήν τε διδομένην ἐδεξάμεθα καί ταύτην μὴ ἀνεῖμεν ὑπὸ τῶν μεγίστων νικηθέντες, τιμῆς καὶ δέους καὶ ὠφελίας, οὐδ’ αὖ πρῶτοι τοῦ τοιούτου ὑπάρξαντες, ἀλλ’ αἰεί καθεστῶτος τὸν ἥσσω ὑπό τοῦ δυνατωτέρου κατείργεσθαι. [...] οἵτινες χρησάμενοι τῇ ἀνθρωπείᾳ φύσει ὥστε ἑτέρων ἄρχειν...» [Έτσι κι εμείς δεν κάναμε τίποτα το παράδοξο ή αντίθετο προς την ανθρώπινη φύση, αν δεχτήκαμε την ηγεμονία που μας προσφέρονταν και τώρα αρνιόμαστε να την αφήσουμε, εμποδισμένοι από τους εξής σπουδαιότατους λόγους: την τιμή, το φόβο και το συμφέρον. Δεν είμαστε, άλλωστε, οι πρώτοι που εφαρμόσαμε τέτοια πολιτική, αλλά από πάντα έχει επικρατήσει ο κανόνας ο πιο αδύναμος να καταπιέζεται από τον πιο δυνατό. [...] αφού ακολούθησαν την ανθρώπινη φύση και πέτυχαν ν’ αποκτήσουν εξουσία πάνω σ’ άλλους...]. Πηγή: Θουκυδίδης, Άπαντα, Τόμος 1, Ιστοριών Α΄, Αίτια κι Αφορμές του Πελλοπονησιακού Πολέμου, Εκδόσεις Κάκτος, σειρά «Αρχαία Ελληνική Γραμματεία "Οι Έλληνες" Νο 16», σσ. 138-141

ξγ1. children, like adults, will not all be virtuous if they are all free, Education and Discipline, Bertrand Russel.

ξγ2. The educators who allow most freedom are men whose success depends upon a degree of benevolence, self-control, and trained intelligence which can hardly be generated where every impulse is left unchecked, Why I am a Rationalist, Bertrand Russel.

ξγ3. They will not, therefore, act in the way that is in fact to their own interest unless they are actuated by generous impulses which make them indifferent to their own interest, Icarus or the Future of Science, Bertrand Russel.

ξγ4. That is why science threatens to cause the destruction of our civilization. The only solid hope seems to lie in the possibility of world-wide domination by one group, say the United States, leading to the gradual formation of an orderly economic and political world-government, Icarus or the Future of Science, Bertrand Russel.

ξδ. What America thinks today the rest of the world will be forced to think tomorrow, and therefore what America thinks is important, Why I am a Rationalist, Bertrand Russel.

 ξε. It is very important to all of us, because the Americans tend more and more to rule the world, and we shall find ourselves in a very difficult position unless we can more or less liberalize them -- a mission, I may say, in which I have done what I can, and my wife has also, Why I am a Rationalist, Bertrand Russel.

ξστ. If Power is bad, as it seems to be, let us reject it from our hearts, A Free Man's Worship, Bertrand Russel.

ξζ. Almost everybody who is not politically conscious has strong feelings about one or more of these issue; but we want you, if you can, to set aside such feelings and consider yourselves only as members of a biological species which has had a remarkable history, and whose disappearance none of us can desire, The Russell-Einstein Manifesto, Bernard Russel & Albert Einstein.

ξζ1. «Μελετάς τη σύνθεση του ατόμου από μια αφιλοκερδή επιθυμία για γνώση και τυχαία θέτεις στα χέρια παντοδύναμων παραφρόνων τα μέσα για να καταστρέψουν την ανθρώπινη φυλή», [You study the composistion of the atom from a disinterested desire for knowledge, and incidentally place in the hands of powerful lunatics the means of destroying the human race], Knowledge and Wisdom, Bernard Russel

ξη. Man, so the theologians assure us, is so splendid a Being that he may well be regarded as the culmination to which the long ages of nebula and slime were a prelude. I think the theologians must have been fortunate in their human contacts.They do not seem to me to have given due weight to Hitler or the Beast of Belsen. If Omnipotence, with all time at its disposal, thought it worth while to lead up to these men through the many millions of years of evolution, I can only say that the moral and aesthetic taste involved is peculiar, Is There a God?, Bertrand Russel

ξθ.« Σημειώνω ότι οι κυβερνήσεις των Η.Π.Α. και της Ε.Σ.Σ.Δ. συμπεριφέρονται με τεράστια υπερηφάνεια και με πλήρη αδιαφορία για τις συνέπειες εις την ανθρωπότητα των ιδιαίτερών τους παρανοιών», [I am pointing out that the governments of the United States and the Sovet Union behave with colossal arrogance and with total indifference to the consequences for humanity of their particular paranoias], The Doctrine of Extermination, Bertrand Russel.

ο. People will tell us that without the consolations of religion they would be intolerably unhappy. So far as this is true, it is a coward's argument. Nobody but a coward would consciously choose to live in a fool's paradise, Is There a God, Bertrand Russel.

οα. «Είναι φανερό, για να αρχίσουμε, ότι η όλη ιδέα του καλού και του καλού έχει κάποια σύνδεση με την επιθυμία. Κατ’ αρχάς, κάθετί που επιθυμούμε είναι "καλό" κι ότι μας τρομάζει είναι "κακό". Αν όλοι μας συμφωνούσαμε κατά τις επιθυμίες μας, το ζήτημα θα παρέμενε ως έχει μα δυστυχώς οι επιθυμίες μας συγκρούονται. Αν πω "ότι θέλω είναι καλό" ο γείτονάς μου θα πει "Όχι, εκείνο που θέλω εγώ είναι". Η ηθική είναι μια προσπάθεια, ωστόσο όχι επιτυχημένη νομίζω, να αποφύγουμε την υποκειμενικότητα.», [It is obvious, to begin with, that the whole idea of good and bad has some connection with desire. Prima facie, anything that we all desire is "good," and anything that we all dread is "bad." If we all agreed in our desires, the matter could be left there, but unfortunately our desires conflict. If I say "what I want is good," my neighbour will say "No, what I want." Ethics is an attempt - though not, I think, a successful one - to escape from this subjectivity],  Science and Ethics, Russell Bertrand.

οβ.  Long calculations that certain evil in the present is worth inflicting for the sake of some doubtful benefit in the future are always to be viewed with suspicion, for, as Shakespeare says: 'What's to come is still unsure.' Even the shrewdest men are apt to be wildly astray if they prophesy so much as ten years ahead. Some people will consider this doctrine immoral, but after all it is the Gospel which says 'take no thought for the morrow' , Ideas that have harmed Mankind, Bertrand Russel.

ογ. Birth-control is a matter of great importance, particularly in relation to the possibility of a world- government, which could hardly be stable if some nations increased their population much more rapidly than others. At present, birth-control is increasing in all civilized countries, though in most it is opposed by governments. This opposition is due partly to mere superstition and desire to conciliate the Catholic vote, partly to the desire for large armies and severe competition between wage-earners, so as to keep down wages. In spite of the opposition of governments, it seems probable that birth-control will lead to a stationary population in most white nations within the next fifty years, Icarus or the Future of Science

οδ. There is no rational ground of any sort or kind in keeping a child ignorant of anything that he may wish to know, whether on sex or on any other matter...,  Has Religion Made Useful Contributions to Civilization, Bertrand Russel.

οδ1. The knowledge exists by which universal happiness can be secured; the chief obstacle to its utilization for that purpose is the teaching of religion. Religion prevents our children from having a rational education;, Has Religion Made Useful Contributions to Civilization, Bertrand Russel.

οε. When you meet with opposition, eve n if it should be from your husband or your children, endeavor to overcome it by argument and not by authority, for a  victory dependent upon authority is unreal and illusory, A Liberal Decalogue, Bertrand Russel.

οστ. As a philosopher, if I were speaking to a purely philosophic audience I should say that I ought to describe myself as an Agnostic, because I do not think that there is a conclusive argument by which one prove that there is not a God, Am I an Atheist or an Agnostic, Bertrand Russel.

οζ. Do not feel envious of the happiness of those who live in a fool's paradise, for only a fool will think that it is happiness., A Liberal Decalogue, Bertrand Russel.

οη. What I Believe, Audio, Preface

οθ. I hold that the intellect must not be taken as a guide in life, but only as affording pleasant argumentative games and ways of annoying less agile opponents, The Metaphysician's Nightmare, Bertrand Russel.

 

 

 

 

ΡΑΣΣΕΛ, ΕΛΛΗΝΕΣ ΠΑΓΑΝΙΣΤΕΣ & ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΑΔΑ

 

Οι θεωρίες του Ράσσελ, όπως κι άλλων αρνητών του Χριστού, γίνονται αντικείμενα εκμετάλλευσης από Έλληνες Εθνικούς ή Εθνικιστές σε διάφορες σελίδες του δικτύου.  Προς τούτο θα εισαχθούν εις την παρούσα εργασία διάφορα γνωμικά κι απόψεις του Ράσσελ, τα οποία κινούνται ενάντια σ’ αυτές τις δύο ιδεολογίες ή στα διδάγματά τους.

Προσοχή: Είναι σίγουρο, πως αν εκείνα εκ των παρακάτω τα οποία καταφέρονται ενάντια εις την αρχαία Ελλάδα, ή εις τους κατοίκους της, εκφέρονταν από Χριστιανούς Πατέρες, αυτοί θα χαρακτηρίζονταν από τους εθνικιστές-παγανιστές ως «ανθέλληνες».

 

Εθνικισμός vs Χριστιανισμός = 0 : 1

«Η παιδαγωγική μηχανή, σε όλο το δυτικό πολιτισμό, κυριαρχείται από δύο ηθικές θεωρίες: αυτή του Χριστιανισμού κι αυτή του εθνικισμού. Αυτές οι δύο, όταν λαμβάνονται σοβαρά, είναι ασύμβατες, όπως φανερώνεται στη Γερμανία. Κατά την άποψή μου, όπου διαφέρουν, ο Χριστιανισμός είναι προτιμητέος...» [The educational machine, throughout Western civilization, is dominated by two ethical theories: that of Christianity, and that of nationalism. These two, when taken seriously, are incompatible, as is becoming evident in Germany. For my part, I hold that, where they differ, Christianity is preferable], Education And Discipline, Bertrand Russel.

 

Κατά της θυσίας υπέρ της Πατρίδος

«Αυτό απαιτεί να υπάρχει μια ιδιαίτερη συμπάθεια για τις σημαντικές επιθυμίες του παιδιού, κι όχι μόνο να χρησιμοποιείται για κάποιο αόριστο τέλος όπως η δόξα του Θεού ή το μεγαλείο της πατρίδας κάποιου. [...] Κανένα παιδί δε θα είναι ευγνώμων για ένα ενδιαφέρον που ανθεί μέσα από την ιδέα ότι θα έχει ένα σίγουρο ψήφο για το κόμμα σου ή ένα σώμα για να θυσιάσει για το βασιλιά και την πατρίδα». [This requires that there should be a certain sympathy with the child's important desires, and not merely an attempt to use him for some abstract end such as the glory of God or the greatness of one's country [....] No child will be grateful for an interest in him that springs from the thought that he will have a vote to be secured for your party or a body to be sacrificed to king and country.]., Education And Discipline, Russell Bertrand.

 

Κατά των «Μαθηματικών» ή Αστρολογία = Μαθηματικά στην Αρχαιότητα

«Στην αρχαία Ρώμη αυτός [ο αστρολόγος] έχριζε ευλάβειας, εκτός από κάποιους ορθολογιστές Αυτοκράτορες, που εξόρισαν από την Πόλη όλους τους "μαθηματικούς", όπως ονομάζονταν», [In ancient Rome he [the astrologer] was reverenced, except by a few rationalistic Emperors, who banished from the City all ``mathematicians'', as they were called, On Astrologers, Russell Bertrand.

 

Κατά Εθνικισμού ή Εθνικισμός = Ψυχική Ασθένεια

«Ο Εθνικισμός είναι φυσικά ένα ακραίο παράδειγμα φλογερής πίστης που ασχολείται με αμφίβολα ζητήματα. Πιστεύω ότι είναι ασφαλές να πω ότι κάθε επιστήμονας ιστορικός, που γράφει τώρα μια ιστορία του Μεγάλου Πολέμου (Α΄ Π.Π.), είναι αναγκασμένος να φτιάχνει δηλώσεις που, αν γίνονταν κατά τη διάρκεια του πολέμου, θα τον εξέθεταν σε φυλάκιση σε κάθε μία από τις εμπόλεμες χώρες κι των δύο αντιπάλων. Ξανά, με εξαίρεση την Κίνα, δεν υπάρχει κανένα κράτος που οι πολίτες του ανέχονται την αλήθεια για τους εαυτούς τους· στην κανονικότητα η αλήθεια υπόκεινται σε κακομεταχείριση αλλά εις τον πόλεμο η σκέψη της είναι εγκληματική. Αντίθετα συστήματα βίαιης πίστης δημιουργούνται, το ψεύδος των οποίων είναι φανερό από το γεγονός ότι γίνονται πιστευτά μόνο από εκείνους που μοιράζονται την ίδια εθνική προκατάληψη. Αλλά η εφαρμογή της λογικής σ’ αυτά τα συστήματα πίστης θεωρείται κακοήθης όπως ανάλογα κι η εφαρμογή της λογικής σε θρησκευτικά δόγματα θεωρούνταν παλαιότερα. Όταν οι άνθρωποι προκαλούνται στο γιατί η λογική σ’ αυτά τα συστήματα πίστης θα πρέπει να ’ ναι κακοήθης. η μόνη απάντηση είναι ότι οι μύθοι βοηθούν εις την νίκη των πολέμων κι έτσι ένα λογικό έθνος θα χαθεί παρά θα επιβιώσει. Η άποψη ότι υπάρχει κάτι που προκαλεί ντροπή στο να σώζεις το τομάρι κάποιου με χονδροειδή συκοφαντία των ξένων είναι μία, από όσο ξέρω, που μέχρι σήμερα δεν έχει βρει υποστηρικτές σε επαγγελματίες ηθικολόγους έξω από τα στελέχη των Κουάκερ. Αν προταθεί πως ένα λογικό έθνος μπορεί να βρεις διαφορετικές οδούς για να μείνει εκτός πολέμου, τότε η απάντηση είναι συνήθως πιο υβριστικά.

Τί αποτέλεσμα θα είχε η διάδοση του εθνικού σκεπτικισμού; Τα ανθρώπινα γεγονότα πηγάζουν από πάθη, που κατασκευάζουν συστήματα συνεπακόλουθων μύθων. Οι ψυχαναλυτές μελέτησαν τις εκδηλώσεις αυτών των διαδικασιών ξεχωριστά σε παράφρονες, επιβεβαιωμένους ή όχι. Ένα άνθρωπος που υπέστη έναν εξευτελισμό εφευρίσκει μια θεωρία εις την οποία είναι βασιλιάς της Αγγλίας κι αναπτύσσει κάθε είδους από δαιμόνιες εξηγήσεις του ότι δεν του συμπεριφέρονται με το σεβασμό που η υψηλότατη θέση του απαιτεί. Σ’ αυτή την περίπτωση, η παραίσθηση του είναι μία την οποία οι γείτονές του δε συμπαθούν, οπότε τον κλειδώνουν. Αντίθετα, αν αυτός δεν παραδεχτεί μόνο την δική του μεγαλοσύνη, αλλά παραδέχεται την μεγαλοσύνη του έθνους του ή της τάξης του ή της πίστης του, κερδίζει θέσεις για πιστούς και γίνεται ένα πολιτικός ή ένας θρησκευτικός ηγέτης, ακόμη κι αν, αν οι απόψεις του είναι το ίδιο παράλογες όσο αυτές που βρίσκει κανείς στα φρενοκομεία», [Nationalism is of course an extreme example of fervent belief concerning doubtful matters. I think it may be safely said that any scientific historian, writing now a history of the Great War, is bound to make statements which, if made during the war, would have exposed him to imprisonment in every one of the belligerent countries on both sides. Again, with the exception of China, there is no country where people tolerate the truth about themselves; at ordinary times the truth is only thought ill- mannered, but in war-time it is thought criminal. Opposing systems of violent belief are built up, the falsehood of which is evident from the fact that they are believed only by those who share the same national bias. But the application of reason to these systems of belief is thought as wicked as the application of reason to religious dogmas was formerly thought. When people are challenged as to why scepticism in such matters should be wicked, the only answer is that myths help to win wars, so that a rational nation would be killed rather than kill. The view that there is something shameful in saving one's skin by wholesale slander of foreigners is one which, so far as I know, has hitherto found no supporters among professional moralists outside the ranks of Quakers. If it is suggested that a rational nation would find ways of keeping out of wars altogether, the answer is usually more abuse.

What would be the effect of a spread of rational scepticism? Human events spring from passions, which generate systems of attendant myths. Psychoanalysts have studied the individual manifestations of this process in lunatics, certified and uncertified. A man who has suffered some humiliation invents a theory that he is King of England, and develops all kinds of ingenious explanations of the fact that he is not treated with that respect which his exalted position demands. In this case, his delusion is one with which his neighbours do not sympathize, so they lock him up. But if, instead of asserting only his own greatness, he asserts the greatness of his nation or his class or his creed, he wins hosts of adherents, and becomes a political or religious leader, even if, to the impartial outsider, his views seem just as absurd as those found in asylums], On the Value of Scepticism, Russell Bertrand.

 

Η ελευθερία στην αρχαιότητα

«Η ελευθερία ως ιδανικό είχε μια πολύ περιπετειώδη ιστορία. Στην αρχαιότητα, η Σπάρτη, η οποία ήταν ένα ολοκληρωτικό καθεστώς, έκανε πολύ λίγη χρήση αυτής όπως ακριβώς οι Ναζί. Οι περισσότερες όμως ελληνικές Πόλεις-Κράτη είχαν ένα βαθμό ελευθερίας, που τώρα τη θεωρούμε υπερβολική και πράγματι είναι  υπερβολική όταν εφαρμόζεται από τους απογόνους των στο ίδιο μέρος του κόσμου. Η πολιτική είναι μια διαδικασία δολοφονιών κι αντίπαλων στρατών, μ’ έναν εξ’ αυτών να υποστηρίζει την κυβέρνηση και τον άλλον να συντίθεται από πρόσφυγες. Οι πρόσφυγες συχνά σύναπταν συμμαχίες με τους εχθρούς των πόλεών τους κι εκστράτευαν θριαμβευτικά υπό την εξουσία ξένων κατακτητών. Αυτή η συμπεριφορά γίνονταν απ’ όλους και παρά τα καλά λόγια στα έργα των σύγχρονων ιστορικών γύρω από την Ελληνική αφοσίωση εις την Πόλη - Κράτος, φαίνεται πως κανείς δεν έβλεπε αυτή τη συμπεριφορά ως ειδικά φαύλη. Αυτό έφερε την υπερβολή της ελευθερίας κι οδήγησε απ’ αντίδραση στο θαυμασμό της Σπάρτης». [Liberty as an ideal has had a very chequered history. In antiquity, Sparta, which was a totalitarian State, had as little use for it as the Nazis had. But most of the Greek City States allowed a degree of liberty which we should now think excessive, and, in fact, do think excessive when it is practiced by their descendants in the same part of the world. Politics was a matter of assassination and rival armies, one of them supporting the government, and the other composed of refugees. The refugees would often ally themselves with their city's enemies and march in triumph on the heels of foreign conquerors. This sort of thing was done by everybody, and, in spite of much fine talk in the works of modem historians about Greek loyalty to the City State, nobody seemed to view such conduct as particularly nefarious. This was carrying liberty to excess, and led by reaction to admiration of Sparta], Ideas that have helped Mankind, Russell Bertrand.

 

Η Ελληνική υπερηφάνεια κι ο Μέγας Αλέξανδρος

«Οι ηθικές ιδέες μερικές φορές ακολουθούν τις πολιτικές εξελίξεις και μερικές φορές τις προσπερνούν. Η αδελφοσύνη των ανθρώπων είναι ένα ιδανικό που χρωστάει την πρώτη της εφαρμογή στις πολιτικές εξελίξεις. Όταν ο Αλέξανδρος κατάκτησε την Ανατολή έβαλε σ’ εφαρμογή την διάλυση του διαχωρισμού Ελλήνων και βαρβάρων, χωρίς αμφιβολία επειδή ο Ελληνικός και Μακεδονικός στρατός του ήταν πολύ μικρός για να διατηρεί μια τόσο εκτενή αυτοκρατορία δια μέσω της βίας. Υποχρέωσε τους αξιωματικούς του να νυμφευτούν βάρβαρες αριστοκρατικές κυρίες, ενώ ο ίδιος, για να θέσει ένα αναμφισβήτητα εξαιρετικό παράδειγμα, νυμφεύτηκε δύο βάρβαρες πριγκίπισσες. Ως αποτέλεσμα της πολιτικής του η Ελληνική υπερηφάνεια κι η αποκλειστικότητα μειώθηκαν κι ο ελληνικός πολιτισμός διαδόθηκε σε πολλές περιοχές που δεν κατοικούνταν από Έλληνες. Ο Ζήνωνας, ιδρυτής του στωικισμού, που πιθανότητα ήταν αγόρι την εποχή των κατακτήσεων του Αλεξάνδρου, ήταν Φοίνικας, και λίγοι από τους διαπρεπείς Στωικούς ήταν Έλληνες. Οι Στωικοί ήταν εκείνοι οι οποίοι ανακάλυψαν την ιδέα της αδελφοσύνης των ανθρώπων. Δίδασκαν ότι όλοι οι άνθρωποι ήταν παιδιά του Δία κι ότι ο σοφός θα αγνοήσει τις διακρίσεις Ελλήνων και βαρβάρων, δούλων κι ελευθέρων. Όταν η Ρώμη έφερε όλο τον πολιτισμένο κόσμο κάτω από μία κυβέρνηση, το πολιτικό περιβάλλον ήταν ευνοϊκό εις την εξάπλωση αυτής της διδασκαλίας.». [Moral ideas sometimes wait upon political developments, and sometimes outrun them. The brotherhood of man is an ideal which owed its first force to political developments. When Alexander conquered the East he set to work to obliterate the distinction of Greek and barbarian, no doubt because his Greek and Macedonian army was too small to hold down so vast an empire by force. He compelled his officers to marry barbarian aristocratic ladies, while he himself, to set a doubly excellent example, married two barbarian princesses. As a result of this policy Greek pride and exclusiveness were diminished, and Greek culture spread to many regions not inhabited by Hellenic stock. Zeno, the founder of Stoicism, who was probably a boy at the time of Alexander's conquest, was a Phoenician, and few of the eminent Stoics were Greeks. It was the Stoics who invented the conception of the brotherhood of man. They taught that all men are children of Zeus and that the sage will ignore the distinctions of Greek and barbarian, bond and free. When Rome brought the whole civilised world under one government, the political environment was favorable to the spread of this doctrine], Ideas that have helped Mankind, Russell Bertrand.

 

Η παρακμή του αρχαίου κόσμου και της αρχαίας [ελληνικής] θρησκείας

«Το δεύτερο είδος εποχής απλουστεύεται από τον αρχαίο κόσμο πριν από την άνοδο του Χριστιανισμού αλλά κατόπιν της απαρχής της παρακμής του. Στην αρχαία Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, οι φυλετικές θρησκείες έχασαν την αποκλειστικότητά τους και την ισχύ τους· κατά αναλογία καθώς ο κόσμος άρχισε να σκέφτεται ότι μπορεί να υπάρχει αλήθεια στις θρησκείες των άλλων, σκέφτηκε πως ίσως θα υπήρχε ψεύδος στη δική του. Η Ανατολική Νεκρομαντεία γίνονταν κατά ένα μέρος πιστευτή και κατά ένα μέρος αναληθής· οι Γερμανοί Βάρβαροι πιστεύονταν ότι κατείχαν αρετές που οι τα πιο πολιτισμένα μερίδια της ανθρωπότητας είχαν χάσει. Κατά συνέπεια ο καθένας αμφέβαλλε για τα πάντα και η αμφιβολία κατέστρεφε την προσπάθεια». [The second sort of age is exemplified by the ancient world before the rise of Christianity but after decadence had begun. In the Roman Empire, tribal religions lost their exclusiveness and force: in proportion as people came to think that there might be truth in religions of others, they also came to think that their might be falsehood in their own. Eastern necromancy was half believed, half disbelieved; the German barbarians were supposed to possess virtues that the more civilised portions of mankind hand lost. Consequently everybody doubted everything, and doubt paralysed effort], On Modern Uncertainty, Russell Bertrand.

 

Επιστήμονες Χριστιανοί [Αιρετικοί] Αστρολόγοι

«Επανειλημμένα, όταν ο Κινέζος αυτοκράτορας είχε αποφασίσει να διώξει τους Ιησουΐτες, εκείνοι έβγαιναν δικαιωμένοι γύρω από την ημερομηνία μιας προσδοκώμενης έκλειψης την ίδια στιγμή που οι αυτοκρατορικοί αστρονόμοι έκαναν λάθος, κι ο Αυτοκράτορας αποφάσισε πως τόσο έξυπνοι άνθρωποι άξιζαν το λοιπόν την εύνοιά του». [Repeatedly, when the Chinese Emperor had decided to persecute the Jesuits, they would turn out to be right about the date of an expected eclipse when the imperial astronomers were wrong, and the Emperor would decide that such clever men, after all, deserved his favours], On Modern Uncertainty, Russell Bertrand.

 

Κατά σκεπτικισμού (η πραγματική θέση του σκεπτικισμού - κατά Καλόπουλου)

«Αλλά αν η φιλοσοφία είναι για να εξυπηρετεί ένα θετικό σκοπό, δεν θα πρέπει να διδάσκει απλά σκεπτικισμό γιατί αν κι ο δογματισμός είναι επιζήμιος, ο σκεπτικισμός είναι άχρηστος. Ο δογματισμός και ο σκεπτικισμός είναι κατά κάποιο τρόπο απόλυτες φιλοσοφίες· η μία είναι βέβαιη πως γνωρίζει κι η άλλη πως δε γνωρίζει». [But if philosophy is to serve a positive purpose, it must not teach mere skepticism, for, while the dogmatist is harmful, the skeptic is useless. Dogmatism and skepticism are both, in a sense, absolute philosophies; one is certain of knowing, the other of not knowing], Philosophy For Laymen, Russell Bertrand.

 

Και εκ της Δύσεως ο Μοναχισμός [κατά Δαυλού]

«Μεταξύ των περισσοτέρων φιλοσόφων της αρχαιότητας υπήρχε μια στενή σύνδεση μεταξύ της άποψης για το σύμπαν και του δόγματος για τον καλύτερο τρόπο διαβίσωσης. Μερικοί από αυτούς ίδρυσαν αδελφότητας που είχαν μια κάποια ομοιότητα με τα μοναστικά τάγματα των μετέπειτα εποχών». [Among most of the philosophers of antiquity there was close connection between a view of the universe and a doctrine as to the best way of life. Some of them founded fraternities which had a certain resemblance to the monastic orders of later times], Philosophy For Laymen, Russell Bertrand.

 

Το μίσος για τους θεούς φέρνει την ελευθερία

«Όταν στην αρχή η αντίσταση στη πραγματικότητα και στα ιδανικά μεγάλωσε αρκετά, ένα πνεύμα πύρινης επανάστασης, πύρινου μίσους για τους θεούς, χρειάζεται απόλυτα για την διεκδίκηση της ελευθερίας. Το να αψηφήσουμε με Προμηθεϊκή σταθερότητα ένα εχθρικό περιβάλλον, να κρατάμε τα κακά του πάντα σε θέα, πάντα μισητά, να μην αρνηθούμε κανένα πόνο που η κακία της Δύναμης μπορεί να εφεύρει, φαίνεται πως είναι το καθήκον όλων εκείνων που δεν λυγίζουν εμπρός από το αναπόφευκτο. Αλλά η αγανάκτηση είναι ακόμη μια σκλαβιά γιατί υποχρεώνει τις σκέψεις μας να απασχολούνται με ένα κακό κόσμο». [When first the opposition of fact and ideal grows fully visible, a spirit of fiery revolt, of fierce hatred of the gods, seems necessary to the assertion of freedom. To defy with Promethean constancy a hostile universe, to keep its evil always in view, always actively hated, to refuse no pain that the malice of Power can invent, appears to be the duty of all who will not bow before the inevitable. But indignation is still a bondage, for it compels our thoughts to be occupied with an evil world;] ,A Free Man's Worship, Russell Bertrand.

 

Ολύμπιοι και Χριστιανικός Θεός, ίδιες απόψεις

«Κανείς μας δεν πρέπει στα σοβαρά να λάβει την πιθανότητα πως όλοι οι θεοί του Ομήρου πράγματι υπάρχουν κι αν ακόμη τεθείς εις την εργασία να δώσεις μια λογική απόδειξη πως ο Δίας, η Ήρα, ο Ποσειδώνας κι οι υπόλοιποι θεοί δεν υπάρχουν, θα δεις ότι αυτή είναι μια απαίσια δουλειά. Δεν θα μπορείς να δώσεις μια τέτοια απόδειξη. Γι’ αυτό, όσο αφορά τους Ολύμπιους θεούς, μιλώντας σε ένα καθαρά φιλοσοφικό κοινό, θα έλεγα πως είμαι Αγνωστικιστής. Αλλά ομιλώντας λαϊκά, νομίζω πως όλοι μας θα λέγαμε σχετικά με αυτούς τους θεούς ότι είμαστε Αθεϊστές. Σχετικά με το Χριστιανικό Θεό, θα έλεγα να ακολουθήσετε την ίδια γραμμή». [None of us would seriously consider the possibility that all the gods of homer really exist, and yet if you were to set to work to give a logical demonstration that Zeus, Hera, Poseidon, and the rest of them did not exist you would find it an awful job. You could not get such proof. Therefore, in regard to the Olympic gods, speaking to a purely philosophical audience, I would say that I am an Agnostic. But speaking popularly, I think that all of us would say in regard to those gods that we were Atheists. In regard to the Christian God, I should, I think, take exactly the same line.]

 

Ήθος Ρωμαϊκού Κόσμου Δύσης

«...η αρρώστια του πολιτισμένου κόσμου την εποχή που η Ρωμαϊκής Αυτοκρατορία παράκμαζε». [...the sickness of the civilized world at the time the Roman Empire was decaying], Has Religion Made Useful Contributions to Civilization, Russell Bertrand.

 

Η Νίκη του Μονοθεϊσμού κι η ιστορία της θεολογίας.

«Ο Μονοθεϊσμός, που στην αρχή του διωγμού του Αντίοχου ήταν το θρήσκευμα ενός κλάσματος ενός πολύ μικρού έθνους, υιοθετήθηκε από το Χριστιανισμό και αργότερα από το Ισλάμ κι έτσι έγινε κυρίαρχος σε όλο τον κόσμο δυτικά της Ινδίας. Από την Ινδία κι Ανατολικά, δεν είχε επιτυχία· ο Ινδουισμός είχε πολλούς θεούς· ο Βουδισμός εις την απαρχή του δεν είχε κανέναν· κι ο κομφουκιανισμός δεν είχε κανένα από τον 110 αιώνα κι έπειτα. Αλλά, αν η αλήθεια μιας θρησκείας μπορεί να κριθεί από την παγκόσμιά της επιτυχία, τότε το επιχείρημα υπέρ του μονοθεϊσμού είναι πολύ ισχυρό μιας και κατείχε τους ισχυρότερους στρατούς, τα μεγαλύτερα ναυτικά και τη μεγαλύτερη συγκέντρωση πλούτου. Στις μέρες μας αυτό το επιχείρημα δεν είναι τόσο ισχυρό. Είναι αλήθεια πως η αντι-χριστιανική μανία της Ιαπωνίας ηττήθηκε. Αλλά ο Χριστιανός σήμερα είναι αντιμέτωπος με την απειλή των αθεϊστικών Μοσχοβίτικων ορδών και δεν είναι τόσο σίγουρο όπως κανείς θα εύχονταν οι ατομικές βόμβες να προσφέρουν ένα οριστικό επιχείρημα υπέρ της θέσης των ισμών.

Μα ας αφήσουμε αυτή την πολιτική και γεωγραφική άποψη των θρησκειών, που σταδιακά απορρίφθηκε από τους σκεπτόμενους ανθρώπους από την εποχή της αρχαίας Ελλάδας. Από τότε υπήρχαν άνθρωποι που δεν ήταν ευχαριστημένοι με το να δέχονται παθητικά τις θρησκευτικές γνώμες των γειτόνων τους, αλλά προσπάθησαν να θεωρήσουν τι θα μπορούσε να πει η λογική κι η φιλοσοφία για το ζήτημα. Στις εμπορικές πόλεις της Ιωνίας, όπου ανακαλύφθηκε η φιλοσοφία, υπήρχαν ελεύθεροι σκεπτόμενοι άνθρωποι τον 6ο αιώνα π.Χ.. Συγκρίνοντας αυτούς με τους σύγχρονους ελεύθερα σκεπτόμενους, εκείνοι είχαν μια εύκολη δουλειά, διότι οι Ολύμπιοι θεοί, όσο κι αν ήταν γοητευτικοί για την ποιητική φαντασία, δύσκολα ήταν τέτοιοι ώστε να μπορούν να τύχουν υπεράσπισης με τη μεταφυσική χρήση της αβοήθητης λογικής. Έγινα δημοφιλείς από τον Ορφισμό (εις τον οποίο ο Χριστιανισμός χρωστά πολλά) και φιλοσοφικά από τον Πλάτωνα από τον οποίο οι Έλληνες δημιούργησαν ένα φιλοσοφικό μονοθεϊσμό πολύ διαφορετικό από τον πολιτικό κι εθνικό μονοθεϊσμό των Ιουδαίων. Όταν ο Ελληνικός κόσμος γίνηκε Χριστιανικός συνδύασε την νέα πίστη με Πλατωνική μεταφυσική κι έτσι έδωσε γέννηση εις τη θεολογία. Οι Καθολικοί θεολόγοι, από την εποχή του Αγίου Αυγουστίνου μέχρι σήμερα, πίστεψαν ότι η ύπαρξη του Θεού μπορεί να αποδειχθεί από την αβοήθητη λογική. Τα επιχειρήματά τους τέθηκαν σε τελική μορφή από τον Άγιο Θωμά τον Ακινάτη στον 13ο αιώνα. Όταν η μοντέρνα φιλοσοφία άρχισε τον 17ο αιώνα, ο Ντεσκάρτ κι ο Λάιμπνιτσ συνέχισαν τα παλαιά επιχειρήματα.» [Monotheism, which at the beginning of the Antiochan persecution had been the creed of only part of one very small nation, was adopted by Christianity and later by Islam, and so became dominant throughout the whole of the world west of India. From India eastward, it had no success: Hinduism had many gods; Buddhism in its primitive form had none; and Confucianism had none from the eleventh century onward. But, if the truth of a religion is to be judged by its worldly success, the argument in favor of monotheism is a very strong one, since it possessed the largest armies, the largest navies, and the greatest accumulation of wealth. In our own day this argument is growing less decisive. It is true that the un-Christian menace of Japan was defeated. But the Christian is now faced with the menace of atheistic Muscovite hordes, and it is not so certain as one could wish that atomic bombs will provide a conclusive argument on the side of theism. But let us abandon this political and geographical way of considering religions, which has been increasingly rejected by thinking people ever since the time of the ancient Greeks. Ever since that time there have been men who were not content to  accept passively the religious opinions of their neighbors, but endeavoured to consider what reason and philosophy might have to say about the matter. In the commercial cities of Ionia, where philosophy was invented, there were free-thinkers in the sixth century B.C. Compared to modern free-thinkers they had an easy task, because the Olympian gods, however charming to poetic fancy, were hardly such as could be defended by the metaphysical use of the unaided reason. They were met popularly by Orphism (to which Christianity owes much) and, philosophically, by Plato, from whom the Greeks derived a philosophical monotheism very different from the political and nationalistic monotheism of the Jews. When the Greek world became converted to Christianity it combined the new creed with Platonic metaphysics and so gave birth to theology. Catholic theologians, from the time of Saint Augustine to the present day, have believed that the existence of one God could be proved by the unaided reason. Their arguments were put into final form by Saint Thomas Aquinas in the thirteenth century. When modern philosophy began in the seventeenth century, Descartes and Leibniz took over the old arguments], Is There a God, Russell Bertrand.

 

Επιστήμη & ηθική ή αμαρτία

«Όταν ο Κάνον Στρίταρ λέει ότι "η επιστήμη δεν είναι αρκετή", λέει από μια μεριά μιαν αλήθεια. Η επιστήμη δεν περιλαμβάνει την τέχνη, τη φιλία, κι διάφορα άλλα άξια στοιχεία της ζωής. Μα φυσικά περισσότερα από αυτά εννοούνται. Υπάρχει ένα διαφορετικό, μάλλον σοβαρότερο νόημα όπου "η επιστήμη δεν είναι αρκετή", που νομίζω ότι είναι εξίσου αλήθεια: η επιστήμη δεν έχει τίποτα να πει για τις αξίες και δεν μπορεί να αποδείξει τέτοιες προτάσεις ως "είναι καλύτερο να αγαπάμε παρά να μισούμε" ή "η καλοσύνη είναι περισσότερο επιθυμητή από την απανθρωπιά". Η επιστήμη μπορεί να μας πει πολλά για τα μέσα με τα οποία ικανοποιούμε τις επιθυμίες μας, αλλά δεν μπορεί να πει ότι μια επιθυμία είναι περισσότερο επιθυμητή από μια άλλη. Αυτό είναι ένα ευρύ θέμα, εις το οποίο δεν θα έχω να πω περισσότερα». [When Canon Streeter says that "science is not enough," he is, in one sense, uttering a truism. Science does not include art, or friendship, or various other valuable elements in life. But of course more than this is meant. There is another, rather more important, sense in which "science is not enough," which seems to me also true: science has nothing to say about values, and cannot prove such propositions as "it is better to love than to hate" or "kindness is more desirable than cruelty." Science can tell us much about the means of realizing our desires, but it cannot say that one desire is preferable to another.], Mysticism, Russell Bertrand.

 

Νίτσε, το «καλό παιδί» των Παγανιστών

«Πάρτε, για παράδειγμα, ένα ερώτημα που απέκτησε σημασία σε πολιτικές πρακτικής. Ο Μπένθχαμ υποστήριζε ότι η χαρά ενός ανθρώπου είχε την ίδια ηθική σημασία όπως ενός άλλου, με τον όρο ότι οι ποσότητες διατηρούνται ίσες· και με αυτές τις βάσεις υποστήριζε τη δημοκρατία. Ο Νίτσε, αντίθετα, υποστήριζε ότι μόνο ο σπουδαίος άνθρωπος μπορεί να είναι μόνο σημαντικός εκ του εαυτού του κι ότι το  το μεγάλο μέρος της ανθρωπότητας είχε μόνο σημασία για την δική του καλοπέρασή. Έβλεπε τους καθημερινούς ανθρώπους όπως πολλοί άνθρωποι βλέπουν τα ζώα· πίστευε ότι είναι δίκαιο να τους χρησιμοποιεί, όχι για το δικό τους καλό, αλλά για το καλό του υπεράνθρωπου κι αυτή η άποψη υιοθετήθηκε έκτοτε για να εγκαταλειφθεί η δημοκρατία. Έχουμε εδώ μια οξεία διαφορά μεγάλης πρακτικής σημασίας αλλά δεν έχουμε απόλυτα κανένα μέσο επιστημονικό ή διανοητικό για να βρούμε πια από τις δύο μεριές έχει δίκιο. Υπάρχουν, αλήθεια, μέθοδοι αλλαγής των απόψεων των ανθρώπων σε αυτά τα ζητήματα, μα είναι όλοι τους συναισθηματικοί, όχι διανοητικοί.», [Take, for example, a question which has come to be important in practical policies. Bentham held that one man's pleasure has the same ethical importance as another man's, provided the quantities are equal; and on this ground he was led to advocate democracy. Nietzsche, on the contrary, held that only the great man can be regarded as important on his own account, and that the bulk of mankind are only means to his well-being. He viewed ordinary men as many people view animals: he thought it justifiable to make use of them, not for their own good, but for that of the superman, and this view has since been adopted to justify the abandonment of democracy, We have here a sharp disagreement of great practical importance, but we have absolutely no means, of a scientific or intellectual kind, by which to persuade either party that the other is in the right. There are, it is true, ways of altering men's opinions on such subjects, but they are all emotional, not intellectual],  Science and Ethics, Russell Bertrand.

 

Μαθηματικός Μυστικισμός Φιλοσόφων

«Δεν πιστεύω πως η φιλοσοφία μπορεί να αποδείξει ή να καταρρίψει την αλήθεια των θρησκευτικών δογμάτων, αλλά από την εποχή του Πλάτωνα οι περισσότεροι φιλόσοφοι θεώρησαν μέρος της εργασίας τους να παράγουν "αποδείξεις" της αθανασίας και της ύπαρξης του Θεού. Απόδειξαν ως λαθεμένες τις αποδείξεις των προκατόχων τους -ο Άγιος Θωμάς απέρριψε του Αγίου Ασέλμου τις αποδείξεις κι ο Κάντ απέρριψε τον Ντεσκάρτ- αλλά παρείχαν νέες με τη σειρά τους. Για να τις κάνουν πειστικές, έπρεπε να διαστρεβλώσουν τη λογική, να μετατρέψουν τα μαθηματικά σε μυστικισμό και να προσποιηθούν ότι βαθιές προλήψεις ήτο διαισθήσεις εξ ουρανού». [I do not myself believe that philosophy can either prove or disprove the truth of religious dogmas, but ever since Plato most philosophers have considered it part of their business to produce “proofs” of immortality and the existence of God. They have found fault with the proofs of their predecessors - Saint Thomas rejected Saint Anselm’ s proofs, and Kant rejected Descartes’ - but they have supplied new ones of their own. In order to make their proofs seem valid, they have had to falsify logic, to make mathematics mystical, and to pretend that deep-seated prejudices were heaven-sent intuitions, The Philosophy Of Logical Analysis], Russell Bertrand.

 

Κατά της Υπερηφάνειας (Εθνικιστών και Παγανιστών), Έλληνες, Βάρβαροι, Δουλεία.

«Ένα ακόμη πάθος που δίδει τόπο σε ψεύτικες πίστεις που είναι πολιτικά επιζήμιες είναι η υπερηφάνεια -υπερηφάνεια για την εθνικότητα, για τη φυλή, για το φύλο, για την τάξη ή την πίστη

[...] Η υπερηφάνεια της φυλής είναι ακόμη χειρότερη από την εθνική υπερηφάνεια

[...]

Μερικές φορές, πάντως, το αίσθημα της υπεροχής δεν έχει να κάνει τίποτα με τη στρατιωτική ανδρεία. Οι Έλληνες περιφρόνησαν τους βαρβάρους, ακόμη κι όταν οι βάρβαροι υπερτερούσαν σε πολεμική δύναμη. Ο πιο φωτισμένος ανάμεσα στους Έλληνες θεωρούσε ότι η δουλεία ήταν δικαιολογημένη όσο τα αφεντικά ήταν οι Έλληνες και σκλάβοι οι βάρβαροι αλλά αν συνέβαινε το αντίθετο τότε υπήρχε "αντίθεση εις τη φύση".» [Another passion which gives rise to false beliefs that are politically harmful is pride - pride of nationally, race, sex, class, or creed [...]Pride of race is even more harmful than national pride. [...] Sometimes, however, the feeling of superiority has nothing to do with military prowess. The Greeks despised the barbarians, even at times when the barbarians surpassed them in warlike strength. The more enlightened among the  Greeks held that slavery was justifiable so long as the masters were Greek and the slaves barbarian, but that otherwise it was contrary to nature, Ideas that have harmed Mankind, Russell Bertrand.

 

Συμβολή Βαρβάρων στον ελληνικό Πολιτισμό

«Στους ιστορικούς χρόνους βλέπουμε ότι τα πρώιμα σημαντικότερα βήματα έγιναν στα μαθηματικά και την αστρονομία, και τα δύο άρχισαν στη Βαβυλωνία μερικές χιλιετίες πριν από την εποχή μας. Η μάθηση όμως στη Βαβυλωνία φαίνεται, όμως, πως έγινε στερεότυπη και χωρίς πρόοδο, πολύ προτού οι Έλληνες να έρθουν σε επαφή μαζί της. Στους Έλληνες οφείλουμε τρόπους σκέψης κι αναζήτησης που έκτοτε απεδείχθησαν καρποφόροι. Στις ακμάζοντες Ελληνικές εμπορικές πόλεις, πλούσιοι άνδρες ζώντας με τη χρήση δούλων οδηγήθηκαν με τις οδούς του εμπορίου σε επαφή με πολλά έθνη, μερικά αρκετά βάρβαρα, κι άλλα αρκετά πολιτισμένα. Ότι αυτά πρόσφεραν -ως οι Βαβυλώνιοι κι οι Αιγύπτιοι- οι Έλληνες το απορρόφησαν γρήγορα.» [Coming to historic times, we find that the earliest important steps were taken in mathematics and astronomy, both of which began in Babylonia some millennia before the beginning of our era. Learning in Babylonia seems, however, to have become stereotyped and nonprogressive, long before the Greeks first came into contact with it. It is to the Greeks that we owe ways of thinking and investigating that have ever since been found fruitful. In the prosperous Greek commercial cities, rich men living on slave labor were brought by the processes of trade into contact with many nations, some quite barbarous, others fairly civilized. What the civilized nations - the Babylonians and Egyptians - had to offer the Greeks quickly assimilated, Ideas that have helped Mankind],  Russell Bertrand.

 

Καταδίκη του κόσμου από τα μαθηματικά των αρχαίων

«Μερικοί Έλληνες χρησιμοποίησαν τη χειραφέτηση από την παράδοση κυνηγώντας τα μαθηματικά και την αστρονομία, στα οποία έκαναν τις πιο εκπληκτικές προόδους. Τα Μαθηματικά δε χρησιμοποιήθηκαν από τους Έλληνες, όπως από τους μοντέρνους, για να διευκολυνθεί η βιομηχανική πρόοδος· ήταν μα καταδίωξη "ευγενική", που είχε αξία εις τον εαυτό της επειδή έδινε την αιώνια αλήθεια και μια υπεραισθητή σταθερή υπό την οποία ο αισθητός κόσμος καταδικάζοντας ως δεύτερης-ποιότητας. Μόνο ο Αρχιμήδης προδιέγραψε τη σύγχρονη χρήση των μαθηματικών ανακαλύπτοντας πολεμικές μηχανές για την άμυνα των Συρακουσών ενάντια στους Ρωμαίους. Ένας Ρωμαίος στρατιώτης τον σκότωσε και τα μαθηματικά αναπαύτηκαν ξανά μέσα στον ελεφάντινο πύργο τους.» [Some Greeks used their emancipation from tradition in the pursuit of mathematics and astronomy, in both of which they made the most amazing progress. Mathematics was not used by the Greeks, as it is by the moderns, to facilitate industrial processes; it was a 'gentlemanly' pursuit, valued for its own sake as giving eternal truth, and a supersensible standard by which the visible world was condemned as second-rate. Only Archimedes foreshadowed the modern use of mathematics by inventing engines of war for the defence of Syracuse against the Romans. A Roman soldier killed him and the mathematicians retired again into their ivory tower], Ideas that have helped Mankind, Russell Bertrand.

 

Λάθη Ελλήνων Φιλοσόφων ή «Ανθελληνικά Εδάφια» Παγανιστών

«Οι Έλληνες είχαν την αντίληψη του Φυσικού Νόμου κι απέκτησαν τη συνήθεια να εκφράζουν τους φυσικούς νόμους με μαθηματικούς όρους. Αυτές οι ιδέες παρείχαν το κλειδί για την κατανόηση του φυσικού κόσμου που επιτελέσθηκε στις σύγχρονες εποχές. Αλλά πολλοί εξ αυτών, συμπεριλαμβανομένου του Αριστοτέλη, εξαπατήθηκαν από την πίστη ότι η επιστήμη θα μπορούσε να κάνει μια καρποφόρα χρήση της ιδέας του σκοπού.», [The Greeks had the conception of natural law, and acquired the habit of expressing natural laws in mathematical terms. These ideas have provided the key to a very great deal of the understanding of the physical world that has been achieved in modern times. But many of them, including Aristotle, were misled by a belief that science could make a fruitful use of the idea of purpose], Ideas that have helped Mankind, Russell Bertrand.

 

Λάθη Ελλήνων Φιλοσόφων ή «Ανθελληνικά Εδάφια» Παγανιστών

«Η πρώτη από τις νέες αρχές ήταν η αρχή της αδράνειας που όριζε ότι κάθε σώμα, αν αφεθεί ελεύθερο, θα συνεχίσει να κινείται όπως κινείται στην ίδια ευθεία γραμμή και με την ίδια ταχύτητα. Η σημασία αυτής της αρχής είναι μόνο φανερή όταν αντιτίθεται με τις αρχές που οι σχολαστικοί ανέπτυξαν εκ του Αριστοτέλη. Πριν το Γαλιλέο υποστηρίζονταν ότι υπήρχε μια ακτινική διαφορά μεταξύ περιοχών κάτω από το φεγγάρι και περιοχών πάνω από το φεγγάρι. Στις περιοχές κάτω από το φεγγάρι, στην "υποσελήνια" σφαίρα υπήρχε αλλαγή και φθορά· η "φυσική" κίνηση των σωμάτων ήταν ευθύγραμμη, αλλά κάθε σώμα σε κίνηση, αν αφήνονταν στον εαυτό του, θα επιβράδυνε και θα σταματούσε. Από τη σελήνη κι επάνω, αντίθετα, η "φυσική" κίνηση των σωμάτων ήταν κυκλική ή σύνθετη εκ κυκλικών κινήσεων ενώ στους ουρανούς δεν υπήρχε αλλαγή και φθορά, εκτός από τις περιοδικές αλλαγές των τροχιών των ουρανίων σωμάτων. [...] Κανείς δεν σκέφτηκε να κάνει χρήση της παρατήρησης, για παράδειγμα, θεωρούνταν ότι ένα βλήμα στην αρχή θα κινούνταν ευθύγραμμα για λίγο και μετά θα έπιπτε κάθετα αν κι μπορεί να υποτεθεί ότι ο καθείς που παρακολουθούσε μια πηγή θα μπορούσε να δει τις σταγόνες να κινούνται σε καμπύλες. Οι κομήτες, καθώς εμφανίζονταν κι εξαφανίζονταν, τους έκαναν να υποθέτουν πως βρίσκονταν μεταξύ της γης και του φεγγαριού, γιατί αν ήταν πάνω από το φεγγάρι δε θα έπρεπε να καταστρέφεται. Είναι φανερό ότι μέσα από μια τέτοια ανακατωσούρα τίποτα δε θα μπορούσε να αναπτυχθεί.»», [The first of the new principles was the law of inertia, which stated that any body, left to itself, will continue to move as it is moving in the same straight line, and with the same velocity. The importance of this principle is only evident when it is contrasted with the principles that the scholastics had evolved out of Aristotle. Before Galileo it was held that there was a radical difference between regions below the moon and regions from the moon upwards. In the regions below the moon, the 'sublunary' sphere, there was change and decay; the 'natural' motion of bodies was rectilinear, but any body in motion, if left to itself, would gradually slow up and presently stop. From the moon upwards, on the contrary, the 'natural' motion of bodies was circular, or compounded of circular motions, and in the heavens there was no such thing as change or decay, except the periodic changes of the orbits of the heavenly bodies. [...] No one thought of making any appeal to observation, for instance, it was taken that a projectile would first move horizontally for a while, and then suddenly begin to la vertically, although it might have been supposed that anybody watching the fountain could have seen the drops move in curves. Comets, since they appear and disappear, had to be supposed to be between the earth and the moon, for if they had been above the moon they would have had to be indestructible. It is evident that out of such a jumble nothing could be developed], Ideas that have helped Mankind, Russell Bertrand.

 

Παρελκόμενα Γεωκεντρισμού αρχαιότητας

«Οι Έλληνες θαύμαζαν τον ήλιο και το φεγγάρι και τους πλανήτες κι υπέθεταν αυτούς ως θεούς. Ο Πλωτίνος εξηγεί πόσο ανώτεροι είναι από τα ανθρώπινα όνταν σε σοφία κι αρετή. Ο Αναξαγόρας, που δίδασκε διαφορετικά, καταδικάστηκε γι’ ασέβεια κι εξαναγκάστηκε να εγκαταλείψει την Αθήνα. Οι Έλληνες άφησαν τους εαυτούς τους να πιστέψουν, πως επειδή ο κύκλος είναι η τέλεια μορφή, οι κινήσεις των ουράνιων σωμάτων θα πρέπει να είναι ή να προέρχονται από κυκλικές κινήσεις. Κάθε προκατάληψη αυτού του είδους έπρεπε να ξεσκαρταριστεί από την αστρονομία του δέκατου έβδομου αιώνα.» [The Greeks admired the sun and moon and planets, and supposed them to be gods. Plotinus explains how superior they are to human beings in wisdom and virtue. Anaxagoras, who taught otherwise, was prosecuted for impiety and compelled to fly from Athens. The Greeks also allowed themselves to think that since the circle is the most perfect figure, the motions of the heavenly bodies must be, or be derived from circular motions. Every bias of this sort had to be discarded by seventeenth-century astronomy], Ideas that have helped Mankind, Russell Bertrand.

 

Κατά παντοίου Εθνικισμού (& «ελληνορθοδόξου»)

«Ο Χριστός είπε «Ἀγαπήσεις [...] τὸν πλησίον σου ὡς σεαυτόν·» κι όταν ρωτήθηκε «Καὶ τίς ἐστί μου πλησίον;» μετέβηκε εις την παραβολή του Καλού Σαμαρίτη. Αν θέλεις να καταλάβεις αυτή την παραβολή ως οι ακροατές της, θα πρέπει να αντικαταστήσεις το «Σαμαρείτης» με το «Γιαπωνέζος» ή το «Γερμανός» [ή το «Τοῡρκος» ή «Ἀλβανός»]. Φοβούμαι πως Χριστιανοί τη σήμερον θα δυσανασχετήσουν με μια τέτοια αντικατάσταση, γιατί θα τους υποχρεώσει να συνειδητοποιήσουν πόσο απομακρύνθηκαν από τη διδασκαλία του Ιδρυτού της θρησκείας των». [Christ said 'Thou shalt love thy neighbor thyself,' and when asked 'who is my neighbor?' went on to the parable of the Good Samaritan. If you wish to understand this parable as it was understood by his hearers, you should substitute 'German' or 'Japanese' for 'Samaritan', I fear many present day Christians would resent such a substitution, because it would compel them to realise how far they have departed from the teaching of the Founder of their religion, Ideas that have helped Mankind], Russell Bertrand.

 

Εθνικιστική Οικονομία ή Πόλεμος, Λιμοκτονίες & Καταστροφή Ανθρώπινου Πολιτισμού

 «Η όλη φιλοσοφία του οικονομικού εθνικισμού, που τώρα είναι οικουμενική σε όλο το κόσμο, βασίζεται πάνω εις τη ψευδή πίστη πως τα οικονομικά συμφέροντα ενός έθνους είναι απαραιτήτως αντίθετα με εκείνα ενός άλλου. Αυτή η ψευδής πίστη, παράγοντας διεθνή μίση και αντιπαλότητες, είναι μια αιτία πολέμου, και με αυτό τον τρόπο τείνει να επιβεβαιώσει τον εαυτό της, εφόσον όταν ξεσπά ο πόλεμος τότε μόνο η σύγκρουση των εθνικών συμφερόντων γίνεται τόσο πραγματική. Αν προσπαθήσεις να εξηγήσεις σε κάποιον, ας πούμε στη βιομηχανία ατσαλιού, ότι η ευημερία σε άλλες χώρες μπορεί να είναι προτέρημα σε αυτόν, θα δεις ότι είναι αδύνατον να τον κάνεις να δει το συλλογισμό, γιατί οι μόνο ξένοι για τους οποίους έχει αυτός αντίληψη είναι οι ανταγωνιστές του εις τη βιομηχανία ατσαλιού. Οι αλλοδαποί είναι σκιώδη όντα για τα οποία αυτός δεν έχει συναισθηματικό ενδιαφέρον. Αυτή είναι η ψυχολογική ρίζα του οικονομικού εθνικισμού, του πολέμου, της λιμοκτονίας που ο άνθρωπος παράγει κι όλων των υπολοίπων κακών που θα οδηγήσουν τον πολιτισμό μας σε ένα καταστροφικό κι άτιμο τέλος εκτός κι αν οι άνθρωποι μπορέσουν να οδηγηθούν σε μια πιο φαρδιά και λιγότερο υστερική άποψη των αμοιβαίων τους σχέσεων[The whole philosophy of economic nationalism, which is now universal throughout the world, is based upon the false belief that the economic interest of one nation is necessarily opposed to that of another. This false belief, by producing international hatreds and rivalries, is a cause of war, and in this way tends to make itself true, since when war has once broken out the conflict of national interests becomes only too real. If you try to explain to someone, say, in the steel industry, that possibly prosperity in other countries might be advantageous to him, you will find it quite impossible to make him see the argument, because the only foreigners of whom he is vividly aware are his competitors in the steel industry. Other foreigners are shadowy beings in whom he has no emotional interest. This is the psychological root of economic nationalism, and war, and manmade starvation, and all the other evils which will bring our civilization to a disastrous and disgraceful end unless men can be induced to take a wider and less hysterical view of their mutual relations, Ideas that have harmed Mankind, Bertrand Russel.

 

Αντιφάσεις θεάτρου και πολιτικής (Κατά Ραδάμανθυ Αναστασάκη)

«Το 1919 είδα Οι Τρωάδες Γυναίκες στο Old Vic. Υπήρχε μια πάρα πολύ θλιβερή σκηνή όπως ο Αστυάναξ τίθεται για θανάτωση από τους Έλληνες για το φόβο ότι θα γίνει ένας δεύτερος Έκτορας. Δύσκολα έβλεπες ένα δακρυσμένο μάτι στο θέατρο και οι θεατές δεν πίστεψαν την απανθρωπιά των Ελλήνων στο παίξιμο της παράστασης. Κι όμως εκείνοι οι άνθρωποι που δάκρυσαν, εκείνη ειδικά τη στιγμή, έπρατταν την μεγαλύτερη απανθρωπιά σε μια κλίμακα που η φαντασία του Ευριπίδη δεν θα μπορούσε ποτέ να συλλάβει. Είχαν ψηφίσει τελευταίως (οι περισσότεροι) για μια Κυβέρνηση που επιμήκυνε το εμπάργκο της Γερμανίας μετά την αμνηστία και που πρότεινε το εμπάργκο στη Ρωσία. Είναι γνωστό ότι αυτά τα εμπάργκο προκάλεσαν το θάνατο πάρα πολλών παιδιών αλλά υπήρχε η ποθητή αίσθηση να μειωθεί ο πληθυσμός των εχθρικών κρατών· τα παιδιά, σαν τον Αστυάναξ, θα μπορούσαν να μεγαλώσουν και να μοιάσουν στους πατέρες τους. Ο ποιητής Ευριπίδης είχε ξυπνήσει το φίλο στη φαντασία του κοινού· αλλά ο φίλος κι ο ποιητής ξεχάστηκαν στην πόρτα του θεάτρου και ο ψυχοπαθής (με το σχήμα του μανιακού δολοφόνου) ήλεγχε τις πολιτικές ενέργειες αυτών των ανδρών και γυναικών που πίστευαν τους ευατούς τους ως καλούς κι ενάρετους». [In 1919 I saw The Trojan Women acted at the Old Vic. There is an unbearably pathetic scene where Astyanax is put to death by the Greeks for fear he should grow up into a second Hector. There was hardly a dry eye in the theatre, and the audience found the cruelty of the Greeks in the play hardly credible. Yet those very people who wept were, at that very moment, practicing that very cruelty on a scale which the imagination of Euripides could have never contemplated. They had lately voted (most of them) for a Government which prolonged the blockade of Germany after the armistice, and imposed the blockade of Russia. It was known that these blockades caused the death of immense numbers of children, but it was felt desirable to diminish the population of enemy countries: the children, like Astyanax, might grow up to emulate their fathers. Euripides the poet awakened the lover in the imagination of the audience; but lover and poet were forgotten at the door of the theatre, and the lunatic (in the shape of the homicidal maniac) controlled the political actions of these men and women who thought themselves kind and virtuous], On the Value of Scepticism, Bertrand Russel

 

Κατά του σεβασμού προς τη Σημαία

«Τα επιχειρήματα είναι της ίδιας ποιότητας με αυτά που πιέζουν πως τα παιδιά πρέπει να διδάσκονται το σεβασμό προς τη σημαία.», [The arguments are of the same sort as those which urge that children should be taught respect for the flag, Is There a God], Russell Bertrand.

 

Κατά του Βουδισμού

«Ο Βούδας ήταν αξιαγάπητος φωτισμένος· στο νεκρικό του κρεβάτι γέλασε με τους μαθητές του στην υπόθεση πως ήταν αθάνατος. Αλλά οι βουδιστές μοναχοί -όπως είναι για παράδειγμα στο Θιβέτ- υπήρξαν σκοταδιστές, τυραννικοί και απάνθρωποι στον ύψιστο βαθμό». [The Buddha was amiable and enlightened; on his deathbed he laughed at his disciples for supposing that he was immortal. But the Buddhist priesthood -- as it exists, for example, in Tibet -- has been obscurantist, tyrannous, and cruel in the highest degree], Has Religion Made Useful Contributions to Civilization, Is There a God], Russell Bertrand.

 

Η δημιουργία των ειδώλων / ψευτοθεών προκύπτει από τις επιθυμίες

«Είναι φανερό, για να αρχίσουμε, ότι η όλη ιδέα του καλού και του καλού έχει κάποια σύνδεση με την επιθυμία. Κατ’ αρχάς, κάθετί που επιθυμούμε είναι "καλό" κι ότι μας τρομάζει είναι "κακό". Αν όλοι μας συμφωνούσαμε κατά τις επιθυμίες μας, το ζήτημα θα παρέμενε ως έχει μα δυστυχώς οι επιθυμίες μας συγκρούονται.», [It is obvious, to begin with, that the whole idea of good and bad has some connection with desire. Prima facie, anything that we all desire is "good," and anything that we all dread is "bad." If we all agreed in our desires, the matter could be left there, but unfortunately our desires conflict],  Science and Ethics, Russell Bertrand.

 

Κατά των θεών

. «-Δεν φοβάσαι ποτέ την Κρίση του Θεού αρνούμενος Αυτόν; -Μετά πάσης βεβαιότητας όχι. Αρνούμαι επίσης τον Δία και τον Κρόνο τον Όντιν και τον Βράχμα, αλλά αυτό δεν μου επιφέρει τύψεις. Παρατηρώ ότι ένα μεγάλο μέρος της ανθρώπινης φυλής δεν πιστεύει στο Θεό και δεν υπόκεινται σε καμιά φοβερή τιμωρία ως συνέπεια», [-Are you never afraid of God's judgment in denying Him? -Most certainly not. I also deny Zeus and Jupiter and Odin and Brahma, but this causes me no qualms], What is an Agnostic, Bertrand Russel.

 

 

Η ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΗ ΜΕΡΙΑ ΤΟΥ ΗΘΙΚΟΥ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΟΣ

 

Ο Ράσσελ είχε δηλώσει στα «Ηθικά επιχειρήματα για την θεότητα» για το βασικό ζήτημα της ηθικής: «Προς στιγμή δεν ενδιαφέρομαι για το αν υπάρχει μια διαφορά μεταξύ σωστού και λάθους, ή αν δεν υπάρχει καν: αυτή είναι ακόμη μια ερώτηση»· ερώτηση βέβαια που δεν την έθεσε καθ’ όλη τη διάρκεια της ομιλίας του «Γιατί δεν είμαι Χριστιανός».

Δεν την έθεσε για έναν και μόνο βασικό λόγο, ο οποίος αναλύεται σε στάσεις φιλοσοφικών κατηγορητηρίων. Δηλαδή, αν την έπραττε, δε θα μπορούσε να εκφέρει κατηγορίες κατά του Θεού και κατά του Ιησού. Ας δει μερικές ο αναγνώστης:

1. «Πραγματικά δεν μπορώ να το πιστέψω. Πιστεύεις ότι, αν σου δίνονταν παντοδυναμία και παντογνωσία και εκατομμύρια έτη εις τα οποία θα τελειοποιούσες τον κόσμο, εσύ δεν θα κατασκεύαζες τίποτα περισσότερο από Κου Κλουξ Κλαν, τους φασίστες και τον κ. Ουίνστον Τσώρτσιλ;». Εδώ ο Ράσσελ θεωρεί πως κάποιοι άνθρωποι δεν είναι «ηθικά τέλειοι». Δεν αποδεικνύει όμως τον «ορθολογικό» κανόνα εκ του οποίου  λαμβάνει το μέτρο γι’ αυτό το «ορθό βαθμό καλοσύνης στη φύση» των ανθρώπων, ως λέγει ο ίδιος στην ενότητα «Ηθικό πρόβλημα».

2. «δεν είναι λοιπόν μια σημαντική αναφορά να λέγεται πως ο Θεός είναι καλός. ... πρέπει να πεις ότι όχι μόνο δια μέσω του Θεού το σωστό και το λάθος υπάρχουν, αλλά το ότι είναι στην ύπαρξή τους λογικά πριν του Θεού.».

3. «Εδώ σ’ αυτό τον κόσμο βρίσκουμε μια μεγάλη αδικία, και επομένως υπάρχει ένας λόγος να υποθέσουμε ότι το δίκαιο δεν κυβερνά τον κόσμο· επομένως αυτό συνιστά ένα ηθικό επιχείρημα ενάντια στο Θεό και όχι υπέρ ενός». Ο Ράσσελ προσπαθεί να υποστηρίξει την ύπαρξη αδικίας χωρίς όμως και πάλι να αποδεικνύει τον κανόνα εκ του οποίου λαμβάνει «ορθολογικά» το μέτρο «δικαιοσύνης».

4. «...αν ο Χριστός ήταν ο καλύτερος κι ο σοφότερος των ανδρών. Συχνά θεωρείται δεδομένο ότι όλοι πρέπει να συμφωνούμε ότι έτσι έχουν τα πράγματα. Εγώ δε συμφωνώ.». Ο Ράσσελ θεωρεί πως ο Χριστός δεν είναι ο «καλύτερος», υπάρχει λ.χ. ο Σωκράτης ως «καλύτερός» Του. Ασφαλώς και πάλι δεν αποδεικνύει τον κανόνα εκ του οποίου λαμβάνει το μέτρο γι’ αυτό το «ορθό βαθμό καλοσύνης στη φύση» των ανθρώπων, ως λέγει ο ίδιος στην ενότητα «Ηθικό πρόβλημα».

Με άλλα λόγια, ο «ορθολογιστής» φιλόσοφος Ράσσελ δεν επιθυμεί να μπει εις το ερώτημα περί του «αν υπάρχει μια διαφορά μεταξύ σωστού και λάθους»· κι αυτό τον βολεύει διότι μπορεί να στραφεί κατά της θεότητας βάση της «ηθικής» και δηλαδή, αποφεύγοντας τα «ορθολογικά» επιχειρήματα,υπεισερχόμενος εις την επίθεση κατά του Χριστιανισμού βάση των συναισθημάτων του ακροατή-αναγνώστη του, παρότι ο ίδιος κατακρίνει και καταγγέλλει το συναισθηματισμό, ως βάση της θρησκείας.

Ας θυμηθεί ο αναγνώστης τι μαρτυρούσε ο Ράσσελ για τον Κάντ: «και μόλις εξέθεσε αυτά τα επιχειρήματα [ο Εμμάνουελ Καντ] ανακάλυψε ακόμη ένα, ένα ηθικό επιχείρημα, κι αυτό σχεδόν τον έπεισε. Ήταν σαν πολλούς ανθρώπους: στα ζητήματα λογικής ήταν σκεπτικιστής, αλλά στα ζητήματα της ηθικής πίστευε απεριόριστα στα γνωμικά που εμποτίστηκε στα γόνατα της μητέρας του».

Αν λοιπόν ο Κάντ είναι άξιος «κατηγορίας» επειδή εμποτίσθηκε με την ηθική της μητέρας του, τότε κανείς δε γνωρίζει γιατί δεν είναι άξιος «κατηγορίας» ο Ράσσελ, που χρησιμοποιεί μια ηθική κατά του Θεού και του Χριστιανισμού, την οποία αν και μπορεί να μη τη διδάχθηκε «στα γόνατα της μητέρας του», εντούτοις δεν μπορεί να της προσδώσει καμιά ορθολογική απόδειξη αληθείας:

α. «η επιστήμη δεν μπορεί να αποφασίσει για τις [ηθικές] αξίες, τούτο γιατί αυτές δεν μπορούν να αποφασισθούν λογικά και βρίσκονται εκτός του βασιλείου της αλήθειας και του ψεύδους» (βλ. σημείωση ).

β. «Δεν πρέπει να πιστεύουμε, και δεν πρέπει να προσπαθούμε να κάνουμε άλλους να πιστέψουν, καμία δήλωση για την οποία δεν υπάρχει καμία οποιοδήποτε απόδειξη. Αυτή είναι μια μετριόφρων δήλωση, κι αν καταφέρεις να κρατηθείς σ’ αυτήν να είσαι αρκετά σίγουρος πως δεν πρόκειται να γίνεις μια προικισμένη οπισθοδρομική εκκλησία». [...we ought not to believe, and we ought not to try to cause others to believe, any proposition for which there is no evidence whatever. That seems a modest proposition, and if you can stick to that you will be fairly sure that you are not going to become a sort of ossified endowed church], Why iam a rationalist, Bertrand Russel.

 

 

 

 

ΡΑΣΣΕΛ, ΠΩΣ ΝΑ ΓΙΝΕΙΣ ΜΕΓΑΛΟΦΥΗΣ (ή ΑΣΤΡΟΛΟΓΟΣ)

 

«Αν υπάρχουν ανάμεσα στους αναγνώστες μου νεαρά αγόρια ή κορίτσια που φιλοδοξούν να γίνουν ηγέτες της σκέψης της γενιάς τους, ελπίζω να αποφύγουν μερικά λάθη εις τα οποία περιέπεσα εγώ στη νεότητά μου, αν θα ήθελαν μια καλή συμβουλή. Όταν επιθυμούσα να έχω μια άποψη πάνω σε ένα ζήτημα, συνήθιζα να το μελετώ, ζύγιζα τα επιχειρήματα των διαφορετικών μεριών και προσπαθούσα να φτάσω σε ένα ισορροπημένο συμπέρασμα. Από τότε ανακάλυψα ότι δεν είναι αυτός ο τρόπος να πράττεις. Ένας μεγαλοφυής άνθρωπος τα γνωρίζει όλα χωρίς την ανάγκη της μελέτης· οι απόψεις του είναι ενός Ποντίφικα κι εξαρτώνται από την πειστικότητά τους με βάση το λογοτεχνικό ύφος παρά στα επιχειρήματα. Είναι απαραίτητο να είναι μονόπλευρος, επειδή αυτό διευκολύνει τη σφοδρότητα η οποία θεωρείται μια απόδειξη δυνάμεως. Είναι βασικό να προσφεύγει στις προκαταλήψεις και στα πάθη για τα οποία οι άνθρωποι αρχίζουν και νιώθουν ντροπή και να το κάνει αυτό εις το όνομα μιας κάποιας νέας ανείπωτης ηθικής. Είναι καλό να διαβάλλει τα αργά και σχολαστικά μυαλά που απαιτούν αποδείξεις για να καταλήξουν σε συμπεράσματα. Πάνω από όλα, ότι είναι πιο αρχαίο θα πρέπει να ξεπλένεται ως κάτι το πάρα πολύ νέο.

Δεν υπάρχει τίποτα καινοφανές σε αυτή τη συνταγή μεγαλοφυΐας· χρησιμοποιήθηκε από τον Κάρλαϊλ την εποχή των παππούδων μας κι από τον Νίτσε την εποχή των πατέρων μας και χρησιμοποιήθηκε στην εποχή μας από τον Ντ. Χ. Λώρενς. Ο Λώρενς θεωρείται από τους μαθητές του ως εκείνος που απέρριψε όλες τις νέες σοφίες γύρω από τις σχέσεις ανδρών και γυναικών· στην πραγματικότητα πήγε πίσω εις την υπεράσπιση της επικυριαρχίας του αρσενικού που κάποιος μπορεί να αντιστοιχήσει με τους κατοίκους των σπηλαίων. Η γυναίκα, υπάρχει στη φιλοσοφία του, μόνο ως κάτι μαλακό και παχύ για να ξεκουράσει τον ήρωα όταν γυρίζει από τους άθλους του. Οι πολιτισμένες κοινωνίες έμαθαν να βλέπουν κάτι περισσότερο από αυτό στις γυναίκες· ο Λώρενς δεν διαθέτει τίποτα από πολιτισμό. Διατρέχει τον κόσμο για ότι είναι αρχαίο και σκοτεινό κι αγαπά τα ίχνη της απανθρωπιάς των Αζτέκων του Μεξικού. Οι νέοι άνθρωποι, που έχουν μάθει να συμπεριφέρονται, φυσικά τον διαβάζουν με απόλαυση και θέτουν σε εφαρμογή πράγματα του ανθρώπου των σπηλαίων όσο επιτρέπει η ευγενής κοινωνία.

Ένα από τα πιο σημαντικά στοιχεία της επιτυχίας στο να γίνει κανείς μεγαλοφυΐα, είναι να μάθει τη τέχνη της καταγγελίας. Πρέπει πάντοτε να καταγγέλλετε με τέτοιο τρόπο ώστε ο αναγνώστης σας να νομίζει ότι είναι κάποιος άλλος που καταγγέλλεται, κι όχι ο εαυτός του· σ’ αυτή την περίπτωση θα εντυπωσιαστεί από την αριστοκρατική σας περιφρόνηση, ενώ αν νομίσει ότι είναι αυτός που καταγγέλλεται, θα θεωρήσει ότι είστε ένοχος μια κάποιας κακής ευερέθιστης ανατροφής. Ο Κάρλαϊλ σημείωνε: "Ο πληθυσμός της Αγγλίας αποτελείται από είκοσι εκατομμύρια, κατά το πλείστον ηλίθιους". Όποιος διάβαζε αυτό, θεωρούσε τον εαυτό του μέσα στις εξαιρέσεις κι γι’ αυτό απολάμβανε το σχόλιο. Δεν πρέπει να καταγγέλλετε καλά καθορισμένες τάξεις, όπως άτομα με ένα εισόδημα πάνω από ένα συγκεκριμένο ποσό, τους κατοίκους μιας συγκεκριμένης περιοχής ή τους πιστούς ενός συγκεκριμένου θρησκεύματος· διότι αν το κάνετε, μερικοί αναγνώστες θα καταλάβουν ότι το υβρεολόγιό σας απευθύνεται σ’ αυτούς. Πρέπει να καταγγέλλετε ανθρώπους των οποίων τα αισθήματα είναι ατροφικά, ανθρώπους που μόνο η αργή ανάγνωση μπορεί να τους αποκαλύψει την αλήθεια, γιατί όλοι γνωρίζουμε ότι αυτοί είναι κάποιοι άλλοι άνθρωποι και γι’ αυτό θα δούμε με συμπάθεια τις δυναμικές σας διαγνώσεις για τα κακά της εποχής.

Αγνοήστε τα γεγονότα και τη λογική, ζήστε ολοκληρωτικά σε ένα κόσμο δικό σας, των φανταστικών και μυθοπλαστικών σας παθών· κάντε αυτό εντελώς ολόκαρδα και θα γίνετε ένας από τους προφήτες της εποχής σας».

[If there are among my readers any young men or women who aspire to become leaders of thought in their generation, I hope they will avoid certain errors into which I fell in youth for want of good advice. When I wished to form an opinion upon a subject, I used to study it, weigh the arguments on different sides, and attempt to reach a balanced conclusion. I have since discovered that this is not the way to do things. A man of genius knows it all without the need of study; his opinions are pontifical and depend for their persuasiveness upon literary style rather than argument. It is necessary to be one-sided, since this facilitates the vehemence that is considered a proof of strength. It is essential to appeal to prejudices and passions of which men have begun to feel ashamed and to do this in the name of some new ineffable ethic. It is well to decry the slow and pettifogging minds which require evidence in order to reach conclusions. Above all, whatever is most ancient should be dished up as the very latest thing.

There is no novelty in this recipe for genius; it was practised by Carlyle in the time of our grandfathers, and by Nietzsche in the time of our fathers, and it has been practised  in our own time by D. H. Lawrence. Lawrence is considered by his disciples to have enunciated all sorts of new wisdom about the relations of men and women; in actual fact he has gone back to advocating the domination of the male which one associates with the cave dwellers. Woman exists, in his philosophy, only as something soft and fat to rest the hero when he returns from his labours. Civilised societies have been learning to see something more than this in women; Lawrence will have nothing of civilisation. He scours the world for what is ancient and dark and loves the traces of Aztec cruelty in Mexico. Young men, who had been learning to behave, naturally read him with delight and go round practising cave- man stuff so far as the usages of polite society will permit.

One of the most important elements of success in becoming a man of genius is to learn the art of denunciation. You must always denounce in such a way that your reader thinks that it is the other fellow who is being denounced and not himself; in that case he will be impressed by your noble scorn, whereas if he thinks that it is himself that you are denouncing, he will consider that you are guilty of ill-bred peevishness. Carlyle remarked: ``The population of England is twenty millions, mostly fools.'' Everybody who read this considered himself one of the exceptions, and therefore enjoyed the remark. You must not denounce well-defined classes, such as persons with more than a certain income, inhabitants of a certain area, or believers in some definite creed; for if you do this, some readers will know that your invective is directed against them. You must denounce persons whose emotions are atrophied, persons to whom only plodding study can reveal the truth, for we all know that these are other people, and we shall therefore view with sympathy your powerful diagnosis of the evils of the age.

Ignore fact and reason, live entirely in the world of your own fantastic and mythproducing passions; do this whole-heartedly and with conviction, and you will become one of the prophets of your age.]

Πηγή: How to Become a Man of Genius, Columns For The Hearst Newspapers, Bertrand Russel

 

 

ΠΗΓΕΣ ΙΣΤΟΣΕΛΙΔΑΣ

 

Περιοδικά

1. Ιστορικά Θέματα, τεύχος 48

2. Περισκόπιο της Επιστήμης, τεύχος 261

 

Βιβλία

01. A History of Chinese Philosophy, Vol. II, The Period of Classical Learning, from the Second Century b.C. to the Twentieth Century A.D., by Fung Yu-Lan, Translated by Derk Bodde, First Princeton Paperback Printing, 1983, σελ.12, http://books.google.gr)

02. What I Believe, Audio Partners Publishing Corporation, Bertrand Russel

03. Ελληνική Πατρολογία,  Αγίου Μάξιμου PG 90, 1401Β, πζ, Επιφανίου Κύπρου, Αγκυρωτός 52, PG 43,105D, Γρηγορίου Θεολόγου, Λόγος 29, Περί Υιού (θεολογικός τρίτος) 6, PG 36, 80C, Διδύμου του Τυφλού Περί Αγίας Τριάδος 1,9, PG 39, 281Β, Κυρίλλου Αλεξανδρείας, Διάλογος περί Αγίας τε και Ομοουσίου Τριάδος 2, PG 75, 773D-776A, Μ. Αθανασίου, Κατά Αρειανών, PG 23, 453Β, Γρηγορίου Νύσσης, Προς Ευνόμιον αντιρρητικός λόγος 8, PG 45, 776ΑΒ.

04. A Free Man's Worship, Bertrand Russel

05. Am I an Atheist or Agnostic, Bertrand Russel

06. The Philosophical Importance of Mathematical Logic, Bertrand Russel

07. A Debate on the Argument from Contingency, Father F. C. Copleston and Bertrand Russell

08. Is there a God?, Bertrand Russel

09. Science and Ethics, Bertrand Russel

10. Has Religion Made Useful Contributions to Civilization?, Bertrand Russel

11. Mysticism, Bertrand Russel

12. What is the soul?, Bertrand Russel

13. Why Ι am a rationalist, Russell Bertrand.

14. Philosophical Consequences Of Relativity, Russell Bertrand.

15. Philosophy For Laymen, Russell Bertrand.

16.What Is an agnostic, Bertrand Russel

17. Ideas that have helped Mankind, Bertrand Russel

18. Vagueness, Bertrand Russel

19. Why Do Soldiers Fight?, Bertrand Russel

20. Icarus or the Future of Science, Bertrand Russel

21. Free Man's Will, Bertrand Russel

22. H.G. Liddell and R. Scott, A Greek-English Lexicon, 9th ed., Oxford: Clarendon, 1940

23. Encyclopedia of Bible Difficulties, Gleason L. Archer, Zondervan, 1982

24. «Μια Σταγόνα Ιστορίας», Δημήτριος Καμπουράκης, Εκδόσεις Πατάκη, Ιούλιος 2004, Αθήνα

25. Keener, A Commentary on the Gospel of Matthew, Wm. B. Eerdmans Publishing Company, July 1999

30. Ideas that have harmed Mankind, Bertrand Russel.

31. Knowledge And Wisdom, Bertrand Russel.

32. The Metaphysician's Nightmare, Bertrand Russel.

33. The bomb and civilization, Bertrand Russel

34. The Russell-Einstein Manifesto

35. Education and Discipline, Bertrand Russel.

36. Why I am not a Christian, Bertrand Russel

37. The Bomb and Civilization 1945, Bertrand Russel

38. On Astrologers, Columns For The Hearst Newspapers, Bertrand Russel

39. How to Become a Man of Genius, Columns For The Hearst Newspapers, Bertrand Russel

40. Ideas that have harmed Mankind, Bertrand Russel

41. On the Notion of Cause, with Applications to the Free-Will Problem (1912-13), Russell Bertrand.

42. The Doctrine of Extermination, Russell Bertrand.

43. Θουκυδίδης, Άπαντα, Τόμος 1, Ιστοριών Α΄, Αίτια κι Αφορμές του Πελοποννησιακού Πολέμου, Εκδόσεις Κάκτος, σειρά «Αρχαία Ελληνική Γραμματεία "Οι Έλληνες" Νο 16».

44. On the Value of Scepticism, Russell Bertrand.

45. On Modern Uncertainty, Russell Bertrand.

46. The Philosophy Of Logical Analysis, Russell Bertrand.

47. The Doctrine of Extermination, Bertrand Russel

48. A Liberal Decalogue, Bertrand Russel.

49. The Divorce Between Science And Culture, Bertrand Russel.

 

Οπτικοακουστικό Υλικό

1. Le monte selo Monsanto

 

Διαδίκτυο

01. http://books.google.gr

02. http://www.museumoflondon.org.uk/English/Collections/OnlineResources/X20L/objects/record.htm?type=object&id=743008)

03. http://www.humanities.mcmaster.ca/~bertrand/later.html

04.  http://www.personal.kent.edu/~rmuhamma/Philosophy/Russellimages/russ-8.html

05. http://www.personal.kent.edu/~rmuhamma/Philosophy/Russellimages/russ-38.html

06. http://nigeness.blogspot.com/2009/11/for-laika.html

07. http://thorswitch.livejournal.com/593901.html

08. http://www.astroearth.org/animals-in-space.html

09.  http://www.virginmedia.com/digital/galleries/animals-in-space.php?ssid=3

10. http://www.personal.kent.edu/~rmuhamma/Philosophy/Russellimages/br-alys-2.html

11. http://www.personal.kent.edu/~rmuhamma/Philosophy/Russellimages/dora-1.html

12. http://www.personal.kent.edu/~rmuhamma/Philosophy/Russellimages/br-patricia-2.html

13. http://www.personal.kent.edu/~rmuhamma/Philosophy/Russellimages/edith-1.html

14. http://www.gettyimages.com/detail/3347750/Hulton-Archive

15. http://www.museumoflondon.org.uk/English/Collections/OnlineResources/X20L/objects/record.htm?type=object&id=743008

16. http://www.topfoto.co.uk/gallery/CND/ppages/ppage86.html

17. http://www.gettyimages.com/detail/3285118/Hulton-Archive

18. http://www.gettyimages.com/detail/2664014/Hulton-Archive

19.  http://www.gettyimages.com/detail/3347750/Hulton-Archive

20. http://www.museumoflondon.org.uk/English/Collections/OnlineResources/X20L/objects/record.htm?type=object&id=743008)

21. http://www.topfoto.co.uk/gallery/CND/ppages/ppage86.html

22. http://www.gettyimages.com/detail/3285118/Hulton-Archive

23. http://www.gettyimages.com/detail/2664014/Hulton-Archive

24. ΝΑΣΑ/WMAP

25. http://oodegr.com/oode/theos/patir/elefth_patr1.htm

26. http://www.oodegr.com/oode/dogmat1/2B1.htm

27. http://el.wikipedia.org/wiki/Πεσίτα

28. http://www.oodegr.com/oode/dogmat2/perieh.htm

29. http://www.astroearth.org/animals-in-space.html

30. http://www.agrool.gr/gr/g1.htm

31. http://www.answering-islam.de/Main/Shamoun/q_jesus_figtree._curse.htm


 

 ΑΡΧΙΚΗ ΣΕΛΙΔΑ